ΣτΕ 1299/2017 [Νόμιμη αδειοδότηση συνεργείου οχημάτων]
Περίληψη
-Η υποβαλλόμενη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου και όταν, ανεξάρτητα από την τυχόν ονομασία της ως τεχνικής εκθέσεως ή μελέτης περιέχει τα αναγκαία κατά το νόμο στοιχεία κατά τρόπο ώστε η μελέτη αυτή να έχει ουσιαστικώς τα χαρακτηριστικά επιστημονικής εργασίας, με λογική θεμελίωση και τεκμηρίωση των κρίσεων.
-Ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων δεν είναι νόμιμη διότι εκδόθηκε μετά από υποβολή από τον παρεμβαίνοντα ερωτηματολογίου που δεν έχει τα χαρακτηριστικά της επιστημονικής περιβαλλοντικής μελέτης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Η μη ρητή αναφορά της περιβαλλοντικής εκθέσεως στην απόφαση εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων δεν επηρεάζει τη νομιμότητά της, καθώς η αιτιολογία της πράξεως δύναται να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου.
Πρόεδρος: Ν. Ρόζος
Εισηγητής: Ελ. Μουργία
Βασικές Σκέψεις
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση (α) της 20152/24.2.2006 αποφάσεως της Προϊσταμένης του Τμήματος Συνεργείων – Πρατηρίων και Σταθμών Αυτοκινήτων της Διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών της Νομαρχίας Αθηνών, με την οποία χορηγήθηκε άδεια ιδρύσεως συνεργείου επισκευής και συντηρήσεως μηχανικών μερών και τροχών αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών και μοτοποδηλάτων στον Απόστολο Μπιρίλη, που βρίσκεται στον Δήμο Αθηναίων στη συμβολή των οδών Περρίκου, Φιλιππίδη και Μπάκου του Δήμου Αθηναίων, (β) της 23795/ 27.11.2006 αποφάσεως του Αντινομάρχη Αθηνών με την οποία χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας στο ανωτέρω συνεργείο και (γ) της 14188/ 10.3.2006 αποφάσεως του Νομάρχη Αθηνών περί εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων του ανωτέρω συνεργείου.
3. Επειδή, η εκδίκαση της κρινομένης αιτήσεως υπάγεται στην ακυρωτική αρμοδιότητα του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατ’ άρθρο 5 παρ. 1 περ. στ΄ του π.δ. 361/2001 (Α΄ 244) (ΣτΕ 2791/2014 κ.ά.).
4. Επειδή, μετά την κατάργηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών – Πειραιώς, η παρούσα δίκη με το προαναφερθέν αντικείμενο νομίμως συνεχίζεται αυτοδικαίως και χωρίς άλλη διατύπωση κατά της Περιφέρειας Αττικής [άρθρα 3 παρ. 1 και 3 περ. θ΄ και 283 παρ. 2 ν. 3852/ 2010 (Α΄ 87)].
5. Επειδή, με προφανές έννομο συμφέρον παρεμβαίνει στη δίκη υπέρ της ισχύος της προσβαλλομένων πράξεων ο δικαιούχος των αδειών Απόστολος Μπιλίρης.
6. Επειδή, οι τρεις πρώτοι από τους αιτούντες, φερόμενοι ως κάτοικοι και ιδιοκτήτες ακινήτων όμορων προς το συνεργείο για το οποίο χορηγήθηκαν οι προσβαλλόμενες άδειες, με έννομο συμφέρον και εμπροθέσμως ασκούν την κρινόμενη αίτηση. Ως προς την τέταρτη όμως (Παρασκευή Ποσάντζη) η αίτηση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη εφ’ όσον ούτε παρέστη κατά τη συζήτηση για να δηλώσει ότι εγκρίνει την άσκησή της, ούτε προσκομίστηκε συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο προς τον δικηγόρο που την υπογράφει ενώ δεν προσκομίστηκε συμβολαιογραφικό πληρεξούσιό της στον παραστάντα δικηγόρο εντός προθεσμίας (19.2.2014) που έταξε προς τούτο ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος.
7. Επειδή, μετά την άσκηση της αιτήσεως (30.10.2007) και πριν από τη συζήτηση (12.2.2014) της υποθέσεως έληξε η ισχύς της πενταετούς διάρκειας της υπό στοιχείο (γ) προσβαλλόμενης 14188/10.3.2006 αποφάσεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, η οποία είχε τροποποιηθεί με την 20384/23.4.2008 απόφαση της υπογράφουσας με εντολή Νομάρχη Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Προστασίας Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Αθηνών λόγω μηχανολογικού εκσυγχρονισμού. Συντρέχει, συνεπώς, κατ’ αρχήν περίπτωση καταργήσεως της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 32 παρ. 2 του π.δ/τος 18/1989 (Α’ 8). Δεδομένου, όμως, ότι οι αιτούντες κατέθεσαν παραδεκτώς στις 6.9.2013 το από 3.9.2013 δικόγραφο του άρθρου 32 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως η παρ. αυτή προστέθηκε με το άρθρο 31 του ν. 3772/2009 (Α΄ 112), δηλαδή δικόγραφο με το οποίο παρέχεται, κατά το νόμο, η δυνατότητα να ζητηθεί η συνέχιση της δίκης όταν η παύση της ισχύος της προσβαλλομένης πράξεως οφείλεται στη μεταγενέστερη έκδοση πράξεως ομοίου περιεχομένου ή στην τροποποίηση ή αντικατάστασή της με πράξη η οποία εξακολουθεί να είναι δυσμενής για τον αιτούντα (πρβλ. ΣτΕ 31/2013 Ολομ. κ.ά.), συντρέχει περίπτωση συνεχίσεως της παρούσας δίκης με προσβαλλόμενη πράξη την 33972/11/19.12.2011 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων, με την οποία ανανεώθηκε για πέντε έτη από τον χρόνο που εκδόθηκε η ισχύς των προαναφερθεισών πράξεων 14188/10.3.2006 και 20384/23.4.2008.
8. Επειδή, κατά τα ήδη κριθέντα (ΣτΕ 287/2003 7μ. σκ. 5, 1366/2006 σκ. 10, 600/2007 σκ. 6 κ.ά.), η διάταξη του άρθρου 7 της κ.υ.α. 69269/5387/24.10.1990 (Β΄ 678) περί συμπληρώσεως απλού ερωτηματολογίου για τα έργα της β΄ κατηγορίας είναι ανίσχυρη ως κειμένη εκτός εξουσιοδοτήσεως, διότι το ερωτηματολόγιο δεν είναι επαρκές μέσο, κατά τις διατάξεις του ν. 1650/1986 «Για την προστασία του περιβάλλοντος» (Α΄ 160), αλλ’ απαιτείται η σύνταξη ολοκληρωμένης και συστηματικής επιστημονικής μελέτης, στην οποία να επισημαίνονται με ακρίβεια οι πιθανές επιπτώσεις του έργου στο φυσικό και στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Όπως, επίσης, έχει κριθεί (πρβλ. ΣτΕ 1990/ 2007 7μ. σκ. 9, 600/2007 σκ. 6, 1445/2015 σκ. 7 κ.ά.), κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, πάντως, η υποβαλλόμενη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου και όταν, ανεξάρτητα από την τυχόν ονομασία της ως τεχνικής εκθέσεως ή μελέτης, περιέχει τα αναγκαία κατά νόμο στοιχεία [δηλαδή αυτά του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 1650/1986], καθώς και τεκμηριωμένη αιτιολόγηση των απαντήσεων στα ερωτήματα του πίνακα 3 του άρθρου 16 της ως άνω υπουργικής αποφάσεως, κατά τρόπο ώστε η μελέτη αυτή να έχει ουσιαστικώς τα χαρακτηριστικά επιστημονικής εργασίας, με λογική θεμελίωση και τεκμηρίωση των κρίσεων.
9. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την 20152/24.2.2006 απόφαση της Προϊσταμένης του Τμήματος Συνεργείων – Πρατηρίων και Σταθμών Αυτοκινήτων της Διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών της Νομαρχίας Αθηνών [πρώτη προσβαλλόμενη πράξη] χορηγήθηκε στον παρεμβαίνοντα Απόστολο Μπιλίρη άδεια ιδρύσεως συνεργείου επισκευής και συντηρήσεως μηχανικών μερών και τροχών αυτοκινήτων, μοτοσυκλετών και μοτοποδηλάτων στη συμβολή των οδών Περρίκου, Φιλιππίδη και Μπάκου του Δήμου Αθηναίων. Με την προαναφερόμενη 14188/10.3.2006 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Προστασίας Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Αθηνών της Ν.Α. Αθηνών – Πειραιώς [γ΄ προσβαλλόμενη πράξη] εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για το ανωτέρω συνεργείο του παρεμβαίνοντος, συνολικής επιφάνειας 657,38 τ.μ., με διάρκεια ισχύος πέντε έτη από την ημερομηνία εκδόσεως της πράξεως. Για την ως άνω έγκριση είχε υποβληθεί περιβαλλοντική έκθεση και πίνακας περιβαλλοντικών επιπτώσεων με την μορφή ερωτηματολογίου σύμφωνα με τον πίνακα 3 του άρθρου 16 της κ.υ.α 69269/5387/24.10.1990 (Β΄ 678). Ακολούθως, με την 23795/27.11.2006 απόφαση του Αντινομάρχη Αθηνών [β’ προσβαλλόμενη πράξη] χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας αορίστου χρόνου στο επίμαχο συνεργείο. Κατόπιν της 20384/3.4.2008 αιτήσεως του παρεμβαίνοντος για την τροποποίηση της προαναφερθείσας 14188/ 10.3.2006 ΑΕΠΟ, με την οποία υποβλήθηκε νέα περιβαλλοντική έκθεση, εκδόθηκε η 20384/ 23.4.2008 απόφαση της υπογράφουσας με εντολή Νομάρχη Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Προστασίας Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Αθηνών, με την οποία αντικαταστάθηκε η προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων λόγω μηχανολογικού εκσυγχρονισμού, ορίσθηκε δε ότι η συνολική επιφάνεια του συνεργείου θα είναι 734,20 τ.μ. και η συνολική ισχύς 29,70 ΗΡ. Τέλος, με την 33972/11/19.12.2011 απόφαση του Περιφερειάρχη Αττικής ανανεώθηκε η ισχύς των προαναφερθεισών πράξεων 14188/10.3.2006 και 20384/23.4.2008 για πέντε έτη από τον χρόνο εκδόσεώς της. Εξάλλου, με την 344520/30.12.2010 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών τροποποιήθηκε η προσβαλλόμενη 23795/2006 άδεια λειτουργίας.
10. Επειδή, η περιβαλλοντική έκθεση του έτους 2008, η οποία υποβλήθηκε για την έκδοση της 20384/23.4.2008 πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων που αντικατέστησε την αρχική 14188/10.3.2006 απόφαση και ανανεώθηκε με την 33972/11/19.12.2011 ήδη προσβαλλομένη πράξη, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 7, δεν περιορίζεται σε μονολεκτική απάντηση στο ερωτηματολόγιο του πίνακα 3 του άρθρου 16 της κ.υ.α. 69269/5387/24.10.1990, το οποίο, εξάλλου, υποβάλλει εκ περισσού (πρβλ. ΣτΕ 3170/2012 σκ. 6 κ.ά.), αλλά, αντιθέτως, περιέχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από την παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 1650/ 1986 και ειδικότερα, α) περιγραφή της δραστηριότητας με πληροφορίες για το χώρο της εγκαταστάσεως, τον σχεδιασμό και το μέγεθος του, β) εντοπισμό και αξιολόγηση των βασικών επιπτώσεων στο περιβάλλον, γ) περιγραφή των μέτρων για την πρόληψη, μείωση ή αποκατάσταση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον και δ) απλή περίληψη του συνόλου της μελέτης. Κατά συνέπεια, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων δεν είναι νόμιμη διότι εκδόθηκε μετά από υποβολή από τον παρεμβαίνοντα ερωτηματολογίου που δεν έχει τα χαρακτηριστικά της επιστημονικής περιβαλλοντικής μελέτης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Εξάλλου, ο συναφώς προβαλλόμενος λόγος ότι από το σώμα και την αιτιολογία των προααναφερθεισών 20384/23.4.2008 και 33972/11/19.12.2011 αποφάσεων προκύπτει ότι, κατά την έκδοσή τους, δεν ελήφθη υπόψη η περιβαλλοντική έκθεση του 2008, είναι απορριπτέος, προεχόντως, διότι η μη ρητή αναφορά της περιβαλλοντικής εκθέσεως στην απόφαση εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων δεν επηρεάζει την νομιμότητα της, καθώς η αιτιολογία της πράξεως δύναται να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου και, πάντως, ως αβάσιμος διότι το στοιχείο 12 του προοιμίου της 20384/23.4.2008 πράξεως, αναφέρεται στην 20384/3.4.2008 αίτηση του παρεμβαίνοντος, με την οποία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, είχε υποβληθεί η επίμαχη περιβαλλοντική έκθεση.
11. Επειδή, στη συνέχεια, προβάλλεται σειρά λόγων ακυρώσεως που ανάγονται σε επιστημονικές ελλείψεις της περιβαλλοντικής εκθέσεως. Ενόψει του ότι, όπως θα εκτεθεί κατωτέρω, η εν λόγω έκθεση περιέχει κατ’ αρχήν αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών, τα τιθέμενα ζητήματα, ως τεχνικά, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω ακυρωτικού ελέγχου.
12. Επειδή, ειδικότερα, προβάλλεται ότι μολονότι στην εισαγωγή 3.2 αναγνωρίζεται ότι η φυσιογνωμία της περιοχής είναι αμφισήμαντη, στην ανάπτυξη που ακολουθεί η έκθεση αξιολογεί την επίδικη εγκατάσταση στο πλαίσιο μιας περιοχής με κυκλοφοριακή φόρτιση, χωρίς καμία αναφορά στις επιπτώσεις που θα έχει σε σχέση με την άλλη φυσιογνωμία της περιοχής που χαρακτηρίζεται από μικρούς δρόμους και ολιγοώροφες κατοικίες. Όπως, όμως, προκύπτει από το κεφάλαιο 3 της οικείας περιβαλλοντικής εκθέσεως (σελ. 6 – 8) στην ως άνω μελέτη υπάρχει αναλυτική εξέταση των συνθηκών της ευρύτερης και εγγύτερης περιοχής πλησίον της εν λόγω δραστηριότητας, στην οποία, σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς χρήσεων γης προβλέπονται χρήσεις γενικής κατοικίας και, ως εκ τούτου, μπορούν να εγκαθίστανται συνεργεία συντηρήσεως και επισκευής αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, ως επαγγελματικά εργαστήρια χαμηλής οχλήσεως, ανεξαρτήτως ισχύος σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4 του π.δ. της 23-2/6.3.1987 (Δ΄ 166) (ΣτΕ 1154/2013 7μ. σκ. 10, 4995/ 2013 σκ. 6, κ.ά.) και εκτιμάται ότι δεν θα υπάρξει επίδραση σε αυτήν (σελ. 14 επ.). Συνεπώς, ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι, εν πάση περιπτώσει, απορριπτέος ως αβάσιμος.
13. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι το κατάστημα δεν έχει τοίχους από οπτοπλινθοδομές όπως αναφέρεται στην έκθεση (στο σημείο 3.1, σελ. 6), ούτε πόρτες ώστε οι εργασίες να γίνονται εντός, «με πόρτες και παράθυρα κλειστά», αλλά από τις φωτογραφίες, που ίδιος ο παρεμβαίνων έχει προσκομίσει στο Δικαστήριο, προκύπτει ότι η επίδικη εγκατάσταση, όπου δεν έχει φέροντα οργανισμό (δηλαδή στις κολώνες και στο κλιμακοστάσιο), έχει είτε τζάμια (οδός Φιλιππίδη και Περρίκου) είτε ρολά που λειτουργούν ως πόρτες. Συναφώς, προβάλλεται ότι η περιβαλλοντική έκθεση δεν περιέχει καμία επιστημονική κρίση σχετικά με τις επιπτώσεις της χρήσεως του ρολού αντί για πόρτα και ειδικότερα στον εκπεμπόμενο θόρυβο, ενώ, κατά κοινή πείρα η εργασία με κατεβασμένο ρολό ισοδυναμεί με εργασία σε εξωτερικό χώρο. Όπως όμως προκύπτει από την οικεία περιβαλλοντική έκθεση, στην παρ. 3.1. (σελ. 6) περιγράφεται η τριώροφη οικοδομή, στο ισόγειο της οποίας λειτουργεί η επίμαχη εγκατάσταση και η οποία έχει φέροντα οργανισμό από οπλισμένο σκυρόδεμα και τοίχους από οπτοπλινθοδομές. Περαιτέρω, στη σελίδα 16 της εν λόγω μελέτης αναφέρεται ότι «έχει προβλεφθεί επαρκής ηχομόνωση των εγκαταστάσεων για την αποφυγή ηχητικών επιδράσεων στο γειτονικό περιβάλλον», στο δε κεφάλαιο περί μέτρων αντιμετωπίσεως περιβαλλοντικών επιπτώσεων (σελ. 20) αναφέρεται ότι «1. Έχουν ληφθεί το κατάλληλα ηχομονωτικά μέτρα. 2. Τα μηχανήματα που δημιουργούν κραδασμούς και δονήσεις θα τοποθετούνται σε ειδικές αντικραδασμικές βάσεις/στηρίξεις. 3 Ο αεροσυμπιεστής έχει μονωθεί κατάλληλα. […] 9. Οι εργασίες γίνονται εντός του συνεργείου με πόρτες και παράθυρα κλειστά» και ότι «Στο συνεργείο έχουν ληφθεί τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να αποκλείεται η μεταβίβαση προς τα γειτονικά κτίρια ή τους ορόφους του ίδιου κτιρίου των κραδασμών και των θορύβων που προκαλούνται από τη λειτουργία του συνεργείου. Ο εκπεμπόμενος συνολικά θόρυβος δεν θα υπερβαίνει τα ανώτατα όρια που καθορίζονται από το Π.Δ. 1180/1981 […] ή από άλλες σχετικές διατάξεις […]» (σελ. 23). Συνεπώς, ο λόγος αυτός, κατά το πρώτο σκέλος του, πρέπει να απορριφθεί ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη πραγματική βάση, κατά δε το δεύτερο σκέλος του ως αβάσιμος. Εξάλλου, οι αναφορές του από 3.9.2013 δικογράφου σε παραβιάσεις της προσβαλλομένης εγκρίσεως περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εκ μέρους του παρεμβαίνοντος, κατά τη λειτουργία του επίδικου συνεργείου, δεν αποτελούν πλημμέλειες της πράξεως αυτής, αλλά ενδεχομένως λόγο ανακλήσεώς της (ΣτΕ 4995/2013 κ.ά.).
14. Επειδή, ακολούθως, προβάλλεται ότι η περιβαλλοντική έκθεση δεν περιέχει καμία επιστημονική κρίση και πρόβλεψη για την περιβαλλοντική αποκατάσταση μετά την οριστική παύση λειτουργίας της εγκαταστάσεως. Στο κεφάλαιο «Συμπεράσματα» της οικείας μελέτης (σελ. 24) αναφέρεται ότι «η εν λόγω δραστηριότητα δεν θα προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν δημιουργούνται προβλήματα περιβαλλοντικά σημειακά, λόγω της φύσης των εκτελούμενων εργασιών και της ουσιαστικής απουσίας στερεών υγρών ή αέριων υπολειμμάτων. […] Οι λύσεις που επιλέχθηκαν για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις αφορούν την αντιμετώπιση της ηχορύπανσης, της αέριας ρύπανσης από τα καυσαέρια στο χώρο του συνεργείου, την περιβαλλοντική διαχείριση ελαστικών και ορυκτελαίων, την καλή διαχείριση του περιβάλλοντος χώρου και την καλή αισθητική των όψεων. Τα παραπάνω περιβαλλοντικά θέματα κρίθηκαν σημαντικό να επιλυθούν άμεσα κατά τη λειτουργία του συνεργείου και γι’ αυτό παρουσιάστηκαν στη μελέτη τα μέτρα για την αντιμετώπισή τους». Εξάλλου, στις σελίδες 15 και 16 της ίδιας μελέτης εκτιμάται ότι από την εγκατάσταση και λειτουργία του συνεργείου δεν θα προκληθούν επιπτώσεις σε χλωρίδα – πανίδα, έδαφος, νερά και αέρα. Συνεπώς, εφόσον, σύμφωνα με την μελέτη, δεν αναμένεται να υπάρξει επιβάρυνση του περιβάλλοντος από την εγκατάσταση και λειτουργία του επίμαχου συνεργείου, δεν τίθεται ζήτημα αποκαταστάσεως μετά την οριστική παύση λειτουργίας του και, ως εκ τούτου, είναι απορριπτέος ο λόγος αυτός ακυρώσεως.
15. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι η περιβαλλοντική έκθεση δεν περιέχει λογική τεκμηρίωση για την εκπομπή και διασπορά σκόνης, οσμών και ρυπογόνων αερίων κατά την παραγωγική διαδικασία. Στη σελίδα 16 της οικείας εκθέσεως εκτιμάται ότι η εγκατάσταση και λειτουργία του συνεργείου δεν θα προκαλέσει σημαντικές εκπομπές στην ατμόσφαιρα ή υποβάθμιση της ποιότητας της ατμόσφαιρας, όπως δυσάρεστες οσμές, στη δε σελίδα 21 της ίδιας εκθέσεως αναφέρεται ότι «Κατά τη λειτουργία της μονάδας, τα καυσαέρια θα απάγονται μέσω συσκευής παροχής των απαραίτητων ανανεώσεων την ώρα του όγκου του αέρα όλου του συνεργείου και σε θέση που δεν προκαλείται όχληση (θορύβου και οσμών) στο περιβάλλον». Συνεπώς, ο λόγος αυτός ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
16. Επειδή, περαιτέρω, προβάλλεται ότι εφόσον η προσβαλλόμενη έγκριση περιβαλλοντικών όρων στηρίζεται σε μη νόμιμη περιβαλλοντική έκθεση, η οποία δεν ανταποκρίνεται στην περιβαλλοντική πραγματικότητα της περιοχής όπου βρίσκεται το επίμαχο συνεργείο, είναι παράνομες και οι ερειδόμενες σε αυτές άδειες ιδρύσεως και λειτουργίας. Ενόψει των όσων εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις, η προσβαλλόμενη πράξη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων εκδόθηκε νομίμως, και, συνεπώς, ο λόγος αυτός ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
17. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι η 20152/24.2.2006 άδεια ιδρύσεως συνεργείου έχει εκδοθεί κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1 περ. γ και παρ. 2 περ. β του π.δ. 78/1988 (Α΄ 34), διότι αφενός μεν υπάρχει στάση λεωφορείου σε απόσταση μικρότερη ή ίση των 10 μέτρων από το μέσο της εισόδου του συνεργείου επί της οδού Μπάκου, αφετέρου δε, απέναντι από την είσοδο του συνεργείου επί της οδού Μπάκου υπάρχει χαρακτηρισμένος κοινόχρηστος χώρος – πλατεία. Συναφώς προβάλλεται ότι τόσο η στάση όσο και ο κοινόχρηστος χώρος δεν εμφαίνονται στο από Δεκέμβριο 2005 τοπογραφικό σκαρίφημα της χημικού μηχανικού που υπέβαλε ο παρεμβαίνων για την έκδοση της άδειας, ούτε αναφέρονται στην έκθεση αυτοψίας με συνέπεια η Διοίκηση να εκδώσει την εν λόγω άδεια κατά πλάνη περί τα πράγματα. Κατά τα βεβαιούμενα από τη Διοίκηση στο 203904/20.12.2013 έγγραφο απόψεων του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφέρειας Αττικής προς το Δικαστήριο και όπως προκύπτει από την από 21.2.2006 έκθεση αυτοψίας της Επιτροπής του Τμήματος Συνεργείων-Πρατηρίων και Σταθμών Αυτοκινήτων της Διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών της Νομαρχίας Αθηνών, σε απόσταση μικρότερη των 10 μέτρων από την είσοδο του επίδικου συνεργείου δεν υπάρχει στάση λεωφορείων ή άλλων συγκοινωνιακών μέσων, το δε ακίνητο στο οποίο λειτουργεί το συνεργείο αυτό δεν έχει πρόσοψη σε χώρους κοινής χρήσεως. Συνεπώς, ανεξαρτήτως της έννοιας των προαναφερθεισών διατάξεων, οι λόγοι αυτοί πρέπει να απορριφθούν ως ερειδόμενοι σε εσφαλμένη πραγματική βάση.
18. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να γίνει δεκτή η παρέμβαση, κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων πρέπει να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων.