ΣτΕ 150/2023 [Παράνομη έγκριση εργασιών αποκατάστασης της παραλιακής ζώνης Μεγίστης προς αποτροπή άμεσου κινδύνου]
Περίληψη
– Οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι συναφείς διότι εκδόθηκαν μεν δυνάμει διαφορετικών νομοθεσιών, πλην αποσκοπούν στη δημιουργία των αυτών λιμενικών έργων ενώ κάθε μία εξ αυτών αποτελεί κατά νόμον αναγκαία προϋπόθεση για την έκδοση της επόμενης και συνεπώς παραδεκτώς προσβάλλονται με το ίδιο δικόγραφο.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση του ν. 4504/2017, σκοπός της ρύθμισης του άρθρου 86 παρ. 5 είναι η αδειοδότηση από όργανο του Υπουργείου Ναυτιλίας εργασιών «..που η έλλειψη των ζωνών αιγιαλού, παραλίας, χερσαίας ή εξομοιούμενης με λιμένα τις καθιστούσε εξαιρετικά χρονοβόρες, με φυσικό επακόλουθο την παρατεταμένη περίοδο μη χρησιμοποίησης των αναγκαίων λιμενικών εγκαταστάσεων», όχι δε η εξαίρεση έργων από το πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας, ενωσιακής και εθνικής, για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ενόψει τούτου, η ως άνω διάταξη του άρθρου 86 παρ. 5 του ν. 4504/2017, ερμηνευόμενη υπό το φως των θεμελιωδών αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης, της προφύλαξης και της προληπτικής δράσης οι οποίες πηγάζουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος και από την οδηγία 2011/92/ΕΕ, η οποία ενσωματώθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη με το ν. 4014/2011, έχει την έννοια ότι η εκτέλεση τεχνικών εργασιών συντήρησης και επισκευής υφιστάμενων λιμενικών έργων προσωρινού χαρακτήρα χωρίς την έγκριση περιβαλλοντικών όρων επιτρέπεται μόνον εφ’όσον οι εργασίες αυτές είτε δεν εμπίπτουν, κατά την κρίση της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής, στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, και κατ’ακολουθίαν των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας (βλ. ανωτέρω σκ. 8) είτε, εφ’όσον εμπίπτουν, έχουν εξαιρεθεί, κατά την διαδικασία του άρθρου 1 παρ. 2β του ν. 4014/2011 (άρθρο 2 παρ. 4 της οδηγίας 2011/92/ΕΕ), στο οποίο προβλέπεται η περίπτωση εξαίρεσης έργου από την υποχρέωση περιβαλλοντικής εκτίμησης, για επιτακτικούς λόγους, μεταξύ των οποίων και η αποτροπή άμεσου κινδύνου. Αντίβετη άποψη, κατ’αρχήν, θα ερχόταν σε αντίθεση με την οδηγία 2011/92/ΕΕ, διότι θα επέτρεπε στον εθνικό νομοθέτη να εξαιρεί αυτογνωμόνως, έστω και για λόγους ασφάλειας και επείγοντος, έργα που, άλλως, θα ενέπιπταν στον πεδίο εφαρμογής του χωρίς την τήρηση της διαδικασίας που έχει προβλέψει για τις περιπτώσεις αυτές το ενωσιακό δίκαιο.
Υπό την εκδοχή ότι η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη εγκρίνει μόνο τα έργα ανάπλασης της λιμενικής υποδομής της παραλιακής ζώνης της νήσου Μεγίστης, όπως περιγράφονται στην από 2.7.2019 τεχνική περιγραφή του έργου «Αποκατάσταση Λιμενικής Υποδομής Παραλιακής Ζώνης Μεγίστης για αποτροπή άμεσου κινδύνου», η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα διότι, αν και σύμφωνα με το έγγραφο της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής (οικ. 24240/6.5.2019 έγγραφο της Αναπληρώτριας Προϊσταμένης του Τμήματος Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού Δωδεκανήσου της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου), οι προτεινόμενες με την τεχνική έκθεση παρεμβάσεις επί της παραλιακής ζώνης εντάσσονται και στην υποκατηγορία Α2 της Ομάδας 3η (Λιμενικά έργα) με α/α 9 (Έργα Ανάπλασης και διαμόρφωσης ακτής α. Πεζόδρομοι, ποδηλατοδρόμοι) της υ.α. 1958/13.1.2012, όπως τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε με την υ.α. ΔΙΠΑ οικ. 37674 /27.7.2016, δεν εκπονήθηκε μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και δεν τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 4 του ν. 4014/2011, ούτε προκύπτει ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη στο άρθρο 1 παρ. 2β του ν. 4014/2011, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, διαδικασία εξαίρεσης από την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Αν η ίδια πράξη (πρώτη προσβαλλόμενη) έχει την έννοια ότι με αυτήν εγκρίνονται και οι εργασίες που αφορούν στο κρηπίδωμα της αποβάθρας του λιμένα Μεγίστης, τις οποίες αναφέρει ο Κεντρικός Λιμενάρχης Ρόδου στην από 24.6.2019 εισήγησή του, τότε η πράξη αυτή είναι ακυρωτέα και κατά το μέρος αυτό, διότι δεν βεβαιώνεται με πράξη της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής ότι οι προτεινόμενες επεμβάσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν, σύμφωνα με την περιγραφή τους, την επισκευή υποσκαφής θεμελίων των τεχνητών ογκολίθων, την πλήρωση του κενού μεταξύ τεχνητών ογκολίθων έδρασης του κρηπιδότοιχου και την αποκατάσταση της ανωδομής της αποβάθρας, έργα δηλαδή τα οποία θα μπορούσαν, κατ’αρχήν, να υπαχθούν στην ομάδα 3η του Παραρτήματος I του ν. 4014/2011 (Λιμενικά Έργα), δεν εμπίπτουν, ως εκ της φύσεως ή του μεγέθους τους, στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ενωσιακού και εθνικού δικαίου για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, κατά τα εκτιθέμενα στη σκέψη 10. Επομένως, η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα, κατόπιν δε τούτου καθίστανται ακυρωτέες και οι επ’ αυτής ερειδόμενες υπό στοιχεία β’, γ’ και δ’ προσβαλλόμενες πράξεις, ενώ αλυσιτελής αποβαίνει η εξέταση των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.
Πρόεδρος: Θ. Αραβάνης
Εισηγητής: Αν. Σπανού
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.