ΣΤΕ 149/2019 [ΜΗ ΝΟΜΙΜΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΕΝΤΡΟΥ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗΣ ΣΤΗ ΖΩΝΗ Α’ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΤΗΣ ΚΝΩΣΟΥ]
Περίληψη
– Όπως προκύπτει, ιδίως από την εισήγηση της αρμόδιας Εφορείας και το πρακτικό της συνεδριάσεως του Τοπικού Συμβουλίου Μνημείων Κρήτης, η λειτουργία του επίμαχου κέντρου διασκεδάσεως, λόγω μεγέθους, μορφής και χρήσεως, προκαλεί, κατά την κρίση της Διοικήσεως, αισθητική όχληση και έμμεση βλάβη στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού, όπου εκτός του Ανακτόρου υπάρχουν και πολλά άλλα ιδιαίτερα σημαντικά μνημεία. Η κρίση δε αυτή, τεκμηριώνεται με την αναφορά σε συγκεκριμένη απόσταση, πολύ μικρή, κατά την ουσιαστική εκτίμηση της Διοικήσεως, της εν λόγω δραστηριότητας από την περίφραξη του ανακτόρου της Κνωσού και πλησίον μνημείων, όπως η Βίλλα Διονύσου, το Μικρό Ανάκτορο και η Ανεξερεύνητη Οικία. Με τα δεδομένα αυτά, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο πλήσσεται η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, εν όψει, άλλωστε, και του γεγονότος ότι ουδέποτε η εν λόγω εγκατάσταση και δραστηριότητα είχε λάβει την προβλεπόμενη αρχαιολογική έγκριση.
Προβάλλεται ότι η απόρριψη του επίμαχου αιτήματος εγκρίσεως λειτουργίας της επίδικης δραστηριότητας και μεταβιβάσεως της άδειας λειτουργίας, εν όψει και των δαπανών που κατέβαλε ο αιτών, συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων της οικονομικής δραστηριότητας και ιδιοκτησίας, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η απόρριψη του υποβληθέντος αιτήματος εχώρησε για λόγους προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δηλαδή εννόμου αγαθού, του οποίου η διαφύλαξη παρέχει τη δυνατότητα επιβολής περιορισμών, τόσο των δικαιωμάτων της οικονομικής δραστηριότητας, όσο και της ιδιοκτησίας (πρβλ. ΣτΕ 2232/2017 κ.ά.). Άλλωστε, ανεξαρτήτως άλλων, τυχόν, αξιώσεων, η καθεπιβολή σε δαπάνες για έργα ή δραστηριότητες που, κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοικήσεως, επάγονται όχληση σε σημαντικά προστατευόμενα αρχαία μνημεία, δεν δημιουργούν, πάντως, εν όψει της συνταγματικής επιταγής για διηνεκή προστασία των μνημείων, οποιοδήποτε δικαίωμα διατηρήσεως των έργων ή δραστηριοτήτων αυτών.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει τις αρχές της χρηστής Διοικήσεως, της καλής πίστεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι ανατρέπουν την ευνοϊκή, για τον αιτούντα, πραγματική κατάσταση, που είχε δημιουργηθεί με την εγκατάσταση και λειτουργία του κέντρου διασκεδάσεως, ήδη από το έτος 1980. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι, εφόσον η εγκατάσταση και λειτουργία του επίδικου κέντρου διασκεδάσεως είχε χωρήσει ήδη από το έτος 1980, χωρίς την απαιτούμενη, κατά το Σύνταγμα και το νόμο, έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δημιουργήθηκε νομική και πραγματική κατάσταση δεκτική προστασίας, βάσει των ανωτέρω αρχών, η οποία θα επέβαλε, ενδεχομένως, τη διατήρηση του κέντρου εντός των ορίων του προστατευόμενου αρχαιολογικού χώρου.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Ε. Μουργιά
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της 7533/4.7.2016 αποφάσεως της Προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου, με την οποία απορρίφθηκε, κατ’ επίκληση της αρχαιολογικής νομοθεσίας, αίτημα του αιτούντος για την έγκριση λειτουργίας και τη μεταβίβαση άδειας λειτουργίας κέντρου διασκεδάσεως με τον διακριτικό τίτλο “Αριάδνη” που βρίσκεται στη ζώνη Α΄ προστασίας του αρχαιολογικού χώρου της Κνωσού.
- Επειδή, η αίτηση ασκείται με έννομο συμφέρον, εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς από τον αιτούντα.
- Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 4555/2009, 3077/2010, 5341/2012, 455/2014, 4521/2014, 1641/2016, 1434/2017, 2232/2017 κ.ά.), από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 10 παρ. 1, 3, 4 και 6, 12 παρ. 4 και 73 παρ. 10 του ν. 3028/2002 (Α΄ 153), με τον οποίο εξειδικεύεται η κατ’ άρθρο 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος επιταγή για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, συνάγεται ότι η έγκριση εκτελέσεως έργου από τον Υπουργό Πολιτισμού πρέπει να προηγείται κάθε υλικής πράξεως είτε επί είτε πλησίον αρχαίων και δεν είναι επιτρεπτό να χορηγηθεί μετά την εκτέλεση του έργου, διότι σκοπός της ρυθμίσεως είναι η εκ των προτέρων εκτίμηση των συνεπειών του έργου προκειμένου να αποτρέπεται βλάβη των μνημείων.
- Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με το π.δ. της 6.11.1976 (Δ΄ 373) καθορίσθηκαν όροι και περιορισμοί δομήσεως επί της ευρύτερης περιοχής του αρχαιολογικού χώρου Κνωσού Ηρακλείου Κρήτης. Ο αρχαιολογικός αυτός χώρος οριοθετήθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3028/2002, με την ΥΠΠΟΤ/ ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/26116/1088/16.3.2011 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού (ΑΑΠ 55) “[γ]ια την αποτελεσματικότερη προστασία του ως άνω αρχαιολογικού χώρου και μοναδικού πολιτιστικού τοπίου που αυτός συνιστά” και, στη συνέχεια, με την ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/ Α1/Φ23/94382/4099/6.10.2011 απόφαση του ως άνω Υπουργού (ΑΑΠ 282) θεσμοθετήθηκαν ζώνες Α΄ και Β΄ του εν λόγω αρχαιολογικού χώρου. Σύμφωνα με την τελευταία αυτή απόφαση, εντός της Ζώνης Α΄ περιλαμβάνονται αρχαιότητες διαφόρων περιόδων “με δεσπόζουσες το περίφημο μινωικό ανάκτορο και τα περιφερειακά μνημεία του”, στην οποία απαγορεύθηκε εντελώς η δόμηση, προβλέφθηκε δε, μεταξύ άλλων, ότι διατηρείται ο αγροτικός χαρακτήρας της περιοχής, καθώς και ότι δίνεται η δυνατότητα συνεχίσεως της λειτουργίας “[τ]ων νομίμως “λειτουργούντων” έως την έκδοση της παρούσας υφιστάμενων δραστηριοτήτων -που δεν εμπίπτουν στις οριζόμενες με την παρούσα”. Με τις 18119/17.12.2015 και 1183/9.2.2016 αιτήσεις της εταιρείας “ΙΠΠΟΔΑΜΟΣ Ε.Ε.”, τεχνικού συμβούλου του αιτούντος, προς την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου, ο αιτών ζήτησε να εγκριθεί η λειτουργία και η μεταβίβαση της άδειας λειτουργίας καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος, κέντρου διασκεδάσεως με τον διακριτικό τίτλο “Αριάδνη”, που βρίσκεται σε ακίνητο εκτάσεως 1.787,81 τ.μ. στην Λεωφ. Κνωσού αρ. 321 (πρώην αρ. 92) του Δήμου Ηρακλείου Κρήτης και εμπίπτει εντός της ζώνης Α΄ απολύτου προστασίας του αρχαιολογικού χώρου της Κνωσού. Για το κέντρο αυτό διασκεδάσεως είχε χορηγηθεί σε δικαιοπάροχο του αιτούντος η από 3.7.1980 άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας κέντρου διασκεδάσεως, χωρητικότητας 800 ατόμων, του Γραφείου Ασφαλείας Ηρακλείου, η οποία ίσχυε για 10 έτη και η από 17.10.1983 άδεια ιδρύσεως και λειτουργίας κέντρου διασκεδάσεως “με συγκρότηση εστιατορίου”, δυναμικότητας 196 καθισμάτων, του Γραφείου Δημόσιας Ασφαλείας Ηρακλείου, με αόριστη διάρκεια. Με την προσβαλλόμενη απόφαση 7533/4.7.2016 της Προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου, κατ’ επίκληση της αρχαιολογικής νομοθεσίας, κατόπιν της 5/14.6.2016 αρνητικής γνωμοδοτήσεως του Τοπικού Συμβουλίου Μνημείων Κρήτης, η οποία στηρίχθηκε (α) στην 1183/9.6.2016 αρνητική εισήγηση της Προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηρακλείου και (β) στην 850/9.6.2016 εισήγηση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Κρήτης περί χορηγήσεως εγκρίσεως για εργασίες συντηρήσεως στο εσωτερικό του καταστήματος, το ως άνω αίτημα για την λειτουργία και την μεταβίβαση της άδειας λειτουργίας στο όνομά του αιτούντος του κατά τα ανωτέρω κέντρου διασκεδάσεως απορρίφθηκε, με την ειδικότερη αιτιολογία ότι “στην εν λόγω ιδιοκτησία, έχουν κατασκευασθεί αυθαίρετα προσκτίσματα, κατά παράβαση του Π.Δ. 6.11.76 […], τα οποία έχουν κατ’ επανάληψη καταγγελθεί από την Υπηρεσία μας και από άλλες αρμόδιες Υπηρεσίες. Επιπλέον […] η λειτουργία ενός τέτοιου μεγέθους, μορφής και χρήσης καταστήματος, σε απόσταση μόλις 278 μ. από την περίφραξη του ανακτόρου της Κνωσού και πλησίον ιδιαίτερα σημαντικών αρχαιολογικών μνημείων (Βίλλα Διονύσου, Μικρό Ανάκτορο, Ανεξερεύνητη Οικία), επιφέρει αισθητική όχληση και έμμεση βλάβη στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού”. Περαιτέρω, στην ίδια απόφαση αναφέρεται ότι το επίμαχο κέντρο διασκεδάσεως δεν λειτουργούσε νόμιμα έως την έκδοση της προαναφερθείσας υ.α. ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/ Φ23/94382/4099/6.10.2011 περί καθορισμού των ορίων των ζωνών Α΄ και Β΄ προστασίας του αρχαιολογικού χώρου της Κνωσού.
- Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί κατά παράβαση του δικαιώματος της προηγούμενης ακροάσεως του αιτούντος, υπό την έννοια ότι η Διοίκηση, απορρίπτοντας το υποβληθέν αίτημα, κατ’ ουσίαν ανακάλεσε την χορηγηθείσα από μακρού άδεια λειτουργίας του καταστήματος, χωρίς προηγουμένως να τον καλέσει να εκθέσει τις απόψεις του. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος, προεχόντως, ως στηριζόμενος σε ανακριβή προϋπόθεση, διότι, όπως αναφέρεται στο σχετικό από 14.6.2016 πρακτικό συνεδριάσεως του ΤΣΜΚ, η οποία κατέληξε στη γνωμοδότηση που στήριξε την έκδοση της προσβαλλομένης πράξεως, και δεν αμφισβητείται, ο αιτών παρέστη στην ως άνω συνεδρίαση δια δικηγόρου και μηχανικού, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να εκθέσουν τις απόψεις του.
- Επειδή, όπως προκύπτει ιδίως από την 1183/9.6.2016 εισήγηση της αρμόδιας Εφορείας και το πρακτικό της συνεδριάσεως του Τοπικού Συμβουλίου Μνημείων Κρήτης, η λειτουργία του επίμαχου κέντρου διασκεδάσεως, λόγω μεγέθους, μορφής και χρήσεως, προκαλεί, κατά την κρίση της Διοίκησης, αισθητική όχληση και έμμεση βλάβη στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού, όπου εκτός του Ανακτόρου υπάρχουν και πολλά άλλα ιδιαίτερα σημαντικά μνημεία. Η κρίση δε αυτή τεκμηριώνεται με την αναφορά σε συγκεκριμένη απόσταση, πολύ μικρή κατά την ουσιαστική εκτίμηση της Διοίκησης, της εν λόγω δραστηριότητας από την περίφραξη του ανακτόρου της Κνωσού και πλησίον μνημείων, όπως η Βίλλα Διονύσου, το Μικρό Ανάκτορο και η Ανεξερεύνητη Οικία. Με τα δεδομένα αυτά, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο πλήσσεται η αιτιολογία της προσβαλλομένης πράξεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, εν όψει, άλλωστε, και του γεγονότος ότι ουδέποτε η εν λόγω εγκατάσταση και δραστηριότητα είχε λάβει την προβλεπόμενη αρχαιολογική έγκριση.
- Επειδή, προβάλλεται ότι η απόρριψη του επίμαχου αιτήματος εγκρίσεως λειτουργίας της επίδικης δραστηριότητας και μεταβιβάσεως της άδειας λειτουργίας, εν όψει και των δαπανών που κατέβαλε ο αιτών, συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων της οικονομικής δραστηριότητας και ιδιοκτησίας, κατά παράβαση του άρθρου 17 του Συντάγματος. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος διότι η απόρριψη του υποβληθέντος αιτήματος εχώρησε για λόγους προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δηλαδή εννόμου αγαθού του οποίου η διαφύλαξη παρέχει τη δυνατότητα επιβολής περιορισμών τόσο των δικαιωμάτων της οικονομικής δραστηριότητας όσο και της ιδιοκτησίας (πρβλ. ΣτΕ 2232/2017 κ.ά.). Άλλωστε, ανεξαρτήτως άλλων τυχόν αξιώσεων, η καθ’ υποβολή σε δαπάνες για έργα ή δραστηριότητες, που, κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοικήσεως, επάγονται όχληση σε σημαντικά προστατευμένα αρχαία μνημεία, δεν δημιουργεί, πάντως, εν όψει της συνταγματικής επιταγής για διηνεκή προστασία των μνημείων, οποιοδήποτε δικαίωμα διατηρήσεως των έργων ή δραστηριοτήτων αυτών.
- Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοικήσεως, της καλής πίστεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι ανατρέπουν την ευνοϊκή για τον αιτούντα πραγματική κατάσταση που είχε δημιουργηθεί με την εγκατάσταση και λειτουργία του κέντρου διασκεδάσεως ήδη από το έτος 1980. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι, εφόσον η εγκατάσταση και λειτουργία του επίδικου κέντρου διασκεδάσεως είχε χωρήσει ήδη από το έτος 1980 χωρίς την απαιτουμένη, κατά το Σύνταγμα και το νόμο, έγκριση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δημιουργήθηκε νομική και πραγματική κατάσταση δεκτική προστασίας, βάσει των ανωτέρω αρχών, η οποία θα επέβαλε, ενδεχομένως, τη διατήρηση του κέντρου εντός των ορίων του προστατευόμενου αρχαιολογικού χώρου. Τούτο δε ανεξαρτήτως των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη.
- Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.