H ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΝ ΕΞΙΣΟΡΡΟΠΗΣΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
-
ΑΛΕΦΑΝΤΗ ΑΘΗΝΑ, Νομική Σύμβουλος του Κράτους
Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015
Οι ισχύουσες συνταγματικές ρυθμίσεις αποβλέπουν στην προστασία του περιβάλλοντος (άρθρο 24), αλλά υποχρεώνουν ταυτόχρονα το Κράτος να μεριμνά για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων εργασίας (άρθρο 106) [1].
Από την Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα άρθρα 2 και 174, προκύπτει η βούληση για ισορροπία μεταξύ προστασίας του περιβαλλοντικού αγαθού και της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και της απασχόλησης.
Θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ότι η οικονομική μεγέθυνση και η βιώσιμη για το περιβάλλον ανάπτυξη μπορούν να συμβαδίζουν, εφόσον έχει δημιουργηθεί ένα υγιές πλαίσιο πολιτικής, που θα προβλέπει την ένταξη των περιβαλλοντικών στόχων σε όλους τους τομείς της (πολιτικής). [2]
Ποιος είναι ο εξισορροπητικός ρόλος της Διοίκησης σε όλα αυτά;
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η οικονομική ανάπτυξη του Κράτους, μέσα από ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις έχει ως όριο την αδιαπραγμάτευτη ανάγκη προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ο συγκερασμός της προστασίας του περιβάλλοντος και της οικονομικής ανάπτυξης αποτελεί έργο και ευθύνη της Διοίκησης και ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ κυρίως:
- στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό.
- στον προσδιορισμό των προστατευόμενων περιοχών και το είδος της προστασίας αυτών.
- στην ολοκλήρωση του κτηματολογίου και των δασικών χαρτών.
- στον περιβαλλοντικό έλεγχο.
- στην ύπαρξη ενός μη χρονοβόρου, παραγωγικού και αντιγραφειοκρατικού κανονιστικού πλαισίου περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων.
- στις πλήρεις και επιστημονικά άρτιες περιβαλλοντικές μελέτες.
Αρκετά από τα ζητήματα αυτά έχουν απασχολήσει κατ΄ επανάληψη τα δικαστήρια και προεχόντως το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Θα αναφερθώ αμέσως στα αντικείμενα της ευθύνης της Διοίκησης και τι έχει γίνει μέχρι σήμερα.
Α) Χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός[3]
Η χωροταξία, που στηρίζεται πάντα σε επιστημονικό σχεδιασμό, στοχεύει στην ικανοποίηση των αναγκών των πολιτών και την εξισορρόπηση των αντιθέσεων της ανάπτυξης στο χώρο. Προωθεί τον συντονισμό ανάμεσα σε διαφορετικούς τομείς πολιτικής, ακολουθώντας τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, δηλαδή την ισορροπία ανάμεσα στην ανταγωνιστικότητα, την κοινωνική συνοχή και την ποιότητα ζωής και περιβάλλοντος.
Ο χωροταξικός σχεδιασμός σε εθνικό επίπεδο αποτελείται από:
Το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης[4]
Τα Ειδικά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης[5]
Τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, που καταρτίζονται για κάθε περιφέρεια της χώρας.[6] Για να είμαι επίκαιρη σας ενημερώνω ότι αναθεωρούνται τα περιφερειακά χωροταξικά σχέδια, με στόχο να λειτουργήσουν ως βασικά εργαλεία χωρικής ανάπτυξης. Βρίσκονται στη Β΄Φάση και είναι υπό διαβούλευση.
Μέχρι στιγμής έχουν εγκριθεί τα εξής Ειδικά Πλαίσια:
- Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις υδατοκαλλιέργειες (ΣτΕ 4986/2014).
- Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού.
- Τροποποίηση Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού. Εκκρεμεί έκδοση απόφασης από το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ολομέλεια).
- Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για την Βιομηχανία και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού (ΣτΕ 4013/2013).
- Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού (ΣτΕ1421/2013).
- Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης των Καταστημάτων Κράτησης.
Τέλος, χωρικά σχέδια που δεν εντάσσονται σε ένα από τα συνήθη είδη του χωροταξικού σχεδιασμού, είναι τα ΕΣΧΑΔΑ και τα ΕΣΧΑΣΕ. H στόχευση των χωρικών αυτών σχεδίων, είναι σαφώς προσανατολισμένη στην επίτευξη ειδικού οικονομικού και αναπτυξιακού σκοπού, ικανού να υποβοηθήσει γενικώς την οικονομία της χώρας, αλλά και να συμβάλει στην άμεση αντιμετώπιση της παρούσας οικονομικής κρίσης. Ειδικότερα:
Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίων Ακινήτων (ΕΣΧΑΔΑ). Με τα σχέδια αυτά οριοθετούνται τα προς αξιοποίηση ακίνητα και εγκρίνεται:
α) Ο βασικός χωρικός προορισμός (επενδυτική ταυτότητα ), β) οι ειδικότερες χρήσεις γης γ) οι ειδικοί όροι και περιορισμοί δόμησης του προς αξιοποίηση ακινήτου, δ) ειδικές ζώνες προστασίας και ελέγχου στα οριοθετούμενα κατά τα ανωτέρω ακίνητα, ε) οι περιβαλλοντικοί όροι του σχεδίου, σύμφωνα με την κατά νόμο προβλεπόμενη στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, η οποία καταρτίζεται και δημοσιοποιείται κατά τα οριζόμενα στην επόμενη παράγραφο (ΣτΕ Ολομέλεια 3874/2014 – Κασσιώπη)[7].
Τέλος, ο νόμος 4146/2013 εισήγαγε τον θεσμό των Ειδικών Σχεδίων Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ), που διέπουν τις Στρατηγικές Επενδύσεις επί ιδιωτικών ακινήτων.(Για τα ακίνητα αυτά προβλέπεται αναλογική εφαρμογή των ΕΣΧΑΔΑ, του ν. 3986/2011. ΣτΕ Π.Ε. 36/2015 “Killada Hills”).
Εξίσου σημαντικός για την προστασία του περιβάλλοντος και την οικονομική ανάπτυξη είναι ο πολεοδομικός σχεδιασμός της χώρας.
Έτος ορόσημο για την πολεοδομία αποτέλεσε το έτος 1923, οπότε εκδόθηκε το γνωστό νομοθετικό διάταγμα της 16.8.1923 «Περί Σχεδίων Πόλεων»: στο άρθρο 1 του παραπάνω διατάγματος περιλαμβάνεται η πεμπτουσία του πολεοδομικού σχεδιασμού, δηλαδή ότι η πόλη πρέπει να αναπτύσσεται βάσει σχεδίου το οποίο παράγεται με την ευθύνη του κράτους. Η Διοίκηση στο τομέα αυτό απέτυχε εντελώς, με αποτέλεσμα την αυθαίρετη δόμηση.
Η αρχή του σχεδιασμού των πόλεων έχει ως βασικό συμπλήρωμα τη θέσπιση κανόνων για την ορθολογική εκπόνηση των πολεοδομικών σχεδίων, για τις κατηγορίες χρήσεων γης, για τη δημιουργία κοινωφελών και κοινοχρήστων χώρων κλπ.
H τελευταία μεταρρύθμιση του χωροταξικού και του πολεοδομικού σχεδιασμού και των χρήσεων γης έγινε με τον πρόσφατα ψηφισθέντα ν. 4269/2014, ο οποίος, παρά το περιορισμένο χρόνο ισχύος του, ήδη έχει τροποποιηθεί με τον ν. 4280/2014 και τον ν. 4315/2014.
B) Προσδιορισμός των προστατευόμενων περιοχών και περιοχών με μέτρα προστασίας
Ο χαρακτηρισμός των περιοχών ως προστατευόμενων σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία (ν. 1650/86, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το ν. 3937/2011) προϋποθέτει την έκδοση Προεδρικού Διατάγματος και αφορά στον χαρακτηρισμό, στην οριοθέτηση και στον καθορισμό χρήσεων γης και δραστηριοτήτων μιας περιοχής
- ως Απολύτου Προστασίας της Φύσης
- Προστασίας της Φύσης, και
- Εθνικού Πάρκου
(ύστερα από γνώμη της «Επιτροπής Φύση 2000» και ειδική περιβαλλοντική μελέτη (Ε.Π.Μ.). (Μαραθώνας, Κορώνεια – Βόλβη, Β. Πίνδος, Ζάκυνθος, Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου κλπ.)
- ως Περιφερειακού Πάρκου (ύστερα από ειδική έκθεση που τεκμηριώνει την οικολογική σημασία και τις προστατευτέες αξίες της).
- ως Καταφυγίου Άγριας Ζωής
- ως Προστατευόμενου Τοπίου ή ως Προστατευόμενου Φυσικού Σχηματισμού
Τις προστατευόμενες περιοχές μπορούν να διαχειρίζονται Φορείς Διαχείρισης ή υφιστάμενες δημόσιες υπηρεσίες, ειδικές υπηρεσίες και ΝΠΔΔ ή φορείς που ορίζονται για το σκοπό αυτό με συμβάσεις διαχείρισης (ν 2742/99), βάσει ειδικών πενταετών σχέδιων διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών και προγραμμάτων δράσης.
Σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία (ν. 4014/11), στις περιοχές του Δικτύου Natura 2000[8] η περιβαλλοντική αδειοδότηση πραγματοποιείται με την εφαρμογή της διαδικασίας Ειδικής Οικολογικής Αξιολόγησης.
Περιοχές με μέτρα προστασίας (ορεινός όγκος Πάρνηθας, όρος Υμηττός, βιότυποι οχιάς Μήλου, όρος Πάρνωνας, Υγρότοπος Μούστου).
Γ) Ολοκλήρωση του κτηματολογίου και των δασικών χαρτών
Το Εθνικό Κτηματολόγιο είναι κατ΄ εξοχήν περιβαλλοντικό και αναπτυξιακό εργαλείο, που διασφαλίζει την δημόσια (δάση, αιγιαλοί, ποτάμια μέχρι και αστικά ακίνητα) και την ιδιωτική περιουσία.
Οι δασικοί χάρτες, αποτελούν προϋπόθεση του Εθνικού Κτηματολογίου.
Οριοθετούν τα δάση και τις δασικές εκτάσεις από τις υπόλοιπες εκτάσεις, προστατεύουν το περιβάλλον (αυθαίρετες επεμβάσεις, άναρχη δόμηση), διευκολύνουν την οικονομική – επενδυτική ανάπτυξη και τον ορθό χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Θεσμοθετήθηκαν με το Νόμο 2664/98 του Εθνικού Κτηματολογίου και καταρτίζονταν από τη Διεύθυνση Δασών της Περιφερειακής Ενότητας της εκάστοτε Αποκεντρωμένης Διοίκησης {και μόνο σε περίπτωση αδυναμίας τους, η ΕΚΧΑ Α.Ε. αναλαμβάνει να εκτελέσει το έργο για τις περιοχές που κηρύσσονται υπό κτηματογράφηση (Ν. 3889/2010)}.
Τον Ιούνιο του 2013 ψηφίστηκε από την βουλή ο Νόμος 4164/2013 για την επιτάχυνση των διαδικασιών του Εθνικού Κτηματολογίου, την κατάρτιση, έλεγχο και κύρωση των Δασικών Χαρτών. Ουσιαστικά αντικατέστησε τον προηγούμενο νόμο. Αρμόδια πλέον για την κατάρτιση, συμπλήρωση και διόρθωση του δασικού χάρτη και την ανάρτησή του είναι η εταιρία «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ». Οι εργασίες κατάρτισης δασικών χαρτών κλπ μπορούν να εκτελούνται από ιδιωτικά γραφεία, η Δ/νση Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης απλώς θεωρεί του χάρτες και κάνει υποδείξεις για τυχόν διορθώσεις.
Ενδέχεται να υπάρξει νέα νομοθετική ρύθμιση.
Δ) Ύπαρξη ενός μη χρονοβόρου, παραγωγικού και αντιγραφειοκρατικού κανονιστικού πλαισίου αδειοδότησης των έργων
Πιστεύω ότι στην κατεύθυνση αυτή η Διοίκηση έχει κάνει σημαντικά βήματα.
Για πολλά χρονιά η περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων ρυθμιζόταν από τις διατάξεις του ν.1650/1986, με τον οποίο θεσπίστηκαν κανόνες που αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην αδειοδότηση έργων, από τα οποία απειλούνται δυσμενείς επιπτώσεις για το περιβάλλον σε εναρμόνιση με την νομοθεσία της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης (ιδίως Οδηγίες 84/360/ΕΟΚ και 85/337/ΕΟΚ). Ο νόμος αυτός λειτούργησε πολλά χρόνια ως ένα καλό εργαλείο για την έγκριση των περιβαλλοντικών μελετών. Όμως, πλέον δημιουργούσε πολλά προβλήματα, όπως το ότι ήταν μελετητοκεντρικός, προϋπέθετε μεγάλο αριθμό γνωμοδοτήσεων και υπογραφών με αποτέλεσμα την διάχυση της ευθύνης, ο μέσος χρόνος για την ολοκλήρωση της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης ήταν από 20 μήνες έως 3 έτη (έργα εξόρυξης), ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός χρόνος ανέρχεται περίπου σε 10 μήνες κλπ.
΄Εχει ενδιαφέρον να δείτε τον πίνακα πριν εκδοθεί ο ν. 4014/2011.
Κράτος Μέλος |
Μέσος Αριθμός Φακέλων Περιβαλλοντικής |
Πληθυ
σμός |
Ετήσιος Αριθμός Φακέλων Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης / εκ. Κατοίκων |
ΑΕΠ
Σε δισ. € |
Ετήσιος Αριθμός Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης/ δις € |
Αυστρία | 23 | 8.375.290 | 3 | 257,1 | 0,009 |
Ην. Βασίλειο | 334 | 62.008.048 | 5 | 1.723 | 0,19 |
Φιλανδία | 38 | 5.351.427 | 7 | 151,7 | 0,25 |
Γερμανία | 1.000 | 81.802.257 | 12 | 1.368,9 | 0,42 |
Ουγγαρία | 152 | 10.014.324 | 15 | 35 | 0,34 |
Βέλγιο | 183 | 10.839.905 | 17 | 314,2 | 0,58 |
Δανία | 125 | 5.529.449 | 23 | 168,9 | 0,74 |
Ισπανία | 1.054 | 45.989.016 | 23 | 1.139,9 | 0,92 |
Πολωνία | 2.200 | 38.167.329 | 58 | 582,7 | 3,78 |
Γαλλία | 3.867 | 64.716.310 | 60 | 1.692,3 | 2,29 |
Ελλάδα | 21.500 | 11.305.118 | 1.902 | 245,8 | 87,47 |
Ήδη οι περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις γίνονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του ν. 4014/2011. Ασφαλώς, υπάρχει μείωση των φακέλων περιβαλλοντικής αδειοδότησης, αλλά αυτή τη στιγμή δεν είναι γνωστό το ποσοστό και πόσο έχει επιδράσει σε αυτό η οικονομική κρίση. Δεν υπάρχει κάποια μελέτη.
Θα επιμείνω λίγο, στο ν. 4014/2014, γιατί ο νόμος αυτός επέφερε πολλές αλλαγές θετικές στην κατεύθυνση της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά και της προστασίας του περιβάλλοντος ειδικά στις περιοχές NATURA 2000.
Επιγραμματικά λοιπόν, κυρίως :
Ορίστηκαν εκ νέου οι κατηγορίες και οι υποκατηγορίες έργων και δραστηριοτήτων[9]
Καταργήθηκε η προκαταρκτική περιβαλλοντική εκτίμηση, η οποία καθίσταται προαιρετική[10]
Καταργήθηκαν αλληλεπικαλυπτόμενες αδειοδοτήσεις (άδεια διάθεσης λυμάτων, άδειες διαχείρισης μη επικινδύνων και επικινδύνων αποβλήτων, έγκριση επέμβασης σε δάσος ή δασική έκταση) και ενσωματώθηκαν στην απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Αποτέλεσμα είναι η μείωση της γραφειοκρατίας, αλλά και των εστιών πιθανής συναλλαγής.
Επιμηκύνθηκε η διάρκεια ισχύος των Αποφάσεων έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) σε 10 έτη, ή σε 12 για έργα που διαθέτουν ISO, ή σε 14 για όσα διαθέτουν EMAS και παρατείνεται η διάρκεια ισχύος των υφιστάμενων ΑΕΠΟ μέχρι τη συμπλήρωση δεκαετίας από την έκδοσή τους.
Με την με αριθμό 1958/2012 ΥΑ, με την οποία έγινε η κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες και υποκατηγορίες σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4014/2011 (άρθρο 1 παρ.4), ανάλογα με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον από την κατασκευή ή την λειτουργία τους.
Η απόφαση αυτή, που είναι σημαντικό δυναμικό εργαλείο για την Διοίκηση, τροποποιήθηκε πολλές φορές προκειμένου να υπάρξει εξορθολογισμός στην κατάταξη των έργων (εξοικονόμηση χρόνου και μεγαλύτερη προστασία περιβάλλοντος πχ. Δασικά έργα).
Πρόβλεψη για δημιουργία ηλεκτρονικού περιβαλλοντικού μητρώου.
Υποχρεωτική ανάρτηση, επί ποινή ακυρότητας των ΑΕΠΟ στη ΔΙΑΥΓΕΙΑ και στο siteaepo.gr[11]
Ε) Περιβαλλοντικές Μελέτες
Πολύ σημαντικό ρόλο για την προστασία του περιβάλλοντος, κατά την αδειοδότηση ενός έργου,«παίζει» η ύπαρξη επιστημονικά άρτιας μελέτης, που ουσιαστικά αποτελεί και την αιτιολογία των πράξεων της Διοίκησης. Δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων δεν προσβάλλεται στο ΣτΕ, η ευθύνη της Διοίκησης για την προστασία του περιβάλλοντος είναι τεράστια. Πέραν αυτού, εκτός του ότι το ΣτΕ, κατά κανόνα, δεν εξετάζει τεχνικές κρίσεις θεωρώ βέβαιο ότι,ακόμα εξαντλώντας τον οριακό έλεγχο, υπάρχουν θέματα, που δεν γίνονται αντιληπτά. Σε περίπτωση ελλιπούς μελέτης, που δεν έχει αξιολογηθεί σωστά από την Διοίκηση,οι αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον είναι σημαντικές και πολλές φορές μη αναστρέψιμες (μόλυνση, καταστροφή τοπίου, καταστροφικές αλλαγές στις χρήσεις γης κλπ).
Στ) Περιβαλλοντικός έλεγχος
Απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία του περιβάλλοντος και την βιώσιμη ανάπτυξη είναι ο προληπτικός και κατασταλτικός περιβαλλοντικός έλεγχος.
Από 28 Οκτωβρίου 2014 συστάθηκε το Σώμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων (Σ.Ε.Π.Δ.Ε.Μ.),[12] το οποίο αποτελείται από:
Tην Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (Ε.Υ.Ε.Π.). ΄Εχει χωρική αρμοδιότητα σε όλη την Επικράτεια, αναφορικά με την τήρηση και ορθή εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας από ιδιωτικούς και δημοσίους φορείς, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Επιπροσθέτως, με τις διατάξεις του Ν. 4042/2012 (ΦΕΚ 24 τ.Α’) εκχωρήθηκαν και προανακριτικά καθήκοντα στους επιθεωρητές περιβάλλοντος.
Την Ειδική Υπηρεσία Επιθεώρησης Αυθαιρέτων και Κατεδαφίσεων(Ε.Υ.Ε.Κ.Α.).
Την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Δόμησης (Ε.Υ.Ε.Δ.).΄Εχει χωρική αρμοδιότητα σε όλη την Επικράτεια, αναφορικά με την τήρηση και ορθή εφαρμογή της διαδικασίας δόμησης από ιδιωτικούς και δημοσίους φορείς καθώς καιτο συντονισμό των αρμοδίων υπηρεσιών για τη διενέργεια κατεδαφίσεων, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο.
Την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Ενέργειας (Ε.Υ.ΕΠ.ΕΝ.).΄Εχει χωρική αρμοδιότητα σε όλη την Επικράτεια, αναφορικά με την τήρηση και ορθή εφαρμογή της διαδικασίας των ενεργειακών επιθεωρήσεων κτηρίων, συστημάτων θέρμανσης και συστημάτων κλιματισμού από ιδιωτικούς και δημοσίους φορείς, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο.
Το Συντονιστικό Γραφείο Αντιμετώπισης Περιβαλλοντικών Ζημιών (ΣΥ.Γ.Α.ΠΕ.Ζ.). Το ΣΥΓΑΠΕΖ είναι αρμόδιο για τον καταλογισμό ευθύνης στους υπεύθυνους φορείς εκμετάλλευσης, και την εφαρμογή της περιβαλλοντικής ευθύνης όταν η ζημιά προκαλείται σε φυσικούς πόρους ή υπηρεσίες εθνικής σημασίας ή όταν η ζημία συμβεί μεταξύ δύο Περιφερειών.
Την Επιθεώρηση Μεταλλείων Βορείου και Νοτίου Ελλάδας[13]
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ
α) Τα ειδικά πλαίσια καταρτίζονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, σε συνεργασία με τα κατά περίπτωση αρμόδια Υπουργεία και λοιπούς αρμόδιους οργανισμούς, εγκρίνονται δε με αποφάσεις της κατ’ άρθρο 3 του ν. 2742/1999 Επιτροπής Συντονισμού του Κυβερνητικού Έργου, οι οποίες λαμβάνονται κατόπιν γνώμης του Εθνικού Συμβουλίου Χωροταξικού Σχεδιασμού (παρ. 3 και 4). Τα ειδικά πλαίσια αναθεωρούνται ανά πενταετία βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται για την έγκρισή τους, εφόσον από την αξιολόγηση των βασικών επιλογών, προτεραιοτήτων και κατευθύνσεών τους, προκύπτει ανάγκη αναθεώρησής τους. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατή και η εντός του χρονικού αυτού διαστήματος τροποποίησή τους.
Παρατηρείται ότι τα Ειδικά Πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού καταστρατηγούνται με την τροποποίησή τους από διατάξεις νόμων, χωρίς συνολική θεώρηση και την τήρηση της ως άνω διαδικασίας, παρά μόνον αφού προηγηθεί η αιτιολογική έκθεση του νόμου και η έκθεση αξιολόγησης συνεπειών ρυθμίσεων. Τέτοιες ρυθμίσεις απαντώνται στο ν. 4001/2011 (άρθρο 14) με τον οποίο τροποποιήθηκε το Ειδικό Πλαίσιο για τον Τουρισμό, στον ν. 4258/2014 (άρθρο 22 παρ. 6.1 και 6.2) που ρύθμισε ζητήματα του Ειδικού Πλαισίου για τις υδατοκαλλιέργειες[14].
Προβλήματα στον χωροταξικό σχεδιασμό, κατά την γνώμη μου, δημιουργεί και η Τομεακή Νομοθεσία (δηλαδή, η παράλληλη νομοθεσία άλλων Υπουργείων).Τέτοια περίπτωση είναι οι ρυθμίσεις του ν. 3982/2011 (άρθρο 52 παρ.9), που προβλέπουν περίπτωση κατάθεσης και ελέγχου της πολεοδομικής μελέτης επιχειρηματικού πάρκου,σε Διεύθυνση της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, αντί κατά την γνώμη μου, του ΥΠΑΠΕΝ.
β) Έλλειψη συνέχειας του Κράτους. Συχνά, ήδη αδειοδοτημένα έργα επανεξετάζονται με αποτέλεσμα να καθυστερούν ή και τελικώς να ακυρώνονται από την Διοίκηση.
Αν και δεν είναι απολύτως συναφές, θα ήθελα, να σας γνωρίσω το εξής για να έχετε το σύνολο της εικόνας. Υπάρχουν νομοθετικές ρυθμίσεις, που είναι προφανώς προβληματικές (αντισυνταγματικές). Συνήθως οι ρυθμίσεις αυτές συντάσσονται από εξωυπηρεσιακούς παράγοντες ή συμβούλους των εκάστοτε Υπουργών και έρχονται έτοιμες προς ψήφιση. Δεν τις ετοιμάζει δηλαδή η Διοίκηση. Στη συνέχεια, κατά κανόνα, ακυρώνονται οι διοικητικές πράξεις και ασκούνται αγωγές αποζημίωσης κατά του Δημοσίου.
Υπάρχουν φορές που ασκείται αίτηση ακυρώσεως κατά της περιβαλλοντικής αδειοδότησης του έργου, χωρίς να ασκείται εγκαίρως αίτηση αναστολής με ταυτόχρονη υποβολή αιτήματος προσωρινής διαταγής, με αποτέλεσμα εάν ακυρωθεί από το Δικαστήριο (ΣτΕ) έργο που ήδη έχει αρχίσει να υλοποιείται, να μείνει στους πολίτες ένα μισοτελειωμένο κτίσμα ή τεχνικό έργο.
γ) Αλλαγές στη νομοθεσία, που συνήθως συνδυάζονται με την εναλλαγή των κυβερνήσεων. Αυτό καταδεικνύει ότι δεν υπάρχει σταθερή στόχευση και χάνεται χρόνος.
δ) Υπάρχει καθυστέρηση στην ολοκλήρωση και έγκριση των δασικών χαρτών και του Εθνικού Κτηματολογίου, που αποτελούν μαζί με τον χωρικό σχεδιασμό και τον καθορισμό των προστατευόμενων περιοχών τα κατ΄ εξοχήν εργαλεία για να επιτελέσει η Διοίκηση τον εξισορροπητικό ρόλο της στη προστασία του περιβάλλοντος και την οικονομική ανάπτυξη.[15]
Πού βρισκόμαστε σήμερα με τους δασικούς χάρτες:
Έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται στο στάδιο ολοκλήρωσης της κατάρτισης και θεώρησης δασικοί χάρτες που καλύπτουν το 55 % της χώρας και υπολείπεται η ανάρτηση και κύρωση τους, ούτως ώστε να καταστούν οριστικοί.
Συνολικά, οι δασικοί χάρτες που έχουν καταρτιστεί αντιστοιχούν στο 22,5%, υπό κατάρτιση βρίσκεται το 32,1%, αναρτημένοι μόλις το 1,1% ενώ έχει κυρωθεί μόλις τo 0,56% (το υπόλοιπο 45,2% δεν έχει ανατεθεί).
ε) Υπάρχει καθυστέρηση στην ενσωμάτωση των οδηγιών, αλλά και συχνή αλλαγή αυτών. Η ενσωμάτωση αρκετές φορές γίνεται με επιβολή, δηλαδή μέσω του ευρωπαϊκού δικαστηρίου ή μέσω των κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων.
στ) Ζητήματα καθυστερήσεων δημιουργούνται με τον δικαστικό έλεγχο από το υπερφορτωμένο Συμβούλιο της Επικρατείας. Δεν υπάρχει έργο, κάπως γνωστό, για το οποίο να μην έχει ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως στο ΣτΕ. Υπάρχει πλέον «συγκεκριμένος κατάλογος» προβαλλόμενων λόγων, που κάθε φορά εξελίσσεται. Πολλές αιτήσεις ακυρώσεως γίνονται δεκτές και εκεί φαίνεται η αδυναμία της Διοίκησης να εφαρμόσει ορθά τον νόμο ή να αιτιολογήσει τις πράξεις της (ζήτημα που προκύπτει, όπως προανέφερα από τις ελλιπείς μελέτες).
Όμως, πολλές αιτήσεις ακυρώσεως απορρίπτονται και οι αιτούντες επανέρχονται με νέα αίτηση ακυρώσεως κατά της επόμενης διοικητικής πράξης προβάλλοντας κάτι καινούργιο, δημιουργώντας προβλήματα και στο περιβάλλον και στην οικονομική ανάπτυξη.
ζ) Η διαδικασία της ενημέρωσης του κοινού και της συμμετοχής του κατά τον σχεδιασμό αποτελεί τυπικά έως σήμερα συνιστώσα του χωρικού σχεδιασμού. Ο τρόπος της διαβούλευσης, ώστε να είναι ουσιαστική, έχει αποτελέσει αντικείμενο διαλόγου ανάμεσα στην ακαδημαϊκή κοινότητα και τους επαγγελματικούς φορείς. Θεωρώ ότι δεν έχει καταλήξει σε αποτέλεσμα που να περιορίζει τις διαφωνίες.
Συχνά οι τοπικές κοινωνίες αντιδρούν και διαφωνούν σε επενδυτικά σχέδια, γιατί θεωρούν ότι καταστρέφουν ή υποβαθμίζουν τον τόπο τους. Απαιτείται, ίσως, η ουσιαστική διαβούλευση των έργων, με όρους και τρόπους ουσιαστικής συμμετοχής της κοινωνίας και όχι η εξάντλησή της στην επιτελική γνωμοδότηση φορέων ή στη τυπική ανάρτηση στο Διαδίκτυο. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις, που ενώ έχει προηγηθεί εξαντλητική ενημέρωση του κοινού γύρω από ένα έργο και έχει σχεδιαστεί και αδειοδοτηθεί με επαρκή τρόπο από την Διοίκηση, παρόλο αυτά δημιουργούνται μεγάλες εντάσεις, που συχνά κατά την γνώμη μου υποδαυλίζονται από Δήμους και μερίδα πολιτών.
Θα σας αναφέρω το παράδειγμα της δικαστικής, και όχι μόνον διαμάχης, για την διαχείριση των αποβλήτων της Αττικής (Οργανωμένη Εγκατάσταση Διαχείρισης Αποβλήτων ΟΕΔΑ).
Αναφέρομαι σε αυτό το έργο, διότι, αφενός μεν συνδέεται με την υγεία των ανθρώπων και το περιβάλλον, αφετέρου δε είναι ουσιώδης όρος επίτευξης του θεμελιώδους σκοπού της βιωσιμότητας κατά την ανάπτυξη, μέσω της ανακύκλωσης των φυσικών πόρων και της αποδοτικότερης χρησιμοποίησής τους (μείωση αποβλήτων) {ΣτΕ 2598/1998 σκ. 5}. Από το έτος 1998 μέχρι σήμερα εκδόθηκαν 23 απορριπτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η περιπέτεια της Διοίκησης συνεχίστηκε στα Πολιτικά Δικαστήρια με την εκδίκαση Ασφαλιστικών Μέτρων νομής και τον καθορισμό της τιμής μονάδας, που καθορίστηκε στο ποσό των 140.000 ευρώ ανά στρέμμα, ποσό κατά την γνώμη μου ιδιαίτερα υψηλό, δεδομένου ότι τα συγκεκριμένα ακίνητα αποτελούν συνέχεια των κυττάρων του ΧΥΤΑ Φυλής, δηλαδή του γειτονικού σκουπιδότοπου.
Δεν είναι, λοιπόν, υπαίτια πάντα η Διοίκηση. Είναι χαρακτηριστικό της ελληνικής κοινωνίας ότι δεν έχουμε όλοι ωριμάσει, ώστε να αντιλαμβανόμαστε και να δεχόμαστε τον συλλογικό βίο.
η) Ο περιβαλλοντικός έλεγχος, εξαιτίας της υποστελέχωσης του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης, Ενέργειας και Μεταλλείων(έλλειψη επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού), είναι ελλιπής και συνεπώς η προστασία του περιβάλλοντος αναποτελεσματική. Ενώ προβλέπονται συνολικά τετρακόσιες εξήντα τέσσερις (464) θέσεις προσωπικού, σήμερα στο Σ.Ε.Π.Δ.Ε.Μ., έχουν τοποθετηθεί συνολικά ενενήντα (90) υπάλληλοι [εκ των οποίων οι είκοσι τέσσερις (24) είναι αποσπασμένοι υπάλληλοι από άλλους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης]. Στο Σ.Ε.Π.Δ.Ε.Μ σήμερα υπηρετούν εβδομήντα πέντε υπάλληλοι (λόγω αποσπάσεων, ασθένειας, άδειας ανατροφής παιδιών, κ.λπ.).
Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, τα Κράτη Μέλη διαθέτουν υπηρεσίες περιβαλλοντικής επιθεώρησης οι οποίες είτε ανήκουν στο Υπουργείο περιβάλλοντος του Κ-Μ, είτε είναι αυτόνομες κυβερνητικές υπηρεσίες (agencies).
Από μελέτη της Γεν. Δ/νσης Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκύπτει ότι η αναλογία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος στα Κ-Μ είναι 50 επιθεωρητές ανά 1.000.000 κατοίκους (European Commission, Directorate–GeneralEnvironment. Impact assessment study into possible options for revising Recommendation 2001/331/EC providing for minimum criteria for environmental inspections (RMCEI) Final report ENV.G.1/FRA/2006/0073, σελ 116).
Επομένως με βάση την αναλογία αυτή, στην Ελλάδα θα απαιτούντο 500 συνολικά Επιθεωρητές Περιβάλλοντος. Στη Γαλλία απασχολούνται περίπου 1150 Επιθεωρητές Περιβάλλοντος, στη Δανία 260, στο Βέλγιο περίπου 200, στην Πολωνία 686 και στη Μεγάλη Βρετανία 1.000.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
α) Η Διοίκηση, προκειμένου να επιτύχει την βιώσιμη ανάπτυξη, έχει την υποχρέωση να προσφέρει στους πολίτες ένα σωστά σχεδιασμένο χωρικό περιβάλλον, το οποίο να αναδεικνύει τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα (φυσικά, πολιτιστικά, παραγωγικά), τόσο τομεακά όσο και στις διάφορες χωρικές του ενότητες (από τις μεγαλύτερες ως τις τοπικές).
Άλλωστε, στα πλαίσια των ευρωπαϊκών κατευθύνσεων και πολιτικών της ‘’Εδαφικής Ατζέντας της Ε.Ε. 2020’’ και ιδίως µε την ενσωμάτωση της διάστασης της εδαφικής συνοχής, ως έννοιας ισότιμης µε την κοινωνική και οικονοµική συνοχή, ο ρόλος του χωρικού σχεδιασµού έχει αναβαθµιστεί. Σύµφωνα µε την Ευρωπαϊκή Στρατηγική η Βιώσιµη Ανάπτυξη, είναι ένας στρατηγικής σηµασίας στόχος για το σύνολο των πολιτικών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, περιλαμβάνοντας τρεις διαστάσεις: Την προστασία του περιβάλλοντος, την κοινωνική ισότητα και συνοχή και την οικονοµική ευημερία[16]
Για άλλη μία φορά πρέπει να λεχθεί ότι για να υπηρετήσει η Διοίκηση σωστά τον εξισορροπητικό της ρόλο, είναι εντελώς απαραίτητη η ύπαρξη ενός σαφούς και οραματικού χωρικού σχεδιασμού, που θα είναι κατανοητός και κυρίως πειστικός και θα ισορροπεί μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος.
β) Η Διοίκηση υποχρεούται να μεριμνά για την σωστή αδειοδότηση του έργου (επαρκώς εμπεριστατωμένη επιστημονικά μελέτη). Προς τούτο απαιτείται να να είναι στελεχωμένη με ικανό επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό.
γ) Απαραίτητη προϋπόθεση για την βιώσιμη ανάπτυξη είναι ο προληπτικός και κατασταλτικός περιβαλλοντικός έλεγχος.
Θα τελειώσω με κάτι που άκουσα πρόσφατα από τον Στέλιο Ράμφο και μου έφερε στο μυαλό, μεταξύ άλλων, και το θέμα της εισήγησής μου:
«Η βαθύτερη έννοια της κρίσης είναι ότι διαμαρτύρεται η πραγματικότητα».
[1] Το κείμενο συνιστά δημοσίευση της εισήγησης της Νομικής Συμβούλου του Κράτους, Αθηνάς Αλεφάντη, στη διημερίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστών Λειτουργών, που πραγματοποιήθηκε στη Κομοτηνή 18 και 19 Ιουνίου 2015 με θέμα “Προστασία Περιβάλλοντος και Οικονομική Ανάπτυξη”.
[2]Παρόμοια είναι και η θέση περιβαλλοντικών οργανώσεων. Ενδεικτικά, από την WWF υποστηρίζεται ότι η προστασία του περιβάλλοντος και η οικονομική ανάπτυξη, αν και συχνά αντιμετωπίζονται ως ανταγωνιστές είναι δύο τομείς που συμβαδίζουν και αλληλοσυμπληρώνονται. Η προστασία του περιβάλλοντος αποκτά νόημα όταν οι άνθρωποι ευημερούν, ενώ η ευημερία τους τροφοδοτείται και είναι τελικά επιτεύξιμη μόνον μέσα σε ένα υγιές περιβάλλον.
[3] ΄Ηδη έχει συσταθεί Επιτροπή Χωροταξικού Σχεδιασμού με έργο την επεξεργασία προτάσεων σχετικά με επιλεγμένες βελτιώσεις της νομοθεσίας χωροταξικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των τμημάτων που αφορούν τις κατηγορίες χρήσεων γης, καθώς και τη θέσπιση δευτερογενούς νομοθεσίας (ΦΕΚ ΤΕΥΧΟΣ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ κλπ. 735/2015).
[4]Το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης αποτελεί σύνολο κειμένων και διαγραμμάτων με το οποίο:
- καταγράφονται και αξιολογούνται οι παράγοντες εκείνοι που επηρεάζουν την μακροπρόθεσμη χωρική ανάπτυξη και διάρθρωση του εθνικού χώρου,
- αποτιμώνται οι χωρικές επιπτώσεις των διεθνών, ευρωπαϊκών και εθνικών πολιτικών και
- προσδιορίζονται με προοπτική δεκαπέντε (15) ετών οι βασικές προτεραιότητες και οι στρατηγικές κατευθύνσεις για την ολοκληρωμένη χωρική ανάπτυξη και την αειφόρο οργάνωση του εθνικού χώρου.
[5]Τα Ειδικά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης αποτελούν σύνολα κειμένων ή και διαγραμμάτων με τα οποία εξειδικεύονται ή και συμπληρώνονται οι κατευθύνσεις του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης που αφορούν την ανάπτυξη και οργάνωση του εθνικού χώρου και ιδίως:
- Τη χωρική διάρθρωση ορισμένων τομέων ή κλάδων παραγωγικών δραστηριοτήτων εθνικής σημασίας.
- Τη χωρική διάρθρωση των δικτύων και υπηρεσιών τεχνικής, κοινωνικής και διοικητικής υποδομής εθνικού ενδιαφέροντος, με εξαίρεση τα δίκτυα και υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, καθώς και τη χωρική κατανομή των υποδομών γνώσης και καινοτομίας.
- Ορισμένες ειδικές περιοχές του εθνικού χώρου και ιδίως τις παράκτιες και νησιωτικές περιοχές, τις ορεινές και προβληματικές ζώνες, τις περιοχές που υπάγονται σε διεθνείς ή ευρωπαϊκές συμβάσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και άλλες ενότητες του εθνικού χώρου που παρουσιάζουν κρίσιμα περιβαλλοντικά, αναπτυξιακά και κοινωνικά προβλήματα.
΄Εχουν επιλογές στρατηγικού χαρακτήρα για συγκεκριμένους τομείς παραγωγικών δραστηριοτήτων εθνικής σημασίας, αναπτύσσουν όμως και νομική δεσμευτικότητα κατά την έγκριση των ρυθμιστικών σχεδίων, των ειδικών σχεδίων χρήσεων γης και κατά την έκδοση αδειών έργων (ΣτΕ 1421/2013).
[6]Αποτελούν σύνολα κειμένων ή και διαγραμμάτων με τα οποία:
- καταγράφεται και αξιολογείται η θέση της περιφέρειας στο διεθνή και ευρωπαϊκό χώρο, ο ρόλος της σε εθνικό επίπεδο και σε σύγκριση με άλλες περιφέρειες και οι λειτουργίες διαπεριφερειακού χαρακτήρα που έχει ή μπορεί να αναπτύξει,
- καταγράφονται και αξιολογούνται οι παράγοντες εκείνοι που επηρεάζουν την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και διάρθρωση του χώρου στο επίπεδο της περιφέρειας,
- αποτιμώνται οι χωρικές επιπτώσεις των ευρωπαϊκών, εθνικών και περιφερειακών πολιτικών και προγραμμάτων στο επίπεδο της περιφέρειας και
- προσδιορίζονται με προοπτική δεκαπέντε ετών οι βασικές προτεραιότητες και οι στρατηγικές επιλογές για την ολοκληρωμένη και αειφόρο ανάπτυξη του χώρου στο επίπεδο της περιφέρειας, οι οποίες θα προωθούν την ισότιμη ένταξη της στον ευρύτερο διεθνή, ευρωπαϊκό και εθνικό χώρο.
[7]Στο προεδρικό διάταγμα σωρεύονται, κατ’ ουσίαν, δύο διοικητικές πράξεις: α) το ΕΣΧΑΔΑ και β) οι περιβαλλοντικοί όροι του σχεδίου. Η πρώτη από αυτές είναι μικτού περιεχομένου, ήτοι ατομική γενικής εφαρμογής κατά το μέρος που χαράσσει τα όρια του σχεδίου και των ζωνών εντός αυτού και κανονιστική κατά το μέρος που καθορίζει τις χρήσεις επί του ακινήτου και θέτει όρους και περιορισμούς δόμησης (πρβλ. ενδεικτικά ΣτΕ 451/2014 για πολεοδομική μελέτη, 4554/2009 για ρυμοτομικό σχέδιο, 2602/2003 7μ. για γενικό πολεοδομικό σχέδιο). Η δεύτερη έχει ατομικό χαρακτήρα, αλλά είναι αρρήκτως συνδεδεμένη με την πρώτη (πρβλ. ΠΕ ΣτΕ 309/2013 5μ.). Η προσβολή αμφοτέρων με αίτηση ακυρώσεως προκαλεί ακυρωτική διαφορά υπαγόμενη στη γενική ακυρωτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας (πρβλ. ΣτΕ3919/2010Ολομ.).
[8]Το Ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο Natura 2000 είναι ένα δίκτυο ζωνών προστασίας της φύσης που εκτείνεται σε ολόκληρη την Κοινότητα και έχει ως στόχο να διασφαλίσει τη µακροπρόθεσµη διατήρησή των πιο πολύτιµων και των πλέον απειλούµενων ειδών και ενδιαιτηµάτων της σε ικανοποιητικό επίπεδο. Αποτελείται από δύο κατηγορίες περιοχών:
α)τις «Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)» (Special Protection Areas – SPA) για την Ορνιθοπανίδα, όπως ορίζονται στην Οδηγία 79/409/EK «για τη διατήρηση των άγριων πτηνών»
β)τους «Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)» (Sites of Community Importance – SCI) όπως ορίζονται στην Οδηγία 92/43/ΕΟΚ. Για τον προσδιορισμό των ΤΚΣ λαμβάνονται υπόψη οι τύποι οικοτόπων και τα είδη των Παραρτημάτων Ι και ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ καθώς και τα κριτήρια του Παραρτήματος ΙΙΙ αυτής.
[9]Kατηγορία Α και υποκατηγορία Α1 για τα έργα που ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και κατηγορία Α2 που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και κατηγορία Β, που χαρακτηρίζονται από τοπικές και μη σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Η κατηγορία Β απαλλάχτηκε από την διαδικασία των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τα έργα λαμβάνουν πρότυπους περιβαλλοντικούς όρους {πχ. Μικρές ξενοδοχειακές μονάδες, βιοτεχνίες και βιομηχανίες χαμηλής όχλησης κλπ – πριν 13500 φάκελοι ετησίως). Βασική καινοτομία είναι ότι καταργήθηκε η κατηγορία Β3, δηλαδή 4.200 φάκελοι ετησίως).
[10]Oνομάζεται πλέον Προκαταρκτικός Προσδιορισμός Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων. (Περίπου 2.800 φάκελοι ετησίως – καθίσταται προαιρετική για όλα τα είδη έργων και δραστηριοτήτων, κατά το πρότυπο του ν. 3851/2010 για τις ΑΠΕ, προκειµένου ο ενδιαφερόµενος, εφόσον το επιθυµεί, να αποφύγει το ενδεχοµένως υψηλό κόστος σύνταξης της ΜΠΕ µε αβέβαια αποτελέσµατα σχετικά µε την περιβαλλοντική έγκριση ή µη του έργου ή δραστηριότητας και η αδειοδοτούσα αρχή να έχει τη δυνατότητα ολικής απόρριψης του αιτήµατος κατά το στάδιο της προµελέτης (π.χ. για λόγους κυβερνητικής πολιτικής, ασυµβατότητα µε το καθεστώς χρήσεων γης κ.λπ.). Η προαιρετική προµελέτηονοµάζεται πλέον Προκαταρκτικός Προσδιορισµός Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων (ΠΠΠΑ).
[11] Εντός μηνός από την έκδοση της απόφασης, προκειμένου να αποκτήσει κάθε ενδιαφερόμενος πλήρη, λεπτομερή και ανεμπόδιστη γνώση των έργων της Α΄ κατηγορίας και να περιοριστεί η άσκηση αιτήσεων ακυρώσεως (εμπρόθεσμο). Η ανάρτηση τηρείται απαρεγκλίτως. Η ρύθμιση αυτή, πέραν της ενημέρωσης του κοινού, είναι θετική στη κατεύθυνση της προσβολής των έργων στο ΣτΕ, δεδομένου ότι το αφετηριακό γεγονός της εξηκονθήμερης προθεσμίας της αίτησης ακυρώσεως, που ασφαλώς κρίνεται κατά περίπτωση, δεν δύναται να αδρανεί στο διηνεκές, διότι τούτο καταστρατηγεί την αρχή της ασφάλειας του δικαίου και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης που οφείλει να διέπει τις σχέσεις της Διοίκησης με τους πολίτες. ΄Ηδη η νομολογία του ΣτΕ έχει περιορίσει τις περιπτώσεις που αιτήσεις ακυρώσεως κρίνονται ως εμπρόθεσμες.
[12]Με το Π.Δ. 100/2014 (ΦΕΚ 167 Α) «Οργανισμός Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής». Αποτελεί το διάδοχο σχήμα των πρώην Υπηρεσιών Επιθεώρησης του Υ.Π.Ε.Κ.Α.
[13]Η λειτουργία όλων των προαναφερόμενων (1-6) Υπηρεσιών συγχρηματοδοτείται λόγω της εθνικής και ευρωπαϊκής σημασίας του έργου τους, από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ελέγχεται ως προς τα αποτελέσματά της, από τις αρμόδιες Διευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
[14]Hτροποποίηση ενός Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού απαιτεί σύμφωνα με τον ν. 2742/1999, για τον χωροταξικό σχεδιασμό και την αειφόρο ανάπτυξη την εξής διαδικασία: ΄Εκθεση αξιολόγησης Ειδικού Πλαισίου, στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, διαβίβαση ΣΜΠΕ σε συναρμόδια Υπουργεία, ΟΡΣΑ, Περιφέρειες κλπ., δημόσια διαβούλευση για να διατυπωθούν απόψεις, εισήγηση της Διεύθυνσης Χωροταξίας γνωμοδότηση Εθνικού Συμβουλίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, αποστολή σε ΕΥΠΕ κλπ.
[15]Η πρώτη συστηματική προσπάθεια για την καταγραφή των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας έγινε με τους “Κτηματικούς Χάρτες” τους οποίους συνέτασσαν τα συνεργεία κτηματογράφησης που ιδρύθηκαν στο πλαίσιο του Νόμου 248/76 (την περίοδο 1977-1985).
[16](Βλ. Εισηγητική Έκθεση Περιφερειακού Πλαισίου Δυτικής Ελλάδος υπό διαβούλευση).