ΣτΕ 150/2023 [Παράνομη έγκριση εργασιών αποκατάστασης της παραλιακής ζώνης Μεγίστης προς αποτροπή άμεσου κινδύνου]
Περίληψη
– Οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς διότι εκδόθηκαν μεν δυνάμει διαφορετικών νομοθεσιών, πλην αποσκοπούν στη δημιουργία των αυτών λιμενικών έργων ενώ κάθε μία εξ αυτών αποτελεί κατά νόμον αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση της επόμενης και συνεπώς παραδεκτώς προσβάλλονται με το ίδιο δικόγραφο.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του ν. 4504/2017, σκοπός της ρύθμισης του άρθρου 86 παρ. 5 είναι η αδειοδότηση από όργανο του Υπουργείου Ναυτιλίας εργασιών «..που η έλλειψη των ζωνών αιγιαλού, παραλίας, χερσαίας ή εξομοιούμενης με λιμένα τις καθιστούσε εξαιρετικά χρονοβόρες, με φυσικό επακόλουθο την παρατεταμένη περίοδο μη χρησιμοποίησης των αναγκαίων λιμενικών εγκαταστάσεων», όχι δε η εξαίρεση έργων από το πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας, ενωσιακής και εθνικής, για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ενόψει τούτου, η ως άνω διάταξη του άρθρου 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017, ερμηνευόμενη υπό το φως των θεμελιωδών αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης, της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης οι οποίες πηγάζουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος και από την οδηγία 2011/92/ΕΕ, η οποία ενσωματώθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη με το ν. 4014/2011, έχει την έννοια ότι η εκτέλεση τεχνικών εργασιών συντήρησης και επισκευής υφιστάμενων λιμενικών έργων προσωρινού χαρακτήρα χωρίς την έγκριση περιβαλλοντικών όρων επιτρέπεται μόνον εφ’όσον οι εργασίες αυτές είτε δεν εμπίπτουν, κατά την κρίση της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής, στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, και κατ’ακολουθίαν των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας (βλ. ανωτέρω σκ. 8) είτε, εφ’όσον εμπίπτουν, έχουν εξαιρεθεί, κατά την διαδικασία του άρθρου 1 παρ. 2β του ν. 4014/2011 (άρθρο 2 παρ. 4 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ), στο οποίο προβλέπεται η περίπτωση εξαίρεσης έργου από την υποχρέωση περιβαλλοντικής εκτίμησης, για επιτακτικούς λόγους, μεταξύ των οποίων και η αποτροπή άμεσου κινδύνου. Αντίβετη άποψη, κατ’αρχήν, θα ερχόταν σε αντίθεση με την οδηγία 2011/92/ΕΕ, διότι θα επέτρεπε στον εθνικό νομοθέτη να εξαιρεί αυτογνωμόνως, έστω και για λόγους ασφάλειας και επείγοντος, έργα που, άλλως, θα ενέπιπταν στον πεδίο εφαρμογής του χωρίς την τήρηση της διαδικασίας που έχει προβλέψει για τις περιπτώσεις αυτές το ενωσιακό δίκαιο.
Υπό την εκδοχή ότι η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη εγκρίνει μόνο τα έργα ανάπλασης της λιμενικής υποδομής της παραλιακής ζώνης της νήσου Μεγίστης, όπως περιγράφονται στην από 2.7.2019 τεχνική περιγραφή του έργου «Αποκατάσταση Λιμενικής Υποδομής Παραλιακής Ζώνης Μεγίστης για αποτροπή άμεσου κινδύνου», η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα διότι, αν και σύμφωνα με το έγγραφο της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής (οικ. 24240/6.5.2019 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού Δωδεκανήσου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου), οι προτεινόμενες με την τεχνική έκθεση παρεμβάσεις επί της παραλιακής ζώνης εντάσσονται και στην υποκατηγορία Α2 της Ομάδας 3η (Λιμενικά έργα) με α/α 9 (Έργα Ανάπλασης και διαμόρφωσης ακτής α. Πεζόδρομοι, ποδηλατοδρόμοι) της υ.α. 1958/13.1.2012, όπως τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την υ.α. ΔΙΠΑ οικ. 37674 /27.7.2016, δεν εκπονήθηκε μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και δεν τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 4 του ν. 4014/2011, ούτε προκύπτει ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 παρ. 2β του ν. 4014/2011, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, διαδικασία εξαίρεσης από την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Αν η ίδια πράξη (πρώτη προσβαλλόμενη) έχει την έννοια ότι με αυτήν εγκρίνονται και οι εργασίες που αφορούν στο κρηπίδωμα της αποβάθρας του λιμένα Μεγίστης, τις οποίες αναφέρει ο Κεντρικός Λιμενάρχης Ρόδου στην από 24.6.2019 εισήγησή του, τότε η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα και κατά το μέρος αυτό, διότι δεν βεβαιώνεται με πράξη της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής ότι οι προτεινόμενες επεμβάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν, σύμφωνα με την περιγραφή τους, την επισκευή υποσκαφής θεμελίων των τεχνητών ογκολίθων, την πλήρωση του κενού μεταξύ τεχνητών ογκολίθων έδρασης του κρηπιδότοιχου και την αποκατάσταση της ανωδομής της αποβάθρας, έργα δηλαδή τα οποία θα μπορούσαν, κατ’αρχήν, να υπαχθούν στην ομάδα 3η του Παραρτήματος I του ν. 4014/2011 (Λιμενικά Έργα), δεν εμπίπτουν, ως εκ της φύσεως ή του μεγέθους τους, στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ενωσιακού και εθνικού δικαίου για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 10. Επομένως, η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, κατόπιν δε τούτου καθίστανται ακυρωτέες και οι επ’ αυτής ερειδόμενες υπό στοιχεία β’, γ’ και δ’ προσβαλλόμενες πράξεις, ενώ αλυσιτελής αποβαίνει η εξέταση των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
Βασικές σκέψεις
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση α) της 3122.1-Λ62/51469/5.7.2019 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων με θέμα: «Έγκριση εκτέλεσης αναγκαίων εργασιών αποκατάστασης Λιμενικής Υποδομής παραλιακής ζώνης Μεγίστης προς αποτροπή άμεσου κινδύνου», β) της Δ20/οικ.1903/Φ.10/Ε-ΜΕΓΙΣΤΗ/8.9.2020 απόφασης του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών με θέμα: «Έγκριση δέσμευσης ποσού τριών εκατομμυρίων εννιακοσίων χιλιάδων ευρώ (3.900.000,00) συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ 24% σε βάρος των πιστώσεων του Ενάριθμου Έργου 2014ΣΕ57000001 της ΣΑΕ 570 του ΠΔΕ και διάθεση ισόποσης πίστωσης για την δημοπράτηση του έργου: Αποκατάσταση λιμενικής υποδομής παραλιακής ζώνης Μεγίστης για την αποτροπή άμεσου κινδύνου», γ) της Δ20/οικ.1943/Φ.10/Ε ΜΕΓΙΣΤΗ/14.9.2020 απόφασης του Διευθυντή Λιμενικών Υποδομών της Γενικής Γραμματείας Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών με την οποία εγκρίθηκαν τα τεύχη δημοπράτησης του έργου με τίτλο «Αποκατάσταση λιμενικής υποδομής παραλιακής ζώνης Μεγίστης για την αποτροπή άμεσου κινδύνου» και δ) της 92749/10.11.2020 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών με θέμα: «Έγκριση του Πρακτικού Ι Αποσφράγισης – Ελέγχου δικαιολογητικών συμμετοχής και οικονομικών προσφορών του Διαγωνισμού του ως άνω έργου».
3. Επειδή, οι αιτούντες υπ’ αριθμ. 15ος, 16η, 23η, 26η, 28η, 30ή, 32ος, 33η, 34ος, 36η, 37η, 38η, 39ός, 40ος, 41η, 42η, 43ος, 44ος και 45ος, κατά τη σειρά αναγραφής στο δικόγραφο, παραιτήθηκαν από το δικόγραφο της αίτησης με προφορική δήλωση στο ακροατήριο της δικηγόρου που την υπογράφει. Συνεπώς, ως προς τους ανωτέρω αιτούντες, η δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8).
4. Επειδή, η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος και, ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που στρέφεται κατά της πράξης αυτής, ανήκει στην αρμοδιότητα του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 5 παρ. 1 περ. στ της 8/2019 αποφάσεως της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας «Αρμοδιότητες τμημάτων του Συμβουλίου της Επικρατείας» (Β΄ 2933/12.7.2019). Η ίδια αίτηση, κατά το μέρος που πλήττει την έγκριση της δέσμευσης πίστωσης και της οριστικής μελέτης του έργου καθώς και την κατόπιν διαγωνισμού ανάθεση σε εργοληπτική εταιρεία της κατασκευής του, υπάγεται, κατά το άρθρο 4 παρ. 2 της παραπάνω αποφάσεως 8/2019, στην αρμοδιότητα του Δ΄ Τμήματος, πρέπει, όμως, να εκδικασθεί και κατά το μέρος αυτό από το Ε΄ Τμήμα, εφ’ όσον οι πράξεις αυτές εκδόθηκαν μεταγενεστέρως, η νομιμότητά τους δε εξαρτάται από την νομιμότητα της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης. Εξ άλλου, οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς διότι εκδόθηκαν μεν δυνάμει διαφορετικών νομοθεσιών, πλην αποσκοπούν στη δημιουργία των αυτών λιμενικών έργων (ΣτΕ 759/2017, 2266/2007), ενώ κάθε μία εξ αυτών αποτελεί κατά νόμον αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση της επόμενης και συνεπώς παραδεκτώς προσβάλλονται με το ίδιο δικόγραφο (ΣτΕ 1415/2019, 4046/2015 7μ. σκ. 8).
5. Επειδή, με έννομο συμφέρον ασκείται η κρινόμενη αίτηση από τα αιτούντα σωματεία (αριθμ. 1 και 2 κατά τη σειρά του δικογράφου), δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα προαποδεικτικώς προσκομισθέντα καταστατικά τους, αυτά έχουν σκοπό την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, και ειδικότερα, το πρώτο την «προστασία του περιβάλλοντος, ιδίως του φυσικού και κυρίως στην Ελλάδα» και το δεύτερο τη «…διαφύλαξη, προστασία, ανάδειξη, ορθολογική διαχείριση…της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, του…δομημένου περιβάλλοντος και της εν γένει πολιτιστικής κληρονομιάς όλων των εποχών στην Ελλάδα…». Περαιτέρω, οι αιτούντες φυσικά πρόσωπα, είναι κάτοικοι ή ιδιοκτήτες κατοικιών στον οικισμό της Μεγίστης, σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκόμισαν προαποδεικτικώς στο Δικαστήριο, ισχυρίζονται δε ότι η κατασκευή των επίδικων λιμενικών έργων αλλοιώνει και υποβαθμίζει το θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον της περιοχής και, επομένως, με έννομο συμφέρον ασκούν την κρινόμενη αίτηση. Τέλος, οι αιτούντες παραδεκτώς ομοδικούν διότι προβάλλουν κοινούς λόγους ακυρώσεως οι οποίοι στηρίζονται στην ίδια νομική και πραγματική βάση.
6. Επειδή, η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη, η οποία δεν είναι κατά νόμο δημοσιευτέα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκδόθηκε στις 5.7.2019. Η κρινόμενη αίτηση κατετέθη στις 18.11.2020, δηλαδή μετά πάροδο δεκαεπτάμιση μηνών, πλην ασκείται εμπροθέσμως εφ’ όσον δεν προκύπτει κοινοποίησή της στους αιτούντες ή γνώση της από αυτούς σε χρόνο προγενέστερο του εξηκονθημέρου από χρόνο την κατάθεση της αιτήσεως, δεδομένου μάλιστα ότι οι τελευταίοι προβάλλουν ότι πληροφορήθηκαν αυτήν το πρώτον στις 16.9.2020 μετά τη δημοσίευση στον τύπο της Δ20/οικ. 1943/Φ.10/Ε-ΜΕΓΙΣΤΗ/2020 περίληψη διακήρυξης του ως διαγωνισμού του έργου. Αβασίμως δε ο καθ’ού Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, με το εμπροθέσμως κατατεθέν εντός της χορηγηθείσας από τον Πρόεδρο υπόμνημα μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, ισχυρίζεται ότι τέτοια γνώση συνάγεται από την ανάρτηση της πράξης αυτής στον ιστότοπο «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» διότι από μόνη την ανάρτηση αυτή δεν στοιχειοθετείται τεκμήριο γνώσης της προσβαλλόμενης εκ μέρους των αιτούντων (ΣτΕ 2310/2020, 1508/2020 7μ., 1708/2018). Και ναι μεν η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατόπιν αιτήματος του Δήμου Μεγίστης, ο οποίος έχει λιγοστούς κατοίκους, μεταξύ των οποίων και ορισμένους αιτούντες, από αυτό το γεγονός όμως δεν μπορεί να συναχθεί, όπως αβασίμως προβάλλεται, τεκμήριο γνώσης της πρώτης προσβαλλόμενης, αφού μεταξύ της έκδοσης αυτής και της άσκησης της κρινόμενης αίτησης στις 18.12.2020 δεν παρήλθε ικανό χρονικό διάστημα ώστε να τεκμαίρεται γνώση των αιτούντων. Είναι, κατόπιν τούτων, απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της διοικήσεως περί εκπροθέσμου της κρινόμενης αίτησης κατά της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης.
7. Επειδή, το άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για την διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας….», η δε Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ορίζει ότι οι απαιτήσεις της περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να εντάσσονται στον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και δράσεων της Ένωσης, ιδίως προκειμένου να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη και, περαιτέρω, προβλέπει ότι η πολιτική της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος αποβλέπει σε υψηλό επίπεδο προστασίας και στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στις αρχές της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης (άρθρα 11 και 191 παρ. 2). Περαιτέρω, η οδηγία 2011/92/ΕΕ «Για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον» (L 26), με την οποία κωδικοποιήθηκε η οδηγία 85/337/ΕΟΚ και η οποία ακολούθως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2014/52/ΕΕ (L 124) ορίζει στο άρθρο 1 παρ. 2 τα εξής: «..2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: α) «έργο»: η υλοποίηση κατασκευαστικών εργασιών ή άλλων εγκαταστάσεων ή τεχνικών κατασκευών, άλλες επεμβάσεις στο φυσικό περιβάλλον ή το τοπίο, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι επεμβάσεις που αφορούν την εκμετάλλευση των πόρων του εδάφους… γ) «άδεια»: απόφαση της ή των αρμόδιων αρχών που δίνει το δικαίωμα στον κύριο του έργου να πραγματοποιήσει το έργο». Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 3 της αυτής οδηγίας: «Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν, κατά περίπτωση εάν αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, να μην εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία για έργα ή τμήματα έργων, που εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς άμυνας ή έργα που εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς αντιμετώπισης έκτακτων περιστατικών πολιτικής προστασίας, εφόσον κρίνουν ότι η εφαρμογή της οδηγίας θα έχει δυσμενή επίπτωση στους σκοπούς αυτούς». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 της οδηγίας ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλισθεί ότι πριν χορηγηθεί η άδεια, τα έργα τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω, μεταξύ άλλων, της φύσεως, του μεγέθους ή τη θέσεώς τους, υπόκεινται σε παροχή άδειας και εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αυτά τα έργα ορίζονται στο άρθρο 4. 2. Η εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων μπορεί να εντάσσεται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο υφιστάμενων διαδικασιών αδειοδότησης για έργα … 4. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7, τα κράτη μέλη δύνανται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εξαιρούν συγκεκριμένο έργο από τις διατάξεις που θεσπίζει η παρούσα οδηγία, εφόσον η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων θα επηρέαζε αρνητικά τον σκοπό του έργου, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι στόχοι της παρούσας οδηγίας. Στην περίπτωση αυτή, τα κράτη μέλη: α) εξετάζουν αν ενδείκνυται άλλη μορφή εκτίμησης. β) θέτουν στη διάθεση του ενδιαφερομένου κοινού τις πληροφορίες που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο άλλων μορφών εκτίμησης … γ) ενημερώνουν την Επιτροπή, πριν από την παροχή της άδειας, για τους λόγους οι οποίοι δικαιολογούν την παρεχόμενη εξαίρεση και της δίνουν τις πληροφορίες τις οποίες, εφόσον απαιτείται, θέτουν στη διάθεση των δικών τους υπηκόων …». Με το άρθρο 4 της οδηγίας τα έργα, στα οποία αναφέρεται το άρθρο 2 κατατάχθηκαν σε δύο κατηγορίες: Αφενός αυτά που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι και υποβάλλονται οπωσδήποτε σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 5-10, διότι, κατά την αξιολόγηση του κοινοτικού νομοθέτη, έχουν, εκ της φύσεώς τους, επιπτώσεις στο περιβάλλον, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι «εμπορικοί λιμένες, αποβάθρες φορτοεκφόρτωσης που συνδέονται με την ξηρά και εξωτερικοί λιμένες (εκτός των αποβαθρών για τα πορθμεία) όπου μπορούν να προσεγγίσουν σκάφη άνω των 1.350 τόνων» (σημείο 8β). Αφετέρου, αυτά που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ, τα οποία υποβάλλονται στην ανωτέρω εκτίμηση, μόνον εφόσον τα κράτη μέλη κρίνουν ότι το απαιτούν τα χαρακτηριστικά τους, ιδίως δε η φύση, το μέγεθος ή η θέση τους, διότι, κατά την αξιολόγηση του κοινοτικού νομοθέτη, δεν έχουν, άνευ ετέρου, τέτοιες επιπτώσεις. Για τα σχέδια που εμπίπτουν στο παράρτημα ΙΙ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται υπό στοιχ. 10 «Έργα υποδομής», ειδικότερα δε «… ια) Παράκτια έργα για την καταπολέμηση της διάβρωσης και ενδοθαλάσσια έργα που παρέχουν τη δυνατότητα διαμόρφωσης της ακτής, π.χ. με την κατασκευή αναχωμάτων, μώλων, λιμενοβραχιόνων και άλλων έργων προστασίας από τη θάλασσα, εκτός από τη συντήρηση και την ανακατασκευή των έργων αυτών», τα κράτη μέλη μπορεί να αποφασίζουν, ως προς την υποβολή τους ή μη σε εκτίμηση των επιπτώσεών τους, είτε κατά περίπτωση είτε καθορίζοντας κατηγορίες σχεδίων, δυνάμει κριτηρίων ή ορίων, βάσει των αναφερομένων στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας, είτε με συνδυασμό των δύο αυτών τρόπων επιλογής.
8. Επειδή, στην εσωτερική έννομη τάξη, η διαδικασία εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των έργων και δραστηριοτήτων διέπεται, κατά τον κρίσιμο χρόνο, από τον ν. 4014/2011 (Α΄ 209). Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου αυτού: «1. Τα έργα και οι δραστηριότητες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, των οποίων η κατασκευή ή λειτουργία δύναται να έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες (Α και Β) ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Η πρώτη κατηγορία (Α) περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και για τα οποία απαιτείται η διεξαγωγή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) προκειμένου να επιβάλλονται ειδικοί όροι και περιορισμοί για την προστασία του περιβάλλοντος σχετικά με το συγκεκριμένο έργο ή δραστηριότητα….Τα έργα και οι δραστηριότητες της πρώτης κατηγορίας Α κατατάσσονται: α) σε αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποτελούν την υποκατηγορία Α1 και β) σε αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποτελούν την υποκατηγορία Α2. Η δεύτερη κατηγορία (Β) περιλαμβάνει έργα και δραστηριότητες τα οποία χαρακτηρίζονται από τοπικές και μη σημαντικές μόνο επιπτώσεις στο περιβάλλον και υπόκεινται σε γενικές προδιαγραφές, όρους και περιορισμούς που τίθενται για την προστασία του περιβάλλοντος, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8. Η κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων γίνεται βάσει των σχετικών κριτηρίων του Παραρτήματος Ι. 2. [΄Όπως η παρ. 2 ίσχυε μετά την τροποποίησή της με τα άρθρα 47 του ν. 4042/2012, Α΄ 24, 41 του ν. 4456/2017, Α΄ 24 και 26 παρ. 1 του ν. 4519/2018, Α΄ 25 και πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 3 του ν. 4964/2022, Α΄ 150] α…β. Με την επιφύλαξη … [περίπτωσης που δεν συντρέχει εν προκειμένω], μπορεί σε εξαιρετικές περιπτώσεις για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών πολιτικής προστασίας, όπως αυτή προσδιορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3013/2002 (Α΄ 102), και εφόσον έχει προηγηθεί η κήρυξη μιας περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης με απόφαση του εκάστοτε αρμοδίου οργάνου, κατά τις διατάξεις του ν. 3013/2002 και του ν. 4249/ 2014 (Α΄ 73), να εξαιρείται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εν όλω ή εν μέρει ένα έργο, από τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων. Στην απόφαση του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται ρητά το χρονικό διάστημα ισχύος αυτής, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη. Σε κάθε περίπτωση, κατά την εξαίρεση, θα πρέπει να τηρούνται τα παρακάτω κριτήρια: – επείγουσα και ουσιαστική απαίτηση για την υλοποίηση του έργου, – αδυναμία υλοποίησης του έργου σε προγενέστερο χρόνο και – αδυναμία τήρησης του συνόλου των απαιτήσεων της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια Υπηρεσία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας: α) εξετάζει αν ενδείκνυται άλλη μορφή εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον, β) θέτει στη διάθεση του ενδιαφερόμενου κοινού τις πληροφορίες που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο άλλων μορφών εκτίμησης, που αναφέρονται στο στοιχείο Α΄, τις πληροφορίες σχετικά με την απόφαση εξαίρεσης και τους λόγους για τη χορήγησή της, γ) ενημερώνει αμελλητί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τους λόγους που δικαιολογούν την παρεχόμενη εξαίρεση, πριν από την έκδοση της άδειας λειτουργίας του έργου και χορηγεί σε αυτήν όλες τις διαθέσιμες, εάν είναι δυνατόν, πληροφορίες που έχει στη διάθεση του δικού της ενδιαφερόμενου κοινού. 3. … 4. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής … τα δημόσια ή ιδιωτικά έργα και δραστηριότητες που υπόκεινται στις ρυθμίσεις του νόμου, κατατάσσονται στις κατηγορίες και υποκατηγορίες του άρθρου 1, καθώς και σε ομάδες κοινές για όλες τις κατηγορίες. 5 […]». Περαιτέρω, στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι «1. Για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων κατηγορίας Α …. απαιτείται διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης με τη διεξαγωγή ΜΠΕ και έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ). 2 […] 10. Η ΑΕΠΟ αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση κάθε διοικητικής πράξης που απαιτείται κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για την πραγματοποίηση ή λειτουργία του έργου ή της δραστηριότητας. 11 […]». Στο άρθρο 4 παρ. 1 του νόμου ρυθμίζεται ειδικώς η διαδικασία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των έργων και δραστηριοτήτων της υποκατηγορίας Α2, για την οποία ως αρμόδια αρχή καθορίζεται η οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Στο ίδιο άρθρο 4 παρ. 3 καθορίζεται η διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, που απολήγει στην έκδοση ΑΕΠΟ ή απορριπτικής απόφασης, εφόσον κριθεί αιτιολογημένα ότι οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του έργου ή της δραστηριότητας είναι εξαιρετικά σημαντικές ακόμη και με την πρόβλεψη ειδικών όρων και περιορισμών. Εξάλλου, για την κατάταξη των δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες (Α1, Α2 και Β), κατά τα προβλεπόμενα στις ανωτέρω διατάξεις του ν. 4014/2011, εκδόθηκε, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 1 παρ. 1 και 4 του ν. 4014/2011, η 1958/2011 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής «Κατάταξη δημόσιων και ιδιωτικών έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες σύμφωνα με το Άρθρο 1 παράγραφος 4 του Ν. 4014/21.09.2011» (Β΄ 21/13.1.2012), η οποία τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την ΔΙΠΑ/οικ. 37674/2016 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 2471). Με την ως άνω υπουργική απόφαση κατετάγησαν σε κατηγορίες και υποκατηγορίες τα ιδιωτικά και δημόσια έργα και δραστηριότητες, των οποίων η κατασκευή ή η λειτουργία δύναται να έχει επιπτώσεις στο περιβάλλον. Σύμφωνα με τους πίνακες που περιέχονται στα συνημμένα στην υπουργική αυτή απόφαση παραρτήματα, στην 3η ομάδα των λιμενικών έργων περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και έργα προστασίας της ακτής από διάβρωση (α) εντός της θάλασσας και σε απόσταση από την ακτή, (β) επί της ακτογραμμής παράλληλα, (γ) επί της ακτογραμμής κάθετα και με συνολικό μήκος παρέμβασης >500 μ., ή εντός περιοχών δικτύου Natura 2000, ανεξαρτήτως μήκους παρέμβασης, που εντάσσονται στην υποκατηγορία Α1, ή συνολικού μήκους 500μ., που εντάσσονται στην υποκατηγορία Α2 (Παράρτημα ΙΙΙ, α/α 9 και 10 ), τα έργα ανάπλασης και διαμόρφωσης ακτής (περίπτωση υπό στοιχείο α΄), δηλαδή πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι κ.λ.π. μήκους >500 μ., που εντάσσονται στην υποκατηγορία Α2, και μήκους 500μ., που εντάσσονται στην Β΄ κατηγορία, καθώς και τα έργα τοποθέτησης τεχνητών υφάλων στον πυθμένα της θάλασσας, που κατατάσσονται στη Β΄ κατηγορία έργων και δραστηριοτήτων (Παράρτημα ΙΙΙ, α/α 8, 9 και 11 αντιστοίχως).
9. Επειδή, εξάλλου, ο ν. 4504/2017 (Α΄ 184), στο άρθρο 86 του ν. 4504/2017, με τίτλο «Νομιμοποίηση υφιστάμενων λιμενικών εγκαταστάσεων» ορίζει τα εξής: «1. Υφιστάμενες λιμενικές εγκαταστάσεις, όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση α της παρ. 2 του άρθρου 46 του ν. 4150/2013, σε λιμένες διεθνούς ενδιαφέροντος, εθνικής σημασίας και μείζονος ενδιαφέροντος, που δεν κατασκευάστηκαν νομίμως έως τις 29.4.2013, από φορείς του Δημοσίου, που έχουν αποτυπωθεί και ενταχθεί στο εγκεκριμένο από την Ε.Σ.Α.Λ. Αναπτυξιακό Πρόγραμμα και Μελέτη Διαχείρισης (Master Plan) ή το Πλαίσιο Έργων Ανάπτυξης Λιμένα (Π.Ε.Α.Λ.), θεωρούνται νόμιμες από την έκδοση σχετικής απόφασης από τον Γενικό Γραμματέα Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, κατόπιν αίτησης του φορέα διαχείρισης λιμένα… 2. Αν από την κείμενη νομοθεσία δεν υφίσταται υποχρέωση εκπόνησης Αναπτυξιακού Προγράμματος και Μελέτης Διαχείρισης (Master Plan) ή του Πλαισίου Έργων Ανάπτυξης Λιμένα (Π.Ε.Α.Λ.), τα έργα της παραγράφου 1 θεωρούνται νόμιμα από την έκδοση σχετικής απόφασης από τον Γενικό Γραμματέα Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου φορέα, η οποία συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά α, β, γ της παραγράφου 1, καθώς και τους εγκεκριμένους Περιβαλλοντικούς Όρους των έργων. Η διαδικασία νομιμοποίησης δεν κωλύεται από τη μη ύπαρξη οριοθετημένων ζωνών αιγιαλού, παραλίας, χερσαίας ή εξομοιούμενης με χερσαία ζώνη λιμένα, υπό την προϋπόθεση της εκκίνησης της διαδικασίας καθορισμού ή εξομοίωσης, σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 28 αντίστοιχα του ν. 2971/2001, μετά τη λήψη της σύμφωνης γνώμης του Υπουργείου Οικονομικών, η ολοκλήρωση της οποίας δύναται να επιφέρει τον αυτοδίκαιο επανακαθορισμό των ορίων της χερσαίας ζώνης λιμένα… 5. Είναι δυνατή, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, σε υφιστάμενα έργα των παραγράφων 1 και 2, η εκτέλεση των αναγκαίων τεχνικών εργασιών συντήρησης και επισκευής προς αποτροπή άμεσου κινδύνου με την επίβλεψη της κατά περίπτωση αρμόδιας τεχνικής υπηρεσίας, κατόπιν εισήγησης της οικείας Λιμενικής Αρχής και έγκρισης του Γενικού Γραμματέα Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων, υπό την προϋπόθεση ότι δεν τροποποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του λιμένα ή της λιμενικής εγκατάστασης. Για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών προσωρινής αποκατάστασης δεν απαιτείται η ύπαρξη εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων. Η εκτέλεση των μόνιμων έργων διενεργείται με βάση τις κείμενες διατάξεις». Σύμφωνα δε με το άρθρο 46 παρ. 2 του ν. 4150/2013 (Α΄ 102), στο οποίο παραπέμπει η παρ. 1 του άρθρου 86 του ν. 4504/2017, τα έργα της λιμενικής υποδομής και ανωδομής διακρίνονται σε κύρια λιμενικά έργα (περ. α) και βοηθητικά (περ. β). Ως κύρια λιμενικά έργα νοούνται τα έργα που εκτελούνται εντός της θαλάσσιας ζώνης και στη χερσαία ζώνη [λιμένα] και έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την εξυπηρέτηση των λιμενικών υπηρεσιών που παρέχει ο συγκεκριμένος λιμένας, όπως έργα επέκτασης/βελτίωσης/προστασίας, προσχώσεις, εγκατάσταση μηχανημάτων και κάθε ανωδομή που εξυπηρετεί άμεσα τις λιμενικές λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένων των αλιευτικών δραστηριοτήτων εκφόρτωσης και εμπορίας.
10. Επειδή, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του ν. 4504/2017, σκοπός της ρύθμισης του άρθρου 86 παρ. 5 είναι η αδειοδότηση από όργανο του Υπουργείου Ναυτιλίας εργασιών «…που η έλλειψη των ζωνών αιγιαλού, παραλίας, χερσαίας ή εξομοιούμενης με λιμένα τις καθιστούσε εξαιρετικά χρονοβόρες, με φυσικό επακόλουθο την παρατεταμένη περίοδο μη χρησιμοποίησης των αναγκαίων λιμενικών εγκαταστάσεων», όχι δε η εξαίρεση έργων από το πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας, ενωσιακής και εθνικής, για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ενόψει τούτου, η ως άνω διάταξη του άρθρου 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017, ερμηνευόμενη υπό το φως των θεμελιωδών αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης, της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης οι οποίες πηγάζουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος και από την οδηγία 2011/92/ΕΕ, η οποία ενσωματώθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη με το ν. 4014/2011, έχει την έννοια ότι η εκτέλεση τεχνικών εργασιών συντήρησης και επισκευής υφιστάμενων λιμενικών έργων προσωρινού χαρακτήρα χωρίς την έγκριση περιβαλλοντικών όρων επιτρέπεται μόνον εφ’ όσον οι εργασίες αυτές είτε δεν εμπίπτουν, κατά την κρίση της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής, στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, και κατ’ ακολουθίαν των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας (βλ. ανωτέρω σκ. 8) είτε, εφ’ όσον εμπίπτουν, έχουν εξαιρεθεί, κατά την διαδικασία του άρθρου 1 παρ. 2β του ν. 4014/2011 (άρθρο 2 παρ. 4 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ), στο οποίο προβλέπεται η περίπτωση εξαίρεσης έργου από την υποχρέωση περιβαλλοντικής εκτίμησης, για επιτακτικούς λόγους, μεταξύ των οποίων και η αποτροπή άμεσου κινδύνου. Αντίθετη άποψη, κατ’ αρχήν, θα ερχόταν σε αντίθεση με την οδηγία 2011/92/ΕΕ, διότι θα επέτρεπε στον εθνικό νομοθέτη να εξαιρεί αυτογνωμόνως, έστω και για λόγους ασφάλειας και επείγοντος, έργα που, άλλως, θα ενέπιπταν στον πεδίο εφαρμογής του χωρίς την τήρηση της διαδικασίας που έχει προβλέψει για τις περιπτώσεις αυτές το ενωσιακό δίκαιο.
11. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών και ο Δήμος Μεγίστης συνήψαν την από 2.3.2018 σύμβαση κατά το άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 4412/2016 (Α΄ 147) για την ανακατασκευή της παραλιακής ζώνης του οικισμού της Μεγίστης, συνολικής έκτασης 4.000 τ.μ., προκειμένου η παραλιακή ζώνη να ενοποιηθεί με τους σημαντικούς χώρους και κτίρια που βρίσκονται πλησίον αυτής και να αναδειχθεί τόσο η παραλιακή ζώνη όσο και οι οδοί και πεζόδρομοι προσπέλασης προς το εσωτερικό του οικισμού με την χρήση ομοιογενών υλικών όμοιων με τα υφιστάμενα παραδοσιακά. Η εκπόνηση της σχετικής μελέτης ανατέθηκε από το Υπουργείο Υποδομών στην εταιρεία με την επωνυμία «Κτιριακές Υποδομές Α.Ε.» (Κτ.Υπ.), η οποία συστήθηκε με το άρθρο 132 του ν. 4199/2013 (Α΄ 216), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 76 παρ. 4 του ν. 4313/2014 (Α΄ 261). Κατόπιν εγγράφου του Λιμενικού Σταθμού Μεγίστης προς το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Νότιας Δωδεκανήσου, συνετάγη η από 17.12.2018 τεχνική έκθεση-τεχνική περιγραφή για το έργο «Επισκευή Κρηπιδωμάτων», η οποία θεωρήθηκε αυθημερόν από την Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νότιας Δωδεκανήσου. Σύμφωνα με έκθεση αυτή, διαπιστώθηκαν υποσκαφές οι οποίες έχουν προκαλέσει φθορές στην κυρίως επίστρωση της αποβάθρας του λιμένα και ευρείς κατακόρυφοι αρμοί μεταξύ στηλών τεχνιτών ογκολίθων των κρηπιδοτοίχων, οι οποίοι δημιουργούν καθιζήσεις στο δάπεδο λειτουργίας της αποβάθρας και θραύσεις της επίστρωσης από σκυρόδεμα, επισκευές οι οποίες κρίνονταν επείγουσες για την ασφάλεια λειτουργίας του λιμένα της Μεγίστης. Εν συνεχεία, μετά την αποτύπωση του παραλιακού μετώπου και την πραγματοποίηση διερευνητικών τομών σε σημεία κατά μήκος της παραλίας, συνετάγη η από 3.4.2019 Τεχνική Έκθεση Αυτοψίας και ακολούθησε πρόταση της Κτ.Υπ.Α.Ε. σχετικά με την ανάδειξη της παραλιακής ζώνης Μεγίστης η οποία περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, την κατασκευή νέου υποβάθρου από οπλισμένο σκυρόδεμα, πάχους 15 εκ περίπου, και την κατασκευή νέας ζώνης από σκυρόδεμα στην άκρη του κρηπιδώματος, πλάτους 0,5 μ., η οποία θα εγκιβωτίζει την πλακόστρωση. Κατόπιν σχετικού αιτήματος, η Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου με το ΥΠΠΟΑ/ ΓΔΑΠΚ/ΓΔΑΠΚ/ΕΦΑΔΩΔ/ΤΠΚΑΜ/223825/15816/4802/763/10.5.2019 έγγραφό της, ενημέρωσε σχετικά την Κτ.Υπ. Α.Ε. με την προστασία της νήσου κατά τον αρχαιολογικό νόμο και την υποχρέωση ελέγχου των μορφολογικών επεμβάσεων από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής και επεσήμανε ότι πρέπει να ληφθεί, πριν τη σύνταξη της τελικής μελέτης, υπ’ όψιν το γεγονός ότι στη νήσο δεν λειτουργεί λατομείο για την προμήθεια τοπικού πετρώματος, το οποίο προτείνει η μελέτη ως υλικό επίστρωσης για ολόκληρη την έκταση του παραλιακού μετώπου και τις πλατείες. Τέλος, διατύπωσε την άποψη ότι αρμοδιότητα να γνωμοδοτήσει επί της μελέτης έχει το Τοπικό Συμβούλιο Μνημείων Δωδεκανήσου, διότι το έργο εμπίπτει σε θεσμοθετημένο αρχαιολογικό χώρο. Ακολούθως, με το οικ. 24240/6.5.2019 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού Δωδεκανήσου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου οι προτεινόμενες με την τεχνική έκθεση παρεμβάσεις επί της παραλιακής ζώνης υπήχθησαν σε κατηγορίες και υποκατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του ν. 4014/2011. Ειδικότερα, σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, οι προτεινόμενες παρεμβάσεις εντάσσονται στην Ομάδα 3η (Λιμενικά έργα) με α/α 9 (Έργα Ανάπλασης και διαμόρφωσης ακτής α. Πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι) της 1958/13.1.2012 απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, όπως τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την υ.α. ΔΙΠΑ οικ. 37674/27.7.2016. Περαιτέρω, σύμφωνα με το ίδιο έγγραφο, για έργα της υποκατηγορίας Α2 απαιτείται η εκπόνηση μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η τήρηση της διαδικασίας του άρθρου 4 του ν. 4014/2011, ενώ για έργα της υποκατηγορίας Β απαιτείται η τήρηση της διαδικασίας των πρότυπων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων, όπως προβλέπονται στην 170545/2013 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 2425). Μετά ταύτα, με το 228/6.6.2019 έγγραφο του Δημάρχου Μεγίστης προς τη Διεύθυνση Λιμενικών και Κτιριακών Υποδομών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ζητήθηκε η αποκατάσταση της λιμενικής υποδομής της παραλιακής ζώνης Μεγίστης για την αποτροπή «άμεσου κινδύνου». Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που υπέβαλε ο Δήμος Μεγίστης, μεταξύ των οποίων τοπογραφική αποτύπωση της περιοχής και φωτογραφικό υλικό, η επικινδυνότητα συνίστατο σε έντονη ρηγμάτωση του βορειοδυτικού άκρου του κρηπιδώματος, όπου εντοπίσθηκαν σπηλαιώσεις και έντονος κίνδυνος αποκόλλησης και κατάρρευσης τμημάτων αυτού, στην ύπαρξη εκβολής μικρού ρέματος στο δυτικό τμήμα της παραλιακής ζώνης (“Κορδόνι”), το οποίο έχει επικαλυφθεί με μη κατάλληλη κατασκευή, σε καθίζηση του κρηπιδώματος στην περιοχή του προβλήτα, στην ύπαρξη πλημμυρικών φαινομένων στις πλατείες, τα πλατώματα και στους δρόμους (καλντερίμια) καθώς και στα ισόγεια καταστήματα και οικίες λόγων των αρνητικών ρύσεων που έχουν δημιουργηθεί από τις επάλληλες προσθήκες δαπεδόστρωσης του κρηπιδώματος, στις ανωμαλίες της δαπεδόστρωσης, που δυσχεραίνουν τη διέλευση πεζών και καθιστούν αδύνατη την πρόσβαση των ΑΜΕΑ και στον ανεπαρκή οδικό φωτισμό σε όλο το παραλιακό μέτωπο. Κατόπιν σχετικού αιτήματος ο Κεντρικός Λιμενάρχης Ρόδου με το 2131.24/1977/24.6.2019 έγγραφό του ενημέρωσε τον Διευθυντή Λιμενικών και Κτιριακών Υποδομών του Υπουργείου Ναυτιλίας, ότι δεν έχει καθορισθεί Χερσαία Ζώνη Λιμένος στον οικισμό της Μεγίστης και ότι λόγω διαβρώσεων και φθορών του δαπέδου στην παραλιακή ζώνη και στην αποβάθρα, η εκτέλεση και αποπεράτωση του προτεινόμενου έργου θεωρείται επιτακτική και επείγουσα. Με το Δ.Τ.Υ./ΓΝ7/1346/2.7.2019 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νότιας Δωδεκανήσου εγκρίθηκε η τεχνική περιγραφή του έργου «Αποκατάσταση Λιμενικής Υποδομής Παραλιακής Ζώνης Μεγίστης για αποτροπή άμεσου κινδύνου», η οποία διαβιβάσθηκε με το 298/3.7.2019 έγγραφο του Δημάρχου Μεγίστης στη Διεύθυνση Λιμενικών και Κτιριακών Υποδομών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Ακολούθως, κατόπιν της από 24.6.20019 εισήγησης του Κεντρικού Λιμενάρχη Ρόδου, εκδόθηκε η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη σύμφωνα με το άρθρο 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017 με την οποία, προς αποτροπή άμεσου κινδύνου, εγκρίθηκε η εκτέλεση των αναγκαίων τεχνικών εργασιών στην παραλιακή ζώνη Μεγίστης, όπως περιγράφονται στην από 2.7.2019 τεχνική έκθεση. Λόγω του ότι οι εγκριθείσες παρεμβάσεις αφορούσαν λιμενικά έργα για τα οποία η εταιρεία «Κτιριακές Υποδομές Α.Ε.» ήταν αναρμόδια, ο Δήμος Μεγίστης συνήψε την από 20.1.2020 προγραμματική σύμβαση με τη Διεύθυνση Λιμενικών Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών για την υλοποίηση του έργου. Στο πλαίσιο αυτό εκπονήθηκε η από Ιουλίου 2020 μελέτη της εταιρείας «Marnet Ανώνυμη Τεχνική Εταιρεία». Το αντικείμενο της μελέτης περιλαμβάνει λιμενική μελέτη για την αποκατάσταση της υφιστάμενης λιμενικής υποδομής του παραλιακού μετώπου, με εξαίρεση του τμήματος του κρηπιδώματος του λιμένα μήκους περίπου 100 μέτρων, για το οποίο είχε συνταχθεί η από 17.12.2018 μελέτη του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νότιας Δωδεκανήσου, κατά τα ήδη εκτεθέντα, αποκατάσταση υφιστάμενων δεστρών και τοποθέτηση κλιμάκων, αρχιτεκτονική μελέτη για την εν γένει αναμόρφωση της παραλιακής ζώνης, ηλεκτρομηχανολογική μελέτη δικτύων οδοφωτισμού και εγκατάσταση pillars παροχής ρεύματος και νερού στα σκάφη αναψυχής και τέλος, φωτοτεχνική μελέτη για την τοποθέτηση νέων ιστών σε κατάλληλες θέσεις για την επάρκεια του φωτισμού και την ανάδειξη των στοιχείων του μετώπου. Κατόπιν του Δ20/οικ. 1715/Φ.10/Μ-7.8.2020 αιτήματος του Διευθυντή Λιμενικών Υποδομών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών προς το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής της Περιφερειακής Ενότητας Ρόδου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου προκειμένου να γνωμοδοτήσει επί της μελέτης, το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής επέστρεψε τον φάκελο της μελέτης άνευ γνωμοδοτήσεως λόγω της υπαγωγής των έργων της μελέτης στο άρθρο 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017 με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη. Ακολούθησε το ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΜΤΕ/ΥΝΜΤΕΔ/ΤΠΝΜΚΠΑ/440041/49726/1652/650/31.8.2020 έγγραφο του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Δωδεκανήσου σύμφωνα με το οποίο η Υπηρεσία δεν έχει αντίρρηση για τα προτεινόμενα έργα της μελέτης, διότι μορφολογικά συνάδουν από πλευράς όγκου, δομικών υλικών, μορφολογίας και λειτουργίας με τον χαρακτήρα του νησιού και της Δημοτικής Αγοράς του και δεν παραβλάπτουν άμεσα ή έμμεσα το μνημείο. Ακολούθως, με τη δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη εγκρίθηκε η δέσμευση του απαιτούμενου ποσού και η διάθεση ισόποσης πίστωσης για τη δημοπράτηση του έργου, με τη δε τρίτη προσβαλλόμενη πράξη εγκρίθηκαν τα τεύχη δημοπράτησης του έργου. Τέλος, με την υπό στοιχείο δ΄ προσβαλλόμενη πράξη εγκρίθηκε το από 3.11.2020 πρακτικό αποσφράγισης του ανοικτού ηλεκτρονικού διαγωνισμού για την ανάθεση του επίμαχου έργου και η ανάθεση της σύμβασης στην εταιρεία με την επωνυμία «Αρχιμήδης Α.Τ.Ε.», ως προσωρινό ανάδοχο.
12. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση του άρθρου 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017 διότι οι εγκεκριμένες με τις προσβαλλόμενες πράξεις επεμβάσεις δεν εκτελούνται στη θαλάσσια ή χερσαία ζώνη του λιμένα Μεγίστης αλλά στην παραλιακή ζώνη του οικισμού, δεν συνιστούν κύρια λιμενικά έργα, κατά την έννοια του άρθρου 46 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4150/ 2013, δεν εξυπηρετούν επιτακτικούς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος, ενώ από τα στοιχεία του φακέλου δεν τεκμηριώνεται η ύπαρξη άμεσου κινδύνου του οποίου η αντιμετώπιση επιβάλλει κατεπείγουσα εκτέλεση έργων προσωρινής αποκατάστασης και οι επεμβάσεις δεν συνιστούν εργασίες προσωρινής αποκατάστασης, αλλά μόνιμα έργα επί του παραλιακού μετώπου του οικισμού της Μεγίστης, τα οποία τροποποιούν τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του. Η υπαγωγή των επίμαχων λιμενικών έργων στη διάταξη του άρθρου 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017 έχει, κατά τους αιτούντες, ως συνέπεια την παραβίαση της αρχής της αειφορίας υπό την έννοια ότι δεν έχει τηρηθεί η διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης για έργα κατηγορίας Α1 και Α2, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας έγκαιρης ενημέρωσης και συμμετοχής του ενδιαφερόμενου κοινού σε διαβούλευση ούτε έχει εκπονηθεί Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση, λόγω του ότι ολόκληρη η νήσος Καστελόριζο, οι νησίδες Ρω και Στρογγύλη και η παράκτια θαλάσσια ζώνη γύρω από τα νησιά αυτά συγκροτεί την Ειδική Ζώνη Διατήρησης GR4210004.
13. Επειδή, εν προκειμένω, προκειμένου να εκδοθεί η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη, ο Κεντρικός Λιμενάρχης Ρόδου με το 2131.24/ 1977/24.6.2019 έγγραφό του προς τον Διευθυντή Λιμενικών και Κτιριακών Υποδομών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής εισηγήθηκε, κατά τα προβλεπόμενα στη διάταξη του άρθρου 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017, την εκτέλεση και αποπεράτωση έργων αποκατάστασης λόγω διαβρώσεων και ρωγμών επί του δαπέδου σε διάφορα σημεία εντός της παραλιακής ζώνης Μεγίστης, καθώς και στην αποβάθρα, στην οποία υπάρχουν εκτεταμένες φθορές, τα οποία θεώρησε επιτακτικά και επείγοντα. Με το Δ.Τ.Υ./ΓΝ7/1346/2.7.2019 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου Νότιας Δωδεκανήσου εγκρίθηκε η τεχνική περιγραφή του έργου «Αποκατάσταση Λιμενικής Υποδομής-Παραλιακής Ζώνης Μεγίστης για αποτροπή άμεσου κινδύνου», στην οποία δεν προκύπτει ότι περιλαμβάνονται και οι εργασίες επισκευής των κρηπιδωμάτων της αποβάθρας του λιμένα, όπως περιγράφονταν στην από 17.12.2018 μελέτη του έργου «Επισκευή Κρηπιδωμάτων», η οποία εκπονήθηκε από το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Νότιας Δωδεκανήσου. Με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη η εκτέλεση των αναγκαίων τεχνικών εργασιών στην παραλιακή ζώνη Μεγίστης, όπως περιγράφονται στην από 2.7.2019 τεχνική έκθεση κατόπιν της από 24.6.2019 εισήγησης του Κεντρικού Λιμενάρχη Ρόδου, υπήχθη στο άρθρο 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017, επετράπη δηλαδή η εκτέλεσή τους, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη και χωρίς την ύπαρξη εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων. Σύμφωνα, όμως, με τα όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, υπό την εκδοχή ότι η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη εγκρίνει μόνο τα έργα ανάπλασης της λιμενικής υποδομής της παραλιακής ζώνης της νήσου Μεγίστης, όπως περιγράφονται στην από 2.7.2019 τεχνική περιγραφή του έργου «Αποκατάσταση Λιμενικής Υποδομής Παραλιακής Ζώνης Μεγίστης για αποτροπή άμεσου κινδύνου», η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα διότι, αν και σύμφωνα με το έγγραφο της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής (οικ. 24240/6.5.2019 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού Δωδεκανήσου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου), οι προτεινόμενες με την τεχνική έκθεση παρεμβάσεις επί της παραλιακής ζώνης εντάσσονται και στην υποκατηγορία Α2 της Ομάδας 3η (Λιμενικά έργα) με α/α 9 (Έργα Ανάπλασης και διαμόρφωσης ακτής α. Πεζόδρομοι, ποδηλατόδρομοι) της υ.α. 1958/13.1.2012, όπως τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την υ.α. ΔΙΠΑ οικ. 37674 /27.7.2016, δεν εκπονήθηκε μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και δεν τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 4 του ν. 4014/2011, ούτε προκύπτει ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 παρ. 2β του ν. 4014/2011, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, διαδικασία εξαίρεσης από την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Αν η ίδια πράξη (πρώτη προσβαλλόμενη) έχει την έννοια ότι με αυτήν εγκρίνονται και οι εργασίες που αφορούν στο κρηπίδωμα της αποβάθρας του λιμένα Μεγίστης, τις οποίες αναφέρει ο Κεντρικός Λιμενάρχης Ρόδου στην από 24.6.2019 εισήγησή του, τότε, η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα και κατά το μέρος αυτό, διότι δεν βεβαιώνεται με πράξη της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής ότι οι προτεινόμενες επεμβάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν, σύμφωνα με την περιγραφή τους, την επισκευή υποσκαφής θεμελίων των τεχνητών ογκολίθων, την πλήρωση του κενού μεταξύ τεχνητών ογκολίθων έδρασης του κρηπιδότοιχου και την αποκατάσταση της ανωδομής της αποβάθρας, έργα δηλαδή τα οποία θα μπορούσαν, κατ’ αρχήν, να υπαχθούν στην ομάδα 3η του Παραρτήματος Ι του ν. 4014/2011 (Λιμενικά Έργα), δεν εμπίπτουν, ως εκ της φύσεως ή του μεγέθους τους, στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ενωσιακού και εθνικού δικαίου για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 10. Επομένως, η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, κατόπιν δε τούτου καθίστανται ακυρωτέες και οι επ’ αυτής ερειδόμενες υπό στοιχεία β΄, γ΄ και δ΄ προσβαλλόμενες πράξεις, ενώ αλυσιτελής αποβαίνει η εξέταση των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
14. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή.
Πρόεδρος: Θ. Αραβάνης
Εισηγητής: Αν. Σπανού