ΣτΕ 1178/2023 [Νόμιμο πρωτόκολλο επιβολής αποζημίωσης για διατήρηση αυθαιρέτων σε δημόσια δασική έκταση]
Περίληψη
– Η εφεσίβλητη επιχείρηση από της συστάσεώς της είχε υποκατασταθεί σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του Δήμου Λαυρεωτικής σε βάρος του οποίου είχε εκδοθεί η οικεία πράξη κατεδάφισης και κοινοποιηθεί η προβλεπόμενη από το νόμο πρόσκληση για κατεδάφιση. Σε κάθε δε περίπτωση η εφεσίβλητη τελούσε σε γνώση της υποχρέωσης του ανωτέρω δήμου να προβεί στην καθαίρεση των επίμαχων κατασκευών και, σε περίπτωση μη συμμορφώσεως προς αυτήν στην υποχρέωση καταβολής της ειδικής αποζημίωσης, ήδη από την έκδοση της 2044/2017 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία ακυρώθηκε κατ’ αποδοχήν αιτήσεως ακυρώσεώς της έτερο πρωτόκολλο επιβολής ειδικής αποζημίωσης του Δασάρχη Λαυρίου για τις ίδιες αυθαίρετες κατασκευές, αλλά για προγενέστερο χρονικό διάστημα, με την αιτιολογία ότι η διαταγή κατεδάφισης δεν απευθυνόταν στην ίδια αλλά στον οικείο δήμο. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση του εκκαλούντος για το λόγο αυτό εφέσεως ο οποίος προβάλλεται εν πρώτοις παραδεκτώς. Είναι δε και βάσιμος κατά τα ανωτέρα εκτεθέντα όσον αφορά την ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων. Κατόπιν τούτου, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να εκδικασθεί ακολούθως η αίτηση ακυρώσεως της εφεσίβλητης δημοτικής επιχείρησης και να απορριφθούν οι αντίστοιχοι λόγοι ακυρώσεως περί μη κλήτευσης της εφεσίβλητης πριν από την έκδοση του επίμαχου πρωτοκόλλου.
Ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο δεν αιτιολογείται νομίμως και επαρκώς και είναι αόριστο ως προς τις διαστάσεις των αυθαιρέτων κτισμάτων, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Η προβλεπόμενη ειδική αποζημίωση αποτελεί διοικητική κύρωση που αποβλέπει τόσο στην αποτροπή ανέγερσης αυθαιρέτων κτισμάτων εντός δασών και δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεων, όσο και στην κατεδάφισή τους μετά την τυχόν ανέγερσή τους, καθιστώντας εξαιρετικά ασύμφορη οικονομικά τη διατήρησή τους, επιβάλλεται δε από τον Δασάρχη παραλλήλως με την υποχρέωση του Κράτους για αποκατάσταση της καταστραφείσας δασικής έκτασης και δεν συνιστά φόρο ή οικονομικό βάρος κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 78 του Συντάγματος. Περαιτέρω, η διοικητική αυτή κύρωση επιβάλλεται στο διοικούμενο για αυθαίρετα που έχουν ανεγερθεί εντός δάσους ή δασικής ή αναδασωτέας έκτασης είτε πριν, είτε μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αλλά, προφανώς, για χρονικά διαστήματα κατά τα οποία διατηρήθηκαν τα αυθαίρετα αυτά, μεταγενέστερα της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού. Δεν συντρέχει δε περίπτωση ανεπίτρεπτης αναδρομικής εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης στην περίπτωση που με το σχετικό πρωτόκολλο επιβάλλεται στο διοικούμενο ειδική αποζημίωση για αυθαίρετα που είχαν κατασκευαστεί εντός δάσους ή δασικής ή αναδασωτέας έκτασης πριν μεν από την έναρξη ισχύος του ν. 4280/2014, αφορούν, όμως, σε χρονικά διαστήματα διατήρησης των αυθαιρέτων αυτών μεταγενέστερα της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού. Το Σύνταγμα, θεσπίζοντας στο άρθρο 24 παρ. 1 την υποχρέωση του Κράτους να προστατεύει τα δάση και τις δασικές εκτάσεις από την αυθαίρετη αλλαγή χρήσεώς τους και να απομακρύνει κάθε κατασκευή που αποκλείει ή περιορίζει την κατά προορισμό χρήση τους, ουδόλως αποκλείει την καθιέρωση νομοθετικού συστήματος προστασίας του δάσους που επιβάλλει, παραλλήλως προς τις αντίστοιχες υποχρεώσεις του Κράτους, την υποχρέωση αποκαταστάσεως του δάσους στον προκαλέσαντα την βλάβη σε αυτό ιδιώτη επ’ απειλή διοικητικών ή άλλων σε βάρος του κυρώσεων. Ενόψει των ανωτέρω, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η ειδική αποζημίωση που επιβλήθηκε στην εφεσίβλητη συνιστά αναδρομική επιβολή οικονομικού βάρους, που αντίκειται στο άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος, στο βαθμό που οι επίδικες κατασκευές είχαν ανεγερθεί πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4280/2014, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Σε κάθε δε περίπτωση, η ειδική αποζημίωση που επιβλήθηκε στην εφεσίβλητη με το επίμαχο πρωτόκολλο αφορούσε στο διάστημα από 27.8.2014 έως 26.8.2015, δηλαδή χρονικό διάστημα διατήρησης των αυθαιρέτων μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
Ομοίως απορριπτέος είναι και ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η επιβολή της προβλεπόμενης από τις ως άνω διατάξεις ειδικής αποζημίωσης για τη διατήρηση αυθαιρέτου κτίσματος εντός δάσους ή δασικής έκτασης αντιστρατεύεται και το άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος, καθόσον η πρόβλεψη και η επιβολή της οδηγεί σε καταστρατήγηση από μέρους του Δημοσίου του σκοπού της συνταγματικής αυτής διάταξης εν όψει της πρακτικής της Διοίκησης, η οποία θεωρεί σκοπιμότερη την επιβολή της ειδικής αποζημίωσης, από ότι την κατεδάφιση των εντός δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεων ανεγερθέντων κτισμάτων ή την επισταμένη φροντίδα πρόληψης ανέγερσης κτισμάτων στις εν λόγω εκτάσεις.
Οι ισχυρισμοί της εφεσίβλητης ότι με την έκδοση του επίδικου πρωτοκόλλου παραβιάζονται οι αρχές της αναλογικότητας, της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι εν όψει του επιδιωκόμενου δημόσιου σκοπού επιβολής της ειδικής αποζημίωσης, του αντικειμενικού συστήματος υπολογισμού της κατά δέσμια αρμοδιότητα και της δυνατότητας των διοικουμένων να απαλλαγούν από την υποχρέωση καταβολής της, αν παραδώσουν προς κατεδάφιση τα αυθαίρετα κτίσματα.
Τέλος, προβάλλεται ότι μη νομίμως εκδόθηκε το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο για τις επίμαχες εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού λυμάτων, καθόσον στην 203637/21.9.2011 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, με την οποία ανανεώθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι του ανωτέρω έργου, είχαν ληφθεί υπόψη οι διατάξεις του ν. 998/1979 περί προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων. Συναφώς, δε, προβάλλεται ότι με τις διατάξεις του ν. 4280/2014 αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 45-61 του ν. 998/1979 και το επίμαχο έργο υποδομής περιλαμβάνεται πλέον στις επιτρεπόμενες εντός δασικών ή αναδασωτέων εκτάσεων περιπτώσεις έργων. Οι ισχυρισμοί, όμως, αυτοί είναι απορριπτέοι, διότι ουδεμία επιρροή ασκούν στη νομιμότητα του εν λόγω πρωτοκόλλου. Ειδικότερα, τα ανωτέρω προβαλλόμενα δεν εκώλυαν την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου που προβλέπει την έκδοση του πρωτοκόλλου επιβολής ειδικής αποζημίωσης κατά δεσμία αρμοδιότητα, εφόσον απορριφθεί η αίτηση ακυρώσεως κατά της πράξης κατεδάφισης, ενώ, εξ άλλου, ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει, ούτε η εφεσίβλητη επικαλείται ότι έχει γίνει δεκτό αίτημα παραχώρησης της επίμαχης δασικής έκτασης προς το σκοπό αυτό. Αντιθέτως, από τις προεκτεθείσες 1773 και 1774/2011 αποφάσεις του Δικαστηρίου προκύπτει ότι τα αιτήματα του Δήμου Λαυρεωτικής για την παραχώρηση δασικής έκτασης, προκειμένου να εγκατασταθεί η επίμαχη μονάδα βιολογικού καθαρισμού, δεν είχαν γίνει δεκτά.
Πρόεδρος: Αικ. Χριστοφορίδου
Εισηγητής: Ν. Βαγιωνάκης