ΣτΕ 1358/2018 [Νόμιμη ΑΕΠΟ για ΑΣΠΗΕ στην Αλεξανδρούπολη εντός Ζ.Ε.Π.]
Περίληψη
-Από τις διατάξεις των κοινοτικών οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 79/409/EOIC δεν απορρέει απόλυτη απαγόρευση εγκαταστάσεως αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και Ζ.Ε.Π., το ζήτημα δε εξετάζεται κατά περίπτωση μετά από εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του συγκεκριμένου κάθε φορά υπό αδειοδότηση έργου. Ενόψει δε του ότι δεν αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ εντός ή πλησίον των ανωτέρω περιοχών, δεν αποκλείεται, κατ’ αρχήν και εκ προοιμίου, ο χαρακτηρισμός των περιοχών αυτών ως περιοχών αιολικής προτεραιότητας, εάν τούτο δικαιολογείται από το διαθέσιμο εντός αυτών αιολικό δυναμικό. Εξάλλου, στην οικεία στρατηγική μελέτη προσδιορίζονται οι επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα από τις ρυθμίσεις του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για την χωροθέτηση των αιολικών πάρκων και η σχετική αξιολόγηση της μελέτης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χωροθέτηση αιολικών πάρκων εντός Ζ.Ε.Π. και Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά είναι κατ’ αρχήν δυνατή, μετά από λεπτομερή μελέτη των ζητημάτων της ορνιθοπανίδας στο στάδιο των περιβαλλοντικών μελετών των συγκεκριμένων έργων, προκειμένου να προληφθούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους. Περαιτέρω, όπως κρίθηκε και με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου 1421/2013 (σκέψη 17) και 4193/2014 (σκέψη 15), κατά τα προκύπτοντα από το Ειδικό Πλαίσιο, οι περιοχές αιολικής προτεραιότητας (όπως είναι ο Νομός Έβρου) αποτελούν ευρύτερες εκτάσεις πλειόνων του ενός οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της οικείας υποστηρικτικής μελέτης, διαθέτουν αυξημένο εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό και είναι κατάλληλες για την επίτευξη των χωροταξικών στόχων του σχεδίου. Η προστασία, εξάλλου, του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος των περιοχών αυτών επιχειρείται μέσω της εφαρμογής γενικότερων κανόνων, μεταξύ των οποίων προέχουσα θέση κατέχουν οι ρυθμίσεις περί των ζωνών αποκλεισμού και ασυμβατότητας και οι κανόνες που αφορούν τον προσδιορισμό της φέρουσας ικανότητάς τους, της μέγιστης, δηλαδή, δυνατότητας εγκαταστάσεως αιολικών μονάδων. Στη στρατηγική, εξάλλου, μελέτη, με την οποία επιχειρείται η αξιολόγηση του βαθμού, στον οποίο έχουν ενσωματωθεί οι απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας στις επιμέρους ρυθμίσεις του σχεδίου, όπως αυτές διαμορφώθηκαν κατ’ εκτίμηση των πορισμάτων της υποστηρικτικής μελέτης, αναφέρεται ρητώς ότι τα κριτήρια χωροθέτησης των αιολικών μονάδων και οι κανόνες ένταξής τους στο τοπίο, όπως, επίσης, και ο προσδιορισμός της φέρουσας ικανότητας των περιοχών αιολικής προτεραιότητας, συμβάλλουν στην εξισορρόπηση των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων του οικείου παραγωγικού κλάδου και των απαιτήσεων περιβαλλοντικής προστασίας
συγκεκριμένες προτάσεις για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή του επανεκτιμήσεις περί των ενδεχομένων επιπτώσεων της λειτουργίας των εγκαταστάσεων εκμεταλλεύσεως της αιολικής ενέργειας στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον της ηπειρωτικής, ορεινής και νησιωτικής χώρας. Και ναι μεν στη μελέτη δεν περιέχεται διακεκριμένη παρουσίαση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των περιοχών αιολικής προτεραιότητας ή των σωρευτικών επιπτώσεων των αιολικών έργων που πρόκειται να εγκατασταθούν στις εν λόγω περιοχές, πλην οι περιοχές αιολικής προτεραιότητας συνιστούν απλώς υποδιάκριση της ηπειρωτικής χώρας για τις ανάγκες εφαρμογής των κανόνων χωροθετήσεως των αιολικών εγκαταστάσεων, στη μελέτη δε γίνεται εκτενής περιγραφή της υφιστάμενης καταστάσεως του φυσικού περιβάλλοντος μέσω της αναφοράς σε συγκεκριμένους δείκτες περιβαλλοντικής αειφορίας και παρατίθενται γενικές πληροφορίες για τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της περιοχής μελέτης και συγκεκριμένες προτάσεις για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή του, εκτιμήσεις περί των ενδεχομένων επιπτώσεων της λειτουργίας των εγκαταστάσεων εκμεταλλεύσεως της αιολικής ενέργειας στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον της ηπειρωτικής, ορεινής και νησιωτικής χώρας.
-Οι προβλέψεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας- Θράκης, ουδόλως αποκλείουν την εγκατάσταση αιολικών πάρκων εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και Ζ.Ε.Π. στην περιοχή του Έβρου αλλά προκρίνουν την κατά περίπτωση αδειοδότηση εγκατάστασης μετά από εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του συγκεκριμένου έργου. Ούτε, άλλωστε, έρχονται σε αντίθεση προς το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο, δεδομένου ότι αυτό είναι μεταγενέστερο του ανωτέρω Περιφερειακού Πλαισίου και αποβλέπει “στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού χωροθέτησης των αιολικών εγκαταστάσεων, ώστε να επιτευχθεί η μεγίστη δυνατή ανταπόκριση στους στόχους των εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών” όσον αφορά την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Οι περιοχές αιολικής προτεραιότητας (όπως είναι ο Νομός Έβρου) αποτελούν ευρύτερες εκτάσεις πλειόνων του ενός οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της υποστηρικτικής μελέτης, διαθέτουν αυξημένο εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό και είναι κατάλληλες για την επίτευξη των χωροταξικών στόχων του σχεδίου. Εκ τούτου παρέπεται ότι τα όρια των περιοχών αυτών, όπως αποτυπώνονται στο Ειδικό Πλαίσιο, δεν χρησιμοποιούνται ως υφιστάμενες διοικητικές διαιρέσεις υποκείμενες σε μεταβολές αλλά χρησιμοποιούνται ως σταθερό και αμετακίνητο κριτήριο τοπικού προσδιορισμού των συγκεκριμένων εκτάσεων. Συνεπώς, οι περί του αντιθέτου λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι στο σύνολό τους ως αβάσιμοι.
-Η Ε.Ο.Α., σε συνδυασμό και με την μεταγενέστερη της Ε.Ο.Α. αναφορά εργασιών πεδίου 582/2015, προέβησαν στη δέουσα εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου επί του συγκεκριμένου είδους, κατά τα προβλεπόμενα στην οικεία κοινοτική και εθνική νομοθεσία. Είναι απορριπτέοι και οι ισχυρισμοί ότι η Α.Ε.Π.Ο. περιλαμβάνει όρους οι οποίοι εκφράζουν ανοχή ή αποδοχή της ενδεχόμενης θανάτωσης προστατευόμενων πτηνών, κατά παράβαση του άρθρου 5 της Οδηγίας 2009/147/ΕΟΚ, ότι οι όροι για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων είναι ανεπαρκείς, μη ακριβείς, μη δεσμευτικοί και μη ελέγξιμοι, όπως ο όρος για την εφαρμογή αυτοματοποιημένου ή χειροκίνητου συστήματος παύσης λειτουργίας των Α/Γ., καθώς και ότι η Α.Ε.Π.Ο. προβλέπει την εκπόνηση Προγράμματος Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης εκ του οποίου συνάγεται ότι πάσχει από έλλειψη προηγούμενης ολοκληρωμένης, και τεκμηριωμένης αξιολόγησης των επιπτώσεων του έργου κατά παράβαση των αρχών της πρόληψης και προφύλαξης.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Χρ. Παπανικολάου
Βασικές Σκέψεις
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με δικόγραφο προσθέτων λόγων, το αιτούν Ίδρυμα επιδιώκει, εμπροθέσμως και παραδεκτώς εν γένει, την ακύρωση της 3913/21.12.2015 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι κατασκευής και λειτουργίας του έργου “Αιολικός Σταθμός Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 16,1 MW, στη θέση “Κορφοβούνι” και των συνοδών σε αυτό έργων, εντός των ορίων του Δήμου Αλεξανδρούπολης Π.Ε. Έβρου” της εταιρείας “ΑΙΟΛΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΚΟΡΦΟΒΟΥΝΙ ΑΕ” και της τεκμαιρόμενης σιωπηρής απόρριψης από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας της από 21.1.2016 προσφυγής του αιτούντος κατά της ως άνω απόφασης.
3. Επειδή, παραδεκτώς και με έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης, με χωριστά δικόγραφα, η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “ΑΙΟΛΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΚΟΡΦΟΒΟΥΝΙ ΑΕ”.
4. Επειδή, προκειμένου να θεσπισθεί ένα κανονιστικό πλαίσιο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, εκδόθηκε αρχικά η οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 2001 “για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας” (L 283), η οποία αποτέλεσε το πρώτο στάδιο για τη μελλοντική υιοθέτηση ενός πλήρους κανονιστικού πλαισίου για την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σύμφωνα με την ανωτέρω οδηγία η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, που συμβάλλει στην ασφάλεια του εφοδιασμού και την προστασία του περιβάλλοντος και συνιστά κύριο μέσο συμμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τις απαιτήσεις του Πρωτοκόλλου του Κιότο και τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί σχετικώς στο πλαίσιο της κοινοτικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής (άρθρο 1). Προκειμένου, εξάλλου, να εξασφαλισθεί επαρκής διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην εσωτερική αγορά, η οδηγία έθεσε ενδεικτικούς στόχους για κάθε κράτος – μέλος σχετικά με την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές. Βάσει των στόχων αυτών, οι οποίοι πρέπει να συνάδουν με τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη – μέλη στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Κιότο, το 12% και το 22,1% της ακαθάριστης εθνικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2010 και το 2020, αντίστοιχα, πρέπει να καλύπτεται από ενέργεια, παραγόμενη από ανανεώσιμες πηγές (άρθρο 3). Ειδικώς, για την Ελλάδα, οι στόχοι αυτοί καθορίσθηκαν, αντίστοιχα, στο 20,1% και στο 29% της εγχώριας ακαθάριστης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας. Με τις διατάξεις της ίδιας Οδηγίας προβλέφθηκε, πλην άλλων, ότι τα κράτη – μέλη υποχρεούνται να απλοποιήσουν τις διοικητικές διαδικασίες αδειοδοτήσεως των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αξιολογήσουν το νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τις διαδικασίες χορήγησης αδειών και τις λοιπές διαδικασίες που ισχύουν για τις εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, προς το σκοπό της άρσεως των κανονιστικών και πραγματικών εμποδίων, του εξορθολογισμού και της επιτάχυνσης των διοικητικών μηχανισμών και της διασφάλισης αντικειμενικών, διαφανών και αμερόληπτων διαδικασιών, στο πλαίσιο των οποίων λαμβάνονται επαρκώς υπόψη οι ιδιαιτερότητες των διαφόρων τεχνολογιών εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (άρθρο 6). Στη συνέχεια εκδόθηκε η οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 (L 140), με την οποία θεσπίσθηκε πλήρες κανονιστικό πλαίσιο για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Με το πλαίσιο αυτό εισήχθησαν ειδικές ρυθμίσεις για το σχεδιασμό και την εφαρμογή ενιαίας ευρωπαϊκής πολιτικής ενέργειας και προβλέφθηκε, πλην άλλων, ότι στην ενεργειακή πολιτική της Ένωσης ενσωματώνονται οι απαιτήσεις για αυξημένη προστασία του περιβάλλοντος, μεταξύ δε των στόχων της πολιτικής αυτής ορίζεται η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Με τις επιμέρους διατάξεις της οδηγίας αυτής καθορίσθηκαν εθνικοί δεσμευτικοί στόχοι για το συνολικό μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές τόσο στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας όσο και, ειδικότερα, στις μεταφορές, εισήχθησαν κανόνες για τον υπολογισμό των μεριδίων αυτών, για τις εγγυήσεις προέλευσης, τις διοικητικές διαδικασίες αδειοδότησης των σχετικών έργων και για την πρόσβαση της παραγόμενης από ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής (βλ. και άρθρο 1). Με την οδηγία αυτή τέθηκε ως στόχος της κοινής ενεργειακής πολιτικής η αύξηση του μεριδίου της παραγόμενης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο 20% της ακαθάριστης τελικής ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι το τέλος του 2020, ορίσθηκαν δε αντίστοιχοι εθνικοί στόχοι για κάθε κράτος – μέλος (άρθρο 3 και παράρτημα Ι). Ειδικώς, για την Ελλάδα ο στόχος αυτός καθορίστηκε στο 18% της ακαθάριστης τελικής εγχώριας κατανάλωσης ενέργειας. Με τις διατάξεις της ίδιας Οδηγίας προβλέφθηκε συναφώς ότι τα κράτη – μέλη πρέπει να υιοθετήσουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε το μερίδιο της ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές να ισούται ή να υπερβαίνει το μερίδιο που καθορίζεται ενδεικτικώς για κάθε διετία που προηγείται της επίτευξης του τελικού στόχου του 2020, ότι, για την επίτευξη των στόχων αυτών, οι οποίοι είναι δεσμευτικοί και εναρμονίζονται προς το στόχο της κοινής ενεργειακής πολιτικής, κάθε κράτος – μέλος πρέπει παραλλήλως να προωθήσει μέτρα για την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και μέτρα για την εξοικονόμηση ενέργειας, καθώς και ότι, για να επιτύχουν τους στόχους τους, τα κράτη – μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να διατηρούν ή να εισάγουν καθεστώτα στήριξης και να προωθούν μέτρα ευρωπαϊκής ή διεθνούς συνεργασίας (άρθρο 3), επιβλήθηκε δε η υποχρέωση των κρατών – μελών να καταρτίζουν εθνικά σχέδια δράσης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στα οποία καθορίζονται, κατά τομείς (ηλεκτρική ενέργεια, μεταφορές, ψύξη και θέρμανση), οι εθνικοί συνολικοί στόχοι και προσδιορίζονται τα μέτρα που κρίνονται κατάλληλα για την επίτευξή τους (άρθρο 4). Στην οδηγία περιέχονται και διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες οι εθνικές διαδικασίες έγκρισης, πιστοποίησης και αδειοδότησης σταθμών παραγωγής και δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας παραγόμενης από ανανεώσιμες πηγές πρέπει να ευνοούν την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών και να μη θέτουν υπερβολικά προσκόμματα στην ανάπτυξή τους, επιβάλλεται οι σχετικές διοικητικές διαδικασίες να απλουστευθούν προς την κατεύθυνση αυτή, και οι αιτήσεις των ενδιαφερομένων να διεκπεραιώνονται με ταχείες διαδικασίες και στο κατάλληλο διοικητικό επίπεδο. Κατά τις ειδικότερες προβλέψεις των ίδιων διατάξεων, οι αρμοδιότητες των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών διοικητικών φορέων περί εγκρίσεως, πιστοποιήσεως και χορηγήσεως των αδειών που απαιτούνται για την εγκατάσταση και τη λειτουργία των οικείων έργων πρέπει να ασκούνται συντονισμένα και να καθορίζονται σαφώς, και από την άποψη του χωροταξικού σχεδιασμού, με διαφανή χρονοδιαγράμματα, επιβάλλεται δε να παρέχονται στους ενδιαφερόμενους επαρκείς πληροφορίες και να ορίζονται για την έγκριση, την πιστοποίηση και τη χορήγηση των, κατά τα ανωτέρω, αδειών, κανόνες αντικειμενικοί, διαφανείς και σύμφωνοι προς την αρχή της αναλογικότητας, χωρίς αδικαιολόγητες διακρίσεις σε βάρος των ενδιαφερομένων (άρθρο 13).
5. Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κιότο, που κυρώθηκε με το ν. 3017/2002 (Α΄ 117), η Ελλάδα είχε για την περίοδο 2008-2012 υποχρέωση συγκράτησης της αυξήσεως των εκπομπών αερίου, που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, με την προώθηση, μεταξύ άλλων, της χρήσεως ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Περαιτέρω, η μνημονευθείσα οδηγία 2001/77/ΕΚ μεταφέρθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με το ν. 3468/2006 (Α´ 129). Σύμφωνα με τη σχετική αιτιολογική έκθεση, με το νόμο αυτό επιχειρήθηκε, ειδικότερα, η δημιουργία ενός σύγχρονου και ελκυστικού περιβάλλοντος για την ενίσχυση των επενδύσεων στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με τη συστηματοποίηση και τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων ρυθμίσεων. Με το νόμο αυτό τέθηκαν δεσμευτικοί εθνικοί στόχοι, οι οποίοι εναρμονίζονταν πλήρως προς τις προαναφερόμενες διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ. Στη συνέχεια δημοσιεύθηκε ο ν. 3851/2010 (Α´ 85), με τον οποίο επήλθαν ευρείας εκτάσεως και μείζονος σημασίας τροποποιήσεις επιμέρους διατάξεων του ν. 3468/2006. Με το νεότερο νόμο επιδιώχθηκε, σε συμμόρφωση προς την οδηγία 2009/28/ΕΚ, η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ως περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα ύψιστης σημασίας για τη χώρα. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου, η υψηλή κατά κεφαλήν ενεργειακή κατανάλωση, σε συνδυασμό με τη μειωμένη συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο εθνικό ενεργειακό ισοζύγιο και την αποτυχία για εξοικονόμηση ενέργειας και για αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων οδήγησαν σε αύξηση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, μεγαλύτερη από εκείνη για την οποία είχε διεθνώς δεσμευθεί η χώρα. Για τους λόγους αυτούς και προς το σκοπό της εκπληρώσεως των σχετικών διεθνών δεσμεύσεων και των συναφών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της χώρας, κρίθηκε αναγκαία η μεταβολή του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για την ανάπτυξη των οποίων το σημαντικότερο πρόβλημα έγκειτο στην εξαιρετικά χρονοβόρα και πολύπλοκη αδειοδοτική διαδικασία, η οποία, πέραν των άλλων, προσέφερε ευρύ περιθώριο για αυθαιρεσίες. Εντός του πλαισίου αυτού, με το νεότερο αυτό νομοθέτημα επιχειρήθηκε ο εξορθολογισμός και η επιτάχυνση της αδειοδοτικής διαδικασίας, προκειμένου να επιτευχθεί η μέγιστη, κατά το δυνατόν, διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της χώρας και να περιορισθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Στους ειδικότερους στόχους του νόμου περιελήφθη η επίσπευση της υλοποίησης των αναγκαίων ηλεκτροπαραγωγικών έργων, περιλαμβανομένων και εκείνων, των οποίων είχε ήδη κινηθεί η διαδικασία αδειοδότησης, προκειμένου να αυξηθεί η συνολική κατ’ έτος εγκατεστημένη ισχύς από το επίπεδο των 100 – 150 MW στα 500 – 1000 MW, ώστε να επιτευχθεί ο προβλεπόμενος με τις διατάξεις του ίδιου νόμου εθνικός δεσμευτικός στόχος, ο οποίος καθορίσθηκε στη συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέχρι το έτος 2020 κατά 20% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας, αυξημένη κατά 2% σε σχέση με την προβλεπόμενη από την Οδηγία 28/2009/ΕΚ. Με το άρθρο 1 του ανωτέρω ν. 3851/2010 προστέθηκε, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 1 του προαναφερθέντος ν. 3468/2006 παράγραφος 3, με την περίπτωση β΄ της οποίας ορίσθηκε ως στόχος το ποσοστό συμμετοχής της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην ακαθάριστη εθνική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας να ανέλθει μέχρι το 2020 σε ποσοστό τουλάχιστον 40%, το ποσοστό δε αυτό δεν μεταβλήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 8 του ν. 3889/2010 (Α΄ 182), με την οποία αντικαταστάθηκε η ως άνω περίπτωση β΄. Με τον προαναφερθέντα ν. 3851/2010 τροποποιήθηκαν επίσης οι διατάξεις του ν. 1650/1986 (Α´ 160), που αφορούν την έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ειδικότερα, με την μεν παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3851/2010 προστέθηκε νέα παράγραφος 1 στο άρθρο 8 του ν. 1650/1986, με την οποία ορίσθηκε ότι “Με τη θέσπιση των κατάλληλων μέτρων προωθούνται, κατά προτεραιότητα, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ως μέσο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την προστασία της ατμόσφαιρας, το βιώσιμο ενεργειακό εφοδιασμό της χώρας, την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης και τη βιώσιμη αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου”, με την δε παρ. 2 του ίδιου άρθρου 8 προστέθηκε παράγραφος 6 στο άρθρο 19 του ν. 1650/1986, με την οποία ορίσθηκε ότι στις περιοχές Natura 2000, που έχουν χαρακτηρισθεί Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (Ε.Ζ.Δ.) και Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.), “επιτρέπεται η εγκατάσταση σταθμών από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως μέσο για την προστασία του κλίματος, εφόσον, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θα καθορίζονται στα πλαίσια της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του σταθμού, διασφαλίζεται η διατήρηση του προστατευτέου αντικειμένου της περιοχής”, η ρύθμιση δε αυτή επαναλήφθηκε με το άρθρο 5 του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), με το οποίο αντικαταστάθηκε το άρθρο 19 του ανωτέρω ν. 1650/1986.
6. Επειδή, υπό την ισχύ της προαναφερθείσης οδηγίας 2001/77/ΕΚ εκδόθηκε η 49828/12.11.2008 απόφαση της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον Τομέα του Χωροταξικού Σχεδιασμού και της Αειφόρου Ανάπτυξης (Β΄ 2464/3.12.2008), με το άρθρο πρώτο της οποίας εγκρίθηκαν το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (εφεξής ΕΠΧΣ/ΑΠΕ) και η σχετικώς εκπονηθείσα στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων μετά από την τήρηση διαδικασίας δημόσιας διαβούλευσης. Με το Ειδικό αυτό Πλαίσιο επιδιώκεται, εκτός των άλλων, να παρασχεθεί ένα σαφές πλαίσιο στις αδειοδοτούσες αρχές και τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, ώστε να προσανατολιστούν σε κατ’ αρχήν κατάλληλες από χωροταξικής απόψεως περιοχές εγκατάστασης και να περιορίσουν έτσι τις αβεβαιότητες και τις συγκρούσεις χρήσεων γης (άρθρο 1 παρ. 2). Στο δεύτερο κεφάλαιο της ανωτέρω αποφάσεως (άρθρα 4 – 11) θεσπίζονται οι κατευθύνσεις και τα κριτήρια χωροθετήσεως των αιολικών εγκαταστάσεων, οι οποίες εκμεταλλεύονται την αιολική ενέργεια για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, στο άρθρο 5 προβλέπεται ότι για τη χωροθέτηση των αιολικών εγκαταστάσεων ο εθνικός χώρος, με βάση το εν δυνάμει εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό του και τα ιδιαίτερα χωροταξικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά του, διακρίνεται σε τέσσερις κατηγορίες, μεταξύ των οποίων είναι η ηπειρωτική χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Εύβοιας (παρ. 1), η ηπειρωτική δε χώρα διακρίνεται περαιτέρω σε Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας (Π.Α.Π.), σε περιοχές δηλαδή που διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα για την εγκατάσταση αιολικών σταθμών και ταυτόχρονα προσφέρονται για την επίτευξη των χωροταξικών στόχων και στις οποίες, επομένως, εκτιμάται ότι υπάρχει η μέγιστη δυνατότητα χωροθετήσεως αιολικών εγκαταστάσεων, και σε Περιοχές Αιολικής Καταλληλότητας (Π.Α.Κ.), σε περιοχές δηλαδή που διαθέτουν ικανοποιητικό εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό (άρθρο 5 παρ. 2). Στο έβδομο κεφάλαιο της ανωτέρω αποφάσεως ενσωματώνονται έξι παραρτήματα, στα πέντε πρώτα εκ των οποίων καθορίζονται οι Π.Α.Π. και το μέγιστο αιολικό δυναμικό τους (παράρτημα Ι), οι ελάχιστες αποστάσεις που πρέπει να τηρούνται από αιολικές εγκαταστάσεις και γειτνιάζουσες χρήσεις και δίκτυα (παράρτημα ΙΙ), η φέρουσα ικανότητα (χωρητικότητα) των Π.Α.Π. (παράρτημα ΙΙΙ), τα κριτήρια εντάξεως των αιολικών εγκαταστάσεων στο τοπίο (παράρτημα ΙV) και το στάδιο και η αρμόδια αρχή ελέγχου των κανόνων και κριτηρίων χωροθετήσεως για τις αιολικές εγκαταστάσεις κατά την αδειοδότηση μεμονωμένων εγκαταστάσεων (παράρτημα V). Σύμφωνα με το παράρτημα Ι στις Π.Α.Π., και ειδικότερα στην περιοχή 1 (περιοχή Νομού Έβρου και Νομού Ροδόπης), το αιολικό δυναμικό της οποίας προσδιορίζεται σε 538 ανεμογεννήτριες (ενδεικτικά 1076 MWe), περιλαμβάνονται οι Δήμοι του Ν. Έβρου Φερών, Τραϊανούπολης, Αλεξανδρούπολης, Σουφλίου και Τυχερού ενώ, σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ, η φέρουσα ικανότητα της εν λόγω περιοχής προσδιορίζεται σε 480 τυπικές ανεμογεννήτριες (ενδεικτικά 960 MWe). Περαιτέρω, με το άρθρο 6 παρ. 3 της ανωτέρω αποφάσεως ορίσθηκε ότι “Επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των Ζωνών Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) της ορνιθοπανίδας της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ύστερα από τη σύνταξη ειδικής ορνιθολογικής μελέτης και σύμφωνα με τις ειδικότερες προϋποθέσεις και περιορισμούς που θα καθορίζονται στην οικεία πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων”. Η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε στη συνέχεια με το άρθρο 13ο του ν. 4296/2014 (Α΄ 214) ως εξής: “Επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των Ζωνών Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) της ορνιθοπανίδας … της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ύστερα από την απαιτούμενη κατά το άρθρο 10 του ν. 4014/2011 Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (ΕΟΑ) και βάσει των σχετικών διατάξεων της υπουργικής απόφασης οικ. 170225/2014 … Οι ειδικότερες προϋποθέσεις και περιορισμοί για την υλοποίηση των ανωτέρω αιολικών εγκαταστάσεων καθορίζονται στην οικεία απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων για τα έργα κατηγορίας Α΄ του ν. 4014/2011 …”. Με το ίδιο ως άνω άρθρο 6 ορίσθηκε στη μεν παράγραφο 2, μεταξύ άλλων, ότι “… Η φθορά της βλάστησης πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατόν (η εκχέρσωση θάμνων και δέντρων θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις υποδείξεις της τοπικής Δασικής Υπηρεσίας) και να αποκαθίσταται η αισθητική του τοπίου. …”, στην δε παράγραφο 4 ότι “Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου [δηλαδή των περιοχών απολύτου προστασίας της φύσης, των υγροτόπων διεθνούς σημασίας (υγροτόπων Ramsar), των πυρήνων των εθνικών δρυμών, των κηρυγμένων μνημείων της φύσης και των αισθητικών δασών] επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός δασών, δασικών και αναδασωτέων εκτάσεων, σύμφωνα με τα άρθρο 45 και 58 του ν. 998/1979 … όπως ισχύουν. Στις παραπάνω περιοχές πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για τον περιορισμό της βλάβης της δασικής βλάστησης”. Αιτήσεις ακυρώσεως, που ασκήθηκαν κατά της ανωτέρω αποφάσεως με την οποία εγκρίθηκε το ΕΠΧΣ/ΑΠΕ, απερρίφθησαν με τις 1421/2013 και 4189 – 4193/ 2014 αποφάσεις της επταμελούς συνθέσεως του Ε΄ Τμήματος του Δικαστηρίου. Εξάλλου, με την 1422/2013 απόφαση, που εκδόθηκε επίσης επί αιτήσεως ακυρώσεως κατά της ανωτέρω αποφάσεως, το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη το συμπέρασμα της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που, κατά τα προεκτεθέντα, είχε εγκριθεί με την εν λόγω απόφαση, ως προς τις επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα από τις ρυθμίσεις του ειδικού πλαισίου για την χωροθέτηση των αιολικών πάρκων, και αφού δέχθηκε ότι κατά νόμο δεν αποκλείεται εκ των προτέρων η εγκατάσταση αιολικών εγκαταστάσεων εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και Ζ.Ε.Π., έκρινε ότι η ρύθμιση της παρατεθείσας ανωτέρω παρ. 3 του άρθρου 6 του ειδικού πλαισίου είναι σύμφωνη προς τις οδηγίες 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ, κατά το μέρος που προβλέπει ότι για τη χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των Ζ.Ε.Π. της ορνιθοπανίδας επιβάλλεται η σύνταξη ειδικής ορνιθολογικής μελέτης, επιπροσθέτως της προβλεπομένης από τη νομοθεσία περί εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων μελέτης, κατά τη διαδικασία της οποίας μπορεί να επιβληθούν και πρόσθετοι περιορισμοί ή να κριθεί μη επιτρεπτή η χωροθέτηση ενόψει της φύσεως των εγκαταστάσεων και των χαρακτηριστικών της περιοχής.
7. Επειδή, εξάλλου, στην οδηγία 79/409/ΕΟΚ της 2.4.1979 “Περί διατηρήσεως των αγρίων πτηνών” (L 103), όπως τροποποιήθηκε επανειλημμένα και εν τέλει κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30.11.2009 (L 20), ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: Άρθρο 1: “Η παρούσα οδηγία αφορά τη διατήρηση όλων των ειδών πτηνών που ζουν εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση στο ευρωπαϊκό έδαφος των κρατών μελών …”. Άρθρο 2: “Τα κράτη μέλη υιοθετούν όλα τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διατηρηθεί ή να προσαρμοσθεί ο πληθυσμός όλων των ειδών των πτηνών που αναφέρονται στο άρθρο 1 σε επίπεδο που να ανταποκρίνεται μεταξύ άλλων στις οικολογικές, επιστημονικές και μορφωτικές απαιτήσεις, λαμβάνοντας, ωστόσο, υπόψη τις οικονομικές και ψυχαγωγικές απαιτήσεις”. Άρθρο 3: “1. Λαμβάνοντας υπόψη τις κατά το άρθρο 2 απαιτήσεις, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διαφυλαχθεί, διατηρηθεί ή αποκατασταθεί για όλα τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 είδη πτηνών επαρκής ποικιλία και επιφάνεια οικοτόπων. 2. Η διαφύλαξη, η συντήρηση και η αποκατάσταση των βιοτόπων και των οικοτόπων περιλαμβάνουν προπάντων τα ακόλουθα μέτρα: α) δημιουργία ζωνών προστασίας• β) συντήρηση και διευθέτηση σύμφωνα με τις οικολογικές απαιτήσεις των οικοτόπων που βρίσκονται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό των ζωνών προστασίας• …”. Άρθρο 4: “1. Για τα είδη που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι προβλέπονται μέτρα ειδικής διατηρήσεως, που αφορούν τον οικότοπό τους, για να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή των ειδών αυτών στη ζώνη εξαπλώσεώς τους. … Τα κράτη μέλη κατατάσσουν κυρίως σε ζώνες ειδικής προστασίας τα εδάφη τα πιο κατάλληλα, σε αριθμό και επιφάνεια, για τη διατήρηση των ειδών αυτών … 2. Ανάλογα μέτρα υιοθετούνται από τα κράτη μέλη για τα αποδημητικά πουλιά που δεν μνημονεύονται στο Παράρτημα Ι, των οποίων η έλευση είναι τακτική … 3. … 4. Τα κράτη μέλη υιοθετούν κατάλληλα μέτρα για να αποφεύγουν, στις ζώνες προστασίας που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, τη ρύπανση ή την υποβάθμιση των οικοτόπων, καθώς και τις επιζήμιες για τα πτηνά διαταράξεις, όταν αυτές έχουν σημαντικές συνέπειες σε σχέση με τους αντικειμενικούς στόχους του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη θα προσπαθήσουν επίσης να αποφύγουν τη ρύπανση ή τη φθορά των οικοτόπων και έξω από τις ζώνες προστασίας”.
8. Επειδή, περαιτέρω, η οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992 “για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας” (L 206), που αποσκοπεί στην προστασία της βιοποικιλότητας στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορίζει στο άρθρο 3 ότι: “1. Συνιστάται ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο ειδικών ζωνών, επονομαζόμενο Natura 2000. Το δίκτυο αυτό, που αποτελείται από τους τόπους όπου ευρίσκονται τύποι φυσικών οικοτόπων που εμφαίνονται στο παράρτημα I και τους οικότοπους των ειδών που εμφαίνονται στο παράρτημα II, πρέπει να διασφαλίζει την διατήρηση ή, ενδεχομένως, την αποκατάσταση σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, των τύπων φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων των οικείων ειδών στην περιοχή της φυσικής κατανομής των ειδών αυτών. Το δίκτυο Natura 2000 περιλαμβάνει και τις ζώνες ειδικής προστασίας που έχουν ταξινομηθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ. 2. Κάθε κράτος μέλος συμβάλλει στη σύσταση του Natura 2000 ανάλογα με τα είδη φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων των ειδών τα οποία αναφέρει η παράγραφος 1, που υπάρχουν στο έδαφός του. Προς το σκοπό αυτό κάθε κράτος μέλος ορίζει, σύμφωνα με το άρθρο 4, τόπους ως ειδικές ζώνες διατήρησης, … 3. …”, στο άρθρο 4 ότι: “1. Κάθε κράτος μέλος … προτείνει έναν κατάλογο τόπων, όπου υποδεικνύεται ποιοί τύποι φυσικών οικοτόπων από τους αναφερόμενους στο παράρτημα I και ποιά τοπικά είδη από τα απαριθμούμενα στο παράρτημα II, απαντώνται στους εν λόγω τόπους … Ο κατάλογος διαβιβάζεται στην Επιτροπή μέσα σε μια τριετία από τη γνωστοποίηση της παρούσας οδηγίας ταυτόχρονα με τις πληροφορίες για κάθε τόπο. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν ένα χάρτη του τόπου, την ονομασία του, τη θέση του, την έκτασή του, καθώς και τα δεδομένα που προκύπτουν από την εφαρμογή των κριτηρίων του παραρτήματος III (στάδιο 1) [κριτήρια επιλογής των περιοχών που μπορεί να αναγνωρισθούν ως περιοχές κοινοτικού ενδιαφέροντος και να χαρακτηρισθούν ως ειδικές ζώνες διατήρησης] και παρέχονται βάσει ενός εντύπου που καταρτίζει η Επιτροπή … 2. Η Επιτροπή … καταρτίζει, σε συμφωνία με καθένα από τα κράτη μέλη και βάσει των καταλόγων των κρατών μελών, σχέδιο καταλόγου τόπων κοινοτικής σημασίας … 3. … 4. Όταν ένας τόπος κοινοτικής σημασίας … επιλέχθηκε δυνάμει της διαδικασίας της παραγράφου 2, το οικείο κράτος μέλος ορίζει τον εν λόγω τόπο ως ειδική ζώνη διατήρησης το ταχύτερο δυνατόν και, το αργότερο, μέσα σε μια εξαετία … 5. Μόλις ένας τόπος εγγραφεί στον κατάλογο … της δεύτερης παραγράφου, υπόκειται στις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 6” και στο άρθρο 6 ότι: “3. Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο … οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη. 4. Εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε”. Τέλος, το άρθρο 7 της ανωτέρω οδηγίας προβλέπει ότι οι υποχρεώσεις που πηγάζουν, μεταξύ άλλων, από την παράγραφο 3 του άρθρου 6 ισχύουν και για τις ζώνες που έχουν αναγνωρισθεί με βάση την οδηγία 79/409/ΕΟΚ. Σε συμμόρφωση προς την οδηγία 92/43/ΕΟΚ εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 33318/30281/11.12.1998 κοινή υπουργική απόφαση (Β΄ 1289) [που τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθ. Η.Π.14849/853/Ε103/ 4.4.2008 κοινή υπουργική απόφαση, Β΄ 645], στο άρθρο 6 παρ. 1 περ. η΄ της οποίας περιέχονται παρόμοιες ρυθμίσεις με αυτές του άρθρου 6 παρ. 3 της οδηγίας.
9. Επειδή, με το άρθρο 1 της αποφάσεως 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 19ης Ιουλίου 2006 (L 259) εγκρίθηκε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 2 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ο περιεχόμενος στο παράρτημα 1 της εν λόγω αποφάσεως αρχικός κατάλογος των τόπων κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ) για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή (που καλύπτει και την επικράτεια της Ελλάδας). Στον κατάλογο αυτόν περιλαμβάνεται και η περιοχή “Νότιο Δασικό Σύμπλεγμα Έβρου” με κωδικό ΤΚΣ GR1110009, εντός της οποίας πρόκειται να εγκατασταθεί το επίμαχο έργο. Εξάλλου, η ίδια περιοχή έχει χαρακτηρισθεί ως Ζ.Ε.Π. για την ορνιθοπανίδα, κατά τις διατάξεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ [(βλ. το παράρτημα Β΄ του άρθρου 14 της υπ’ αριθ. Η.Π. 37338/1807/Ε.103/1.9.2010 κοινής υπουργικής αποφάσεως “Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη διατήρηση της άγριας ορνιθοπανίδας και των οικοτόπων/ενδιαιτημάτων της, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ‘‘Περί διατηρήσεως των άγριων πτηνών’’, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979, όπως κωδικοποιήθηκε με την Οδηγία 2009/147/ΕΚ” (Β΄ 1495) και παράρτημα Δ΄, το οποίο ενσωματώθηκε στα παραρτήματα του εν λόγω άρθρου 14 με το άρθρο 5 της υπ’ αριθ. Η.Π.8353/276/Ε103/17.2.2012 κοινής υπουργικής αποφάσεως (Β΄ 415)] και ευρίσκεται εντός περιοχής του καταλόγου των Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά (ΣΠΠ) της Ελλάδας με κωδικό GR005.
10. Επειδή, ο ν. 4014/2011 (Α΄ 209), υπό την ισχύ του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ, ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: “Άρθρο 4: 1. Αρμόδια περιβαλλοντική αρχή για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των έργων και δραστηριοτήτων της υποκατηγορίας Α2 του άρθρου 1 είναι η οικεία Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Η έγκριση των περιβαλλοντικών όρων γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της. 2. … 3. Η διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων περιλαμβάνει τα εξής στάδια: α) Υποβολή φακέλου ΜΠΕ και φακέλου με συνοδευτικά έγγραφα και σχέδια τεκμηρίωσης από το φορέα του έργου ή της δραστηριότητας. β) Ελεγχο τυπικής πληρότητας του φακέλου ΜΠΕ εντός δέκα εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής του. … γ) Αποστολή του φακέλου της ΜΠΕ προς τις υπηρεσίες και φορείς της Διοίκησης, καθώς και δημοσιοποίηση της ΜΠΕ για την έναρξη της διαδικασίας διαβούλευσης εντός δύο εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση του ελέγχου πληρότητας. δ) Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς της Διοίκησης και απόψεων του κοινού και άλλων φορέων (διαδικασία διαβούλευσης) σε χρονικό διάστημα τριάντα πέντε εργάσιμων ημερών από την αποστολή και δημοσιοποίηση της ΜΠΕ. ε) Αξιολόγηση και στάθμιση γνωμοδοτήσεων και απόψεων, καθώς και τυχόν απόψεων του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας επ` αυτών, από την αρμόδια υπηρεσία εντός είκοσι εργάσιμων ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας του προηγούμενου σταδίου (δ). στ) Σύνταξη ΑΕΠΟ ή απόφασης απόρριψης από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση του σταδίου (ε) βάσει της αξιολόγησης των υφιστάμενων γνωμοδοτήσεων και απόψεων και ανεξαρτήτως του αν έχουν γνωμοδοτήσει όλοι οι συναρμόδιοι φορείς. ζ) Έκδοση ΑΕΠΟ ή απόφασης απόρριψης, αν η αρμόδια αρχή κρίνει αιτιολογημένα ότι οι αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προτεινόμενου έργου ή της δραστηριότητας είναι εξαιρετικά σημαντικές ακόμη και μετά την πρόβλεψη ειδικών όρων και περιορισμών, καθώς και μετά την αντιστάθμιση τους … Άρθρο 10 1. Στην περίπτωση έργων και δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε προστατευόμενες περιοχές του δικτύου Natura, η περιβαλλοντική αδειοδότηση διενεργείται με βάση τις σχετικές πρόνοιες των ειδικότερων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων προστασίας. Σε περίπτωση ελλείψεως σχετικών προβλέψεων: α) … β) για έργα κατηγορίας Α΄ υποβάλλεται, ως τμήμα της ΜΠΕ, ειδική οικολογική αξιολόγηση … 2. Η ειδική οικολογική αξιολόγηση και η ΜΠΕ, … εστιάζει στις συνέπειες για την περιοχή βάσει των στόχων διατήρησής της. Η σημασία των επιπτώσεων προσδιορίζεται σε σχέση με τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν στην προστατευόμενη περιοχή την οποία αφορά το έργο ή η δραστηριότητα, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τους στόχους διατήρησης της περιοχής. Βάσει των συμπερασμάτων της ειδικής οικολογικής αξιολόγησης και της ΜΠΕ … η αρμόδια αρχή συμφωνεί για το οικείο έργο … μόνο αφού βεβαιωθεί ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της συγκεκριμένης περιοχής. Ειδικότερα, η εξέταση πιθανών μέτρων αντιμετώπισης των επιπτώσεων και εναλλακτικών λύσεων μπορεί να επιτρέψει τη διαπίστωση ότι, βάσει τέτοιων λύσεων ή μέτρων, το έργο … δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της περιοχής. … Άρθρο 11 1. … 9. Η Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση για έργα και δραστηριότητες κατηγορίας Α εντάσσεται σε παράρτημα της ΜΠΕ, ως αναπόσπαστο μέρος της, παρουσιάζοντας … α) αναλυτική καταγραφή στοιχείων φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα των περιοχών Natura …, που δύναται να επηρεαστούν από το έργο … και β) δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου. 10. Η δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων πρέπει να περιλαμβάνει ανάλυση και αξιολόγηση των εκτιμώμενων επιπτώσεων με ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία επί: α) των τύπων οικοτόπων …, β) των ειδών χλωρίδας και πανίδας … γ) των ειδών ορνιθοπανίδας του Παραρτήματος Ι της κ.υ.α. Η.Π. 37338/1807/Ε.103 (Β΄ 1495), καθώς και άλλων ειδών μεταναστευτικής ορνιθοπανίδας με σημαντική παρουσία στην περιοχή Natura 2000, ιδίως ως προς το μέγεθος και την πυκνότητα των πληθυσμών, την κατάσταση διατήρησής τους και την απομόνωση τους, δ) ποιοτικά και ποσοτικά στοιχεία σχετικά με το αν διασφαλίζεται η ακεραιότητα των περιοχών. Σε περίπτωση εκτίμησης πιθανών σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων, παρατίθενται με ανάλογη τεκμηρίωση τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση ώστε να διασφαλίζεται η ακεραιότητα της περιοχής. …”.
11. Επειδή, εξάλλου, η προαναφερθείσα υπ’ αριθ. Η.Π. 37338/ 1807/Ε.103/2010 κοινή υπουργική απόφαση ορίζει στο άρθρο 5 ότι “3.1 Κάθε έργο ή δραστηριότητα, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση μιας Ζ.Ε.Π., το οποίο όμως είναι δυνατόν να την επηρεάζει σημαντικά, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα έργα ή δραστηριότητες, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω Ζ.Ε.Π.. 3.2 Για κάθε έργο ή δραστηριότητα για το οποίο προβλέπεται η έγκριση περιβαλλοντικών όρων … η εκτίμηση των επιπτώσεων στη Ζ.Ε.Π. γίνεται κατά την διαδικασία προκαταρκτικής εκτίμησης και αξιολόγησης και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του έργου ή δραστηριότητας, … συνεκτιμώντας τα σχετικά ορνιθολογικά στοιχεία τα οποία υποχρεωτικά οφείλει να υποβάλλει ο ενδιαφερόμενος. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στην Ζ.Ε.Π. η αρμόδια αρχή συμφωνεί για την πραγματοποίηση του έργου ή της δραστηριότητας μόνον εφόσον δεν επέρχονται αρνητικές επιπτώσεις στην οικολογική ισορροπία και στην ακεραιότητα της Ζ.Ε.Π.”. Η ως άνω κοινή υπουργική απόφαση τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την Η.Π. 8353/276/Ε103/2012 κοινή υπουργική απόφαση. Με το άρθρο 2 παρ. 3 της ως άνω νεότερης κοινής υπουργικής αποφάσεως ορίσθηκαν τα εξής: «Μεταξύ των άρθρων 5 και 6 της υπ’ αριθμ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης παρεμβάλλονται τα άρθρα 5(Α) έως 5(Ι) που αφορούν στον καθορισμό μέτρων ειδικής προστασίας, διατήρησης και αποκατάστασης των ειδών και των ενδιατημάτων/οικοτόπων της άγριας ορνιθοπανίδας στις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.). Τα μέτρα αυτά … έχουν ως ακολούθως: “Άρθρο 5Α Μέτρα ειδικής προστασίας για την πραγματοποίηση έργων και δραστηριοτήτων 1. Για την πραγματοποίηση έργων ή δραστηριοτήτων εντός των ορίων των Ζωνών Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) … ακολουθείται, κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η διαδικασία της ειδικής οικολογικής αξιολόγησης, σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11 (παρ. 8, 9 και 10) του … νόμου [4014/2011]. 2. Η ειδική οικολογική αξιολόγηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 10 του νόμου 4014/2011, περιλαμβάνει υποχρεωτικά, εκτός των άλλων και εξειδικευμένα ορνιθολογικά στοιχεία και πληροφορίες για τα είδη χαρακτηρισμού των Ζ.Ε.Π.. … Άρθρο 5Β Μέτρα ειδικής προστασίας για την εγκατάσταση και λειτουργία Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ) Για την εγκατάσταση και λειτουργία ΑΣΠΗΕ μέσα σε Ζ.Ε.Π. εφαρμόζονται, … πέραν των προβλεπόμενων στις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας, τα ακόλουθα μέτρα, όροι και περιορισμοί: 1. … 2. … 3. Για την εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ εντός περιοχών Ζ.Ε.Π., με είδη χαρακτηρισμού ένα από τα ακόλουθα χωροκρατικά ή/και αποικιακά είδη: όρνιο (Gyps fulvus), ασπροπάρης (Neophron percnopterus), μαυρόγυπας (Aegypius monachus), γυπαετός (Gypaetus barbatus), χρυσαετός (Aquila chrysaetos) … πρέπει, η προβλεπόμενη στα άρθρα 10 και 11 (παρ. 8,9 και 10) του ν. 4014/2011, ειδική οικολογική αξιολόγηση, εκτός των εξειδικευμένων ορνιθολογικών στοιχείων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5Α, να καθορίζει επιπλέον περιμετρική ζώνη αποκλεισμού από φωλιές ή/και αποικίες των προαναφερόμενων ειδών χαρακτηρισμού. Για τον καθορισμό αυτό λαμβάνονται υπόψη το μέγεθος και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του έργου, οι θέσεις και το πλήθος φωλιών των εν λόγω ειδών, η ταξινόμηση των φωλιών σε ενεργές, ανενεργές και ιστορικές, η σημασία των αποικιών, η αποτύπωση των περιοχών τροφοληψίας των ειδών και των πτητικών τους συνηθειών, η συσχέτιση αυτών με τη θέση εγκατάστασης των ανεμογεννητριών, τα μέτρα προστασίας και οι λοιπές ανάλογες παράμετροι. 4. Στην απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ). … Θα πρέπει να εξετάζεται η δυνατότητα εγκατάστασης ηχητικής, οπτικής ή άλλης σήμανσης, σε σχέση με την διαρρύθμιση του αιολικού σταθμού, την απόστασή του από το χείλος γκρεμών και τόπους φωλιάσματος, τροφοληψίας και ανάπαυσης, την κλίμακα και το μέγεθός του. 5. Αιολικά πάρκα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, που βρίσκονται μέσα σε Ζ.Ε.Π. και είναι μεταναστευτικά περάσματα – στενωποί, πρέπει να διαθέτουν αυτοματοποιημένο σύστημα παύσης των ανεμογεννητριών και ενεργοποίησης μέσων αποτροπής, με σκοπό την προστασία της ορνιθοπανίδας και αποφυγή ατυχημάτων. Οι περιοχές αυτές σήμερα είναι το Δέλτα Έβρου …, Κύθηρα και γύρω νησίδες … και Αντικύθηρα και γύρω νησίδες …, Νότια Μάνη …, καθώς και κάθε άλλη Ζ.Ε.Π. η οποία θα χαρακτηρίζεται στο μέλλον, σύμφωνα με την παράγραφο 4.2 του άρθρου 4 της υπ’ αριθμ. 37338/1807/2010 κοινής υπουργικής απόφασης και είναι μεταναστευτικό πέρασμα – στενωπός. 6. Η παράγραφος 5 δεν εφαρμόζεται για έργα ΑΣΠΗΕ που πραγματοποιούνται σε περιοχές που πρόκειται να χαρακτηρισθούν ως μεταναστευτικά περάσματα – στενωποί, εφόσον, κατά τον χρόνο χαρακτηρισμού της περιοχής, τα εν λόγω έργα έχουν λάβει θετική γνωμοδότηση κατά το στάδιο του Προκαταρκτικού Προσδιορισμού Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων (ΠΠΠΑ) ή της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ), σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ν. 4014/2011…». Τέλος, στην απόφαση 170225/2014 του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής “Εξειδίκευση των περιεχομένων των φακέλων περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων της Κατηγορίας Α της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με αρ. 1958/2012 (Β 21) όπως ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 4014/2011 (Α 209), καθώς και κάθε άλλης σχετικής λεπτομέρειας” (Β΄135), ορίζονται τα εξής: “Άρθρο 1 Σκοπός. Με την παρούσα απόφαση εξειδικεύονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 11 του ν. 4014/2011 (Α 209), στην κ.υ.α. με αρ. 36060/1155/Ε.103/2013 (Β 1450), στην κ.υ.α. με αρ. 48416/2037/2011 (Β 2516) και στην κ.υ.α. με αρ. 39624/2209/Ε. 103/2009 (Β 2076), τα περιεχόμενα των απαιτούμενων μελετών περιβάλλοντος και ειδικότερα: … • της Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης. … Άρθρο 3 Παραρτήματα. Προσαρτώνται στην παρούσα απόφαση τα ακόλουθα παραρτήματα: Παράρτημα 3.2: Προδιαγραφές Μελέτης Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (Ε.Ο.Α). Παράρτημα 3.2.1: Προδιαγραφές Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (ΕΟΑ) για έργα και δραστηριότητες που βρίσκονται σε περιοχή του Δικτύου Natura 2000, για την οποία δεν προβλέπονται ειδικότερες πρόνοιες προστασίας και διαχείρισης ή δεν συντρέχουν ειδικές προϋποθέσεις. Παράρτημα 3.2.2: Προδιαγραφές Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (ΕΟΑ) για έργα και δραστηριότητες που βρίσκονται σε περιοχή του Δικτύου Natura 2000, για την οποία συντρέχουν ειδικές προϋποθέσεις …”. Στο Παράρτημα 3.2.1 προβλέπονται τα εξής: “Πεδίο Εφαρμογής. Οι παρούσες προδιαγραφές EOA εφαρμόζονται κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, που προτείνονται προς υλοποίηση εντός (μερικώς ή ολικώς) προστατευόμενων περιοχών του Δικτύου NATURA 2000 (ΕΖΔ, ΤΚΣ ή πΤΚΣ, Ζ.Ε.Π.), για τις οποίες δεν υφίστανται σχετικές πρόνοιες ειδικότερων προεδρικών διαταγμάτων και υπουργικών αποφάσεων προστασίας και διαχείρισης που έχουν εκδοθεί για τις περιοχές αυτές, ή δεν υπάρχουν επαρκή, τεκμηριωμένα, αξιόπιστα και αξιοποιήσιμα στοιχεία και καταγραφές. Η Ε.Ο.Α αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ΜΠΕ και εντάσσεται σ’ αυτή με τη μορφή Παραρτήματος. Περιοχή Μελέτης – Έρευνας Πεδίου. Προσδιορίζεται η Περιοχή Μελέτης (Π.Μ) και η Περιοχή Έρευνας Πεδίου (Π.Ε.Π) του υπό εξέταση έργου ή της δραστηριότητας … Α. Περιοχή Μελέτης (Π.Μ). Περιλαμβάνει τουλάχιστον το σύνολο της έκτασης της περιοχής Natura 2000 που εμπίπτει το έργο ή δραστηριότητα (συμπεριλαμβανομένων και των εναλλακτικών λύσεων του έργου). Η έκταση της Περιοχής Μελέτης μπορεί κατά περίπτωση και κατά την κρίση του μελετητή της EOA να επεκταθεί εκτός της περιοχής του Δικτύου Natura 2000 που βρίσκεται το υπό εξέταση έργο ή δραστηριότητα και σε γειτονική περιοχή Natura 2000, όταν το υπό εξέταση έργο ή δραστηριότητα είναι δυνατόν να επηρεάσει τις περιοχές αυτές (μεμονωμένο ή συνεργιστικά με άλλα έργα). … Β. Περιοχή Έρευνας Πεδίου (Π.Ε.Π). Για σημειακά και εμβαδικά έργα ή δραστηριότητες υποκατηγορίας Α1, κατ’ ελάχιστο 1Km από τα όρια του γηπέδου ή του χώρου κατάληψης. Για γραμμικά έργα ή δραστηριότητες υποκατηγορίας Α1, κατ’ ελάχιστο 500m εκατέρωθεν του άξονα τους. Η έκταση της ΠΕΠ μπορεί κατά περίπτωση και κατά την κρίση του μελετητή της EOA, να επεκταθεί, αν προς τούτο συντρέχουν λόγοι που απαιτούνται από το προστατευτέο αντικείμενο, το είδος και μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας … Για έργα και δραστηριότητες Υποκατηγορίας Α2, οι παραπάνω ελάχιστες ακτίνες συντέμνονται στο μισό. 1. Υφιστάμενη κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος. Λαμβάνοντας υπόψη τον καθορισμό της Περιοχής Μελέτης (Π.Μ.) και της Περιοχής Έρευνας Πεδίου (Π.Ε.Π.) στην Ε.Ο.Α., γίνεται: • περιγραφή, καταγραφή και ανάλυση των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος (είδη χλωρίδας – πανίδας – ορνιθοπανίδας, τύποι οικοτόπων, οικοσυστήματα κλπ.) στη Περιοχή Μελέτης (Π.Μ) και στη Περιοχή Έρευνας Πεδίου (Π.Ε.Π) του υπό εξέταση έργου ή της δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένων και των εναλλακτικών λύσεων του έργου). • καταγραφή της κατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος στη Περιοχή Μελέτης (Π.Μ) και στη Περιοχή Έρευνας Πεδίου (Π.Ε.Π) του υπό εξέταση έργου ή της δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένων και των εναλλακτικών λύσεων του έργου), ως προς τα προστατευτέα στοιχεία, το καθεστώς διατήρησης τους καθώς και τους στόχους διατήρησης της περιοχής. 1.1 Καταγραφή και ανάλυση των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος. Α. Περιοχή Μελέτης (Π.Μ). 1.1.Α1. Συνοπτική περιγραφή της οικείας περιοχής Natura 2000 … 1.1.A4. Αναφορά άλλων υφιστάμενων ή/και εγκεκριμένων έργων ή δραστηριοτήτων στην Περιοχή Μελέτης. Αναφέρονται και σχετίζονται με το υπό εξέταση έργο ή δραστηριότητα παρόμοια ή άλλα έργα (υφιστάμενα, υπό κατασκευή, αδειοδοτημένα) στην Περιοχή Μελέτης ως προς τη συμπληρωματικότητα, την συμβατότητα ή μη, την σωρευτικότητα, την συνεργιστικότητα κλπ., αξιοποιώντας στοιχεία από βάσεις δεδομένων του ΥΠΕΚΑ, Περιφέρειας, Πανεπιστημίων, Ινστιτούτων κλπ. … Β. Περιοχή Έρευνας Πεδίου (Π.Ε.Π). 1.1.Β1. Αναλυτική περιγραφή της Περιοχής Ερευνας Πεδίου (Π.Ε.Π). Γίνεται αναλυτική καταγραφή των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος στην Π.Ε.Π με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα που δύναται να επηρεαστούν από το υπό εξέταση έργο ή τη δραστηριότητα και που θα συλλεχθούν από την εργασία/μελέτη πεδίου, λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη και τις πηγές δεδομένων για τη Περιοχή Έρευνας Πεδίου, καθώς και τις τυχόν πρόσθετες ή ειδικές απαιτήσεις που προέκυψαν κατά τη διαδικασία Προκαταρκτικού Προσδιορισμού Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων (ΠΠΠΑ), εφόσον τέτοια έχει διενεργηθεί. …(Ι) … (II) Για τα έργα και δραστηριότητες της Υποκατηγορίας Α2 που υλοποιούνται εντός ΕΖΔ, ΤΚΣ ή πΤΚΣ, η εργασία/μελέτη πεδίου περιλαμβάνει εργασία 10 έως 30 ημερών που θα εκπονηθεί σε εποχή του έτους (ανάλογα με την εποχιακή παρουσία των ειδών και των τύπων οικοτόπων της Οδηγίας 92/43/ΕΚ για τα οποία η περιοχή έχει χαρακτηρισθεί) κατά την τεκμηριωμένη κρίση του μελετητή της EOA και θα συνδυασθεί με υφιστάμενες πηγές δεδομένων (π.χ. Τυποποιημένο Δελτίο Δεδομένων της οικείας περιοχής Natura 2000, χαρτογράφηση των τύπων οικοτόπων κοινοτικού ενδιαφέροντος που διατίθεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες, Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη της οικείας περιοχής Natura 2000 κλπ.). … (IV) Για έργα και δραστηριότητες της Υποκατηγορίας Α2 που υλοποιούνται εντός Ζ.Ε.Π., η εργασία/μελέτη πεδίου πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τα κάτωθι: • παρατηρήσεις των ειδών ορνιθοπανίδας κατά την περίοδο Μάρτιος έως και Ιούνιος, ανάλογα με την εποχιακή παρουσία των ειδών σε κάθε περιοχή και οι οποίες θα συνδυασθούν με υφιστάμενες πηγές δεδομένων, π.χ. άλλες ορνιθολογικές μελέτες, έρευνες και στοιχεία. Κατά την κρίση του μελετητή και ανάλογα με τα αναμενόμενα είδη της περιοχής καθώς και το είδος και μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας, προσαρμόζεται κατάλληλα η περίοδος και μέθοδος παρατήρησης στην ΠΕΠ. • εργασίες πεδίου που θα έχουν διάρκεια από 10 έως και 30 ημέρες, ανάλογα με τα υπό διερεύνηση είδη, την έκταση, το ανάγλυφο και τα ενδιαιτήματα της περιοχής, το μέγεθος και το είδος του έργου ή της δραστηριότητας. • καταγραφή όλων των στοιχείων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ενδείξεις αναπαραγωγής των ειδών. Τα στοιχεία αυτά κατηγοριοποιούνται κατά βαθμό αξιοπιστίας ως: α) ενδεχόμενη αναπαραγωγή, β) πιθανή αναπαραγωγή και γ) εξακριβωμένη αναπαραγωγή. • για την αναγνώριση και τη χαρτογράφηση των κρίσιμων ενδιαιτημάτων των ειδών, σε κάθε περιοχή ενδιαφέροντος, τα οποία ο μελετητής θα τα εντοπίζει και θα τα αποτυπώνει σε χάρτη. • Οργάνωση της έρευνας πεδίου λαμβάνοντας υπόψη: τον αριθμό και τους πληθυσμούς των ειδών που φιλοξενεί, τον βαθμό επάρκειας των διαθέσιμων ορνιθολογικών στοιχείων από τις βιβλιογραφικές αναφορές, την γνώση και εμπειρία των ερευνητών για την περιοχή, το μέγεθος, το ανάγλυφο και την προσβασιμότητα της κάθε περιοχής, την ομοιογένεια, την έκταση και την ποικιλότητα των τύπων βλάστησης (ή τύπων οικοτόπων) της κάθε περιοχής … 2. Δέουσα Εκτίμηση και Αξιολόγηση των επιπτώσεων … Η σημασία των επιπτώσεων προσδιορίζεται σε σχέση με τα ειδικά χαρακτηριστικά και τις ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν στην προστατευόμενη περιοχή … την οποία αφορά το υπό εξέταση έργο ή δραστηριότητα, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους διατήρησης της περιοχής. Για τη δέουσα εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων του υπό εξέταση έργου ή της δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένων και των εναλλακτικών λύσεων καθώς και των συνεργιστικών και αθροιστικών επιπτώσεων με άλλα έργα ή δραστηριότητες) περιγράφεται το σύνολο των δεδομένων και οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν και αξιολογείται κάθε περίπτωση που το έργο δύναται να:• Προκαλέσει καθυστέρηση ή να διακόψει την πρόοδο επίτευξης των στόχων διατήρησης της οικείας περιοχής NATURA 2000 όπως έχουν καθοριστεί.• Ελαττώσει την έκταση ή κατακερματίσει τους τύπους οικοτόπων της περιοχής Natura 2000 απειλώντας την ακεραιότητα της ή να επηρεάσει την αντιπροσωπευτικότητα και το βαθμό διατήρησης της δομής και των οικολογικών λειτουργιών τους.• Μειώσει το μέγεθος του πληθυσμού των ειδών ή να επηρεάσει το βαθμό διατήρησης των βιοτόπων τους ή να τους κατακερματίσει ή να επηρεάσει την ισορροπία μεταξύ των ειδών ή να επηρεάσει το βαθμό απομόνωσης τους.• Προξενήσει αλλαγές σε ζωτικής σημασίας παραμέτρους (π.χ. ισορροπία θρεπτικών, υποβάθμιση του εδάφους από πιθανή διάβρωση δυναμική των σχέσεων μεταξύ βιοτικών και αβιοτικών παραμέτρων), οι οποίες καθορίζουν το πώς λειτουργεί η οικεία περιοχή NATURA 2000.• Αλληλεπιδράσεις με προβλεπόμενες ή αναμενόμενες φυσικές αλλαγές στην οικεία περιοχή NATURA 2000 …”.
12. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την 818/27.9.2012 απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (Ρ.Α.Ε.) χορηγήθηκε στην παρεμβαίνουσα εταιρεία άδεια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικό σταθμό ισχύος 16 MW, αποτελούμενο από 8 ανεμογεννήτριες ισχύος 2,3 MW έκαστη, στη θέση “Κορφοβούνι” της Δημοτικής Ενότητας Αλεξανδρούπολης, του Δήμου Αλεξανδρούπολης, της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου. Στη συνέχεια, όπως προκύπτει από την από 1.8.2014 βεβαίωση της Ρ.Α.Ε., οι ανεμογεννήτριες μειώθηκαν από 8 σε 7, ενώ η εγκατεστημένη και μέγιστη ισχύς του σταθμού ανήλθε σε 16,1 MW. Επιπλέον, στην ίδια βεβαίωση αναφέρεται ότι το έργο χωροθετείται εντός Περιοχής Αιολικής Προτεραιότητας και ότι δεν υφίσταται υπέρβαση της μέγιστης πυκνότητας αιολικών εγκαταστάσεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Ε.Π.Χ.Σ. Α.Π.Ε. (Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, 49828/2008 απόφαση της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον τομέα του χωροταξικού σχεδιασμού και της αειφόρου ανάπτυξης, Β΄ 2464) και στον Κανονισμό Αδειών Παραγωγής Α.Π.Ε.. Οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία του έργου και των συνοδών αυτού έργων εγκρίθηκαν, αρχικά, με την 4178/29.10.2013 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης. Με την 6284/3.2.2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ακυρώθηκε, κατ’ αποδοχήν προσφυγής του ήδη αιτούντος, η ανωτέρω Α.Ε.Π.Ο. λόγω πλημμελούς αιτιολογίας ως προς την αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου στα προστατευόμενα είδη της ζώνης ειδικής προστασίας (Ζ.Ε.Π.) όπου εμπίπτει το αιολικό πάρκο. Ακολούθως, η παρεμβαίνουσα εταιρεία, με την υπ’ αριθ. πρωτ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης 2586/19.6.2014 αίτησή της, υπέβαλε για το ίδιο (με ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς την όδευση του υπογείου καλωδίου μέσης τάσης που καταλήγει στον Υποσταθμό Αισύμης) έργο νέα, επικαιροποιημένη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων και ζήτησε την έκδοση νέας Α.Ε.Π.Ο.. Σχετικά γνωμοδότησαν η 15η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (2213/1.8.2014 έγγραφο), η Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης (857/8.8.2014 έγγραφο), η ΙΘ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (3684/5.9.2014 έγγραφο). Επίσης, η Διεύθυνση Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, αφού διετύπωσε παρατηρήσεις αναφορικά με ελλείψεις των όρων και των προτεινόμενων εναλλακτικών λύσεων, γνωμοδότησε, για την περίπτωση της έκδοσης Α.Ε.Π.Ο., θετικά υπό όρους (80109/13.11.2014 γνωμοδότηση). Μετά την 74/8.10.2014 επιστολή, με την οποία το αιτούν κοινωφελές ίδρυμα επεσήμανε, κατά τη διάρκεια δημοσιοποίησης – διαβούλευσης επί της Μ.Π.Ε., τις κατά την άποψή του ελλείψεις της ειδικής ορνιθολογικής μελέτης της Μ.Π.Ε., καθώς και την 1129/26.11.2014 αρνητική γνωμοδότηση του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, η εταιρεία υπέβαλε νέο τεύχος επικαιροποιημένης Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (Ε.Ο.Α. Δεκεμβρίου 2014) σε αντικατάσταση αυτής που περιλάμβανε η Μ.Π.Ε. (αριθ. πρωτ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης 73/14.1.2015). Ωστόσο, με το 158/9.3.2015 έγγραφό του ο Φορέας Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου γνωμοδότησε και πάλι αρνητικά, το δε αιτούν ίδρυμα, με την 26/15.4.2015 επιστολή του, διετύπωσε παρατηρήσεις επί της εν λόγω νέας Ε.Ο.Α., τασσόμενο εκ νέου εναντίον της εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων του έργου. Επί των παρατηρήσεων αυτών η παρεμβαίνουσα εταιρεία έλαβε θέση (αριθ. πρωτ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης 1730/27.5.2015). Μετά την υποβολή και λοιπών γνωμοδοτήσεων (41/4.6.2015 Επιτροπής Αγροτικής Οικονομίας και Περιβάλλοντος του Περιφερειακού Συμβουλίου Ανατ. Μακεδονίας – Θράκης, ΗΠ 2939/161/11.9.2015 Τμήματος Βιοποικιλότητας και Προστατευόμενων χώρων ΥΠΑΠΕΝ, 23/22.10.2015 Περιφερειακού Συμβουλίου Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης), εκδόθηκε η 3913/21.12.2015 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, με την οποία εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία του έργου “Αιολικός Σταθμός Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 16,1 MW, στη θέση “Κορφοβούνι” και των συνοδών αυτού έργων, εντός των ορίων του Δήμου Αλεξανδρούπολης Π.Ε. Έβρου, της εταιρείας “Αιολικό Πάρκο Κορφοβούνι Α.Ε.”. Κατά της απόφασης αυτής το αιτούν άσκησε προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (αριθ. πρωτ. 294/21.1.2016), η οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς (βλ. 11025/20.4.2016 έγγραφο ΥΠΕΝ). Κατά της Α.Ε.Π.Ο. καθώς και κατά της εν λόγω σιωπηρής απόρριψης της προσφυγής του, το αιτούν άσκησε την ήδη κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως.
13. Επειδή, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη Α.Ε.Π.Ο., το επίδικο έργο εμπίπτει στην υποκατηγορία Α2 της Υ.Α 1958/2012 (Β΄ 21), όπως τροποποιήθηκε με την Υ.Α. 20741/2012 (Β΄ 1565) (Ομάδα 10η, α/α1). Η θέση του έργου βρίσκεται εντός Περιοχής Αιολικής Προτεραιότητας (ΠΑΠ 1) του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Α.Π.Ε. Το έργο θα εγκατασταθεί εντός της περιοχής με κωδικό GR 1110009 (Νότιο Δασικό Σύμπλεγμα Έβρου) του Δικτύου NATURA 2000, που είναι χαρακτηρισμένη ως ζώνη ειδικής προστασίας (Ζ.Ε.Π.) για την ορνιθοπανίδα και εντός περιοχής του καταλόγου των Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά (ΣΠΠ) της Ελλάδας με Κωδικό GR005. Προς τούτο η Μ.Π.Ε. συμπεριλαμβάνει Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση (ΕΟΑ) για την ορνιθοπανίδα σύμφωνα με το άρθρο 10 του ν. 4014/2011. Τα περιεχόμενα αυτής, σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 11 του ν. 4014/2011 και όπως εξειδικεύθηκαν με την Υ.Α. 170225/2014, περιλαμβάνουν: α) αναλυτική καταγραφή των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος με έμφαση στα προστατευτέα αντικείμενα της περιοχής Ζ.Ε.Π., β) δέουσα εκτίμηση επιπτώσεων επί των ειδών ορνιθοπανίδας του Παραρτ. Ι της ΚΥΑ 37338/1807/Ε.103/2010 και γ) πρόταση αναγκαίων μέτρα για την αποτροπή και ελαχιστοποίηση των πιθανών επιπτώσεων. Επίσης, πέραν των προβλεπόμενων με την υπ’ Υ.Α. 170225/2014 για έργα Υποκατηγορίας Α2 που υλοποιούνται εντός Ζ.Ε.Π. (παρ. Β.IV του παραρτήματος 3.2), περιλαμβάνονται παρατηρήσεις των ειδών ορνιθοπανίδας και εργασίες πεδίου για τις τέσσερις εποχές του έτους (πέραν της προβλεπόμενης περιόδου Μάρτιου – Ιούνιου). Για το γήπεδο εγκατάστασης του αιολικού πάρκου έχει εκδοθεί η 3745/1.3.2013 πράξη χαρακτηρισμού του Δασάρχη Αλεξανδρούπολης σύμφωνα με την οποία αυτό αποτελείται από εκτάσεις που χαρακτηρίσθηκαν ως δάσος, δασικές και γεωργικές εκτάσεις. Το αιολικό πάρκο (ΑΙΟΠΑ) θα αποτελείται από επτά (7) ανεμογεννήτριες (Α/Γ 1-7) τύπου ENERCON E-70, ονομαστικής ισχύος 2,3ΜW έκαστη, με πτερωτή τριών (3) πτερυγίων, διαμέτρου 71 μ, μεταλλικού πυλώνα με ύψος πλήμνης 64 μ., εντός πολυγώνου με κορυφές Κ1, Κ2, Κ3 … Κ15, Κ16 συνολικού εμβαδού 614.032,00 τ.μ. Για την κατασκευή και λειτουργία του ΑΙΟΠΑ θα υλοποιηθούν τα απαραίτητα συνοδά έργα υποδομής, τα οποία περιλαμβάνουν τα εξής: Η πρόσβαση στη θέση του έργου διασφαλίζεται μέσω της επαρχιακής οδού που συνδέει τους οικισμούς Αισύμης και Λεπτοκαρυάς και η οποία διατρέχει το πολύγωνο εγκατάστασης. Επίσης εντός του πολυγώνου εγκατάστασης και στην πέριξ περιοχή αυτού διέρχονται υφιστάμενοι αγροτοδασικοί οδοί, τμήματα των οποίων θα χρησιμοποιηθούν για την πρόσβαση στις θέσεις των Α/Γ και στον χώρο του οικίσκου ελέγχου. Συνολικά θα απαιτηθεί διάνοιξη νέας εσωτερικής οδοποιίας συνολικού μήκους 454 μ, το οποίο αντιστοιχεί σε τέσσερις (4) νέους κλάδους για την πρόσβαση στις θέσεις των Α/Γ 1, 2, 4 και 6 καθώς και η συντήρηση υφιστάμενων οδών μήκους 7,8 χλμ. Η πρόσβαση στις Α/Γ 3, 5, 7 και στον Ο.Ε. εξυπηρετείται από τις υφιστάμενες οδούς. Θα διαμορφωθούν πλατείες ανέγερσης των ανεμογεννητριών, διαστάσεων 50×50 μ., εμβαδού δηλαδή 2500 τ.μ. έκαστη και θα εκσκαφούν θεμέλια ανεμογεννητριών. Θα κατασκευαστεί δίκτυο ηλεκτρολογικής διασύνδεσης των Α/Γ 1-7 μέσω υπόγειου δικτύου, το οποίο θα αποτελείται από τα καλώδια μέσης τάσης (ΜΤ), τα καλώδια τηλεπικοινωνιών και το δίκτυο της γείωσης. Η όδευση των καναλιών θα γίνει, κατά κανόνα, κατά μήκος της εσωτερικής οδοποιίας, εκτός από ελάχιστα τμήματα. Η διοχέτευση της ενέργειας στο Εθνικό Σύστημα θα γίνεται στον λειτουργούντα υποσταθμό (Υ/Σ) 20/150kV “ΑΙΣΥΜΗ”, ο οποίος βρίσκεται στη θέση “Μαγούλα – Καζάκου – Διπλόν”, 4,7 χλμ. βορειοανατολικά της Τ.Κ. Αισύμης. Εντός του Υ/Σ θα τοποθετηθούν δύο νέες απλές πύλες και ένας μετασχηματιστής 20/150kV για την ανύψωση της τάσης. Η διασύνδεση του ΑΙΟΠΑ “Κορφοβούνι” θα επιτευχθεί στα επίπεδα της μέσης τάσης (20kV), το δίκτυο θα είναι στο σύνολό του υπόγειο και θα οδεύει αποκλειστικά κατά μήκος υφιστάμενων οδών. Θα ξεκινά από τον οικίσκο ελέγχου του Α/Π και θα ακολουθεί την επαρχιακή οδό Αισύμης – Μεγάλου Δέρειου για μήκος 10,3 χλμ. και στη συνέχεια για μήκος 6,2 χλμ. την οδό πρόσβασης και εσωτερική οδό του αιολικού πάρκου στη θέση “Σωρός”, καταλήγοντας στον Υ/Σ “Αισύμη”. Τέλος, θα κατασκευαστεί οικίσκος ελέγχου εμβαδού 100 τ.μ. και βοηθητικοί χώροι σε γήπεδο εμβαδού 4000 τ.μ. Με την προσβαλλόμενη απόφαση επιβάλλονται μεταξύ άλλων και οι εξής περιβαλλοντικοί όροι: “[…] Φάση λειτουργίας […] 3.33. Να διενεργείται τακτικός έλεγχος (σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3.51.vi της παρούσας) στον χώρο αιολικού πάρκου (τουλάχιστον τρεις φορές εβδομαδιαίως) και να απομακρύνονται τυχόν νεκρά κτηνοτροφικά ζώα, η παρουσία των οποίων θα μπορούσε να προσελκύσει πτωματοφάγα αρπακτικά πτηνά. Τα νεκρά ζώα να παραμένουν στη διάθεση των πτωματοφάγων ειδών, σε ενδεδειγμένους διάσπαρτους, τυχαίους και μη οργανωμένους χώρους τροφοληψίας. […] Αποκατάσταση, μερική, σταδιακή ή οριστική παύση λειτουργίας [… 3.46. Μετά την οριστική παύση της λειτουργίας του συνόλου του έργου ή μέρους αυτού να αποκατασταθεί ο χώρος εγκατάστασης και να επανέλθει στην αρχική χρήση σύμφωνα με ειδική μελέτη αποκατάστασης που θα συνταχθεί για τον λόγο αυτό και η οποία θα θεωρηθεί και θα εγκριθεί από τις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες. […] 3.50. Τα σχετικά με τις εργασίες αποκατάστασης θέματα θα συγκεκριμενοποιούνται σε Τεχνική Περιβαλλοντική Μελέτη […] την οποία ο κύριος του έργου οφείλει να εκπονήσει και να υποβάλει […] προς έγκριση, το αργότερο ένα εξάμηνο προ της παύσης λειτουργίας του συνόλου ή μέρους του έργου, στην αρμόδια για την περιβαλλοντική αδειοδότησή του Υπηρεσία. Πρόσθετοι περιβαλλοντικοί όροι, μέτρα και περιορισμοί για δραστηριότητες εντός περιοχών του δικτύου Natura 2000- Πρόγραμμα παρακολούθησης και εκθέσεις-αντισταθμιστικά μέτρα. 3.51. Η θέση του έργου βρίσκεται εντός της περιοχής με κωδικό GR1110009 […] και εντός περιοχής του καταλόγου των Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά (ΣΠΠ) της Ελλάδας με κωδικό ΙΒΑ GR005. Η χρήση του χώρου και της ευρύτερης περιοχής από τα προστατευόμενα είδη ορνιθοπανίδας έχει επισημανθεί τόσο από εκθέσεις και μελέτες άλλων φορέων, όμως διαπιστώνεται και από την Ειδική Ορνιθολογική Μελέτη που εκπονήθηκε με ευθύνη του φορέα έργου και συνυποβλήθηκε με τη Μ.Π.Ε. […] iii) Να συνταχθεί και να υποβληθεί προς την Υπηρεσία μας και προς το Τμήμα Βιοποικιλότητας και Προστατευόμενων Περιοχών του ΥΠΕΝ […] ολοκληρωμένο πρόγραμμα περιβαλλοντικής παρακολούθησης […] Το εν λόγω πρόγραμμα θα περιλαμβάνει προκατασκευαστική (πριν από την έναρξη εργασιών κατασκευής) περίοδο παρακολούθησης διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους και συνέχιση της παρακολούθησης κατά την κατασκευή και λειτουργία του έργου, ώστε η συνολική διάρκεια παρακολούθησης να είναι τέσσερα […] έτη. Στο πρόγραμμα θα περιλαμβάνεται οπωσδήποτε η καταγραφή των πληθυσμών των ειδών της ορνιθοπανίδας, η κατανομή τους, ο εντοπισμός χώρων φωλεοποίησης καθώς και σύνταξη σχεδίου προγράμματος μόνιμης παρακολούθησης με έμφαση στα είδη χαρακτηρισμού και σε νυκτόβια είδη. Τα αποτελέσματα – συμπεράσματα του προγράμματος τετραετούς παρακολούθησης καθώς και οι εκθέσεις του μόνιμου προγράμματος παρακολούθησης θα υποβάλλονται ετησίως στην Υπηρεσία μας, στο Τμήμα Βιοποικιλότητας του ΥΠΕΚΑ και στο αρμόδιο Δασαρχείο. Σε περίπτωση που με βάση τα ευρήματα του τετραετούς προγράμματος παρακολούθησης απαιτηθούν οποιεσδήποτε κατασκευαστικές ή λειτουργικές βελτιώσεις/τροποποιήσεις στο έργο, θα υλοποιούνται λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις των Υπηρεσιών μας. iv) […] το τετραετές πρόγραμμα παρακολούθησης του έργου […] να περιλαμβάνει την καταγραφή [όσων ορίζονται στην περ. iii], των επιπτώσεων ενόχλησης/εκτοπισμού καθώς και σύνταξη σχεδίου περιβαλλοντικής διαχείρισης-μόνιμης παρακολούθησης του έργου. Στο πλαίσιο του προγράμματος μόνιμης παρακολούθησης να προταθούν τα μέσα που θα εφαρμοστούν για την πρόληψη περιστατικών προσκρούσεων (π.χ. συστήματα παύσης των Α/Γ αυτοματοποιημένα ή “χειροκίνητα”, συστήματα ηχητικής προειδοποίησης κ.λπ.). Επίσης στο εν λόγω τετραετές πρόγραμμα θα περιλαμβάνεται ο σχεδιασμός και παρακολούθηση των επιμέρους μέτρων/υποχρεώσεων που αναφέρονται παρακάτω (v-xi) […] vi) Να συνταχθεί εβδομαδιαίο πρόγραμμα για τον τακτικό έλεγχο (της παραγράφου 3.33 …) για τον εντοπισμό νεκρών κτηνοτροφικών ζώων. Ο έλεγχος θα περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο τη ζώνη περιμετρικά των Α/Γ σε ακτίνα 400 m και κατά μήκος της οδού σύνδεσης των Α/Γ σε ακτίνα ≥300m εκατέρωθεν αυτής και αν κριθεί αναγκαίο θα γίνεται τακτικότερα από τρεις φορές την εβδομάδα. […] vii) Σε περίπτωση που διαπιστωθεί κατά την προκατασκευαστική παρακολούθηση ή κατά την παρακολούθηση της λειτουργίας του ΑΙΟΠΑ ότι κάποια/ες Α/Γ παρουσιάζουν αυξημένο ρίσκο πρόσκρουσης ή καταγραφεί περιστατικό πρόσκρουσης, τότε μπορεί να επιβληθεί η περιοδική παύση λειτουργίας ή/και η κατάργηση κάποιας/ων Α/Γ. viii) Σε περίπτωση εντοπισμού νεκρού ή τραυματισμένου ατόμου ορνιθοπανίδας, να καταγράφεται το συμβάν και να ενημερώνονται […] xi) Κατά τον σχεδιασμό της φυτοτεχνικής αποκατάστασης […] να ληφθούν υπόψη παράμετροι που σχετίζονται με τη διαχείριση των ενδιαιτημάτων και τη συμβολή της βλάστησης στη δημιουργία συνθηκών προσέλκυσης ή απώθησης των σημαντικών ειδών της ορνιθοπανίδας (π.χ. δημιουργία ανοδικών ρευμάτων, θέσεις φωλεασμού ή κουρνιάσματος, προσέλκυση θηραμάτων κ.λπ.), ώστε να συμβάλει η αποκατάσταση των διαταραχθέντων χώρων και στην πρόληψη των επιπτώσεων στην ορνιθοπανίδα. […]”.
14. Επειδή, στην Ε.Ο.Α. Δεκεμβρίου 2014 που υποβλήθηκε από την εταιρεία προς έγκριση και στην οποία “παρουσιάζονται […] δεδομένα για την ορνιθοπανίδα […] από […] καταγραφές στην περιοχή κατά την έρευνα πεδίου […] κατά τα έτη 2011 και 2014 σε συνδυασμό με τα υπάρχοντα βιβλιογραφικά δεδομένα” (σελ. 3), αναφέρονται εισαγωγικά τέσσερις βασικές κατηγορίες επιπτώσεων στην ορνιθοπανίδα από την εγκατάσταση και λειτουργία ΑΣΠΗΕ με τα συνοδά αυτού έργα: η ενόχληση που εκτοπίζει τα πτηνά από τη ζώνη των ΑΣΠΗΕ (έμμεση απώλεια ενδιαιτήματος) και οφείλεται σε παράγοντες όπως ο θόρυβος, η οπτική όχληση κ.λπ., η πρόσκρουση στον πύργο ή τις περιστρεφόμενες έλικες, που προκαλεί θανάτωση ή τραυματισμό, η δημιουργία εμποδίων στην κίνηση των πουλιών και η άμεση απώλεια ή αλλαγή στη δομή ενδιαιτημάτων. Ειδικότερα, για τη θνησιμότητα λόγω πρόσκρουσης αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι τα επίπεδα αυτής ποικίλουν ανάλογα με τα είδη και τις περιοχές, ότι ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος σε ή κοντά σε περιοχές που χρησιμοποιούνται τακτικά από μεγάλο αριθμό πτηνών για διατροφή ή κούρνιασμα ή σε τοπικούς διαδρόμους πτήσης, ότι οι τιμές θνησιμότητας είναι υψηλότερες σε κορυφογραμμές, ότι τα μεγάλα πουλιά με περιορισμένη ικανότητα ελιγμών και μεγάλο φορτίο φτερούγων (όπως τα πτωματοφάγα) διατρέχουν γενικά μεγαλύτερο κίνδυνο πρόσκρουσης σε Α/Γ, ότι η ευαισθησία των γυπών σε προσκρούσεις σχετίζεται και με προσαρμογές της όρασής τους (για την τροφοληψία, οπτικό πεδίο προς το έδαφος και όχι προς κατεύθυνση πτήσης, μικρό μετωπικό διοπτρικό πεδίο όρασης), ότι ακόμα και η μικρή πιθανότητα θνησιμότητας λόγω πρόσκρουσης μπορεί να είναι κρίσιμη, όταν πρόκειται για είδη σπάνια ή απειλούμενα και με μικρούς πληθυσμούς, ειδικά για τα αρπακτικά τα οποία και λόγω της βιολογίας τους (χαμηλή γονιμότητα, χαμηλή θνησιμότητα, μεγάλη διάρκεια ζωής) είναι πιο ευαίσθητα, σε τέτοιες δε περιπτώσεις ακόμα και μια μικρή πρόσθετη θνησιμότητα μπορεί να είναι κρίσιμη για τον τοπικό πληθυσμό και σε ορισμένες περιπτώσεις και για τον πληθυσμό σε βιογεωγραφικό επίπεδο (βλ. σελ. 36 και 44). Για την ενόχληση, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι η εκτόπιση των πτηνών από περιοχές εντός και γύρω από τους ΑΣΠΗΕ (ή η μειωμένη χρήση των ενδιαιτημάτων) λόγω της όχλησης μπορεί να ισοδυναμεί με απώλεια ενδιαιτήματος (έμμεση), ότι η εκτόπιση μπορεί να παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια της κατασκευής ή/και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας των ΑΣΠΗΕ και μπορεί να προκαλείται είτε από την παρουσία των Α/Γ (οπτική ή ακουστική όχληση) είτε ως αποτέλεσμα των μετακινήσεων των οχημάτων και του προσωπικού, ότι τα πουλιά μπορεί να αποφεύγουν εντελώς μια περιοχή (πλήρης αποκλεισμός), να είναι παρόντα, αλλά σε μειωμένους αριθμούς (μερική εκτόπιση) ή να παραμείνουν στην περιοχή του αιολικού πάρκου μετά την κατασκευή, αλλά να υπόκεινται σε άλλες επιπτώσεις ενόχλησης όπως μείωση της αρμοστικότητας, της παραγωγικότητας, ότι για αρκετά αρπακτικά είδη στη βιβλιογραφία έχουν αναφερθεί περιπτώσεις εκτόπισης από τις περιοχές τροφοληψίας /κυνηγιού καθώς και ότι η όχληση κατά την κατασκευή μπορεί να είναι πιο σημαντική και καθοριστική από την ενόχληση κατά τη λειτουργία (σελ. 45 – 48). Η Ε.Ο.Α. αναφέρεται σε μελέτες ετών 2005, 2009, 2011 του (αιτούντος) WWF Ελλάς για επιπτώσεις μετά την κατασκευή, σε εκτίμηση της θνησιμότητας του μαυρόγυπα στην επίμαχη περιοχή (1 – 5 άτομα ανά έτος για 71 Α/Γ, με αναγωγή 10 – 20 άτομα ανά έτος για τις προβλεπόμενες για τη συγκεκριμένη ΠΑΠ 480 Α/Γ), καθώς και σε εργασία (Vasilakis et al. 2009), σύμφωνα με την οποία οι μαυρόγυπες κινούνται σε έναν χώρο 430 τ.χλμ. δυτικά-βορειοδυτικά της Δαδιάς με μέσο ύψος πτήσης 68 μ., το δε 68% των καταγραφών στο ύψος των ροτόρων (σελ. 53 – 55). Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στις σελ. 85 και 87, η Ε.Ο.Α. μετά τον προκαταρκτικό έλεγχο και εφόσον με βάση τα ισχύοντα βιβλιογραφικά δεδομένα (τυποποιημένα έντυπα δεδομένων Ζ.Ε.Π. από βάση ΥΠΕΚΑ 2012, έκδοση για ΣΠΠΕ Πορτόλου και άλλοι, 2009, αναθεωρημένη πρόταση ορθής χωροθέτησης για τα αιολικά πάρκα στη Θράκη, WWF 2013), ενδέχεται είδη ευαίσθητα σε επιπτώσεις από ΑΣΠΗΕ όπως ο μαυρόγυπας, ο χρυσαετός, ο ασπροπάρης, ο φιδαετός, τα οποία είναι και είδη χαρακτηρισμού της Ζ.Ε.Π., να έχουν παρουσία στην περιοχή εγκατάστασης (π.χ. δραστηριότητα τροφοληψίας ή αναπαραγωγή σε εγγύτητα) και μαζί με άλλα είδη να υφίστανται επιπτώσεις λόγω προσκρούσεων ή και ενόχληση/εκτόπιση κατά τη φάση κατασκευής και λειτουργίας, προχώρησε σε περαιτέρω διερεύνηση προς δέουσα εκτίμηση με βάση δεδομένα καταγραφών πεδίου. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη σελ. 101, κατά τις καταγραφές πεδίου στην περιοχή έρευνας πεδίου (έκταση σε απόσταση 2 χλμ. από τις Α/Γ του σχεδιαζόμενου ΑΣΠΗΕ, βλ. σελ. 67, 87), για τη συγκεκριμένη περίοδο καταγραφών (2011, 2012, 2014), παρατηρήθηκαν συνολικά 80 είδη πτηνών. Καταγράφηκαν 15 είδη πτωματοφάγων και αρπακτικών, μεταξύ των οποίων από τα είδη χαρακτηρισμού της Ζ.Ε.Π. ο μαυρόγυπας, ο χρυσαετός, ο κραυγαετός ενώ δεν παρατηρήθηκε ο ασπροπάρης. Στη συνέχεια, η Ε.Ο.Α. προβαίνει σε περαιτέρω ανάλυση και αξιολόγηση για τα πλέον σημαντικά είδη που παρατηρήθηκαν στις καταγραφές πεδίου, ενώ δεν κάνει περαιτέρω αναφορά στα είδη χαρακτηρισμού της GR 1110009 που δεν παρατηρήθηκαν κατά τις καταγραφές στην περιοχή εγκατάστασης και στην περιοχή έρευνας πεδίου, όπως ο ασπροπάρης, αλλά ούτε στον κραυγαετό που παρατηρήθηκε μόνο σε δύο περιπτώσεις (σελ. 108-109). Έτσι, στην Ε.Ο.Α. (σελ. 112 επ.) αναφέρεται ότι μεταξύ των ειδών χαρακτηρισμού της Ζ.Ε.Π. GR1110009, εντός της οποίας εγκρίθηκε η χωροθέτηση του επίμαχου αιολικού πάρκου, περιλαμβάνεται ο μαυρόγυπας, που αποτελεί επιδημητικό είδος γύπα και αναφέρεται ως είδος με παγκόσμιο ενδιαφέρον όσον αφορά την προστασία του (SPEC1) και ως κινδυνεύον (ΕΝ, Κόκκινο Βιβλίο). Σε ό,τι αφορά το ευρωπαϊκό επίπεδο απειλής του είδους αναφέρεται ως Σπάνιο (Rare). Στην περιοχή του Έβρου στη Δαδιά βρίσκεται η τελευταία αποικία μαυρόγυπα στα Βαλκάνια. Η αποικία αποτελείται από 90-100 άτομα. Το είδος φωλιάζει στην ευρύτερη περιοχή της Δαδιάς, σε απόσταση μεγαλύτερη των 20 χλμ. από την περιοχή χωροθέτησης. Οι μαυρόγυπες αναζητούν τροφή σε μεγάλη απόσταση από τις αποικίες τους. Οι μαυρόγυπες από την αποικία στο Εθνικό Πάρκο Δαδιάς αναζητούν τροφή κυρίως στην ορεινή περιοχή που περιβάλλεται από τη νοητή γραμμή Δαδιά – Αισύμη – Νέα Σάντα – σύνορα Ελλάδας – Βουλγαρίας – Σουφλί. Η προτίμηση αυτή σχετίζεται με την ύπαρξη ανοδικών ρευμάτων θερμού αέρα και με την απουσία έντονης ανθρώπινης δραστηριότητας στην περιοχή αυτή. Το είδος αναζητά νεκρά ζώα σε περιοχές με χαμηλή βλάστηση (ράχες, βοσκότοποι, ξέφωτα). Πετά σε χαμηλό ύψος πάνω από τις κορυφογραμμές, όπου επικρατούν ισχυρά ανοδικά ρεύματα αέρα, οπότε δυνητικά επηρεάζεται από τη λειτουργία αιολικών πάρκων. Η Ε.Ο.Α. αναφέρει ότι ο βαθμός διατήρησης (των χαρακτηριστικών του ενδιαιτήματος) του είδους στο τυποποιημένο έντυπο δεδομένων της Ζ.Ε.Π. αναφέρεται ως “καλός” (Β) ενώ στα ίδια έντυπα αναφέρεται με πληθυσμιακό κριτήριο Α, ότι σύμφωνα με μια εργασία (Noidou και Vasilakis 2011) η περιοχή εγκατάστασης του εξεταζόμενου έργου εντοπίζεται στην περιοχή χαμηλής χρήσης, ενώ σε άλλη εργασία (Vasilakis et al. 2008) αναλύονται τα δεδομένα ραδιοτηλεμετρίας για το ίδιο είδος και με βάση τα ίδια δεδομένα, η δε περιοχή του έργου εντοπίζεται εντός της ζώνης υψηλής συχνότητας παρουσίας (και εντός της προτεινόμενης ζώνης αποκλεισμού από το αιτούν WWF Ελλάς, 2013). Κατά τις καταγραφές πεδίου (2011 – 2012, 2014) συνεχίζει η Ε.Ο.Α., παρατηρήθηκε σχετικά χαμηλός αριθμός και συχνότητα διελεύσεων στην περιοχή έρευνας πεδίου (24 διελεύσεις συνολικά, το περίπου 15% των ημερών καταγραφών). Εντός της περιοχής έρευνας πεδίου παρατηρήθηκαν ως επί το πλείστον διελεύσεις πάνω από αυτή (προς άλλες περιοχές) και όχι δραστηριότητα τροφοληψίας ή κουρνιάσματος. Από τις 24 διελεύσεις συνολικά, οι 18 ήταν και στη ζώνη Α [250 μέτρα ένθεν και ένθεν γραμμής ανάπτυξης έργων, βλ. σελ. 91], ενώ οι 10 ήταν και στη ζώνη υψηλού ρίσκου. Γενικά οι διελεύσεις (και τα γυροπετάσματα/αύξηση ύψους) παρατηρούνταν από την κορυφογραμμή και ανατολικότερα (στις ανατολικές πλαγιές) κάτι που ενδεχομένως να σχετίζεται με τις συνθήκες ανοδικών ρευμάτων που δημιουργούνται εκεί. Η ένταση της δραστηριότητας του είδους (~ 0,11 διελεύσεις ανά ώρα σε όλη την περιοχή έρευνας του πεδίου) είναι σχετικά χαμηλή και εντός του εύρους που αναφέρεται σε άλλα σημεία θέας και ΑΣΠΗΕ στην περιοχή της Θράκης, ήτοι ~0,07-0,44 διελεύσεις ανά ώρα (κατά τη διάρκεια αυτών των ερευνών είχε εντοπιστεί ένα νεκρό άτομο μαυρόγυπα και η θνησιμότητα υπολογίσθηκε σε 0,02 μαυρόγυπες/ανεμογεννήτρια/έτος). Αναφορικά με τον χρυσαετό, στις σελ. 119 – 120 της Ε.Ο.Α., αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι ο πληθυσμός του στη χώρα μας έχει εκτιμηθεί σε 100 – 150 ζευγάρια, ότι αναφέρεται ως κινδυνεύον στο Κόκκινο Βιβλίο (και με SPEC 3) και ως σπάνιο ως προς τα ευρωπαϊκά επίπεδα απειλής, ότι αναφέρεται ως είδος χαρακτηρισμού για τη GR 1110009, ότι ο βαθμός διατήρησης (των χαρακτηριστικών του ενδιαιτήματος) του είδους στο τυποποιημένο έντυπο της Ζ.Ε.Π. αναφέρεται ως “καλός” Β, ότι με βάση βιβλιογραφία φαίνεται εντός της Ζ.Ε.Π. ή στα όριά της να εντοπίζονται 3 – 4 επικράτειες, ότι εκτός της GR 1110009 αλλά εντός της περιοχής μελέτης (σε ακτίνα 10 χλμ. από τη θέση του έργου) εντοπίζονται ακόμη δύο περιοχές φωλιών, ότι κατά τις καταγραφές πεδίου (2011, 2012, 2014) το είδος παρατηρήθηκε σε δύο περιπτώσεις εντός της ζώνης καταγραφών, οι διελεύσεις ήταν στη ζώνη Α ενώ η μία ήταν στη ζώνη υψηλού ρίσκου και ότι η ένταση της δραστηριότητας του είδους στην περιοχή έρευνας πεδίου (0,02 διελεύσεις ανά ώρα) είναι χαμηλή σε σχέση με το εύρος σε άλλα σημεία θέας και ΑΣΠΗΕ στην περιοχή της Θράκης. Περαιτέρω, στην ενότητα 6.3 της Ε.Ο.Α. με τίτλο “Αξιολόγηση σημαντικότητας επιπτώσεων” (139 επ. Ε.Ο.Α.) αναφέρονται τα εξής: “Σε ακτίνα 2km από τον υπό μελέτη ΑΣΠΗΕ δεν εντοπίζονται άλλοι ΑΣΠΗΕ … Σε λόγο μεγαλύτερη ακτίνα (3 km) εντοπίζονται 2 υφιστάμενοι ΑΣΠΗΕ στα ανατολικά … ενώ σε απόσταση μέχρι 4 km εντοπίζεται ακόμα ένας υφιστάμενος ΑΣΠΗΕ στα βόρεια … και ένας αδειοδοτημένος στα δυτικά … Τμήματα αυτών των ΑΣΠΗΕ χωροθετούνται σε επαλληλία (ο ΑΣΠΗΕ στα δυτικά σε παραλληλία αφού μεσολαβεί ακόμα μία λοφοσειρά), αλλά η συνήθης διεύθυνση διελεύσεων των πτωματοφάγων (στον ΑΣΠΗΕ Κορφοβούνι) δεν τέμνει κάθετα τον βασικό άξονα διεύθυνσης χωροθέτησης του εν λόγω ΑΣΠΗΕ (ΒΔ-ΝΑ), ενώ υπάρχουν και ελεύθερες λοφοσειρές περιμετρικά του έργου οπότε οι επιπτώσεις από φραγμούς θα είναι περιορισμένες. Εξάλλου, στην ενότητα 6.3.5. της Ε.Ο.Α. με τίτλο “Συνεργιστικές /σωρευτικές επιπτώσεις σε επίπεδο περιοχής μελέτης” (σελ. 147 επ.) αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι 3 είδη χαρακτηρισμού της Ζ.Ε.Π. (μαυρόγυπας, φιδαετός, χρυσαετός), καθώς και το όρνιο παρουσιάζουν ευαισθησία σε επιπτώσεις από χωροθετήσεις ΑΣΠΗΕ, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία και/ή οικολογική ευαισθησία και σπανιότητα, ότι ο μαυρόγυπας αναπαράγεται στην ευρύτερη περιοχή της Δαδιάς, σε μεγάλη απόσταση από τους ΑΣΠΗΕ της περιοχής μελέτης, ωστόσο κάνει μεγάλες μετακινήσεις στην ευρύτερη περιοχή για τροφοληψία και η πλειονότητα των έργων (υφιστάμενα και περιβαλλοντικά αδειοδοτημένα) στην περιοχή μελέτης εντοπίζεται εντός της ζώνης υψηλής χρήσης στη Θράκη για τα δύο είδη (σύμφωνα με τη μελέτη του WWF 2013), γι’ αυτό και εκτιμάται ότι ενδέχεται να προκύπτουν μέτριας σημαντικότητας συνεργιστικές επιπτώσεις από το σύνολο των αδειοδοτημένων και υφιστάμενων ΑΣΠΗΕ στην περιοχή μελέτης. Ο υπό μελέτη ΑΣΠΗΕ εντοπίζεται μεν εντός της ζώνης υψηλής χρήσης (WWF 2013), αλλά και για τα 2 είδη η καταγεγραμμένη δραστηριότητα ήταν περιορισμένη, οπότε εκτιμάται ότι η συνεισφορά του εν λόγω ΑΣΠΗΕ στις σωρευτικές επιπτώσεις είναι συγκριτικά χαμηλή. Το ίδιο ισχύει και για τον χρυσαετό, ο οποίος παρουσιάζει ευαισθησία σε επιπτώσεις (κυρίως προσκρούσεων), ενώ στην περιοχή της Θράκης εντοπίζεται σημαντικό τμήμα του εθνικού πληθυσμού. Από τις 5-6 επικράτειες που φαίνεται να εντοπίζονται εντός ή στις παρυφές της περιοχής μελέτης, οι 2 εντοπίζονται σε σχετικά μεγάλη εγγύτητα με αδειοδοτημένους ΑΣΠΗΕ, οπότε ενδέχεται να προκύπτουν χαμηλής/μέτριας σημαντικότητας σωρευτικές επιπτώσεις από το σύνολο των έργων. Σε σχέση με τα παραπάνω είδη σημειώνεται (σελ. 151 της Ε.Ο.Α.) ότι κατά την έρευνα του WWF στα περισσότερα υφιστάμενα Α/Π της ευρύτερης περιοχής για περιστατικά προσκρούσεων (2008-2010, ιδιαίτερα εντατική αναζήτηση τη δεύτερη χρονιά), από τα είδη ενδιαφέροντος έχουν εντοπιστεί ευρήματα από όρνια (4 ευρήματα), μαυρόγυπες (1 εύρημα), γερακαετούς (1 εύρημα) και φιδαετούς (2 ευρήματα). Στην Ε.Ο.Α. τονίζεται ότι η συνεισφορά του υπό μελέτη ΑΣΠΗΕ στις συνεργιστικές επιπτώσεις είναι περιορισμένη, ενώ οι παραπάνω παραδοχές ισχύουν μόνο στην περίπτωση που κατασκευαστούν και λειτουργήσουν όλα τα αιολικά πάρκα που λαμβάνονται υπόψη γι’ αυτές.
15. Επειδή, σε μεταγενέστερη της Ε.Ο.Α. αναφορά εργασιών πεδίου στο πλαίσιο της ορνιθολογικής παρακολούθησης στην περιοχή χωροθέτησης του ΑΣΠΗΕ Κορφοβούνι που υπεβλήθη από την εταιρεία (αριθ. πρωτ. Τμήματος Περιβάλλοντος και Υδροοικονομίας Περιφέρειας Αν. Μακεδονίας Θράκης 583/2015) με καταγραφές για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2015 στο αιολικό πάρκο Κορφοβούνι, μεταξύ των ειδών ορνιθοπανίδας που καταγράφηκαν τον Φεβρουάριο 2015 από σημεία θέας ή άλλες καταγραφές στην περιοχή έρευνας πεδίου σε ακτίνα 2 χλμ. από θέσεις των Α/Γ συγκαταλέγεται και ο μαυρόγυπας (βλ. πίνακα 3 και πρωτόκολλα καταγραφών της 6/2/2015 και 10/2/2015, βλ. επίσης σημείο 7 της υπ’ αριθ. πρωτ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης 1730/27-5-2015 απάντησης της εταιρείας στην 26/2015 επιστολή του αιτούντος). Περαιτέρω, το αιτούν προσκομίζει το 418/29-6-2017 έγγραφο του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, το οποίο εκδόθηκε σε απάντηση αιτήματος του αιτούντος για πληροφόρηση σχετικά με τις διελεύσεις ατόμων μαυρόγυπα στον ΑΣΠΗΕ στη θέση “Κορφοβούνι”. Στο εν λόγω έγγραφο αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: “ … Ο Φορέας Διαχείρισης, στο πλαίσιο υλοποίησης του προγράμματος “Προστασία και Διατήρηση της Βιοποικιλότητας Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου” του ΕΠΠΕΡΑΑ, προμηθεύτηκε οκτώ δορυφορικούς πομπούς με σκοπό την καταγραφή των μετακινήσεων ατόμων μαυρόγυπα …, έτσι ώστε να αποτυπωθούν οι βασικοί διάδρομοι μετακίνησης του είδους, οι κύριες περιοχές τροφοληψίας του κ.ο.κ. … Αυτή τη στιγμή είναι ενεργοί οι έξι από τους οκτώ πομπούς, ενώ μέχρι και τις 17.3.2017 ο αριθμός τους ήταν επτά. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί περίπου στο 5% του πληθυσμού. Οι πομποί αυτοί καταγράφουν τη θέση του πουλιού κάθε 3 λεπτά με αποτέλεσμα να παρέχουν υψηλή ακρίβεια στην αποτύπωση των διαδρόμων μετακίνησης”. Το έγγραφο συνοδεύεται από πίνακα διελεύσεων ανά ημέρα για κάθε άτομο μαυρόγυπα που φέρει δορυφορικό πομπό, σε ακτίνα 2 χλμ. από την προτεινόμενη θέση εγκατάστασης του ΑΣΠΗΕ Μαυροβούνι, από τον οποίο προκύπτει ότι από τον Νοέμβριο έτους 2016 έως τον Ιούνιο έτους 2017 από τους 6 ενεργούς πομπούς, όλα τα άτομα μαυρόγυπα που έφεραν πομπό είχαν τουλάχιστον μία διέλευση από την επίμαχη περιοχή. Συγκεκριμένα: 1 άτομο είχε διελεύσεις μία μέρα, 1 άτομο είχε διελεύσεις 2 ημέρες, 2 άτομα είχαν διελεύσεις 3 μέρες, 1 άτομο είχε διελεύσεις 4 ημέρες και 1 άτομο είχε διελεύσεις 8 ημέρες. Ακόμα, από πίνακα διελεύσεων ανά ημέρα για κάθε άτομο μαυρόγυπα και όρνιου που φέρουν δορυφορικό πομπό σε ακτίνα 2 χλμ. από τη θέση εγκατάστασης του ΑΣΠΗΕ, στο πλαίσιο του προγράμματος Life RE-Vultures, που προσκομίζει το αιτούν, προκύπτει ότι από τον Οκτώβριο έτους 2016 έως τον Ιούνιο έτους 2017, το ένα άτομο μαυρόγυπα είχε 1 διέλευση, το δεύτερο άτομο μαυρόγυπα 2 διελεύσεις και το 1 άτομο όρνιου 3 διελεύσεις. Εξάλλου, σε εφαρμογή του υπ’ αριθ. 3.51 όρου της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ, η παρεμβαίνουσα εταιρεία εκπόνησε Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης, το οποίο και επικαιροποίησε, σε συνέχεια σχετικής εισήγησης του Τμήματος Βιοποικιλότητας και Προστατευόμενων Περιοχών (αρ. πρωτ. ΥΠΕΝ/ΔΠΒΕΔΑ/8297/58/ 21.07.2017). Κατόπιν δε τούτου το επίδικο έργο περιλαμβάνει πλέον την εγκατάσταση του συστήματος αποτροπής προσκρούσεων με κάμερες υψηλής ευκρίνειας (DTBird). Το σύστημα αυτό προσφέρει με τη χρήση ειδικών καμερών και λογισμικού, τη δυνατότητα αυτόματης παύσης λειτουργίας των Α/Γ σε περίπτωση εντοπισμού πτηνού στην περιοχή καθώς και ηχητικό σύστημα αποφυγής της πρόσκρουσης.
16. Επειδή, με το δικόγραφο των προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 5 του ΕΧΠ/ΑΠΕ επί των οποίων ερείδεται η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ και οι οποίες διακρίνουν τον εθνικό χώρο σε περιοχές αιολικής προτεραιότητας (ΠΑΠ) και περιοχές αιολικής καταλληλότητας (ΠΑΚ), καθ’ ό μέρος περιλαμβάνουν στις ΠΑΠ Δήμους του τέως Ν. Έβρου και στις ΠΑΚ όλες τις περιοχές των Δήμων του τέως Ν. Έβρου με μόνο κριτήριο την ενεργειακή αποδοτικότητα, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον της περιοχής και τις ιδιαιτερότητες αυτού (τα προστατευόμενα είδη και ιδίως τον μαυρόγυπα), αντίκεινται στην αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης και στο εθνικό, ενωσιακό και διεθνές προστατευτικό καθεστώς της ορνιθοπανίδας. Προβάλλεται περαιτέρω ότι οι ως άνω διατάξεις του ΕΧΠ/ΑΠΕ αντίκεινται και στις προβλέψεις της ΣΜΠΕ που συνοδεύει το ΕΧΠ καθώς και του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου της Περιφέρειας Ανατολικής Θράκης, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τις περιβαλλοντικές ιδιαιτερότητες των περιοχών αυτών. Προβάλλεται, ακόμη , ότι ως άνω διατάξεις του ΕΧΠ/ΑΠΕ δεν θεσπίζουν γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τη χωροθέτηση έργων ΑΠΕ και ΑΣΠΗΕ, καταλείπεται δε ο έλεγχος της περιβαλλοντικής συμβατότητας κάθε έργου στο στάδιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, κατά παράβαση του άρθρου 24 παρ. 2 του Συντάγματος. Προβάλλεται, τέλος, ότι τα όρια των περιοχών που χαρακτηρίζονται ως ΠΑΠ στην ΠΕ Έβρου συμπίπτουν με τα διοικητικά όρια των Δήμων Φερών, Τραϊανούπολης, Αλεξανδρούπολης, Σουφλίου και Τυχερού, όπως τα όρια αυτά ίσχυαν το έτος 2008. Ως εκ τούτου η ρύθμιση είναι αόριστη και γενική με μόνο κριτήριο την ενεργειακή αποδοτικότητα των περιοχών αυτών και δεν περιλαμβάνει πρόβλεψη για τα όρια των περιοχών σε περίπτωση μεταγενέστερης μεταβολής των διοικητικών ορίων των δήμων.
17. Επειδή, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 6, από τις διατάξεις των ανωτέρω κοινοτικών οδηγιών 92/43/ΕΟΚ και 79/409/ΕΟΚ δεν απορρέει απόλυτη απαγόρευση εγκαταστάσεως αιολικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και Ζ.Ε.Π., το ζήτημα δε εξετάζεται κατά περίπτωση μετά από εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του συγκεκριμένου κάθε φορά υπό αδειοδότηση έργου. Ενόψει δε του ότι δεν αποκλείεται η εγκατάσταση ΑΣΠΗΕ εντός ή πλησίον των ανωτέρω περιοχών, δεν αποκλείεται, κατ’ αρχήν και εκ προοιμίου, ο χαρακτηρισμός των περιοχών αυτών ως περιοχών αιολικής προτεραιότητας, εάν τούτο δικαιολογείται από το διαθέσιμο εντός αυτών αιολικό δυναμικό. Εξάλλου, στην οικεία στρατηγική μελέτη προσδιορίζονται οι επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα από τις ρυθμίσεις του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για την χωροθέτηση των αιολικών πάρκων και η σχετική αξιολόγηση της μελέτης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η χωροθέτηση αιολικών πάρκων εντός Ζ.Ε.Π. και Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά είναι κατ’ αρχήν δυνατή, μετά από λεπτομερή μελέτη των ζητημάτων της ορνιθοπανίδας στο στάδιο των περιβαλλοντικών μελετών των συγκεκριμένων έργων, προκειμένου να προληφθούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους (ΣτΕ 47/2018, 1422/2013). Περαιτέρω, όπως κρίθηκε και με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου 1421/2013 (σκέψη 17) και 4193/2014 (σκέψη 15), κατά τα προκύπτοντα από το Ειδικό Πλαίσιο, οι περιοχές αιολικής προτεραιότητας (όπως είναι ο Νομός Έβρου) αποτελούν ευρύτερες εκτάσεις πλειόνων του ενός οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της οικείας υποστηρικτικής μελέτης, διαθέτουν αυξημένο εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό και είναι κατάλληλες για την επίτευξη των χωροταξικών στόχων του σχεδίου. Η προστασία, εξάλλου, του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος των περιοχών αυτών επιχειρείται μέσω της εφαρμογής γενικότερων κανόνων, μεταξύ των οποίων προέχουσα θέση κατέχουν οι ρυθμίσεις περί των ζωνών αποκλεισμού και ασυμβατότητας (βλ. σελ. 183 επ. της υποστηρικτικής μελέτης) και οι κανόνες που αφορούν τον προσδιορισμό της φέρουσας ικανότητάς τους, της μέγιστης, δηλαδή, δυνατότητας εγκαταστάσεως αιολικών μονάδων. Η ικανότητα αυτή αντιστοιχεί στο εν δυνάμει εκμεταλλεύσιμο δυναμικό κάθε περιοχής αιολικής προτεραιότητας, αφαιρουμένου του αιολικού δυναμικού που αντιστοιχεί στις ζώνες αποκλεισμού, ρύθμιση μέσω της οποίας λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά εκάστης εδαφικής ενότητας (σελ. 174 – 178 υποστηρικτικής μελέτης). Στη στρατηγική, εξάλλου, μελέτη, με την οποία επιχειρείται η αξιολόγηση του βαθμού, στον οποίο έχουν ενσωματωθεί οι απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας στις επιμέρους ρυθμίσεις του σχεδίου, όπως αυτές διαμορφώθηκαν κατ’ εκτίμηση των πορισμάτων της υποστηρικτικής μελέτης, αναφέρεται ρητώς ότι τα κριτήρια χωροθέτησης των αιολικών μονάδων και οι κανόνες ένταξής τους στο τοπίο, όπως, επίσης, και ο προσδιορισμός της φέρουσας ικανότητας των περιοχών αιολικής προτεραιότητας, συμβάλλουν στην εξισορρόπηση των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων του οικείου παραγωγικού κλάδου και των απαιτήσεων περιβαλλοντικής προστασίας (σελ. 60 και 61 στρατηγικής μελέτης). Και ναι μεν στη μελέτη δεν περιέχεται διακεκριμένη παρουσίαση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των περιοχών αιολικής προτεραιότητας ή των σωρευτικών επιπτώσεων των αιολικών έργων που πρόκειται να εγκατασταθούν στις εν λόγω περιοχές, πλην οι περιοχές αιολικής προτεραιότητας συνιστούν απλώς υποδιάκριση της ηπειρωτικής χώρας για τις ανάγκες εφαρμογής των κανόνων χωροθετήσεως των αιολικών εγκαταστάσεων, στη μελέτη δε γίνεται εκτενής περιγραφή της υφιστάμενης καταστάσεως του φυσικού περιβάλλοντος μέσω της αναφοράς σε συγκεκριμένους δείκτες περιβαλλοντικής αειφορίας και παρατίθενται γενικές πληροφορίες για τα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της περιοχής μελέτης (σελ. 171 επ.), εκτιμήσεις περί των ενδεχομένων επιπτώσεων της λειτουργίας των εγκαταστάσεων εκμεταλλεύσεως της αιολικής ενέργειας στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον της ηπειρωτικής, ορεινής και νησιωτικής χώρας (σελ. 245 επ. και 282 επ.) και συγκεκριμένες προτάσεις για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπισή τους (σελ. 302 επ.). Εξάλλου, στην υποστηρικτική μελέτη γίνεται εκτενής αναφορά στις ιδιομορφίες της ηπειρωτικής και της νησιωτικής χώρας, τούτο δε αποτυπώνεται και στους κανόνες περί εντάξεως των αιολικών εγκαταστάσεων στο τοπίο (βλ. σελ. 192 επ. της υποστηρικτικής μελέτης). Περαιτέρω, στο εγκριθέν με την 29310/28.7.2003 απόφαση της Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας- Θράκης (Β΄1471/9.10.2003) ορίζεται, στο κεφάλαιο 3.7. “ Χωρική διάρθρωση των βασικών δικτύων λοιπής Τεχνικής υποδομής 3.7.1. Ενέργεια” του άρθρου 3, ότι: “Η Περιφέρεια ΑΜ-Θ, λόγω των κλιματικών και των γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών της, διαθέτει περιοχές που ευνοούν την οικονομικά βιώσιμη λειτουργία αιολικών πάρκων. Ενδεικτικά αυτές είναι το νησί της Σαμοθράκης και περιοχές μεταξύ των νομών Ροδόπης και Έβρου. (212) Η αδειοδότηση ως προς τη σκοπιμότητα είναι αρμοδιότητα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ). Παρατηρείται η τάση αυξημένων αιτήσεων για χωροθετήσεις αιολικών πάρκων σε βαθμό που είναι δυνατόν να παρουσιάζονται συγκρούσεις με άλλες χρήσεις αλλά και επιβάρυνση του φυσικού περιβάλλοντος. (213) Επειδή η ανάπτυξη αυτής της μορφής ενέργειας κρίνεται ωφέλιμη για την Περιφέρεια, δεν θα ήταν δυνατόν να αποκλειστεί η εγκατάστασή τους από όλους γενικά τους χώρους προστασίας της φύσης (Natura 2000), αλλά να εξετάζεται κατά περίπτωση η χωροθέτηση. Τούτο υποδηλώνει ότι εγκαταστάσεις της κατηγορίας αυτής δεν θα ήταν συμβατές στις εσωτερικές ζώνες των περιοχών, ζώνες απολύτου προστασίας, τα τοπία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους καθώς και περιοχές αρχαιολογικών χώρων. Ιδιαίτερη σημασία στην εξέταση των χωροθετήσεων θα πρέπει να δοθεί στη σχέση των εγκαταστάσεων με υπό εξαφάνιση είδη πανίδας και ιδιαίτερα με τους διαδρόμους κίνησης αποδημητικών πτηνών.”. Οι ανωτέρω προβλέψεις του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας- Θράκης, ουδόλως αποκλείουν την εγκατάσταση αιολικών πάρκων εντός ή πλησίον περιοχών του δικτύου Natura 2000 και Ζ.Ε.Π. στην περιοχή του Έβρου αλλά προκρίνουν την κατά περίπτωση αδειοδότηση εγκατάστασης μετά από εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του συγκεκριμένου έργου. Ούτε, άλλωστε, έρχονται σε αντίθεση προς το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο, δεδομένου ότι αυτό είναι μεταγενέστερο του ανωτέρω Περιφερειακού Πλαισίου και αποβλέπει “στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού χωροθέτησης των αιολικών εγκαταστάσεων, ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή ανταπόκριση στους στόχους των εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών” (άρθρο 4 παρ. 3) όσον αφορά την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Άλλωστε, κατά το άρθρο 21 παρ. 1 του εν λόγω Ειδικού Πλαισίου “Σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 του ν. 2742/1999, τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης πρέπει να εναρμονίζονται με τις κατευθύνσεις των Ειδικών Πλαισίων, ενώ παράλληλα οφείλουν να εξειδικεύουν και να συμπληρώνουν τις επιλογές και ρυθμίσεις τους. …” (πρβλ. ΣτΕ 47/2018, 1421/2013). Τέλος, κατά τα ήδη εκτεθέντα, οι περιοχές αιολικής προτεραιότητας (όπως είναι ο Νομός Έβρου) αποτελούν ευρύτερες εκτάσεις πλειόνων του ενός οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της υποστηρικτικής μελέτης, διαθέτουν αυξημένο εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό και είναι κατάλληλες για την επίτευξη των χωροταξικών στόχων του σχεδίου. Εκ τούτου παρέπεται ότι τα όρια των περιοχών αυτών, όπως αποτυπώνονται στο Ειδικό Πλαίσιο, δεν χρησιμοποιούνται ως υφιστάμενες διοικητικές διαιρέσεις υποκείμενες σε μεταβολές αλλά χρησιμοποιούνται ως σταθερό και αμετακίνητο κριτήριο τοπικού προσδιορισμού των συγκεκριμένων εκτάσεων. Συνεπώς, οι εκτιθέμενοι στην προηγούμενη σκέψη λόγοι ακυρώσεως είναι απορριπτέοι στο σύνολό τους ως αβάσιμοι.
18. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη Α.ΕΠ.Ο. εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ και των άρθρων 5, 5Α και 5β της ΚΥΑ 37338/1807/Ε.103/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, διότι τόσο η Μ.Π.Ε. όσο και η Ε.Ο.Α. δεν προέβησαν στη δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου. Ειδικότερα, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι υπήρξε πλημμελής έρευνα πεδίου, καθόσον δεν περιλήφθηκαν στην Ε.Ο.Α. καταγραφές κινήσεων κατά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, σύμφωνα με το Παράρτημα 3.2.1 της Υ.Α. 170225/2014, η οποία θέτει τις προδιαγραφές της μελέτης Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης (Ε.Ο.Α). σε συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας, επί έργων υποκατηγορίας Α2 τα οποία υλοποιούνται εντός Ζ.Ε.Π. για την οποία δεν προβλέπονται ειδικότερες πρόνοιες προστασίας και διαχείρισης ή δεν συντρέχουν ειδικές προϋποθέσεις, όπως το επίδικο, οι έρευνες πεδίου για τη διερεύνηση της ορνιθοπανίδας διεξάγονται κατά τους εαρινούς και καλοκαιρινούς μήνες. Σε κάθε περίπτωση, από την Ε.Ο.Α. του έτους 2014 προκύπτει ότι διενεργήθηκαν καταγραφές και κατά την περίοδο της φθινοπωρινής μετανάστευσης (Αύγουστος – Νοέμβριος) και χειμερινές καταγραφές διάρκειας 9 ημερών κατά τον Δεκέμβριο του 2014 (Ε.Ο.Α. 2014 σελ. 87, 93 και 105). Περαιτέρω, η παρεμβαίνουσα εταιρεία προχώρησε σε καταγραφές κινήσεων γυπών και για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2015, η σχετική δε αναφορά (υπ’ αριθ. 583/2015) υπεβλήθη στο Τμήμα Περιβάλλοντος και Υδροοικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου τον Φεβρουάριο του 2015, ήτοι πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ και, επομένως, ελήφθη υπ’ όψιν κατά την έκδοση αυτής. Περαιτέρω, προβάλλονται οι ισχυρισμοί ότι η επιλογή των σημείων θέας ήταν ανεπαρκής, διότι κανένα από τα δύο σημεία θέασης του έτους 2014 δεν καλύπτει τη βορεινή πλευρά και ότι δεν τηρήθηκε ο ελάχιστος χρόνος των 3 ωρών ημερήσιας παρατήρησης. Ο ισχυρισμοί αυτοί είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Τούτο δε διότι, σύμφωνα με το Παράρτημα 3.2.1 της Υ.Α. 170225/2014, η οργάνωση της έρευνας πεδίου απόκειται στην επιστημονική κρίση του μελετητή βάσει των κριτηρίων που θέτει το ως άνω παράρτημα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, για τις καταγραφές των ειδών ορνιθοπανίδας χρησιμοποιήθηκαν οι μέθοδοι “Vantage Point Counts” (παρατήρηση από σημεία θέας) και “Line τransects” (γραμμικές διατομές). Οι μέθοδοι αυτές χαρακτηρίζονται ως βαρύνουσας σημασίας τόσο από το Scottish National Heritage όσο και από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (Ε.Ο.Α. 2014 σελ 88, 89 και 90). Όπως δε προκύπτει από την Ε.Ο.Α. 2014 (χάρτης 1 Παραρτήματος ΙΙΙ) η θέαση της βορεινής και βορειοδυτικής πλευράς του έργου καλύφθηκε από τουλάχιστον δύο (2) σημεία κατά τα έτη 2011- 2012 (Κ01 και Κ02) ενώ το σημείο θέασης Κ04 του έτους 2014 βρίσκεται στο κέντρο της περιοχής έρευνας πεδίου. Εξάλλου, στην Υ.Α. 170225/2014 δεν τίθεται ελάχιστος χρόνος ημερήσιας παρατήρησης αλλά χρονικό πλαίσιο 10 έως 30 ημερών εντός του οποίου πρέπει να λαμβάνουν χώρα οι καταγραφές. Στη συγκεκριμένη δε περίπτωση οι εργασίες πεδίου διήρκεσαν 30 ημέρες κατά την περίοδο 2011-2012 και 45 ημέρες κατά την περίοδο 2014 και, συνολικά, περίπου 223 ώρες (Ε.Ο.Α. 2014 σελ. 91). Εξάλλου, ο ισχυρισμός ότι η υπ’ αριθ. ΗΠ 2939/161/11.9.2015 γνωμοδότηση του Τμήματος Βιοποικιλότητας και Προστατευόμενων χώρων ΥΠΑΠΕΝ, δεν παραθέτει κρίσιμα για την αξιολόγησή της στοιχεία σχετικά με την αυτοψία στην οποία προέβη η εν λόγω υπηρεσία (ημερομηνία διενέργειας, διάρκεια, μεθοδολογία) είναι απορριπτέος, προεχόντως, διότι το αιτούν δεν προβάλλει ότι οι ως άνω ελλείψεις παραβιάζουν συγκεκριμένες διατάξεις, σε κάθε δε περίπτωση η γνωμοδότηση αυτή δεν αποτελεί το μόνο ή το κύριο αιτιολογικό έρεισμα της ΑΕΠΟ. Προβάλλεται, περαιτέρω, ότι η Ε.Ο.Α. δεν εκτίμησε επαρκώς τις επιπτώσεις του έργου ως προς τον μαυρόγυπα που αναπαράγεται στο Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου (σε απόσταση 7,5 χλμ., κατά δε τη δικαιούχο εταιρεία σε απόσταση 10 χλμ), ως πτωματοφάγο δε είδος αναζητεί την τροφή του σε εκτάσεις απομακρυσμένες από το σημείο φωλεασμού του. Η επίμαχη θέση υπάγεται, κατά το αιτούν, στη ζώνη υψηλής χρήσης και ζωτικής σημασίας του μαυρόγυπα, που, αποτελεί, μεταξύ άλλων αρπακτικών, είδος χαρακτηρισμού της Ζ.Ε.Π. αλλά και κινδυνεύον ευρωπαϊκό είδος παγκοσμίου ενδιαφέροντος, με περιορισμένη εξάπλωση τοπικά, μικρό πληθυσμό και χαμηλό ρυθμό αναπαραγωγής. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Και τούτο διότι από τα εκτεθέντα στις σκέψεις 14 και 15 προκύπτει ότι η Ε.Ο.Α., σε συνδυασμό και με την μεταγενέστερη της Ε.Ο.Α. αναφορά εργασιών πεδίου 582/2015, προέβησαν στη δέουσα εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων του έργου επί του συγκεκριμένου είδους, κατά τα προβλεπόμενα στην οικεία κοινοτική και εθνική νομοθεσία. Ειδικότερα: α) Η Ε.Ο.Α. προέβη σε συσχέτιση του είδους με τους στόχους διατήρησης της περιοχής, καθόσον ο βαθμός διατήρησης των χαρακτηριστικών του ενδιαιτήματος του μαυρόγυπα χαρακτηρίζεται, βάσει των στοιχείων του ΥΠΕΚΑ, Νοεμβρίου 2012, ως “καλός”, και το καθεστώς παρουσίας του χαρακτηρίζεται ως “συγκέντρωση”, δηλαδή όχι ως “αναπαραγωγή” ή “διαχείμαση” (Ε.Ο.Α. 2014 σελ. 72, 75 και 76). β) Η Ε.Ο.Α. 2014 και η αναφορά εργασιών πεδίου 583/2015 προέβησαν σε λεπτομερή ανάλυση καταγραφών πεδίου και παράθεση δευτερογενών δεδομένων από άλλες πηγές (βλ. Ε.Ο.Α. σελ. 113). γ) Η Ε.Ο.Α. 2014 προέβη σε αξιολόγηση της σημαντικότητας των επιπτώσεων εκτίμησε δε τη σημαντικότητα αυτή από “χαμηλή” ως “μέτρια” (Ε.Ο.Α. 2014 σελ. 140 – 144) ενόψει των καταγεγραμμένων διελεύσεων του μαυρόγυπα, του δεδομένου ότι το είδος δεν φωλεάζει στην περιοχή του έργου και του μικρού μεγέθους του έργου. δ) Η Ε.Ο.Α. προτείνει συγκεκριμένα μέτρα αντιμετώπισης (σελ. 160), τα οποία υιοθετεί η Α.Ε.Π.Ο. (όρος 3.51). Στα μέτρα δε αυτά προέχοντα ρόλο ασκεί η εγκατάσταση, σε εφαρμογή του υπ’ αριθ. 3.51 όρου της προσβαλλόμενης Α.Ε.Π.Ο., του συστήματος αποτροπής προσκρούσεων με κάμερες υψηλής ευκρίνειας (DTBird). Το σύστημα αυτό προσφέρει με τη χρήση ειδικών καμερών και λογισμικού, τη δυνατότητα αυτόματης παύσης λειτουργίας των Α/Γ σε περίπτωση εντοπισμού πτηνού στην περιοχή καθώς και ηχητικό σύστημα αποφυγής της πρόσκρουσης. Ενόψει των ανωτέρω είναι απορριπτέοι και οι ισχυρισμοί ότι η Α.Ε.Π.Ο. περιλαμβάνει όρους οι οποίοι εκφράζουν ανοχή ή αποδοχή της ενδεχόμενης θανάτωσης προστατευόμενων πτηνών, κατά παράβαση του άρθρου 5 της Οδηγίας 2009/147/ΕΟΚ, ότι οι όροι για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων είναι ανεπαρκείς, μη ακριβείς, μη δεσμευτικοί και μη ελέγξιμοι, όπως ο όρος για την εφαρμογή αυτοματοποιημένου ή χειροκίνητου συστήματος παύσης λειτουργίας των Α/Γ., καθώς και ότι η Α.Ε.Π.Ο. προβλέπει την εκπόνηση Προγράμματος Περιβαλλοντικής Παρακολούθησης εκ του οποίου συνάγεται ότι πάσχει από έλλειψη προηγούμενης ολοκληρωμένης, και τεκμηριωμένης αξιολόγησης των επιπτώσεων του έργου κατά παράβαση των αρχών της πρόληψης και προφύλαξης. Προβάλλεται, εξάλλου, ότι τόσο η Μ.Π.Ε. όσο και η Ε.Ο.Α. δεν προβαίνουν σε ουσιαστική καταγραφή και εκτίμηση των σωρευτικών επιπτώσεων από τη λειτουργία του επίδικου έργου από κοινού με τα άλλα έργα που απαντώνται στην περιοχή μελέτης και κυρίως τους αδειοδοτημένους ΑΣΠΗΕ (11 στο σύνολό τους). Κατά τα ήδη εκτεθέντα στη σκέψη 14, στην ενότητα 6.3 της Ε.Ο.Α. γίνεται συσχετισμός του επίδικου έργου με τους υφιστάμενους ΑΣΠΗΕ της περιοχής και της σχετικής με αυτούς θέσης του (επάλληλη και παράλληλη), γίνεται αναφορά στη συνήθη διεύθυνση διελεύσεων των πτωματοφάγων σε σχέση με τον βασικό άξονα διεύθυνσης χωροθέτησης έργου και αξιολογείται η ύπαρξη ελεύθερων λοφοσειρών περιμετρικά του έργου. Εξάλλου, στην ενότητα 6.3.5. της Ε.Ο.Α. αξιολογείται η ευαισθησία των 3 ειδών χαρακτηρισμού της Ζ.Ε.Π. (μαυρόγυπας, φιδαετός, χρυσαετός), καθώς και του όρνιου σε χωροθετήσεις ΑΣΠΗΕ, εκτιμάται ότι ο μαυρόγυπας αναπαράγεται στην ευρύτερη περιοχή της Δαδιάς, σε μεγάλη απόσταση από τους ΑΣΠΗΕ της περιοχής μελέτης, ωστόσο κάνει μεγάλες μετακινήσεις στην ευρύτερη περιοχή για τροφοληψία και ότι η πλειονότητα των έργων (υφιστάμενα και περιβαλλοντικά αδειοδοτημένα) στην περιοχή μελέτης εντοπίζεται εντός της ζώνης υψηλής χρήσης στη Θράκη για τα δύο είδη μαυρόγυπα και φιδαετού (σύμφωνα με τη μελέτη του WWF 2013). Περαιτέρω, σημειώνεται ότι ο υπό μελέτη ΑΣΠΗΕ εντοπίζεται μεν εντός της ζώνης υψηλής χρήσης αλλά και για τα 2 είδη η καταγεγραμμένη δραστηριότητα ήταν περιορισμένη, οπότε εκτιμάται ότι η συνεισφορά του εν λόγω ΑΣΠΗΕ στις σωρευτικές επιπτώσεις είναι συγκριτικά χαμηλή. Το ίδιο ισχύει και για τον χρυσαετό, ο οποίος παρουσιάζει ευαισθησία σε επιπτώσεις (κυρίως προσκρούσεων), ενώ στην περιοχή της Θράκης εντοπίζεται σημαντικό τμήμα του εθνικού πληθυσμού. Περαιτέρω, γίνεται αναφορά στα περιστατικά προσκρούσεων στην ευρύτερη περιοχή βάσει έρευνας του WWF τα έτη 2008-2010. Εκτιμάται, τέλος, ότι η συνεισφορά του υπό μελέτη ΑΣΠΗΕ στις συνεργιστικές επιπτώσεις είναι περιορισμένη, ενώ οι παραπάνω παραδοχές ισχύουν μόνο στην περίπτωση που κατασκευαστούν και λειτουργήσουν όλα τα αιολικά πάρκα που λαμβάνονται υπόψη γι’ αυτές. Ενόψει των ανωτέρω το Δικαστήριο κρίνει ότι η Διοίκηση προέβη σε επαρκή αξιολόγηση των συνεργιστικών και σωρευτικών επιπτώσεων από τη λειτουργία του επίδικου έργου από κοινού με τα άλλα έργα που απαντώνται στην περιοχή μελέτης. Επισημαίνει, πάντως, ότι, από τα στοιχεία που προσκομίστηκαν, προκύπτει ότι στην περιοχή της Π.Α.Π. 1 νομών Έβρου και Ροδόπης, όπου θα εγκατασταθεί το επίδικο έργο, το σύνολο των εγκατεστημένων Α/Γ ανέρχεται σε 253, οι οποίες αντιστοιχούν σε 185,91 τυπικές ανεμογεννήτριες. Οι εν λόγω 253 ανεμογεννήτριες αναλύονται ως εξής: 36 Α/Γ αιολικών σταθμών συνολικής ισχύος 87,60 MW που διαθέτουν Α.Ε.Π.Ο. και αναπτύσσονται εντός της ΠΑΠ (χωρίς άδεια εγκατάστασης και άδεια λειτουργίας). 30 Α/Γ αιολικών σταθμών συνολικής ισχύος 70,20 MW που διαθέτουν Α.Ε.Π.Ο. και άδεια εγκατάστασης και αναπτύσσονται εντός της ΠΑΠ. 187 Α/Γ αιολικών σταθμών συνολικής ισχύος 270,70 MW που διαθέτουν Α.Ε.Π.Ο., άδεια εγκατάστασης αλλά και άδεια λειτουργίας και αναπτύσσονται εντός της ΠΑΠ. Σύμφωνα δε με τις προβλέψεις του Ειδικού Πλαισίου το αιολικό δυναμικό της περιοχής προσδιορίζεται σε 538 ανεμογεννήτριες, και η φέρουσα ικανότητα της εν λόγω περιοχής προσδιορίζεται σε 480 τυπικές ανεμογεννήτριες. Η ως άνω κρίση του Δικαστηρίου αφορά την εκτίμηση των συνεργιστικών και σωρευτικών επιπτώσεων του επίδικου έργου με το συγκεκριμένο μέγεθος και χαρακτηριστικά. Δεν προδικάζει, όμως, την κρίση του Δικαστηρίου επί των αντίστοιχων εκτιμήσεων άλλων μεταγενέστερων Α.Ε.Π.Ο. και Ε.Ο.Α. αιολικών πάρκων στην ίδια περιοχή. Προβάλλεται, τέλος, ότι η Ε.Ο.Α., κατά παράβαση των αρχών της πρόληψης και προφύλαξης και των σχετικών διατάξεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας (άρθρο 5Β παρ. 3 της Υ.Α. 37338/1807/ Ε103/10), δεν καθόρισε περιμετρική ζώνη προστασίας του χρυσαετού. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, εφόσον, όπως προκύπτει από την Ε.Ο.Α. 2014, από τις μελέτες πεδίου και τα διαθέσιμα δεδομένα δεν προκύπτει η ύπαρξη φωλεάς ή αποικίας χρυσαετού ή άλλου είδους εκ των αναφερομένων στο άρθρο 5Β παρ. 3 της ΚΥΑ 37338/1807/Ε103/10 σε εγγύτητα με την περιοχή του έργου. Ειδικότερα, ως προς τον μαυρόγυπα η Ε.Ο.Α. αναφέρει ότι η τελευταία αποικία μαυρόγυπα στα Βαλκάνια βρίσκεται στη Δαδιά σε απόσταση μεγαλύτερη των 20 χλμ. από την περιοχή χωροθέτησης (Ε.Ο.Α. 2014 σελ. 112, 159), ενώ ως προς τον χρυσαετό ότι εντός της Ζ.Ε.Π. εντοπίζονται 3-4 επικράτειες (η πλησιέστερη σε απόσταση περίπου 9 χλμ.) και εκτός της Ζ.Ε.Π. αλλά εντός της περιοχής μελέτης εντοπίζονται 2 περιοχές φωλιών σε απόσταση 7,5 έως 8,5 χλμ. βορειοδυτικά και βορειοανατολικά. Συνεπώς, ο μη καθορισμός περιμετρικής ζώνης αποκλεισμού από φωλιές ή αποικίες χρυσαετού ή άλλου είδους παρίσταται, ενόψει του μεγέθους και των τεχνικών χαρακτηριστικών του έργου, των θέσεων και του πλήθους φωλιών των εν λόγω ειδών, αλλά και της σημασίας των αποικιών, και δη εκείνης του μαυρόγυπα, επαρκώς αιτιολογημένη.
19. Επειδή, από τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη προκύπτει ότι οι λόγοι ακυρώσεως που αφορούν τις Ε.Ο.Α. και Μ.Π.Ε. είναι απορριπτέοι με την παρατεθείσα για καθένα από αυτούς αιτιολογία. Και τούτο ανεξαρτήτως του εάν οι επισημαινόμενες με τους λόγους αυτούς παραλείψεις, και αληθείς υποτιθέμενες, θα μπορούσαν να οδηγήσουν όλες αναγκαίως σε ακύρωση της προσβαλλόμενης Α.Ε.Π.Ο. ή του εάν οι λόγοι αυτοί προβάλλονται παραδεκτώς το πρώτον ενώπιον του Δικαστηρίου με την αίτηση ακυρώσεως. Τούτο δε ενόψει του ότι οι λόγοι αυτοί αφορούν τη διαδικασία που τηρήθηκε για την σύνταξη των Ε.Ο.Α και Μ.Π.Ε. ή την ορθότητα τεχνικών και επιστημονικών εκτιμήσεων που περιέχονται στις μελέτες αυτές, η ορθότητα, όμως, των οποίων δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, όπως σε τέτοιο έλεγχο δεν μπορεί να υποβληθούν ούτε στοιχεία προσκομιζόμενα το πρώτον στο Δικαστήριο προς ανατροπή των περιεχομένων στις ως άνω μελέτες εκτιμήσεων. Εξάλλου, οι εν λόγω μελέτες είχαν υποβληθεί στη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης, κατά την οποία μπορούσαν και έπρεπε να έχουν υποβληθεί στη Διοίκηση αντιρρήσεις όπως οι ανωτέρω, ώστε τόσο η Διοίκηση όσο και οι μελετητές να έχουν τη δυνατότητα να τις λάβουν υπόψη και, ενδεχομένως, να προβούν στις αναγκαίες ενέργειες για να διορθωθούν ενδεχόμενες πλημμέλειες στην ακολουθηθείσα διαδικασία πριν από τη σύνταξη του τελικού κειμένου των μελετών και την έκδοση της τελικής αποφάσεως περί εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή και λειτουργία του επιμάχου έργου. Τούτο, θα συντελούσε τόσο στην, τυχόν, πληρέστερη περιβαλλοντική προστασία, όσο και στην ταχύτερη διεκπεραίωση της διαδικασίας αδειοδοτήσεως του εν λόγω έργου, όπως επιβάλλεται και από τις διατάξεις του άρθρου 13 της οδηγίας 2009/28/ΕΚ, η οποία θέτει, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 4, συγκεκριμένους δεσμευτικούς στόχους ως προς το μερίδιο συμμετοχής της παραγόμενης από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, τους οποίους υποχρεούται (με εξαίρεση την περίπτωση ανωτέρας βίας, κατά το άρθρο 5 παρ. 2 της ως άνω οδηγίας) κάθε κράτος μέλος να εκπληρώσει έως το έτος 2020 (βλ. ΣτΕ 47/2018).
20. Επειδή, κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να γίνουν δεκτές οι ασκηθείσες παρεμβάσεις, ενώ κατ’ εκτίμηση των συνθηκών της υποθέσεως, πρέπει να απαλλαγεί το αιτούν από τη δικαστική δαπάνη.