ΣτΕ 2560/2017 [ΝΟΜΙΜΗ ΑΕΠΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΔΙΥΛΙΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΦΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ]
Περίληψη
Το επίμαχο έργο δεν αφορά εγκατάσταση μονάδας επεξεργασίας αστικών λυμάτων ή δημιουργία χώρου επεξεργασίας και διάθεσης απορριμμάτων, η δε φύση και το αντικείμενο αυτού δεν σχετίζονται προς τις αρμοδιότητες του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος με τον οποίον προβάλλεται ότι έπρεπε να συμπράξει στην έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Περαιτέρω, η ΜΠΕ βάσει της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ εκπονήθηκε από δυο χημικούς μηχανικούς, ήτοι από ειδικούς επιστήμονες του τομέα σχεδιασμού της επίμαχης δραστηριότητας και του τομέα περιβάλλοντος, οι οποίοι διαθέτουν, κατά τεκμήριο, τις απαιτούμενες για την εξέταση των επιπτώσεων του συγκεκριμένου έργου ειδικότητες. Άλλωστε, από τη ΜΠΕ προκύπτει ότι, λόγω της επιχειρούμενη αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων του ήδη από ετών λειτουργούντος διυλιστηρίου – και, ειδικότερα, λόγω της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του θείου αναμένονται θετικές επιπτώσεις, με αποτέλεσμα να μην απαιτείται, σε κάθε περίπτωση, η συμμετοχή και επιστημόνων υγείας στην εκπόνησή της. Υπό τα δεδομένα αυτά, οι περί του αντιθέτου λόγοι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, ενώ, κατά το μέρος που πλήσσεται η επιστημονική πληρότητα και επάρκεια των δεδομένων της ΜΠΕ, τα προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα.
Η ΜΠΕ εξέτασε, αντί της επιλεγείσης αναβάθμισης, άλλες τρεις εναλλακτικές οποίες απερρίφθησαν με ειδική αιτιολογία, η νομιμότητα της οποίας δεν πλήσσεται με την κρινόμενη αίτηση. Περαιτέρω, και οι νέες δεξαμενές αποθήκευσης αργού πετρελαίου προβλέπονται προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα παραγωγής μαζούτ χαμηλού θείου και εγκαθίστανται, κατά λογική ακολουθία, εντός του υφισταμένου χώρου του διυλιστηρίου, χωρίς μάλιστα να προκύπτει ότι ο αιτών είχε προτείνει, κατά τη διαδικασία διαβούλευσης που προηγήθηκε της προσβαλλόμενος, άλλη θέση εγκατάστασης των δεξαμενών. Τούτο δε πέραν του ότι, όπως προκύπτει από την οικεία ΜΠΕ, εξετάσθηκε και άλλη εναλλακτική λύση (αποθείωση του μαζούτ), η οποία απερρίφθη ως ιδιαιτέρως επιβαρυντική για το περιβάλλον και για το λόγο αυτό προκρίθηκε η εγκατάσταση πρόσθετων δεξαμενών, με κριτήρια την ασφάλεια για το περιβάλλον και την ελαχιστοποίηση του κόστους της επένδυσης. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί ότι δεν εξετάσθηκαν εναλλακτικές λύσεις πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
Πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία εκτίμησης των επιπτώσεων του επίμαχου έργου, το οποίο περιλαμβάνει κατ’ ουσίαν δύο επεμβάσεις στην υφιστάμενη εγκατάσταση του διυλιστηρίου της εταιρείας «Ε. Π. Α.Ε.», συνιστάμενες στην κατασκευή έργων αναβάθμισης του διυλιστηρίου και νέων δεξαμενών αποθήκευσης αργού πετρελαίου. Από τη ΜΠΕ των δύο αυτών επιμέρους έργων προκύπτει ότι εκτιμήθηκε το σύνολο των επιπτώσεων που αναμένονται μετά ολοκλήρωση των έργων εκσυγχρονισμού, διαπιστώθηκε δε ότι θα επέλθουν μόνο θετικές συνέπειες στο περιβάλλον εντός και εκτός της εγκατάστασης.
Αβασίμως προβάλλεται παράβαση των αρχών της αειφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης ή ότι η επαπειλούμενη βλάβη του περιβάλλοντος από την επίμαχη εγκατάσταση παρίσταται, και μάλιστα προδήλως, δυσανάλογη σε σχέση με το προσδοκώμενο οικονομικό όφελος. Τέλος, στο μέτρο που αμφισβητείται η ουσιαστική κρίση της Διοίκησης, που στηρίζεται κατά τούτο στη ΜΠΕ, οι λόγοι αυτoί είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
Εν προκειμένω με την ΑΕΠΟ δεν αδειοδοτείται η λειτουργία νέου έργου, αλλά υφισταμένου διυλιστηρίου, με ευνοϊκότερους για το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον όρους, σε σχέση με την προϋφιστάμενη κατάσταση, και, επομένως, δεν υφίσταται κατ΄ αρχήν υποχρέωση συνεκτιμήσεως των επιπτώσεων και άλλων έργων ή εγκαταστάσεων που γειτνιάζουν με το επίμαχο διυλιστήριο. Ανεξαρτήτως, όμως, αυτού, στη ΜΠE από τα στοιχεία της ΜΠΕ συνάγεται ότι έχει συνυπολογισθεί η ρύπανση του αέρα από όλα τα άλλα ρυπογόνα έργα και δραστηριότητες της περιοχής και ο περί του αντιθέτου λόγος στηρίζεται, επιπλέον, σε εσφαλμένη προϋπόθεση.
Πρόεδρος: Γ. Παπαγεωργίου
Εισηγητής: Μ. Σωτηροπούλου
Βασικές Σκέψεις
2. Επειδή, το διυλιστήριο στο οποίο αφορά η προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων εφάπτεται των ορίων του αιτούντος Δήμου (βλ. ΣτΕ 1678/2015), ο οποίος, ως εκ τούτου, ασκεί την υπό κρίση αίτηση με έννομο συμφέρον, ισχυριζόμενος ότι η λειτουργία του διυλιστηρίου προκαλεί κινδύνους για την υγεία των κατοίκων της περιοχής και υποβάθμιση των όρων διαβίωσής τους (πρβλ. ΣτΕ 2639/2009, 83/2005, 2537/1996 κ.ά.).
3. Επειδή, νομίμως συνεχίζει τη δίκη, βάσει των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 2 περ. 19Α και 283 παρ. 1 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), o Δήμος Ευόσμου – Κορδελιού.
4. Επειδή, η ισχύς της προσβαλλόμενης πράξης παρετάθη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 8 περ. γ΄ του ν. 4014/2011 (Α΄ 209), έως τις 13.3.2018, με την απόφαση 182293/4.6.2013 της Διεύθυνσης ΕΑΡΘ του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής, η οποία πρέπει να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση.
5. Επειδή, ο ν. 1650/86 (Α΄ 160), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, μετά την αντικατάστασή του με το ν. 3010/2002 (Α΄ 91), ορίζει τα εξής: “Άρθρο 3. Κατηγορίες έργων και δραστηριοτήτων. 1. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, τα δημόσια ή ιδιωτικά έργα και δραστηριότητες κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες, και κάθε κατηγορία μπορεί να κατατάσσεται σε υποκατηγορίες, καθώς και σε ομάδες κοινές για όλες τις κατηγορίες, ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. … 2. Η πρώτη (Α) κατηγορία περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες που λόγω της φύσης, του μεγέθους ή της έκτασής τους είναι πιθανό να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Στα έργα και στις δραστηριότητες της κατηγορίας αυτής επιβάλλονται κατά περίπτωση, με την έγκριση περιβαλλοντικών όρων που προβλέπεται στο επόμενο άρθρο, εκτός από τους γενικούς όρους και τις προδιαγραφές, ειδικοί όροι και περιορισμοί για την προστασία του περιβάλλοντος. … 3. … Άρθρο 4. Έγκριση περιβαλλοντικών όρων. 1.α. Για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων ή τη μετεγκατάσταση υφισταμένων, τα οποία έχουν καταταγεί στις κατηγορίες που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο, απαιτείται η έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος. … β. Με την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων η Διοίκηση επιβάλλει προϋποθέσεις, όρους, περιορισμούς και διαφοροποιήσεις για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας, ιδίως ως προς τη θέση, το μέγεθος, το είδος, την εφαρμοζόμενη τεχνολογία και τα γενικά τεχνικά χαρακτηριστικά. γ. Η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση των διοικητικών πράξεων που απαιτούνται κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας. δ…. 2. Για την έκδοση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για έργα και δραστηριότητες της πρώτης (Α) κατηγορίας απαιτείται υποβολή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Η έγκριση περιβαλλοντικών όρων γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του συναρμόδιου Υπουργού. Ως συναρμόδιος θεωρείται ο αρμόδιος Υπουργός για το έργο ή τη δραστηριότητα. Εάν από το έργο ή τη δραστηριότητα επέρχονται επιπτώσεις σε αρχαιότητες ή σε δασικές εκτάσεις ή σε γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας ή στην παράκτια ή τη θαλάσσια ζώνη ή σε περίπτωση που το έργο ή η δραστηριότητα αφορά στην εγκατάσταση μονάδας επεξεργασίας αστικών λυμάτων ή στη δημιουργία χώρου επεξεργασίας και διάθεσης απορριμμάτων, τότε η απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων γίνεται αντίστοιχα και από τον Υπουργό Πολιτισμού ή Γεωργίας ή Εμπορικής Ναυτιλίας ή Υγείας και Πρόνοιας. … 6α. Για νέα έργα και δραστηριότητες ή τη μετεγκατάσταση, τον εκσυγχρονισμό, επέκταση ή τροποποίηση των υφισταμένων, της πρώτης (Α) κατηγορίας, εφόσον επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον, απαιτείται μαζί με την αίτηση και η υποβολή Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Επί της Προμελέτης αυτής η αρμόδια για έγκριση περιβαλλοντικών όρων αρχή προβαίνει σε προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση της πρότασης που συνίσταται σε γνωμοδότηση ως προς τη θέση, το μέγεθος, το είδος, την εφαρμοζόμενη τεχνολογία, τα γενικά τεχνικά χαρακτηριστικά, τη χρήση των φυσικών πόρων, τη συσσωρευτική δράση με άλλα έργα, την παραγωγή αποβλήτων, τη ρύπανση και τις οχλήσεις, καθώς και τον κίνδυνο ατυχημάτων ιδίως από τη χρήση ουσιών ή τεχνολογίας. β. Για την προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη: […] γ. Μετά την προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση της πρότασης: αα) είτε καλείται ο ενδιαφερόμενος ιδιώτης ή αρμόδιος φορέας να υποβάλει Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) για Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων, ώστε να ακολουθηθεί η διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού …. ββ) είτε του γνωστοποιείται ότι δεν είναι δυνατή η πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας όπως προτάθηκε. δ. … ε. …. στ. Προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση δεν απαιτείται στις θεσμοθετημένες βιομηχανικές περιοχές και ζώνες, στις βιοτεχνικές περιοχές και πάρκα, στις ναυπηγοεπισκευαστικές περιοχές, … στις περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Παραγωγικών Δραστηριοτήτων (ΠΟΑΠ) του άρθρου 10 του Ν. 2742/1999 (ΦΕΚ 207 Α΄) και στις περιπτώσεις που η χωροθέτηση προβλέπεται από νόμο ή εγκεκριμένο χωροταξικό ή πολεοδομικό ή ρυθμιστικό σχέδιο, στις περιοχές που εντοπίζονται κοιτάσματα μεταλλευτικών ορυκτών, βιομηχανικών ορυκτών και μαρμάρων, … καθώς και στις μεταλλευτικές και λατομικές περιοχές που έχουν καθορισθεί σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Άρθρο 5. Περιεχόμενο και δημοσιότητα Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. 1. Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων περιλαμβάνει τουλάχιστον: α) Περιγραφή του έργου ή της δραστηριότητας με πληροφορίες για το χώρο εγκατάστασης, το σχεδιασμό και το μέγεθος του. β) Περιγραφή των στοιχείων του περιβάλλοντος που ενδέχεται να θιγούν σημαντικά από το προτεινόμενο έργο ή τη δραστηριότητα. γ) Εντοπισμό και αξιολόγηση των βασικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. δ) Περιγραφή των μέτρων για την πρόληψη, μείωση ή αποκατάσταση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. ε) Σύνοψη των κύριων εναλλακτικών λύσεων και υπόδειξη των κύριων λόγων της επιλογής της προτεινόμενης λύσης. στ) Απλή (μη τεχνική) περίληψη του συνόλου της μελέτης. ζ) Σύντομη αναφορά των ενδεχόμενων δυσκολιών που προέκυψαν κατά την εκπόνηση της μελέτης. Οι προδιαγραφές και το ειδικότερο περιεχόμενο της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων καθορίζονται με τις υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 10β του προηγούμενου άρθρου. 2. …”. Εξάλλου, σύμφωνα με την ΚΥΑ Η.Π. 15393/2332/5.8.2002 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β΄ 1022), το επίμαχο έργο κατατάσσεται στην υποκατηγορία 1 της Α΄ Κατηγορίας (βλ. Παράρτημα Ι, Πίνακα 9, 9η ομάδα έργων “Βιομηχανικές Εγκαταστάσεις” – α/α 104 «Παραγωγή Προϊόντων Διύλισης Πετρελαίου»).
6. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την εκπονηθείσα Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων [ΜΠΕ] του νέου έργου αναβάθμισης του διυλιστηρίου [Κεφάλαιο 1, παρ. 1.2.2 της ΜΠΕ – “Στόχοι του Έργου”], η επιχειρούμενη αναβάθμιση επιβάλλεται για την παραγωγή καυσίμων χαμηλού θείου και στοχεύει στην εφαρμογή των οδηγιών 99/32/ΕΚ και 2003/17/ΕΚ και, συνακόλουθα, στη μείωση των εκπομπών των αερίων ρύπων (διοξειδίου του θείου) από όλες τις εστίες καύσης όπου χρησιμοποιείται ως καύσιμο το μαζούτ (ΔΕΗ, βιομηχανίες, βιοτεχνίες) και από όλα τα οχήματα που καταναλώνουν ντίζελ. Για την προσαρμογή των Β.Ε.Θ. (Βιομηχανικών Εγκαταστάσεων Θεσσαλονίκης) στις απαιτήσεις της προαναφερθείσης νομοθεσίας, απαιτείται και η υλοποίηση του έργου “Δεξαμενισμός αργού χαμηλού θείου”, που εγκρίνεται ομοίως με την προσβαλλόμενη απόφαση (βλ. επόμενη σκέψη) και με το οποίο εξασφαλίζεται η τροφοδοσία του διυλιστηρίου με αργά χαμηλού θείου, που αποτελούν την πρώτη ύλη για την παραγωγή καυσίμου χαμηλού θείου. Η αναβάθμιση περιλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ. 1.2.3. της ΜΠΕ, τα εξής τμήματα,“τα οποία είναι αλληλένδετα και αναπόσπαστα μεταξύ τους”: 1. Αναβάθμιση της μονάδας παραγωγής ντίζελ χαμηλού θείου, με εγκατάσταση κυκλώματος ανακυκλοφορίας και αποθείωσης του αερίου κατεργασίας, ώστε να μειωθεί η περιεκτικότητα σε θείο του παραγόμενου ντίζελ από 50 σε 10 mg/kg, 2. Απομάκρυνση της παλαιάς μονάδας καταλυτικής αναμόρφωσης νάφθας και αντικατάστασή της με νέα, συνεχούς αναγέννησης του καταλύτη (CCR), η οποία εξασφαλίζει υψηλούς βαθμούς απόδοσης, υψηλή “ενεργότητα” του καταλύτη και συνεπώς υψηλή και σταθερή ποιότητα της παραγόμενης βενζίνης, με ελάχιστη παραγωγή υγραερίων και αερίων που δεν είναι αξιοποιήσιμα εμπορικώς, με αποτέλεσμα να μειώνονται οι εκπομπές καυσαερίων από τις εστίες καύσης του διυλιστηρίου, και 3. α) Αναβάθμιση της μονάδας ατμοσφαιρικής απόσταξης αργού για τη διύλιση αργών χαμηλού θείου στην απαιτούμενη ποσότητα, καθώς και την ταυτόχρονη διύλιση αργών χαμηλού και υψηλού θείου, που επιτρέπει στο διυλιστήριο τη στρατηγική δυνατότητα προμήθειας αργού πετρελαίου από διάφορες γεωγραφικές περιοχές και απαιτεί την προσθήκη ενός πύργου προαπόσταξης και διάφορες αναλυτικώς περιγραφόμενες τεχνικές τροποποιήσεις και β) Αναβάθμιση του κυκλώματος κορυφής του πύργου ατμοσφαιρικής απόσταξης, ώστε να ανταποκρίνεται στις νέες λειτουργικές συνθήκες, και συγκεκριμένα αναβάθμιση της μονάδας αποθείωσης ελαφριάς νάφθας και της μονάδας ελαφρών συστατικών. Κατά τη ΜΠΕ, η υλοποίηση του έργου θα εξασφαλίσει πρόσθετα περιβαλλοντικά οφέλη που προέρχονται από τον εκσυγχρονισμό του διυλιστηρίου και την αντικατάσταση εξοπλισμού με νέο, σύγχρονης τεχνολογίας (σ. 10 ΜΠΕ). Στο Κεφάλαιο 2 (“Περίληψη”) της ΜΠΕ αναφέρονται τα εξής: «Η χρήση καυσίμων χαμηλού θείου θα συμβάλει σε σημαντική βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, όχι μόνο στην περιοχή της εγκατάστασης, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, που σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΡΘ επιβαρύνεται κυρίως λόγω της χρήσης μαζούτ με υψηλή περιεκτικότητα θείου, καθώς και πανελλαδικά. … Η περιοχή εκτός των Β.Ε.Θ. που γειτνιάζει με τις νέες εγκαταστάσεις περιλαμβάνει κυρίως χερσολίβαδα και πρακτικά χαρακτηρίζεται από απουσία κάθε είδους καλλιεργειών. Η πανίδα της ανωτέρω περιοχής δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, υπάρχει έλλειψη οικοσυστημάτων και χαρακτηρίζεται αποκλειστικά από την πολύ περιορισμένη κτηνοτροφία. Επομένως, πρακτικά δεν υπάρχει αντικείμενο αξιολόγησης πιθανής επίπτωσης στο περιβάλλον από την κατασκευή και λειτουργία του έργου. Ο εξοπλισμός και η τεχνολογία που θα χρησιμοποιηθεί αποτελούν state of the art και περιλαμβάνονται στις Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές (ΒΑΤ) που προβλέπονται στα πλαίσια της οδηγίας ICCP για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης, εξασφαλίζοντας έτσι ότι το περιβαλλοντικό όφελος από την υλοποίηση του έργου διατηρείται ακέραιο και ότι δεν θα υπάρχουν επιπτώσεις στη χλωρίδα και την πανίδα της περιοχής. … Αναλυτικότερα: Μείωση εκπομπών SO2 κατά 55%. Μείωση μικροσωματιδίων κατά 45%. Το Διυλιστήριο Θεσσαλονίκης θα συμβάλει στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου στο σύνολο της Ελληνικής Επικράτειας, από τη μείωση της περιεκτικότητας θείου στο μαζούτ και στο πετρέλαιο κίνησης που διαθέτει στην αγορά. Συγκεκριμένα, από το σύνολο των καυσίμων που διαθέτει ετησίως το Διυλιστήριο Θεσσαλονίκης στην Ελληνική αγορά επέρχονται οι εξής βελτιώσεις: Μείωση εκπομπών SO2 κατά 27.000 tn, δηλαδή μείωση συνεισφοράς κατά 60% – Μείωση μικροσωματιδίων κατά 1900 tn, δηλαδή μείωση συνεισφοράς κατά 60%. Δεν επηρεάζεται η ποιότητα των υγρών αποβλήτων των ΒΕΘ, ενώ η ποσότητα παραμένει στο ίδιο επίπεδο (ελάχιστη αύξηση κατά 2,5%). Δεν παράγονται στερεά απόβλητα». Στο αυτό Κεφάλαιο 2 της ΜΠΕ (σελ. 13) εξετάζονται και απορρίπτονται τρεις εναλλακτικές λύσεις για την αναβάθμιση του διυλιστηρίου, ήτοι α/ εγκατάσταση νέας μονάδας Η2 και διατήρηση της υφιστάμενης μονάδας καταλυτικής αναμόρφωσης, λύση απορριφθείσα διότι θα οδηγούσε σε αυξημένες εκπομπές CO2 και θα απαιτούσε τη διατήρηση μίας μονάδας παλαιάς τεχνολογίας χαμηλής ενεργειακής απόδοσης, β/ εγκατάσταση μονάδας ημι-συνεχούς αναγέννησης του καταλύτη, λύση ομοίως απορριφθείσα διότι η ενεργειακή της απόδοση είναι χαμηλότερη και η παραγόμενη ποσότητα Η2 δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών του διυλιστηρίου στις νέες συνθήκες λειτουργίας και γ/ αποθείωση του μαζούτ, λύση απορριφθείσα ως ιδιαιτέρως επιβαρυντική για το περιβάλλον, λόγω παραγωγής μεγάλων ποσοτήτων αερίων του θερμοκηπίου και σημαντικών ποσοτήτων επικίνδυνων στερεών αποβλήτων, αλλά και ως πρακτικώς ανεφάρμοστη. Εν κατακλείδι, στην παρ. 2.6. “Συμπέρασμα” του Κεφαλαίου 2 της ΜΠΕ, αναφέρεται ότι “με τη λειτουργία του νέου εξοπλισμού και το νέο λειτουργικό σχήμα επιτυγχάνεται συνολική μείωση των λοιπών ρύπων” και ότι “Σύμφωνα με τα παραπάνω, το έργο θεωρείται αμιγώς περιβαλλοντικό”. Περαιτέρω, στο Κεφάλαιο 3 της ΜΠΕ παρουσιάζεται το νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας των βιομηχανικών εγκαταστάσεων εντός Ζώνης Ειδικών Ρυθμίσεων σύμφωνα με το Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης (ν. 1561/1985) και στο Κεφάλαιο 4 αναλύεται η υφιστάμενη κατάσταση του περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής. Ακολούθως, στο Κεφάλαιο 5 της ΜΠΕ περιγράφεται το προτεινόμενο έργο και ο νέος εξοπλισμός που θα εγκατασταθεί στο χώρο του βιομηχανικού συγκροτήματος, με ανάλυση όλων των μονάδων που λειτουργούν (μονάδων διύλισης αργού πετρελαίου, παραγωγής διαλυτών, καυστικής σόδας/χλωρίου, PVC και πολυπροπυλενίου), των εγκαταστάσεων του έργου, των βοηθητικών παροχών, καθώς και των εγκαταστάσεων αποθήκευσης, διακίνησης και διαχείρισης αργού πετρελαίου, ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων και των μονάδων αποβλήτων. Σύμφωνα δε με την παρ. 6.3 της ΜΠΕ (“Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις από τη λειτουργία του έργου”), «Από την υλοποίηση και λειτουργία του παραπάνω έργου δεν αναμένονται να προκληθούν ουσιαστικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, αλλά αντίθετα αναμένεται να υπάρξουν σημαντικές βελτιώσεις, ειδικά στην ποιότητα της ατμόσφαιρας σε τοπικό επίπεδο, στην ευρύτερη περιοχή, αλλά ακόμη και σε πανελλαδικό επίπεδο». Ειδικότερα, σύμφωνα με την παρ. 6.3.1 της ΜΠΕ, μετά την υλοποίηση των νέων έργων, τα καύσιμα που θα καταναλώνονται στις εστίες καύσης του Διυλιστηρίου θα έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: Α. Ως προς τις εκπομπές διοξειδίου του θείου. “Το βαρύ καύσιμο που θα τροφοδοτείται στις εστίες καύσης θα έχει μέση ετήσια περιεκτικότητα σε θείο κάτω του 1%, πράγμα που συνεπάγεται δραστική μείωση των εκπομπών SO2. Το αέριο καύσιμο θα είναι πλήρως αποθειωμένο, γεγονός που σημαίνει επιπλέον μείωση των εκπομπών SO2… Συνολικά οι ετήσιες εκπομπές διοξειδίου του θείου από τις ΒΕΘ θα μειωθούν (με βάση το 2005) κατά 2374 tn ετησίως, που αντιστοιχεί σε μείωση περίπου 55% … Μετά την υλοποίηση του έργου το μαζούτ … θα περιέχει θείο κάτω του 1%, έναντι του … 2,5% που περιέχει σήμερα, και το ντίζελ 10 mg/kg, έναντι των 50 mg/kg που περιέχει σήμερα. Έτσι οι εκπομπές διοξειδίου του θείου από τη χρήση των παραπάνω καυσίμων θα μειωθούν συνολικά κατά 27.000 τόνους ετησίως (60% περίπου)”. Β. Ως προς τις εκπομπές οξειδίων του αζώτου “Στα πλαίσια των νέων έργων θα έχουμε μια μετακίνηση θερμικού φορτίου καυσίμου 57,2 Gcal/h από παλαιές σε νέες εστίες καύσης. Η μείωση στις εκπομπές NOx που επιτυγχάνεται με αυτόν τον τρόπο υπερκαλύπτει τις εκπομπές NOx που προκύπτουν από την αύξηση της κατανάλωσης καυσίμων κατά 20,3 Gcal/h στο νέο σχήμα λειτουργίας. … εκτιμάται ότι η συνολική ποσότητα οξειδίων του αζώτου που εκπέμπονται από το διυλιστήριο των ΒΕΘ θα μειωθούν κατά 11 τόνους ανά έτος”. Γ. Ως προς τις εκπομπές σωματιδίων από τις εστίες καύσης. “Στις εκπομπές σωματιδίων από καύση θα προκύψει σημαντική μείωση λόγω της αλλαγής των χαρακτηριστικών των καυσίμων που θα καταναλώνονται στις εστίες καύσης του διυλιστηρίου. …. Με το νέο σχήμα λειτουργίας του Διυλιστηρίου οι συνολικές εκπομπές σωματιδίων από τις εστίες καύσης θα μειωθούν κατά 104 τόνους ετησίως, μείωση που αντιστοιχεί στο 45% των ετήσιων εκπομπών του 2005”. Δ. Ως προς τις εκπομπές υδρογονανθράκων. “Με την αντικατάσταση της υφιστάμενης μονάδας καταλυτικής αναμόρφωσης με μια νέα αναμένεται να υπάρξει μείωση των εκπομπών υδρογοναναθράκων από διάχυτες πηγές. Αυτό οφείλεται στο ότι ο νέος εξοπλισμός εξασφαλίζει υψηλότερο επίπεδο φραγής σε όλα τα πιθανά σημεία διαρροής». Τέλος, ως προς την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, στην παρ. 7.1 της ΜΠΕ αναφέρεται ότι η εφαρμογή των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΔΤ = ΒΑΤ στην αγγλική γλώσσα) κατά IPPC σε συνδυασμό με την τήρηση διεθνών προτύπων και κωδίκων (ΑΡΙ) κατά την κατασκευή νέων μονάδων, την τροποποίηση υφισταμένων, αλλά και τη λειτουργία, συντήρηση και επιθεώρηση του εξοπλισμού, εξασφαλίζει ότι το περιβαλλοντικό όφελος από την υλοποίηση του έργου διατηρείται ακέραιο, αναλύονται δε ειδικότερα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, οι ωφέλειες που θα προκύψουν από τη μείωση των εκπομπών αερίων λόγω της εφαρμογής των ΒΔΤ.
7. Επειδή, εξάλλου, το δεύτερο επιμέρους έργο “Δεξαμενισμός Αργού Πετρελαίου Χαμηλού Θείου” (ανωτέρω, σκ. 1 υπό στοιχείο β΄) του διυλιστηρίου αφορά την εγκατάσταση τεσσάρων δεξαμενών, για την αποθήκευση αργού πετρελαίου χαμηλού θείου, με σκοπό να επιτευχθεί η δυνατότητα παραγωγής μαζούτ χαμηλού θείου (κάτω από 1% κ.β.), ώστε το διυλιστήριο να εναρμονισθεί με την Οδηγία 99/32/ΕΚ και να μειωθούν οι εκπομπές των αερίων ρύπων, χωρίς να μειωθεί παραλλήλως η συνολική ποσότητα διακίνησης αργού. Ειδικότερα, σύμφωνα με την οικεία ΜΠΕ (βλ. Κεφάλαιο 2), «Η χρήση μαζούτ χαμηλού θείου θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος, όχι μόνο στην περιοχή της εγκατάστασης αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, που σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΡΘ επιβαρύνεται κυρίως λόγω της χρήσης μαζούτ με υψηλή περιεκτικότητα θείου, καθώς και πανελλαδικά. Αποτελεί μέρος των ενεργειών … των ΕΛΠΕ στα πλαίσια της οδηγίας IPPC. Μέχρι σήμερα, το διυλιστήριο της Θεσσαλονίκης προμηθεύεται αργά μέσου θείου … Με την αλλαγή των προδιαγραφών του μαζούτ, το διυλιστήριο θα τροφοδοτείται εναλλάξ με αργά μέσου θείου και αργά χαμηλού θείου, έτσι ώστε: – όλη η παραγόμενη ποσότητα μαζούτ να είναι εντός των ευρωπαϊκών προδιαγραφών (S<1% κ.β.) – να καλύπτονται οι ανάγκες της αγοράς για παραγωγή ασφάλτου στην απαιτούμενη ποσότητα και ποιότητα … – το διυλιστήριο να διατηρήσει τη στρατηγική δυνατότητας προμήθειας αργού πετρελαίου από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. … Για να επιτευχθεί η κρίσιμη για την εθνική οικονομία συνεχής λειτουργία του διυλιστηρίου υπό τις παραπάνω συνθήκες, είναι απαραίτητη η εγκατάσταση δεξαμενών αργού πετρελαίου χαμηλού θείου για την παραγωγή μαζούτ χαμηλού θείου. Έτσι θα είναι δυνατόν να αποθηκεύονται ξεχωριστά και να διυλίζονται ξεχωριστά και σε επαρκή ποσότητα και αργά μέσου θείου, αλλά και αργά χαμηλού θείου. Στα πλαίσια του συγκεκριμένου έργου θα εγκατασταθούν τέσσερις δεξαμενές χωρητικότητας 60 χιλ. m3 η κάθε μία. Ο αποθηκευτικός αυτός χώρος είναι ο ελάχιστος απαιτούμενος για να καλυφθούν οι ανάγκες για αποθήκευση … Εκτιμάται ότι πάνω από το 50% του συνολικού αργού που θα διυλίζεται στις ΒΕΘ θα είναι χαμηλό αργού θείου. … Στο σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία των νέων δεξαμενών θα εφαρμοστούν οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές που προβλέπονται στα πλαίσια της οδηγίας IPPC για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ότι δεν θα υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην χλωρίδα και στην πανίδα της περιοχής. Οι αέριες εκπομπές από εξάτμιση είναι οι ελάχιστες δυνατές λόγω εφαρμογής διπλής φραγής στην πλωτή οροφή, ενώ οι αέριες εκπομπές λόγω διακίνησης αντισταθμίζονται από τη μείωση των αντίστοιχων εκπομπών των υπόλοιπων δεξαμενών αργού, διότι η συνολική ποσότητα διακίνησης αργού παραμένει η ίδια. … Από τη λειτουργία των νέων δεξαμενών δεν θα υπάρξει διαφοροποίηση των συνολικών υγρών και στερεών αποβλήτων των ΒΕΘ των ΕΛ.ΠΕ. Αντίθετα θα υπάρξουν θετικές επιπτώσεις στην ποιότητα της ατμόσφαιρας από τη χρήση μαζούτ με περιεκτικότητα σε θείο <1%. Συγκεκριμένα, για το διυλιστήριο των ΒΕΘ αυτή η αλλαγή συνεπάγεται μείωση των εκπομπών SO2 από τις εστίες καύσης από 4,3 χιλ. τόνους /έτος … σε 1,9 χιλ. τόνους /έτος (για τις ίδιες ποσότητες καυσίμου)… που αντιστοιχεί σε μείωση εκπομπών SO² 56% περίπου. Επιπλέον το Διυλιστήριο Θεσσαλονίκης διαθέτει στην εσωτερική αγορά περίπου 900 χιλιάδες τόνους μαζούτ ετησίως. Μετά την υλοποίηση του έργου το μαζούτ αυτό θα περιέχει θείο κάτω του 1% έναντι 2,5% που περιέχει σήμερα. Έτσι, οι εκπομπές διοξειδίου του θείου από εστίες καύσης που χρησιμοποιούν το μαζούτ θα μειωθούν συνολικά κατά 27 χιλ. τόνους ετησίως». Στο Κεφάλαιο 5 (παρ. 5.6.) της ΜΠΕ περιγράφεται το προτεινόμενο έργο και η λειτουργία του και αναφέρεται ότι “Κάθε δεξαμενή θα διαθέτει πλωτή οροφή διπλού καταστρώματος … ώστε οι εκπομπές υδρογονανθράκων προς την ατμόσφαιρα να είναι οι ελάχιστες δυνατές. Ο εν λόγω σχεδιασμός αποτελεί βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική, σύμφωνα με τα BREF (emissions from storage par. 3.1.2. και par. 4.1.3.9.1.)”. Στο ίδιο Κεφάλαιο αναλύονται οι λύσεις που εξετάσθηκαν προκειμένου να επιτευχθεί η συμμόρφωση του παραγόμενου μαζούτ στα επιβαλλόμενα από την κοινοτική νομοθεσία όρια περιεκτικότητας σε θείο και ήταν οι εξής δύο: 1. ”-Αποθείωση του μαζούτ. Η τεχνολογία αυτή είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική για το περιβάλλον, τόσο με την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων αερίων του θερμοκηπίου, όσο και με την παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων επικίνδυνων στερεών αποβλήτων. Επιπλέον, είναι πρακτικά ανεφάρμοστη, διότι απαιτεί πολύ υψηλό κόστος επένδυσης (τουλάχιστον δεκαπλάσιο αυτού των δεξαμενών) και λειτουργίας. 2. – Εγκατάσταση δεξαμενών. Η εγκατάσταση πρόσθετων δεξαμενών θα δώσει τη δυνατότητα διύλισης δύο τύπων αργού: μέσης και χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο. Στη μελέτη προσδιορισμού του απαιτούμενου αποθηκευτικού χώρου εξετάσθηκαν όλα τα πιθανά σχήματα λειτουργίας του Διυλιστηρίου και προσδιορίσθηκε αντίστοιχα ο απαιτούμενος πρόσθετος αποθηκευτικός χώρος. Επελέγη το σχήμα λειτουργίας που απαιτεί τον ελάχιστο δεξαμενισμό, με κριτήρια την ασφάλεια, το περιβάλλον και το κόστος του έργου”. Περαιτέρω, στο Κεφάλαιο 6 της ΜΠΕ γίνεται εκτίμηση και αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου και αναφέρονται ειδικότερα τα εξής: “Το έργο της εγκατάστασης δεξαμενών αργού χαμηλού θείου αποτελεί μέρος των ενεργειών για τη μείωση των εκπομπών που γίνονται στις ΒΕΘ των ΕΛΠΕ στα πλαίσια της οδηγίας IPPC και που επιπλέον περιλαμβάνουν: – Αποθείωση όλου του αερίου καυσίμου που είναι σε λειτουργία από τις αρχές του 2006 – Νέα μονάδα καθαρισμού των απαερίων της μονάδας ανάκτησης θείου με μέθοδο που περιλαμβάνεται στις Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές για Διυλιστήρια Πετρελαίου. Η νέα μονάδα προβλέπεται να λειτουργήσει από το 2008. … Με τη χρήση αποθειωμένου αερίου καυσίμου και μαζούτ χαμηλού θείου οι τιμές εκπομπής θα είναι χαμηλότερες και πάντοτε εντός των ορίων που επιβάλλει η νομοθεσία. … Για να επιτευχθεί η κρίσιμη για την εθνική οικονομία συνεχής λειτουργία του διυλιστηρίου υπό τις παραπάνω συνθήκες είναι απαραίτητη η εγκατάσταση δεξαμενών αργού πετρελαίου χαμηλού θείου για την παραγωγή μαζούτ χαμηλού θείου”. Στη συνέχεια του Κεφαλαίου 6, παρουσιάζονται οι συγκεντρώσεις ρύπων στην περιοχή του έργου, βάσει μετρήσεων διαφόρων σταθμών ελέγχου και, στην παρ. 6.3.1., γίνεται υπολογισμός των εκπομπών των δεξαμενών αποθήκευσης, μεταξύ άλλων, σε πτητικούς υδρογονάνθρακες [με την επισήμανση ότι οι συνολικές εκπομπές υδρογονανθράκων στις ΒΕΘ αναμένεται να μειωθούν από 450 τόνους ετησίως το 2001, σε 300, “με την ολοκλήρωση των ενεργειών για μείωση των VOC, όπως η εφαρμογή προγράμματος LDAR (εφαρμόζεται), η λειτουργία της μονάδας VRU (ήδη σε λειτουργία) και η μετατροπή όλων των θέσεων φόρτωσης βενζινών σε bottom loading (ολοκληρώθηκε)”]. Στην παρ. 6.3.2. αναφέρεται ότι από τη λειτουργία των νέων δεξαμενών δεν θα διαφοροποιηθεί ο όγκος των παραγόμενων υγρών αποβλήτων, που εξαρτάται από τις διακινούμενες ποσότητες και όχι από τον αριθμό των δεξαμενών, ούτε η συνολική ποσότητα λάσπης που απορρίπτεται από τις δεξαμενές αργού. Τέλος, στο Κεφάλαιο 7 της ΜΠΕ “Αντιμετώπιση περιβαλλοντικών επιπτώσεων” αναφέρεται ότι “η μέχρι τώρα εμπειρία από τη λειτουργία δεξαμενών αργού είναι άριστη. Δεν έχουν παρατηρηθεί διαρροές από δεξαμενές αργού για μια λειτουργία 40 ετών περίπου” και αναλύονται οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές που θα εφαρμοσθούν στο συγκεκριμένο έργο (Γενικές ΒΔΤ, ΒΔΤ στις δεξαμενές πλωτής οροφής) και η παρακολούθηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από σταθμό παρακολούθησης ποιότητας της ατμόσφαιρας και από φορητούς αναλυτές καυσαερίων και ελέγχου διαρροών από πτητικές οργανικές ενώσεις.
8. Επειδή, προβάλλεται εν πρώτοις ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα ως αναρμοδίως εκδοθείσα, δεδομένου ότι έπρεπε να είχε συνυπογραφεί και από τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ως αρμόδιο να κρίνει τα ζητήματα της επίδρασης του διυλιστηρίου στην υγεία των κατοίκων της περιοχής. Συναφώς προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μη νόμιμη, διότι στηρίζεται σε ΜΠΕ, στην κατάρτιση της οποίας δεν συμμετείχε ειδικός επιστήμονας των ειδικοτήτων των Επιστημών Υγείας, που θα μπορούσε να αποφανθεί για τις επιπτώσεις του επίμαχου έργου στην ανθρώπινη υγεία, με αποτέλεσμα η ΜΠΕ να στερείται της απαιτούμενης επιστημονικής εγκυρότητας και πληρότητας και να είναι για το λόγο αυτό πλημμελής.
9. Επειδή, όπως έχει κριθεί, η αρμοδιότητα έκδοσης απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (εφεξής ΑΕΠΟ) προσδιορίζεται από τη φύση και το αντικείμενο του έργου ή της δραστηριότητας που ασκείται και όχι με κριτήριο τις γενικότερες επιπτώσεις από το προβλεπόμενο έργο ή δραστηριότητα (ΣτΕ 3139/2015 σκ. 9, πρβλ. Ολομ. 2636/2009 σκ. 14 κ.α.). Περαιτέρω, προαπαιτούμενο της επιστημονικής εγκυρότητας της υποβαλλόμενης προς έγκριση ΜΠΕ είναι η συμμετοχή στην κατάρτισή της των επιστημόνων εκείνων, οι οποίοι έχουν την απαιτούμενη για την εξέταση των επιπτώσεων του έργου ή της δραστηριότητας ειδικότητα (βλ. ΣτΕ 1421/2013 7μ., σκ. 14), η δε συμμετοχή επιστημόνων ορισμένης ειδικότητας δεν είναι αναγκαία εάν δεν πιθανολογούνται ουσιώδεις επιπτώσεις στον τομέα της ειδικότητάς τους από την κατασκευή του έργου (βλ. ΣτΕ 4166/2015 σκ. 16, 4350/2014 σκ. 10, 4944/2013 σκ. 14, 2636/2009 σκ. 16).
10. Επειδή, εν προκειμένω, το επίμαχο έργο δεν αφορά εγκατάσταση μονάδας επεξεργασίας αστικών λυμάτων ή δημιουργία χώρου επεξεργασίας και διάθεσης απορριμμάτων, η δε φύση και το αντικείμενο αυτού δεν σχετίζονται προς τις αρμοδιότητες του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 1650/86 και τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο λόγος με τον οποίον προβάλλεται ότι έπρεπε να συμπράξει στην έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Περαιτέρω, η ΜΠΕ βάσει της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ εκπονήθηκε από δύο χημικούς μηχανικούς, ένας εκ των οποίων φέρει και την ιδιότητα του μελετητή στην κατηγορία των Περιβαλλοντικών Μελετών, και τον Tμηματάρχη Υγιεινής, Ασφάλειας, Προστασίας, Περιβάλλοντος και Διασφάλισης Ποιότητας της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ Α.Ε.”, ήτοι από ειδικούς επιστήμονες του τομέα σχεδιασμού της επίμαχης δραστηριότητας και του τομέα περιβάλλοντος, οι οποίοι διαθέτουν, κατά τεκμήριο, τις απαιτούμενες για την εξέταση των επιπτώσεων του συγκεκριμένου έργου ειδικότητες. Άλλωστε, από τη ΜΠΕ προκύπτει ότι, λόγω της επιχειρούμενης αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων του ήδη από ετών λειτουργούντος διυλιστηρίου – και, ειδικότερα, λόγω της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του θείου (βλ. Κεφάλαια υπ’ αριθμ. 7 αμφοτέρων των προπεριγραφεισών ΜΠΕ) -, αναμένονται θετικές επιπτώσεις, με αποτέλεσμα να μην απαιτείται, σε κάθε περίπτωση, η συμμετοχή και επιστημόνων υγείας στην εκπόνησή της. Υπό τα δεδομένα αυτά, οι περί του αντιθέτου λόγοι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, ενώ, κατά το μέρος που πλήσσεται η επιστημονική πληρότητα και επάρκεια των δεδομένων της ΜΠΕ, τα προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως απαράδεκτα.
11. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ παρίσταται μη νόμιμη, διότι δεν προηγήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 6 του ν. 1650/86, προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση. Ο λόγος αυτός στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και αναφέρεται στο προοίμιο της προσβαλλόμενης πράξης (υπό στοιχεία 25 και 26), πριν από την έκδοση αυτής είχαν εκδοθεί οι αποφάσεις 141379/9.5.2007 και 142553/9.5.2007 του Γενικού Διευθυντή Περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με τις οποίες διενεργήθηκε προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση και αξιολόγηση για τα νέα έργα στα οποία αφορά η έγκριση περιβαλλοντικών όρων, δηλ., αντιστοίχως, για την “Αναβάθμιση διυλιστηρίου Βιομηχανικών Εγκαταστάσεων Θεσσαλονίκης (Β.Ε.Θ.) για την παραγωγή καυσίμων χαμηλού θείου της εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ Α.Ε.” και για την “Εγκατάσταση και λειτουργία δεξαμενών αποθήκευσης αργού πετρελαίου χαμηλού θείου στο διυλιστήριο” της αυτής εταιρείας.
12. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ είναι ακυρωτέα διότι στηρίζεται σε ΜΠΕ, η οποία, κατά παράβαση του άρθρου 5 του ν. 1650/1986, δεν εξήτασε εναλλακτικές λύσεις ως προς τη χωροθέτηση των νέων έργων. Όπως, όμως, προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση και τη ΜΠΕ, το έργο εκσυγχρονισμού του διυλιστηρίου συνδέεται αναγκαίως προς τη λειτουργία του υφισταμένου σε συγκεκριμένη θέση διυλιστηρίου, εντός των χώρων του οποίου θα εγκατασταθεί και ο νέος εξοπλισμός που απαιτείται για την αναβάθμιση, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται περιθώριο διαφορετικής χωροθέτησης των απαιτούμενων έργων εκσυγχρονισμού. Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε (ανωτέρω, σκ. 6), η ΜΠΕ εξήτασε, αντί της επιλεγείσης αναβάθμισης, άλλες τρεις εναλλακτικές λύσεις, προς το σκοπό παραγωγής καυσίμων χαμηλού θείου, οι οποίες απερρίφθησαν με ειδική αιτιολογία, η νομιμότητα της οποίας δεν πλήσσεται με την κρινόμενη αίτηση. Περαιτέρω, και οι νέες δεξαμενές αποθήκευσης αργού πετρελαίου προβλέπονται προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα παραγωγής μαζούτ χαμηλού θείου και εγκαθίστανται, κατά λογική ακολουθία, εντός του υφισταμένου χώρου του διυλιστηρίου, χωρίς μάλιστα να προκύπτει ότι ο αιτών είχε προτείνει, κατά τη διαδικασία διαβούλευσης που προηγήθηκε της προσβαλλόμενης, άλλη θέση εγκατάστασης των δεξαμενών. Τούτο δε πέραν του ότι, όπως προκύπτει από την οικεία Μ.Π.Ε. (ανωτέρω, σκ. 7), εξετάσθηκε και άλλη εναλλακτική λύση (αποθείωση του μαζούτ), η οποία απερρίφθη ως ιδιαιτέρως επιβαρυντική για το περιβάλλον και για το λόγο αυτό προκρίθηκε η εγκατάσταση πρόσθετων δεξαμενών, με κριτήρια την ασφάλεια για το περιβάλλον και την ελαχιστοποίηση του κόστους της επένδυσης. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί ότι δεν εξετάσθηκαν εναλλακτικές λύσεις πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 2639/2009, σκ. 20).
13. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση του άρθρου 24 του Συντάγματος και του
ν. 1650/1986 περί προστασίας του περιβάλλοντος, δεδομένου ότι δεν προκύπτει ότι εκτιμήθηκαν επαρκώς οι συνέπειες που έχει για το φυσικό και οικιστικό περιβάλλον της περιοχής η επίμαχη δραστηριότητα στη συγκεκριμένη θέση, εγγύτατα του οικισμού Ελευθερίου – Κορδελιού. Ο οικισμός αυτός, συνεχίζει ο αιτών, βρίσκεται σε περιοχή περιβαλλοντικώς υποβαθμισμένη, όπου παράγεται ήδη ένας τεράστιος όγκος υγρών, αέριων και στερεών αποβλήτων που ρυπαίνουν το περιβάλλον. Συναφώς, προβάλλεται ότι οι επαπειλούμενοι για την υγεία των κατοίκων κίνδυνοι εμφανίζονται πλήρως δυσανάλογοι σε σχέση με το προσδοκώμενο όφελος και ότι η επιχειρηθείσα από τη Διοίκηση στάθμιση μεταξύ του προσδοκώμενου οφέλους από το έργο και της βλάβης στο περιβάλλον και την υγεία των κατοίκων της περιοχής παραβιάζει, λόγω του μεγέθους του έργου, την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης.
14. Επειδή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία εκτίμησης των επιπτώσεων του επίμαχου έργου, το οποίο περιλαμβάνει κατ’ ουσίαν δύο επεμβάσεις στην υφιστάμενη εγκατάσταση του διυλιστηρίου της εταιρείας “ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ Α.Ε.”, συνιστάμενες στην κατασκευή έργων αναβάθμισης του διυλιστηρίου και νέων δεξαμενών αποθήκευσης αργού πετρελαίου. Από τη ΜΠΕ των δύο αυτών επιμέρους έργων προκύπτει ότι εκτιμήθηκε το σύνολο των επιπτώσεων που αναμένονται μετά την ολοκλήρωση των έργων εκσυγχρονισμού, διαπιστώθηκε δε ότι θα επέλθουν μόνο θετικές συνέπειες στο περιβάλλον εντός και εκτός της εγκατάστασης, δεδομένου, αφενός, ότι το διυλιστήριο θα εκπέμπει, μετά την εκτέλεση των έργων αυτών, μειωμένα ρυπογόνα αέρια, και ιδιαίτερα διοξείδιο του θείου σε ποσοστό 55%, και σωματίδια κατά 45%, και, αφετέρου, ότι θα συμβάλει στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου πανελλαδικώς, από τις βιομηχανικές και βιοτεχνικές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούν μαζούτ της εν λόγω εταιρείας και από τα οχήματα που καταναλώνουν ντίζελ. Εξάλλου, και η εγκατάσταση τεσσάρων νέων δεξαμενών, συνολικής χωρητικότητας 240.000 κ.μ., επιπλέον των 8 υφισταμένων δεξαμενών αργού πετρελαίου πλωτής οροφής, συνολικής χωρητικότητας 407.062 κ.μ., εξυπηρετεί την ανάγκη χωριστής αποθήκευσης και διύλισης αργών μέσου και χαμηλού θείου και παραγωγής μαζούτ χαμηλού θείου, με τις προεκτεθείσες θετικές επιπτώσεις, ενώ, όπως αναφέρεται στην ΜΠΕ και δεν αμφισβητείται από τον αιτούντα, η συνολική ποσότητα διακίνησης αργού παραμένει η ίδια και εκτιμάται ότι πάνω από το 50% του συνολικού αργού που θα διυλίζεται στις επίμαχες εγκαταστάσεις του διυλιστηρίου θα είναι χαμηλού θείου. Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση περιορίζει τις δυσμενείς συνέπειες που αναμένονται από τη λειτουργία του διυλιστηρίου και κατατείνει στη βελτίωση των περιβαλλοντικών συνθηκών της περιοχής, με τη δε κρινόμενη αίτηση δεν αμφισβητείται η νομιμότητα ή επάρκεια των τεθέντων στο Κεφάλαιο Β΄ της προσβαλλόμενης πράξης περιβαλλοντικών όρων λειτουργίας του διυλιστηρίου, ως προς: I. τις οριακές τιμές εκπομπών ρυπαντικών φορτίων που υποχρεώνεται να τηρεί η εταιρεία “Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε.” (παρ. 1.1. Εκπομπές στην ατμόσφαιρα. 1.2. Υγρά Απόβλητα / Βιομηχανικά Απόβλητα / Αστικά Λύματα. 2. Μέγιστες επιτρεπόμενες συγκεντρώσεις ρυπαντικών φορτίων στους αποδέκτες), II. τα “Τεχνικά έργα και μέτρα αντιρρύπανσης ή γενικότερα αντιμετώπισης της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, που επιβάλλεται να κατασκευασθούν ή να τηρηθούν” [βλ. παρ. 4 της πράξης, στην οποία αναλύονται τα επιβαλλόμενα μέτρα που αφορούν το έργο αναβάθμισης, τις νέες δεξαμενές, τις λιμενικές εγκαταστάσεις, τη διακίνηση και αποθήκευση πρώτων υλών, βοηθητικών υλών και προϊόντων, την παραγωγική διαδικασία, το ενεργειακό σύστημα (“Φούρνοι, Λέβητες, Αεριοστρόβιλοι”), τη διαχείριση υγρών αποβλήτων, τη διαχείριση μη επικινδύνων στερεών αποβλήτων ή και επικινδύνων αποβλήτων και το πρόγραμμα μείωσης εκπομπών], ή III. τις υποχρεώσεις παρακολούθησης και καταγραφής της ποιότητας του περιβάλλοντος (βλ. παρ. 5 του Κεφ. Β΄ της πράξης). Υπό τα δεδομένα αυτά, αβασίμως προβάλλεται παράβαση των αρχών της αειφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης ή ότι η επαπειλούμενη βλάβη του περιβάλλοντος από την επίμαχη εγκατάσταση παρίσταται, και μάλιστα προδήλως, δυσανάλογη σε σχέση με το προσδοκώμενο οικονομικό όφελος. Τέλος, στο μέτρο που αμφισβητείται η ουσιαστική κρίση της Διοίκησης, που στηρίζεται κατά τούτο στη ΜΠΕ, οι λόγοι αυτοί είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
15. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 24 του Συντάγματος και 5 του ν. 1650/1986 που προβλέπουν την ολοκληρωμένη εξέταση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ενός έργου σε σχέση και με άλλα υφιστάμενα στον ίδιο χώρο. Τούτο διότι, στην προκειμένη περίπτωση, πλησίον των εγκαταστάσεων του διυλιστηρίου, λειτουργούν μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και μονάδα παραγωγής πολυπροπυλενίου που πρόσφατα επεκτάθηκε και, παρά ταύτα, δεν συνεκτιμήθηκαν συνδυαστικά από τη ΜΠΕ ή την προσβαλλόμενη πράξη οι συνέπειες από τη λειτουργία όλων των προαναφερθεισών μονάδων και εγκαταστάσεων. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι εν προκειμένω με την ΑΕΠΟ δεν αδειοδοτείται η λειτουργία νέου έργου, αλλά υφισταμένου διυλιστηρίου, με ευνοϊκότερους για το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον όρους, σε σχέση με την προϋφιστάμενη κατάσταση, και, επομένως, δεν υφίσταται κατ’ αρχήν υποχρέωση συνεκτιμήσεως των επιπτώσεων και άλλων έργων ή εγκαταστάσεων που γειτνιάζουν με το επίμαχο διυλιστήριο. Ανεξαρτήτως, όμως, αυτού, στη ΜΠΕ αναφέρονται (σελ. 54 επ.) η «Ρύπανση από Αστικά Λύματα» της ευρύτερης περιοχής, η «Κατάσταση Ρύπανσης του θαλασσίου Αποδέκτη», οι πηγές ρύπανσης και οι ρύποι του Θερμαϊκού Κόλπου, τα υγρά αστικά και βιομηχανικά απόβλητα, ενώ παρουσιάζεται (σελ. 66 επ.), βάσει των δεδομένων των σταθμών του Δήμου Θεσσαλονίκης και «του σταθμού του Δήμου Ελευθερίου – Κορδελιού (αιτούντος), που λειτουργεί υπό την ευθύνη της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας», και η συγκέντρωση αερίων ρύπων, στην οποία έχουν προφανώς συνυπολογισθεί όλες οι ρυπογόνες δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην περιοχή. Επίσης, παρατίθενται (κεφ. 6, σελ. 104 επ.) και στοιχεία μετρήσεων από το σταθμό παρακολούθησης ποιότητας της ατμόσφαιρας των ΕΛ.ΠΕ. από το έτος 1991 και μετά, καθώς και συγκριτικά στοιχεία από το σταθμό Κορδελιού, που αφορούν τους ρύπους που εξέπεμπε το διυλιστήριο, πριν από την εκτέλεση των αδειοδοτούμενων με την προσβαλλόμενη απόφαση έργων εκσυγχρονισμού, από τα οποία προκύπτει ότι “δεν υπάρχει υπέρβαση των νομοθετημένων ετήσιων ορίων συγκέντρωσης σε SΟ2” και ότι “έχει σημειωθεί μεγάλη βελτίωση της μέσης τιμής στη συγκέντρωση SΟ2 στην ατμόσφαιρα της ευρύτερης περιοχής” (πρβ. ΣτΕ Ολομ. 2636/2009, σκ. 38). Από τα στοιχεία αυτά συνάγεται ότι έχει συνυπολογισθεί η ρύπανση του αέρα από όλα τα άλλα ρυπογόνα έργα και δραστηριότητες της περιοχής και ο περί του αντιθέτου λόγος στηρίζεται, επιπλέον, σε εσφαλμένη προϋπόθεση.
16. Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων και δραστηριοτήτων (όπως η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του διυλιστηρίου) και ότι, για το λόγο αυτό, έπρεπε να προηγηθεί Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση, κατά τα προβλεπόμενα στην ΚΥΑ ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ.107017/28.8.2006 του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Β΄ 1225), που έχει εκδοθεί σε συμμόρφωση με την οδηγία 2001/42/ΕΚ «σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων» (L. 197). Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι το επίμαχο έργο δεν έχει τον χαρακτήρα «σχεδίου ή προγράμματος», κατά την έννοια της εν λόγω Οδηγίας και της σχετικώς εκδοθείσης ΚΥΑ, ώστε να τίθεται ζήτημα υπαγωγής του σε διαδικασία Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, αλλά περιλαμβάνεται, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στον κατάλογο έργων και δραστηριοτήτων της ΚΥΑ Η.Π. 15393/2332/2002, υπαγόμενο στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης που προβλέπεται στο ν. 1650/1986 και στην απόφαση αυτή (πρβλ. ΣτΕ 1637/2016 σκ. 14, ΣτΕ Ολομ. 528/2015 σκ. 15, 4784/2013 7μ., σκ. 10).
17. Επειδή, κατόπιν αυτών, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Εξάλλου, λόγοι ακυρώσεως που προβάλλονται το πρώτον με το υπόμνημα που κατετέθη μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και εντός της προθεσμίας που χορηγήθηκε προς τούτο από το Δικαστήριο, είναι απορριπτέοι προεχόντως ως απαράδεκτοι.