ΣτΕ 2460/2022 [Παράνομη απόφαση ΥΠΠΟΑ και αναθεώρηση οικοδομικής άδειας για κτίριο με νέα χρήση ξενοδοχείου στο Ιστορικό Κέντρο της Αθήνας]
Περίληψη
– Ενόψει της συνταγματικής επιταγής για την διηνεκή και αποτελεσματική προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, ο Υπουργός Πολιτισμού, σε περίπτωση που η εκτέλεση του έργου ή η εγκατάσταση της δραστηριότητας έχει δυσμενείς συνέπειες στο προστατευόμενο μνημείο, δύναται είτε να απαγορεύσει το έργο ή τη δραστηριότητα, είτε, εφόσον οι δυσμενείς επιπτώσεις μπορούν να εξουδετερωθούν με την επιβολή συγκεκριμένων όρων, να επιβάλει, πάντοτε με γνώμονα την αποτελεσματικότερη προστασία του μνημείου, τους κατάλληλους όρους και περιορισμούς στη δόμηση και στη χρήση, οι οποίοι κατά την αιτιολογημένη κρίση του θα εξουδετερώσουν τις επιβλαβείς για το μνημείο συνέπειες, περιλαμβανομένου και του περιορισμού του ανωτάτου ύψους και του αριθμού των ορόφων, ή του περιορισμού του είδους και της έντασης της χρήσης, χωρίς να δεσμεύεται από τους όρους δομήσεως και τις χρήσεις που καθορίζονται είτε από τις γενικές διατάξεις, είτε από τυχόν ειδικές διατάξεις η οικοδομική δραστηριότητα και η εγκατάσταση και λειτουργία εμπορικών επιχειρήσεων, όπως οι τουριστικές επιχειρήσεις, πλησίον αρχαίων μνημείων ή αρχαιολογικών χώρων που είναι μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, όπως η Ακρόπολη, επιτρέπεται μετά από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του ΚΑΣ.
To επίμαχο κτίριο βρίσκεται σε περιοχή, η οποία ανήκει στο άμεσο περιβάλλον του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης. Το κτίριο υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος στην περιοχή, όπως αυτό καθορίστηκε με το π.δ. της 2.7.1994 για το Εμπορικό Τρίγωνο των Αθηνών, σχεδόν κατά δέκα μέτρα. Μέρος της υπέρβασης αυτής προήλθε από την αυθαίρετη κατασκευή Στ’ ορόφου επί του αρχικού δώματος του κτιρίου πριν από την έκδοση του π.δ. της 2.7.1994. Περαιτέρω, κατά την κρίσιμη και εξεταζόμενη περίοδο, οι οικοδομικές εργασίες στο κτίριο περιέλαβαν εργασίες στην ανώτατη στάθμη αυτού, εφόσον, από την ανωτέρω εκτεθείσα πορεία αδειοδότησης αυτών προκύπτει ότι ο Στ’ όροφος του κτιρίου, μετά την υπαγωγή της κατασκευής αυτής στον νόμο περί αυθαιρέτων και μετά την έκδοση οικοδομικής άδειας το έτος 2020, ανακατασκευάστηκε και το δώμα του κτιρίου επί του Στ’ ορόφου καθαιρέθηκε και αντικαταστάθηκε. Οι εργασίες δε αυτές προκάλεσαν την έκδοση του σήματος διακοπής των οικοδομικών εργασιών της οικοδομικής άδειας και, στη συνέχεια, την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης αναθεώρησης. Επί του νέου αυτού δώματος, εξάλλου, προβλέπεται η τοποθέτηση κατασκευών πάνω από το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος της περιοχής.
Με τις παραδεκτώς προσβαλλόμενες πράξεις, εκτός των ανωτέρω οικοδομικών εργασιών, εγκρίνεται και η μεταβολή της χρήσης τμημάτων του κτιρίου από κατοικία σε ξενοδοχειακή επιχείρηση. Επί του ζητήματος δε αυτού οι Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού ουδέν ανέφεραν, δεν προέβησαν δηλαδή σε αξιολόγηση της τουριστικής χρήσης στην περιοχή πέριξ της Ακρόπολης. Υπό τα δεδομένα αυτά, η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών επί του επίμαχου κτιρίου και δη εργασιών, οι οποίες αφορούν και κατασκευές στην αυθαιρέτως δημιουργηθείσα και εκ των υστέρων τακτοποιηθείσα ανώτατη στάθμη του κτιρίου, εκληφθείσα, μάλιστα, μετά από καθαίρεση και αντικατάσταση ως κεκτημένη, η οποία ξεπερνά ήδη κατά πολύ το σήμερα ισχύον ανώτερο ύψος των οικοδομών στην περιοχή, καθώς και η αλλαγή χρήσης τμημάτων του κτιρίου από κατοικία σε ξενοδοχειακή επιχείρηση επέβαλε, λόγω της άμεσης γειτνίασης με τον ιερό βράχο της Ακρόπολης για την προστασία του μνημείου που είναι εγγεγραμμένο στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς, την εισαγωγή της σχετικής υπόθεσης στο Κ.Α.Σ. ανεξαρτήτως του ότι η συγκεκριμένη περιοχή δεν εντάσσεται σε «θεσμοθετημένη ζώνη ελέγχου των υψών», δηλ. σε ζώνη του π.δ. της 19.2./5.3.1975 και ανεξαρτήτως του ότι η χρήση του ξενοδοχείου επιτρέπεται στην περιοχή δυνάμει του π.δ. της 2.7.1994. Εφόσον δε η υπόθεση ήταν αρμοδιότητας του ΚΑΣ και όχι του οικείου Τοπικού Συμβουλίου Μνημείων, αρμόδιος για την έκδοση της εγκριτικής απόφασης ήταν ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και όχι η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη εγκριτική πράξη του Υπουργείου Πολιτισμού πάσχει αφενός μεν διότι εκδόθηκε χωρίς να έχει προηγηθεί γνώμη του Κ.Α.Σ. αφετέρου δε διότι, λόγω της αρμοδιότητας του Κ.Α.Σ. επί του θέματος, εκδόθηκε από αναρμόδιο όργανο.
Πρόεδρος: Π. Καρλή
Εισηγητής: Χρ. Παπανικολάου
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.