ΣτΕ 1497/2015 [Απόρριψη αίτησης για διόρθωση πράξης εφαρμογής]
Περίληψη
-Οι ισχυρισμοί της αιτούσας για τις εκτιθέμενες στο δικόγραφο πλημμέλειες της αιτιολογίας της διορθωτικής πράξης εφαρμογής παραδεκτώς προβάλλονται το πρώτον με την αίτηση ακυρώσεως, αφού στην αιτούσα δεν είχε κοινοποιηθεί η διορθωτική πράξη, ώστε να έχει τη δυνατότητα να προβάλει με ένσταση τις αιτιάσεις αυτές ενώπιον της Διοίκησης πριν από την κύρωση της εν λόγω διορθωτικής πράξης.
-Η Διοίκηση δεν έλαβε θέση είτε με βάση τα στοιχεία του φακέλου είτε μετά από επανέλεγχο της διορθωτικής πράξης για το εριζόμενο εν προκειμένω ζήτημα, αν δηλαδή με τη διορθωτική πράξη η ρυμοτομική γραμμή στο συγκεκριμένο τμήμα του Ο.Τ. αποτυπώθηκε ορθώς ή εσφαλμένα σε σχέση με τις προβλέψεις του ρυμοτομικού διαγράμματος της πολεοδομικής μελέτης της 1ης Π.Ε. του Δήμου Νέας Μάκρης. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά κλονίζεται η αιτιολογία της πράξης του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής ως προς τον καθορισμό της ρυμοτομικής γραμμής στη βορειοδυτική πλευρά του Ο.Τ., διότι η πραγματοποιηθείσα με την ανωτέρω πράξη αποτύπωση της ρυμοτομικής γραμμής φαίνεται να εμφανίζει απόκλιση σε σχέση με προγενέστερα στοιχεία του φακέλου.
Πρόεδρος: Χρ. Ράμμος
Εισηγητής: Δ. Βασιλειάδης
Δικηγόροι: Ιω. Χατζοπούλου, Κ. Βαρδακαστάνης, Φ. Χατζηφώτης, Γ. Παπαδημητρίου
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση μετά την εν μέρει οριστική και εν μέρει αναβλητική 897/2012 απόφαση του Δικαστηρίου με την οποία α) εξαφανίσθηκε κατ’ αποδοχήν εφέσεως της αιτούσας η 2761/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών που είχε απορρίψει ως απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος, αίτηση ακυρώσεως της αιτούσας κατά των αναφερομένων στη σκέψη 3 πράξεων και β) αναβλήθηκε η έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης ακυρώσεως, προκειμένου να συμπληρωθεί ο φάκελος της υπόθεσης.
- Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η εν μέρει ακύρωση: α) της 2211/375/2004/14.9.2005 πράξης του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, με την οποία διορθώθηκε η 1η πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης στο Ο.Τ. 151 της 1ης Πολεοδομικής Ενότητας (ΠΕ) του Δήμου Νέας Μάκρης και β) της τεκμαιρόμενης απόρριψης της από 20.2.2006 προσφυγής της αιτούσας κατά της ως άνω πράξης, που γνωστοποιήθηκε σ’ αυτήν με το 27547/6.5.2006 έγγραφο του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής.
- Επειδή, με την παρ. ΙΙ ΣΤ περ. 41 του άρθρου 186 του ν. 3852/2010 (Α´ 87), η οποία προστέθηκε με την παρ. 10 (περ. ε΄) του άρθρου 44 του ν. 3979/2011 (Α´ 138), η αρμοδιότητα κύρωσης της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης κατά τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 1337/1983 και η κρίση των ενστάσεων που υποβλήθηκαν κατ’ αυτής περιήλθαν, τελικώς, στην αρμοδιότητα των Περιφερειών. Συνεπώς, κατά το άρθρο 283 παρ. 2 του ν. 3852/2010, η παρούσα δίκη νομίμως συνεχίζεται κατά της Περιφέρειας Αττικής.
- Επειδή, με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς παρεμβαίνει στη δίκη υπέρ της ισχύος των προσβαλλομένων πράξεων ο Γεώργιος Κέφος, η ιδιοκτησία του οποίου περιλαμβάνεται στην πρώτη προσβαλλόμενη πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής.
- Επειδή, όπως κρίθηκε και με την απόφαση 897/2012 (σκ. 7) του Δικαστηρίου, η αιτούσα με έννομο συμφέρον ασκεί την υπό κρίση αίτηση, καθόσον ισχυρίζεται ότι η έκδοση της πράξης 2211/375/2004/14.9.2005 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (α΄ προσβαλλομένης) έχει ως συνέπεια, αφενός, να μειώνεται κοινόχρηστος χώρος (πεζόδρομος) στη δυτική πλευρά του Ο.Τ. 151 και, αφετέρου, να παρεμβάλλεται λωρίδα της ιδιοκτησίας του παρεμβαίνοντος μεταξύ του κοινοχρήστου χώρου και της ιδιοκτησίας της με κ.α. 016439 (πρβλ. και Σ.τ.Ε. 1553/2007, 313/2006).
- Επειδή, εξάλλου, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει κοινοποίηση της 2211/375/2004/14.9.2005 νομαρχιακής απόφασης στην αιτούσα ούτε μπορεί να συναχθεί γνώση της πράξης αυτής από την αιτούσα με μόνη την επίδοσή της στην αδερφή της (βλ. την 2241/15.9.2005 έκθεση του δικ. επιμελητή Α. Κ.), η οποία φέρεται ως κυρία άλλου ακινήτου (ιδιοκτησία με κ.α. 016440) σε διαφορετική θέση του Ο.Τ. 151. Περαιτέρω, εφόσον δεν προκύπτει κοινοποίηση, ή γνώση της προαναφερθείσας νομαρχιακής απόφασης από την αιτούσα, η από 20.2.2006 (αριθμ. πρωτ. 10726/20.2.2006) προσφυγή της κατά της εν λόγω απόφασης διέκοψε την προθεσμία της αίτησης ακυρώσεως κατ’ αυτής, δοθέντος δε ότι η προσφυγή απορρίφθηκε σιωπηρά από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής μετά την άπρακτη πάροδο 60 ημερών από την κατάθεση της προσφυγής στην Περιφέρεια, η προθεσμία για την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως κατ’ αμφοτέρων των προσβαλλομένων πράξεων άρχισε εκ νέου μετά την κατά τα ανωτέρω τεκμαιρόμενη απόρριψη της προσφυγής (Σ.τ.Ε. 2045/2012, πρβλ. 2928/2011, 2471/2009, 969/2006, 4572/2005, 2532/2000, 2954/1999, 2325/1999, 2126/1999, 3263/1998, 2290/1998 κ.ά., πρβλ. αντιθέτως υπό το προγενέστερο καθεστώς Σ.τ.Ε. 4573/2009, 3886/2007, 3826/2007, 2070/2004). Κατά συνέπεια, η αίτηση ακυρώσεως που κατατέθηκε στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών στις 19.5.2006 (αριθ. καταθ. 1331) έχει ασκηθεί εμπροθέσμως τόσο κατά της προσβαλλόμενης απόφασης του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής όσο και κατά της σιωπηρής απόρριψης της προαναφερθείσας προσφυγής από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής, οι περί του αντιθέτου δε ισχυρισμοί του παρεμβαίνοντος και της Διοίκησης πρέπει να απορριφθούν.
- Επειδή, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της κρινόμενης αίτησης, η ακύρωση της διορθωτικής πράξης του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (ανωτ. προσβαλλόμενη υπό α΄) ζητείται καθ’ ο μέρος με την πράξη καθορίσθηκε η ρυμοτομική γραμμή στις κορυφές Ν26, Ν27, Ν28, Ν25, στη δυτική πλευρά του Ο.Τ. 151. Η Διοίκηση με το έγγραφο των απόψεων υποστηρίζει ότι η διορθωτική πράξη κατά το προσβαλλόμενο μέρος της περιλαμβάνει, όπως και η 4322/802/16.12.2002 κυρωθείσα πράξη εφαρμογής, τις αυτές κορυφές των ρυμοτομικών γραμμών από την πλευρά των οικοπέδων της αιτούσας και του παρεμβαίνοντος. Εν τούτοις, και υπό την εκδοχή την οποία υποστηρίζει η Διοίκηση, ότι, δηλαδή, η αρχική πράξη εφαρμογής είχε τις αυτές συντεταγμένες για τον προσδιορισμό των κορυφών των ρυμοτομικών γραμμών στην επίμαχη θέση, πάντως, η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση (διορθωτική της πράξης εφαρμογής) αντικατέστησε κατά το μέρος αυτό την κυρωθείσα πράξη εφαρμογής, αφού, όπως εκτίθεται σε επόμενη σκέψη, το οικόπεδο του παρεμβαίνοντος δημιουργήθηκε το πρώτον με τη διορθωτική πράξη και, συνεπώς, η πράξη εφαρμογής αντικαταστάθηκε εν μέρει ως προς τον αριθμό ορισμένων ιδιοκτησιών και τα ονόματα των ιδιοκτητών του Ο.Τ. 151, κατ’ ακολουθίαν δε και ως προς τις ρυμοτομικές γραμμές που περικλείουν το οικόπεδο του παρεμβαίνοντος. Επομένως, η 2211/375/2004/14.9.2005 πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής δεν είναι βεβαιωτική της πράξης εφαρμογής κατά το πληττόμενο με την κρινόμενη αίτηση μέρος της, αλλά έχει εκτελεστό χαρακτήρα, τα περί του αντιθέτου δε προβαλλόμενα από τον παρεμβαίνοντα και τη Διοίκηση είναι απορριπτέα.
- Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 1337/1983 (Α΄ 33), όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο έκδοσης της 2211/375/2004/14.9.2005 νομαρχιακής απόφασης, για την εφαρμογή της εγκεκριμένης πολεοδομικής μελέτης και την πραγματοποίηση της οφειλομένης εισφοράς σε γη συντάσσεται πράξη εφαρμογής. Η σύνταξη της πράξης αυτής χωρεί κατά την προβλεπόμενη στις παραγράφους 5 και 6 του ως άνω άρθρου ειδική διαδικασία, που περιλαμβάνει και στάδιο προσκλήσεως και ενστάσεων των ενδιαφερομένων ιδιοκτητών. Η πράξη κυρώνεται με απόφαση του οικείου νομάρχη, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 7 (περ. α΄) του αυτού άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988 (Α΄ 91), αποτελεί δε ταυτόχρονα και πράξη βεβαίωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εισφοράς σε γη και μεταγράφεται στο υποθηκοφυλακείο. Με την μεταγραφή επέρχονται, κατά την ίδια διάταξη, όλες οι αναφερόμενες στην πράξη εφαρμογής μεταβολές στις ιδιοκτησίες, εκτός από αυτές για τις οποίες οφείλεται αποζημίωση και για την συντέλεση των οποίων πρέπει να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του ν.δ. της 17.7.1923 (Α΄ 223) και του ν. 2882/2001 (Α΄ 17) [παλαιότερα του ν.δ. 797/1971 (Α΄1)]. Στην επόμενη περ. β΄ της αυτής παραγράφου 7 ορίζεται ότι αμέσως μετά την κύρωση και μεταγραφή των πράξεων εφαρμογής, ο οικείος Ο.Τ.Α., το Δημόσιο ή τα ν.π.δ.δ. καθώς και κάθε ενδιαφερόμενος μπορούν να καταλάβουν τα νέα ακίνητα που διαμορφώθηκαν με την πράξη εφαρμογής και περιέρχονται σ’ αυτούς, με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αποζημιώσεις της περ. α΄ και ότι δικαιώματα της περ. δ΄ της αυτής παραγράφου 7 (δηλαδή δικαιώματα για δένδρα, εγκαταστάσεις και κατασκευές νομίμως υφιστάμενες) μετατρέπονται σε ενοχική αξίωση για αποζημίωση. Στην περ. γ΄ της αυτής παραγράφου ορίζεται ότι η μεταβολή ακινήτων που επέρχεται με την πράξη εφαρμογής συνεπάγεται την άμεση απόσβεση κάθε εμπραγμάτου δικαιώματος τρίτου που υφίστατο στα μεταβαλλόμενα ακίνητα, ενώ, κατά την περ. ε΄ της αυτής παραγράφου 7 του άρθρου 12, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988 [πριν, δηλαδή, από την εκ νέου αντικατάστασή της με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3212/2003] «Η πράξη εφαρμογής, μετά την κύρωσή της, γίνεται οριστική και αμετάκλητη. Διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, που βεβαιώνονται με απόφαση των αρμόδιων δικαστηρίων, μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση, όπως ειδικότερα ορίζεται με την απόφαση της παρ. 10 του άρθρου αυτού». Τέλος, κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 10 του άρθρου 12 του ίδιου νόμου εκδόθηκε η απόφαση 79881/3445/6.12.1984 του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. «Διαδικασία και τρόπος σύνταξης της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης» (Β΄ 862), με το άρθρο 4 της οποίας καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ως άνω περ. ε΄ της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983. Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης εκδίδεται κατά ειδική διοικητική διαδικασία που περιλαμβάνει και στάδιο ενστάσεων από τους ενδιαφερομένους, κατόπιν προσκλήσεώς τους, πριν από την κύρωση της πράξης. Εξάλλου, με την ως άνω πράξη επέρχονται, μετά την κύρωση και μεταγραφή της, οι αναγκαίες για την εφαρμογή του ρυμοτομικού σχεδίου εμπράγματες μεταβολές στα ακίνητα της περιοχής. Κατά τον ρητό δε ορισμό αλλά και την έννοια της ως άνω διάταξης της περ. ε΄ της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983, η πράξη αυτή καθίσταται οριστική και αμετάκλητη μετά την κύρωσή της. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήματος ενδιαφερομένου, η επάνοδος της Διοίκησης επί του θέματος, οι πράξεις δε αυτές δεν υπόκεινται σε ανάκληση ή ανασύνταξη ούτε για λόγους νομιμότητας. Δεν επιτρέπεται, εξάλλου, η ανάκληση ή ανασύνταξη κυρωθείσας πράξης εφαρμογής ούτε στην περίπτωση κατά την οποία με απόφαση των αρμοδίων κατά το Σύνταγμα δικαστηρίων βεβαιώνονται διαφορές ως προς το μέγεθος της εισφοράς σε γη και το μέγεθος των ιδιοκτησιών, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή ο νόμος προβλέπει την μετατροπή των διαφορών αυτών σε χρηματική αποζημίωση. Oι ρυθμίσεις αυτές είναι συνταγματικώς θεμιτές, διότι δικαιολογούνται από την ανάγκη ταχείας εκκαθάρισης των σχετικών διαφορών και αποφυγής της διηνεκούς αμφισβήτησης του επιβληθέντος με την πράξη εφαρμογής νέου ιδιοκτησιακού καθεστώτος της περιοχής, αλλά και από την ανάγκη προστασίας των δικαιούχων εμπραγμάτων δικαιωμάτων που αποκτώνται καλοπίστως, κατόπιν της μεταγραφής της πράξης εφαρμογής (βλ. Σ.τ.Ε. 2928/2011, 1730/2000 Ολομ. κ.ά.).
- Επειδή, οι προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 1337/1983 τροποποιήθηκαν στη συνέχεια με το ν. 3212/2003 (Α΄ 308/31.12.2003), με το άρθρο δε 11 παρ. 1, η ισχύς του οποίου άρχισε από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (βλ. άρθρο 24), αντικαταστάθηκε η περίπτωση ε΄ της παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983 ως εξής: «ε) Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωσή της γίνεται οριστική και, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, αμετάκλητη. Η Διοίκηση κατ’ εξαίρεση μόνο επιτρέπεται να ανακαλεί εν όλω ή εν μέρει την πράξη εφαρμογής, για λόγους νομιμότητας ή για πλάνη περί τα πράγματα που αποδεικνύεται από στοιχεία που δεν ήταν γνωστά κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης ή από τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η ανάκληση γίνεται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η πράξη ανακαλείται μόνο κατά το μέρος που διαπιστώνεται η παράβαση ή η πλάνη, μέσα σε εύλογο χρόνο από την κύρωση της πράξης εφαρμογής και συντάσσεται διορθωτική πράξη. Κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης. Αν κατά την αιτιολογημένη κρίση της Διοίκησης η αυτούσια διόρθωση δεν είναι δυνατή για λόγους που επιβάλλονται από τις αρχές της καλής πίστης και της ασφάλειας του δικαίου, οι διαφορές που προκύπτουν κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης μετατρέπονται σε χρηματική αποζημίωση. Με τη διορθωτική πράξη καθορίζεται ο υπόχρεος και ο δικαιούχος της αποζημίωσης, το ύψος της οποίας καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2882/2001 (ΦΕΚ 17 Α΄)». Εξάλλου, στην αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρονται για τον σκοπό των ρυθμίσεων αυτών τα ακόλουθα: «η Διοίκηση εφήρμοσε την τροποποιούμενη με την παράγραφο 1 διάταξη της παραγράφου 7 (ε) του άρθρου 12 του ν.1337/1983 όπως σε όλες τις διοικητικές πράξεις. Όπου υφίσταται λανθασμένη ή παράνομη πράξη εφαρμογής προέβαινε σε διορθωτική πράξη, με ανάκληση της προηγούμενης μέσα σε εύλογο χρόνο. Η τακτική αυτή εκρίθη από το Σ.τ.Ε., με σειρά αποφάσεών του, ως αντίθετη προς τις συνταγματικές διατάξεις (Σ.τ.Ε. 1730/00, 1731/00). Κατόπιν τούτου, κρίνεται σκόπιμο να ρυθμισθεί νομοθετικά η δυνατότητα της Διοίκησης να προβαίνει στη διόρθωση πράξεων εφαρμογής. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις τίθενται όροι και περιορισμοί στη διορθωτική παρέμβαση της Διοίκησης και διασφαλίζονται τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Η αναγκαιότητα της προτεινόμενης ρύθμισης υπαγορεύεται από τη διαπίστωση ότι οι πράξεις εφαρμογής στηρίζονται συνήθως σε ελλιπή ή λανθασμένα στοιχεία που συλλέγονται κατά το στάδιο της κτηματογράφησης». Κατά την έννοια και τον σκοπό των παραπάνω διατάξεων του άρθρου 12 (παρ. 7 περ. ε΄) του ν. 1337/1983, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Διοίκηση διαπιστώνει, μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3212/2003, ότι συντρέχουν οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις αυτές προϋποθέσεις για την τροποποίηση των πράξεων εφαρμογής, μπορεί να προβαίνει στη διόρθωσή τους, χωρίς να εξετάζεται αν αυτές είχαν κυρωθεί πριν ή μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3212/2003, αφού κρίσιμο στοιχείο είναι πλέον ο χρόνος έκδοσης των νέων διορθωτικών πράξεων και όχι αυτός της κύρωσης των εσφαλμένων αρχικών. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται ήδη, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου περί ανάκλησης των παρανόμων πράξεων της Διοίκησης. Αν ο νομοθέτης ήθελε να αποκλείσει τη δυνατότητα επανεξέτασης και διόρθωσης των εσφαλμένων πράξεων εφαρμογής που είχαν κυρωθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού θα είχε θέσει σχετική ρύθμιση, ενώ περαιτέρω δεν φαίνεται να συντρέχει κανένας λόγος δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλει τον αποκλεισμό της επανεξέτασης των πράξεων αυτών, ενώ εξάλλου δεν δικαιολογείται διαφοροποίηση στην αντιμετώπισή τους εκ μόνου του τυχαίου γεγονότος του χρόνου κύρωσης της πράξης. Και τούτο, διότι βούληση του νομοθέτη ήταν να καταλάβει όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Διοίκηση, θα διαπίστωνε τυχόν, εντός ευλόγου χρόνου, ότι είχε εκδώσει ή είχε κυρώσει εσφαλμένες πράξεις εφαρμογής. Άλλωστε, και από την αιτιολογική έκθεση του νόμου διαφαίνεται πρόθεση του νομοθέτη να επιτρέψει στη Διοίκηση να επανέλθει και στις περιπτώσεις εκείνες που δεν μπόρεσε να επανεξετάσει, όπως έπρεπε μέχρι την έκδοση των 1730/2000 και 1731/2000 αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με τις οποίες η απαγόρευση διόρθωσης των κυρωθεισών πράξεων εφαρμογής ήταν απόλυτη, ακόμη και στις περιπτώσεις που τη διόρθωση επέβαλαν λόγοι νομιμότητας. Εξάλλου, με την προβλεπόμενη στην πιο πάνω διάταξη διόρθωση των πράξεων εφαρμογής δεν ανατρέπεται ο γενικότερος πολεοδομικός σχεδιασμός της περιοχής, που ήδη έχει συντελεσθεί κατά το προηγούμενο στάδιο πολεοδόμησης υπό το σύστημα του ν. 1337/1983 (Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο και Πολεοδομική Μελέτη), ενώ υπάρχει πάντοτε η ασφαλιστική δικλείδα ότι σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας διόρθωσης, για λόγους ασφάλειας του δικαίου ή καλής πίστης, καθίσταται εφικτή η αποκατάσταση της βλάβης ή της απώλειας δικαιωμάτων με την μετατροπή της εμπράγματης αξίωσης σε αξίωση χρηματικής αποζημίωσης, η οποία ορίζεται στο μέτρο της πλήρους αποκατάστασης. Κατ’ ακολουθίαν, η Διοίκηση δύναται κατά διακριτική ευχέρεια να προβεί εντός ευλόγου χρόνου από την κύρωση της πράξης στη σύνταξη των διορθωτικών πράξεων, μετά από έλεγχο της συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων όπως αυτές ορίζονται στις κρίσιμες διατάξεις (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2928/2011).
- Επειδή, εξάλλου, από τις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 1337/1983, ερμηνευόμενες στο πλαίσιο της εν γένει πολεοδομικής νομοθεσίας, συνάγεται ότι η Διοίκηση έχει την υποχρέωση να προβεί στις αναγκαίες ενέργειες για να εφαρμοστεί εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη (ή εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο) στο σύνολό της προκειμένου να δημιουργηθούν οι προβλεπόμενοι από τη μελέτη κοινόχρηστοι χώροι και, γενικότερα, να διαμορφωθεί η πόλη σύμφωνα με τους ορισμούς της πολεοδομικής μελέτης και με τον τρόπο αυτό να ικανοποιηθεί ο σκοπός στον οποίο απέβλεψε η έγκριση της μελέτης, χωρίς, πάντως, να αποκλείεται τμηματική εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1503/2000, 2787/1998 7μ.). Περαιτέρω, όπως ήδη εκτέθηκε, η Διοίκηση μπορεί μεν, κατ’ αρχήν, δυνάμει του άρθρου 12 παρ. 7 περιπτ. ε΄ του αυτού ν. 1337/1983, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3212/2003, να προβεί σε διόρθωση πράξεων εφαρμογής που έχουν κυρωθεί και μεταγραφεί πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3212/2003 και οι οποίες, λόγω εσφαλμένης νομικής εκτίμησης ή πραγματικής πλάνης των αρμοδίων διοικητικών οργάνων, έχουν εκδοθεί παρανόμως ή τελούν σε ασυμφωνία προς τις προβλέψεις της οικείας πολεοδομικής μελέτης (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2928/2011), με την πράξη, όμως, εφαρμογής και ειδικότερα με την αρχική πράξη ή τη διορθωτική αυτής δεν μπορεί να καταργηθεί κοινόχρηστος χώρος που προβλέπεται στην πολεοδομική μελέτη ούτε μπορούν να μετατοπισθούν οι ρυμοτομικές γραμμές σε άλλη θέση η οποία δεν προβλέπεται από την πολεοδομική μελέτη.
- Επειδή, ο θεσμός της τακτοποίησης οικοπέδων υπαγορεύεται τόσο από λόγους δημοσίου συμφέροντος, όσο και από λόγους αναγόμενους στην προστασία της ακίνητης ιδιοκτησίας, αποσκοπεί δε στην αρτιοποίηση των μη αρτίων οικοπέδων αλλά και στον πλήρη, κατά το δυνατόν, ορθογωνισμό και ευθυγράμμιση των πλευρών τους, ώστε να καταστεί δυνατή η ανέγερση σε αυτά αρτίων οικοδομών. Κατά τη διενέργεια της τακτοποίησης παρέχεται στη Διοίκηση ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο πραγματοποιήσεώς της, και ειδικότερα συγχωρείται η μεταβολή του σχήματος, της θέσης και του μεγέθους των τακτοποιουμένων οικοπέδων, ώστε να γίνεται εφικτή η πληρέστερη οικοδομική τους εκμετάλλευση, σε συνάρτηση και με τις πολεοδομικές ανάγκες της περιοχής. Η ουσιαστική δε εκτίμηση των αρμόδιων οργάνων για τον προσφορότερο τρόπο τακτοποίησης δεν είναι ελεγκτή από τον ακυρωτικό δικαστή, ως κρίση τεχνικής φύσεως. Πρέπει όμως η κρίση αυτή να αιτιολογείται προσηκόντως, με την αναφορά των πραγματικών δεδομένων και των λόγων, εν όψει των οποίων κατέστη αναγκαίος ο προκριθείς τρόπος πραγματοποίησης της τακτοποίησης, όταν μάλιστα κατά την προηγηθείσα διοικητική διαδικασία είχαν προβληθεί συγκεκριμένοι ισχυρισμοί από τους θιγομένους ιδιοκτήτες. Πάντως δε, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, η Διοίκηση δεν μπορεί να επιλέξει λύση, η οποία θα συνεπάγεται την υπέρμετρη επιβάρυνση μιας ιδιοκτησίας προς όφελος άλλης χωρίς αποχρώντα λόγο και πρέπει να επιδιώκει, εντός των επιτρεπομένων ορίων, των καθοριζομένων από τις ειδικότερες συνθήκες κάθε περίπτωσης, την ανταλλαγή ισομεγέθων και ισάξιων τμημάτων μεταξύ των τακτοποιουμένων οικοπέδων (βλ. Σ.τ.Ε. 4053/1999, 4797/1997, 1529/1997, 5396/1995, 3153/1992, 3721/1989, 2883/1989, 3587/1985 κ.ά.). Εξάλλου, κατά την έννοια των διατάξεων του παραπάνω άρθρου 12 του ν. 1337/1983, με την πράξη εφαρμογής επιτρέπεται να προβλέπεται τακτοποίηση όχι μόνον προκειμένου να αποκτήσουν τις απαιτούμενες διαστάσεις και να καταστούν οικοδομήσιμα οικόπεδα που δεν είναι άρτια κατά τις διαστάσεις τους, αλλά και των άρτιων οικοπέδων προκειμένου να αποκτήσουν την κατάλληλη από πολεοδομική άποψη μορφή για την οικοδόμησή τους (Σ.τ.Ε. 2471/2009 πρβλ. Σ.τ.Ε. 2045/2012).
- Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου που είχαν αποσταλεί στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, τα στοιχεία που διαβιβάσθηκαν σε συμμόρφωση προς την προαναφερθείσα 897/2012 απόφαση του Δικαστηρίου και τα στοιχεία που προσκόμισαν οι διάδικοι προκύπτουν τα εξής: Με το από 15.12.86/30.1.1987 π.δ. (Α΄ 43) εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη (Π.Μ.) των πολεοδομικών ενοτήτων περιοχής δεύτερης κατοικίας της Κοινότητας Νέας Μάκρης (Ν. Αττικής). Σύμφωνα με το αντίγραφο του ρυμοτομικού σχεδίου της Π.Μ., το οποίο διαβίβασε η Περιφέρεια Αττικής, το Ο.Τ. 151 βρίσκεται μεταξύ του Ο.Τ. 152, που κείται προς την δυτική πλευρά του Ο.Τ. 151, και του Ο.Τ. 124, που κείται στην ανατολική πλευρά του. Μεταξύ των δύο αυτών οικοδομικών τετραγώνων, δηλαδή των Ο.Τ. 151 και 152 προβλέπεται πεζόδρομος, ο οποίος οριοθετείται από τις ρυμοτομικές γραμμές και τις λοιπές σχετικές ενδείξεις και τέμνεται καθέτως προς τον βορρά με πεζόδρομο και στη συνέχεια με οδό και προς νότο τέμνεται καθέτως ομοίως με πεζόδρομο. Επίσης, στα Ο.Τ. 151 και 152 προβλέπεται προκήπιο πλάτους 4 μ., πλην άλλων, προς την πλευρά του πεζοδρόμου. Ο προαναφερόμενος πεζόδρομος που χωρίζει τα Ο.Τ. 151 και 152 έχει μεγαλύτερο πλάτος προς τα βόρεια, διότι αποτυπώνεται με ευθεία διαγράμμιση κατά το μέρος που οριοθετεί το Ο.Τ. 152 αλλά με τεθλασμένη διαγράμμιση κατά το μέρος που οριοθετεί το Ο.Τ. 151. Συγκεκριμένα, το πλάτος του πεζοδρόμου περίπου στο ύψος του 1/3 του Ο.Τ. 151 μειώνεται σημαντικά, διότι ακολουθεί μικρή κάθετη χάραξη προς τα δυτικά (δηλαδή προς το Ο.Τ. 152) και στη συνέχεια συνεχίζει παραλλήλως προς την απέναντι ρυμοτομική γραμμή. Στο τοπογραφικό διάγραμμα που εγκρίθηκε με την Π.Μ. και στο ύψος της κατά τα ανωτέρω κάθετης χάραξης του πεζοδρόμου προς τα δυτικά, εντός όμως του Ο.Τ. 151 αποτυπώνονται στην προέκταση της κάθετης ρυμοτομικής γραμμής συνεχόμενες μικρές τελείες, χωρίς να προκύπτει τι ακριβώς αποδίδουν επί του ρυμοτομικού. Εξάλλου, στη βόρεια πλευρά του Ο.Τ. 151 δεν αποτυπώνονται κτίσματα, ενώ στη νότια πλευρά του εμφαίνονται και κτίσματα. Ακολούθως, μετά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης συνετάγη για το Ο.Τ. 151 το 33/88 διάγραμμα εφαρμογής (Δ.Ε.), Απριλίου 88, του πολιτικού μηχανικού Β. Παπαϊωάννου. Στο εν λόγω Δ.Ε. αποτυπώνονται οι ρυμοτομικές γραμμές δυτικά, βόρεια και ανατολικά του Ο.Τ. 151, μεταξύ δε των Ο.Τ. 151 και 152 οι ρυμοτομικές γραμμές τοποθετούνται κατά τρόπο ώστε ο πεζόδρομος στη βόρεια πλευρά να έχει πλάτος 12 μ. και στη συνέχεια, μετά την κάθετη προς τα δυτικά χάραξη της ρυμοτομικής γραμμής, ο πεζόδρομος να έχει πλάτος 4 μ. Εξάλλου, ως προς την κάθετη χάραξη της ρυμοτομικής γραμμής προς τα δυτικά στο υπόμνημα του Δ.Ε. εκτίθεται ότι «… Η ρυμοτ. γραμμή (γδ) θα τεθεί επί των υφισταμένων συρματοπλεγμάτων…». Στο ίδιο Δ.Ε. αποτυπώνεται μάλλον συρματόπλεγμα σε συνέχεια της ανωτέρω ρυμοτομικής γραμμής «γδ» σε όλο το πλάτος του Ο.Τ. 151. Ομοίως, σε τοπογραφικό διάγραμμα κλ. 1:500, Απριλίου 1988, του αυτού πολ. μηχανικού Β. Παπαϊωάννου το οποίο φέρει τον τίτλο «Τοπογραφικό διάγραμμα ιδιοκτησίας Κ. Γ. και Σ. Α. στη Νέα Μάκρη Αττικής Ο.Τ. 151» το οποίο φαίνεται να ανήκει στο συμβόλαιο 3509/1988 της συμβολαιογράφου Αθηνών Χ.. Κ., το οικόπεδο πριν από τη ρυμοτόμηση αποτυπώνεται με τα στοιχεία ΡΤΣΥΡ και με εμβαδόν 3.456,10 μ. καταλαμβάνει δε όλη τη βόρεια πλευρά του Ο.Τ. 151. Στο αυτό τοπογραφικό διάγραμμα σημειώνονται το τμήμα της ιδιοκτησίας Γ. Κέφου που θα τεθεί σε κοινή χρήση προς την δυτική πλευρά του Ο.Τ. 151 (προς τον προαναφερθέντα πεζόδρομο) και το τμήμα της ιδιοκτησίας Αθ. Σπανού που θα τεθεί σε κοινή χρήση προς την ανατολική πλευρά του. Επίσης, το τμήμα της ρυμοτομικής γραμμής «γδ», δηλαδή της κάθετης χάραξης προς τα δυτικά του Ο.Τ. 151, φαίνεται να τίθεται στην ίδια θέση στην οποία αποτυπώνεται το όριο του οικοπέδου ΡΤΣΥΡ στη νότια πλευρά. Η θέση του ανωτέρω τμήματος της ρυμοτομικής γραμμής τίθεται και σε ανυπόγραφο τοπογραφικό διάγραμμα, Μαρτίου 1989, που φέρεται να συνετάγη για την ιδιοκτησία Αν. Φ. και στο οποίο περιλαμβάνεται πίνακας εισφορών σε γη και χρήμα διαφόρων ιδιοκτητών, μεταξύ των οποίων και των Γ. Κ. και Αθ. Σ. Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι μετά την έγκριση της Π.Μ. υπήρξε αλληλογραφία μεταξύ της Ν.Α. Ανατολικής Αττικής και ενδιαφερομένων ιδιοκτητών ώστε να επιτραπεί η έκδοση οικοδομικών αδειών στο Ο.Τ. 151 πριν από τη σύνταξη και κύρωση της σχετικής πράξης εφαρμογής (βλ. τα έγγραφα 1226/218/22.2.2001 και 10347/1812/2002 της Ν.Α. Ανατολικής Αττικής προς τους Ι. Σ. και Μ. Μ., αντίστοιχα). Με την 3254/11.11.1988 οικοδομική άδεια επετράπη στον παρεμβαίνοντα Γ. Κ. η ανέγερση ισόγειας κατοικίας με υπόγειο στο Ο.Τ. 151. Στο στέλεχος της άδειας αυτής και στη θέση «τοπογραφικό σκαρίφημα» το όριο του οικοπέδου του παρεμβαίνοντος προς τη νότια πλευρά φαίνεται να έχει μικρή απόκλιση σε σχέση με την κάθετη ρυμοτομική γραμμή επί του οικοπέδου. Επακολούθησε η σύνταξη της πράξης εφαρμογής της 1ης Γειτονιάς του Δήμου Ν. Μάκρης, η οποία κυρώθηκε με την απόφαση 4322/802/02/16.12.2002 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής και μεταγράφηκε στο Υποθηκοφυλακείο Σπάτων (τ. 431 αρ. 500). Η Ν.Α. Ανατολικής Αττικής, αλλά και η Περιφέρεια Αττικής που τη διαδέχθηκε, δεν απέστειλαν τον πλήρη φάκελο της πράξης εφαρμογής με τα διαγράμματα και τους πίνακες ιδιοκτησιών. Πάντως, σε ανεπικύρωτο απόσπασμα (χωρίς κλίμακα) του διαγράμματος της πράξης εφαρμογής που διαβίβασε συμπληρωματικά η Περιφέρεια Αττικής αποτυπώνονται στα βορειοδυτικά του Ο.Τ. 151 οι ιδιοκτησίες 01 (σε όλο το βόρειο τμήμα του Ο.Τ.) και η όμορη προς αυτήν ιδιοκτησία 02 (της αιτούσας) στα νοτιοδυτικά της πρώτης, στην δε επίμαχη θέση τίθενται οι κορυφές Ν7, Ν…, Ν28, Ν27. Η κατά τα ανωτέρω αποτύπωση των ιδιοκτησιών 01 και 02 επιβεβαιώνεται και με βάση το τοπογραφικό διάγραμμα της πράξης εφαρμογής σε κλίμακα 1:1000 που προσκόμισε η αιτούσα, χωρίς όμως να είναι σαφές σε ποιο σημείο ακριβώς έχει τεθεί η κάθετη ρυμοτομική γραμμή στα δυτικά του Ο.Τ. και προς την πλευρά του πεζοδρόμου. Στο διάγραμμα αυτό αποτυπώνεται και η όμορη ιδιοκτησία 02 της αιτούσας. Εξάλλου, από πίνακα της πράξης (σελ. 1.120-Ο.Τ.151) η ανωτέρω ιδιοκτησία 01 φαίνεται να αποτυπώνεται με κωδικό αριθμό 016412 (εμβαδού 3.456.64 τ.μ.) και να ανήκει εξ αδιαιρέτου στον παρεμβαίνοντα σε ποσοστό 57,97 και στον Αθ. Σπανό σε ποσοστό 42,03. Στη συνέχεια, μετά από αιτήσεις ενδιαφερομένων που υποβλήθηκαν στις αρχές του έτους 2004, εκδόθηκε η 2211/375/2004/14.9.2005 πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, υπογραφόμενη από τον Αντινομάρχη, με την οποία διορθώθηκε η ως άνω πράξη εφαρμογής στην περιοχή της 1ης Π.Ε. του Δήμου Νέας Μάκρης, για τους λόγους που εκτίθενται αναλυτικά στο προοίμιο της απόφασης αυτής, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εσφαλμένος καθορισμός των ρυμοτομικών γραμμών μεταξύ των Ο.Τ. 151-123-124, δηλαδή από την αντίθετη πλευρά σε σχέση με τις ιδιοκτησίες της αιτούσας και του παρεμβαίνοντος. Οι μεταβολές που επήλθαν με τη μεταγενέστερη νομαρχιακή απόφαση στην πράξη εφαρμογής συνίστανται, κατά το κρίσιμο εν προκειμένω μέρος τους, στη δημιουργία τριών ανεξάρτητων οικοπέδων με κωδικούς αριθμούς 016412Α, 016412Β, 016412Γ, όπως αυτά απεικονίζονται στο τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού Χ. Α. και με ιδιοκτήτες τον παρεμβαίνοντα (016412Α), τρεις συνιδιοκτήτες (016412Β) και τον Α. Σ. (016412Γ). Όπως εκτίθεται στην διορθωτική πράξη, από την αίτηση των ενδιαφερομένων προκύπτει ότι «…λανθασμένα αναγράφεται στους πίνακες της πράξης εφαρμογής ότι το οικόπεδο με κ.α. 016412 είναι ενιαίο και ανεξάρτητο και ότι ανήκει στους 1) Κ. Γ.… και 2) Σ. Α. … γιατί στην πραγματικότητα υπάρχουν τρία επιμέρους ανεξάρτητα οικόπεδα…». Περαιτέρω, στο σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα της διορθωτικής πράξης του Ιανουαρίου 2005 η ιδιοκτησία του παρεμβαίνοντος (016412Α) βρίσκεται στα βορειοδυτικά του Ο.Τ. 151, δηλαδή έναντι του Ο.Τ. 152, μεταξύ των οποίων υπάρχει ο προαναφερθείς πεζόδρομος, έχει δε ακανόνιστο (πολυγωνικό) σχήμα, αφού το μεγαλύτερο τμήμα του οικοπέδου αποτυπώνεται στον πίνακα συντεταγμένων με τα στοιχεία Ν26, Ν27, Ν28, Ν1, Ν40, Ν23, Ν24 και Ν25 και στο διάγραμμα εμφαίνεται με σχήμα περίπου ορθογωνίου παραλληλογράμμου, ενώ ένα πολύ μικρό τμήμα του (λωρίδα) παραλληλογράμμου σχήματος (Ν27, Ν28, Ν26, Ν25) εξέχει στο όριο προς την πλευρά της κάθετης επί του Ο.Τ. 151 ρυμοτομικής γραμμής. Εξάλλου, η ρυμοτομική γραμμή προς την πλευρά του οικοπέδου τίθεται με στοιχεία Ν1-Ν28 (παράλληλα προς το Ο.Τ. 151), Ν28-Ν27 (κάθετα προς το αυτό Ο.Τ.) και στη συνέχεια Ν26 … (παράλληλα προς το Ο.Τ. 151). Κατά της ανωτέρω νομαρχιακής απόφασης, με την οποία διορθώθηκε η πράξη εφαρμογής, η αιτούσα άσκησε την από 20.2.2006 προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής ισχυριζόμενη ότι με την πράξη αυτή, μεταξύ άλλων, μειώθηκε ο προβλεπόμενος από το σχέδιο κοινόχρηστος χώρος έμπροσθεν του δικού της οικοπέδου και ότι για την μεταβολή αυτή ήταν αναγκαία η τροποποίηση του σχεδίου. Με το 27547/6.5.2006 έγγραφο του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής γνωστοποιήθηκε στην αιτούσα η σιωπηρή απόρριψη της ανωτέρω προσφυγής, διότι η προσφυγή δεν εξετάσθηκε εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία της υποβολής της. Με την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως η αιτούσα επαναλαμβάνει τον ισχυρισμό της διοικητικής προσφυγής και ειδικότερα ότι με την πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής μετατοπίζεται παρανόμως βορειότερα, κατά 0,45 μέτρα, η ρυμοτομική γραμμή, η οποία αποτελούσε το κοινό όριο, επί πλευράς μήκους οκτώ μέτρων, μεταξύ του ακινήτου της και του κοινοχρήστου χώρου. Κατά τα εκτιθέμενα, περαιτέρω, στην αίτηση ακυρώσεως, η μετατόπιση της ρυμοτομικής γραμμής έχει ως αποτέλεσμα να προσκυρώνεται έκταση κοινοχρήστου χώρου στο όμορο ακίνητο του παρεμβαίνοντος Γ. Κ. και κατ’ ακολουθίαν να μειώνεται ο κοινόχρηστος χώρος κατά 3,60 τ.μ. περίπου, αλλά και να καθίσταται αδύνατη η πρόσβαση στο ακίνητο της αιτούσας από την πλευρά αυτή του κοινοχρήστου χώρου. Αντιθέτως, προς τα ανωτέρω, ο παρεμβαίνων Γ. Κ. ισχυρίζεται ότι το επίμαχο εδαφικό τμήμα δεν προσκυρώθηκε το πρώτον με την προσβληθείσα διορθωτική πράξη, αλλά ανήκε εξ αρχής στην ιδιοκτησία του, δηλαδή από την κύρωση της 1ης πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης στην περιοχή 1η Π.Ε. του Δήμου Νέας Μάκρης, ότι το επίμαχο εδαφικό τμήμα λόγω του μικρού εμβαδού του δεν μειώνει την αξία της ιδιοκτησίας της αιτούσας, η οποία έχει πρόσβαση στον κοινόχρηστο πεζόδρομο επί σημαντικού μήκους της βόρειας πλευράς του οικοπέδου και ότι εν πάση περιπτώσει η αιτούσα απαραδέκτως προβάλλει τις ανωτέρω αιτιάσεις, καθώς δεν άσκησε ένσταση κατά της πράξης με την οποία διορθώθηκε η πράξη εφαρμογής.
- Επειδή, οι ισχυρισμοί της αιτούσας για τις εκτιθέμενες στο δικόγραφο πλημμέλειες της αιτιολογίας της διορθωτικής πράξης εφαρμογής παραδεκτώς προβάλλονται το πρώτον με την αίτηση ακυρώσεως, αφού στην αιτούσα δεν είχε κοινοποιηθεί η διορθωτική πράξη, ώστε να έχει τη δυνατότητα να προβάλει με ένσταση τις αιτιάσεις αυτές ενώπιον της Διοίκησης πριν από την κύρωση της εν λόγω διορθωτικής πράξης, όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζεται ο παρεμβαίνων πρέπει να απορριφθούν.
- Επειδή, για την απόδειξη των ισχυρισμών της η αιτούσα προσκόμισε τα ακόλουθα έγγραφα: α) αντίγραφο του διαγράμματος της κυρωθείσας πράξης εφαρμογής, στο οποίο, όμως, λόγω της κλίμακας δεν φαίνονται ευδιάκριτα οι επίμαχες ρυμοτομικές γραμμές, β) αντίγραφο του 33/88 διαγράμματος εφαρμογής (Απριλίου 1988) του πολιτικού μηχανικού Β. Π, στο οποίο φαίνεται ότι η ρυμοτομική γραμμή (γδ) έχει τεθεί «επί των υφισταμένων συρματοπλεγμάτων», γ) το στέλεχος της 3254/11.11.1988 οικοδομικής άδειας που χορηγήθηκε στον παρεμβαίνοντα και δ) αντίγραφο τοπογραφικού διαγράμματος του τοπογράφου μηχανικού Χρ. Α. για τη σύσταση κάθετης συνιδιοκτησίας Μ. και Γ. Μ.. Το διάγραμμα αυτό (κλ.1:200, Ιανουαρίου 2002), σύμφωνα με την τεθείσα σφραγίδα της Ν.Α. Ανατολικής Αττικής συνοδεύει το 10347/1812/2002 έγγραφό της ανωτέρω Ν.Α. και αφορά οικόπεδο όμορο προς αυτό του παρεμβαίνοντος, όπως δε προκύπτει από το διάγραμμα τα όρια των οικοπέδων του παρεμβαίνοντος και των ανωτέρω (Μ. και Γ. Μ.) προς τη νότια πλευρά φαίνεται να τίθενται στην ίδια ευθεία τόσο μεταξύ τους όσο και με την επίμαχη κάθετη ρυμοτομική γραμμή προς τα δυτικά του Ο.Τ. 151. Αντιθέτως, προς τα ανωτέρω, ο παρεμβαίνων με το δικόγραφο της παρέμβασης και το από 21.10.2012 υπόμνημά του επικαλείται την προσκομισθείσα από 10.10.2012 τεχνική έκθεση του τοπογράφου μηχανικού Χρ. Α, στην οποία περιγράφεται η διαδικασία κύρωσης και διόρθωσης της πράξης εφαρμογής και περαιτέρω εκτίθεται ότι «… διεπίστωσα ότι στην ως άνω κυρωθείσα πράξη εφαρμογής. α. Δεν υπάρχει πολεοδομικό σφάλμα στην εξεταζόμενη θέση, δυτικό τμήμα του Ο.Τ. 151 (μετατόπιση βορειότερα της ρυμοτομικής γραμμής Ν27-Ν28), το μήκος του Ο.Τ. 151 είναι το ίδιο με αυτό που προκύπτει γραφικά από την εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη, όπως φαίνεται στο συνημμένο σχεδιάγραμμά μου. β. Δεν μειώνεται ο κοινόχρηστος χώρος στην συγκεκριμένη θέση. γ) Η ιδιοκτησία της Ιωάννας Χατζοπούλου αποκτά πρόσωπο 33,35 μ στον κοινόχρηστο χώρο μεταξύ των Ο.Τ. 151 και Ο.Τ. 152». Εξάλλου, στο 17354/08/20.10.2009 έγγραφο του Τμήματος Χωροταξίας, Πολεοδομικών και Τοπογραφικών Σχεδίων και Εφαρμογών της Ν.Α. Ανατολικής Αττικής, με το οποίο διαβιβάσθηκαν οι απόψεις της Διοίκησης κατ’ έφεση εκτίθενται τα ακόλουθα: «[…]1. Η Υπηρεσία μας προέβη στην διόρθωση των ρυμοτομικών γραμμών μεταξύ των Ο.Τ. 151-123-124 μετά από την διαπίστωση ότι έγινε λανθασμένη ερμηνεία από τον μελετητή της πράξης εφαρμογής, όσον αφορά την θέση των ρυμοτομικών γραμμών, οπότε ήταν επιβεβλημένη η ως άνω διορθωτική πράξη. 2. Η ιδιοκτησία με κωδικό αριθμό κτηματογράφησης 016439 δεν συμμετέχει στην ως άνω απόφαση με αριθμ. πρωτ. 2211/375/2004/2005 Νομάρχη Ανατολικής Αττικής με θέμα “Διορθωτική πράξη της υπ’ αριθμ. 1 πράξης εφαρμογής στην περιοχή Π.Ε. 1 του Δήμου Νέας Μάκρης” και ως εκ τούτου η προσφυγή είναι άνευ αντικειμένου. 3. Στο τμήμα με στοιχεία (Ν25-Ν26-Ν27-Ν28) δεν επήλθε καμία μεταβολή από την αρχική πράξη εφαρμογής με την ανωτέρω προσβαλλόμενη απόφαση. Τυχόν λανθασμένη εφαρμογή της ρυμοτομικής γραμμής στο ανωτέρω τμήμα θα διορθωθεί με διορθωτική πράξη εφαρμογής μετά από αίτηση της ενδιαφερομένης στην υπηρεσία». Τέλος, σε συμμόρφωση προς την εν μέρει προδικαστική 897/2012 απόφαση του Δικαστηρίου, η Περιφέρεια Αττικής απέστειλε το 63851/2012/18.5.2012 έγγραφό της, με το οποίο διαβίβασε ορισμένα στοιχεία του φακέλου (αντίγραφο του ρυμοτομικού σχεδίου στην περιοχή 1η ΠΕ του Δήμου Νέας Μάκρης σε κλ. 1: 1000, διάγραμμα της πράξης εφαρμογής όπως κυρώθηκε αρχικώς σε κλίμακα 1:500 και αντίγραφο πίνακα συντεταγμένων του Ο.Τ. 151 όπως προκύπτει από την πράξη εφαρμογής). Περαιτέρω, στο ανωτέρω έγγραφο της Περιφέρειας Αττικής εκτίθενται τα ακόλουθα: «… Κατά το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο, ο χώρος που βαίνει παραλλήλως προς το Ο.Τ. 151 από την πλευρά των ακινήτων για τα οποία επικαλούνται δικαιώματα ο παρεμβαίνων και η εκκαλούσα-αιτούσα χαρακτηρίζεται ως “πεζόδρομος” δηλ. σύμφωνα με τις ισχύουσες προδιαγραφές χρωματίζεται με κίτρινο, αναγράφεται η λέξη “πεζόδρομος” με κόκκινα στοιχεία και στα σημεία επαφής των πεζοδρόμων με το οδικό δίκτυο σχεδιάζεται ο κόκκινος κύκλος, που η εξωτερική του πλευρά σημαίνει την αρχή ή το τέλος του πεζοδρόμου (συν. 2). Με την υπ’ αριθμ. 2211/375/14.9.2005 [πράξη] δεν επήλθε μετατόπιση της ρυμοτομικής στον ανωτέρω χώρο γεγονός που προκύπτει και από τις συντεταγμένες της κυρωμένης πράξης εφαρμογής (συν. 4) σε συνδυασμό με το διάγραμμα της πράξης (συν. 3). Τυχόν λανθασμένη εφαρμογή της ρυμοτομικής γραμμής στο ανωτέρω τμήμα θα διορθωθεί με διορθωτική πράξη της αρχικής πράξης εφαρμογής μετά από αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία».
- Επειδή, στο τοπογραφικό διάγραμμα (Ιανουάριος 2005 κλίμακας 1:200) του τοπογραφικού μηχανικού Χρ. Α, το οποίο συνοδεύει την 2211/375/2004/14.9.2005 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, αποτυπώνεται, πλην άλλων, το Ο.Τ. 151 στο οποίο περιλαμβάνονται οι όμορες ιδιοκτησίες «1Α», του παρεμβαίνοντος Γ. Κ., και «02» της αιτούσας καθώς και οι ιδιοκτησίες με τις ενδείξεις 1Β, 03, 04, 05, 06, 07 και Ν80. Στον πίνακα συντεταγμένων του εν λόγω τοπογραφικού διαγράμματος δεν αναφέρεται η ιδιοκτησία με την ένδειξη «02», πλην, η ιδιοκτησία «1Α» (016412Α), δηλαδή το οικόπεδο του παρεμβαίνοντος, προσδιορίζεται στον πίνακα συντεταγμένων με τα στοιχεία Ν26, Ν27, Ν28, Ν1, Ν40, Ν23, Ν24 και Ν25, το δε τμήμα της εν λόγω ιδιοκτησίας με τις ενδείξεις Ν28, Ν27, Ν26 και Ν25 (εμβαδού 3,60 τ.μ. περίπου), εξέχει του ορθογωνίου σχήματος του οικοπέδου στη νοτιοδυτική πλευρά του και φαίνεται να παρεμβάλλεται μεταξύ του πεζοδρόμου και της ιδιοκτησίας της αιτούσας. Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε στη σκέψη 13, με τη διορθωτική πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το οικόπεδο του παρεμβαίνοντος, το οποίο στην αρχική πράξη εμφανιζόταν ως ενιαίο με άλλες παρακείμενες ιδιοκτησίες και ως εκ τούτου, ως προς τη θέση των ρυμοτομικών γραμμών η διορθωτική πράξη αντικατέστησε κατά το μέρος αυτό την πράξη εφαρμογής. Επομένως, αλυσιτελώς ο παρεμβαίνων και η Διοίκηση ισχυρίζονται ότι σύμφωνα με τον πίνακα συντεταγμένων η διορθωτική πράξη δεν μετέβαλε τη θέση της ρυμοτομικής γραμμής στην επίμαχη θέση σε σχέση με την πράξη εφαρμογής, διότι, εφ’ όσον η ιδιοκτησία του παρεμβαίνοντος αποδίδεται σ’ αυτόν με την διορθωτική πράξη, ως προς τη θέση της ρυμοτομικής γραμμής που οριοθετεί τη δυτική πλευρά του οικοπέδου του παρεμβαίνοντος ισχύει πλέον μόνον η διορθωτική πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής. Εξάλλου, στα προαναφερθέντα έγγραφα των απόψεων της Διοίκησης αναφέρεται ότι «τυχόν εσφαλμένη εφαρμογή της ρυμοτομικής γραμμής» θα διορθωθεί στο μέλλον ύστερα από αίτηση των ενδιαφερομένων. Από τη βεβαίωση αυτή συνάγεται ότι η Διοίκηση δεν έλαβε, εν τέλει, θέση είτε με βάση τα στοιχεία του φακέλου είτε μετά από επανέλεγχο της διορθωτικής πράξης για το εριζόμενο εν προκειμένω ζήτημα, αν δηλαδή με τη διορθωτική πράξη η ρυμοτομική γραμμή στο συγκεκριμένο τμήμα του Ο.Τ. 151 αποτυπώθηκε ορθώς ή εσφαλμένα σε σχέση με τις προβλέψεις του ρυμοτομικού διαγράμματος της πολεοδομικής μελέτης της 1ης Π.Ε. του Δήμου Νέας Μάκρης. Υπό τα δεδομένα όμως αυτά κλονίζεται η αιτιολογία της 2211/375/2004/14.9.2005 πράξης του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής ως προς τον καθορισμό της ρυμοτομικής γραμμής στη βορειοδυτική πλευρά του Ο.Τ. 151, διότι η πραγματοποιηθείσα με την ανωτέρω πράξη αποτύπωση της ρυμοτομικής γραμμής φαίνεται να εμφανίζει απόκλιση σε σχέση με προγενέστερα στοιχεία του φακέλου και συγκεκριμένα α) με το διάγραμμα εφαρμογής 33/1988 με το οποίο αποτυπώθηκαν προσωρινά οι ρυμοτομικές γραμμές στη δυτική πλευρά του Ο.Τ. 151, β) με το στέλεχος της 3254/11.11.1988 οικοδομικής άδειας που χορηγήθηκε στον παρεμβαίνοντα και γ) με το αντίγραφο τοπογραφικού διαγράμματος του τοπογράφου μηχανικού Χρ. Αλεξόπουλου για τη σύσταση κάθετης συνιδιοκτησίας σε όμορο οικόπεδο προς αυτό του παρεμβαίνοντος, χωρίς μάλιστα να παρατίθενται στην προσβαλλόμενη πράξη του Νομάρχη ή τα στοιχεία του φακέλου αλλά ούτε και στα έγγραφα των απόψεων (αρχικά και συμπληρωματικά) της Διοίκησης οι λόγοι για τους οποίους εμφανίζεται η ανωτέρω απόκλιση καθώς και οι λόγοι που επέβαλαν τη δημιουργία οικοπέδου το οποίο στη νοτιοδυτική πλευρά του έχει εν μέρει ακανόνιστο (πολυγωνικό) σχήμα. Κατά συνέπεια, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, για τον προαναφερθέντα λόγο που προβάλλεται βασίμως, και να ακυρωθεί η 2211/375/2004/14.9.2005 πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, κατά το μέρος που αφορά τον καθορισμό της ρυμοτομικής γραμμής στις κορυφές Ν28, Ν27, Ν26 και Ν25 της δυτικής πλευράς του Ο.Τ. 151 της 1ης Π.Ε. της πολεοδομικής μελέτης του Δήμου Νέας Μάκρης. Εν όψει των ανωτέρω, πρέπει να ακυρωθεί και η σιωπηρή απόρριψη από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής της προσφυγής της αιτούσας κατά της ως άνω νομαρχιακής απόφασης. Περαιτέρω, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση προκειμένου η τελευταία να καθορίσει με επαρκή αιτιολογία, ήτοι με επανέλεγχο του ρυμοτομικού διαγράμματος της πολεοδομικής μελέτης και την εκτίμηση των λοιπών στοιχείων του φακέλου, τη ρυμοτομική γραμμή στις προαναφερθείσες κορυφές του Ο.Τ. 151 της 1ης Π.Ε. της πολεοδομικής μελέτης του Δήμου Νέας Μάκρης.
- Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω πρέπει, δεκτής γενομένης της αιτήσεως, να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις κατά το πληττόμενο μέρος τους και να απορριφθεί η παρέμβαση, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, κατ’ εκτίμηση δε των περιστάσεων πρέπει να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων για τον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας και την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.