ΣτΕ1043/2025 [Νόμιμη η ΑΕΠΟ του έργου ΟΕΔΒΑ στον Δήμο Τανάγρας]
Περίληψη
– Εφόσον από το σύνολο των στοιχείων προκύπτει ότι δεν αναμένονται δυσμενείς συνέπειες στην υγεία από τη λειτουργία του επίδικου έργου, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι στην εκπόνηση της ΜΠΕ απαιτείτο η συμμετοχή και επιστημόνων υγείας και με τον οποίο, εξ άλλου, δεν προσάπτεται συγκεκριμένη πλημμέλεια στην αντιμετώπιση των επιμέρους τιθέμενων ζητημάτων, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, λαμβανομένου άλλωστε υπόψη ότι τα υπαγόμενα σε περιβαλλοντική αδειοδότηση έργα και δραστηριότητες μελετώνται, κατά γενικό κανόνα, και από την άποψη των συνεπειών τους στο ανθρωπογενές περιβάλλον και ιδίως στην ανθρώπινη υγεία, χωρίς να απαιτείται εξ αυτού και μόνο του λόγου η σύμπραξη επιστήμονα υγείας στην κατάρτιση της οικείας ΜΠΕ.
Από τις ρυθμίσεις του ΕΣΔΑ του ΕΣΔΕΑ και του ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας προκύπτει ότι για τη χωροθέτηση των συστημάτων περιβαλλοντικών υποδομών που αποσκοπούν στη διαχείριση βιομηχανικών αποβλήτων, όπως το επίδικο, εφαρμόζονται τα προεκτεθέντα κριτήρια αποκλεισμού περιοχών (χωροταξικά, γεωλογικά-υδρογεωλογικά-υδρολογικά και περιβαλλοντικά), δυνάμει των οποίων εντοπίζονται οι ευρύτερες κατάλληλες περιοχές, χωρίς να αποκλείεται άνευ ετέρου η χωροθέτηση των υποδομών αυτών εκτός οργανωμένων υποδοχέων δραστηριοτήτων ή εκτός περιοχών άτυπης συγκέντρωσης βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Ειδικώς το ΠΕΣΔΑ Στ. Ελλάδας, το οποίο αφορά στην ειδική δραστηριότητα της διαχείρισης αποβλήτων και εγκρίθηκε κατόπιν εγκρίσεως της προηγουμένως καταρτισθείσης ΣΜΠΕ, προβλέπει κριτήρια αποκλεισμού για τη χωροθέτηση των σχετικών εγκαταστάσεων, δεν προβλέπει όμως την υποχρεωτική χωροθέτησή στους εντός οργανωμένων υποδοχέων βιομηχανικών γενικώς δραστηριοτήτων. Η εν λόγω επιλογή του σχεδιασμού δεν είναι πάντως αντίθετη ούτε με το Ειδικό Πλαίσιο για τη Βιομηχανία, το οποίο δεν θεωρεί ότι ενδείκνυται η συγκέντρωση του συνόλου της βιομηχανίας σε οργανωμένους υποδοχείς. στις περιπτώσεις ειδικών βιομηχανικών δραστηριοτήτων ως προς τις οποίες έχουν εγκριθεί ειδικά σχέδια, όπως αυτές της διαχείρισης αποβλήτων. Ενόψει τούτων, η επιλογή του ΠΕΣΔΑ να μην επιβάλει την υποχρεωτική χωροθέτηση μονάδων όπως η επίμαχη εντός οργανωμένων υποδοχέων είναι σύμφωνη με τα άρθρα 24 παρ. 1 και 2 και 106 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος. Κατά τα λοιπά, η εν λόγω επιλογή θεμιτώς εξειδικεύεται με την προαναφερόμενη, η οποία προβλέπει ότι σε περίπτωση εγκατάστασης συστημάτων περιβαλλοντικών υποδομών εντός οργανωμένου υποδοχέα μεταποιητικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (ΟΥΜΕΔ), απαιτείται αντί της βεβαίωσης χρήσης γης, βεβαίωση συμβατότητας σύμφωνα με το άρθρο 54 παρ. 2 του ν. 3982/2011, η οποία προδήλως δεν έχει την έννοια ότι απαγορεύεται εκ προοιμίου η χωροθέτηση των υποδομών αυτών εκτός ΟΥΜΕΔ, εφόσον υφίσταται τέτοιος υποδοχέας, ή ότι οι υποδομές αυτές εγκαθίστανται μόνον εντός ΟΥΜΕΔ, αλλά ότι, εφόσον επιλεγεί η εγκατάστασή τους εντός των οργανωμένων υποδοχέων αυτών, εφαρμόζεται η απλοποιημένη διαδικασία της βεβαίωσης συμβατότητας. Ενόψει του περιεχομένου της μελέτης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως ότι από την ΜΠΕ απουσιάζει οποιαδήποτε επισήμανση της περιοχής ως άτυπης βιομηχανικής συγκέντρωσης του άρθρου 56Α του ν. 3982/1011, την ύπαρξη της οποίας η μελέτη δεν σταθμίζει ούτε συναξιολογεί. Ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η επίδικη δραστηριότητα παρανόμως και κατά παράβαση των διατάξεως των άρθρων 24 παρ. 1 και 2 και 106 του Συντάγματος αδειοδοτεί σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων από την ΟΥΜΕΔ Οινοφύτων εντός της οποίας επιτρέπεται η χωροθέτησή της, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Τούτο δε διότι όχι απλώς δεν προσκρούει σε καμία διάταξη, αλλά αντιθέτως είναι σύμφωνη με τον ισχύοντα σχεδιασμό, δοθέντος ότι το προαναφερόμενο ΕΣΔΑ Στ. Ελλάδας θεσπίζει ελάχιστη απόσταση των ΧΥΤ γενικώς από οικισμούς, αφετέρου δε η ύπαρξη ΟΥΜΕΔ στην ευρύτερη περιοχή η οποία αξιολογήθηκε μάλιστα από την ΜΠΕ, δεν καθιστά παράνομη την χωροθέτηση της επίδικης δραστηριότητας εκτός του χώρου του ΟΥΜΕΔ, δεδομένου άλλωστε ότι ο αιτών Δήμος δεν ισχυρίζεται ότι συντρέχει για την επιλεγείσα θέση κάποιο κριτήριο αποκλεισμού, ούτε ότι εφαρμόστηκαν εσφαλμένα τα κριτήρια αξιολόγησης του άρθρου 5 παρ. 2 της ΚΥΑ ΥΠΕΝ/ΔΙΠΑ/11936/836/8.2.2019. Ούτε το γεγονός ότι εντός του υπό ίδρυση Επιχειρηματικού Πάρκου Εξυγίανσης Οινοφύτων είναι επιτρεπτή, σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4982/2022, η εγκατάσταση, μεταξύ άλλων, συστημάτων περιβαλλοντικών υποδομών, καθιστά παράνομη την χωροθέτηση της επίμαχης ΟΕΔΒΑ εκτός του χώρου του ΕΠΕ αυτού. Και τούτο ανεξαρτήτως της συμβατότητας της περιοχής της άτυπης βιομηχανικής συγκέντρωσης Οινοφύτων με τα χωροταξικά κριτήρια αποκλεισμού του ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας, εν όψει των αναφερομένων στην ΜΠΕ περί άμεσης γειτνίασης οικισμών και βιομηχανιών στην περιοχή αυτή. Εν όψει όλων των ανωτέρω, το γεγονός της ίδρυσης του Επιχειρηματικού Πάρκου Οινοφύτων στην ευρύτερη περιοχή δεν κωλύει τη δυνατότητα χωροθέτησης_και περιβαλλοντικής αδειοδότησης της επίμαχης εγκατάστασης σε άλλη θέση. Κατόπιν τούτων, είναι απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του αιτούντος.
Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η ΜΠΕ παρίσταται ελλιπής, καθόσον δεν προσδιορίζεται αν στην ευρύτερη περιοχή του έργου, εντός ή εκτός της ανωτέρω ΟΥΜΕΔ, προϋφίσταται άλλη δραστηριότητα διαχείρισης αποβλήτων, ούτε πόσες κατά προσέγγιση είναι οι εξυπηρετούμενες από την επίδικη εγκατάσταση επιχειρήσεις στην περιοχή αυτή. Ο ανωτέρω ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Στη ΜΠΕ αναφέρεται ότι το επίδικο έργο εναρμονίζεται με τις προβλέψεις του αναθεωρημένου ΠΕΣΔΑ Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με τους στόχους και τις προτεραιότητες που τίθενται στο θεσμικό πλαίσιο διαχείρισης αποβλήτων (ν. 4819/2021) και με το ΕΣΔΑ (σελ. 1-2, 2-4). Όσον αφορά το ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας, στη ΜΠΕ αναφέρεται, ειδικότερα, ότι η στρατηγική της Περιφέρειας για την ολοκληρωμένη διαχείριση των στερεών αποβλήτων επιδιώκει την ικανοποίηση των στόχων που τίθενται από το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων, το οποίο υποδεικνύει τα κατάλληλα μέτρα που πρέπει να προωθηθούν ιεραρχικά και συνδυασμένα σε επίπεδο Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Στους δε στόχους και προτεινόμενες δράσεις διαχείρισης των στερεών αποβλήτων περιλαμβάνεται η ορθολογική διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων, καθώς και των ιστορικά αποθηκευμένων αποβλήτων, η αύξηση στο μέγιστο δυνατό βαθμό της ανάκτησης/αξιοποίησης των αποβλήτων αυτών, η ανάπτυξη δικτύων νέων εγκαταστάσεων ανάκτησης και διάθεσης βιομηχανικών αποβλήτων, η δημιουργία των απαραίτητων υποδομών διαχείρισης επικίνδυνων και μη επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων, δεδομένου ότι οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις δεν επαρκούν, ενώ, για την ασφαλή διάθεση των παραγόμενων επικινδύνων αποβλήτων προβλέπεται η κατασκευή και λειτουργία νέου ΧΥΤΕΑ στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, με προτεραιότητα (πιθανότερη χωροθέτησή του) την περιοχή της Π.Ε. Βοιωτίας. Εν όψει όλων των ανωτέρω, η ΜΠΕ, στην οποία αναλυτικά παρατίθενται οι ρυθμίσεις των ανωτέρω σχεδίων διαχείρισης, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το προτεινόμενο έργο είναι πλήρως συμβατό με τις προβλέψεις του αναθεωρημένου ΕΣΔΑ για τα βιομηχανικά απόβλητα, επικίνδυνα ή μη, καθώς και του ΠΕΣΔΑ Στ. Ελλάδας, δεδομένου ότι αφορά στην υλοποίηση ΟΕΔΒΑ σε μία περιοχή της χώρας με έντονη βιομηχανική δραστηριότητα.
Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη ΑΕΙΊΟ αντίκειται στην παράγραφο Α.2.7 του ΠΕΣΔΑ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, καθώς και στην ομοίου περιεχομένου παράγραφο Α.2.7 της ΣΜΠΕ αυτού, δεδομένου ότι δεν ερείδεται επί μελέτης συνολικής διαχείρισης των βιομηχανικών αποβλήτων που παράγονται στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, όπως απαιτείται από τις ανωτέρω παραγράφους. Η έλλειψη αυτή ισοδυναμεί, κατά τα προβαλλόμενα, με αποσπασματικό και όχι συνολικό σχεδίασμά και προγραμματισμό ενεργειών για τη διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων. Πλην όμως, προκύπτει ότι τόσο το ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας όσο και το ΕΣΔΑ, προς τις ρυθμίσεις του οποίου συμμορφώνεται το πρώτο, προβλέπουν ότι στην ανωτέρω περιφέρεια, στην οποία η παραγωγή των βιομηχανικών αποβλήτων παρουσιάζεται ιδιαιτέρως αυξημένη και στην οποία εξακολουθούν να υφίστανται αποθηκευμένες μεγάλες ποσότητες επικίνδυνων αποβλήτων, είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν νέες υποδομές για τη διάθεση και την αξιοποίηση των βιομηχανικών αποβλήτων, επικίνδυνων και μη, όπως η επίδικη, όπως επίσης και να ενισχυθεί η κατεύθυνση της ανάκτησης αξιοποιήσιμων υλικών έναντι της ταφής, ενώ, εξ άλλου, ρητώς προβλέπεται σε αυτά η κατασκευή ΧΥΤΕΑ στην Π.Ε. Βοιωτίας, καθώς και η ορθολογική διαχείριση – απομάκρυνση των ιστορικά αποθηκευμένων επικίνδυνων αποβλήτων. Η προτεινόμενη δε ως μέτρο από το ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας μελέτη για τη συνολική διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων, αποβλέπει στον υπολογισμό των παραγόμενων ποσοτήτων αυτών και στους ενδεδειγμένους τρόπους διαχείρισής τους και δεν συνιστά προαπαιτούμενο για την ανάπτυξη των προεκτεθεισών απαραίτητων νέων υποδομών στην εν λόγω περιφέρεια. Για την περιβαλλοντική αδειοδότηση της επίδικης ΟΕΔΒΑ δεν απαιτείτο να προηγηθεί η σύνταξη και άλλης μελέτης για τη συνολική διαχείριση των βιομηχανικών αποβλήτων που παράγονται στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, διαφορετικής από αυτήν, ενόψει της οποίας εγκρίθηκε ακριβώς το εν λόγω ΠΕΣΔΑ, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με τον ανωτέρω λόγο ακυρώσεως πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Εφόσον η προσβαλλόμενη ΑΕΓΙΟ αιτιολογείται νομίμως ως προς τη συμμόρφωση με τους στόχους του ΕΣΔΑ και του ΠΕΣΔΑ Στ. Ελλάδας, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα, όπως επίσης και ο ισχυρισμός ότι η επίδικη ΟΕΔΒΑ δεν προβλέπεται από τον εθνικό και περιφερειακό σχεδίασμά για τη διαχείριση των αποβλήτων, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Στην περίπτωση όπου, με τα δεδομένα της συγκεκριμένης περίπτωσης, η διερεύνηση και παράθεση εναλλακτικών λύσεων στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων είναι αλυσιτελής, διότι δεν καταλείπεται ευχέρεια επιλογής της θέσης ή άλλων στοιχείων εκτέλεσης του έργου, η μη εξέταση ή πολλώ μάλλον, η συνοπτική εξέταση τέτοιων λύσεων δεν συνεπάγεται ακυρότητα της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Εν όψει του ότι, εν προκειμένω, χρησιμοποιείται ιδιωτικό ακίνητο για την εγκατάσταση της επίμαχης μονάδας, η δε επίμαχη θέση επελέγη κατόπιν συγκριτικής αξιολόγησης πλειόνων εναλλακτικών θέσεων βάσει περιβαλλοντικών, χωροταξικών, γεωλογικών και τεχνικοοικονομικών κριτηρίων και εμφανίζεται κατ’ αρχήν κατάλληλη για την εκτέλεση της αδειοδοτούμενης δραστηριότητας, χωρίς να συντρέχει κάποιο κριτήριο αποκλεισμού ή ρητή απαγόρευση της δραστηριότητας αυτής, παρίσταται επαρκής η παρουσίαση από την ΜΠΕ της αξιολόγησης των εναλλακτικών λύσεων για τη θέση του έργου, λαμβανομένου υπόψη και του είδους της επίμαχης δραστηριότητας ως κρίσιμης περιβαλλοντικής υποδομής, αναγκαίας σε περιοχή με συγκέντρωση βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων για την προαγωγή των στόχων του ΕΣΔΑ και του ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας. Ως εκ τούτου, η παράλειψη εξέτασης, ως εναλλακτικών λύσεων, της χωροθέτησης του επίδικου έργου εντός της περιοχής του ΟΥΜΕΔ Οινοφύτων και εντός του κείμενου στον ανωτέρω ΟΥΜΕΔ γηπέδου της εταιρείας «Ε….», μητρικής εταιρείας της «Ε….», φορέα υλοποίησης του έργου, δεν καθιστά πλημμελή την προσβαλλόμενη πράξη, λαμβανομένου, άλλωστε, υπόψη και του ότι η χωροθέτηση του επίδικου έργου εκτός του ανωτέρω οργανωμένου υποδοχέα δραστηριοτήτων δεν απαγορεύεται, από τα σχέδια διαχείρισης αποβλήτων.
Ενόψει του περιεχομένου της ΜΠΕ, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος και ο ισχυρισμός του αιτούντος ότι η επιλογή της επίμαχης θέσης εχώρησε επί τη βάσει μη νομίμων κριτηρίων που δεν προβλέπονται στο ΠΕΣΔΑ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Προβάλλεται ο ειδικότερος ισχυρισμός ότι η χωροθέτηση του επίδικου έργου εκτός του ΟΥΜΕΔ Οινοφύτων και σε εκτός σχεδίου περιοχή αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού για τη Βιομηχανία, με τις οποίες επιλέγεται, ως κατεύθυνση για το καθεστώς χωροθέτησης και δόμησης της βιομηχανίας, η προώθηση των οργανωμένων υποδοχέων της βιομηχανίας και ο περιορισμός των δυνατοτήτων σημειακής χωροθέτησης της βιομηχανίας σε εξωαστικές περιοχές. Πλην όμως, το ανωτέρω Ειδικό Πλαίσιο όπως έχει γίνει δεκτό προβλέπει μεν ως γενική κατεύθυνση τον περιορισμό της διάσπαρτης χωροθέτησης της βιομηχανίας χωρίς όμως να θεωρεί ενδεδειγμένη τη συγκέντρωση του συνόλου της βιομηχανίας σε οργανωμένους υποδοχείς, παραλλήλως δε αναγνωρίζει ότι η χωροθέτηση αυτή μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι αποδεκτή ή και επιθυμητή, ενώ επίσης προβλέπει ότι πρέπει να δημιουργηθεί και η αναγκαία υποδομή για την επεξεργασία και διάθεση των βιομηχανικών και επικίνδυνων αποβλήτων. Εξάλλου, τα συστήματα περιβαλλοντικών υποδομών, όπως το επίδικο, συνδέονται με έργα υποδομής, η εκτέλεση των οποίων είναι αναγκαία για την επίτευξη των στόχων των σχεδίων διαχείρισης αποβλήτων (ΕΣΔΑ, ΕΣΔΕΑ, ΠΕΣΔΑ), τα σχέδια δε αυτά προβλέπουν για τη χωροθέτηση των εν λόγω εγκαταστάσεων κριτήρια αποκλεισμού και αξιολόγησης, χωρίς όμως να απαγορεύουν την εκτός οργανωμένων υποδοχέων χωροθέτησή τους. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Η ΜΠΕ καταλήγει ότι το επίδικο έργο «είναι πλήρως συμβατό με τις θεσμοθετημένες χωρικές και πολεοδομικές δεσμεύσεις της περιοχής σε σχέση με το ΑΠΠΧΣΑΑ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με έμφαση στις στρατηγικές που αφορούν στην ανάκτηση, ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση αποβλήτων καθώς και στην προώθηση προς υλοποίηση προβλεπόμενων από τον ΕΣΔΕΑ έργων διαχείρισης επικινδύνων αποβλήτων». Από τις προβλέψεις αυτές του αναθεωρημένου Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου (ΠΧΠ) της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας προκύπτει ότι, όσον αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων, το ανωτέρω Χωροταξικό Πλαίσιο παραπέμπει στις ρυθμίσεις του ΕΣΔΑ, του ΕΣΔΕΑ και του ΠΕΣΔΑ Στερεάς Ελλάδας, με τις οποίες, όπως τεκμηριώνεται στη ΜΠΕ, είναι πλήρως συμβατό το επίδικο έργο. Τα σχέδια αυτά, άλλωστε, στα οποία παραπέμπει κατά τα ανωτέρω το ΠΧΠ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, προβλέπουν κριτήρια αποκλεισμού (χωροταξικά, γεωλογικά-υδρογεωλογικά, περιβαλλοντικά) για τον εντοπισμό των ευρύτερων κατάλληλων περιοχών για τη χωροθέτηση των εγκαταστάσεων διαχείρισης και τελικής διάθεσης των βιομηχανικών, μεταξύ άλλων, αποβλήτων, χωρίς να απαγορεύουν την εκτός σχεδίου ή εκτός οργανωμένων υποδοχέων χωροθέτηση των εγκαταστάσεων αυτών. Υπό τα δεδομένα αυτά, ο πρόσθετος λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η επιλογή της θέσης της επίδικης εγκατάστασης παραβιάζει τη χωροταξική κατεύθυνση του άρθρου 11 παρ. Β περ. 4 του ανωτέρω ΠΧΠ, σύμφωνα με την οποία κατά τη χωρική οργάνωση του δευτερογενούς τομέα πρέπει να αποφεύγεται η διάσπαρτη χωροθέτηση και να προωθούνται οι διάφοροι τύποι οργανωμένων υποδοχέων, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Αβασίμως προβάλλεται από τον αιτούντα ότι η προσβαλλόμενη πράξη παραβιάζει την κατεύθυνση του άρθρου 12 παρ. Ε του ΠΧΠ της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, σύμφωνα με το οποίο, για την πρόληψη δημιουργίας ρυπαντικών φορτίων στους υδάτινους αποδέκτες απαιτείται η εφαρμογή ολοκληρωμένου διαχειριστικού σχεδίου βιομηχανικών λυμάτων για τη ζώνη Οινοφύτων- Σχηματαρίου. Και τούτο, διότι, πέραν του ότι στη ΜΠΕ βεβαιώνεται ότι η εγκατάσταση δεν θα διαθέτει υγρά απόβλητα σε επιφανειακούς αποδέκτες και ότι τα υγρά απόβλητά της θα τυγχάνουν επεξεργασίας σε Μονάδα Επεξεργασίας Υγρών Αποβλήτων, πάντως από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι πληρούνται τα υδρογεωλογικά κριτήρια αποκλεισμού που έχουν τεθεί για την προστασία των υδάτινων πόρων.
Τέλος, απορριπτέα είναι και τα προβαλλόμενα περί παραβίασης της κατεύθυνσης του άρθρου 18 παρ. 10.3 του ίδιου ως άνω ΠΧΠ, με το οποίο προβλέπεται ότι για την προστασία της αγροτικής γης υψηλής παραγωγικότητας στην περιοχή εφαρμογής του πλαισίου προτείνεται η οργάνωση της βιομηχανικής δραστηριότητας σε ειδικά ελεγχόμενες ζώνες, ώστε να ανασχεθεί η αλλοίωση των γεωργικών περιοχών. Και τούτο, διότι, όπως βεβαιώνεται με πρακτικό της Περιφερειακής Επιτροπής Χωροταξίας και Περιβάλλοντος του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ΠΕ Βοιωτίας, η επίμαχη έκταση της ΟΕΔΒΑ ευρίσκεται εκτός γης υψηλής παραγωγικότητας.
Εν όψει της ανόργανης φύσης των διατιθέμενων στην ΟΕΔΒΑ αποβλήτων, τα οποία δεν είναι βιοαποδομήσιμα, και της πρόβλεψης μέτρων για τη σταθεροποίηση-στερεοποίηση αυτών και τον περιορισμό της κινητικότητάς τους, αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς η κρίση της ΜΠΕ περί μη παραγωγής βιοαερίου από την υγειονομική ταφή των αποβλήτων της επίδικης εγκατάστασης. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα, καθ’ ο δε μέρος αμφισβητούνται οι διαπιστώσεις και οι τεχνικές και επιστημονικές εκτιμήσεις της ΜΠΕ, χωρίς να προκύπτει ούτε να προβάλλεται ότι οι σχετικές αποδιδόμενες πλημμέλειες είχαν τεθεί ενώπιον της Διοίκησης κατά το στάδιο της διαβούλευσης, ο σχετικός ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
Αβασίμως προβάλλεται ότι είναι ελλιπής ο καθορισμός των ποιοτικών χαρακτηριστικών των στραγγισμάτων του ΚΥΤΜΕΑ και του ΚΥΤΕΑ, λόγω μη αναφοράς στο χημικό στοιχείο «αλουμίνιο ή αργίλιο (Α1)» που παράγεται στην επίδικη εγκατάσταση και στο ρυπαντικό του φορτίο. Και τούτο, ανεξαρτήτως του παραδεκτού προβολής του σχετικού ισχυρισμού, ο οποίος δεν προκύπτει ούτε προβάλλεται ότι είχε τεθεί ενώπιον της Διοίκησης κατά το στάδιο της διαβούλευσης.
Ο κίνδυνος εκροής υγρών αποβλήτων από το ΚΥΤΑΣ έχει αξιολογηθεί πλήρως και επαρκώς από τη μελέτη, ο σχεδιασμός και η κατασκευή της μόνωσης του ΚΥΤΑΣ τεκμηριώνεται ότι γίνεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της νομοθεσίας και κατά τρόπο τέτοιο, ώστε να μηδενίζεται το ενδεχόμενο διαφυγής στραγγισμάτων από τη βάση και τα πλευρικά τοιχώματα του χώρου, ενώ, ταυτόχρονα, διασφαλίζεται η δυνατότητα αποτελεσματικής συλλογής των παραγομένων, σε ακραίες περιπτώσεις αστοχίας, στραγγισμάτων και προβλέπεται η λήψη όλων των αναγκαίων, αλλά και πρόσθετων, μέτρων ασφαλείας. Συνεπώς, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του αιτούντος, με τους οποίους αμφισβητείται η παραδοχή της μελέτης περί μηδενικής εκροής υγρών αποβλήτων (στραγγισμάτων) από το εν λόγω σχετικό κελί, η διαπερατότητα της τελικής κάλυψης αυτού και οι πιθανότητες αστοχίας του σχεδιασμού του. Καθ’ ο μέρος δε αμφισβητείται η ανέλεγκτη ακυρωτικά τεχνική – επιστημονική κρίση της Διοίκησης, η οποία με την προσβαλλόμενη πράξη έχει υιοθετήσει τα πορίσματα της ΜΠΕ, ο σχετικός λόγος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
Από το σύνολο των στοιχείων του φακέλου προκύπτει ότι οι υδρογεωλογικές συνθήκες του χώρου του έργου αξιολογήθηκαν επαρκώς με τη γεωλογική μελέτη, το δε συμπέρασμα της τελευταίας ότι οι συνθήκες της περιοχής είναι ευνοϊκές για την κατασκευή ΟΕΔΒΑ, τόσο ως προς τα γεωλογικά χαρακτηριστικά όσο και ως προς το δυναμικό υπόγειων υδατικών πόρων, ερείδεται στο συνδυασμό περισσοτέρων επιστημονικών στοιχείων και δεδομένων, προερχόμενων από διαφορετικές πηγές, και όχι μόνο στη διενεργηθείσα γεώτρηση, τις διαπιστώσεις της οποίας, άλλωστε, δεν αμφισβητεί με ειδικότερους ισχυρισμούς ο αιτών. Συνεπώς, τα προβαλλόμενα ότι στη γεωλογική μελέτη που συνοδεύει την ΜΠΕ δεν περιλαμβάνεται αναλυτική διερεύνηση των υδρογεωλογικών συνθηκών της περιοχής χωροθέτησης της ΟΕΔΒΑ και ότι η πραγματοποίηση μίας μόνο γεώτρησης δεν επαρκεί για την εκτίμηση της υδρογεωλογίας μίας περιοχής τέτοιας έκτασης (191.185,09 τ.μ.), δυναμικότητας και επικινδυνότητας, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι ισχυρισμοί του αιτούντος ότι ο τρόπος διαχείρισης και επεξεργασίας των υγρών αποβλήτων που επιλέγει η ΜΠΕ συνεπάγεται διαρκή αύξηση της συγκέντρωσης ρύπων στα διασταλλάγματα που κυκλοφορούν στους ΧΥΤΒΑ, ότι δεν εκτιμώνται οι επιπτώσεις των διασταλλαγμάτων αυτών στις γεωμεμβράνες του ΧΥΤΒΑ και ότι τα ανωτέρω συνεπάγονται επιβάρυνση των υπογείων υδάτων σε περίπτωση διαρροής της προστατευτικής μόνωσης. Καθ’ ο μέρος δε αμφισβητείται η σχετική τεχνική κρίση της Διοίκησης, χωρίς να προκύπτει ούτε να προβάλλεται ότι οι σχετικοί ισχυρισμοί είχαν προβληθεί κατά το στάδιο της διαβούλευσης, ο ανωτέρω λόγος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
Οι διαπιστώσεις τεκμηριώνονται επί τη βάσει επιστημονικών μοντέλων και στοιχείων, χωρίς, πάντως, να μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανότητα ακραίων φυσικών φαινομένων ή τεχνολογικού ατυχήματος, για τα οποία, ωστόσο, προβλέπεται η λήψη μέτρων προστασίας, ελέγχου και αντιμετώπισης. Υπό τα δεδομένα αυτά, τα προβαλλόμενα ότι η ΜΠΕ δεν περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο περί έκτακτων συνθηκών και κινδύνων για το περιβάλλον και ότι τα συμπεράσματα περί μη αξιολογήσιμης τρωτότητας του έργου σε κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, δεν στηρίζονται σε επιστημονικά στοιχεία, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Τέλος, εφόσον η μελέτη δεν αποκλείει την πιθανότητα ακραίων φαινομένων ή τεχνολογικού ατυχήματος, περιέχει όμως ειδικές προβλέψεις για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων αυτών, πρέπει να απορριφθούν ως ερειδόμενα επί εσφαλμένης προϋπόθεσης τα προβαλλόμενα από τον αιτούντα ότι στη ΜΠΕ δεν βεβαιώνεται ότι αποτρέπεται κάθε πιθανότητα αστοχίας ή πρόκλησης καταστροφής.
Η επίδικη δραστηριότητα, η οποία, όπως προεκτέθηκε, αποτελείται από μονάδα θερμικής επεξεργασίας ξαφρισμάτων αλουμινίου, μονάδα επεξεργασίας της αλατώδους σκωρίας που προκύπτει από τη θερμική επεξεργασία των ξαφρισμάτων αλουμινίου, μονάδα σταθεροποίησης αποβλήτων και χώρο υγειονομικής ταφής βιομηχανικών αποβλήτων (ΧΥΤΒΑ), αποτελούμενο από κελί διάθεσης επικίνδυνων αποβλήτων, κελί διάθεσης μη επικίνδυνων αποβλήτων και κελί διάθεσης αλατώδους σκωρίας, δεν συνιστά χώρο εναπόθεσης, υγειονομικής ταφής ή ανακύκλωσης απορριμμάτων, ήτοι αστικών στερεών αποβλήτων, ούτε και εγκατάσταση ανοικτού τύπου για την επεξεργασία αποβλήτων, αλλά εγκατάσταση διαχείρισης και υγειονομικής ταφής βιομηχανικών αποβλήτων. Επιπλέον, δεν συνιστά ούτε χώρο εναπόθεσης απορριμμάτων που μπορεί να προσελκύσει πτηνά, δεδομένου ότι δεν αποτελεί χώρο, ενώ, άλλωστε, από τη ΜΠΕ και τα στοιχεία που υπέβαλε η παρεμβαίνουσα για την έκδοση της βεβαίωσης χωροθέτησης τεκμηριώνεται ότι λόγω της φύσης και της σύνθεσης των διατιθέμενων βιομηχανικών αποβλήτων (απουσία οργανικού κλάσματος), αλλά και της συνεπαγόμενης αυτών απουσίας οσμών, τα εν λόγω απόβλητα δεν πρόκειται να προσελκύσουν πτηνά και ζώα, όπως συμβαίνει στους χώρους υγειονομικής ταφής αστικών απορριμμάτων. Υπό τα δεδομένα αυτά, εφόσον από τη λειτουργία της επίδικης δραστηριότητας δεν προκύπτει απειλή προσκρούσεων πτηνών και λοιπών ζώων, κατά την αιτιολογημένη ως προς αυτό κρίση της μελέτης και της Διοίκησης, για τα αεροσκάφη που χρησιμοποιούν το παρακείμενο στρατιωτικό αεροδρόμιο, για τη χωροθέτηση της δραστηριότητας αυτής, δεν απαιτείτο η προηγούμενη έγκριση της Διεύθυνσης Αερολιμένων της Υ.Π.Α., απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων.
Η επίδικη εγκατάσταση δεν εμπίπτει στην κατηγορία των «βιομηχανιών που παράγουν προϊόντα τα οποία απαιτούν υγειονομική προστασία» του Πίνακα 1 του άρθρου 20 του ν. 4056/2012, αλλά στις «βιομηχανίες μη υγειονομικού ενδιαφέροντος με παραγωγικές διαδικασίες άσχετα με τον αριθμό των εργαζομένων» του ίδιου πίνακα. Ως εκ τούτου νομίμως ορίσθηκε με την ΜΓΙΕ η απόσταση των 150μ. από την παρακείμενη πτηνοτροφική μονάδα, απόσταση, η οποία, μάλιστα τηρείται και μετά τη διαφοροποίηση της θέσης του ΚΥΤΑΣ, είναι δε απορριπτέα τα προβαλλόμενα από τον αιτούντα περί μη τήρησης των αποστάσεων του ν. 4056/2012.
Από τα στοιχεία του φακέλου, σε συνδυασμό με τα διαγράμματα και τους χάρτες που συνοδεύουν την ΜΠΕ, προκύπτει ότι το υδατόρεμα εντοπίζεται εκτός των ορίων του ακινήτου της επίδικης εγκατάστασης και συγκεκριμένα στο δυτικό όριο αυτού. Εν όψει τούτων και λαμβανομένων, επιπλέον, υπόψη των όρων που τίθενται με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ για την προστασία των επιφανειακών υδάτων και την αντιπλημμυρική προστασία της εγκατάστασης, σε συνδυασμό με τα ειδικότερα χαρακτηριστικά της θέσης του επίδικου έργου και της επιφανειακής λεκάνης απορροής, στην οποία αυτό εντάσσεται, από τα οποία προκύπτει η απουσία μεγάλων όγκων νερού και ο χαμηλός βαθμός τρωτότητας της περιοχής από πλημμυρικά φαινόμενα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι ισχυρισμοί του αιτούντος περί ύπαρξης ρέματος εντός της ΟΕΔΒΑ και περί μη λήψης μέτρων για την προστασία αυτού. Από τα ίδια δε στοιχεία προκύπτει ότι το ΚΥΤΑΣ δεν χωροθετείται, ούτε κατασκευάζεται, ούτε προβλέπεται να λειτουργήσει επί του ανωτέρω ρέματος ή της προαναφερθείσας μισγάγγειας, καθώς και ότι η λειτουργία της ειδικότερης αυτής εγκατάστασης του επίδικου έργου δεν αναμένεται να συντελέσει στην αλλοίωση της φυσικής κατάστασης και λειτουργίας του εν λόγω ρέματος. Συνεπώς, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα. Τέλος, απορριπτέος ως αβάσιμος είναι και ο ειδικότερος ισχυρισμός περί μη προηγούμενης οριοθέτησης του επίμαχου ρέματος, εν όψει του ν. 4258/2014 (Α’ 94), ο οποίος (βλ. άρθρα 1 παρ. 2 και 4 παρ. 2) δεν επιβάλλει την οριοθέτηση προκειμένου για μικρά υδατορέματα με έκταση λεκάνης απορροής μικρότερης ή ίσης του 1,0 τ.χ. που βρίσκονται εκτός ορίων οικισμών ή σχεδίων πόλεως, όπως το επίδικο, δεδομένου, άλλωστε, ότι ο αιτών ούτε προβάλλει, ούτε αποδεικνύει ότι πρόκειται για ρέμα με έκταση μεγαλύτερη του 1,0 τ.χ. αλλά και εν όψει του ότι η δραστηριότητα του ΚΥΤΑΣ δεν προκύπτει από τα ανωτέρω εκτεθέντα ότι θα έχει επιπτώσεις στη φυσική κατάσταση και λειτουργία του μικρού αυτού υδατορέματος, ώστε να συντρέχει λόγος για την κατ’ εξαίρεση οριοθέτησή του.
Στη ΜΠΕ αναφέρεται ρητώς ότι ο αυτοκινητόδρομος Αθηνών-Θεσσαλονίκης ευρίσκεται βορείως της θέσης του επίδικου ακινήτου σε απόσταση περίπου 50μ., ενώ στα τοπογραφικά διαγράμματα που την συνοδεύουν βεβαιώνεται ότι, όσον αφορά τα κτίρια της εγκατάστασης, τηρείται η απόσταση των 50μ. από τα όρια του οικοπέδου. Από το συνδυασμό δε των ανωτέρω προκύπτει ότι, όσον αφορά τα κτίρια της ΟΕΔΒΑ, υπερκαλύπτονται οι απαιτούμενες αποστάσεις των 60μ. από τον άξονα της ανωτέρω εθνικής οδού και των 40 μέτρων από το όριο αυτής. Συνεπώς, τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
Πρόεδρος: Χρ.Ντουχάνης
Εισηγητής: Ν. Βαγιωνάκης