ΣτΕ 424/2025 [Νόμιμη άδεια εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ στην Άνδρο]
Περίληψη
– Ο περιβαλλοντικός νομοθέτης αναφέρεται σε «πλήρη φάκελο ΜΠΕ» υπό την έννοια της τυπικής πληρότητας, η οποία εξετάζεται από την αρμόδια υπηρεσία εντός ολίγων ημερών, και, αν ο υποβληθείς φάκελος κριθεί πλήρης από της απόψεως αυτής, ότι δηλ. ανταποκρίνεται στο ελάχιστο κατά νόμον περιεχόμενο της ΜΠΕ, προωθείται στις αρμόδιες κατά νόμον υπηρεσίες για την τήρηση της διαδικασίας δημοσιοποίησης και τη συλλογή των προβλεπόμενων γνωμοδοτήσεων, ενώ, σε αντίθετη περίπτωση, ζητούνται εγγράφως από τον ενδιαφερόμενο φορέα συμπληρωματικά στοιχεία. Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η συμπληρωμένη – επικαιροποιημένη ΜΠΕ με τα σχετικά στοιχεία υπεβλήθη στη Διοίκηση στις 29.7.2011 και, στις 4.10.2011, η αρμόδια Υπηρεσία τη διεβίβασε στο Περιφερειακό Συμβούλιο της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, προς δημοσιοποίηση, και στις αρμόδιες υπηρεσίες, προς γνωμοδότηση.
Εφόσον, επομένως, από την αποστολή της ΜΠΕ προς τις λοιπές εμπλεκόμενες υπηρεσίες στις 4.10.2011 αποδεικνύεται ότι ο φάκελος είχε κριθεί τυπικώς πλήρης από τη Διοίκηση πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4014/2011 (13.1.2012) και η παρεμβαίνουσα δεν ζήτησε την υπαγωγή του έργου στις διατάξεις του νέου ν. 4014/2011, εφαρμοστέες ήταν οι προϊσχύουσες του νόμου αυτού διατάξεις. Κατά το άρθρο 5 της τελευταίας αυτής ΚΥΑ, για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων έργου ΑΠΕ εντός περιοχής Natura 2000, ακόμη κι αν αυτό εντάσσεται στην υποκατηγορία 2 της Α’ κατηγορίας, ακολουθείται η διαδικασία των άρθρων 3 και 4 [για τα έργα δηλ. της ανώτερης, 1ης, υποκατηγορίας], που θεσπίζουν αρμοδιότητα των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού για την έκδοση της ΑΕΠΟ. Ως εκ τούτου, αβασίμως προβάλλεται ότι έπρεπε να εκδοθεί η ΑΕΠΟ για το επίδικο έργο, ισχύος 15 MW, από το Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Εφόσον αρμόδιος για την έκδοση της ΑΕΠΟ ήταν ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αρμοδίως, δυνάμει των ως άνω διατάξεων, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη από τον Γενικό Διευθυντή Ενέργειας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, είναι δε απορριπτέοι όλοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί των αιτούντων. Εφόσον έχει εκδοθεί απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή και λειτουργία αιολικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και έχει παρέλθει η κατά νόμο προθεσμία προσβολής της απόφασης ή η απόφαση αυτή έχει προσβληθεί ανεπιτυχώς, στο επόμενο στάδιο της χορήγησης της άδειας εγκατάστασης μπορεί, κατά την έννοια των ειδικών διατάξεων του ν. 3468/2006, να εξεταστεί μόνον αν, σύμφωνα με την οικεία ειδική νομοθεσία, θεσπίζεται απαγόρευση εγκατάστασης του σταθμού, καθώς και η συμβατότητα της εν λόγω άδειας με τη νομοθεσία αυτή. Δεν μπορεί, αντιθέτως, να εξετασθεί ζήτημα καταλληλότητας του χώρου εξ εκείνων τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας που διέπει την άδεια εγκατάστασης και ήταν εξεταστέα κατά το στάδιο της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων ούτε ζήτημα πληρότητας της εγκριθείσας μελέτης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ωστόσο, σε περίπτωση που διαπιστωθούν μέσω περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων, αλλά και για την ταυτότητα του λόγου, μέσω εφαρμογής προγραμμάτων παρακολούθησης, σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης του περιβάλλοντος ή αν παρατηρηθούν επιπτώσεις στο περιβάλλον, που δεν είχαν προβλεφθεί από τη ΜΠΕ και την ΑΕΓΤΟ, αρχική ή τροποποιητική, ή αν προκόψει ιδιαιτέρως σοβαρός λόγος συνιστάμενος σε κρίσιμη και ουσιώδη ανατροπή των δεδομένων στα οποία είχε στηριχθεί η ΑΕΠΟ, η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή μπορεί να επιβάλλει πρόσθετους περιβαλλοντικούς όρους ή να μεταβάλλει τους αρχικούς, χωρίς αυτό να συνιστά παρεμπίπτοντα έλεγχο της ΑΕΠΟ, αφού τα στοιχεία που επιτάσσουν τη μεταβολή ή συμπλήρωση των περιβαλλοντικών όρων ανέκυψαν εκ των υστέρων. Η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή δύναται επίσης να ζητήσει την εκπόνηση ειδικής μελέτης ή νέας ΜΠΕ για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών ή ακόμη και να ανακαλέσει την ΑΕΠΟ, αν κρίνει αιτιολογημένα, στην τελευταία αυτή περίπτωση, ενόψει των νέων στοιχείων, ότι, οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προτεινόμενου έργου ή της δραστηριότητας παραμένουν εξαιρετικά σημαντικές «… ακόμη και μετά την πρόβλεψη ειδικών όρων και περιορισμών, καθώς και μετά την αντιστάθμισή τους», οπότε και προβλέπεται η απόρριψη του αιτήματος περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργου. Στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον είναι εκκρεμές αίτημα του φορέα εκμετάλλευσης του έργου για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης, η αρμόδια για το ζήτημα αυτό αρχή οφείλει να απέχει από την έκδοση της άδειας εγκατάστασης, μέχρις ότου η περιβαλλοντική αρχή ασκήσει την αρμοδιότητα της επιβολής νέων, αυστηρότερων περιβαλλοντικών όρων ή τροποποίησης των ήδη ισχυόντων, ακόμη και αν αυτοί έχουν ήδη τροποποιηθεί, τούτο δε κατά μείζονα λόγο εάν η ίδια η ΑΕΠΟ, εν γνώσει του ενδεχομένου ανατροπής των παραδοχών στις οποίες στηρίχθηκε η έκδοσή της, είχε προβλέψει τη συμπληρωματική μελέτη και παρακολούθηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου. Τυχόν χορηγηθείσα άδεια εγκατάστασης, χωρίς να προηγηθεί ο ως άνω έλεγχος από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή, είναι ακυρωτέα. Είναι βεβαίως, πάντοτε δυνατή η επιβολή πρόσθετων όρων από την αρχή που χορηγεί την άδεια εγκατάστασης, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι οι πρόσθετοι αυτοί όροι δεν συνιστούν τροποποίηση όρων της ΑΕΠΟ.
Οι ανωτέρω λόγοι ακυρώσεως και οι συναφείς με αυτούς ισχυρισμοί των αιτούντων, κατά το μέρος με το οποίο προβάλλονται ευθέως πλημμέλειες και ελλείψεις της ΜΠΕ, κατ’ ακολουθίαν δε τούτου και πλημμέλειες της πράξης περιβαλλοντικής αδειοδότησης του έργου, κατά το μέρος, δηλαδή, με το οποίο πλήττουν την αρχική ΑΕΠΟ, η νομιμότητα της οποίας, αμφισβητήθηκε ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας, είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι, διότι με αυτούς δεν πλήσσεται η νομιμότητα της προσβαλλόμενης άδειας εγκατάστασης. Οι σχετικές όμως, αιτιάσεις μπορούν, υπό τις ως άνω προϋποθέσεις, εφόσον δηλαδή συντρέχει, όπως προεκτέθηκε, μεταξύ άλλων, ιδιαιτέρως σοβαρός λόγος συνιστάμενος σε κρίσιμη και ουσιώδη ανατροπή των δεδομένων στα οποία είχε στηριχθεί η ΑΕΠΟ, να προβληθούν παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως και κατά της άδειας εγκατάστασης, χωρίς τούτο να οδηγεί σε παρεμπίπτοντα έλεγχο της νομιμότητας της ΑΕΠΟ. Και τούτο, διότι η ενδεχόμενη συνδρομή του ανωτέρω εξαιρετικού λόγου θα είχε ως συνέπεια, κατά τον νόμο, είτε την παραπομπή του ζητήματος αυτού στην περιβαλλοντική αρχή που εξέδωσε την ΑΕΠΟ, είτε την επιβολή από την αρχή που χορηγεί την άδεια εγκατάστασης πρόσθετων όρων υπό την προϋπόθεση, όμως, στην τελευταία περίπτωση, ότι οι πρόσθετοι αυτοί όροι δεν συνιστούν τροποποίηση της ΑΕΠΟ, αλλά επιβάλλουν συμπληρωματικούς όρους για την εγκατάσταση της μονάδας, οι οποίοι ισχύουν παραλλήλως με την ΑΕΠΟ και δεν εμποδίζουν της εφαρμογή της. Τέτοιο, πάντως, εξαιρετικό και σοβαρό λόγο ουδόλως συνιστούν οι ισχυρισμοί των αιτούντων, οι οποίοι είναι, σε κάθε περίπτωση, απορριπτέοι. Και τούτο διότι: Α) Όπως έχει κριθεί (βλ. ΣτΕ 1007, 1008/2019 σε υποθέσεις που αφορούσαν την προσβολή αδειών εγκατάστασης ΑΣΠΗΕ), από τις διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 79/409/ΕΟΚ (ήδη 2009/147/ΕΚ) δεν απορρέει, κατ’ αρχήν, απόλυτη απαγόρευση για την εγκατάσταση αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και ΖΕΠ, το ζήτημα δε αυτό εξετάζεται κατά περίπτωση μετά από εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του συγκεκριμένου κάθε φορά υπό αδειοδότηση έργου. Ενόψει δε του ότι δεν αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ εντός ή πλησίον των ανωτέρω περιοχών, δεν αποκλείεται εκ προοιμίου, ο χαρακτηρισμός των περιοχών αυτών ως περιοχών αιολικής προτεραιότητας, αν τούτο δικαιολογείται από το διαθέσιμο εντός αυτών αιολικό δυναμικό. Εξάλλου, στην οικεία στρατηγική μελέτη του ΕΠΣΧ/ΑΠΕ προσδιορίζονται οι επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα από τις ρυθμίσεις του ειδικού αυτού πλαισίου για τη χωροθέτηση των αιολικών πάρκων η δε σχετική αξιολόγηση της μελέτης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χωροθέτηση αιολικών πάρκων εντός ΖΕΠ και Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά είναι κατ’ αρχήν δυνατή, μετά από λεπτομερή μελέτη των ζητημάτων της ορνιθοπανίδας στο στάδιο των περιβαλλοντικών μελετών των συγκεκριμένων έργων, προκειμένου να προληφθούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους. Εξάλλου, με την απόφαση 1421/2013 7μ. του Δικαστηρίου απορρίφθηκαν λόγοι ακυρώσεως κατά της νομιμότητας των προβλέψεων και κατευθύνσεων του ΕΠΧΣ-ΑΠΕ από την άποψη της πληρότητας της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) του εν λόγω πλαισίου, σε σχέση με τις διατάξεις του ενωσιακού δικαίου.
Με το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ διερευνήθηκε, κατ’ εκτίμηση των μελετών και των στοιχείων που αναφέρονται στο προοίμιό του, αν από τις κατευθύνσεις και προβλέψεις του μπορεί να επηρεασθούν σημαντικά οι λοιπές περιοχές NATURA, πλην αυτών οι οποίες χαρακτηρίζονται ως περιοχές «αποκλεισμού», και να θιγεί η ακεραιότητά τους, για τον λόγο δε αυτόν το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ προέβλεψε ότι σε περιοχές του δικτύου Natura, στις οποίες δεν απαγορεύεται η εγκατάσταση αιολικών σταθμών, η χωροθέτησή τους επιτρέπεται μόνον μετά την εκπόνηση ειδικής ορνιθολογικής μελέτης, αρχικώς, και στη συνέχεια ειδικής οικολογικής αξιολόγησης και κατά τους ειδικότερους όρους που θέτει η οικεία ΑΕΠΟ του έργου. Επίσης, με το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ ελήφθησαν υπόψη τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά των περιοχών NATUR A 2Θ00 για τα οποία οι επιπτώσεις εγκατάστασης των ΑΠΕ είναι ιδιαίτερα σημαντικές, δεδομένου ότι το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ προέβλεψε την απαγόρευση εγκατάστασης αιολικών σταθμών σε οικοτύπους προτεραιότητας, ενόψει δε της ρητής αυτής και απόλυτης απαγόρευσης, δεν ήταν αναγκαία η καταγραφή στο ειδικό αυτό πλαίσιο υφιστάμενων, τυχόν, περιβαλλοντικών προβλημάτων στις περιοχές ιδιαίτερης περιβαλλοντικής σημασίας για τις οποίες θεσπίσθηκε αποκλεισμός της εγκατάστασης αιολικών σταθμών. Εξάλλου, το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ αναλύει τις ενδεχόμενες σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, θετικές και αρνητικές, από την εγκατάσταση των ΑΠΕ, καθώς εξετάστηκαν μέτρα για την πρόληψη και εξουδετέρωση των δυσμενών επιπτώσεων από την εγκατάσταση των ΑΠΕ. Τούτο προκύπτει από τα στοιχεία που παρατίθενται στις σκέψεις της απόφασης 1421/2013 7μ. του Συμβουλίου της Επικράτειας, αλλά και από το προοίμιο της 49828/2008 απόφασης με την οποία εγκρίθηκε το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ.
Εξάλλου, στο στάδιο αδειοδότησης του επίμαχου ΑΣΠΗΕ και κατά την έκδοση της ΑΕΠΟ του έργου, η Διοίκηση έλαβε υπόψη τις ειδικές αυτές προβλέψεις και κατευθύνσεις του ΕΠΧΣ-ΑΠΕ, τα είδη της ορνιθοπανίδας, η παρουσία των οποίων οδήγησε στον χαρακτηρισμό της περιοχής ως ΖΕΠ, και τις εκπονηθείσες ειδική ορνιθολογική μελέτη και ειδική οικολογική αξιολόγηση, έκρινε ότι από την κατασκευή του ΑΣΠΗΕ δεν θίγεται, κατ’ αρχήν, η ακεραιότητα των περιοχών Natura από την εγκατάσταση του επίμαχου ΑΣΠΗΕ, πρότεινε δε, επιπλέον, την επιβολή ειδικών περιβαλλοντικών όρων. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλομένη είναι ακυρωτέα, διότι στηρίζεται στο ΕΠΧΣ-ΑΠΕ το οποίο εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων των οδηγιών 2001/42/ΕΚ και 92/43/ΕΟΚ, ανεξαρτήτως του ότι δεν προβλήθηκε στο στάδιο έκδοσης της άδειας παραγωγής και της ΑΕΠΟ του έργου, είναι, εν πάση περιπτώσει, απορριπτέος ως αβάσιμος στο σύνολό του. Η Διοίκηση επέτρεψε την άσκηση της δραστηριότητας στον προστατευόμενο τόπο, κατόπιν νεώτερων ορνιθολογικών παρατηρήσεων του έτους 2016 και δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεων του ΑΣΠΗΕ στην προστατευόμενη ορνιθοπανίδα της περιοχής [και, ειδικότερα, στο σπιζαετό], αφού συνεκτίμησε τη μη απαγόρευση εγκατάστασης αιολικών πάρκων στην περιοχή του κρινόμενου έργου, βάσει των προτάσεων του Σχεδίου Διαχείρισης της ΖΕΠ (του προγράμματος Life+), και αφού επείσθη ότι η λειτουργία του επίδικου αιολικού πάρκου, ενόψει και του μεγέθους του (5 Α/Γ), δεν θα προκαλέσει, μετά και τους τεθέντες περιβαλλοντικούς όρους, επιβλαβείς συνέπειες στην ακεραιότητα της περιοχής Natura ούτε σημαντική ενόχληση στην ορνιθοπανίδα και στους οικοτόπους της.
Ενόψει των προαναφερθέντων, με την 2419/2019 απόφαση του ΣτΕ, όλοι οι περί του αντιθέτου λόγοι κρίθηκαν απορριπτέοι ως αβάσιμοι, αλλά και ως απαράδεκτοι, κατά το μέρος που αμφισβητούν τη σχετική ουσιαστική εκτίμηση της Διοίκησης. Για τους ίδιους λόγους όλοι οι ως άνω λόγοι, ανεξαρτήτως του παραδεκτού της προβολής τους στο παρόν στάδιο είναι απορριπτέοι ως στρεφόμενοι κατά της άδειας εγκατάστασης του επίμαχου ΑΣΠΗΕ. Ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η ΚΥΑ 8353/276/Ε103/17.2.2012 δεν είναι συμβατή προς την οδηγία 2009/147/ΕΚ, η νομιμότητα της ΑΕΠΟ του έργου, από την άποψη αυτή, δεν επηρεάζεται, καθώς η αιτιολογία της στηρίζεται νομίμως στα στοιχεία που επικαλέστηκε η 2419/2019 απόφαση του Δικαστηρίου ως προς την συνεκτίμηση της παρουσίας του σπιζαετού στην περιοχή. Επομένως, και ο ως άνω λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος.
Λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις πράξεις χαρακτηρισμού της δασικής υπηρεσίας, τον χαρακτήρα των επίμαχων, μικρού πλάτους, μονοπατιών (εν μέρει ως τμημάτων υπαγομένων στη δασική νομοθεσία, και εν μέρει ως αγροτικών δρόμων) καθώς και το γεγονός ότι, όπως έχει κριθεί δεν καθίσταται παράνομη η άδεια που εκδίδεται βάσει των προβλεπόμενων στον νόμο δικαιολογητικών από μόνο το γεγονός ότι τρίτος προβάλλει δικαιώματα κυριότητας επί του συνόλου ή επί τμήματος της εκτάσεως εγκατάστασης, ιδίως όταν για την έκταση αυτή έχει ήδη εκδώσει πράξη χαρακτηρισμού η αρμόδια δασική αρχή, από την οποία προκύπτει ότι αυτή εμπίπτει στη δασική νομοθεσία, οι λόγοι με τους οποίους προβάλλεται μη νόμιμη χρήση από την παρεμβαίνουσα κοινόχρηστων δημοτικών οδών στην περιοχή είναι απορριπτέοι. Για τους ίδιους λόγους είναι απορριπτέος και ο λόγος ακυρώσεως περί παραβίασης του άρθρου 13 παρ. 3 της ως άνω απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης, λόγω των αποστάσεων των Α/Γ 1, 2 και 3 από κοινόχρηστο οδικό δίκτυο. Κατόπιν τούτων, δεν ασκούν επιρροή οι ισχυρισμοί των αιτούντων περί εικαζόμενης κοινοχρησίας του παλαιού δημοτικού οδικού δικτύου διά της αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητας. Ομοίως απορριπτέοι είναι οι ισχυρισμοί των αιτούντων με τους οποίους προβάλλεται ότι η παρεμβαίνουσα δεν έχει εξασφαλίσει δικαίωμα νόμιμης χρήσης για το σύνολο της έκτασης που απαιτείται για την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών και την εκτέλεση των συνοδών έργων, προεχόντως, διότι η Διοίκηση, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης και τα στοιχεία του φακέλου, ήλεγξε τα δικαιολογητικά που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα (και ιδίως τις πράξεις χαρακτηρισμού της δασικής αρχής και τα συνοδευόμενα από τοπογραφικά διαγράμματα μισθωτήρια συμβόλαια) και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτά αποδεικνύουν, καταρχήν, την ύπαρξη δικαιώματος νόμιμης χρήσης των εκτάσεων.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Δ. Πυργάκης