ΣτΕ 2274/2023 [Εν μέρει παράνομη περιβαλλοντική αδειοδότηση για τμήμα της Γραμμής 4 του μετρό (σταθμός «Ευαγγελισμός») λόγω μη εκπόνησης και έγκρισης ΤΕΠΕΜ]
Περίληψη
– Από γεγονότα, όπως αλλεπάλληλα δημοσιεύματα στον τύπο, την κατάληψη του εργοταξίου και, μάλιστα, βάσει πράξης που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, τις ενέργειες των αιτούντων για την αποτροπή της υλοποίησης κατασκευαστικών εργασιών, την υποβολή αιτήματος για την ενημέρωση των ίδιων, τις συζητήσεις στο δημοτικό συμβούλιο με αναφορές στις ενέργειες των αιτούντων σχετικά με το έργο και, βεβαίως, το ίδιο το γεγονός της ηλεκτρονικής ανάρτησης της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης στη “Διαύγεια” και στον ειδικό για τις ΑΕΠΟ ιστότοπο του Υπουργείου, σε συνδυασμό με το εύλογο ενδιαφέρον των αιτούντων για την τύχη του Πάρκου Ριζάρη, της ανάπλασης του οποίου υπήρξαν χορηγοί, στοιχειοθετείται τεκμήριο πλήρους γνώσεως της προσβαλλόμενης πράξης σε χρόνο κατά πολύ προγενέστερο των εξήντα ημερών πριν από την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως στις 20.5.2022, λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι η ηλεκτρονική πρόσβαση στην προσβαλλόμενη πράξη, όπως δεν αμφισβητείται, παρέμενε καθ’ όλο το διάστημα της τετραετίας μεταξύ της έκδοσής της και της άσκησης της αιτήσεως ακυρώσεως και εξακολουθεί να παραμένει δυνατή και ευχερής. Πρέπει, κατά συνέπεια, να απορριφθεί ο ισχυρισμός των αιτούντων, κατά τον οποίο η προθεσμία για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως κινήθηκε από το χρόνο που έλαβαν γνώση του καταρτισθέντος μεταξύ της Διοίκησης, του Δήμου Αθηναίων και της παρεμβαίνουσας μνημονίου συνεργασίας, δηλαδή την 1.4.2022.
Τούτο διότι, στη σχετική με το εν λόγο μνημόνιο απόφαση του Δημ. Συμβουλίου Αθηναίων ουδεμία γίνεται μνεία του συγκεκριμένου τόπου χωροθέτησης του νέου σταθμού “Ευαγγελισμός”, αλλά αναφέρεται μόνον (σελ. 3) ότι “ο 10ος σταθμός Ευαγγελισμός χωροθετείται πλησίον του υφιστάμενου σταθμού, με άμεση σύνδεση για τους επιβάτες των γραμμών 3 και 4”, τα δε προαναφερόμενα γεγονότα, από τα οποία συνάγεται πράγματι πλήρης γνώση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ εκ μέρους των αιτούντων, είναι κατά πολύ προγενέστερα της καταρτίσεως του μνημονίου. Είναι, τέλος, απορριπτέος ως αλυσιτελής και ο ισχυρισμός των αιτούντων, κατά τον οποίον η διεξαχθείσα, εν προκειμένω, διαβούλευση υπήρξε πλημμελής και δεν πληροί τις τασσόμενες από την νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προϋποθέσεις, διότι, κατά τους αιτούντες, αυτή έπρεπε να διεξαχθεί σε επίπεδο ενός εκάστου Δήμου και όχι της οικείας Περιφέρειας. Τούτο, διότι, ανεξαρτήτως αν η διεξαγωγή της διαβούλευσης στην έδρα της οικείας Περιφέρειας, αντί του Δήμου, καθιστά, άνευ άλλου τινός, πλημμελή τη διαβούλευση αυτή, πάντως, εν προκειμένω, η εν λόγω διαβούλευση διαγνώσθηκε, κατά τα ανωτέρω, από άλλης απόψεως πλημμελής, και για το λόγο, άλλωστε, αυτό δεν μπορεί να αντιταχθεί στους αιτούντες το τεκμήριο του άρθρου 19α του ν. 4014/2011, αυτό, όμως, δεν αποκλείει τη στοιχειοθέτηση τεκμηρίου γνώσεως των αιτούντων σε μετέπειτα χρονικό σημείο κατά τους γενικούς περί προθεσμίας κανόνες. Πρέπει, κατόπιν τούτου, η υπό κρίση αίτηση να απορριφθεί ως εκπρόθεσμη κατά το μέρος που πλήσσει την ΑΕΠΟ.
Επί τη βάσει της ΜΠΕ εκδόθηκε η ΑΕΠΟ, η οποία προσβάλλεται, κατά τα ανωτέρω, εκπροθέσμως και αφορά σε ολόκληρο το τμήμα Α «Άλσος Βεϊκου – Γουδή» της Γραμμής 4 του Μετρό της Αθήνας, που περιλαμβάνει, πλέον, δεκαπέντε σταθμούς (ύστερα από την προσθήκη του σταθμού «Ελικώνος» κατά τη διαβούλευση). Παρ’ ότι, εξάλλου, η ΜΠΕ είναι ενιαία και αφορά το σύνολο του έργου, αυτή περιλαμβάνει διεξοδικές αναφορές και προβλέψεις σχετικά με τη βλάστηση που αναμένεται να θιγεί σε κάθε συγκεκριμένο σταθμό, ιδίως κατά τη φάση κατασκευής, οι οποίες, ειδικώς ως προς τον νέο σταθμό “Ευαγγελισμός” περιλαμβάνουν καταγραφή του αριθμού των φυτών κάθε κατηγορίας, το εμβαδόν της φυτοκάλυψης του Πάρκου Ριζάρη κ.λπ. Ο λεπτομερειακός χαρακτήρας της μελέτης δεν αποτυπώθηκε, παρά ταύτα, στην επιβολή λεπτομερειακών περιβαλλοντικών όρων για την προστασία του πρασίνου, όχι μόνο, μάλιστα, στο Πάρκο Ριζάρη, αλλά και σε άλλες περιοχές χωροθέτησης επιμέρους σταθμών. Τούτο δε και λόγω της μεγάλης κλίμακας του έργου και των διαφορετικών χαρακτηριστικών της βλάστησης των επιμέρους περιοχών επέμβασης, που απέχουν μεταξύ τους πολλά χιλιόμετρα, με συνέπεια η βλάστηση αυτή να ποικίλλει και να αποτελείται είτε από συμπαγή πάρκα ή άλση, που υπάγονται, κατά τα γενικώς ισχύοντα, στη δασική νομοθεσία, είτε από μεμονωμένα άτομα ή συστάδες δέντρων ή άλλων φυτών σε πολεοδομικώς καθορισμένους κοινόχρηστους χώρους (π.χ. πλατείες Κολωνακίου, Εξαρχείων), που δεν έχουν το χαρακτήρα κοινόχρηστου χώρου (ΚΧ) πρασίνου και, επομένως, δεν υπάγονται στη δασική νομοθεσία, είτε, τέλος, από φυτά σε άλλες διατάξεις (π.χ. δενδροστοιχίες ή μεμονωμένα διάσπαρτα άτομα).
Δεν αποκλείεται, ιδίως, μάλιστα, επί έργων μεγάλης κλίμακας, η εκ των υστέρων συμπλήρωση της κύριας μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων με ειδικότερες, αναφερόμενες σε επί μέρους θέματα, μελέτες, η επιτρεπτή δε αυτή συμπλήρωση δεν θα καθιστούσε, κατ’ αρχήν και εντός ορισμένων πλαισίων, πλημμελή την κύρια μελέτη, με την οποία γίνεται η βασική και συνθετική εξέταση των επιπτώσεων ορισμένου έργου στο περιβάλλον και των αναγκαίων μέτρων για την αντιμετώπισή τους. Παρόμοια συμπλήρωση ή εξειδίκευση της ΜΠΕ, ή και τροποποίησή της προς όφελος του περιβάλλοντος δεν αποκλείεται, εξάλλου, και στην περίπτωση κατά την οποία η μελέτη αυτή περιέχει, μεν, η ίδια αναλυτικές προβλέψεις και καταγραφή των χαρακτηριστικών της περιοχής επέμβασης ή υποσυνόλου της, η εκδιδόμενη, όμως, στη συνέχεια ΑΕΠΟ δεν αξιοποιεί τα δεδομένα της μελέτης στο σύνολό τους για την επιβολή περιβαλλοντικών όρων συγκεκριμένων, δεσμευτικών και επακριβών, όπως επιτάσσει, κατ’ αρχήν, το ως άνω άρθρο 2 παρ. η του ν. 4014/2011, αλλά περιορίζεται στην επιβολή όρων που χαρακτηρίζονται από εύλογη, ενόψει της κλίμακας του έργου, ελλειπτικότητα ως προς ορισμένα περιβαλλοντικά στοιχεία. Οι εν λόγω μελέτες, μεταγενέστερες της αρχικής ΜΠΕ και της εκδιδομένης ΑΕΠΟ, είναι δυνατόν να διαφοροποιούνται κατά περιεχόμενο μεταξύ τους και, μεταξύ άλλων, να περιέχουν είτε όλως επουσιώδεις τροποποιήσεις του σχεδιασμού του έργου, που συνιστούν, ενδεχομένως, απλές εξειδικεύσεις του, ή να οργανώνουν τον περιβαλλοντικό έλεγχο του αδειοδοτηθέντος έργου κατά τη λειτουργία του ή να αποσκοπούν στη βελτίωση των περιβαλλοντικών παραμέτρων και την άμβλυνση του περιβαλλοντικού του αποτυπώματος ή, τέλος, να διευθετούν ζητήματα που ανακύπτουν στους εργοταξιακούς χώρους κατά το χαρακτήρα, αλλά συνδέονται με την προστασία του περιβάλλοντος.
Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ανακύπτει κατά τη φάση του τελικού σχεδιασμού του έργου ανάγκη διαφοροποιήσεων ή εξειδικεύσεων της βασικής μελέτης, καταρτίζεται Φάκελος Συμμόρφωσης Τελικού Σχεδιασμού, ο οποίος πρέπει να περιλαμβάνει μελέτη με το περιεχόμενο της ΤΕΠΕΜ. Η διαφοροποίηση αυτή πρέπει, από τη φύση του πράγματος, να αφορά μη ουσιώδη στοιχεία του έργου ή της δραστηριότητας και να υπαγορεύεται, κατά βάση, από τις τεχνικές ανάγκες της εφαρμογής, χωρίς, όμως, να παραβιάζει τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους, όπως, άλλωστε, προκύπτει από το άρθρο 7 παρ. 11 περ. δ’ του ν. 4014/2011, σύμφωνα με το οποίο περιεχόμενο της ΤΕΠΕΜ αποτελεί η συμμόρφωση της ίδιας με τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους. Παρά ταύτα, και εφόσον πρόκειται για έργο ασυνήθως μεγάλης κλίμακας, αποτελούμενο από πολλά μερικότερα έργα, το καθένα από τα οποία θα υπαγόταν και αυτοτελώς σε διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και, μάλιστα, ως έργο της κατηγορίας Αι, αυτής, δηλαδή, με τις σοβαρότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, είναι δυνατόν να διευρύνεται το σύνηθες αντικείμενο της ΤΕΠΕΜ, προσαρμοζόμενο στα χαρακτηριστικά του έργου μεγάλης κλίμακας, δηλαδή να τίθενται συμπληρωματικοί όροι ακόμη και ουσιώδεις, τούτο δε κατ’ απόκλιση από τον προαναφερόμενο γενικό κανόνα, κατά τον οποίο μόνον μη ουσιώδη, από περιβαλλοντική άποψη, ζητήματα ρυθμίζονται στο στάδιο της ΤΕΠΕΜ, αφού ο κανόνας αυτός αφορά τις περιπτώσεις έργων συνήθους κλίμακας και περιβαλλοντικών όρων που, προσαρμοσμένοι στην κλίμακα αυτή, προβλέπονται διεξοδικά στην οικεία ΑΕΠΟ. Η ευχέρεια, τέλος, αυτή παρέχεται στη Διοίκηση μόνον εφόσον η αρχική ΑΕΠΟ του έργου προβλέπει η ίδια την κατάρτιση ΤΕΠΕΜ, όταν, δηλαδή, η συμπλήρωση ή η εξειδίκευση των περιβαλλοντικών όρων με την απλουστευμένη διαδικασία της ΤΕΠΕΜ, που δεν περιλαμβάνει διαβούλευση, αποτελεί μέρος του αρχικού σχεδιασμού του έργου. Σε διαφορετική περίπτωση, αν δηλαδή η αρχική ΑΕΠΟ δεν διαλαμβάνει παρόμοια πρόβλεψη, η τροποποίηση του σχεδιασμού του έργου είναι δυνατή με τη διαδικασία και υπό τις προϋποθέσεις που, τυχόν, προβλέπουν άλλες διατάξεις του ν. 4014/2011 και περιλαμβάνουν, ανάλογα με την περίπτωση πλήρη διαβούλευση ή έκφραση των απόψεων των αρμόδιων δημόσιων φορέων.
Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, η οποία, αφορά σε δεκαπέντε υπόγειους σταθμούς σε τέσσερις Δήμους (Γαλατσίου, Αθηναίων, Καισαριανής και Ζωγράφου) της Αττικής, προβλέπει ότι σε ορισμένα πεδία του όλου έργου ο σχεδιασμός του δεν έχει οριστικοποιηθεί ή είναι επιδεκτικός ωρίμανσης ενδομεταφερόμενος θόρυβος (αντιδονητική προστασία, προσαρμογή κτιρίων έργου στις αστικές κλιματικές συνθήκες κ.λπ.). Προβλέπονται, περαιτέρω, όροι «για τη βέλτιστη διαχείριση του χώρου [ενν. του δημόσιου], που αποτελεί πεπερασμένο φυσικό πόρο ιδιαίτερης σημασίας εντός του αστικού περιβάλλοντος ..», χωρίς, πάντως, ειδική αναφορά – στο σημείο αυτό – στους δημόσιους χώρους ειδικού ενδιαφέροντος και σημασίας (π.χ. δασικές εκτάσεις). Γίνεται, όμως, ρητή αναφορά στην υποχρεωτική κατάρτιση ΤΕΠΕΜ, μέσω της οποίας θα ρυθμιστούν ζητήματα σχετικά με τα ειδικά χαρακτηριστικά της “προσωρινής εργοταξιακής κατάληψης” και, ειδικότερα η” θέση και η απόσταση του εργοταξιακού εξοπλισμού από “ευαίσθητα στοιχεία του αστικού περιβάλλοντος”, “… οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα ήταν δυνατόν να προκληθούν από τη λειτουργία του εξοπλισμού και τα μέτρα που λαμβάνονται για την πρόληψη των επιπτώσεων αυτών και “η μέθοδος και το κόστος αποκατάστασης της συνολικής έκτασης, με ιδιαίτερες λεπτομέρειες σχετικά με την τελική εικόνα και περιβαλλοντική αξία της αποκατεστημένης έκτασης, η οποία θα πρέπει να είναι ισοδύναμη ή καλύτερη από την αρχική”. Καθ’ όσον, τέλος, αφορά στην προστασία του πρασίνου, η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ ορίζει ότι “η παρούσα [ΑΕΠΟ] αποτελεί και έγκριση επέμβασης κατά την έννοια του έκτου κεφαλαίου του ν. 998/1979 ···”, το οποίο ρυθμίζει τις προϋποθέσεις επέμβασης σε εκτάσεις που υπάγονται στη δασική νομοθεσία, η έγκριση δε αυτή τελεί υπό τους όρους, οι οποίοι είχαν εκφρασθεί από τη δασική υπηρεσία και κατά το στάδιο της (εσωτερικής) διαβούλευσης.
Ότι η εκπονηθείσα ΜΠΕ, επί τη βάσει της οποίας εκδόθηκε η εκπροθέσμως προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, μεταθέτει τη διερεύνηση της δυνατότητας μεταφύτευσης των φυτών που θα απομακρυνθούν «στις ίδιες ακριβώς θέσεις» ή «κατά το δυνατόν πλησιέστερα των αρχικών» σε «ειδική μελέτη που θα συνταχθεί», δηλαδή σε «ειδική μελέτη εφαρμογής», κατά τον οικείο περιβαλλοντικό όρο που εγκρίθηκε τελικώς, και αφορά, άλλωστε, μόνο τις εκτάσεις που υπόκεινται στη δασική νομοθεσία (πάρκα, άλση και, κατά κανόνα, κοινοχρήστους χώρους που έχουν τον χαρακτήρα Κ.Χ. πρασίνου). Η μελέτη, εξάλλου, αυτή, η κατάρτιση της οποίας προβλέπεται ως υποχρεωτική -και όχι απλώς δυνητική, όπως θα ήταν, καταρχήν, επιτρεπτό – από την ΑΕΠΟ, μπορεί να προσλάβει τη μορφή Τεχνικής Περιβαλλοντικής Μελέτης, η κατάρτιση της οποίας προβλέπεται επίσης από την ΑΕΠΟ και αφορά κατ’ εξοχήν και το εργοτάξιο του υπό κατασκευή σταθμού “Ευαγγελισμός”. Εξάλλου, η εν λόγω υποχρεωτικούς καταρτιζόμενη ΤΕΠΕΜ μπορεί ενόψει και της μεγάλης κλίμακας του συνολικού έργου να συμπληρώσει τον σχεδίασμά του σταθμού “Ευαγγελισμός” ακόμη και ως προς το ουσιώδες σημείο που αποτελεί η, κατά το δυνατόν, προστασία της βλάστησης του Πάρκου Ριζάρη με διεξοδική διερεύνηση της δυνατότητας να θιγούν όσο το δυνατόν λιγότερα άτομα φυτικών μονάδων, ενόψει, μάλιστα, των παραδοχών της μελέτης, τις οποίες ο σταθμός “Ευαγγελισμός” είναι αυτός με τον μεγαλύτερο αριθμό ατόμων φυτών που αναμένεται να θιγούν. Η διερεύνηση, εξάλλου, αυτή αποτελεί και αντικείμενο της πράξης της αρμόδιας δασικής αρχής, η οποία εκδίδεται μετά την έκδοση της ΑΕΠΟ και με την οποία “εξειδικεύονται οι όροι και οι προϋποθέσεις κάθε επέμβασης.
Ενόψει των ανωτέρω, η Διοίκηση μη νομίμως απέσχε από την έγκριση Τεχνικής Περιβαλλοντικής Μελέτης, για την κατάρτιση της οποίας από τον μελετητή πρέπει η ίδια να μεριμνήσει, και η οποία θα έχει υποχρεωτικούς ως αντικείμενο την κατά το δυνατόν ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων της κατασκευής του σταθμού “Ευαγγελισμός” στο Πάρκο Ριζάρη. Η μελέτη αυτή, πριν από την έγκριση της οποίας πρέπει να εκφρασθούν και συνεκτιμηθούν οι απόψεις της αρμόδιας δασικής υπηρεσίας, όπως προβλέπει ευθέως η δασική νομοθεσία και επιτάσσουν οι εγκριθέντες περιβαλλοντικοί όροι μπορεί και να τροποποιήσει ακόμη, επ’ ωφελεία του περιβάλλοντος, τον αρχικό σχεδίασμά του έργου στο Πάρκο Ριζάρη, χωρίς, ωστόσο η τροποποίηση αυτή να καθίσταται επιβεβλημένη, δεδομένου ότι η νομιμότητα της εγκριτικής του αρχικού σχεδιασμού ΑΕΠΟ, εκπροθέσμως προσβαλλομένης, δεν ελέγχεται στο πλαίσιο της παρούσας δίκης.
Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει, κατά μερική αποδοχή της υπό κρίση αιτήσεως, να ακυρωθεί η παράλειψη έγκρισης ΤΕΠΕΜ με το προπεριγραφόμενο αντικείμενο, η οποία εξακολουθεί να υφίσταται και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου να μεριμνήσει για την κατάρτιση και έγκρισή της.
Πρόεδρος: Π. Καρλή
Εισηγητής: Μ.Ε. Παπαδημήτρη






