ΣτΕ 2229/2018 [Νόμιμη απόρριψη αίτησης για αποχαρακτηρισμό διατηρητέου κατά ΓΟΚ ακινήτου]
Περίληψη
-Ο χαρακτηρισμός κτηρίου ή τυχόν άλλων στοιχείων, κατά ΓΟΚ, ως διατηρητέων συνιστά , κατ’ αρχήν, περιορισμό της ιδιοκτησίας. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης αποκτά, άνευ ετέρου, το δικαίωμα να ζητήσει την απαλλοτρίωση ή την ανταλλαγή του ακινήτου ή την χρηματική του αποζημίωση, δεδομένου ότι, στην περίπτωση κτηρίων ή στοιχείων που χαρακτηρίζονται καθ’ εαυτό διατηρητέα χωρίς να περιορίζεται με σχετικό χαρακτηρισμό η ελεύθερη κατά προορισμό χρήση τους, ο επιβαλλόμενος περιορισμός δεν θίγει το ελάχιστο ανεκτό όριο των εξουσιών της ιδιοκτησίας αλλά συνίσταται, κυρίως, στην αδυναμία εξάντλησης του συντελεστή δόμησης του ακινήτου, δηλαδή στη θέσπιση περιορισμού δυναμένου, κατ’ αρχήν, να αντισταθμισθεί με το θεσμό της μεταφοράς του συντελεστή δόμησης, ως θεμιτής κατά το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος μεθόδου αποζημίωσης του ιδιοκτήτη του διατηρητέου κτηρίου ή στοιχείου. Άλλωστε, ο χαρακτηρισμός κτηρίου ως διατηρητέου ενδέχεται, υπό προϋποθέσεις, να συνιστά ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για την επωφελέστερη αξιοποίηση του ακινήτου. Συνεπώς, στην περίπτωση κατά την οποία κτήριο ή στοιχείο χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα χωρίς να απαγορεύεται ή άλλως περιορίζεται η ακώλυτη, κατά την φύση, την μορφή και τον προορισμό, χρήση τους, δεν καταλείπεται πεδίο για την άσκηση αγωγής θεμελιουμένης στο άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος ούτε για την ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 18 και 19 του ν. 3028/2002, οι οποίες ρυθμίζουν θέματα αποζημίωσης λόγω στέρησης της χρήσης ιδιοκτησιών για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος (μνημείων, αρχαιολογικών χώρων, ιστορικών τόπων κ.λπ.) ούτε, τέλος, των διατάξεων του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 1650/1986, οι οποίες ρυθμίζουν ζητήματα αποζημίωσης λόγω περιοριστικών της ιδιοκτησίας μέτρων για την προστασία των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος.
-Η δέσμευση που επιβλήθηκε στην ιδιοκτησία των αιτούντων με την πράξη χαρακτηρισμού συνίσταται στην θέσπιση όρων και περιορισμών δόμησης, οι οποίοι συνεπάγονται, κατ’ αποτέλεσμα, αδυναμία εξάντλησης του συντελεστή δόμησης. Περιλαμβάνει η πράξη αυτή και την υποχρέωση ανακατασκευής των κτισμάτων που έχουν καταρρεύσει καθώς και διατήρησης αναλλοίωτων των αρχιτεκτονικών, καλλιτεχνικών και λοιπών διακοσμητικών στοιχείων του ακινήτου, χωρίς, όμως, να αποκλείει τη δυνατότητα προσθηκών και άλλων σημαντικών επεμβάσεων στα κτίσματα κατόπιν χορηγήσεως σχετικών εγκρίσεων. Ουδόλως, πάντως, θίγεται, με την πράξη χαρακτηρισμού, το φάσμα των επιτρεπόμενων χρήσεων του ακινήτου, το οποίο εμπίπτει εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης και απολαύει, ως εκ της θέσεώς του, των προβλεπομένων από το σχέδιο αυτό χρήσεων πολεοδομικού κέντρου του Δήμου, εξισούμενο, κατά τούτο, με τις υπόλοιπες ιδιοκτησίες του ρυμοτομικού σχεδίου. Το ζήτημα της δαπάνης για την ανακατασκευή των κτισμάτων, ανεξαρτήτως ότι δεν συμπεριελήφθη στα αιτήματα που υπέβαλαν οι αιτούντες προς τη Διοίκηση με αίτησή τους και, ως εκ τούτου δεν κατέστη αντικείμενο της κρινόμενης αίτησης ακύρωσης, ρυθμίζεται, πάντως, από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, με τις οποίες προβλέπεται, υπό προϋποθέσεις, η συμμετοχή του Δημοσίου ή του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις διαπάνες αποκατάστασης όταν αυτές υπερβαίνουν το εύλογο όριο. Με τα δεδομένα αυτά, το προσβαλλόμενο έγγραφο της Διευθύντριας Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Π.Ε.Κ.Α., καθ’ ό μέρος με αυτό εκδηλώθηκε άρνηση της διοικητικής αρχής να αποδεχθεί αίτημα ανταλλαγής της δεσμευμένης ιδιοκτησίας των αιτούντων με άλλο ακίνητο του Δημοσίου, φέρει νόμιμη και επαρκή αιτιολογία, είναι δε απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα. Τέλος, και ανεξαρτήτως αν ο χαρακτηρισμός κτίσματος ως διατηρητέου και ο παράλληλος καθορισμός συγκεκριμένης χρήσης του θα συνιστούσαν, άνευ ετέρου, υπέρμετρο και δυσανάλογο περιορισμό της ιδιοκτησίας, πάντως, δεν συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση ουσιώδους περιορισμού του ελάχιστου ανεκτού ορίου των εξουσιών της ιδιοκτησίας των αιτούντων, εφόσον αυτή δύναται να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσης σύμφωνα με το καθεστώς χρήσεων του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής. Συνεπώς, οι λόγοι ακύρωσης, κατά τους οποίους η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Α. Σκούφαλος
Βασικές σκέψεις
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση: α) του 7008/17.3.2011 εγγράφου της Διευθύντριας Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (Π.Ε.Κ.Α.). Με το έγγραφο αυτό απορρίφθηκε η από 2.7.2010 αίτηση των αιτούντων προς την Υπουργό Π.Ε.Κ.Α., με αίτημα τον αποχαρακτηρισμό του χαρακτηρισμένου ως διατηρητέου ακινήτου τους ή την ανταλλαγή της δεσμευμένης ιδιοκτησίας τους με άλλο ακίνητο του Δημοσίου και β) της παράλειψης του Αναπληρωτή Υπουργού Π.Ε.Κ.Α. να απαντήσει στην από 24.1.2011 αίτησή τους, με την οποία υπέβαλαν εκ νέου και προς τον Αναπληρωτή Υπουργό την ανωτέρω από 2.7.2010 αίτηση.
3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην επταμελή σύνθεση, κατόπιν της 1366/2018 παραπεμπτικής απόφασης του Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση.
4. Επειδή, νομίμως συζητήθηκε η υπόθεση απολιπομένων των αιτούντων, εφόσον αντίγραφο της 1366/2018 παραπεμπτικής απόφασης, με την οποία ορίσθηκε δικάσιμος της υπόθεσης η 10η Οκτωβρίου 2018, επιδόθηκε νομοτύπως στο δικηγόρο που είχε παραστεί κατά τη συζήτησή της ενώπιον της πενταμελούς σύνθεσης.
5. Επειδή, με οριστικές κρίσεις της εν λόγω παραπεμπτικής απόφασης έγινε δεκτό ότι τη δίκη, ως προς τη δεύτερη αιτούσα, η οποία απεβίωσε μετά την άσκηση της αίτησης, συνεχίζουν τα τρία εκ των τεσσάρων τέκνων της, απορρίφθηκε δε η αίτηση ως προς τις αιτούσες με αριθμ. 7-10, 12, 14 και 17, κατά τη σειρά αναγραφής στο δικόγραφο. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι το προσβαλλόμενο 7008/17.3.2011 έγγραφο της Διευθύντριας Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Π.Ε.Κ.Α., καθ’ ό μέρος με αυτό εκδηλώθηκε άρνηση αποχαρακτηρισμού του ακινήτου, καθώς και η σιωπηρή απόρριψη της από 24.1.2011 αίτησης των αιτούντων από τον Αναπληρωτή Υπουργό Π.Ε.Κ.Α. στερούνται εκτελεστότητας.
6. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, ο συντακτικός νομοθέτης, αναγνωρίζοντας τη σημασία της διαφύλαξης της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας, καθιέρωσε αυξημένη προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δηλαδή των μνημείων και λοιπών στοιχείων που προέρχονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και συνθέτουν την ιστορική, καλλιτεχνική, τεχνολογική και εν γένει την πολιτιστική κληρονομιά. Η προστασία της κληρονομιάς αυτής συνίσταται στη διατήρηση στο διηνεκές αναλλοίωτων τόσο των ανωτέρω μνημείων όσο και κάθε στοιχείου του πολιτιστικού περιβάλλοντος, συνεπάγεται δε τη δυνατότητα επιβολής των αναγκαίων μέτρων και περιορισμών της ιδιοκτησίας για την αποκατάσταση στην αρχική τους μορφή, όταν έχουν φθαρεί από το χρόνο ή άλλες ανθρώπινες ενέργειες ή άλλα περιστατικά. Οι περιορισμοί αυτοί, που ρυθμίζονται αποκλειστικά από το άρθρο 24 του Συντάγματος, μπορεί να έχουν ευρύτερο περιεχόμενο από τους γενικούς περιορισμούς της ιδιοκτησίας που επιτρέπει το άρθρο 17 του Συντάγματος στη διαμόρφωση του περιεχομένου της σχετικής εξουσίας του νομοθέτη. Δεν μπορεί όμως να εκτείνονται σε τρόπο που να θίγουν το ελάχιστο ανεκτό όριο των εξουσιών της ιδιοκτησίας, όπως διαμορφώνεται εν όψει του σκοπού του άρθρου 24 του Συντάγματος και της φύσης του προστατευόμενου αγαθού. Τότε δημιουργείται, κατά την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού, υποχρέωση αποζημίωσης του θιγόμενου ιδιοκτήτη που θα καθορίσουν τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια (πρβλ. Σ.τ.Ε. 3146/1986 Ολομ., 1097-1099/1987 Ολομ., 85/2016 κ.ά.).
7. Επειδή, περαιτέρω, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου 24, όπως ερμηνεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, προς τις διατάξεις του άρθρου 17 του Συντάγματος, με τις οποίες προστατεύεται η ιδιοκτησία, προκύπτει ότι τα εμπράγματα δικαιώματα, όπως είναι η κυριότητα, προστατεύονται στο πλαίσιο του προορισμού του ακινήτου· ο προορισμός αυτός περιλαμβάνει το φάσμα των επιτρεπτών χρήσεών του, οι οποίες καθορίζονται είτε απ’ ευθείας από συνταγματικές διατάξεις, είτε από το νομοθέτη ή, κατ’ εξουσιοδότησή του, από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση. Σύμφωνα δε με τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 εδάφιο τέταρτο του Συντάγματος), οι επιβαλλόμενοι από το Σύνταγμα ή το νόμο περιορισμοί στα ατομικά δικαιώματα πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από το νομοθέτη σκοπού δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος και να μην είναι δυσανάλογοι σε σχέση προς αυτόν (Σ.τ.Ε. 2034-5/2011 Ολομ.). Εξ άλλου, όπως έχει κριθεί, από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. (ν.δ. 53/1974, Α΄ 256), συνάγεται ότι, σε κάθε περίπτωση επέμβασης στην περιουσία ενός προσώπου, πρέπει να εξασφαλίζεται δίκαιη ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου και των απαιτήσεων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του προσώπου. Για τη στάθμιση αυτή λαμβάνεται υπ’ όψιν, μεταξύ άλλων κριτηρίων, και η αναγνώριση δικαιώματος αποζημίωσης του θιγομένου (Ε.Δ.Δ.Α. 23.9.1982 Sporrong και Lönnroth κατά Σουηδίας ιδίως σκ. 69-74, Σ.τ.Ε. 2034/2011 Ολομ., 2165/2013 7μ., 2707/2009 κ.ά.).
8. Επειδή, η Διεθνής Σύμβαση της Γρανάδας για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2039/1992 (Α΄ 61), ορίζει στο άρθρο 1 ότι η «αρχιτεκτονική κληρονομιά», κατά την έννοια της Σύμβασης, περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων ακινήτων αγαθών, τα «μνημεία», στα οποία κατατάσσεται «κάθε κατασκευή ιδιαίτερα σημαντική λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού της ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των εγκαταστάσεων ή διακοσμητικών στοιχείων, που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους» και τα «αρχιτεκτονικά σύνολα», που περιλαμβάνουν «ομοιογενή σύνολα αστικών … κατασκευών, σημαντικών λόγω του ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, επιστημονικού, κοινωνικού ή τεχνικού τους ενδιαφέροντος, συναφή μεταξύ τους ώστε να σχηματίζουν ενότητες, που να μπορούν να οριοθετηθούν τοπογραφικά». Από τις διατάξεις αυτές, οι οποίες κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος έχουν υπέρτερη του νόμου τυπική ισχύ, συνάγεται ότι τα συμβαλλόμενα στην ανωτέρω Διεθνή Σύμβαση μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να απέχουν από κάθε ενέργεια που βλάπτει αμέσως ή εμμέσως τα μνημεία ή τα αρχιτεκτονικά σύνολα ή τον περιβάλλοντα χώρο τους (Σ.τ.Ε. 1940/2014 κ.ά.).
9. Επειδή, εξ άλλου, στο άρθρο 4 του ν. 1577/1985 (Γ.Ο.Κ./1985, Α´ 210, βλ. άρθρο 110 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας που κυρώθηκε με το άρθρο μόνο του π.δ. της 14-27.7.1999, Δ΄ 580), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 2831/2000 (Α΄ 140), ορίζονται τα εξής: «1. … 2. α) Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων ή του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού που εκδίδεται ύστερα από αιτιολογική έκθεση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα, μεμονωμένα κτίρια ή τμήματα κτιρίων ή συγκροτήματα κτιρίων, ως και στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου αυτών, όπως επίσης και στοιχεία του φυσικού ή και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος χώρου, όπως αυλές, κήποι, θυρώματα και κρήνες, καθώς και μεμονωμένα στοιχεία πολεοδομικού (αστικού ή αγροτικού) εξοπλισμού ή δικτύων, όπως πλατείες, κρήνες, διαβατικά, λιθόστρωτα, γέφυρες που βρίσκονται εντός ή εκτός οικισμών, για το σκοπό που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο και να καθορίζονται ειδικοί όροι προστασίας και περιορισμοί δόμησης και χρήσης, κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του νόμου αυτού και από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Με όμοια απόφαση μπορεί να χαρακτηρίζεται ως διατηρητέα η χρήση ακινήτου με ή χωρίς κτίσματα εντός ή εκτός οικισμών …». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ο χαρακτηρισμός κτηρίου ή τυχόν άλλων στοιχείων, κατά το άρθρο 4 παρ. 2 περ. α΄ του Γ.Ο.Κ./1985, ως διατηρητέων συνιστά, κατ’ αρχήν, περιορισμό της ιδιοκτησίας. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης αποκτά, άνευ ετέρου, το δικαίωμα να ζητήσει την απαλλοτρίωση ή την ανταλλαγή του ακινήτου ή την χρηματική του αποζημίωση, δεδομένου ότι, στην περίπτωση κτηρίων ή στοιχείων που χαρακτηρίζονται καθ’ εαυτά διατηρητέα χωρίς να περιορίζεται με σχετικό χαρακτηρισμό η ελεύθερη κατά προορισμό χρήση τους, ο επιβαλλόμενος περιορισμός δεν θίγει το ελάχιστο ανεκτό όριο των εξουσιών της ιδιοκτησίας αλλά συνίσταται, κυρίως, στην αδυναμία εξάντλησης του συντελεστή δόμησης του ακινήτου, δηλαδή στη θέσπιση περιορισμού δυναμένου, κατ’ αρχήν, να αντισταθμισθεί με το θεσμό της μεταφοράς του συντελεστή δόμησης, ως θεμιτής κατά το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος μεθόδου αποζημίωσης του ιδιοκτήτη του διατηρητέου κτηρίου ή στοιχείου (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2367/2007 Ολομ., 6070/1996 Ολομ., βλ. ήδη τα άρθρα 68 επομ. του ν. 4495/2017, Α΄ 167). Άλλωστε, ο χαρακτηρισμός κτηρίου ως διατηρητέου ενδέχεται, υπό προϋποθέσεις, να συνιστά ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για την επωφελέστερη αξιοποίηση του ακινήτου. Συνεπώς, στην περίπτωση κατά την οποία κτήριο ή στοιχείο χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα χωρίς να απαγορεύεται ή άλλως περιορίζεται η ακώλυτη, κατά την φύση, την μορφή και τον προορισμό, χρήση τους, δεν καταλείπεται πεδίο για την άσκηση αγωγής θεμελιουμένης στο άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος ούτε για την ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 18 και 19 του ν. 3028/2002, οι οποίες ρυθμίζουν θέματα αποζημίωσης λόγω στέρησης της χρήσης ιδιοκτησιών για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος (μνημείων, αρχαιολογικών χώρων, ιστορικών τόπων κ.λπ.) ούτε, τέλος, των διατάξεων του άρθρου 22 παρ. 1 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), οι οποίες ρυθμίζουν ζητήματα αποζημίωσης λόγω περιοριστικών της ιδιοκτησίας μέτρων για την προστασία των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος.
10. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Οι αιτούντες φέρονται ως συνιδιοκτήτες ακινήτου, εμβαδού 8.953,57 τ.μ., στο Ο.Τ. 251 του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης του Κορωπίου επί των οδών Καραϊσκάκη, Γκινοσάτη Αν. και ανωνύμου παρακαμπτηρίου. Στο ακίνητο αυτό υπήρχε το βιομηχανικό συγκρότημα της «Οινοπνευματοποιίας Χατζηδήμα», με κτίσματα εμβαδού 1.527 τ.μ., πολλά εκ των οποίων έχουν κατεδαφισθεί από τους αιτούντες, δυνάμει της 1071/28.7.2000 άδειας κατεδάφισης της Πολεοδομίας Μαρκοπούλου. Το ακίνητο κηρύχθηκε αναγκαστικώς απαλλοτριωτέο με την 183/18.7.2000 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Κρωπίας, η οποία ακυρώθηκε με την 1765/2006 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τυπικό λόγο. Με την 19923/21.9.2004 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων εγκρίθηκε το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (Γ.Π.Σ.) του Δήμου Κρωπίας Ν. Αττικής (Δ΄ 899/6.10.2004), προβλέφθηκε δε η χρήση «χώρου πολιτιστικών δραστηριοτήτων» στο ακίνητο αυτό. Με την 3475/2008 απόφαση του Δικαστηρίου ακυρώθηκε η υπουργική απόφαση, κατά το μέρος που προέβλεψε την συγκεκριμένη χρήση, για το λόγο ότι είχε στηριχθεί στην ακυρωθείσα, κατά τα ανωτέρω, 183/18.7.2000 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Κρωπίας, με την οποία το ακίνητο κηρύχθηκε αναγκαστικώς απαλλοτριωτέο. Ακολούθως, με την 9485/8.3.2010 απόφαση της Υπουργού Π.Ε.Κ.Α. το εν λόγω συγκρότημα χαρακτηρίσθηκε διατηρητέο και καθορίσθηκαν ειδικοί όροι και περιορισμοί δόμησης αυτού (τεύχος Α.Α.Π.Θ. 104/29.3.2010). Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή ορίστηκαν τα εξής: «1. … 2. Ως διατηρητέο κτιριακό συγκρότημα χαρακτηρίζεται το αρχικό κτιριακό συγκρότημα, καθώς και οι εναρμονιζόμενες με τα αρχικά κτίρια μεταγενέστερες προσθήκες όχι όμως και τα πάσης φύσεως καθ’ ύψος ή κατ’ επέκταση υπάρχοντα προσκτίσματα, που αλλοιώνουν το αρχικό κτιριακό συγκρότημα. Ο καθορισμός των προσκτισμάτων που αλλοιώνουν το αρχικό κτιριακό συγκρότημα, πραγματοποιείται από την Επιτροπή Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (ΕΠΑΕ). 3. Επιβάλλεται η ανακατασκευή των κτισμάτων που έχουν καταρρεύσει στην αρχική τους μορφή, περίγραμμα και όγκο. 4. Στο χαρακτηριζόμενο ως διατηρητέο κτιριακό συγκρότημα απαγορεύεται κάθε αφαίρεση, αλλοίωση ή καταστροφή τόσο των επί μέρους αρχιτεκτονικών ή καλλιτεχνικών και διακοσμητικών στοιχείων του, όσο και του συγκροτήματος συνολικά, πλην των προσκτισμάτων ή των στοιχείων των κτιρίων για τα οποία η ΕΠΑΕ έχει γνωμοδοτήσει για την αφαίρεσή τους. 5. Επιτρέπεται η επισκευή, ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων, η ενίσχυση στον φέροντα οργανισμό, καθώς και επεμβάσεις για λόγους λειτουργικούς …, εφόσον δεν αλλοιώνεται ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας του και δε θίγονται τα διατηρητέα στοιχεία του. 6. Δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών ή μη επιγραφών και διαφημίσεων στο διατηρητέο κτιριακό συγκρότημα. Επιτρέπεται η τοποθέτηση επιγραφών μικρών διαστάσεων που πληροφορούν για τη χρήση των χώρων του κτιριακού συγκροτήματος. 7. Αιτήσεις για προσθήκη και άλλες σημαντικές επεμβάσεις στο διατηρητέο συγκρότημα αφού προηγηθεί έγκριση της προμελέτης από το Τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών του ΥΠΕΚΑ, αποστέλλονται από την Πολεοδομική Υπηρεσία στην αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠΕΚΑ με γνώμη της ΕΠΑΕ … εφόσον δεν παραβλάπτονται τα διατηρητέα κτίρια και ο χώρος που τα περιβάλλει. 8. Για οποιαδήποτε επέμβαση στο εξωτερικό ή εσωτερικό του διατηρητέου κτιριακού συγκροτήματος, όπως και για την τοποθέτηση επιγραφών απαιτείται έγκριση της ΕΠΑΕ». Οι αιτούντες, με την από 2.7.2010 αίτησή τους προς τη Διοίκηση, παρέθεσαν το ιστορικό της δέσμευσης του ακινήτου και ζήτησαν από την εν λόγω Υπουργό, εν όψει της αδρανοποίησης που επιφέρει ο χαρακτηρισμός στην εξουσία εκμετάλλευσης της ιδιοκτησίας τους, να «… Α. Επανεξετάσετε το όλο ζήτημα από κάθε πλευρά του Β. Εφόσον εμμείνετε στη μέχρι τώρα θέση σας, παρακαλούμε όπως ανταλλάξετε την παραπάνω ιδιοκτησία μας με άλλα ακίνητα του Δημοσίου ίσης αξίας, δηλ. εννέα εκατομμυρίων ευρώ». Επί της αιτήσεως αυτής, η οποία περιελάμβανε, κατ’ ουσίαν, αιτήματα αποχαρακτηρισμού του ακινήτου, επικουρικώς δε ανταλλαγής της δεσμευμένης ιδιοκτησίας με άλλο ακίνητο του Δημοσίου, ίσης αξίας, ανερχομένης κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, σε 9.000.000 ευρώ, εκδόθηκε το προσβαλλόμενο 7008/17.3.2011 έγγραφο της Διευθύντριας Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Π.Ε.Κ.Α. Στο έγγραφο αυτό αναφέρονται τα εξής: «… διαδικασία “αποχαρακτηρισμού” ακινήτου από διατηρητέο δεν προβλέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις. Όσον αφορά στην δυνατότητα “ανταλλαγής του με άλλο ισάξιο ακίνητο”, όπως ζητάτε, σας πληροφορούμε ότι το θέμα δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας μας. Περαιτέρω, όπως γνωρίζετε, το κτιριακό συγκρότημα … έχει κηρυχθεί ως διατηρητέο με την υπ’ αρ. 9485/8.3.2010 Υπ. Απόφαση … στην ανωτέρω Υπ. απόφαση (παρ. 5 & 7) προβλέπεται η δυνατότητα επισκευής, εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων, ενίσχυσης του φέροντος οργανισμού, επεμβάσεων για λειτουργικούς λόγους καθώς και προσθηκών … με την έκδοση νέας Υπ. Απόφασης … μετά από γνωμοδότηση της ΕΠΑΕ». Παραλλήλως, οι αιτούντες, με την από 24.1.2011 αίτησή τους, υπέβαλαν την ανωτέρω από 2.7.2010 αίτηση και προς τον Αναπληρωτή Υπουργό Π.Ε.Κ.Α. χωρίς να λάβουν απάντηση. Εξ άλλου, με την 159/2017 απόφαση του Δικαστηρίου έγινε εν μέρει δεκτή αίτηση ακύρωσης των αιτούντων και ακυρώθηκε η υπουργική απόφαση περί χαρακτηρισμού του ακινήτου ως διατηρητέου μόνον καθ’ ό μέρος χαρακτηρίστηκαν ως διατηρητέες και οι μεταγενέστερες προσθήκες και εξαιρέθηκαν του χαρακτηρισμού κάποια προσκτίσματα.
11. Επειδή, η δέσμευση που επιβλήθηκε στην ιδιοκτησία των αιτούντων με την πράξη χαρακτηρισμού συνίσταται, κατά τα προεκτεθέντα, στην θέσπιση όρων και περιορισμών δόμησης, οι οποίοι συνεπάγονται, κατ’ αποτέλεσμα, αδυναμία εξάντλησης του συντελεστή δόμησης. Περιλαμβάνει η πράξη αυτή και την υποχρέωση ανακατασκευής των κτισμάτων που έχουν καταρρεύσει καθώς και διατήρησης αναλλοίωτων των αρχιτεκτονικών, καλλιτεχνικών και λοιπών διακοσμητικών στοιχείων του ακινήτου, χωρίς, όμως, να αποκλείει τη δυνατότητα προσθηκών και άλλων σημαντικών επεμβάσεων στα κτίσματα κατόπιν χορηγήσεως σχετικών εγκρίσεων. Ουδόλως, πάντως, θίγεται, με την πράξη χαρακτηρισμού, το φάσμα των επιτρεπόμενων χρήσεων του ακινήτου, το οποίο εμπίπτει εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της πόλης του Κορωπίου και απολαύει, ως εκ της θέσεώς του, των προβλεπομένων από το σχέδιο αυτό χρήσεων πολεοδομικού κέντρου του Δήμου Κρωπίας (βλ. το 60958/3.12.2012 έγγραφο της Διεύθυνσης Αρχιτεκτονικής της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Υπουργείου Π.Ε.Κ.Α.), εξισούμενο, κατά τούτο, με τις υπόλοιπες ιδιοκτησίες του ρυμοτομικού σχεδίου. Άλλωστε, η 19923/21.9.2004 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων με την οποία εγκρίθηκε, κατά τα ανωτέρω, το Γ.Π.Σ. του Δήμου Κρωπίας και προβλέφθηκε η χρήση «χώρου πολιτιστικών δραστηριοτήτων» στο επίδικο ακίνητο, ακυρώθηκε, με την 3475/2008 απόφαση του Δικαστηρίου, κατά το μέρος που προέβλεψε την συγκεκριμένη χρήση, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται αφορισμός του χώρου με το περιεχόμενο αυτό. Περαιτέρω, το ζήτημα της δαπάνης για την ανακατασκευή των κτισμάτων, ανεξαρτήτως ότι δεν συμπεριελήφθη στα αιτήματα που υπέβαλαν οι αιτούντες προς τη Διοίκηση με την από 2.7.2010 αίτησή τους και, ως εκ τούτου δεν κατέστη αντικείμενο της κρινόμενης αίτησης ακύρωσης, ρυθμίζεται, πάντως, από διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, με τις οποίες προβλέπεται, υπό προϋποθέσεις, η συμμετοχή του Δημοσίου ή του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης στις δαπάνες αποκατάστασης όταν αυτές υπερβαίνουν το εύλογο όριο (πρβλ. Σ.τ.Ε. 85/2016 κ.ά.). Με τα δεδομένα αυτά, το προσβαλλόμενο 7008/17.3.2011 έγγραφο της Διευθύντριας Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Π.Ε.Κ.Α., καθ’ ό μέρος με αυτό εκδηλώθηκε άρνηση της διοικητικής αρχής να αποδεχθεί αίτημα ανταλλαγής της δεσμευμένης ιδιοκτησίας των αιτούντων με άλλο ακίνητο του Δημοσίου, φέρει νόμιμη και επαρκή αιτιολογία, είναι δε απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα. Τέλος, και ανεξαρτήτως αν ο χαρακτηρισμός κτίσματος ως διατηρητέου και ο παράλληλος καθορισμός συγκεκριμένης χρήσης του θα συνιστούσαν, άνευ ετέρου, υπέρμετρο και δυσανάλογο περιορισμό της ιδιοκτησίας, πάντως, δεν συντρέχει, εν προκειμένω, περίπτωση ουσιώδους περιορισμού του ελάχιστου ανεκτού ορίου των εξουσιών της ιδιοκτησίας των αιτούντων, εφόσον αυτή δύναται να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσης σύμφωνα με το καθεστώς χρήσεων του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής. Συνεπώς, οι λόγοι ακύρωσης, κατά τους οποίους η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
12. Επειδή, κατόπιν τούτων, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.