ΣτΕ 47/2023 [Νόμιμη ένταξη επενδυτικού σχεδίου ΑΣΠΗΕ στις διαδικασίες των Στρατηγικών Επενδύσεων]
Περίληψη
– Kατά την έννοια των διατάξεων του ν. 4608/2019, με τις οποίες επιχειρήθηκε να ανασχηματιστεί το νομοθετικό πλαίσιο για την προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων του ν. 3894/2010, η Δ.Ε.Σ.Ε., η οποία έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα για την υπαγωγή της επένδυσης στη διαδικασία στρατηγικών επενδύσεων, μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνει υπόψη της, είναι και η προστασία του περιβάλλοντος. Κατά το στάδιο αυτό της υπαγωγής μιας επενδυτικής πρότασης στη διαδικασία στρατηγικών επενδύσεων γίνεται, μεταξύ άλλων, μια πρώτη εκτίμηση των χωροταξικών, πολεοδομικών και περιβαλλοντικών δεδομένων, η οποία βασίζεται σε στοιχεία προσκομιζόμενα από τον επενδυτή, τα οποία ελέγχονται από την «Ε. Ε. Ε. και Εξ. Ε. Α.Ε». Δεν γίνεται, λοιπόν, ήδη στο στάδιο αυτό η αξιολόγηση των χωροταξικών, πολεοδομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων της δραστηριότητας που περιέχεται στην επενδυτική πρόταση, αλλά εκτιμάται, απλώς, για τις ανάγκες και τους σκοπούς του νόμου αυτού το κατ’ αρχήν επιτρεπτό της, με βάση τα στοιχεία που προσκομίζει ο επενδυτής, προκειμένου να εφαρμοστούν οι προβλεπόμενες στον ανωτέρω νόμο διαδικασίες ταχείας αδειοδότησης επενδυτικών προτάσεων που εμφανίζουν υψηλές πιθανότητες υλοποίησης, βάσει του υποβαλλόμενου από τον επενδυτή επιχειρησιακού σχεδίου και της ανάλυσης των άμεσων και έμμεσων επιπτώσεων της επένδυσης στην ελληνική οικονομία σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Η εκτίμηση αυτή δεν είναι δεσμευτική για τα, κατά το νόμο, αρμόδια διοικητικά όργανα που θα εκφέρουν κρίση σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας υλοποίησης της επένδυσης κατά την έκδοση των απαραιτήτων αδειών, όπως της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, της αδείας εγκατάστασης και λειτουργίας ή της οικοδομικής άδειας, ούτε υποκαθιστά την κρίση των οργάνων αυτών ως προς τα ζητήματα αυτά. Ο επενδυτής που έχει καταρχήν υπαχθεί στη διαδικασία στρατηγικών επενδύσεων φέρει το κίνδυνο τελικώς, να μην υλοποιηθεί η επένδυσή του, εάν κριθεί αρμοδίως σε επόμενο στάδιο, ότι τούτο δεν είναι δυνατόν για λόγους χωροταξικούς, περιβαλλοντικούς, πολεοδομικούς κ.ο.κ.).
Με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Δ.Ε.Σ.Ε., κατά παράβαση της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4608/2019, δεν κάλεσε τους Δήμους, αιρετά στελέχη της Περιφέρειας και των Δήμων και άλλους θεσμικούς φορείς, να καταθέσουν τις απόψεις τους. Από τη διατύπωση της ανωτέρω διάταξης προκύπτει ότι ο Πρόεδρος της Δ.Ε.Σ.Ε. ευχέρεια έχει και όχι υποχρέωση να καλεί ενώπιον της Επιτροπής Περιφερειάρχες, Δημάρχους, άλλα αιρετά στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης, προκειμένου να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους επί Στρατηγικών Επενδύσεων στα τοπικά όρια αρμοδιότητάς τους. Εξάλλου, ο νόμος προβλέπει στο άρθρο 17 ότι η Ε. Ε. Ε. και Εξ. Ε. Α.Ε. αναρτά τα βασικά στοιχεία του φακέλου και μία επιτελική σύνοψη της επενδυτικής πρότασης σε κατάλληλα διαμορφωμένη πλατφόρμα στον ιστότοπό της και καλεί σε δημόσια διαβούλευση το κοινό και τους συναρμοδίους φορείς. Στη συγκεκριμένη δε περίπτωση, όπως προκύπτει από την ανωτέρω εισήγηση της Εταιρείας, στη διαβούλευση επί της επενδυτικής πρότασης συμμετείχε και ο αιτών Δήμος. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Προβάλλεται ότι η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 17 του ν. 4608/2019, η οποία ορίζει ότι η διαβούλευση διενεργείται εντός του ανεπαρκούς διαστήματος των 15 ημερολογιακών ημερών αντίκειται στο άρθρο 5Α παρ. 1 του Συντάγματος. Συναφώς προβάλλεται ότι στη διαβούλευση παρουσιάστηκε μία ανεπαρκής σύνοψη του επενδυτικού σχεδίου.
Το χρονικό διάστημα των 15 ημερολογιακών ημερών που προβλέπεται στην ως άνω διάταξη ως χρόνος διαβούλευσης επί της επενδυτικής πρότασης συνιστά πρόσφορο και επαρκές χρονικό διάστημα διαβούλευσης, δοθέντος ότι: α) Ο βασικός στόχος του νόμου είναι η ταχεία αδειοδότηση επενδύσεων κεφαλαιώδους σημασίας, β) στο στάδιο αυτό τα στοιχεία του έργου δεν έχουν οριστικοποιηθεί εφόσον ακολουθεί η περιβαλλοντική αδειοδότηση αυτού και γ) θα ακολουθήσει η διαβούλευση επί της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου. Στη συγκεκριμένη δε περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, αναρτήθηκαν στον ιστότοπο της Ελληνικής Εταιρείας Επενδύσεων τα ουσιώδη στοιχεία της επενδυτικής πρότασης, στα οποία περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, ο προϋπολογισμός της επένδυσης, το αντικείμενο αυτής και οι τοποθεσίες εγκατάστασης της επένδυσης σε εικόνα- χάρτη. Περαιτέρω, έγινε διαβούλευση επί της επίμαχης επενδυτικής πρότασης, κατά τη διαδικασία της οποίας, αναρτήθηκαν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα σχόλια από 399 φυσικά πρόσωπα, 14 οικολογικές οργανώσεις και συλλόγους, 8 παραγωγικούς φορείς, τον Δήμο Διρφύων, την Κοινότητα Καμπίων και Περιφερειακές Παρατάξεις. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι τα αρμόδια όργανα (Ε. Ε. Επ. και Εξ. Ε. Α.Ε., Σ.Ε.Σ.Ε. και Δ.Ε.Σ.Ε.) εξέτασαν επαρκώς στο στάδιο αυτό την κατ’ αρχήν συμβατότητα της επένδυσης με το φυσικό, πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον της περιοχής λαμβάνοντας υπόψη τους όρους, περιορισμούς και απαγορεύσεις της οικείας εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας και τις κατευθύνσεις και δεσμεύσεις του υφιστάμενου χωροταξικού σχεδιασμού καθώς και τις αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν επί των θεμάτων αυτών κατά τη διαδικασία της διαβούλευσης.
Εξάλλου, το ζήτημα της συμφωνίας της επενδυτικής πρότασης με τον χωροταξικό σχεδιασμό και με τις συνταγματικές και ενωσιακές επιταγές και τη νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος δεν εξετάζεται κατά τρόπο δεσμευτικό από την Δ.Ε.Σ.Ε. κατά το στάδιο υπαγωγής της επένδυσης στη διαδικασία στρατηγικών επενδύσεων, αλλά αποτελεί ζήτημα που ελέγχεται, σύμφωνα με το νόμο σε επόμενα στάδια, κατά την έκδοση άλλων διοικητικών πράξεων, όπως είναι η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Περαιτέρω, τα ως άνω αρμόδια όργανα της Διοικήσεως εκτίμησαν και τεκμηρίωσαν τη συνδρομή των λοιπών κριτηρίων των άρθρων 10 και 19 του ν. 4608/2019 για τον χαρακτηρισμό της της επένδυσης ως στρατηγικής με ειδική αναφορά στην οικονομική βιωσιμότητα και χρηματοοικονομική επάρκεια της προτεινόμενης επένδυσης, στην προστασία του περιβάλλοντος μέσω της περαιτέρω διείσδυσης ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας και της συμβολής στην απολιγνιτοποίηση, στην αύξηση της απασχόλησης στην περιοχή και στη θετική επιρροή αυτής τόσο στην εθνική όσο και στην τοπική οικονομία. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, οι περί του αντιθέτου λόγοι ακυρώσεως πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό τους ως αβάσιμοι.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση της εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας, εφόσον πριν από την έκδοσή της δεν προηγήθηκε κατάρτιση και έγκριση ΕΣΧΑΣΕ. Επίσης δεν προηγήθηκε στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση. Συναφώς προβάλλεται ότι η Δ.Ε.Σ.Ε. μη νομίμως χορήγησε το κίνητρο της ταχείας αδειοδότησης του άρθρου 13 του ν. 4608/2019, εφόσον η επίδικη επενδυτική πρόταση δεν ήταν ώριμη λόγω της μη προηγούμενης κατάρτισης και έγκρισης ΕΣΧΑΣΕ και διενέργειας στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης.
Όπως προκύπτει από το άρθρο 11 του ν. 4608/2019, η Δ.Ε.Σ.Ε. δύναται να αποφασίσει ότι συγκεκριμένη στρατηγική επένδυση μπορεί να πραγματοποιηθεί με την κατάρτιση ΕΣΧΑΣΕ. Προϋπόθεση προς τούτο είναι η έκταση να ανήκει σε ιδιώτη, εφόσον, κατά τη ρητή πρόβλεψη του νόμου, ΕΣΧΑΣΕ δεν μπορεί να καταρτιστεί επί των δημοσίων ακινήτων του άρθρου 10 του ν. 3986/2011. Περαιτέρω, τα ΕΣΧΑΣΕ εγκρίνονται, κατ’ αρχήν, επί ενιαίων ακινήτων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, το μεγαλύτερο τμήμα των εκτάσεων, εντός των οποίων προγραμματίζεται να υλοποιηθεί η επένδυση, είναι δημόσιες δασικές εκτάσεις στη Βόρειο – Κεντρική και Νότια Εύβοια. Η μη επιλογή στη συγκεκριμένη περίπτωση του εργαλείου του ΕΣΧΑΣΕ ευρίσκει, συνεπώς, επαρκές έρεισμα στο ιδιοκτησιακό καθεστώς και τη διασπορά των εκτάσεων εντός των οποίων προγραμματίζεται να εγκατασταθούν τα έργα της επένδυσης και, ως εκ τούτου, η Δ.Ε.Σ.Ε. δεν έκανε κακή χρήση της ως άνω διακριτικής της ευχέρειας. Ως προς το ζήτημα δε της υπαγωγής ή μη της επένδυσης σε στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, ζήτημα που τίθεται στην περίπτωση κατά την οποία η Δ.Ε.Σ.Ε. δεν επιλέξει το εργαλείο του ΕΣΧΑΣΕ που υπόκειται σε τέτοια εκτίμηση, ο ν. 4608/2019, κατά τα ήδη εκτεθέντα, προβλέπει μία πρώτη, μη δεσμευτική για τα επόμενα στάδια αδειοδότησης, εκτίμηση της συμβατότητας των έργων της επένδυσης με την περιβαλλοντική νομοθεσία και τον χωροταξικό σχεδίασμά. Μόνη η υπαγωγή της επένδυσης στις διατάξεις του νόμου των στρατηγικών επενδύσεων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως σχέδιο ή πρόγραμμα κατά την έννοια της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ, εφόσον στο στάδιο αυτό δεν έχουν οριστικοποιηθεί κατά τρόπο δεσμευτικό για τα επόμενα στάδια αδειοδότησης τα χαρακτηριστικά και οι θέσεις των έργων που περιλαμβάνει η επένδυση, ώστε να είναι δυνατή η πλήρης και αποτελεσματική, από την άποψη των αρχών της πρόληψης και της προφύλαξης, περιβαλλοντική αξιολόγηση αυτών. Η κρίση εάν η επένδυση αφορά σε σχέδιο ή πρόγραμμα της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ ή έργο ή δραστηριότητα κατά την έννοια της Οδηγίας 2011/92/ΕΕ και η συνδεόμενη με αυτήν κρίση περί υπαγωγής του σχεδίου ή του έργου στο οποίο αφορά η επένδυση (και) σε στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση ή (μόνον) σε περιβαλλοντική αδειοδότηση ανήκουν στα όργανα των οικείων νομοθετημάτων. Σε κάθε περίπτωση, εν προκειμένω, όπως ήδη εκτέθηκε, η Διοίκηση προέβη σε έναν πρώτο έλεγχο της συμβατότητας της επένδυσης με τον υπερκείμενο χωροταξικό σχεδίασμά και ιδίως με τις διατάξεις του Ειδικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ, οι οποίες θέτουν περιορισμούς και απαγορεύσεις άμεσης εφαρμογής για τη χωροθέτηση των αιολικών πάρκων πλησίον οικιστικών ή προστατευόμενων περιοχών. Το εν λόγω Ειδικό Πλαίσιο έχει υπαχθεί σε στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση και ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλομένης. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, οι ως άνω λόγοι ακυρώσεως πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Χρ. Παπανικολάου
* Όμοιες οι αποφάσεις ΣτΕ 48/2023 και 49/2023.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.