ΣτΕ 2594/2014 [Τροποποίηση μηχανολογικής μελέτης και νομιμοποίηση σωλήνων αποχετεύσεως και ομβρίων]
Περίληψη
-Η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι νόμιμη διότι, εφ’ όσον σύμφωνα με την οικοδομική άδεια 1344/2002, όπως αναθεωρήθηκε, η επίμαχη οικοδομή τοποθετείται στο πλάγιο όριο του οικοπέδου, και όχι σε απόσταση Δ από αυτό, μεταξύ του ορίου και της οικοδομής επιτρέπεται μόνο αντισεισμικός αρμός με το εύρος που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις, απαγορεύεται δε οποιαδήποτε άλλη κατασκευή, είτε εντός είτε εκτός του σεισμικού αρμού. Πάντως η τοποθέτηση των επίμαχων σωληνώσεων μεταξύ του ορίου του οικοπέδου και του εξωτερικού τοίχου της οικοδομής των παρεμβαινόντων είναι παράνομη.
-Η προσβαλλόμενη πράξη, καθ’ ο μέρος με αυτήν τροποποιήθηκε η οικοδομική άδεια 1344/2002, όπως αναθεωρήθηκε, και νομιμοποιήθηκαν οι επίμαχες σωληνώσεις, είναι παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί για τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο ακυρώσεως, όλοι δε οι ισχυρισμοί των παρεμβαινόντων με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, ενώ οι ισχυρισμοί με τους οποίους προβάλλεται ότι σε περίπτωση ακυρώσεως η τοποθέτηση των επίμαχων σωληνώσεων στο εσωτερικό της οικοδομής, σύμφωνα με την οικοδομική άδεια 1344/2002, θα είναι δυσχερής, ότι το σχετικό κόστος είναι υψηλό και ότι τα χρησιμοποιηθέντα υλικά είναι καλής ποιότητας, είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, διότι και αληθείς υποτιθέμενοι δεν κωλύουν την εφαρμογή των κρίσιμων διατάξεων.
Πρόεδρος: Αγγ. Θεοφιλοπούλου
Εισηγητής: Θ. Αραβάνης
Δικηγόροι: Π. Χασάπης, Φ. Χατζηφώτης, Θ. Χρόνης, Α. Χρόνης
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την οικοδομική άδεια 1344/20.12.2002 της Πολεοδομίας Καπανδριτίου της Ν.Α. Ανατολικής Αττικής, όπως αναθεωρήθηκε με τις 53/2003 και 463/2004 πράξεις αναθεώρησης, επετράπη στον Θ. Χρόνη η ανέγερση διώροφης οικοδομής με υπόγειο στην οδό Καλλιόπης 6 της περιοχής «Φασίδερι» της Κοινότητας Άνοιξης Αττικής. Στη συνέχεια, με την οικοδομική άδεια 247/26.5.2010 της ίδιας υπηρεσίας, επετράπη η «τροποποίηση μέρους της μηχανολογικής μελέτης» της ανωτέρω οικοδομικής άδειας, όπως αναθεωρήθηκε, και η νομιμοποίηση, κατ’ άρθρο 22 παρ. 3 του ΓΟΚ (ν. 1577/1985), μεταξύ άλλων, σωληνώσεων αποχέτευσης και ομβρίων που είχαν τοποθετηθεί στην ανατολική πλάγια όψη της εν λόγω οικοδομής. Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα, φερόμενη ως ιδιοκτήτρια όμορου ακινήτου, ζητεί την ακύρωση της τελευταίας οικοδομικής άδειας.
- Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. θ΄ του ν. 702/1977 (Α΄ 268), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2944/2001 (Α΄ 222), η υπόθεση ανήκει στην αρμοδιότητα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Δεδομένου, όμως, ότι κατά την ίδια δικάσιμο εκδικάσθηκε συναφής αίτηση ακυρώσεως του Θ. Χ. (υπ’ αριθ. Ε 1836/2008), η οποία αφορά σε απομάκρυνση ως επικίνδυνων από άποψη υγιεινής των επίμαχων σωληνώσεων και η οποία ανήκει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, συντρέχει ειδικός λόγος, συνιστάμενος στην οικονομία της δίκης, να διακρατηθεί η παρούσα υπόθεση και να εκδικασθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, σύμφωνα με το άρθρο 34 παρ. 1 του ν. 1968/1991 [(Α΄ 150), πρβλ. ΣΕ 1738/2012, 2215/2008, 2996 – 7/2007 κ.ά.].
- Επειδή, εν όψει του χρόνου συζητήσεως της υποθέσεως, νομίμως παρέστη ως καθ’ ης διάδικος η Περιφέρεια Αττικής, η οποία υπεισήλθε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της Ν. Α. Ανατολικής Αττικής, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 283 παρ. 2 του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), όπως η παράγρ. αυτή τροποποιήθηκε με το άρθ. 49 παρ. 4 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) και ίσχυε πριν την τροποποίησή της με το άρθ. 6 παρ. 13 του ν. 4071/2012 (Α΄ 85/11.4.2012).
- Επειδή, με έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν στη δίκη, με κοινό δικόγραφο, ο Θεόδ. Χρόνης και η Μιράντα-Αθηνά, σύζυγος Αντωνίου Χρόνη, φερόμενοι ως ψιλός κύριος και επικαρπώτρια της επίμαχης οικοδομής, αντιστοίχως.
- Επειδή, η αιτούσα, φερόμενη ως ιδιοκτήτρια όμορου ακινήτου και προβάλλουσα ότι βλάπτεται από τις επίμαχες κατασκευές, ασκεί με έννομο συμφέρον την κρινόμενη αίτηση. Εξ άλλου, η αίτηση, κατατεθείσα την 56η ημέρα από την έκδοση της προσβαλλομένης, είναι εμπρόθεσμη.
- Επειδή, ο Κώδικας Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας – Κ.Β.Π.Ν. [π.δ. της 14-27.7.1999 (Δ΄ 580)] στο άρθρο 329, που αποδίδει, μεταξύ άλλων, το άρθ. 22 παρ. 1 του ΓΟΚ 1985 [ν. 1577/85 (Α΄ 210)], ορίζει ότι «1. Για την εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας δόμησης, γενικά οποιωνδήποτε κατασκευών και εγκαταστάσεων που προβλέπονται από το παρόν κωδικοποιητικό διάταγμα και για την κοπή δένδρων, σε οικόπεδο ή γήπεδο εντός ή εκτός σχεδίου πόλεως, από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, απαιτείται προηγουμένως έγγραφη άδεια (οικοδομική άδεια). ….», στο δε άρθρο 381, το οποίο αποδίδει τα άρθρα 5 παρ. 2 και 22 παρ. 3 πλην τελ. εδαφίου και 4 του ΓΟΚ 1985 και 21 παρ. 5 του ν. 1790/88 (Α΄ 134), ορίζει ότι : «1. Κάθε κατασκευή που εκτελείται: α) χωρίς την άδεια του άρθρου 329 παρ. 1 ή, β) καθ` υπέρβαση της αδείας ή γ) με βάση άδεια που ανακλήθηκε ή δ) κατά παράβαση των σχετικών διατάξεων είναι αυθαίρετη και υπάγεται στις σχετικές για τα αυθαίρετα διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου. Σε περίπτωση αυθαίρετης κατά το προηγούμενο εδάφιο κατασκευής, η οποία όμως δεν παραβιάζει τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο του ελέγχου της από την πολεοδομική υπηρεσία, ειδοποιούνται εγγράφως οι υπόχρεοι για την καταβολή του προστίμου που αναφέρεται στην παρ. 4 του επόμενου άρθρου 382 να μεριμνήσουν, ώστε να υποβληθούν τα απαραίτητα στοιχεία και δικαιολογητικά σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις για να εκδοθεί ή αναθεωρηθεί τυχόν ισχύουσα οικοδομική άδεια μέσα σε δύο μήνες από τη λήψη της ειδοποίησης. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, η κατασκευή υπάγεται στις διατάξεις του επόμενου άρθρου. Αν η άδεια εκδοθεί ή αναθεωρηθεί μέσα στην παραπάνω προθεσμία, επιβάλλονται μόνο τα πρόστιμα που προβλέπονται στην παρ. 2 του επόμενου άρθρου. Στην τελευταία αυτή περίπτωση το πρόστιμο διατήρησης επιβάλλεται για το διάστημα από τότε που κατά την κρίση της αρμόδιας πολεοδομικής υπηρεσίας άρχισε η ανέγερση κατασκευής έως την έκδοση ή αναθεώρηση της οικοδομικής άδειας. … 2. Κάθε αλλαγή της χρήσης κτιρίου ή τμήματός του κατά παράβαση της παρ. 5 του άρθρου 329 είναι αυθαίρετη. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παρ. 2 του επόμενου άρθρου, μόνο για την επιβολή του προστίμου. Αν για την αλλαγή της χρήσης έχουν εκτελεστεί δομικές κατασκευές, εκτός από την επιβολή προστίμου διατάσσεται και η κατεδάφιση τους.». Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι μία συγκεκριμένη κατασκευή, η οποία δεν παραβιάζει τις πολεοδομικές διατάξεις, έχει εκτελεσθεί καθ’ υπέρβαση οικοδομικής αδείας και έχει κηρυχθεί για το λόγο αυτό αυθαίρετη, η νομιμοποίησή της μπορεί να γίνει μόνον με αναθεώρηση της άδειας, αν συντρέχουν οι κατά νόμο απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις. (ΣΕ 4894/2013, 1010/2001, 180/1995, πρβλ. ΣΕ 2127/2006).
- Επειδή, εξ άλλου, ο ΓΟΚ 1985 στο άρθρο 9 (άρθ. 250 του Κ.Β.Π.Ν.), ορίζει τα εξής: «1. [όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθ. 7 παρ. 1 του ν. 2831/2000 (Α΄ 140)]: Το κτίριο τοποθετείται ελεύθερα μέσα στο οικόπεδο. Όπου το κτίριο δεν εφάπτεται με τα πίσω και πλάγια όρια του οικοπέδου, αφήνεται απόσταση Δ = 3+0,10Η (όπου Η το πραγματοποιούμενο ύψος του κτιρίου σε περίπτωση που εξαντλείται ο συντελεστής δόμησης, ή το μέγιστο επιτρεπόμενο σε περίπτωση που δεν εξαντλείται ο συντελεστής αυτός, ή αυτά στο οποίο προβλέπεται να εξαντληθεί μελλοντικά ο συντελεστής δόμησης, όπως απεικονίζεται στο διάγραμμα κάλυψης της οικοδομικής άδειας, ή το προβλεπόμενο σε περίπτωση μελλοντικής μεταφοράς συντελεστή δόμησης σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για τη μεταφορά συντελεστή δόμησης). …». Στο δε άρθρο 28 παρ. 3 του ΓΟΚ, όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε με το άρθ. 23 παρ. 2 του ν. 2831/2000, ορίζεται ότι: «3. Σε οικισμούς χωρίς εγκεκριμένο σχέδιο, από τις διατάξεις του πολεοδομικού κανονισμού εφαρμόζονται: Τα άρθρα 2, 3, 4, 5, το άρθρο 7, πλην της παρ. 1Βι, το άρθρο 8 παρ. 3, το άρθρο 9 παρ. 1 και 4, με τη διευκρίνιση ότι η αναφερόμενη σε αυτές απόσταση Δ ορίζεται σε 2,5 μ. ανεξάρτητα από το ύψος, και οι παράγραφοι 9 και 10, το άρθρο 11, το άρθρο 17, το άρθρο 18, όπου δεν ορίζεται διαφορετικά από τις αντίστοιχες ειδικές διατάξεις, και τα άρθρα 19, 21, 22, 23 και 25».
- Επειδή, περαιτέρω, ο Κτιριοδομικός Κανονισμός [3046/ 304/30.1.1989 απόφαση του Αν. Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Δ΄ 59), όπως τροποποιήθηκε με τις αποφάσεις του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. 18738/134/1990 (Δ΄ 160) και 10256/1926/1997 (Δ΄ 329)] στο άρθρο 5 (άρθ. 348 του Κ.Β.Π.Ν.) ορίζει ότι «… 3.6. Σε περίπτωση ανέγερσης νέου κτιρίου τηρείται απόσταση από γειτονικά κτίρια (του ιδίου ή των ομόρων οικοπέδων), τέτοια ώστε αυτό να μη δέχεται ή να μεταβιβάζει φορτία σε κτίρια, που υπάρχουν ή που πρόκειται να ανεγερθούν. Ο κενός χώρος μεταξύ των κτιρίων αποτελεί σεισμικό αρμό, όταν κατασκευάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου σε συνδυασμό με τις σχετικές διατάξεις του Νέου Ελληνικού Αντισεισμικού Κανονισμού (ΝΕΑΚ), που εγκρίθηκε με την Υπουργική απόφαση … Δ17α/08/32/ΦΝ 275/30.9.1992 (Β΄ 613/12.10.1992), όπως ισχύει. Για τον σεισμικό αρμό ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις: αα. Ο σεισμικός αρμός δεν πρέπει να δημιουργεί προβλήματα λειτουργικότητας, μονώσεων, υγιεινής, στατικής επάρκειας και δουλείας ως προς τη διαμόρφωση του στατικού φορέα των γειτονικών κτιρίων, ιδίως όταν αυτά ανήκουν σε άλλους ιδιοκτήτες. ββ. Ο σεισμικός αρμός πλήρους διαχωρισμού, του εδαφίου 3 της παρ. 4.1.7.2 του ΝΕΑΚ εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις προστασίας γειτονικών κτιρίων, ενώ οι περιπτώσεις προστασίας με την κατασκευή τοιχωμάτων-προσκρουστήρων ή με την τήρηση αποστάσεων ανάλογα με τον αριθμό των ορόφων, όπως περιγράφονται αντίστοιχα στα εδάφια 4 και 5 της παρ. 4.1.7.2 του ΝΕΑΚ, εφαρμόζονται μόνο όταν τα κτίρια (παλαιό και νέο) ανήκουν στον ίδιο ιδιοκτήτη, ο οποίος έχει και την ευθύνη δόμησης των δύο κτηρίων, ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής των παραπάνω διατάξεων του ΝΕΑΚ. γγ. … δδ. … εε. Όταν υπάρχει κτίριο στο όριο ομόρων οικοπέδων, το ελάχιστο εύρος του σεισμικού αρμού πλήρους διαχωρισμού υπολογίζεται για τη σεισμική μετακίνηση και των δύο κτιρίων, όπως ορίζεται στο εδάφιο 3 της παρ. 4.1.7.2 του ΝΕΑΚ και διαμορφώνεται εξ ολοκλήρου στο οικόπεδο του νέου κτιρίου. Σε καμία περίπτωση η απόσταση του νέου κτηρίου, από το όριο των ομόρων οικοπέδων δεν πρέπει να είναι μικρότερη από το εύρος Δν, όπου Δν είναι η μέγιστη σεισμική μετακίνηση του νέου κτιρίου. στστ. Όταν δεν υπάρχει κτίριο στο όριο ομόρων οικοπέδων, το νέο κτίριο απέχει από το όριο απόσταση τουλάχιστον ίση με το εύρος Δν της μέγιστης σεισμικής μετακίνησής του. ζζ… ζ… η…. θ) Με δαπάνες και επιμέλεια του τελευταίου οικοδομούντος το κενό μεταξύ των κτιρίων, φράσσεται απ’ όλες τις πλευρές με υλικά μικρότερης αντοχής από αυτά του φέροντα οργανισμού των κτιρίων, και λαμβάνονται όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγονται ρύπανση, μετάδοση υγρασίας ή άλλες οχλήσεις. ι) Το κενό μεταξύ δύο κτιρίων, που υπερβαίνει το διπλάσιο του ελάχιστα απαιτούμενου εύρους του σεισμικού αρμού, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού αυτού, δεν θεωρείται σεισμικός αρμός». Ο δε Νέος Αντισεισμικός Κανονισμός [απόφ. Δ17α/08/32/ΦΝ 275/1992 του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Β΄ 613)], στον οποίο παραπέμπει ο Κτιριοδομικός Κανονισμός, αντικαταστάθηκε με τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό [ΕΑΚ – απόφ. Δ17α/141/3/ΦΝ 275/15-20.12.1999 του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Β΄ 2184)], ο οποίος άρχισε να εφαρμόζεται από 30.6.2001 [απόφ. Δ17α/160/5/ΦΝ 429/11-22.12.2000 του ίδιου Υπουργού (Β΄ 1564)] και ο οποίος στο αντίστοιχο άρθρο 4.1.7.2. «Επαφή με Γειτονικά Κτίρια», ορίζει τα εξής: «[1] Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα προστασίας, τόσο του υπό μελέτη όσο και του υφιστάμενου κτιρίου, από δυσμενείς συνέπειες προσκρούσεων κατά τη διάρκεια της σεισμικής απόκρισης. [2] Οι συνέπειες μπορεί να είναι ιδιαίτερα δυσμενείς όταν υπάρχει πιθανότητα εμβολισμού υποστυλωμάτων του ενός κτιρίου από πλάκες ή άλλα στοιχεία του παρακειμένου. Στην περίπτωση αυτή προστατευτικό μέτρο είναι η πρόβλεψη σεισμικού αρμού πλήρους διαχωρισμού. [3] Αν δεν γίνει ακριβέστερος υπολογισμός ο σεισμικός αρμός πλήρους διαχωρισμού μπορεί να έχει εύρος ίσο με το άθροισμα των μεγίστων σεισμικών μετακινήσεων (Δ = qΔελ) των δύο κτηρίων στις θέσεις των επικίνδυνων υποστυλωμάτων, συμπεριλαμβανομένης και της επίδρασης της στροφής περί κατακόρυφο άξονα. Αν δεν είναι δυνατή ακριβέστερη εκτίμηση των μετακινήσεων του υφιστάμενου κτιρίου, μπορούν να ληφθούν ίσες με τις αντίστοιχες του υπό μελέτη κτιρίου. [4] Σε κτήρια που βρίσκονται σε επαφή, και όταν δεν υπάρχει πιθανότητα εμβολισμού υποστυλωμάτων σε κανένα από τα δύο κτίρια, το εύρος του αντίστοιχου αρμού, εφόσον δεν γίνεται ακριβέστερος υπολογισμός, μπορεί να υπολογίζεται με βάση τον συνολικό αριθμό των υπέρ το έδαφος εν επαφή ορόφων ως εξής: • 4 cm για επαφή μέχρι και 3 ορόφους • 8cm για επαφή από 4 έως 8 ορόφους • 10cm για επαφή σε περισσότερους από 8 ορόφους. Στους υπόγειους ορόφους δεν είναι υποχρεωτική η πρόβλεψη αντισεισμικού αρμού». Από τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 5 του Κτιριοδομικού Κανονισμού και του άρθρου 4.1.7.2 του Ελληνικού Αντισεισμικού Κανονισμού, συνάγονται τα εξής: Σε περίπτωση ανεγέρσεως νέου κτιρίου, τηρείται απόσταση από τα όμορα εν επαφή κτίρια, ώστε το νέο κτίριο να μην μεταβιβάζει φορτία σε ήδη υφιστάμενα ή σε κτίρια που πρόκειται να ανεγερθούν στο μέλλον και να μη δέχεται φορτία από αυτά. Η απόσταση αυτή, που αποτελεί σεισμικό αρμό, αποβλέπει στην εξουδετέρωση ή στην ελαχιστοποίηση των δυσμενών συνεπειών προσκρούσεων κατά τη διάρκεια της σεισμικής απόκρισης, διακρίνεται δε σε σεισμικό αρμό πλήρους διαχωρισμού και σε απλό σεισμικό αρμό. Ο σεισμικός αρμός πλήρους διαχωρισμού είναι υποχρεωτικός σε κάθε περίπτωση κατά την οποία υπάρχει πιθανότητα εμβολισμού υποστυλωμάτων του ενός κτιρίου από πλάκες ή άλλα στοιχεία του παρακειμένου κτιρίου (βλ. ΣΕ899/2012), το εύρος του δε υπολογίζεται με τον μαθηματικό τύπο που προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 4.1.7.2 του ΕΑΚ. Μόνον όταν διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει πιθανότητα εμβολισμού υποστυλωμάτων του ενός κτιρίου από πλάκες ή άλλα στοιχεία του παρακειμένου κτιρίου, μπορεί, αντί του σεισμικού αρμού πλήρους διαχωρισμού, να προβλέπεται ο απλός σεισμικός αρμός, η διαμόρφωση του οποίου είναι επίσης υποχρεωτική, το δε εύρος του υπολογίζεται με βάση τον συνολικό αριθμό των υπέρ το έδαφος εν επαφή ορόφων, κατά τα οριζόμενα στο τέταρτο εδάφιο του ιδίου άρθρου. Κατ’ εξαίρεση από τον ανωτέρω κανόνα της υποχρεωτικής προβλέψεως σεισμικού αρμού στα εν επαφή κτίρια, δεν είναι υποχρεωτική η διαμόρφωση σεισμικού αρμού κάτω από τη στάθμη του φυσικού εδάφους [βλ. και απόφαση Δ17α/10/44/ΦΝ 275/3-16.3.2010 Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (Β΄ 270), η οποία ίσχυε κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως].
- Επειδή, στο άρθρο 369 «Εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις» του Κ.Β.Π.Ν. (άρθ. 26 του Κτιριοδομικού Κανονισμού) ορίζεται ότι: «1. Γενικά: α. Οι Εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις του κτιρίου περιλαμβάνουν τις εγκαταστάσεις ύδρευσης (…), τις εγκαταστάσεις πυρόσβεσης (…), τις εγκαταστάσεις αποχέτευσης λυμάτων, απόβλητων και ομβρίων ή άλλων καθαρών νερών, καθώς και τις διάφορες συνδέσεις μέσα ή έξω από το κτίριο, που σκοπό έχουν την τροφοδοσία του με νερό ή την απομάκρυνση λυμάτων, αποβλήτων και ομβρίων. β. Οι Εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζονται συνθήκες υγιεινής, ασφάλειας και άνεσης των ατόμων που χρησιμοποιούν (κατοικούν, εργάζονται ή παρευρίσκονται) τα κτίρια, καθώς και η ορθή και απρόσκοπτη λειτουργία αυτών (…). γ. Ο τρόπος κατασκευής των εγκαταστάσεων και η ποιότητα των χρησιμοποιούμενων υλικών, καθώς και οι συστάσεις και οδηγίες καθορίζονται από τους σχετικούς κανονισμούς ή και τις εγκεκριμένες τεχνικές οδηγίες ή εμπειρικά, αν δεν υπάρχουν τα πιο πάνω. (…). Για τις εγκαταστάσεις αποχέτευσης λυμάτων και ομβρίων εφαρμόζονται οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2412/1986 που εγκρίθηκε με την ΕΗ1/0120/7.3.1988 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ 177/Β) (…). δ. Οι όροι διάθεσης των λυμάτων ή των αποβλήτων καθορίζονται σύμφωνα με την υγειονομική διάταξη ΕΙΒ/221/1965 (ΦΕΚ138/Β) όπως κάθε φορά ισχύει και των διοικητικών πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με αυτή. ε. Η ενσωμάτωση στοιχείων της υδραυλικής εγκατάστασης στον φέροντα οργανισμό απαγορεύεται. Ενσωμάτωση αυτών στα μη φέροντα μέρη της οικοδομής πρέπει να αποφεύγεται, στις περιπτώσεις όμως που είναι αναπόφευκτη, επιτρέπεται εφόσον αα. Πιθανή βλάβη του κτιρίου ή της υδραυλικής εγκατάστασης από σεισμό ή άλλη αιτία δεν θα επιφέρει αχρηστία στην υδραυλική εγκατάσταση ή βλάβη στην οικοδομή και γενικά η αποκατάσταση των βλαβών να είναι σχετικά εύκολη, σύντομη και οικονομική. ββ. Δεν δημιουργούνται κακοτεχνίες και αντιαισθητικές κατασκευές. γγ . Εξασφαλίζονται ελεύθερη συστολή – διαστολή των σωληνώσεων και έντεχνα τελειώματα. δδ. Τα ενσωματούμενα υλικά είναι κατάλληλα σύμφωνα με τις σχετικές προδιαγραφές και την τεχνική εμπειρία και δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Η στήριξη και η διέλευση των στοιχείων των υδραυλικών εγκαταστάσεων επιτρέπεται στα φέροντα και μη τμήματα της οικοδομής, εφόσον έχει γίνει σχετική πρόβλεψη από τη στατική και αντισεισμική μελέτη και εφαρμόζονται οι παραπάνω διατάξεις αα, ββ, γγ , δδ της παρούσας υποπαραγράφου. Εάν δεν έχει γίνει σχετική πρόβλεψη στη στατική και αντισεισμική μελέτη είναι δυνατό να επιτραπούν διελεύσεις και στηρίξεις σε φέροντα ή μη τμήματα της οικοδομής, εάν δεν ελαττώνεται κάτω απ’ τα επιτρεπτά όρια η φέρουσα ικανότητα και αντοχή αυτών, μετά από έγγραφη βεβαίωση του επιβλέποντα τις στατικές εργασίες μηχανικού, εφαρμοζόμενων και πάλι των διατάξεων αα, ββ, γγ, δδ της παρούσας υποπαραγράφου. στ. Εφόσον οι κλιματολογικές συνθήκες το απαιτούν , οι εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις πρέπει να κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία από τον παγετό, σε όλα τα τμήματα των εγκαταστάσεων. ζ. Οι Εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις πρέπει να είναι υπολογισμένες και κατασκευασμένες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μη δημιουργείται θόρυβος κατά τη λειτουργία τους ούτε να διευκολύνεται η μετάδοση του θορύβου. Σε χώρους με ειδικές απαιτήσεις στάθμης θορύβου, πρέπει να λαμβάνονται ειδικά μέτρα (π.χ. στήριξη των σωληνώσεων στην εξωτερική παρειά των τοίχων που περιβάλλουν τους χώρους με παρεμβολή ηχομονωτικού υλικού κ.λπ.). (…) 2. Εγκαταστάσεις ύδρευσης (…) 3. Εγκαταστάσεις αποχέτευσης λυμάτων ή αποβλήτων. α. (…) δ. Η εγκατάσταση αποχέτευσης λυμάτων ή αποβλήτων ενός κτιρίου ή ενός χώρου περιλαμβάνει τους υδραυλικούς υποδοχείς (εφόσον υπάρχουν), τα δίκτυα σωληνώσεων, τις οσμοπαγίδες, τα σημεία καθαρισμού, τις διατάξεις αερισμού, δηλαδή εισόδου και κυκλοφορίας αέρα στο σύστημα, τόσο για την προστασία των παγίδων από σιφωνισμό, όσο και για την απομάκρυνση των οσμών και αερίων και τη σύνδεση με το σύστημα διάθεσης λυμάτων ή αποβλήτων μέσω γενικής παγίδας (μηχανοσίφωνα). ε. Οι εγκαταστάσεις αποχέτευσης λυμάτων ή αποβλήτων πρέπει να πληρούν τα αναφερόμενα στις υποπαραγράφους β, γ.ββ, δ, ε, στ και ζ της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. στ. Οι εγκαταστάσεις αποχέτευσης πρέπει σ’ όλη τους την έκταση να είναι στεγανές στις παρουσιαζόμενες εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις ρευστών (υγρών ή αερίων). ζ. (…) η. Όλοι οι υδραυλικοί υποδοχείς ή τα σημεία αποχέτευσης πρέπει να συνδέονται με το δίκτυο σωληνώσεων μέσω οσμοπαγίδας, χωριστά ή ομαδικά. (…) Επίσης, πρέπει να ληφθεί μέριμνα, ώστε οι σωληνώσεις και οι οσμοπαγίδες να μπορούν να καθαριστούν εύκολα μέσω ανοιγμάτων ή σημείων καθαρισμού (π.χ. τάπες, φρεάτια κ.λπ.) και να μην έχουν τυφλά σημεία.».
- Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων που παρατίθενται στις σκέψεις 8η έως 11η προκύπτει ότι σε περίπτωση ανεγέρσεως νέου κτιρίου μετά τον ΓΟΚ 1985, όταν το ανεγειρόμενο κτίριο δεν τοποθετείται επί του πλάγιου ορίου του οικοπέδου, τοποθετείται σε απόσταση Δ από αυτό, η οποία, προκειμένου περί οικισμών στερουμένων εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, είναι 2,50 μ. Εφ’ όσον δε το κτίριο τοποθετείται επί του ορίου, μεταξύ του ορίου και του εξωτερικού τοίχου του κτιρίου επιτρέπεται μόνο αντισεισμικός αρμός, ο οποίος έχει το εύρος που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις, δεδομένου ότι σεισμικός αρμός εύρους μεγαλύτερου από το διπλάσιο του ελάχιστου απαιτουμένου, δεν λογίζεται ως σεισμικός αρμός. Τούτων παρέπεται ότι όταν το κτίριο, σύμφωνα με την οικοδομική άδεια, τοποθετείται στο όριο του οικοπέδου, απαγορεύεται η τοποθέτηση οποιωνδήποτε εγκαταστάσεων, όπως σωληνώσεων και δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης, επί του εξωτερικού τοίχου του κτιρίου προς το όριο, είτε εντός, είτε εκτός του αντισεισμικού αρμού.
- Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το στέλεχος της οικοδομικής άδειας 1344/2002 και τα συνοδεύοντα αυτήν διαγράμματα, στα οποία γίνεται επίκληση, μεταξύ άλλων, των διατάξεων του π.δ. της 2-13.3.1981 (Δ΄ 138), όπως τροποποιήθηκε, που αφορά τους οικισμούς προ του 1923 τους στερουμένους εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου, η οικοδομή των παρεμβαινόντων τοποθετήθηκε επί του πλάγιου ορίου του οικοπέδου τους προς την πλευρά της ιδιοκτησίας της αιτούσας. Στο σημείο αυτό, όπως συνομολογούν οι παρεμβαίνοντες (βλ. σελ. 13 του δικογράφου της παρεμβάσεως) η εγκεκριμένη στατική μελέτη της οικοδομής προέβλεπε αντισεισμικό αρμό εύρους 1 εκ. (βλ. θεωρηθέν στις 14.4.2002 Τεύχος Στατικής Μελέτης του μελετητή πολιτικού μηχανικού Β. Κατσούλα, κεφάλαιο Δυναμική Ανάλυση, σελ. 1, καθώς και επισημείωση του μηχανικού Ν. Κιτσόπουλου στο από Σεπτεμβρίου 2009 διάγραμμα με αριθ. σχεδίου 5 του μηχανικού Β. Κατσούλα, το οποίο συνοδεύει την προσβαλλόμενη πράξη – βλ. όμως, αντιθέτως, αφ’ ενός τα από Ιανουαρίου 2004 διαγράμματα Σ1 και Σ2 του μηχανικού Β. Κατσούλα, συνοδευτικά της πράξεως αναθεωρήσεως 463/2004, στα οποία αναγράφεται αντισεισμικός αρμός 0,4 cm και 0,2 cm, και, αφ’ ετέρου, διαγράμματα Α3-Α7 της οικοδομικής άδειας 1344/2002, στα οποία στη θέση του «αντισεισμικού αρμού» σημειώνεται διάσταση «0,11»). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη μελέτη της αρχικής οικοδομικής άδειας, όπως δεν αμφισβητείται, οι σωλήνες του δικτύου αποχετεύσεως προβλεπόταν να τοποθετηθούν στο εσωτερικό της οικοδομής (βλ. και από 10.11.2008 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πολιτικού μηχανικού Ι. Κ., η οποία συντάχθηκε σε εκτέλεση της Ε Γ 61-07/474 παραγγελίας του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών). Ακολούθως, κατά τους ισχυρισμούς του παρεμβαίνοντος (βλ. σελ. 3 της παρεμβάσεως και 3 του από 17.2.2011 υπομνήματος, ως και από Νοεμβρίου 2009 τεχνική έκθεση του μηχανικού Β. Κ.), κατά την κατασκευή του αποχετευτικού δικτύου το έτος 2003, διαπιστώθηκε ότι «εκ παραδρομής» δεν είχαν προβλεφθεί οπές στον φέροντα οργανισμό της οικοδομής για τη διέλευση των σωλήνων αποχέτευσης μέσω των πλακών σκυροδέματος των ορόφων, οπότε, για να μην υπάρξει κίνδυνος για τη στατική επάρκεια του κτίσματος από τη διάνοιξη οπών, «επελέγη» να τοποθετηθούν οι σωληνώσεις σε απόσταση «10 εκ. από την προβλεπόμενη θέση» επί του εξωτερικού ανατολικού τοίχου της οικοδομής, οποίος απέχει από το κοινό όριο των ιδιοκτησιών από 12,5 μέχρι 20 εκ. (βλ. την προσκομιζόμενη από τους παρεμβαίνοντες από 8.5.2006 τεχνική έκθεση του μηχανικού Ν. Μ.). Ακολούθως, με την 10173/14.9.2007 έκθεση επικινδύνου οικοδομής από άποψη υγιεινής του Τμήματος Πολεοδομίας Καπανδριτίου διαπιστώθηκε ότι στο ανατολικό τμήμα της οικοδομής Θ. Χρόνη, και προς την πλευρά του κοινού ορίου με την ιδιοκτησία Μ. Σ., έχει τοποθετηθεί «εντός του αντισεισμικού αρμού» δίκτυο απορροής ομβρίων και ένας σωλήνας ακαθάρτων, κατά παράβαση του άρθρου 26 παρ. 1.5 του Κτιριοδομικού Κανονισμού και καθ’ υπέρβαση της 1344/2002 οικοδομικής άδειας, καθώς και ότι κατά την σχετική αυτοψία παρατηρήθηκαν ίχνη λυμάτων λόγω αστοχίας των σωλήνων απορροής ακαθάρτων. Εν όψει τούτων, η οικοδομή κρίθηκε επικίνδυνη από άποψη υγιεινής κατ’ άρθ. 1 παρ. 3 του π.δ. της 13.4.1929 και διατάχθηκε η άμεση απομάκρυνση των παράνομων σωληνώσεων. Ένσταση από 16.11.2007 του Θ. Χρόνη κατά της εκθέσεως αυτής απερρίφθη με την από 21.12.2007 «Αναθεωρητική Έκθεση επικινδύνου από άποψη υγιεινής (συμφωνούσα)» του Τμήματος Πολεοδομίας Καπανδριτίου, η οποία έκρινε ότι, για την άρση του κινδύνου, «πρέπει να απομακρυνθούν οι σωληνώσεις ή να νομιμοποιηθούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο με την έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης» και ότι οι σχετικές εργασίες πρέπει να εκτελεσθούν εντός 60 ημερών. Κατά της πράξεως αυτής ο πρώτος των παρεμβαινόντων άσκησε την υπ’ αριθ. Ε 1836/2008 αίτηση ακυρώσεως, η οποία δικάσθηκε κατά την ίδια δικάσιμο με την παρούσα.
- Επειδή, παραλλήλως, με την από 10.12.2007 έκθεση αυτοψίας αυθαίρετων κατασκευών του Τμήματος Πολεοδομίας Καπανδριτίου κρίθηκαν αυθαίρετες και κατεδαφιστέες διάφορες κατασκευές στην οικία των παρεμβαινόντων, μεταξύ των οποίων και οι επίμαχες σωληνώσεις αποχέτευσης και υδρορροών, ένσταση δε από 30.12.2007 του Θ. Χρόνη κατά της εκθέσεως αυτής απορρίφθηκε, κατά το μέρος που αφορούσε τις επίμαχες σωληνώσεις, με την από 7.10.2008 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 4 του π.δ. της 21.8.1998 [βλ. 44/3.10.2008 υπηρεσιακό σημείωμα του Γραφείου Ελέγχου Κατασκευών του Τμήματος Πολεοδομίας Καπανδριτίου που επισυνάπτεται στην εν λόγω απόφαση, σύμφωνα με το οποίο η από 10.12.2007 έκθεση αυτοψίας εξακολουθεί να ισχύει για τα αυθαίρετα υπό στοιχεία Ζ (σωλήνες αποχέτευσης) και Η (σωλήνες υδρορροών)]. Στη συνέχεια, με την από 16.2.2009 έκθεση αυτοψίας του ίδιου Τμήματος Πολεοδομίας διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η τοποθέτηση των σωλήνων υδρορροών και αποχέτευσης στην επίμαχη οικοδομή έγινε κατά παράβαση του ν. 1337/83, του ΓΟΚ και των διατάξεων του Κτιριοδομικού Κανονισμού, οι κατασκευές δε αυτές κρίθηκαν αυθαίρετες και κατεδαφιστέες και επιβλήθηκαν πρόστιμα ανέγερσης και διατήρησης. Ένσταση από 26.2.2009 του Θ. Χρόνη κατά της εκθέσεως αυτής απερρίφθη με την από 26.1.2010 απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 4 του π.δ. της 21.8.1998, κατά το μέρος που αφορά τις επίμαχες σωληνώσεις, η οποία έχει καταστεί οριστική. Εν τω μεταξύ, με την από 29.9.2009 αίτησή του προς το Τμήμα Πολεοδομίας Καπανδριτίου, ο Θ. Χ. ζήτησε την τροποποίηση της μηχανολογικής μελέτης της οικοδομικής άδειας 1344/2002, όπως αναθεωρήθηκε, και την νομιμοποίηση των επίμαχων σωληνώσεων, συνυποβάλλοντας την από Νοεμβρίου 2009 τεχνική έκθεση του αρχιτέκτονα – μηχανικού Β. Κ., στην οποία αναφέρεται ότι οι εξωτερικές σωληνώσεις δεν καταλαμβάνουν χώρο του αντισεισμικού αρμού ούτε εισέρχονται στην ιδιοκτησία της Μ. Σ., ότι ο χώρος στον οποίο έχουν τοποθετηθεί έχει προσμετρηθεί στο συντελεστή κάλυψης και δόμησης του ακινήτου και ότι δεν δημιουργούν ζήτημα επικινδυνότητας διότι για την κατασκευή τους χρησιμοποιήθηκαν άριστα υλικά. Εν όψει της ανωτέρω τεχνικής εκθέσεως και των αποφάσεων 120/2005 του Ειρηνοδικείου Μαραθώνα και 6760/2005 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, στην πρώτη των οποίων περιέχεται η κρίση ότι οι επίδικες σωληνώσεις δεν εισχωρούν εντός του αντισεισμικού αρμού, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 247/26.10.2010 άδεια οικοδομής, με την οποία τροποποιήθηκε μέρος της μηχανολογικής μελέτης της 1344/2002 άδειας, όπως αναθεωρήθηκε, και νομιμοποιήθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του Γ.Ο.Κ. (ν. 1577/85), οι σωληνώσεις αποχέτευσης και ομβρίων «εντός συντελεστή δόμησης και κάλυψης» και «εκτός αντισεισμικού αρμού».
- Επειδή, με τα ανωτέρω δεδομένα, η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι νόμιμη. Και τούτο διότι, εφ’ όσον σύμφωνα με την οικοδομική άδεια 1344/2002, όπως αναθεωρήθηκε, η επίμαχη οικοδομή τοποθετείται στο πλάγιο όριο του οικοπέδου, και όχι σε απόσταση Δ από αυτό, μεταξύ του ορίου και της οικοδομής επιτρέπεται μόνο αντισεισμικός αρμός με το εύρος που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις, απαγορεύεται δε οποιαδήποτε άλλη κατασκευή, είτε εντός είτε εκτός του σεισμικού αρμού. Συνεπώς, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν στην προκειμένη περίπτωση τηρήθηκε σεισμικός αρμός 1, 4 ή 11 εκ., ζητήματος επί του οποίου τα στοιχεία του φακέλου είναι αντικρουόμενα, και του ζητήματος ποιο είναι το κατά νόμο εύρος του, πάντως η τοποθέτηση των επίμαχων σωληνώσεων μεταξύ του ορίου του οικοπέδου και του εξωτερικού τοίχου της οικοδομής των παρεμβαινόντων είναι παράνομη. Δεν ασκούν δε επιρροή εν προκειμένω οι αποφάσεις 120/2005 του Ειρηνοδικείου Μαραθώνα και 6760/2005 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, οι οποίες έκριναν ότι οι επίμαχες σωληνώσεις τοποθετήθηκαν σύμφωνα με την οικεία μελέτη επί του εξωτερικού τοίχου της οικοδομής και εκτός του σεισμικού αρμού, ότι είναι ασφαλείς και ότι κατασκευάσθηκαν από άριστα υλικά, διότι η παρεμπίπτουσα αυτή κρίση των πολιτικών δικαστηρίων, η οποία διατυπώθηκε κατόπιν πιθανολογήσεως, επί υποθέσεως ασφαλιστικών μέτρων νομής, δεν είναι δεσμευτική, εφ’ όσον το κρίσιμο ζήτημα της νομιμότητας των επίμαχων σωληνώσεων είναι διοικητικής φύσεως και ανήκει στην αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων και σε τελευταίο βαθμό στο Συμβούλιο της Επικρατείας.ειδικά δε η διαπίστωση της αποφάσεως 6760/2005 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, κατά την οποία «Στην προκειμένη περίπτωση ο αντισεισμικός αρμός μπορούσε να έχει πλάτος 4 cm …, αντ’ αυτού όμως προβλέφθηκε με την οικοδομική άδεια και αφέθηκαν 11 cm … Οι εφεσίβλητοι [νυν παρεμβαίνοντες] άφησαν μεγαλύτερο από τον προβλεπόμενο σε πλάτος αντισεισμικό αρμό, προκειμένου στο εναπομένον πλάτος να τοποθετήσουν τις αποχετευτικές τους εγκαταστάσεις, όπερ και έπραξαν» (σελ. 4β), επιρρωνύει τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά περί μη νόμιμης τοποθετήσεως των επίμαχων σωληνώσεων. Εξ άλλου δεν ασκεί επιρροή η απόφαση 3558/2011 του πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία αθωωώθηκε ο Β. Κ. για πράξη παράβασης του άρθ. 225 παρ. 2 του Π.Κ., προεχόντως διότι προσκομίζεται μόνο απόσπασμα του διατακτικού αυτής. Συνεπώς, τα αντιθέτως προβαλλόμενα από τους παρεμβαίνοντες είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Αβασίμως επίσης προβάλλουν οι παρεμβαίνοντες ότι οι επίμαχες σωληνώσεις νομίμως τοποθετήθηκαν στον εξωτερικό τοίχο της οικοδομής, εφ’ όσον είχε κατατεθεί σχετικώς η υπ’ αριθ. 3353/4.5.2005 αίτηση του μηχανικού Β. Κ. για την «ενημέρωση» της οικοδομικής άδειας 53/3003 με την τροποποίηση των υδραυλικών εγκαταστάσεων, προεχόντως διότι κατά το άρθρο 6 παρ. 4 περίπτ. α΄ του π.δ. της 8-13.7.1993 [(Δ΄ 795), άρθ. 334 παρ. 4 α΄ του Κ.Β.Π.Ν.], για την ενημέρωση της οικοδομικής άδειας σε περίπτωση μικρής σημασίας τροποποιήσεως της αρχιτεκτονικής ή άλλης μελέτης δεν αρκεί η υποβολή σχετικής αιτήσεως, αλλά απαιτείται «κρίση του προϊσταμένου της υπηρεσίας ή ενός ή περισσότερων εξουσιοδοτημένων από τον προϊστάμενο υπαλλήλων», ήτοι έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξεως ενημερώσεως της άδειας, η οποία εμπεριέχει και κρίση ότι η επελθούσα τροποποίηση δεν είναι τόσο σημαντική ώστε να απαιτεί αναθεώρηση της άδειας (βλ. ΣΕ 134/1994, 3985/1990), πλην δεν προβάλλεται ούτε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι εκδόθηκε παρόμοια πράξη (βλ. και έγγραφο 2966/09/5.5.2009 του Τμήματος Πολεοδομίας Καπανδριτίου προς τον Β. Κ.). Εν όψει τούτων, η προσβαλλόμενη πράξη, καθ’ ο μέρος με αυτήν τροποποιήθηκε η οικοδομική άδεια 1344/2002, όπως αναθεωρήθηκε, και νομιμοποιήθηκαν οι επίμαχες σωληνώσεις, είναι παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί για τον βασίμως προβαλλόμενο σχετικό λόγο ακυρώσεως, όλοι δε οι ισχυρισμοί των παρεμβαινόντων με τους οποίους προβάλλονται τα αντίθετα είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, ενώ οι ισχυρισμοί με τους οποίους προβάλλεται ότι σε περίπτωση ακυρώσεως η τοποθέτηση των επίμαχων σωληνώσεων στο εσωτερικό της οικοδομής, σύμφωνα με την οικοδομική άδεια 1344/2002, θα είναι δυσχερής, ότι το σχετικό κόστος είναι υψηλό και ότι τα χρησιμοποιηθέντα υλικά είναι καλής ποιότητας, είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς, διότι και αληθείς υποτιθέμενοι δεν κωλύουν την εφαρμογή των κρίσιμων διατάξεων.
- Επειδή, επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη καθ’ ο μέρος με αυτή τροποποιήθηκε η μηχανολογική μελέτη της οικοδομικής άδειας 1344/2002, όπως αναθεωρήθηκε, και νομιμοποιήθηκαν οι επίδικες σωληνώσεις αποχέτευσης και ομβρίων, και να απορριφθεί η παρέμβαση, κατόπιν δε τούτου είναι αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων ακυρώσεως.