ΣΤΕ 850/2021 [ΝΟΜΙΜΟ Π.Δ. ΈΚΓΡΙΣΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Δ. ΚΡΩΠΙΑΣ]
Περίληψη
– Εφόσον οι προσβαλλόµενες ρυθμίσεις της ένδικης πολεοδομικής µελέτης παρίστανται νομίμως αιτιολογηµένες και σύμφωνες µε το Σύνταγμα, ο έλεγχος, κατά τα λοιπά, της ορθότητάς τους εκφεύγει του ακυρωτικού ελέγχου, διότι ανάγεται στις ουσιαστικές επιλογές της κανονιστικής Διοίκησης. Εξάλλου, η ένταξη όµορων εκτάσεων µε όμοια, κατά την αντίληψη της αιτούσας εταιρείας, χαρακτηριστικά, δεν αποτελεί, µε βάση τα προαναφερόµενα, δυσμενή διάκριση σε βάρος της, πολύ δε περισσότερο καθόσον η προστασία της εκτός σχεδίου δόµησης, την οποία επικαλείται η αιτούσα προς τεκμηρίωση των ισχυρισµών της, διαφοροποιείται θεμελιωδώς σε σχέση µε την προστασία της δόµησης βάσει οργανωμένου πολεοδομικού σχεδίου και σε καμία περίπτωση δεν δημιουργεί υποχρέωση στη Διοίκηση να διατηρήσει και να νομιμοποιήσει υφιστάμενες καταστάσεις, ή να μεταβάλει τις επιτρεπτές χρήσεις των ακινήτων, έστω και αν αυτές έγιναν ανεκτές από τη Διοίκηση επί μακρό χρονικό διάστηµα. Ενόψει των ανωτέρω, είναι απορριπτέοι ως αβάσιµοι οι λόγοι ακυρώσεως µε τους οποίους προβάλλεται παραβίαση των συναγοµένων από το άρθρο 24 του Συντάγματος κανόνων της χωροταξίας και της πολεοδομίας κατ’ επίκληση της προφανούς, κατά την αιτούσα, ανομοιομορφίας της επέκτασης του ρυμοτομικού σχεδίου προς την ακτή, σε συγκεκριµένο θύλακα και κατά παράλειψη των όμορων δοµηµένων εκτάσεων. Ειδικότερα, όλα τα συναφώς προβαλλόμενα από την αιτούσα περί του ατεκμηρίωτου των ρυθμίσεων και περί καταχρηστικής άσκησης της εξουσίας της Διοίκησης λόγω της εξυπηρέτησης αμιγώς ιδιωτικών συμφερόντων της ιδιοκτησίας των παρεμβαινόντων, είναι απορριπτέα ως αναπόδεικτα και αβάσιμα.
Δεν προβάλλονται δε παραδεκτώς, το πρώτον ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι ισχυρισμοί της αιτούσας µε τους οποίους, κατ’ επίκληση προσκομιζόµενων τεχνικών εκθέσεων, αμφισβητούνται οι τεχνικές κρίσεις της Διοίκησης περί της γεωλογικής ακαταλληλότητας της εξαιρούµενης από το σχέδιο έκτασης, εφόσον, μάλιστα, προκύπτει ότι ήταν σε γνώση της κρίσιµης εγκρίσεως της μελέτης από τη Διοίκηση το έτος 2007. Κατά τα λοιπά δε, ο έλεγχος της ουσιαστικής ορθότητας των βασικών επιλογών της προσβαλλόµενης πολεοδομικής μελέτης, ως κανονιστικής πράξης, εκφεύγει του ακυρωτικού ελέγχου.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόµενη πολεοδομική µελέτη είναι παράνομη λόγω της παράλειψης προηγούμενης εκπόνησης Σχεδίου-Πλαισίου Ολοκληρωμένης Διαχείρισης των Ακτών της Αττικής (ΣΟΔΑΑ) από τον Οργανισμό Αθήνας (ΟΡΣΑ), ενόψει της επέκτασης, κατά τους ισχυρισμούς της αιτούσας, του ρυμοτομικού σχεδίου νοτίως της Λεωφόρου Βουλιαγµένης-Σουνίου προς την ακτή. Και ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιµος, προεχόντως, διότι η εκπόνηση του εν λόγω Σχεδίου-Πλαισίου δεν προβλεπόταν, ως διαδικαστικός τύπος, από νόμο ισχύοντα κατά τον χρόνο έγκρισης της προσβαλλόµενης πολεοδομικής μελέτης, ούτε, άλλωστε, το Σύνταγμα επιβάλλει συγκεκριµένο σύστηµα χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού αλλά µόνον ότι αυτός πρέπει να είναι ορθολογικός και τα χωροταξικά και πολεοδομικά σχέδια διαφόρων επιπέδων σχεδιασμού να εναρμονίζονται μεταξύ τους, κατά τα προβλεπόμενα στην εκάστοτε ισχύουσα εν γένει χωροταξική και πολεοδομική νομοθεσία. Σε κάθε δε περίπτωση, η ανάγκη προστασίας των ακτών από την εξάπλωση της οικιστικής χρήσης και των περιφράξεων ελήφθη κατ’ ουσίαν υπόψη από την κανονιστική διοίκηση.
Δεν προκύπτει η επιβάρυνση του περιβάλλοντος ή η ανατροπή του πολεοδομικού κεκτηµένου που επικαλούνται οι αιτούντες. Καθ’ ο µέρος δε προβάλλεται ότι οι ανωτέρω ρυμοτομικές ρυθμίσεις, συνιστάµενες εν τοις πράγµασι στην τµηματική (αποσπασματική) και ανοµοιόμορφη επέκταση του ρυμοτομικού σχεδίου προς την ακτή τίθενται αποκλειστικώς προς εξυπηρέτηση ιδιωτικών συµφερόντων, διότι η Διοίκηση, κάνοντας κακή χρήση της διακριτικής της ευχέρειας, αποκόπτει την ιδιοκτησία της αιτούσας εταιρείας από το σχέδιο, ωφελεί συγκεκριμένες όµορες ιδιοκτησίες και παραβιάζει εν γένει τις αρχές διατήρησης της ακτογραµµής και διευκόλυνσης της πρόσβασης στην ακτή, ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως, µε τον οποίο προβάλλεται κατ’ ουσίαν κατάχρηση εξουσίας εκ µέρους της κανονιστικής διοίκησης, είναι απορριπτέος ως αναπόδεικτος και εν γένει απαράδεκτος. Απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο ειδικότερος ισχυρισμός περί παραβιάσεως του πρωτοκόλλου για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών της Μεσογείου, με το οποίο λαμβάνεται μέριμνα για την προστασία των ακτών σε υπερεθνικό επίπεδο και αποτελεί αναπόσπαστο τµήµα της διεθνούς σύμβασης για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και των παράκτιων περιοχών της Μεσογείου, δηλαδή της διεθνούς συμβάσεως της Βαρκελώνης. Τούτο διότι, για την κατάρτιση της προσβαλλόμενης μελέτης, η οποία αποτελεί σχέδιο που καλύπτει την αστική ανάπτυξη του χώρου και τις κοινωνικοοικονομικές δραστηριότητες, ελήφθησαν υπόψη οι γενικές αρχές και δεσμεύσεις ως προς την αειφόρο ανάπτυξη των παράκτιων ζωνών, οι οποίες αποτυπώνονται ήδη στις διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας που εφαρμόστηκαν στην προκειμένη περίπτωση, άλλωστε δε, σε καμία περίπτωση το εν λόγω πρωτόκολλο δεν επιβάλλει την πρόβλεψης ζώνης προστασίας 100 μέτρων σε όλες τις ακτές, όπως εσφαλµένως υπολαμβάνει η αιτούσα εταιρεία.
Προβάλλεται περαιτέρω, ότι η προσβαλλόμενη πολεοδομική µελέτη είναι παράνομη, διότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία προηγούμενης Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίµησης, µε την εκπόνηση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) σύμφωνα µε τα κριθέντα µε την απόφαση 2365/2017 του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Κατά την έννοια των διατάξεων της 2001/42/ΕΚ οδηγίας της 107017/28.8.2006 κοινής υπουργικής απόφασης και των άρθρων 116 και 117 παρ. 2 και 4 του ΚΒΠΝ για την έγκριση πολεοδομικής μελέτης δεύτερης κατοικίας, πρέπει, καταρχήν, να ακολουθείται η διαδικασία της “Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίμησης” µε τη διενέργεια ΣΜΠΕ. Τούτο διότι η πολεοδομική µελέτη, ως εργαλείο πολεοδομικού σχεδιασμού για τον καθορισμό, μεταξύ άλλων, των οικοδοµήσιµων, κοινόχρηστων και κοινωφελών χώρων, των κατάλληλων χρήσεων γης και των σχετικών όρων και περιορισμών δόµησης, συνιστά “σχέδιο ή πρόγραμμα” συνδεόµενο µε την «χωροταξία ή χρήση του εδάφους» για το οποίο πρέπει, κατ’ αρχήν, να ακολουθείται η διαδικασία της “Στρατηγικής Περιβαλλοντικής Εκτίµησης” (ΣΠΕ), µε την εκπόνηση “Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων” (ΣΜΠΕ), έστω και αν η περίπτωση της εν λόγω πολεοδομικής μελέτης δεν συμπεριελήφθη ρητώς, µε τις άλλες περιπτώσεις “σχεδίων ή προγραμμάτων” για τις οποίες τηρείται η διαδικασία αυτή, στο Παράρτημα Ι της ανωτέρω κ.υ.α. Η ερμηνεία αυτή ανταποκρίνεται στον σκοπό της οδηγίας, δηλαδή στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου περιβαλλοντικής προστασίας των πολεοδομούμενων περιοχών, υπό την έννοια ότι οι διατάξεις που οριοθετούν το πεδίο εφαρµογής της οδηγίας και, ιδίως, εκείνες που περιλαμβάνουν ορισμό των πράξεων, στις οποίες αυτή αποβλέπει, χρήζουν ευρείας ερμηνείας. Ωστόσο, η µη διενέργεια ΣΜΠΕ, κατά το στάδιο αυτό, µπορεί, λόγω και της ένταξης της μελέτης σε ιεραρχικό πλαίσιο πράξεων ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού (Ρυθμιστικό σχέδιο, ΓΠΣ, ΖΟΕ, ΣΧΑΠ) εφόσον το τελευταίο απαιτείται), να αναπληρωθεί, εάν οι τελευταίες αυτές πράξεις προέβλεπαν αρκούντως ακριβείς κανόνες χρήσης γης και είχαν αποτελέσει οι ίδιες, καταρχήν, αντικείµενο εκτίµησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεών τους. Στην προκειμένη περίπτωση διαπιστώθηκε ότι δεν έχει προηγηθεί πριν από την σύνταξη της υπό επεξεργασία πολεοδομικής μελέτης δεύτερης κατοικίας η απαιτούµενη, κατά τα ανωτέρω, διαδικασία ΣΠΕ µε την εκπόνηση ΣΜΠΕ ούτε, προκύπτει, πάντως, η τήρηση οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προσβαλλόμενων ρυθμίσεων. Εξάλλου, η διαδικασία ΣΠΕ, δεν είχε καν θεσπισθεί κατά τον χρόνο καθορισμού (1985 και 1988) των περιοχών δεύτερης κατοικίας της ΖΟΕ Αττικής, στην οποία εμπίπτει η υπό πολεοδόµηση περιοχή, ώστε να τίθεται τυχόν ζήτημα αναπληρώσεως της ελλείπουσας κατά το στάδιο έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης ΣΠΕ απὀ τέτοια διαδικασία κατά το προγενέστερο στάδιο έγκρισης της εν λόγω ΖΟΕ, δηλαδή της πράξης ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού που διέπει την σύνταξη της προκείµενης πολεοδομικής μελέτης. Με δεδομένο, όµως, ότι η πολεοδομούμενη περιοχή περιλαμβάνεται στη Χωρική Ενότητα Ανατολικής Αττικής σύµφωνα µε το νέο ΡΣΑ, το Δικαστήριο ζήτησε από τη Διοίκηση να εξετάσει αν οι ρυθμίσεις αποτέλεσαν αντικείµενο περιβαλλοντικής εκτίμησης στο πλαίσιο της ΣΜΠΕ, που συντάχθηκε κατά την έγκριση του νέου ΡΣΑ. Όπως προκύπτει από τα προσκοµισθέντα απὀ τη Διοίκηση και τον παρεμβαίνοντα Δήμο στοιχεία, η πολεοδομούμενη περιοχή της Αγίας Μαρίνας αποτυπώνεται στους χάρτες του νέου ρυθμιοτικού σχεδίου (ΠΕΡ.2) ως θεσμοθετηµένη και από μακρού χρόνου διαμορφωμένη παραθεριστική κατοικία, στην οποία διοχετεύονται οι αυξανόμενες πληθυσμιακές οικιστικές πιέσεις από τους οικισμούς µε χαρακτήρα παραθεριστικής κατοικίας βόρεια της περιοχής της ΠΕ3, οι οποίοι δεν περιελήφθησαν στη ρύθμιση της ΖΟΕ, οι προτεινόμενες δε ρυθμίσεις εναρμονίζονται µε το περιεχόµενο των κατευθύνσεων του νέου ΡΣΑ και τους γενικούς και ειδικούς περιβαλλοντικούς στόχους της ΣΜΠΕ.
Με τα δεδοµένα από τα οποία προκύπτει, κατά την αιτιολογηµένη κρίση της κεντρικής Διοίκησης και του οικείου Δήμου, ότι οι σχετικές ρυθµίσεις έχουν αποτελέσει αντικείµενο περιβαλλοντικής εκτίµησης κατά την εκπόνηση της ΣΜΠΕ του νέου ΡΣΑ, δηλαδή της υπερκείµενης πράξης χωροταξικού σχεδιασμού, οι προσβαλλόμενες ρυθμίσεις είναι νόµιµες από την άποψη αυτή. Στην κρίση αυτή δεν ασκεί επιρροή το ότι η τεχνική έκθεση εναρµόνισης των προβλέψεων της ΣΜΠΕ, του νέου ΡΣΑ µε τις ρυθµίσεις της προσβαλλόμενης μελέτης προσκοµίστηκε στο Δικαστήριο ενόψει της συζητήσεως της κρινόµενης υποθέσεως, ούτε ότι η ΣΜΠΕ του νέου ΡΣΑ καταρτίστηκε µεταγενεστέρως της προσβαλλόµενης πολεοδομικής µελέτης όπως αβασίµως προβάλλει η αιτούσα εταιρεία, εφόσον, πάντως, οι ένδικες ρυθµίσεις, οι οποίες συνιστούν εν ταυτώ ρυθμίσεις της οικείας ΖΟΕ, υιοθετούνται, σε στρατηγικό επίπεδο, από τον ισχύοντα ήδη υπερκείμενο σχεδιασμό.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πολεοδομική µελέτη πρέπει να ακυρωθεί, διότι οι ρυθμίσεις της, καθ’ ο µέρος αφορούν στο σύνολο της Πολεοδοµικής Ενότητας 3 της περιοχής β᾽ κατοικίας “Αγία Μαρίνα” Δήμου Κρωπίας αλλά και ειδικότερα στα ΟΤ, στα οποία έχει ιδιοκτησία η αιτούσα εταιρεία, δεν καλύπτονται από το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο της περιοχής, το οποίο καθορίζει, κατά νόµο, το σύνολο των πολεοδομηµένων και προς πολεοδόµηση περιοχών του οικείου Δήμου και αποτελεί υπερκείμενο σχεδιασμό. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιµος, διότι η προσβαλλόμενη πολεοδομική µελέτη αναφέρεται σε περιοχή β’ κατοικίας, δηλαδή, σε περιοχή, η οποία βρίσκεται µέσα σε Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) και χρησιµοποιείται για την παραμονή ατόμων πλέον του εικοσιτετραώρου για διακοπές ή αναψυχή, πολεοδοµείται δε βάσει των ειδικότερων διατάξεων των άρθρων 116-123 του ΚΒΠΝ και των οριζόµενων στην οικεία ΖΟΕ, και σε εναρμόνιση µε τις κατευθύνσεις του ΓΠΣ του οικισμού που βρίσκεται σε λειτουργική εξάρτηση µε τις υπό µελέτη περιοχές, στην προκειμένη δε περίπτωση τα όρια της ΖΟΕ, Μεσογείων αποτυπώνονται εναργώς στον χάρτη Π1 του ΓΠΣ του Δήμου Κρωπίας Αττικής.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Θ. Ζιάμου
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.