ΣτΕ 2955/2016 [Παράνομη οικοδομική άδεια λόγω ασυμφωνίας μεταξύ του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου και του εφαρμοσθέντος επί του εδάφους]
Περίληψη
-Το δικάσαν δικαστήριο, αντί να προβεί σε δική του κρίση, θεώρησε ότι δεσμευόταν από τη σχετική κρίση της προαναφερομένης αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία, όμως εκδόθηκε σε άλλη δίκη και από την οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παράγεται δεδικασμένο για την προκειμένη δίκη, προεχόντως, διότι οι εκκαλούντες δεν ήταν διάδικοι στη δίκη εκείνη, η δε απόφαση του Νομάρχη, με την οποία ανακλήθηκε η αρχική πράξη εφαρμογής λόγω διαπιστώσεως ασυμφωνίας των ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών, οφειλομένης σε κακή εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου της εν λόγω περιοχής επί του εδάφους, ανεξαρτήτως της νομιμότητάς της, εφόσον, πάντως, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι έχει ανακληθεί από τη Διοίκηση ή ακυρωθεί δικαστικώς, παράγει όλες τις έννομες συνέπειές της και θεωρείται έγκυρη λόγω του τεκμηρίου νομιμότητας, το δε κύρος της ατομικής αυτής διοικητικής πράξεως δεν δύναται να εξετασθεί παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο της παρούσας δίκης, πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή και να εξαφανισθεί μερικώς η εκκαλουμένη απόφαση κατά το μέρος που απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως κατά της οικοδομικής άδειας και ειδικότερα, κατά το μέρος που αφορά στο τμήμα εκείνο του ‘ οικοπέδου στο οποίο διαπιστώνεται η ασυμφωνία μεταξύ του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου και του εφαρμοσθέντος επί του εδάφους λόγω της εσφαλμένης αποτυπώσεως των ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών στο διάγραμμα της επίμαχης πράξεως εφαρμογής. Ακολούθως, πρέπει να εκδικασθεί η αίτηση ακυρώσεως της εκκαλούσας κατά της πράξεως αυτής, η οποία πρέπει να γίνει δεκτή για τον προαναφερόμενο λόγο, να ακυρωθεί η ως άνω προσβαλλόμενη πράξη.
Πρόεδρος: Ν. Ρόζος
Εισηγητής: Ελ. Μουργιά
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την έφεση αυτή ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 3297/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως των ήδη εκκαλούντων κατά: (α) της 1924/26.11.1998 οικοδομικής άδειας της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Τομέα Ανατολικής Αθήνας της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Αθηνών – Πειραιώς, με την οποία επιτράπηκε στην κοινοπραξία «Β. Μπουζάλας – Δ. Γιαννόπουλος» η ανέγερση τετραώροφης οικοδομής με υπόγειο σε οικόπεδο που βρίσκεται στο ο.τ. 260 της πρώτης πολεοδομικής ενότητας της περιοχής του Σισμανόγλειου του Δήμου Μελισσίων του νομού Αττικής, (β) των 1970/21.11.2003 και 83/22.1.2004 αναθεωρήσεων της οικοδομικής αυτής άδειας και (γ) της 354/2.4.2004 οικοδομικής άδειας της ίδιας ως άνω υπηρεσίας, με την οποία επιτράπηκε στην ομόρρυθμη εταιρεία «Κ. Σουσούνης – Σ. Ανδρής – Μ. Κορρές Ο.Ε.» η ανέγερση τριώροφης οικοδομής κατοικιών, ισόγειου καταστήματος, δώματος, κλειστών χώρων σταθμεύσεως και χώρων σταθμεύσεως pilotis σε άλλο οικόπεδο του ίδιου οικοδομικού τετραγώνου. Με την αυτή δικαστική απόφαση έγιναν δεκτές οι παρεμβάσεις της προαναφερόμενης κοινοπραξίας και της προαναφερόμενης ομόρρυθμης εταιρείας.
- Επειδή το δικόγραφο της κρινομένης εφέσεως υπογράφεται από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των εκκαλούντων, κατά δε την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υποθέσεως παρέστη με δικηγόρο η πρώτη εκ των εκκαλούντων ενώ οι λοιποί εκκαλούντες δεν νομιμοποίησαν τον ως άνω δικηγόρο ως πληρεξούσιό τους. Συνεπώς, η κρινόμενη έφεση, κατά το μέρος που ασκείται από αυτούς, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως ισχύει.
- Επειδή, μετά την τροποποίηση του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 283 του ν. 3852/2010 (Α’ 87/7.6.2010) με το άρθρο 6 παρ. 13 του ν. 4071/2012 (Α’ 85/11.4.2012), οι εκκρεμείς δίκες των πρώην Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που έχουν ως αντικείμενο τον έλεγχο πράξεων ή παραλείψεων οργάνων τους, οι οποίες είχαν εκδοθεί ή συντελεστεί πριν από την ισχύ του ν. 3852/2010, κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με την έκδοση οικοδομικών αδειών, συνεχίζονται μετά την 11.4.2012 αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση από τους δήμους οι οποίοι ασκούν τις εν λόγω αρμοδιότητες, από τους ίδιους δε δήμους συνεχίζονται οι δίκες αυτές και μετά την 1.1.2013, δυνάμει του άρθρου 1 της κυρωθείσας με το άρθρο πρώτο του ν. 4147/2013 (Α’ 98/26.4.2013) από 31.12.2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 256) (πρβλ. ΣτΕ 2887/2015, 3817/2013, 1161/2013 κ.ά.). Επομένως, η παρούσα δίκη, η οποία έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο της νομιμότητας πράξεως που εκδόθηκε από όργανο της Ν.Α. Αθηνών-Πειραιώς πριν από τον ν. 3852/2010, κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί οικοδομικών αδειών, νομίμως συνεχίζεται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση από τον Δήμο Πεντέλης, ο οποίος προέκυψε από τη συνένωση των Δήμων Μελισσίων, Πεντέλης και Νέας Πεντέλης που καταργήθηκαν (άρθρο 1 παρ. 2 περ. 5.1.Α, 94 παρ. 1 και 283 παρ. 2 του ν. 3852/2010) και συζητείται απολιπομένου του εφεσιβλήτου Δήμου (πρβλ. ΣτΕ 2887/2015, 1161/2013 κ.ά.). Επομένως, μη νομίμως παραστάθηκε στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ως εφεσίβλητη, η Περιφέρεια Αττικής και πρέπει για τον λόγο αυτό η παράστασή της να κηρυχθεί απαράδεκτη (ΣτΕ 4355/2015, 1161/2013 κ.ά.).
- Επειδή, νομίμως συζητήθηκε η υπόθεση, παρά το ότι η εφεσίβλητη εταιρεία «Κ. Σουσούνης – Σ. Ανδρής – Μ. Κορρές Ο.Ε.» δεν παρέστη κατά τη συζήτηση, εφόσον αντίγραφα της υπό κρίση εφέσεως και της από 29.6.2007 πράξεως του Προέδρου του Ε’ Τμήματος περί ορισμού δικασίμου και εισηγητού για την εκδίκαση της εφέσεως επιδόθηκαν νομίμως σε αυτήν (βλ. το από 11.2.2008 αποδεικτικό επιδόσεως της Επιμελήτριας του Δικαστηρίου Ελένης Κώη).
- Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου, τα οποία εκτίμησε και η εκκαλουμένη, προκύπτουν τα εξής: Με το π.δ/γμα της 16.3/3.4.1995 (Δ΄ 193), με το οποίο εγκρίθηκε το πολεοδομικό σχέδιο τμήματος της πολεοδομικής ενότητας 1 (Studio – Σισμανόγλειο) των Δήμων Μελισσίων και Αμαρουσίου, τροποποιήθηκε το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο του Δήμου Μελισσίων στα όρια συνδέσεώς του με την περιοχή επεκτάσεως του σχεδίου όπου βρίσκεται το οικοδομικό τετράγωνο (ο.τ.) 260. Σε οικόπεδο εντός του ανωτέρω Ο.Τ. έχουν ανεγερθεί αυτοτελείς κάθετες ιδιοκτησίες (μεζονέτες), κύριοι των οποίων φέρονται οι ήδη εκκαλούντες. Για την εφαρμογή της, κατά τα ανωτέρω, εγκριθείσας πολεοδομικής μελέτης και την πραγματοποίηση της οφειλόμενης εισφοράς σε γη και χρήμα, εκδόθηκε η 1/1997 συνολική πράξη εφαρμογής, η οποία κυρώθηκε ακολούθως διορθωμένη με την 5807/322/21.3.1997 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών και μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αμαρουσίου. Με έρεισμα την τελευταία αυτή πράξη, η Διεύθυνση Πολεοδομίας Ανατολικής Αττικής της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς εξέδωσε επ’ ονόματι της κοινοπραξίας «Β. Μπουζαλάς-Δ. Γιαννόπουλος» την 1924/1998 οικοδομική άδεια. Με την άδεια αυτή επιτράπηκε η ανέγερση «νέας οικοδομής τεσσάρων (4) ορόφων με υπόγειο», σε φερόμενη ιδιοκτησία Αργυρώς Γκολέμη, επί οικοπέδου συνολικού εμβαδού 4921,23 τ.μ. εντός του ο.τ. 260 του Δήμου Μελισσίων. Λόγω ασυμφωνίας της πράξεως εφαρμογής με το εγκεκριμένο ρυμοτομικό διάγραμμα της περιοχής ως προς τις ρυμοτομικές και οικοδομικές γραμμές στα ο.τ. 260 και 261 του εν λόγω Δήμου, ο Νομάρχης Αθηνών με την 42318/4.12.1998 απόφασή του (Δ΄ 1031) ανέστειλε την έκδοση οικοδομικών αδειών στα συγκεκριμένα οικοδομικά τετράγωνα για τρεις μήνες, προκειμένου να τροποποιηθεί η αρχικώς εκδοθείσα πράξη εφαρμογής. Σε εκτέλεση, εξάλλου, της νομαρχιακής αυτής αποφάσεως, εκδόθηκε το 1838/305/5.2.1999 έγγραφο της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, με το οποίο διατάχθηκε η διακοπή των εκτελούμενων, βάσει της ανωτέρω αδείας, οικοδομικών εργασιών. Περαιτέρω, με την 6018/798/2.4.1999 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών ανακλήθηκε μερικώς η προαναφερθείσα 5807/322/21.3.1997 απόφαση, με την οποία είχε κυρωθεί η πράξη εφαρμογής για τα ο.τ. 260 και 261, λόγω της, κατά τα ανωτέρω, ασυμφωνίας. Η ανακλητική αυτή απόφαση δεν μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αμαρουσίου. Σχέδιο διατάγματος, που συντάχθηκε κατόπιν προτάσεως του Δήμου Αμαρουσίου για την τροποποίηση του ρυμοτομικού σχεδίου της περιοχής προς τον σκοπό της αντιστοιχίσεως της ρυμοτομικής και οικοδομικής γραμμής με τη νεότερη πράξη εφαρμογής, κρίθηκε μη νόμιμο με το 524/2000 πρακτικό επεξεργασίας του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι η προτεινόμενη τροποποίηση δεν επιχειρήθηκε βάσει πολεοδομικών κριτηρίων, αλλά χάριν εξυπηρετήσεως ιδιωτικών συμφερόντων. Ειδικότερα, έγινε δεκτό ότι από τα συνοδεύοντα το σχέδιο στοιχεία προέκυπτε ότι με το εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως, στο Ο.Τ. 260 ρυμοτομείται αυθαίρετο κτίσμα που δεν απεικονιζόταν στα συνοδεύοντα το ρυμοτομικό σχέδιο διαγράμματα, στη θέση δε αυτού επρόκειτο να ανεγερθεί από την ιδιοκτήτρια του αυθαιρέτου νέα οικοδομή. Ακολούθως, προς άρση της ασυμφωνίας, η διοίκηση προέβη σε ανασύνταξη της αρχικής πράξεως εφαρμογής. Μετά την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας, εκδόθηκε η 11205/1475/2001/14.2.2002 απόφαση του Βοηθού Νομάρχη Αθηνών, με την οποία κυρώθηκε η νέα ανασυνταχθείσα μεμονωμένη πράξη εφαρμογής (Μ3/2002), που αφορούσε αποκλειστικώς τα ο.τ. 260 και 261. Κατά της τελευταίας αυτής αποφάσεως, η εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρεία «Κ. Σουσούνης – Σ. Ανδρής – Μ. Κορρές Ο.Ε.» άσκησε προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε με την 25061-21780/22.5.2002 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής. Αίτηση ακυρώσεως της ίδιας εταιρείας κατά της απορριπτικής αυτής αποφάσεως του Γ.Γ.Π. έγινε δεκτή, με την 939/2003 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών στην οποία δεν ήσαν διάδικοι οι εκκαλούντες. Με την απόφαση αυτή ακυρώθηκε η ρητώς προσβληθείσα πράξη του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής και η προγενέστερη αυτής νομαρχιακή πράξη 11205/1475/2001/14.2.2002 περί κυρώσεως της νέας μεμονωμένης πράξεως εφαρμογής με το σκεπτικό ότι η αρχικώς συνταχθείσα πράξη εφαρμογής (1/1997), μετά την κύρωση και τη μεταγραφή της στο οικείο υποθηκοφυλακείο, είχε καταστεί οριστική και αμετάκλητη και δεν ήταν δεκτική ανακλήσεως ή ανασυντάξεως ούτε κατ’ επίκληση λόγων νομιμότητας. Με την ίδια απόφαση απορρίφθηκε ο ισχυρισμός της διοικήσεως ότι νομίμως προέβη στην ανασύνταξη της αρχικής πράξεως, η οποία είχε ανακληθεί με την 6018/798/2.4.1999 νομαρχιακή απόφαση λόγω εσφαλμένης εφαρμογής του ρυμοτομικού σχεδίου. Και τούτο, διότι, όπως έκρινε το δικάσαν δικαστήριο, η μεν αρχική πράξη εφαρμογής, η οποία είχε κυρωθεί και μεταγραφεί νομίμως, δεν υπέκειτο σε ανάκληση, η δε μεταγενεστέρως εκδοθείσα ανακλητική απόφαση ουδέποτε μεταγράφηκε και ουδέποτε απέκτησε νομική ισχύ. Σε συμμόρφωση, εξάλλου, προς την ακυρωτική αυτή απόφαση, εκδόθηκε η 1173/78/27.2.2004 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών, με την οποία, ανακλήθηκε μερικώς η, κατά τα ανωτέρω, ακυρωθείσα νομαρχιακή απόφαση 11205/1475/14.2.2002. Μετά τη δημοσίευση της ακυρωτικής αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η εφεσίβλητη κοινοπραξία «Β. Μπουζαλάς – Δ. Γιαννόπουλος» υπέβαλε το από 12.9.2003 αίτημα για παράταση της ισχύος και αναθεώρηση της αρχικώς χορηγηθείσας σε αυτήν 1924/1998 οικοδομικής αδείας. Κατ’ αποδοχήν του αιτήματος αυτού, αρχικώς μεν παρατάθηκε προσωρινώς η ισχύς της άδειας με το 20378/ 4221/20.11.2003 έγγραφο του Νομάρχη Αθηνών, στη συνέχεια δε εκδόθηκε η 1970/2003 πράξη αναθεωρήσεως, με την οποία επιτράπηκε η συνέχιση των εκτελουμένων βάσει της αρχικής άδειας οικοδομικών εργασιών. Η εν λόγω οικοδομική άδεια αναθεωρήθηκε εκ νέου με την 83/2004 πράξη της Πολεοδομίας της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς, με την οποία επιτράπηκε η «τροποποίηση περιβάλλοντα χώρου σε σχέση με τις στάθμες του οικοπέδου και προσμέτρηση στο συντελεστή δόμησης ανεξάρτητου κτιρίου Γ΄ μετά τη διαδικασία αυθαιρέτου». Όπως προκύπτει από την οικεία αιτιολογική έκθεση, η αναθεώρηση αυτή ήταν αναγκαία, διότι, μετά τη διάνοιξη του πεζόδρομου, προέκυψαν υψομετρικές διαφορές στα όρια του οικοπέδου μεταξύ του φυσικού εδάφους και των σταθμών του, ανέκυψε δε υποχρέωση προσμετρήσεως στο συντελεστή δομήσεως της οικοδομής του κτιρίου Γ΄ που είχε χαρακτηρισθεί αυθαίρετο. Εξάλλου, με τις 21880/19.12.2003 και 22099/22.12.2003 αιτήσεις της προς την Διεύθυνση Πολεοδομίας της Ν.Α. Αθηνών η πρώτη εκκαλούσα και με την 1172/29.1.2004 κοινή αίτησή τους οι εκκαλούντες ζήτησαν την ανάκληση της 1924/1998 οικοδομικής άδειας και της 1970/2003 αναθεωρήσεώς της. Επίσης, οι εκκαλούντες υπέβαλαν από κοινού την 2070/16.2.2004 αίτηση προς την Διεύθυνση Πολεοδομίας της Ν.Α. Αθηνών, με την οποία ζήτησαν την ανάκληση και της 83/2004 αναθεωρήσεως της αρχικώς εκδοθείσας οικοδομικής άδειας. Κατόπιν, εξάλλου, καταγγελίας της πρώτης εκκαλούσας, με την οποία προβλήθηκε ότι, κατά τη χορήγηση της ένδικης οικοδομικής άδειας, δεν ελήφθη υπόψη ότι το εξ αδιαιρέτου ποσοστό της Αργυρώς Γκολέμη, ιδιοκτήτριας του κοινού οικοπέδου επί του οποίου θα ανεγειρόταν η επίμαχη οικοδομή, ήταν μικρότερο εκείνου που είχε ληφθεί υπόψη ως βάση υπολογισμού του ποσοστού καλύψεως, του συντελεστή δομήσεως και του όγκου της υπό ανέγερση οικοδομής, η πολεοδομική αρχή με την 3644/618/4110/7127/7.4.2004 πράξη της, επέβαλε νέα διακοπή των οικοδομικών εργασιών που εκτελούνταν στο επίμαχο ακίνητο δυνάμει της προαναφερόμενης άδειας και των αναθεωρήσεών της. Η πράξη αυτή ακυρώθηκε με την 2413/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την αιτιολογία ότι η πολεοδομική αρχή δεν είχε την εξουσία να κρίνει παρεμπιπτόντως τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα της εφεσιβλήτου κοινοπραξίας και της δικαιοπαρόχου της Αργυρώς Γκολέμη, ενόψει του δεδικασμένου που απέρρεε, ως προς τα δικαιώματα αυτά, από αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, τις οποίες οι τελευταίοι είχαν επικαλεσθεί ενώπιον της διοικήσεως. Σε εκτέλεση της ακυρωτικής αυτής αποφάσεως, με την 670/12919454/3499652/ 127/19.1.2005 απόφαση της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Ανατολικού Τομέα, επιτράπηκε η συνέχιση των οικοδομικών εργασιών, ενώ, με την 6719/3734/14.7.2004 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών διορθώθηκε η αρχική 1/1997 πράξη εφαρμογής, κατ’ επίκληση του άρθρου 11 παρ. 1 του ν. 3212/2003, στα Ο.Τ. 260 και 261 για την ορθή εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου ως προς τις ρυμοτομικές και οικοδομικές γραμμές. Με την 10275/11.10.2004 νεότερη, ωστόσο, απόφασή του, ο Νομάρχης Αθηνών προέβη σε ανάκληση της διορθωτικής πράξεως, κατ’ επίκληση λόγων ασφάλειας δικαίου. Ακολούθως, εκδόθηκε η 354/2.4.2004 οικοδομική άδεια, με την οποία επιτράπηκε στην εφεσίβλητη ομόρρυθμη εταιρεία «Κ. Σουσούνης – Σ. Ανδρής – Μ. Κορρές Ο.Ε.» η ανέγερση νέας τριώροφης οικοδομής κατοικιών, δώματος, ισόγειου καταστήματος, κλειστών parking και pilotis σε οικόπεδο που βρίσκεται επίσης στο Ο.Τ. 260. Η οικοδομική αυτή άδεια αναθεωρήθηκε με την 1457/2006 πράξη της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Τομέα Ανατολικής Αττικής της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς. Το εν λόγω οικόπεδο γειτνιάζει με το ακίνητο επί του οποίου έχουν ανεγερθεί οι αυτοτελείς κατοικίες των εκκαλούντων και του οποίου η συνολική έκταση ανέρχεται σε 2.049 τ.μ. Αίτηση ακυρώσεως των ήδη εκκαλούντων κατά (α) της 1924/1998 οικοδομικής άδειας και των 1970/2003 και 83/2004 αναθεωρήσεών της και (β) της 354/2004 οικοδομικής άδειας απορρίφθηκε, κατά τα ήδη εκτεθέντα, με την εκκαλουμένη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή, κρίθηκε ότι η αίτηση ακυρώσεως, που κατατέθηκε στις 15.2.2005, είχε ασκηθεί εκπροθέσμως κατά το μέρος που αφορούσε την 1924/1998 οικοδομική άδεια και την 1970/2003 πράξη αναθεωρήσεως αυτής, καθόσον οι εκκαλούντες είχαν λάβει πλήρη γνώση των αδειών αυτών τουλάχιστον από 29 Ιανουαρίου 2004, ημερομηνία κατά την οποία υπέβαλαν στη Νομαρχία Αθηνών την 1172/29.1.2004 κοινή αίτησή τους, με την οποία είχαν ζητήσει την ανάκληση των εν λόγω οικοδομικών αδειών, χωρίς να ασκεί επιρροή το γεγονός ότι οι οικοδομικές εργασίες είχαν διακοπεί οι προβλεπόμενες από τις άδειες αυτές διότι η προαναφερθείσα 3644/618/4110/7127/7.4.2004 απόφαση της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς, με την οποία είχε διαταχθεί η διακοπή, εκδόθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο της απράκτου παρελεύσεως της εξηκονθήμερης προθεσμίας για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως. Το δικάσαν δικαστήριο έκρινε, περαιτέρω, ότι η ίδια αίτηση είχε ασκηθεί εμπροθέσμως κατά το μέρος που αφορούσε την 83/2004 πράξη αναθεωρήσεως της προαναφερθείσας 1924/1998 οικοδομικής άδειας, με την αιτιολογία ότι προέκυπτε μεν ότι οι εκκαλούντες είχαν λάβει πλήρη γνώση της πράξεως αυτής ήδη από 16 Φεβρουαρίου 2004, ημερομηνία υποβολής της 2070/16.2.2004 κοινής αιτήσεώς τους, με την οποία είχαν ζητήσει την ανάκλησή της, κατά το χρόνο, όμως, που επιβλήθηκε η, κατά τα ανωτέρω, διακοπή εκτελέσεως οικοδομικών εργασιών, δεν είχε ακόμη παρέλθει η εξηκονθήμερη προθεσμία προσβολής της με αίτηση ακυρώσεως. Εμπρόθεσμη κρίθηκε η ασκηθείσα αίτηση ακυρώσεως και κατά το μέρος που αφορούσε την 354/2004 οικοδομική άδεια, για την οποία δεν προέκυπτε ότι είχε περιέλθει σε γνώση των εκκαλούντων σε χρόνο από τον οποίο η κατάθεση της αιτήσεως ακυρώσεως απέχει περισσότερο από εξήντα ημέρες. Ως προς την 83/2004 πράξη αναθεωρήσεως της 1924/1998 οικοδομικής άδειας και την 354/2004 οικοδομική άδεια, οι ήδη εκκαλούντες είχαν προβάλει ότι, εφόσον εκκρεμεί η διαδικασία ανασυντάξεως της 1/1997 πράξεως εφαρμογής σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ.1 του ν. 3212/2003, οι πράξεις αυτές δεν έχουν νόμιμο έρεισμα την εν λόγω πράξη εφαρμογής, η οποία άλλωστε δεν ισχύει, αφού με την 6018/2.4.1999 απόφαση του Νομάρχη είχε ήδη ανακληθεί η προγενέστερη 5807/322/21.3.1997 απόφασή του, με την οποία είχε κυρωθεί η αρχική πράξη εφαρμογής. Ειδικότερα δε, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των ήδη εκκαλούντων, η 83/2004 προσβαλλόμενη πράξη αναθεωρήσεως δεν είναι νόμιμη διότι το επίμαχο αυθαίρετο κτίσμα περιλαμβάνεται στο οικόπεδο όπου ανεγείρεται η οικοδομή της εφεσίβλητης κοινοπραξίας «Β. Μπουζάλας – Δ. Γιαννόπουλος», ρυμοτομείται δε από το εγκεκριμένο σχέδιο της περιοχής, το οποίο εσφαλμένα εφάρμοσε η επίμαχη πράξη εφαρμογής προκειμένου να αποφευχθεί η ρυμοτόμησή του. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως, κατά το σκέλος του που αφορά την 83/2004 πράξη αναθεωρήσεως, απορρίφθηκε από το δικάσαν δικαστήριο με τη σκέψη ότι εφόσον δεν τίθεται ζήτημα αντικαταστάσεως της αρχικής άδειας αλλά τροποποιήσεώς της κατά ένα μέρος αυτής, η πράξη αυτή, προεχόντως, πλήττεται απαραδέκτως κατά το μη εκτελεστό μέρος της διότι οι προβαλλόμενοι ισχυρισμοί, όπως προκύπτει από τα οικεία τοπογραφικά διαγράμματα της αρχικής οικοδομικής άδειας και της αναθεωρήσεώς αυτής, συναρτώνται με τη νομιμότητα της αρχικής οικοδομικής άδειας, κατά της οποίας, όμως, η αίτηση ακυρώσεως κρίθηκε ότι έχει ασκηθεί απαραδέκτως, περαιτέρω δε, δεν αποτελούν αυτοτελείς λόγους ακυρώσεως κατά των ρυθμίσεων της πράξεως αναθεωρήσεως, η οποία έχει εκδοθεί με βάση τοπογραφικά διαγράμματα που δεν φέρουν αποκλίσεις από εκείνα της αρχικής σε σχέση με το επίμαχο ζήτημα της ρυμοτομικής γραμμής. Ο ίδιος λόγος, καθ’ όσον στρεφόταν κατά της 354/2004 οικοδομικής άδειας απορρίφθηκε από το δικάσαν δικαστήριο ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη νομική εκδοχή, με τη σκέψη ότι με την 939/2003 αμετάκλητη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, είχε κριθεί δεσμευτικά ότι η αρχική 1/1997 πράξη εφαρμογής είναι η μόνη που εξακολουθεί να ισχύει, καθόσον αυτή ως οριστική και αμετάκλητη δεν ήταν δεκτική ανακλήσεως ή ανασυντάξεως, ούτε για λόγους νομιμότητας, η δε 6018/2.4.1999 ανακλητική νομαρχιακή απόφαση δεν μεταγράφηκε και, επομένως, ουδέποτε απέκτησε ισχύ στην έννομη τάξη. Ήδη, με την υπό κρίση έφεση, οι εκκαλούντες ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το μέρος αυτής, με το οποίο απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεώς τους κατά της 83/2004 πράξεως αναθεωρήσεως και της 354/2004 οικοδομικής άδειας.
- Επειδή, μετά την άσκηση της κρινομένης εφέσεως, εκδόθηκε η 1475/2006 πράξη της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς, με την οποία αναθεωρήθηκε η 354/2004 οικοδομική άδεια. Με την αναθεώρηση αυτή, επιχειρήθηκε αφενός μεν η κατάτμηση του αρχικού οικοπέδου των 2.049 τ.μ. σε δύο ανεξάρτητα οικόπεδα, το πρώτο εκ των οποίων, με εμβαδόν 1105 τ.μ., έχει ήδη οικοδομηθεί βάσει της 354/2004 οικοδομικής άδειας, το δε δεύτερο, το εμβαδόν του οποίου ανέρχεται στα 944 τ.μ., επρόκειτο να οικοδομηθεί βάσει της 9082/2006 οικοδομικής άδειας, αφετέρου δε η τροποποίηση των κατόψεων υπογείου και ισογείου, με τη δημιουργία έξι νέων κλειστών θέσεων σταθμεύσεως στη στεγασμένη πυλωτή ισογείου και μίας επιπλέον ανοικτής θέσεως σταθμεύσεως στην πέργκολα του ακάλυπτου χώρου. Εξάλλου, κατά τα εκτιθέμενα στην από 21.11.2005 αιτιολογική έκθεση που την συνοδεύει, η αναθεωρηθείσα οικοδομική άδεια 354/2004 είχε υλοποιηθεί πλήρως ως προς όλες τις οικοδομικές εργασίες του κτιρίου, οι οποίες βρίσκονταν στο στάδιο της αποπερατώσεως των χρωματισμού και των διαμορφώσεων του ισογείου και του περιβάλλοντος χώρου. Με το προεκτεθέν περιεχόμενο η ως άνω 1475/2006 πράξη αναθεωρήσεως δεν ενσωμάτωσε και, επομένως, δεν αντικατέστησε την αρχικώς προσβληθείσα με την αίτηση ακυρώσεως 354/2004 οικοδομική άδεια, αφού με την πράξη αυτή δεν επήλθε αλλαγή ως προς το ζήτημα της αμφισβητούμενης με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως εφαρμογής των οικοδομικών και ρυμοτομικών γραμμών του σχεδίου. Συνεπώς, η 1475/2006 πράξη αναθεωρήσεως, η οποία δεν υπήρξε αντικείμενο της ακυρωτικής δίκης ούτε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της κατ’ έφεση δίκης, δεδομένου ότι η πράξη αυτή εκδόθηκε μετά τη δημοσίευση της αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεως των ήδη εκκαλούντων κατά της 354/2004 οικοδομικής άδειας, αλλά και μετά την άσκηση της εφέσεως κατά της αποφάσεως αυτής, δεν ασκεί επιρροή στην παρούσα υπόθεση, και ειδικότερα δεν καθιστά αλυσιτελή την κρινόμενη έφεση (πρβλ. ΣτΕ 2429/2008 κ.ά.).
- Επειδή, η κρίση της εκκαλουμένης ότι η ασκηθείσα αίτηση ήταν απορριπτέα ως απαράδεκτη κατά το μέρος που στρεφόταν κατά της 1924/1998 άδειας οικοδομής και της 1970/2003 πράξεως αναθεωρήσεώς της είναι νόμιμη. Περαιτέρω, νόμιμη και επαρκώς αιτιολογημένη είναι η κρίση της εκκαλουμένης με την οποία απορρίφθηκε ο στρεφόμενος κατά της 83/2004 πράξεως αναθεωρήσεως λόγος ακυρώσεως, όπως η κρίση αυτή παρατίθεται στη σκέψη 6 και κατά την οποία δεν προβάλλονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί με την κρινόμενη κρίση.
- Επειδή, όπως έχει ήδη εκτεθεί, η εκκαλουμένη έκρινε ότι ο ίδιος ως άνω λόγος ακυρώσεως, κατά το μέρος που στρεφόταν κατά της 354/2005 άδειας οικοδομής, είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη νομική εκδοχή, διότι με την 939/2003 αμετάκλητη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, έχει κριθεί παρεμπιπτόντως και, συνεπώς, δεσμευτικά, ότι και μετά την έκδοση της 6018/2.4.1999 ανακλητικής αποφάσεως του Νομάρχη, η αρχική 1/1997 πράξη εφαρμογής είναι η μόνη που εξακολουθεί να ισχύει, καθόσον αυτή ως οριστική και αμετάκλητη δεν ήταν δεκτική ανακλήσεως ή ανασυντάξεως ούτε για λόγους νομιμότητας, η ίδια δε ανακλητική απόφαση δεν μεταγράφηκε και, επομένως, ουδέποτε απέκτησε ισχύ στην έννομη τάξη. Η αιτιολογία όμως αυτή δεν είναι νόμιμη, διότι το δικάσαν δικαστήριο, αντί να προβεί σε δική του κρίση ως προς το ζήτημα αυτό, θεώρησε ότι δεσμευόταν από τη σχετική κρίση της προαναφερομένης αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία, όμως, εκδόθηκε σε άλλη δίκη και από την οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παράγεται δεδικασμένο για την προκειμένη δίκη, προεχόντως, διότι οι εκκαλούντες δεν ήταν διάδικοι στη δίκη εκείνη,όπως αναφέρεται στη σκέψη 6 (βλ. άρθρο 50 παρ. 5 του π.δ. 18/1989), η δε 6018/2.4.1999 απόφαση του Νομάρχη, με την οποία ανακλήθηκε η αρχική 1/1997 πράξη εφαρμογής λόγω διαπιστώσεως ασυμφωνίας των ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών, οφειλομένης σε κακή εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου της εν λόγω περιοχής επί του εδάφους, ανεξαρτήτως της νομιμότητάς της, εφόσον, πάντως, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι έχει ανακληθεί από τη Διοίκηση ή ακυρωθεί δικαστικώς, παράγει όλες τις έννομες συνέπειές της και θεωρείται έγκυρη λόγω του τεκμηρίου νομιμότητας, το δε κύρος της ατομικής αυτής διοικητικής πράξεως δεν δύναται να εξετασθεί παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο της παρούσας δίκης. Επομένως, για τον λόγο αυτό, που προβάλλεται βασίμως, πρέπει η κρινόμενη έφεση να γίνει δεκτή και να εξαφανισθεί μερικώς η εκκαλουμένη απόφαση κατά το μέρος που απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως κατά της 354/2004 οικοδομικής άδειας και, ειδικότερα, κατά το μέρος που αφορά στο τμήμα εκείνο του οικοπέδου στο οποίο διαπιστώνεται η ασυμφωνία μεταξύ του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου και του εφαρμοσθέντος επί του εδάφους λόγω της εσφαλμένης αποτυπώσεως των ρυμοτομικών και οικοδομικών γραμμών στο διάγραμμα της επίμαχης πράξεως εφαρμογής. Ακολούθως, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 64 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8), πρέπει να εκδικασθεί η αίτηση ακυρώσεως της εκκαλούσας κατά της πράξεως αυτής, η οποία πρέπει να γίνει δεκτή για τον προαναφερόμενο λόγο, να ακυρωθεί η ως άνω προσβαλλόμενη πράξη και να απορριφθεί η ασκηθείσα παρέμβαση κατά το αντίστοιχο μέρος.
- Επειδή, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων πρέπει να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων και στους δύο βαθμούς.