ΣΤΕ 155/2019 [ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΔΕΗ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΕΙΣΦΟΡΑΣ ΣΕ ΓΗ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ ΓΙΑ ΑΚΙΝΗΤΟ ΜΕ ΥΠΟΣΤΑΘΜΟ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ]
Περίληψη
– Σύμφωνα µε τις διατάξεις, που αφορούν την εφαρμογή του μέτρου της εισφοράς σε γη, για τον χαρακτηρισμό ορισµένης ιδιοκτησίας, που ανήκει στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ, ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ως κοινωφελούς χώρου εντός σχεδίου πόλεως, κρίσιμος είναι ο προορισμός της ιδιοκτησίας από πολεοδομική άποψη, όπως αυτός καθορίζεται από την προβλεπόμενη, στην πολεοδομική μελέτη, χρήση της ιδιοκτησίας για την κάλυψη της αναγκαίας, για τη λειτουργία του οικισμού, υποδομής. Εφόσον δε η χρήση αυτή αποβλέπει στη θεραπεία κοινού συμφέροντος ή ευρείας κατηγορίας ωφελουμένων προσώπων και εξυπηρετεί άμεσα βασικές λειτουργικές ανάγκες του οικισμού, η ικανοποίηση των οποίων έχει ανατεθεί από τον νόμο στους ανωτέρω φορείς και εμπίπτει στις αρμοδιότητες ή τον σκοπό τους, η ιδιοκτησία υπάγεται στην, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, έννοια του κοινωφελούς χώρου. Εξάλλου, ο κοινωφελής σκοπός, για την εξυπηρέτηση του οποίου προορίζεται η ιδιοκτησία, μπορεί να προκύπτει είτε από την αποτύπωση της ιδιοκτησίας ως «κοινής ωφέλειας» στο διάγραμμα της πολεοδομικής μελέτης, είτε από τη φύση των εγκαταστάσεων οι οποίες επιτρέπεται να ανεγερθούν, ή και να παραμείνουν στην έκταση αυτή, εφόσον αυτές ήδη υφίστανται.
Το δικάσαν ερμήνευσε τις διατάξεις του ΚΒΠΝ και «υπό το πρίσμα» ότι η ΔΕΗ μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία και, περαιτέρω, έκρινε ότι έκταση της ΔΕΗ, προοριζόμενη από την πολεοδομική μελέτη για την εγκατάσταση μηχανολογικού εξοπλισμού μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και συναφών κτηριακών εγκαταστάσεων, δεν μπορεί να έχει κοινωφελή σκοπό. Όπως προκύπτει από την ως άνω ερμηνεία, το δικάσαν δεν έλαβε υπόψη ότι, σε διατάξεις της νομοθεσίας, οι δραστηριότητες και οι υπηρεσίες διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ή οι συναφείς εγκαταστάσεις χαρακτηρίζονται ως κοινής ωφέλειας.
Όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα στοιχεία του φακέλου, οι απαλλοτριωθείσες την περίοδο 1962-1969 εκτάσεις αποσκοπούσαν στην εγκατάσταση και λειτουργία υποσταθμού μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ, δηλαδή στη δημιουργία εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας, όπως άλλωστε αναφέρεται στις σχετικές πράξεις, με τις οποίες κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση, ο σκοπός δε αυτός διατηρήθηκε, για το μειζον τμήμα της συνολικής έκτασης, κατά την ένταξή της στο ρυμοτομικό σχέδιο του Δήμου Ευόσμου το έτος 1979, αλλά και κατά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης το έτος 1991.
Τούτο δε προκύπτει από το γεγονός ότι στο ρυμοτομικό σχέδιο, το επίμαχο ακίνητο τμήμα της συνολικώς απαλλοτριωθείσας έκτασης προβλέπεται ανέκαθεν, από την ένταξη, δηλαδή, της περιοχής στο σχέδιο πόλεως, ως «χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και, συνεπώς, σύμφωνα με τον επιδιωκόμενο, από την πολεοδομική μελέτη, σχεδιασμό εξυπηρετούσε στο παρελθόν και εξακολουθεί, να εξυπηρετεί και με βάση το υφιστάμενο πολεοδομικό καθεστώς, σκοπό κοινής ωφέλειας, υπό την προεκτεθείσα έννοια. Περαιτέρω, από τις πράξεις µε τις οποίες εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη και αναθεωρήθηκε το σχέδιο πόλεως στην περιοχή, οι οποίες χαρακτηρίζουν το επίμαχο ακίνητο ως «χώρο εγκαταστάσεων ΔΕΗ», με τη χρήση δε του όρου «εγκαταστάσεις» αναφέρονται προδήλως στον υφιστάμενο υποσταθμό και τις συναφείς με τη λειτουργία του χρήσεις, προκύπτει ότι το ακίνητο αυτό προορίζεται αποκλειστικά για τη διατήρηση και δημιουργία εγκαταστάσεων, που εξυπηρετούν τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, με όλες τις κατά νόμο συνέπειες, και όχι για την ανέγερση άλλων κτηρίων ή εγκαταστάσεων που δεν σχετίζονται µε το δίκτυο μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. κατοικιών, καταστημάτων κ.λπ.).
Επομένως, το εν λόγω ακίνητο της εκκαλούσας, καθ’ ο μέρος προορίζεται για τη στέγαση εγκαταστάσεων παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, δηλαδή στην έκταση που έχει χαρακτηρισθεί από την πολεοδομική μελέτη ως «χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ», θεωρείται αυτοδίκαια εισφερόμενο για τον σκοπό κοινής ωφέλειας, για τον οποίο προορίζεται και δεν υπόκειται κατά το μέρος αυτό σε εισφορά γης. Τέλος, ως προς το κρίσιμο, εν προκειμένω, ζήτημα η υπάρχουσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας βαίνει προς την αντίθετη ερμηνευτική κατεύθυνση από αυτήν που δεχθηκε το δικάσαν κατά την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων.
Με τα δεδομένα αυτά, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας, µε τον οποίο προβάλλεται ότι, ως προς το ζήτημα της επιβολής ή μη εισφοράς σε γη σε ακίνητο, το οποίο προορίζεται για τον υποσταθμό II και τις συναφείς εγκαταστάσεις, το δικάσαν έκρινε, αντίθετα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας [και επικουρικώς, ότι δεν υπάρχει νομολογία του ΣτΕ], ότι είναι παραδεκτός και βάσιμος, δοθέντος, άλλωστε, ότι το δικάσαν στις κρίσιμες σκέψεις της προσβαλλομένης απόφασής του δεν μνημονεύει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι περί του αντιθέτου δε ισχυρισμοί του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου και του Δημοσίου είναι απορριπτέοι.
Ως εκ τούτου, ο αντίστοιχος λόγος εφέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου κρίθηκε µε την εκκαλούμενη ότι υπόκειται σε εισφορά σε γη το επίμαχο ακίνητο, το οποίο κατά την πολεοδομική μελέτη αποτελεί «χώρο εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και στεγάζει τον υποσταθμό και τις λοιπές εγκαταστάσεις μεταφοράς και διανοµής ηλεκτρικής ενέργειας, είναι βάσιμος και πρέπει, κατ’ αποδοχήν του λόγου αυτού, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, η δε έρευνα των ισχυρισμών για το παραδεκτό και το βάσιμο των λοιπών λόγων εφέσεως παρέλκει ως αλυσιτελής.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Δ. Βασιλειάδης
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την έφεση αυτή ζητείται η εξαφάνιση της 861/2012 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως της εκκαλούσας -αντίστοιχα δε έγινε δεκτή παρέμβαση του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου- η οποία είχε ασκηθεί κατά: α) της 29/7385/22.6.2005 απόφασης του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, με την οποία κυρώθηκαν διορθωτικές πράξεις εφαρμογής στις γειτονιές «14-15» και «09-13» της πολεοδομικής μελέτης του Δήμου Ευόσμου και β) της 35432/20.7.2006 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφερείας Κεντρικής Μακεδονίας, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της εκκαλούσας κατά της ως άνω απόφασης του Νομάρχη Θεσσαλονίκης. Με την παραπάνω απόφαση του Νομάρχη κυρώθηκαν, αφενός, η 37/197 διορθωτική πράξη των 37/74, 37/131 και 37/194 πράξεων διόρθωσης της 37 πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης (γειτονιάς 14-15) και, αφετέρου, η 45/410 διορθωτική πράξη των 45/01, 45/43, 45/160, 45/220 και 45/223 πράξεων διόρθωσης της 45 πράξης εφαρμογής (γειτονιές 09-13), στα οικοδομικά τετράγωνα (ΟΤ) 07, 15Α, 08, 06, 04, Γ 17Β, Γ 23Γ, Γ19, Γ 17Γ, Γ 186 και Γ 15Δ του σχεδίου πόλεως του (πρώην) Δήμου Ευόσμου Ν. Θεσσαλονίκης. Με τις ως άνω κυρωθείσες πράξεις είχε επιβληθεί εισφορά σε γη και επί ακινήτου της εκκαλούσας, στο οποίο υφίστανται υποσταθμός και λοιπές εγκαταστάσεις μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία μετατράπηκε εν μέρει σε εισφορά σε χρήμα.
- Επειδή, η υπόθεση νομίμως συζητήθηκε, αν και δεν παρέστη η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, δεδομένου ότι από το σχετικό αποδεικτικό, με ημερομηνία 13-2-2014, που υπάρχει στο φάκελο, προκύπτει ότι στην ανωτέρω Περιφέρεια επιδόθηκε νομοτύπως αντίγραφο της κρινόμενης έφεσης και της πράξης της Προέδρου του Τμήματος, περί ορισμού δικασίμου και εισηγητού της υπόθεσης.
- Επειδή, η κρινόμενη έφεση ασκείται εμπροθέσμως, εντός έτους από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης, καθόσον δεν προκύπτει επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης στην εκκαλούσα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 (παρ. 3) του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8).
- Επειδή, από την εκκαλούμενη απόφαση, τους ισχυρισμούς των διαδίκων που προβλήθηκαν στον πρώτο βαθμό καθώς και το 26709/19.5.2017 έγγραφο του Τμήματος Χωροταξικού Σχεδιασμού και Ρυθμίσεων του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου (3ου εφεσιβλήτου) προς το ΣτΕ, προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι την περίοδο 1962-1969 στην εκτός σχεδίου περιοχή του αγροκτήματος της τότε Κοινότητας Ευόσμου απαλλοτριώθηκαν με δαπάνες της ΔΕΗ δύο όμορα ακίνητα συνολικής έκτασης 55.570 τ.μ. (29.490+26.080 τμ.) για την εγκατάσταση υποσταθμού μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας προς Πτολεμαΐδα, Άγρα και Καβάλα και ότι στις εκτάσεις αυτές κατασκευάσθηκαν ο υποσταθμός και οι λοιπές συναφείς εγκαταστάσεις (κατωτ. Ι), ότι το έτος 1979 οι ιδιοκτησίες αυτές της ΔΕΗ εντάχθηκαν στο ρυμοτομικό σχέδιο του Δήμου Ευόσμου, ότι το ρυμοτομικό σχέδιο αναθεωρήθηκε, στη συνέχεια, με την έγκριση πολεοδομικής μελέτης και την υπαγωγή πολ. ενοτήτων και τμημάτων αυτών στις διατάξεις του άρθρου 13 του ν.1337/1983 (κατωτ. ΙΙ), και ότι τα έτη 1994 και 1995 κυρώθηκαν με αποφάσεις του Νομάρχη Θεσσαλονίκης οι 37 και 45 πράξεις εφαρμογής στις γειτονιές 14-15 και 09-13, αντίστοιχα, οι οποίες διορθώθηκαν μεταγενεστέρως, πλην άλλων, με την προσβληθείσα ενώπιον του δικάσαντος προαναφερθείσα απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης (κατωτ. ΙΙΙ), με αποτέλεσμα να επιβληθεί εισφορά σε γη και στο ακίνητο που βρίσκεται εγκατεστημένος ο υποσταθμός. Ι. Ειδικότερα, ως προς τις απαλλοτριώσεις και την κατασκευή του υποσταθμού: α) με την 72315/1962 απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας (Δ΄ 116), κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση λόγω δημόσιας ωφέλειας, υπέρ και με δαπάνες της ΔΕΗ, επιχειρήσεως κοινής ωφελείας, έκτασης εμβαδού 29.490 τ.μ., «δια την επ’ αυτής κατασκευή υποσταθμού υποβιβάσεως τάσεως 150/15 KV Θεσσαλονίκης ΙΙ μετά των πάσης φύσεως ηλεκτρολογικών και μηχανολογικών εγκαταστάσεων αυτού», β) με την 16924/10190/1963 απόφαση του ιδίου Υπουργού (Δ΄ 34), κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση διαφόρων εκτάσεων (τεμαχίων), μεταξύ άλλων και στην κτηματική περιοχή της Κοινότητας Ευόσμου, για την εγκατάσταση χαλύβδινων πύργων στήριξης των γραμμών μεταφοράς και συνεστήθησαν δουλείες εναέριας διέλευσης γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής τάσης 150 kV και γ) με την 82549/1969 απόφαση του αυτού Υπουργού Βιομηχανίας (Δ΄ 180), κηρύχθηκε, ως κατεπείγουσα, αναγκαστική απαλλοτρίωση, υπέρ και με δαπάνες της ΔΕΗ, έκτασης 26.080 τ.μ, «…επί τω τέλει της επεκτάσεως των ήδη υφισταμένων εγκαταστάσεων του υποσταθμού Θεσσαλονίκης ΙΙ (Ευόσμου) προς κάλυψιν των συνεχώς αυξανομένων αναγκών καταναλώσεως ηλεκτρικής ενέργειας δια της προσθήκης νέου ηλεκτρολογικού εξοπλισμού […] ως και την εκτέλεσιν συναφών δομικών έργων, εξυπηρετούντων την λειτουργίαν του υποσταθμού …». ΙΙ. Εξάλλου, ως προς το πολεοδομικό καθεστώς της περιοχής, στο προαναφερθέν έγγραφο του Τμήματος Χωροταξικού Σχεδιασμού και Ρυθμίσεων του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου εκτίθεται ότι εκδόθηκαν διαδοχικώς: α) το από 4.4.1979 π.δ. (Δ΄ 271), με το οποίο εγκρίθηκε το ρυμοτομικό σχέδιο Ευόσμου και εντάχθηκαν στο ρυμοτομικό σχέδιο οι ανωτέρω ιδιοκτησίες της ΔΕΗ «Υποσταθμός II» και «Πύργοι», από την ιδιοκτησία δε του «υποσταθμού» ένα τμήμα εντάχθηκε ως οικοδομικό τετράγωνο «Χώρος Εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και το υπόλοιπο χαρακτηρίσθηκε ως δρόμος και ως χώρος πρασίνου, β) το από 1.6.1981 π.δ. «Περί τροποποιήσεως ενίων όρων και περιορισμών του ρυμοτομικού σχεδίου Ευόσμου (Θεσσαλονίκης)» (Δ΄ 331) και γ) το από 12.12.1985 π.δ. «Έγκριση πολεοδομικής μελέτης περιοχής του δήμου Ελευθερίου – Κορδελιού (ν. Θεσσαλονίκης), τροποποίηση σχεδίου … και σε περιοχή του δήμου Ευόσμου» (Δ΄ 4), που δεν φαίνεται να έθιξαν την ιδιοκτησία της ΔΕΗ στην οποία βρίσκεται ο υποσταθμός, δ) η ΔΠ/ΠΜ/12317/ 549/9.6.1989 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, «Αναθεώρηση του Ρυμοτομικού Σχεδίου των Δήμων Ευόσμου και Ελευθερίου – Κορδελιού (Ν. Θες/νίκης) …» (Δ΄ 462), σε διάγραμμα της οποίας (πινακίδα 11) αποτυπώνεται ο υποσταθμός ως «Χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ», πλην, όπως εκτίθεται στο έγγραφο του Δήμου, η απόφαση αυτή κρίθηκε αντισυνταγματική επειδή δεν δημοσιεύθηκαν τα διαγράμματα που τη συνόδευαν (βλ. ΣτΕ 2493/1992 με την οποία ακυρώθηκε), ε) η 66450/ 4835/1989 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Δ΄ 643), με την οποία εγκρίθηκε το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο του Δήμου Ευόσμου [αναδημοσιευθείσα με την 50649/1573/1992 απόφαση του ιδίου Υπουργού (Δ΄ 367) λόγω μη δημοσίευσης αρχικώς των διαγραμμάτων], η οποία, κατά τα εκτιθέμενα στο έγγραφο του Δήμου, για το Ο.Τ. «Χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ» δεν προσδιορίζει ρητά τη χρήση, στ) το από 30.9/29.10.1991 π.δ. «Έγκριση πολεοδομικής μελέτης των πολεοδομικών ενοτήτων 10,12,13,14 και τμημάτων των πολεοδομικών ενοτήτων 9, 11 και 15 του Δήμου Ευόσμου (Ν. Θεσ/νίκης) και υπαγωγή αυτών στις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 1337/1983» (Δ΄ 749), με το οποίο εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη τμημάτων των πολεοδομικών ενοτήτων 14-15 και 9-13 του Δήμου Ευόσμου και μεταβλήθηκε τότε, κατά τα εκτιθέμενα στο έγγραφο του Δήμου, ο χώρος πρασίνου του Ο.Τ. 07Α σε χώρο αθλητικών εγκαταστάσεων [στην πινακίδα 11 του ανωτέρω π.δ. το Ο.Τ. 7 αναφέρεται ως «Χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και στην πινακίδα 12, παραπλεύρως αυτού, αποτυπώνεται χώρος αθλητικών εγκαταστάσεων], ζ) η ΔΠ/ΠΜ/27644/865/8.6.1993 απόφαση Νομάρχη Θεσ/νίκης «Αναθεώρηση του Ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Ευόσμου …» (Δ΄ 702), που δεν φαίνεται να έθιξε τον χώρο του υποσταθμού και η) το από 7.4.1994 π.δ. «Αναθεώρηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου των Δήμων Ευόσμου και Ελευθερίου Κορδελιού (Ν. Θεσσαλονίκης), καθορισμός χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης» (Δ΄ 368), στο άρθρο 1 του οποίου ορίζεται ότι «Εγκρίνεται η αναθεώρηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου των Δήμων Ευόσμου και Ελευθερίου Κορδελιού…με τον καθορισμό οικοδομήσιμων χώρων, κοινοχρήστων χώρων … εγκαταστάσεων ΔΕΗ …», στην πινακίδα 11 του οποίου το Ο.Τ. 7 αποτυπώνεται, ομοίως, ως «Χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ». Μεταγενεστέρως, ήτοι μετά την κύρωση τα έτη 1994 και 1995 των 37 και 45 πράξεων εφαρμογής, εκδόθηκαν, θ) η 1534/359/27.1.1999, απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. «Τροποποίηση Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου (Γ.Π.Σ.) του Δήμου Ευόσμου (Ν. Θεσσαλονίκης)» (Δ΄ 115), η οποία προσδιορίζει την έκταση του υποσταθμού με την ένδειξη «ΔΕΗ» και στο υπόμνημα αναγράφεται για τον χώρο αυτόν «Ιδιαίτερες Χρήσεις» και ι) η 16819/19.4.2005 απόφαση του Υφυπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. «Τροποποίηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Δήμου Ευόσμου και Δήμου Ελευθερίου – Κορδελιού (Ν. Θεσ /νίκης)» (Δ΄ 570), η οποία αφορά τη μερική μελέτη και αναθεώρηση του σχεδίου στις πολεοδομικές ενότητες 14-15. ΙΙΙ. Περαιτέρω, ως προς τις πράξεις εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης, με την ΔΠ/ΤΑ/63283/6743/94/30.12.1994 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης κυρώθηκε, κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 8, 9 και 12 του ν. 1337/1983 και του από 30.9/29.10.1991 π.δ. (βλ. ανωτ. ΙΙ.στ), όπως ίσχυε, η 37 πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης (πολ. ενότητες 14-15) του Δήμου Ευόσμου. Στον πίνακα της πράξης αυτής ως προς το Ο.Τ. 07 και την ιδιοκτησία με αρ. κτηματογράφησης 150208 της εκκαλούσας, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, αρχική ιδιοκτησία εμβαδού 51.229,84 τ.μ., κοινόχρηστο 8.771,48 τ.μ. και κοινωφελές 42.458,36 τ.μ. (σύνολο 51.229,84 τ.μ.). Επίσης, με την ΔΠ/ΤΑ/οικ/29/39185/31.7.1995 απόφαση του ίδιου Νομάρχη κυρώθηκε η 45 πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης του Δήμου (γειτονιές 09-13), η οποία αφορούσε μικρότερα ακίνητα της ΔΕΗ στις εν λόγω πολ. ενότητες. Εν συνεχεία, με αποφάσεις του ίδιου Νομάρχη, που εκδόθηκαν την περίοδο 1995-2005 κυρώθηκαν διορθωτικές πράξεις των ανωτέρω πράξεων εφαρμογής. Ειδικότερα, για την μεν πράξη 37 κυρώθηκαν οι διορθωτικές πράξεις 37/19, 37/74 [Ο.Τ. 07, 15Δ], 37/82 [Ο.Τ. 07, 15Α], 37/114, 37/Α131 [μερική ακύρωση προγενέστερων ως προς τα Ο.Τ. 07, 08], 37/131 [Ο.Τ. 07,08] και 37/194 [Ο.Τ. 07, 15Α], για δε την πράξη 45 κυρώθηκαν οι διορθωτικές πράξεις 45/01, 45/30, 45/43 και 33/46, 45/114, 45/160, 45/220 και 45/223. Με την κυρωθείσα το 2001 ΔΠΕ [Διορθωτική Πράξη Εφαρμογής] 37/Α131 ανακλήθηκε, πλην άλλων, μερικώς ως προς την ιδιοκτησία 150208 η κυρωτική απόφαση της πράξης 37 ως προς τις εγγραφές του πίνακα και τη σχεδίαση των τελικών οικοπέδων και διατάχθηκε η ανασύνταξή της, ενώ με την κυρωθείσα, επίσης, το 2001 ΔΠΕ 37/131 κυρώθηκαν η σχεδίαση της αρχικής ιδιοκτησίας και οι εγγραφές του πίνακα και δημιουργήθηκε νέα αρχική ιδιοκτησία με κωδικό 01 στο ΟΤ 07. Στον πίνακα (σελ. 25) της τελευταίας αυτής πράξης από την ιδιοκτησία με κωδικό κτηματογράφησης 150208 εμφαίνεται ως αρχική ιδιοκτησία α) έκταση εμβαδού 9781,98 τ.μ., ρυμοτομούμενη στο σύνολό της για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων και β) «οικόπεδο 01», έκτασης εμβαδού 39177,69 τ.μ., για το οποίο (οικόπεδο) στις παρατηρήσεις του πίνακα αναγράφεται «Αποδίδεται στη ΔΕΗ όπως προβλεπόταν ως κοινόχρηστος χώρος από την απαλλοτρίωση». Η πράξη αυτή διορθώθηκε εκ νέου με την κυρωθείσα το 2005 ΔΠΕ 37/194. Ακολούθως, όπως προκύπτει από την απόφαση 173/2005 του Δημοτικού Συμβουλίου Ευόσμου, ο Δ/ντής Συντήρησης Έργων και Ηλεκτροφωτισμού του Δήμου συνέταξε, κατόπιν εντολής, διόρθωση της πράξης εφαρμογής 37 για την ιδιοκτησία της ΔΕΗ στην οποία βρίσκεται ο υποσταθμός, επειδή δεν είχε συμπεριληφθεί στην αρχική πράξη εφαρμογής «όλη η ιδιοκτησία της», το δε Δ. Συμβούλιο αποφάσισε ομόφωνα την υποβολή προς κύρωση της διορθωτικής πράξης. Κατόπιν τούτου, με την 29/7385/22.6.2005 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, που υπογράφεται κατ’ εντολή του, κυρώθηκαν κατ’ επίκληση, πλην άλλων, των άρθρων 8, 9 και 12 του ν. 1337/1983, του από 30.9/20.10.1991 π.δ. και του άρθρου 11 (παρ. 1) του ν. 3212/2003, η 37/197 διορθωτική πράξη των 37/74, 37/131 και 37/194 πράξεων διόρθωσης της 37 πράξης εφαρμογής της πολ. μελέτης γειτονιάς «14-15», καθώς και η 45/410 διορθωτική πράξη των 45/01, 45/43, 45/160, 45/220 και 45/223 πράξεων διόρθωσης της 45 πράξης εφαρμογής (γειτονιές 09-13), στα οικοδομικά τετράγωνα (ΟΤ) 07, 15Α, 08, 06, 04, Γ 17Β, Γ 23Γ, Γ 19, Γ 17Γ, Γ 186 και 15Δ. Στην ανωτέρω νομαρχιακή απόφαση αναφέρεται, ως αιτιολογία, ότι «Από τον έλεγχο της υποβληθείσης μελέτης, των πινάκων και διαγραμμάτων των με αριθμό 37 και 45 πράξεων εφαρμογής, προκύπτει ότι πρέπει να διορθωθούν οι εγγραφές του πίνακα για την ιδιοκτησία 150101 [ορθ. 150208] του Ο.Τ. 07, από τον πίνακα της με αριθμό 37 πράξης εφαρμογής, φερομένου ιδιοκτήτη Δ.Ε.Η. με ποσοστό ιδιοκτησίας 100,00 %, διότι δεν συμπεριλήφθηκε όλη στην αρχική πράξη εφαρμογής. Αυτό όμως έχει ως αποτέλεσμα να πρέπει να διορθωθούν όλες οι ιδιοκτησίες της που είναι καταγεγραμμένες στην ίδια περιοχή επέκτασης του ιδίου προεδρικού διατάγματος …». Περαιτέρω, με την ίδια απόφαση για την ιδιοκτησία 150208 του Ο.Τ. 07 ακυρώθηκε η 37/194 διορθωτική πράξη ως προς τη σχεδίαση του διαγράμματος και όλες τις εγγραφές του πίνακα και κυρώθηκαν εκ νέου ο πίνακας και η σχεδίαση του διαγράμματος της πράξης εφαρμογής [αρχική ιδιοκτησία 150208 – 51.591,91 τ.μ. (60.201,93 τ.μ.), εισφορά σε γη (32.295,48 τμ.), οφειλόμενη επιφάνεια από ιδιοκτησία (19.833,98 τ.μ.), τελική ιδιοκτησία στο Ο.Τ. 07 (οικ. 1) 39.177,69 τ.μ. και μετατροπή εισφοράς σε χρήμα από ιδιοκτησία 15.720,48 τ.μ. υπέρ ΟΤΑ], κατόπιν δε αυτού επήλθαν διορθώσεις και ως προς τις λοιπές ιδιοκτησίες της ΔΕΗ που αναφέρονται στις πράξεις 37/197 και 45/410 με αποτέλεσμα, δυνάμει της κυρωθείσας 37/197 πράξης, να επιβληθεί εισφορά σε γη, μετατραπείσα εν μέρει σε εισφορά σε χρήμα, επί του ακινήτου της εκκαλούσας, το οποίο κατά την πολεοδομική μελέτη αποτελεί «χώρο εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και στεγάζει τον «υποσταθμό Θεσσαλονίκης» και τις συναφείς εγκαταστάσεις για τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, όπως εκθέτει το Τμήμα Χωροταξικού Σχεδιασμού και Ρυθμίσεων του Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου στο προαναφερθέν έγγραφό του προς το ΣτΕ «Αφορά [προδήλως η κυρωτική απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης] τις ιδιοκτησίες της … ΔΕΗ … που βρίσκονται στα Ο.Τ. 07- 07Α- 06 – 08 – 04- 15Α- 15Δ, στις γειτονιές 14-15 της αρ. 37 Π.Ε. και αυτές που βρίσκονται στα Ο.Τ. Γ17Β -Γ17Γ -Γ19 – Γ23Γ – Γ186 στις γειτονιές 9-13 της αρ. 45 Π.Ε. […] Η ιδιοκτησία με κτηματολογικό αριθμό 150208 στα Ο.Τ 07 και 07Α της αρ. 37Π.Ε., προήλθε από συντέλεση δύο κηρύξεων αναγκαστικής απαλλοτρίωσης στο αγρόκτημα του πρώην Δήμου Ευόσμου και αποδίδεται το Ο.Τ 07, όπου στεγάζονται οι εγκαταστάσεις του Υποσταθμού II της Δ.Ε.Η. … Το ανωτέρω Ο.Τ. 07 περικλείεται από τις οδούς Μ. Αλεξάνδρου-Ανδρομάχης-Ρωξάνης και Τερψιχόρης της Δ.Ε. Ευόσμου, του Δήμου Κορδελιού – Ευόσμου. Συνορεύει δυτικά και νότια με την Δ.Ε. Ελευθερίου – Κορδελιού και έχει εμβαδόν 39.177,69 τ.μ., ανήκει στον Τομέα II, έχει συντελεστή δόμησης 1,4, ποσοστό κάλυψης 70% ή όσο προκύπτει σύμφωνα με τον Ν.Ο.Κ. 2012, αρτιότητα 8μ-120τμ και ύψος κατά Γ.Ο.Κ. ΄85 …». Η ΔΕΗ άσκησε κατά της ανωτέρω απόφασης του Νομάρχη προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Μακεδονίας, με την οποία ισχυρίσθηκε ότι μη νομίμως επιβλήθηκε εισφορά σε γη, μετατραπείσα εν μέρει σε εισφορά σε χρήμα, στο ακίνητο που στεγάζει τις εγκαταστάσεις διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε με την 35432/20.7.2006 απόφαση του ανωτέρω Γενικού Γραμματέα, με την αιτιολογία ότι το «οικόπεδο στο οποίο αποκαθίσταται δεν είναι προβλεπόμενος κοινωφελής χώρος από το ισχύον ρυμοτομικό σχέδιο». Μετά ταύτα, η ΔΕΗ άσκησε κατά των ανωτέρω αποφάσεων (Νομάρχη Θεσσαλονίκης και ΓΓ Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας) αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο με την 822/2009 απόφασή του (σε συμβούλιο) παρέπεμψε την υπόθεση, λόγω αρμοδιότητας, στο Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης. Εξάλλου με την αίτηση ακυρώσεως, όπως συμπληρώθηκε με δικόγραφο προσθέτων λόγων ακυρώσεως, η ΔΕΗ εξέθεσε ότι στην ανωτέρω έκταση συνολικού εμβαδού 55.570 τ.μ. κατασκεύασε, μετά τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, εγκαταστάσεις διανομής ηλεκτρικού ρεύματος [κτίριο ελέγχου 250 τμ., επτά κυψέλες γραμμών μεταφοράς 150 kV (σε κύριο και βοηθητικό ζυγό), τρεις μετασχηματιστές 150/20 kV, 40/50 MVA, μια διασύνδεση ζυγών 150 kV, τριάντα κυψέλες αναχωρήσεων μέσης τάσης, πέντε κυψέλες πυκνωτών αντιστάθμισης μέσης τάσης και δύο κυψέλες διασύνδεσης ζυγών μέσης τάσης], ότι στο ακίνητο αυτό υπάρχουν από το έτος 1978 κτίρια για τις εγκαταστάσεις του Υποσταθμού Θεσσαλονίκης ΙΙ (κτίριο ελέγχου, κτίριο τηλεχειρισμού, φυλάκιο εισόδου κ.λπ.) συνολικού εμβαδού 921,50 τ.μ., ότι στην ίδια έκταση προγραμματίζεται η εγκατάσταση μιας ακόμη κυψέλης καλωδιακής γραμμής 150 kV (προς το Κέντρο Υψηλής Τάσης Θεσσαλονίκης) και ότι χωρίς τις εγκαταστάσεις αυτές θα ήταν αδύνατη η ηλεκτροδότηση της Δυτικής Θεσσαλονίκης (βλ. δικόγραφο προσθέτων λόγων σελ. 3-5). Με βάση τα ανωτέρω, η ΔΕΗ προέβαλε ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, μεταξύ άλλων, ότι μη νομίμως επιβλήθηκε εισφορά σε γη στο ακίνητο της, διότι τούτο κατά την πολεοδομική μελέτη προορίζεται για τη δημιουργία κοινωφελούς χώρου της αρμοδιότητάς της και ειδικότερα για εγκαταστάσεις της ΔΕΗ που εξυπηρετούν το σύνολο των κατοίκων του νομού και η οποία εκτελεί με δαπάνες της τα σχετικά έργα, ότι οι εγκαταστάσεις μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος του Υποσταθμού Θεσσαλονίκης ΙΙ έχουν κοινωφελή χαρακτήρα και λειτουργούν χάριν του δημοσίου συμφέροντος, όπως βεβαιώνεται στο άρθρο 1 του ν. 2773/1999 και δέχθηκε το ΝΣΚ (γνωμ. 94/2007), ότι κατά τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας η έννοια του κοινωφελούς χώρου στο άρθρο 24 (παρ. 3) του Συντάγματος καθώς και στον ν.1337/1983 αναφέρεται σε κάθε σκοπό που αποβλέπει στη θεραπεία του κοινού συμφέροντος ή ευρείας κατηγορίας ωφελουμένων προσώπων ανεξάρτητα αν έχει αναχθεί από το νόμο σε κρατικό ή δημοτικό σκοπό (ΣτΕ 3932/1995, 3560/1996), ότι ολόκληρη η ιδιοκτησία αποκτήθηκε με απαλλοτριώσεις για τον σκοπό αυτόν, ότι στην πολεοδομική μελέτη που εγκρίθηκε με το από 30.9.1991 π.δ., αλλά και στην αναθεώρησή της με την απόφαση του Νομάρχη το έτος 1993, η ιδιοκτησία της χαρακτηρίζεται ως «ΔΕΗ-Χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ ΙΙ», ότι επιπλέον στο από 7.4.1994 π.δ, με το οποίο εγκρίθηκε η αναθεώρηση του ρυμοτομικού σχεδίου, υπάρχει και κατά την περιγραφή του κοινωνικού εξοπλισμού της πολεοδομούμενης περιοχής ρητή αναφορά στον κοινωφελή χώρο εγκαταστάσεων ΔΕΗ και διατηρείται ο προαναφερθείς χαρακτηρισμός, ο οποίος προδήλως συνιστά χαρακτηρισμό χώρου κοινής ωφέλειας, δοθέντος ότι στα σχέδια πόλεως οι οικοδομήσιμοι χώροι δεν χαρακτηρίζονται ειδικά και ότι ο προαναφερθείς χαρακτηρισμός του ακινήτου της αποτελεί δεσμευτική νομική ρύθμιση ατομικού περιεχομένου.
- Επειδή, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δέχθηκε ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, κυρώθηκαν οι διορθωτικές Π.Ε. 37/197 και 45/410, οι οποίες συνετάγησαν από την Πολεοδομία του Δήμου Ευόσμου, ότι η διορθωτική Πράξη Εφαρμογής (Π.Ε.) 37/197 αφορά εννέα (9) ιδιοκτησίες της αιτούσης στις πολεοδομικές ενότητες 14-15 με συνολικό εμβαδόν 56.249,10 τ.μ., εκ των οποίων η ιδιοκτησία με κωδικό 150208, στην οποία ευρίσκεται ο Υποσταθμός Θεσσαλονίκης ΙΙ, καταλαμβάνει σύμφωνα με τους τίτλους της, την προαναφερόμενη έκταση των 55.570 τ.μ. (51.591,81 τ.μ. σύμφωνα με την διορθωτική 37/197), ότι οι υπόλοιπες οκτώ (8) ιδιοκτησίες (σύνολο 686,70 τ.μ.) αντιστοιχούν στο υποκείμενο έδαφος των πυλώνων του ηλεκτρισμού ή άλλων συναφών χρήσεων, ότι η διορθωτική Π.Ε. 45/410 αφορά πέντε (5) ιδιοκτησίες της αιτούσης στην πολεοδομική ενότητα 9-13 (σύνολο 60,65 τ.μ.) που εξυπηρετούν ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις για την ηλεκτροδότηση του Δήμου Ευόσμου και ότι με την κύρωση των ανωτέρω διορθωτικών πράξεων εφαρμογής μεταβλήθηκε η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης του Δήμου Ευόσμου στην ιδιοκτησία της αιτούσης με κωδικό 150208, όπου βρίσκεται ο υποσταθμός Θεσσαλονίκης ΙΙ σε σχέση με την προηγούμενη διορθωτική Π.Ε. 37/194 και την αρχική Π.Ε. 37, ούτως ώστε να συνυπολογισθεί ολόκληρη η εν λόγω ιδιοκτησία με κωδικό 150208 της αιτούσης για τον υπολογισμό εισφοράς σε γη και να της επιβληθεί εισφορά σε γη 32.295,48 τ.μ., εκ των οποίων τα 15.720,48 τ.μ. μετατρέπονται σε εισφορά σε χρήμα, ενώ από την ανωτέρω ιδιοκτησία της αιτούσης ΔΕΗ με κωδικό 150208 αφαιρέθηκε τμήμα 12.414,12 τ.μ. το οποίο μετετράπη σε κοινόχρηστο χώρο.
- Επειδή, περαιτέρω, το δικάσαν δέχθηκε, καθ’ ερμηνεία των άρθρων 1 (παρ. 1 και 2), 2 (παρ. 1), 3 (παρ. 1), 6 (παρ. 1 και 2), 7 (παρ. 1), 8, 9 και 12 (παρ. 1 έως 7) του ν. 1337/1983, ότι η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης πραγματοποιείται με τη σύνταξη πράξης εφαρμογής, η οποία κυρώνεται με απόφαση του Νομάρχη και ότι η πράξη εφαρμογής καθορίζει τα τμήματα των ιδιοκτησιών που μετατρέπονται σε εισφορά σε γη και σε εισφορά σε χρήμα (βλ σκ. 6 εκκαλουμένης). Εν συνεχεία, το δικάσαν παρέθεσε τις διατάξεις των άρθρων 8 (παρ. 7, 8 και 10) και 9 (παρ. 1, 2, 3, 4) του ν. 1337/1983 (βλ. σκ. 7 και 8 εκκαλουμένης), και δέχθηκε (βλ. σκ. 9) ότι «…κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ερμηνευομένων και υπό το πρίσμα του ότι η Δημοσία Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.) με την δημοσίευση του π.δ/τος 333/2000 …“Μετατροπή της ΔΕΗ σε ΑΕ – Έγκριση καταστατικού”, μετετράπη σε Ανώνυμο Εταιρεία (Δ.Ε.Η.-ΑΕ) και το νομοθετικό καθεστώς το οποίο την διέπει είναι οι διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920, εκτός από τα θέματα που ρυθμίζονται διαφορετικά από τον Ν. 2773/1999 … “Απελευθέρωση αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας” και το άρθρο 9 του Ν. 2941/2001 … “Απλοποίηση ίδρυσης Α.Ε. κ.λπ.” (η Δ.Ε.Η. – ΑΕ, ως καθολική διάδοχος της Δ.Ε.Η. υποκαθίσταται αυτοδικαίως στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της τελευταίας κατά παρέκκλιση πάσης αντιθέτου γενικής ή ειδικής διατάξεως), προκύπτει ότι ένας χώρος που από στεγαστικό πρόγραμμα Ρυμοτομικού Σχεδίου έχει χαρακτηρισθεί ως κοινόχρηστος και κοινωφελής, δεν ταυτίζεται με χώρο βιομηχανοστασίου της Δ.Ε.Η. – ΑΕ για την διανομή ηλεκτρικής ενεργείας, ούτως ώστε η τελευταία να απαλλάσσεται από την υποχρέωση εισφοράς σε γη». Με βάση την ανωτέρω ερμηνεία το δικάσαν στη συνέχεια απέρριψε, ως αβάσιμο, τον λόγο ακυρώσεως περί μη σύννομης επιβολής εισφοράς σε γη για το ακίνητο που στεγάζει τον υποσταθμό με τις ακόλουθες (βλ. σκ. 12), αιτιολογίες: «…εσφαλμένως η αιτούσα υπολαμβάνει τον χαρακτήρα της ΔΕΗ ΑΕ ως κοινωφελούς επιχειρήσεως και επέκεινα των επίμαχων χώρων ως προοριζομένων σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 1468/1950 για την εξυπηρέτηση των αναγκών του Ελληνικού Λαού σε ηλεκτρική ενέργεια, ως ταυτιζόμενο με τον χαρακτήρα του κοινωφελούς χώρου του προαναφερομένου Ρυμοτομικού Σχεδίου βάσει του οποίου αποκαθίσταται το οικόπεδό της. Συγκεκριμένα, οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 45 του Κ.Β.Π.Ν., θέτουν ως προϋπόθεση για την απαλλαγή των ιδιοκτησιών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των Κρατικών Νομικών Προσώπων από την εισφορά σε γη, τον προορισμό των ιδιοκτησιών τους για την δημιουργία κοινωφελών χώρων, ενώ το ακίνητό της αιτούσης το οποίο προορίζεται για την εξυπηρέτηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας δεν υπάγεται στην προαναφερόμενη έννοια του κοινωφελούς χώρου του εν λόγω ρυμοτομικού σχεδίου. Δηλονότι, όπως έγινε δεκτό στην υπ’ αριθμ. 9 σκέψη της παρούσης, ο κοινωφελής χώρος του τελευταίου είναι βάσει του πολεοδομικού χαρακτήρος του, ουσιωδώς διάφορος του προορισμού της αιτούσης ως εταιρείας παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας που ελήφθη υπόψη για την απόκτηση του επιμάχου ακινήτου με τη διαδικασία κηρύξεως αναγκαστικών απαλλοτριώσεων για λόγους κοινής ωφελείας υπέρ της αιτούσης. Συνεπώς, για την ένταξή του με την προαναφερόμενη πολεοδομική μελέτη στο σχέδιο πόλεως το ανωτέρω ακίνητο της αιτούσης, συννόμως αντιμετωπίσθηκε ως ιδιωτική ιδιοκτησία Δημοσίας Επιχειρήσεως Κοινής Ωφελείας, με την εταιρική μορφή της Α.Ε., χαρακτηρισθέν ως οικοδομήσιμος και όχι ως πολεοδομικά κοινωφελής χώρος υποκείμενος τόσον σε εισφορά σε γη όσον και σε εισφορά εις χρήμα, δοθέντος του ότι η ιδιοκτησία της αιτούσης ερυμοτομήθη κατά ένα μικρό τμήμα της για την διάνοιξη οδού (κοινοχρήστου χώρου), ενώ η εναπομένουσα εισφορά σε γη μετετράπη σε εισφορά εις χρήμα, καθ’ όσον δεν ήτο πολεοδομικώς αξιοποιήσιμη. Εξάλλου, αναφορικά με την επικαλουμένη από την αιτούσα απαλλαγή της από την καταβολή εισφοράς σε χρήμα, η αιτούσα δεν επικαλείται, αλλά ούτε και προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι αυτή θα εκτελούσε με δαπάνες της βασικά κοινόχρηστα πολεοδομικά έργα στην συγκεκριμένη περιοχή εφαρμογής στεγαστικού προγράμματος, όπου η ανωτέρω ιδιοκτησία της, σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 1 του ΚΒΠΝ. Επομένως, συννόμως εγένετο δεκτό από την προσβαλλομένη απόφαση του Γ.Γ.Π.Κ.Μ. ότι εφόσον το εν λόγω οικόπεδο της αιτούσης στο οποίο αποκαθίσταται δεν είναι προβλεπόμενος κοινωφελής χώρος από το ισχύον ρυμοτομικό σχέδιο, νομίμως της επεβλήθη εισφορά σε γη, μετατρεπομένη σε ισάξια χρηματική εισφορά». Τέλος, το δικάσαν απέρριψε και τους λοιπούς προβληθέντες λόγους ακυρώσεως με τις αιτιολογίες που παρατίθενται στην προσβαλλόμενη απόφασή του.
- Επειδή, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 58 του π.δ. 18/1989, που είχε προστεθεί με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και ίσχυε κατά τον χρόνο άσκησης της κρινόμενης έφεσης, αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240). Με την τελευταία, επαναλήφθηκε το ως άνω δεύτερο εδάφιο και προστέθηκε τρίτο εδάφιο, ως εξής: «Η έφεση επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο, με συγκεκριμένους ισχυρισμούς, που περιέχονται στο σχετικό δικόγραφο, ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Το απαράδεκτο του προηγούμενου εδαφίου καλύπτεται, εάν μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης περιέλθει εγγράφως σε γνώση του δικαστηρίου με πρωτοβουλία του διαδίκου, ακόμη και αν δεν γίνεται επίκλησή της στο εισαγωγικό δικόγραφο, απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, που είναι αντίθετη προς την προσβαλλόμενη απόφαση». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ως ισχυρισμοί αίροντες το απαράδεκτο της έφεσης, νοούνται εκείνοι που αναφέρονται με τρόπο συγκεκριμένο σε κριθέν νομικό ζήτημα, αναγόμενο στην ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν από την εκκαλούμενη απόφαση και η επίλυση του οποίου ήταν αναγκαία για την διάγνωση της υπόθεσης και όχι απλώς στην ορθή ή μη υπαγωγή πραγματικών περιστατικών σε εφαρμοσθέντα κανόνα δικαίου. Εξάλλου, ως αντίθεση σε νομολογιακό προηγούμενο κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης δεν νοείται η αναφερόμενη σε ζητήματα αιτιολογίας συνδεόμενα με το πραγματικό της κρινόμενης υπόθεσης, αλλά εκείνη που αφορά στην ερμηνεία διάταξης νόμου ή γενικής αρχής, δυναμένης να έχει γενικότερη εφαρμογή, ανεξαρτήτως αν αυτή η ερμηνεία διατυπώνεται στη μείζονα ή στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού της εκκαλουμένης και των λοιπών αποφάσεων, προς τις οποίες προβάλλεται ότι υφίσταται αντίθεση (πρβλ. ΣτΕ 346/2017, 2706/2016 κ.ά.).
- Επειδή, η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε στις 18.2.2013 και, συνεπώς, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προαναφερθείσας παραγράφου 1 του άρθρου 58 του π.δ. 18/1989, όπως αυτή συμπληρώθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του ν. 3900/2010. Με την κρινόμενη έφεση η εκκαλούσα ισχυρίζεται ότι η εκκαλουμένη έκρινε αντίθετα προς τη νομολογία του ΣτΕ και προβάλλει τους αναφερόμενους στο δικόγραφο οκτώ (8) αυτοτελείς ισχυρισμούς για το παραδεκτό και το βάσιμο των αντίστοιχων λόγων εφέσεως. Με τον πρώτο ισχυρισμό η εκκαλούσα προβάλλει ότι η εκκαλουμένη παραβιάζει τη νομολογία του ΣτΕ και του ΑΠ ως προς την ερμηνεία των διατάξεων της πολεοδομικής νομοθεσίας για την έννοια του χώρου κοινής ωφέλειας (άρθρο 8 παρ. 9 και 10 του ν. 1337/1983-άρθρο 45 παρ. 9 ΚΒΠΝ), διότι, όπως υποστηρίζει, το ακίνητό της στην οικεία πολεοδομική μελέτη χαρακτηρίζεται ως «χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και εξαιρείται από την εισφορά σε γη, εν πάση δε περιπτώσει για την ιδιοκτησία 150208 έχει εκπληρώσει την εισφορά της με τη δέσμευση της ιδιοκτησίας για κοινωφελή χώρο εγκαταστάσεων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Προς θεμελίωση του ανωτέρω ισχυρισμού, η εκκαλούσα επικαλείται τις αποφάσεις 2283/2000, 3630/2002, 3932/1995, 3560/1996, 2606/1986, 1712/2009 του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς και τις αποφάσεις 1444/2011 και 1446/2011 του Αρείου Πάγου.
- Επειδή, στο άρθρο 45 (παρ. 9) του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (ΚΒΠΝ, π.δ. 14.7/27.7.1999, Δ΄ 580), στο οποίο κωδικοποιήθηκαν, πλην άλλων, οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 1337/1983, ορίζεται ότι «Οι ιδιοκτησίες που ανήκουν στο Δημόσιο, σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου κατά το μέρος που από την πολεοδομική μελέτη προορίζονται για τη δημιουργία κοινωφελών χώρων της αρμοδιότητας του δημόσιου φορέα στον οποίο ανήκουν ή διατίθενται για τους ίδιους σκοπούς με ανταλλαγή, παραχώρηση ή άλλον τρόπο, μεταξύ των αντίστοιχων φορέων, θεωρούνται αυτοδίκαια εισφερόμενες για το σκοπό που προορίζονται και δεν υπόκεινται κατά το μέρος αυτό σε άλλη εισφορά γης». Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, που αφορούν την εφαρμογή του μέτρου της εισφοράς σε γη, για τον χαρακτηρισμό ορισμένης ιδιοκτησίας, που ανήκει στο Δημόσιο, σε ΟΤΑ, ή σε κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ως κοινωφελούς χώρου εντός σχεδίου πόλεως, κρίσιμος είναι ο προορισμός της ιδιοκτησίας από πολεοδομική άποψη, όπως αυτός καθορίζεται από την προβλεπόμενη στην πολεοδομική μελέτη χρήση της ιδιοκτησίας για την κάλυψη της αναγκαίας για τη λειτουργία του οικισμού υποδομής. Εφόσον δε η χρήση αυτή αποβλέπει στη θεραπεία κοινού συμφέροντος ή ευρείας κατηγορίας ωφελουμένων προσώπων και εξυπηρετεί άμεσα βασικές λειτουργικές ανάγκες του οικισμού, η ικανοποίηση των οποίων έχει ανατεθεί από τον νόμο στους ανωτέρω φορείς και εμπίπτει στις αρμοδιότητες ή τον σκοπό τους, η ιδιοκτησία υπάγεται στην, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, έννοια του κοινωφελούς χώρου (πρβλ. ΣτΕ 3978/1999, πρβλ. επίσης ΣτΕ 149/2014 Ολ. σκ. 8, 3528/2015, 2594/2014, 3560/1996, 3932/1995). Εξάλλου, ο κοινωφελής σκοπός, για την εξυπηρέτηση του οποίου προορίζεται η ιδιοκτησία, μπορεί να προκύπτει είτε από την αποτύπωση της ιδιοκτησίας ως «κοινής ωφέλειας» στο διάγραμμα της πολεοδομικής μελέτης είτε από τη φύση των εγκαταστάσεων οι οποίες επιτρέπεται να ανεγερθούν, ή και να παραμείνουν στην έκταση αυτή, εφόσον αυτές ήδη υφίστανται.
- Επειδή, όπως προαναφέρθηκε, το δικάσαν ερμήνευσε τις ανωτέρω διατάξεις του ΚΒΠΝ και «υπό το πρίσμα» ότι η ΔΕΗ με το π.δ. 333/2000 μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία, διεπόμενη από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και περαιτέρω έκρινε ότι έκταση της ΔΕΗ, προοριζόμενη από την πολεοδομική μελέτη για την εγκατάσταση μηχανολογικού εξοπλισμού μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και συναφών κτιριακών εγκαταστάσεων, δεν μπορεί να έχει κοινωφελή σκοπό. Όπως προκύπτει από την ως άνω ερμηνεία, το δικάσαν δεν έλαβε υπόψη ότι σε διατάξεις της νομοθεσίας οι δραστηριότητες και οι υπηρεσίες διανομής ηλεκτρικής ενέργειας ή οι συναφείς εγκαταστάσεις χαρακτηρίζονται ως κοινής ωφέλειας [πρβλ. άρθρο 1 του ν. 2773/1999 (Α΄ 286) για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, άρθρο 152 (παρ. 10) του ΚΒΠΝ για περιοχές εντός σχεδίου πόλεως και άρθρο 7 του από 24.5/31.5.1985 π.δ. (Δ΄ 270) για τα κτίρια υποσταθμών ηλεκτρικού ρεύματος της ΔΕΗ σε περιοχές εκτός σχεδίου] και ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 45 (παρ. 9) του ΚΒΠΝ αναφέρονται και σε κρατικά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Εξάλλου, όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα στοιχεία του φακέλου, οι απαλλοτριωθείσες την περίοδο 1962-1969 εκτάσεις αποσκοπούσαν στην εγκατάσταση και λειτουργία υποσταθμού μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ, δηλαδή στη δημιουργία εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας, όπως άλλωστε αναφέρεται στις σχετικές πράξεις με τις οποίες κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση, ο σκοπός δε αυτός διατηρήθηκε, για το μείζον τμήμα της συνολικής έκτασης, κατά την ένταξή της στο ρυμοτομικό σχέδιο του Δήμου Ευόσμου το έτος 1979, αλλά και κατά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης το έτος 1991. Τούτο δε προκύπτει από το γεγονός ότι στο ρυμοτομικό σχέδιο το επίμαχο ακίνητο [τμήμα της συνολικώς απαλλοτριωθείσας έκτασης] προβλέπεται ανέκαθεν, από την ένταξη δηλαδή της περιοχής στο σχέδιο πόλεως, ως «χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και, συνεπώς, σύμφωνα με τον επιδιωκόμενο από την πολεοδομική μελέτη σχεδιασμό, εξυπηρετούσε στο παρελθόν και εξακολουθεί να εξυπηρετεί και με βάση το υφιστάμενο πολεοδομικό καθεστώς σκοπό κοινής ωφέλειας, υπό την προεκτεθείσα έννοια. Περαιτέρω, από τις πράξεις με τις οποίες εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη και αναθεωρήθηκε το σχέδιο πόλεως στην περιοχή, οι οποίες, κατά τα εκτεθέντα, χαρακτηρίζουν το επίμαχο ακίνητο ως «χώρο εγκαταστάσεων ΔΕΗ», με τη χρήση δε του όρου «εγκαταστάσεις» αναφέρονται προδήλως στον υφιστάμενο υποσταθμό και τις συναφείς με τη λειτουργία του χρήσεις, προκύπτει ότι το ακίνητο αυτό προορίζεται αποκλειστικά για τη διατήρηση και δημιουργία εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν τη μεταφορά και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας, με όλες τις κατά νόμο συνέπειες, και όχι για την ανέγερση άλλων κτιρίων ή εγκαταστάσεων που δεν σχετίζονται με το δίκτυο μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας (π.χ. κατοικιών, καταστημάτων κ.λπ.). Επομένως, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του νόμου (άρθρο 45 παρ. 9 του ΚΒΠΝ), το εν λόγω ακίνητο της εκκαλούσας, καθ’ ο μέρος προορίζεται για τη στέγαση εγκαταστάσεων παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, δηλαδή στην έκταση που έχει χαρακτηρισθεί από την πολεοδομική μελέτη ως «χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ», θεωρείται αυτοδίκαια εισφερόμενο για τον σκοπό κοινής ωφέλειας για τον οποίο προορίζεται και δεν υπόκειται κατά το μέρος αυτό σε εισφορά γης. Τέλος, όπως εκτέθηκε στην προηγούμενη σκέψη, ως προς το κρίσιμο εν προκειμένω ζήτημα η υπάρχουσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας βαίνει προς την αντίθετη ερμηνευτική κατεύθυνση από αυτήν που δέχθηκε το δικάσαν κατά την ερμηνεία των σχετικών διατάξεων του άρθρου 45 (παρ. 9) του ΚΒΠΝ (πρβλ. ΣτΕ 3978/1999 για «χώρο ΗΛΠΑΠ», πρβλ. ΣτΕ 149/2014 Ολ. σκ. 8-10, αντίθετα ΣτΕ 2407/2009 που αφορούσε, όμως, γραφεία διοίκησης της ΔΕΗ). Με τα δεδομένα αυτά, ο ισχυρισμός της εκκαλούσας, με τον οποίο προβάλλεται ότι, ως προς το ζήτημα της επιβολής ή μη εισφοράς σε γη σε ακίνητο το οποίο προορίζεται για τον υποσταθμό ΙΙ και τις συναφείς εγκαταστάσεις, το δικάσαν έκρινε αντίθετα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας [και επικουρικώς ότι δεν υπάρχει νομολογία του ΣτΕ], είναι παραδεκτός και βάσιμος, δοθέντος, άλλωστε, ότι το δικάσαν στις προαναφερθείσες κρίσιμες σκέψεις της προσβαλλόμενης απόφασής του (βλ. σκ. 9 και 12 εκκαλουμένης) δεν μνημονεύει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι περί του αντιθέτου δε ισχυρισμοί του Δήμου Κορδελιού- Ευόσμου και του Δημοσίου είναι απορριπτέοι. Ως εκ τούτου, ο αντίστοιχος λόγος εφέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου (άρθρου 45 παρ. 9 του ΚΒΠΝ- άρθρου 8 παρ. 9 του ν. 1337/1983) κρίθηκε με την εκκαλουμένη ότι υπόκειται σε εισφορά σε γη το επίμαχο ακίνητο, το οποίο κατά την πολεοδομική μελέτη αποτελεί «χώρο εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και στεγάζει τον υποσταθμό και τις λοιπές εγκαταστάσεις μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, είναι βάσιμος και πρέπει, κατ’ αποδοχήν του λόγου αυτού, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, η δε έρευνα των ισχυρισμών για το παραδεκτό και το βάσιμο των λοιπών λόγων εφέσεως παρέλκει ως αλυσιτελής.
- Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 64 του π.δ. 18/1989, μετά την εξαφάνιση της εκκαλουμένης το Δικαστήριο πρέπει να χωρήσει στην εξέταση της, παραδεκτώς ασκηθείσας αίτησης ακυρώσεως, για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ειδικά έντυπα παραβόλου 3313980, 1862876/2006 σειράς Α΄), καθώς και στην εξέταση της παραδεκτώς ασκηθείσας παρέμβασης του Δήμου Ευόσμου (ήδη Δήμου Κορδελιού-Ευόσμου).
- Επειδή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη, μη νομίμως με την α΄ προσβαλλόμενη 29/7385/22.6.2005 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης και με την αναφερόμενη στην απόφαση αυτή αιτιολογία κυρώθηκαν α) η 37/197 διορθωτική πράξη των 37/74, 37/131 και 37/194 πράξεων διόρθωσης της 37 πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης γειτονιάς «14-15» και β) η 45/410 διορθωτική πράξη των 45/01, 45/43, 45/160, 45/220 και 45/223 πράξεων διόρθωσης της 45 πράξης εφαρμογής (γειτονιές 09-13), με συνέπεια να επιβληθεί εισφορά σε γη στο προαναφερθέν ακίνητο (Ο.Τ. 07) της εκκαλούσας-αιτούσας, το οποίο στην πολεοδομική μελέτη χαρακτηρίζεται ως «χώρος εγκαταστάσεων ΔΕΗ» και προορίζεται για τη λειτουργία εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν το δίκτυο μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας. Συνεπώς, η ανωτέρω απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης είναι ακυρωτέα. Περαιτέρω, για τον ίδιο λόγο, μη νομίμως απορρίφθηκε από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, με την β΄ προσβαλλόμενη 35432/20.7.2006 απόφασή του, η προσφυγή της εκκαλούσας-αιτούσας κατά της ανωτέρω νομαρχιακής απόφασης και πρέπει και η πράξη αυτή να ακυρωθεί. Τέλος, δοθέντος ότι η επιβολή εισφοράς σε γη στο επίμαχο ακίνητο επηρεάζει, αναγκαίως, και το τεχνικό μέρος των κυρωθεισών διορθωτικών πράξεων, η απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης καθώς και η απόφαση του Γ.Γ. της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας είναι ακυρωτέες στο σύνολό τους, κατόπιν δε αυτού, αποβαίνει αλυσιτελής η εξέταση των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
- Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση έφεση, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, να γίνει δεκτή η αίτηση ακυρώσεως και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες με την αίτηση ακυρώσεως πράξεις και να απορριφθεί η παρέμβαση του εφεσιβλήτου Δήμου, κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων πρέπει οι ηττηθέντες διάδικοι να απαλλαγούν από τη δικαστική δαπάνη της αιτούσας-εκκαλούσας στον πρώτο βαθμό.