ΣτΕ 1034/2025 [Παράνομη απόρριψη αιτήματος για άρση απαλλοτρίωσης τμήματος ακινήτου ευρισκόμενου εντός παραλίας]
Περίληψη
– Ο καθορισμός της οριογραμμής της παραλίας επάγεται την κήρυξη ως αναγκαστικώς απαλλοτριωτέων τυχόν ιδιωτικών ακινήτων κειμένων εντός των καθοριζομένων ορίων, καθώς και την επιβολή απαγορεύσεων και περιορισμών στη χρήση και εκμετάλλευση εν γένει των ακινήτων αυτών, ακόμη και προ της κατά νόμο συντέλεσης της απαλλοτρίωσης με την καταβολή της προσήκουσας αποζημίωσης στους θιγόμενους ιδιοκτήτες. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 967 του Αστικού Κώδικα και του άρθρου 2 του ν. 2971/2001, μεταξύ άλλων, η παραλία περιλαμβάνεται στα κοινόχρηστα πράγματα, τα οποία προορίζονται για την άμεση εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού, η διαχείριση τους δε αντιδιαστέλλεται από τη διαχείριση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου και αποτελεί άσκηση δημόσιας εξουσίας. Εξάλλου, ο καθορισμός ιδιωτικών ακινήτων ως ευρισκομένων εντός παραλίας, αν και δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ρυμοτομικό βάρος κατά την έννοια του άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 2990/2002 (Α’ 30), η διατήρηση επί μακρόν του οποίου αίρεται με προσφυγή ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου διοικητικού πρωτοδικείου, καθόσον δεν έχει επιβληθεί κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί έγκρισης και τροποποίησης σχεδίων πόλεων ή πολεοδομικών μελετών, εν τούτοις, συνιστά αλλοτρίωση των ακινήτων αυτών, η οποία κηρύσσεται με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών (μετά τον ν. 4281/2014 του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης και ήδη Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης), με την οποία επικυρώνονται η έκθεση και το διάγραμμα της παραλίας, ως προς τη διαδικασία της δε εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απαλλοτρίωσης λόγω ρυμοτομίας. Αντιθέτως, αίτημα ανάκλησης της απαλλοτρίωσης δεν είναι νοητό προκειμένου περί ακινήτων που έχουν περιληφθεί σε ζώνη αιγιαλού, δεδομένου ότι ο αιγιαλός, ως έκταση που προκύπτει από φυσικό φαινόμενο, δεν νοείται να επανακάμπτει στην κυριότητα ιδιωτών. Είναι δε άλλο ζήτημα ο τρόπος διεκδίκησης από ενδιαφερόμενο ιδιώτη της τυχόν καθοριζόμενης ως οφειλόμενης αποζημίωσης.
Δεν προβλέπεται αυτοδίκαιη ανάκληση των ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων μετά την άπρακτη πάροδο ορισμένου χρονικού διαστήματος από την κήρυξή τους. Και αυτές, όμως, οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις, εφόσον μετά την κήρυξή τους διατηρούνται, χωρίς να πραγματοποιείται η συντέλεσή τους σύμφωνα με τον νόμο επί μακρό χρονικό διάστημα, το οποίο, υπό τις ιδιαίτερες συνθήκες, που συντρέχουν σε κάθε περίπτωση, υπερβαίνει τα κατά την κρίση του αρμοδίου δικαστηρίου εύλογα όρια, αποτελούν νομικό και οικονομικό βάρος της ιδιοκτησίας, το οποίο είναι αντίθετο προς την συνταγματική προστασία της. Επομένως, στις περιπτώσεις αυτές ανακύπτει υποχρέωση της Διοίκησης να άρει την αναγκαστική απαλλοτρίωση. Περαιτέρω, κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2971/2001, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων, η άρση απαλλοτρίωσης επιβαρυνθείσης ιδιοκτησίας λόγω συμπερίληψής της σε ζώνη παραλίας, για την οποία δεν έχει καθορισθεί επί ορισμένο χρονικό διάστημα μετά την κήρυξη της τιμή μονάδας αποζημίωσης με δικαστική απόφαση, δεν επέρχεται αυτοδικαίως, αλλά απαιτείται η υποβολή σχετικού αιτήματος αποκλειστικά ενώπιον της Διοίκησης, προκειμένου αυτό να κριθεί από το αρμόδιο διοικητικό όργανο με την έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης, και όχι απευθείας ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου. Τούτο δε, διότι η σχετική κρίση συναρτάται με νομικές και πραγματικές καταστάσεις (εύλογο του χρόνου, ιδιοκτησιακά δικαιώματα κ.λπ.), η εξέταση των οποίων, συνιστώσα από τη φύση της διοικητική αρμοδιότητα, πρέπει να διενεργείται από τη Διοίκηση. Συνεπώς, ο αιτούμενος την άρση απαλλοτρίωσης λόγω παρόδου απράκτων των κατά νόμο χρονικών ορίων συντέλεσης της, πρέπει με την προς τη Διοίκηση αίτησή του να υποβάλει και τα αποδεικτικά της ιδιοκτησίας του στοιχεία, τα οποία, συνεκτιμώμενα με τα λοιπά, τυχόν, υπάρχοντα σχετικά στοιχεία του οικείου διοικητικού φακέλου, άγουν στο συμπέρασμα ότι κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος ο αϊτών φέρεται, καταρχήν, ως κύριος του αντιστοίχου ακινήτου και νομιμοποιείται, επομένως, στην υποβολή της σχετικής αίτησης προς τη Διοίκηση.
Δεδομένου ότι επί ακινήτων εντός της ζώνης αιγιαλού δεν νοείται, κατ’ αρχήν, διαδικασία άρσης απαλλοτρίωσης, αλλά μόνον καθορισμού αποζημίωσης, αν συντρέχει νόμιμη περίπτωση, νομίμως με την πράξη του ο Προϊστάμενος της Κτηματικής Υπηρεσίας Κορινθίας, απέρριψε ρητώς το αίτημα των αιτούντων κατά το μέρος που αφορά την εντός αιγιαλού φερόμενη ιδιοκτησία τους. Επιπλέον, ανεξαρτήτως ότι δεν προβάλλεται από τους αιτούντες ότι οι ίδιοι ή οι δικαιοπάροχοί τους τήρησαν τις οριζόμενες στο άρθρο 4 του α.ν. 2344/1940 ή του άρθρου 10 του ν. 2971/2001 διατυπώσεις, ή ότι ήγειραν οποιαδήποτε συναφή αξίωση εντός της εξάμηνης προθεσμίας από τον καθορισμό του αιγιαλού ώστε να ακολουθήσει η διαδικασία της απαλλοτρίωσης, αλλ’ αντιθέτως βεβαιώνεται σε έγγραφο απόψεων της Κτηματικής Υπηρεσίας Κορινθίας προς το Δικαστήριο ότι για τον συγκεκριμένο καθορισμό του αιγιαλού δεν έχει αναγγελθεί αξίωση στον Υπουργό Οικονομικών, η επίκληση των κριθέντων με απόφαση του Αρείου Πάγου δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της απόρριψης του αιτήματος των αιτούντων κατά το μέρος αυτό, αλλά επηρεάζει, ενδεχομένως, το ζήτημα της αποζημίωσής τους από τα αρμόδια δικαστήρια. Ενόψει τούτων, η αίτηση είναι απορριπτέα κατά το μέρος που αφορά το αίτημα άρσης της απαλλοτρίωσης του τμήματος της επίδικης έκτασης που έχει περιληφθεί στον καθορισθέντα αιγιαλό.
Από την ημερομηνία της δέσμευσης της ιδιοκτησίας των αιτούντων με απόφαση του Νομάρχη Κορινθίας για τον καθορισμό ορίων αιγιαλού και παραλίας στη θέση «Ποτάμι» Κόρφου Κορινθίας (20.5.1991), μέχρι την υποβολή στις 14.9.2022 του αιτήματός τους στην αρμόδια υπηρεσία για την άρση της απαλλοτρίωσης, παρήλθε χρονικό διάστημα τριάντα ενός (31) ετών. Το διάστημα αυτό υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο, κατά τον οποίο και μόνο θα μπορούσε, κατά την έννοια των προστατευτικών της ιδιοκτησίας συνταγματικών διατάξεων, να διαρκέσει η διατήρηση δέσμευσης ακινήτου χωρίς να συντελεσθεί η απαλλοτρίωσή του. Συνεπώς, η Διοίκηση όφειλε να αποφανθεί επί του ανωτέρω αιτήματος, το οποίο, κατά τα αναφερόμενα στην υποβληθείσα ενώπιον της Διοίκησης αίτηση, συνοδευόταν από κρίσιμα στοιχεία όσον αφορά τη θέση και την έκταση του επίδικου ακινήτου σε σχέση με τη ζώνη παραλίας. Σε περίπτωση δε που ήθελε γίνει δεκτό με σχετική παρεμπίπτουσα διοικητική κρίση, ότι η επίμαχη έκταση ανήκει πράγματι στην ιδιοκτησία των αιτούντων και ότι εμπίπτει εντός της καθορισθείσης ζώνης παραλίας, η Διοίκηση όφειλε να εκδώσει ρητή πράξη για την άρση ή την ανάκλησή της. Για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η άρνηση της Διοίκησης να αποφανθεί επί του υποβληθέντος αιτήματος παρίσταται μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, η δε υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση για νόμιμη κρίση επί του υποβληθέντος αιτήματος. Η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή κατά το μέρος που στρέφεται κατά της απόρριψης του αιτήματος των αιτούντων για την άρση της απαλλοτρίωσης του εντός παραλίας ευρισκόμενου τμήματος του ακινήτου τους και να απορριφθεί κατά τα λοιπά.
Πρόεδρος: Χ. Ντουχάνης
Εισηγητής: Α. Σπανού






