ΣτΕ 1302/2018 [Παράνομη αναστολή ισχύος ΑΕΠΟ λόγω βεβαίωσης παραβάσεων από την ΕΥΕΠ]
Περίληψη
-Όπως συνάγεται, ο σκοπός για τον οποίο εξεδόθη η προσβαλλόμενη πράξη δεν ήταν η “ανάκληση της ισχύος” της ΑΕΠΟ, αλλά η κατασκευή του έργου σε συμφωνία με τις παρατηρήσεις της ΕΥΕΠ. Δεδομένου δε ότι η προσωρινότητα, ήτοι μέχρι την υποβολή φακέλου τροποποίησης της ισχυούσης ΑΕΠΟ σε συμφωνία με τις παρατηρήσεις των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος προσιδιάζει στην αναστολή της εκτελέσεως και όχι της ισχύος της πράξεως, με την δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, κατά την έννοια της, αναστέλλεται η εκτέλεση της ΑΕΠΟ, η οποία, πάντως, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως. Η ερμηνεία αυτή ευρίσκει νόμιμο έρεισμα στην προβλεπομένη δυνατότητα τροποποιήσεως των εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων στην περίπτωση που εκ των υστέρων, κατά την φάση της κατασκευής του έργου, ανακύψουν σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης του περιβάλλοντος ή υπάρξουν επιπτώσεις που δεν είχαν προβλεφθεί από την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθόσον η εν λόγω τροποποίηση μπορεί να επιβάλλει ή να δικαιολογεί και την αναστολή εκτελέσεως της υπό τροποποίηση ΑΕΠΟ. Ενόψει των ανωτέρω, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα διότι συνιστά ανεπίτρεπτη ανάκληση νόμιμης και ευμενούς διοικητικής πράξεως, δεδομένου ότι η ανακαλούμενη ΑΕΠΟ είναι νόμιμη και ευμενής για την ίδια την αιτούσα και το κοινωνικό σύνολο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
-Η έκθεση ελέγχου, στην οποία αποτυπώνονται τα ευρήματα της αυτοψίας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, προκειμένου να δοθεί στη συνέχεια η δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να τοποθετηθούν/απολογηθούν, και η οποία ενδέχεται να καταλήξει είτε σε βεβαίωση παράβασης, είτε σε βεβαίωση μη παράβασης, δεν συγιστά εκτελεστή διοικητική πράξη. Ούτε εξάλλου συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη η (πράξη βεβαίωσης παράβασης των Επιθεωρητών. Και τούτο διότι, κατά τα ήδη εκτεθέντα, οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος είναι επιφορτισμένοι με αμιγώς ελεγκτικές αρμοδιότητες, οι δε πράξεις τους περιορίζονται στην παράθεση των διαπιστώσεων του κατά τα ανωτέρω ελέγχου, κατόπιν συνεκτιμήσεως της απολογίας των ενδιαφερομένων και δεν επάγονται αυτοτελώς έννομες συνέπειες. Διάφορο είναι το ζήτημα ότι οι τυχόν διαπιστωθείσες παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενδέχεται να επισύρουν κυρώσεις σε βάρος των υποχρεών ή να δρομολογήσουν έτερες διοικητικές διαδικασίες με πράξη της εκάστοτε αρμόδιας Αρχής. Συνεπώς, τα προβαλλόμενα από τους παρεμβαίνοντες σχετικά με το τεκμήριο νομιμότητας των ανωτέρω “πράξεων” της ΕΥΕΠ, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
-Κατά τον αρχικό σχεδίασμό του έργου μελετήθηκαν από την ΜΠΕ οι υδρογεωλογικές συνθήκες της περιοχής εγκατάστασής του ΧΥΤΑ, ελήφθησαν δε, ειδικώς, υπόψη ταφεοντα επιφανειακώς ύδατα, η ποσότητα των οποίων χαρακτηρίζεται μη αξιοποιήσιμη, ενώ με την απόφαση 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικράτειας κρίθηκε ότι οι εγκριθείσες το 2004 Γεωτεχνική Μελέτη ευρύτερης περιοχής ΧΥΤΑ Δυτικής Αιγιαλείας και Γεωλογική Μελέτη, επιβεβαιώνουν τις διαπιστώσεις και εκτιμήσεις τις ΜΠΕ. Από το περιεχόμενο δε των προμνημονευόμενων εγγράφων των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και των στοιχείων, Γρτα οποία αυτά παραπέμπουν προς τεκμηρίωση των διαπιστώσεών τους, δεν αποδεικνύεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πλάνη περί τα πράγματα κατα την αρχική έγκριση των περιβαλλοντικών όρων ως προς την ύπαρξη ρέματος εντός του χώρου εγκατάστασης του; ΧΥΤΑ, το οποίο έπρεπε, πριν την έναρξη κατασκευής να οριοθετηθεί, ενόφει, μάλιστα, του νεότερου ν.4258/2014, ο οποίος ίσχυε κατά την έκδοση της υπ’αριθμ. 1663/30-6- 2014 πράξης βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ και ο οποίος δεν επιβάλλει την οριοθέτηση, προκειμένου για μικρά υδατορέματα με έκταση λεκάνης απορροής μικρότερης ή ίσης του 1,0 τ.χ. Συνεπώς, εφόσον δεν ανατρέπονται, ως προς το ζήτημα των επιφανειακώς ρεόντων υδάτων, τα πραγματικά δεδομένα επί των οποίων στηρίχθηκε ο αρχικός σχεδιασμός, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την αιτούσα, τροποποίηση της αδειοδότησης του έργου με την θέσπιση επιπλέον όρων προστασίας -ή, ενδεχομένως, και η επανεξέταση του αρχικού σχεδιασμού του- και δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της τροποποίησης αυτής, η αναστολή εκτελέσως της ΑΕΠΟ έτους 2003 του Γ.Γ. της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της.
-Η παράλειψη εκπόνησης της ειδικής υδρολογικής μελέτης πριν από την έναρξη των εργασιών κατασκευής, αναγόμενη σε παράλειψη υποχρέωσης μεταγενέστερης της Α.Ε.Π.Ο., από τυπικής μεν απόψεως δικαιολογεί την επιβολή διοικητικής κύρωσης, όχι όμως και τη ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίηση της ΑΕΠΟ και εντεύθεν την αναστολή της εκτέλεσής της, λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της. Τούτο δε, ενόψει και του άρθρου 50 παρ. 3α του π.δ/τος 18/1989 (Α’8), όπως έχει τροποποιηθεί από το άρθρο 22 του ν. 4274/2015, το οποίο επιτρέπει στο Δικαστήριο, μετά συνεκτίμηση του πρωτεύοντος δημοσίου σκοπού που εξυπηρετείται με το έργο, αντί ακυρώσεως, να αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης και να ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία, με προδικαστική απόφαση, την μεταγενέστερη τήρηση του τύπου που παραλείφθηκε, προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση της νομιμότητα, ζήτημα όμως το οποίο δεν τίθεται εν προκειμένω εφόσον, όπως αναφέρει, και ηι ίδια η ΕΥΕΠ, τέτοια μελέτη (και, μάλιστα, εγκριθείσα) υπήρξε μεταγενεστέρως, δεν προκύπτει δε ότι από την μελέτη αυτή ανατρέπονται τα πορίσματα στα οποία είχε καταλήξει η ΜΠΕ σχετικά με το ζήτημα των επιφανειακών υδάτων στο χώρο κατασκευής του ΧΥΤΑ.
-Η νομιμότητα της χωροθέτησης του ΧΥΤΑ στην επίμαχη θέση, σε συνάρτηση προς τον εν μέρει δασικό χαρακτήρα αυτής, έχει ήδηκριθεί από το Συμβούλιο της Επικράτειας. Δεν προκύπτει δε ότι οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος εντοπίζουν νεώτερο δεδομένο, ως προς τον χαρακτήρα της περιοχής εγκατάστασης του ΧΥΤΑ, ώστε να μπορεί η εν λόγω διοικητική αρχή να αποστεί, με βάση τα αυτά νομικά και πραγματικά δεδομένα, από τα ήδη κριθέντα, και τούτο ενόψει της υποχρεώσεως της Διοικήσεως προς συμμόρφωση στις δικαστικές αποφάσεις. Συνεπώς, κατά το σκέλος της κατασκευής ΧΥΤΑ σε επαφή με δάσος, δεν ανατρέπονται τα δεδομένα του αρχικού σχεδιασμού και δεν δικαιολονείται η τροποποίηση της αδειοδότησης του έργου με την θέσπιση επιπλέον όρων προστασίας -ή, ενδεχομένως, και ο ανασχεδιασμός του έργου- και, εντεύθεν, η αναστολή-εκτελέσεως της Α.Ε.Π.Ο. λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της. Περαιτέρω, η ίδια αιτιολογία κατά το σκέλος της εκχέρσωσης δημοσίου δάσους και της μη λήψης μέτρων αντιπυρικής προστασίας αφορά παραβάσεις κατά την κατασκευή του έργου και μη τήρηση ήδη εγκεκριμένων όρων της Α.Ε.Π.Ο. Συνεπώς, οι παραβάσεις αυτές, αληθείς υποτιθέμενες, θα δικαιολογούσαν την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, όχι όμως και την ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίηση της ΑΕΠΟ και, εντεύθεν, την αναστολή εκτελέσεως αυτής λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της.
Πρόεδρος: Ι. Μαντζουράνης
Εισηγητής: Π. Καρλή
Βασικές Σκέψεις
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση: α) της σιωπηρής απόρριψης της από 16.4.2015 προσφυγής της αιτούσης ανωνύμου εταιρείας ενώπιον του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας (αριθμ. Πρωτ.: 252/ 24.4.2015) κατά της αμέσως κατωτέρω αναφερομένης πράξεως, β) της υπ’ αριθμ. 44365/396/14.4.2015 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου με τίτλο “προσωρινή αναστολή ισχύος της υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. του Γ.Γ. της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, που αφορά την κατασκευή, λειτουργία και επανένταξη του ΧΥΤΑ στη θέση “Παπανικολού” της Δ.Ε. Συμπολιτείας Ν. Αχαΐας”.
3. Επειδή, με το από 7.12.2015 δικόγραφο παρεμβαίνουν στη δίκη οι Πρόεδροι των Τοπικών Κοινοτήτων Καμαρών, Μυρόβρυσης, Δαμακινίου, Σαλμενίκου, Νέου Ερινεού και Ζήριας Δήμου Αιγιαλείας. Εξ αυτών ο Πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Νέου Ερινεού Οδυσσέας Σακελλαρόπουλος, δεν νομιμοποίησε τον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο της παρεμβάσεως με κάποιο από τους προβλεπόμενους, στο άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (Α΄ 67), τρόπους. Συνεπώς, ως προς αυτόν η παρέμβαση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, ανεξαρτήτως εκβάσεως της δίκης. Περαιτέρω, με έννομο συμφέρον ασκείται η ανωτέρω παρέμβαση από τους λοιπούς, νομιμοποιημένους κατά την ανωτέρω διάταξη, παρεμβαίνοντες, καθώς η θέση «Παπανικολού» του επίμαχου ΧΥΤΑ εφάπτεται ή γειτνιάζει άμεσα με τις τοπικές κοινότητες, στις οποίες οι παρεμβαίνοντες αυτοί φέρονται ως πρόεδροι, που ενδιαφέρονται για την προστασία του περιβάλλοντος και την υγεία των κατοίκων της περιοχής τους (πρβλ. ΣτΕ 3615/2002).
4. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου και όσα προσκομίσθηκαν από την αιτούσα εταιρεία προκύπτει ότι στις 27.8.2010 καταρτίσθηκε σύμβαση κατασκευής του επίμαχου έργου μεταξύ αφενός του Ελληνικού Δημοσίου, για λογαριασμό του οποίου τη σύμβαση υπογράφει ο Διευθυντής της ΔΕΚΕ/ΠΔΕ της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, και αφετέρου της αιτούσης “ΤΕΜΕΚ ΑΤΕ” ως αναδόχου του έργου εργοληπτικής επιχείρησης. Στη συνέχεια, εγκρίθηκε η σύσταση της κατασκευαστικής κοινοπραξίας “ΤΕΜΕΚ ΑΤΕ-Αφοι Βλάχου και Σια ΕΕ” για την κατασκευή του εν λόγω έργου (υπ’ αριθμ. 141594/5598/18.11.2010 απόφαση της ΔΔΕ/ΠΔΕ της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας), μετά ταύτα δε, κατόπιν διαλύσεως της εν λόγω κατασκευαστικής κοινοπραξίας, εγκρίθηκε, με την υπ’ αριθμ. 336689/11786/18.12.2013 απόφαση της Διεύθυνσης Τεχνικών Έργων (ΔΤΕ) της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, η υποκατάσταση της ως άνω αναδόχου – μέλους κοινοπραξίας από την νέα ανάδοχο εργοληπτική επιχείρηση “ΤΕΜΕΚ ΑΤΕ” για το συνολικό ανεκτέλεστο έργο. Με τα δεδομένα αυτά, η αιτούσα ως ανάδοχος εταιρεία κατασκευής του δημοσίου έργου του ΧΥΤΑ Δυτικής Αιγιαλείας στη θέση “Παπανικολού”, μετ’ εννόμου συμφέροντος ασκεί την κρινόμενη αίτηση ακυρώσεως. Πρέπει δε να απορριφθούν ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τους παρεμβαίνοντες.
5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής: Με την υπ’ αριθ. 104/02 απόφαση του Νομαρχιακού Συμβουλίου (Ν.Σ.) Αχαΐας (Πρακτικό 15/16.7.02) εγκρίθηκε η Αναθεώρηση Σχεδιασμού (Πλαίσιο) Ολοκληρωμένης Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων Ν. Αχαΐας με την οποία, μεταξύ άλλων, ορίσθηκε ότι ο σχεδιασμός διαχείρισης στερεών αποβλήτων περιλαμβάνει έναν κεντρικό ΧΥΤΑ (Πάτρα – Ρίο) και τρεις περιφερειακούς (Δυτ. Αχαΐας, Αιγείρας – Ακράτας – Διακοπτού και Δυτ. Αιγιάλειας). Με την υπ’ αριθμ. 267/30.4.2003 απόφαση του Νομάρχη Αχαΐας, που εκδόθηκε ύστερα από την υπ’ αριθμ. 75/16.4.2003 γνωμοδότηση του Ν. Σ. Αχαΐας (πρακτικό 8/16.4.2003), εγκρίθηκε ως κατάλληλος χώρος για τη δημιουργία του επίμαχου ΧΥΤΑ στην Δυτική Αιγιάλεια η δεύτερη, κατά σειρά, υποδειχθείσα θέση «Παπανικολού» Δ.Δ. Μυρόβρυσης Δήμου Συμπολιτείας. Ακολούθησε η έκδοση της υπ’ αριθ. 5130/12.8.2003 πράξης του Γ.Δ. Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, στην οποία περιέχεται θετική γνωμοδότηση επί της Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για το ανωτέρω έργο με τους αναφερόμενους στην πράξη αυτή όρους και προϋποθέσεις. Τέλος, με την υπ’ αριθ. 6701/17.10.2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος εγκρίθηκαν, μετά την υποβολή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.), οι περιβαλλοντικοί όροι (Ε.Π.Ο.) «για την κατασκευή, λειτουργία και επανένταξη του Χώρου Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) Δυτικής Αιγιάλειας στη θέση «Παπανικολού» του Δ. Συμπολιτείας Ν. Αχαΐας», με λήξη ισχύος την 31.12.2015. Ειδικώς, στην παρ. 3 του Κεφάλαιο Στ΄ της εν λόγω απόφασης Ε.Π.Ο. αναφέρεται ότι: «Ανάκληση ή τροποποίηση της παρούσας απόφασης γίνεται αν κατά την φάση της κατασκευής, της λειτουργίας ή μετά την τελική αποκατάσταση του ΧΥΤΑ προκύψει ότι δεν προστατεύεται επαρκώς η δημόσια υγεία και το περιβάλλον». Κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκαν αιτήσεις ακυρώσεως εκ μέρους του ομόρου τέως Δήμου Ερινεού, καθώς και κατοίκων του εν λόγω Δήμου, οι οποίες απορρίφθηκαν με τις αποφάσεις 4537/2011 και 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μετά την σύναψη της από 27.8.2010 σύμβασης κατασκευής του επίμαχου έργου, μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας (ΠΔΕ) και του εκπροσώπου της εταιρείας ΤΕΜΕΚ ΑΤΕ., και πριν από την έναρξη των εργασιών κατασκευής του έργου, με την υπ’ αριθμ. 27/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, απορρίφθηκε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι ισχυρίζοντο ότι οι επικείμενες εργασίες κατασκευής του ΧΥΤΑ είναι παράνομες και εγκυμονούν σοβαρό κίνδυνο ρύπανσης των παραπλήσιων υδάτων της περιοχής, σοβαρό κίνδυνο πλημμυρών και σοβαρό κίνδυνο βλάβης της υγείας των εν λόγω κατοίκων. Επόμενη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων των αυτών διαδίκων ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αιγίου, απορρίφθηκε, επίσης, με την υπ’ αριθμ. 2/2013 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού. Ακολούθησε, η έναρξη των εργασιών στις 16.4.2013 και η σύναψη, στις 20.8.2013, προγραμματικής σύμβασης μεταξύ του Αναγκαστικού Συνδέσμου Διαχείρισης Απορριμμάτων 3ης Δ.Ε. Ν. Αχαΐας (Κυρίου του Έργου) και της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, σύμφωνα με την οποία, η δεύτερη συμβαλλόμενη είναι Φορέας Υλοποίησης του επίδικου έργου. Κατόπιν αναφορών τοπικών παραγόντων της περιοχής, διενεργήθηκαν από την Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ) αυτοψίες στο υπό κατασκευή Έργο: «Χώρος Υγειονομικής Ταφής Αποβλήτων (ΧΥΤΑ) Δυτικής Αιγιαλείας στη θέση «Παπανικολού» του Δ. Συμπολιτείας Ν. Αχαΐας», στις 2.8.2013 και 4.10.2013. Συνακόλουθα, συνετάγη η υπ’ αριθμ. πρωτ. οικ. 610/4.3.2014 έκθεση της ΕΥΕΠ με θέμα: «Έκθεση μερικού ελέγχου τήρησης της κείμενης περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων του έργου: Χώρος Υγειονομικής Ταφής Αποβλήτων (ΧΥΤΑ) Δυτικής Αιγιαλείας στη θέση «Παπανικολού» του Δ. Συμπολιτείας Ν. Αχαΐας από α) τον Αναγκαστικό Σύνδεσμο Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΔΣΑ) 3ης Διαχειριστικής Ενότητας Νομού Αχαΐας Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και τον Καθολικό Διάδοχό του, Κύριο – Φορέα Διαχείρισης του έργου και β) την Κοινοπραξία εταιρειών “Κ/Ξ ΤΕΜΕΚ Α.Τ.Ε. – Αφοί ΒΛΑΧΟΥ και ΣΙΑ Ε.Ε.”, Ανάδοχο κατασκευής του έργου», στην οποία (έκθεση) συμπεριλαμβάνετο και κλήση προς απολογία απευθυνόμενη στους ανωτέρω υπό α) και β) κατονομαζόμενους (ΑΣΔΣΑ και Κοινοπραξία). Στην εν λόγω έκθεση εντοπίζονται, με βάση τις διαπιστώσεις των δύο Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, οι οποίοι διενήργησαν τις αυτοψίες, τα εξής: α) Κατασκευή του έργου επί γηπέδου που διασχίζεται από υδατόρεμα/υδροφορία περιοχής, β) υδροπερατότητα χώρου κατασκευής ΧΥΤΑ, γ) σεισμικότητα περιοχής, δ) απουσία οριστικής άδειας επεξεργασίας και διάθεσης υγρών αποβλήτων, ε) κατασκευή υπόγειου χώρου και αντίθεση της κατασκευής προς τις αντίστοιχες προδιαγραφές της Α.Ε.Π.Ο., στ) οριοθέτηση του ποταμού Φοίνικα μόνο κατά τμήμα, ζ) (απουσία) συγκρότηση(ς) Επιτροπής Παρακολούθησης του έργου, η) κατασκευή οδού πρόσβασης στο έργο χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση, η) απουσία αντιπυρρικής προστασίας, δοθέντος επιπλέον ότι έχει πραγματοποιηθεί εκχέρσωση σε δάσος και σε δασική έκταση, θ) απουσία ειδικής υδρολογικής μελέτης πριν από την έναρξη κατασκευής του έργου (η σύνταξη της οποίας ακολούθησε τον Ιούνιο του 2013), ι) απουσία διαθεσιμότητας των Μ.Π.Ε. και Α.Ε.Π.Ο. στο χώρο του έργου. Η σχετική έκθεση καταλήγει ότι οι μνημονευόμενες ενδείξεις, αλλά και το γεγονός της διέλευσης υδατορέματος από το γήπεδο του ΧΥΤΑ, οδηγεί τους Επιθεωρητές στην εκτίμηση ότι η επιλεγείσα θέση εγκυμονεί, εν δυνάμει κινδύνους για το περιβάλλον της περιοχής, τους ανθρώπους και την οικονομία, ενώ “ενδεχόμενη αστοχία θα ήταν καταστροφική δεδομένου ότι στις περιπτώσεις των ΧΥΤΑ δεν υπάρχουν επανορθωτικά μέτρα”. Στην εν λόγω κλήση της ΕΥΕΠ απάντησε η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος (Διεύθυνση Τεχνικών Έργων), με το υπ’ αριθμ. 125881/4155/οικ/8.5.2014 έγγραφό της, προς υπεράσπιση της νομιμότητας της σχετικής διαδικασίας. Στο μεταξύ, κατόπιν της ανωτέρω έκθεσης μερικού ελέγχου της ΕΥΕΠ, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδος και Ιονίου, με το υπ’ αριθμ. 678/30060/10.4.2014 έγγραφό της, ζήτησε από τον Αναγκαστικό Σύνδεσμο Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΔΣΑ) 3ης Δ.Ε. Αχαΐας φάκελο τροποποίησης της από 2003 Α.Ε.Π.Ο., κατόπιν λήψεως υπόψη των ανωτέρω επισημανθέντων από την ΕΥΕΠ. Περαιτέρω, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση κάλεσε τη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας σε συνεργασία με τον ανωτέρω ΑΣΔΣΑ να εξετάσει την αναστολή των εργασιών στο τμήμα του έργου για το οποίο γίνεται αναφορά στο έγγραφο της ΕΥΕΠ, δεδομένου ότι ο τρόπος υλοποίησης αυτού ενδέχεται να αλλάξει μετά την τροποποίηση της σχετικής Α.Ε.Π.Ο. Στο εν λόγω έγγραφο απάντησε η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας (Διεύθυνση Τεχνικών Έργων) με το αντίστοιχο υπ’ αριθ. 110816/ 3635/5.5.2014 έγγραφό της. Με το εν λόγω έγγραφο επεσήμανε, κατ’ αρχάς, ότι το έργο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη κατασκευής, ότι πρέπει να έχει ολοκληρωθεί (συμπεριλαμβανομένης της εξάμηνης δοκιμαστικής λειτουργίας) πριν το τέλος του 2015 διότι σε διαφορετική περίπτωση το έργο απεντάσσεται από το ΕΣΠΑ και η συνολική δαπάνη θα βαρύνει αποκλειστικά εθνικούς πόρους, ότι ενδεχόμενη αναστολή εργασιών θέτει υπό αμφισβήτηση την έγκαιρη ολοκλήρωση των εργασιών, ζήτησε δε να εντοπισθεί ειδικότερα σε ποιο τμήμα του έργου κρίνεται απαραίτητη η όποια τροποποίηση/βελτίωση των περιβαλλοντικών όρων με ενδεχόμενη αλλαγή του τρόπου υλοποίησης, ώστε να εξεταστεί από την ΔΤΕ η αναστολή εργασιών. Παρόμοιο προβληματισμό διατύπωσε και η ανάδοχος με το από 24.4.2014 έγγραφό της προς την Αποκεντρωμένη Διοίκηση. Στη συνέχεια, η ΕΥΕΠ, αφού έλαβε υπόψη της όλα τα ανωτέρω, εξέδωσε την υπ’ αριθ. 1663/30.6.2014 Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης, στην οποία διαπιστώνονται οι ακόλουθες παραβάσεις: Παράβαση 1η: Κατασκευή του Έργου επί γηπέδου που διασχίζεται από υδατόρεμα χωρίς προηγούμενη οριοθέτηση και θέσπιση όρων για την προστασία του. Παράβαση 2η: Κατασκευή Έργου ΧΥΤΑ χωρίς προηγούμενη σύνταξη και έγκριση Μελέτης Επεξεργασίας και Διάθεσης Υγρών Αποβλήτων και χωρίς τη θέσπιση όρων και περιορισμών για την επεξεργασία και για τη διάθεση των υγρών αποβλήτων του. Παράβαση 3η: Έναρξη κατασκευής Έργου ΧΥΤΑ χωρίς προηγούμενη εκπόνηση ειδικής υδρολογικής μελέτης για την περιοχή εγκατάστασής του. Παράβαση 4η: Κατασκευή οδού πρόσβασης στο ΧΥΤΑ χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση. Καταστροφή δασικής βλάστησης. Παράβαση 5η: Μη εγκεκριμένος εγκιβωτισμός πηγής νερού. Παράβαση 6η: Εκχέρσωση δάσους και κατασκευή έργων ΧΥΤΑ σε έκταση που εφάπτεται δάσους. Απουσία αντιπυρικής προστασίας. Παράβαση 7η: Μη συγκρότηση Επιτροπής παρακολούθησης της πορείας των εργασιών κατά τη διάρκεια της κατασκευής του ΧΥΤΑ. Παράβαση 8η: Η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων του Έργου δεν ήταν διαθέσιμες στο χώρο του Έργου. Η εν λόγω πράξη διεβιβάσθη στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αιγίου, στον Κύριο του Έργου (ΑΣΔΣΑ) και στην ανάδοχο, επίσης δε κοινοποιήθηκε – μεταξύ άλλων – στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση και στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Κατόπιν της τελευταίας αυτής πράξεως βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ, τοπικοί φορείς και κάτοικοι της περιοχής υπέβαλαν αίτηση/καταγγελία ενώπιον της Αποκεντρωμένης Διοικήσεως με την οποία ζήτησαν την άμεση διακοπή των εργασιών του ΧΥΤΑ ενώ η Αποκεντρωμένη Διοίκηση με το νεότερο έγγραφό της υπ’ αριθμ. πρωτ. 2041/90583/29.7.2014, αφού έλαβε υπόψη την ανωτέρω Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης της ΕΥΕΠ και την ως άνω καταγγελία, ζήτησε και πάλι από τον Κύριο του έργου να υποβάλει φάκελο τροποποίησης της υπ’ αριθ. 6701/17.10.2003 Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων για το έργο, αφού λάβει υπόψη τα αναφερόμενα στα σχετικά έγγραφα της ΕΥΕΠ. Ακολούθως, η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας (ΔΤΕ), με το υπ’ αριθ. 213004/6811/20.8.2014 έγγραφό της, απέστειλε προς ενημέρωση στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση την υπ’ αριθμ. 134/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου. Με την εν λόγω απόφαση απερρίφθη αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για προσωρινή ρύθμιση της καταστάσεως (ήτοι προσωρινή απαγόρευση της συνέχισης των εργασιών κατασκευής του επίδικου ΧΥΤΑ, με απειλή χρηματικής ποινής) με τις σκέψεις ότι δεν πιθανολογείται ως ακριβής η εκτίμηση των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και ειδικότερα ότι δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη υδατορέματος, μη αποτυπωθέντος μάλιστα στη Μ.Π.Ε., στο χώρο κατασκευής του ΧΥΤΑ. Μετά ταύτα, η Αποκεντρωμένη Διοίκηση επανήλθε με το υπ’ αριθμ. οικ.2740/138402/15.10.2014 έγγραφο προς τον Κύριο του έργου (ΑΣΔΣΑ) και τον κάλεσε εκ νέου να υποβάλει άμεσα φάκελο τροποποίησης της Α.Ε.Π.Ο., σύμφωνα με την παράγραφο 9 του άρθρου 2 του ν. 4014/2011, σε συνέχεια δε συσκέψεως με εκπροσώπους των πολιτών και τοπικούς φορείς στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση και, δοθέντος ότι ο κύριος του έργου και ο φορέας του έργου δεν υπέβαλαν στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή την απαιτούμενη μελέτη τροποποίησης της υπ’ αριθ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο., εκδόθηκε, στις 14.4.2015, η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη από τον ασκούντα καθήκοντα Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης με θέμα: “Προσωρινή αναστολή ισχύος της υπ’ αριθ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. του Γ.Γ. της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας …”. Με την εν λόγω απόφαση αποφασίσθηκε η “προσωρινή ανάκληση της ισχύος της υπ’ αριθ. 6701/17.10.2003 Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Α.Ε.Π.Ο.) του Γ.Γ. της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας που αφορά την κατασκευή, λειτουργία και επανένταξη του ΧΥΤΑ στη θέση «Παπανικολού» του Δ. Συμπολιτείας Ν. Αχαΐας, μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που προβλέπονται από την εφαρμογή της παραγράφου 9 του άρθρου 2 του Ν. 4014/2011 … .”. Κατά της εν λόγω απόφασης η αιτούσα ανάδοχος κατασκευής του επίμαχου έργου άσκησε προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς με την πρώτη προσβαλλομένη πράξη. Μετά την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως ακυρώσεως, με το υπ’ αριθμ. 331506/10421/οικ/10.12.2015 έγγραφο προς την Διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Δυτικής Ελλάδας και Ιονίων, υποβλήθηκε φάκελος για την χρονική ανανέωση της ισχύος της Α.Ε.Π.Ο. του επίμαχου ΧΥΤΑ στη θέση “Παπανικολού”.
6. Επειδή, στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 4014/2011 “Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος” (Α΄ 209/21.9.2011), ορίζονται τα εξής: “1. Τα έργα και οι δραστηριότητες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, των οποίων η κατασκευή ή λειτουργία δύναται να έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες (Α και Β) ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Η πρώτη κατηγορία (Α) περιλαμβάνει τα έργα και τις δραστηριότητες τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και για τα οποία απαιτείται η διεξαγωγή Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) προκειμένου να επιβάλλονται ειδικοί όροι και περιορισμοί για την προστασία του περιβάλλοντος σχετικά με το συγκεκριμένο έργο ή δραστηριότητα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 2, 3 και 4 του παρόντος. Τα έργα και οι δραστηριότητες της κατηγορίας Α κατατάσσονται: α) σε αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποτελούν την υποκατηγορία Α1 και β) σε αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποτελούν την υποκατηγορία Α2 …”. Περαιτέρω, στο άρθρο 2 παρ. 9 του αυτού ν. 4014/2011 ορίζεται ότι: “Σε περίπτωση που διαπιστωθούν, από τα πορίσματα των τακτικών και έκτακτων επιθεωρήσεων του άρθρου 20 του παρόντος, σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης του περιβάλλοντος ή αν παρατηρηθούν επιπτώσεις στο περιβάλλον, που δεν είχαν προβλεφθεί από την Μ.Π.Ε. και την Α.Ε.Π.Ο., η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή επιβάλλει πρόσθετους περιβαλλοντικούς όρους ή τροποποιεί τους αρχικούς. Η αρμόδια περιβαλλοντική αρχή δύναται επίσης να ζητήσει την εκπόνηση ειδικής μελέτης ή νέας Μ.Π.Ε. για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών”. Εξάλλου, στο άρθρο 20 του ανωτέρω νόμου ορίζεται ότι: “1. Κάθε έργο ή δραστηριότητα κατηγορίας Α΄ ή Β΄ υπόκειται σε προληπτικές και τακτικές ή έκτακτες επιθεωρήσεις για τον έλεγχο της τήρησης των Α.Ε.Π.Ο. ή Π.Π.Δ. και της εν γένει περιβαλλοντικής νομοθεσίας. 2. Οι εν λόγω επιθεωρήσεις διακρίνονται σε: α) προληπτικές, που διενεργούνται κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, για τη διασφάλιση της επάρκειας των προτεινόμενων μέτρων, β) τακτικές, που διενεργούνται μετά την αδειοδότηση, σε προσδιορισμένο χρόνο βάσει του σχεδιασμού των επιθεωρήσεων είτε κατά το στάδιο κατασκευής του έργου είτε κατά το στάδιο της λειτουργίας του έργου ή της δραστηριότητας, για την εξέταση όλων των σημαντικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τη διασφάλιση της τήρησης των Α.Ε.Π.Ο. και Π.Π.Δ. στα στάδια αυτά, γ) έκτακτες, που διενεργούνται μετά την αδειοδότηση, εκτός του χρονικά προσδιορισμένου σχεδιασμού, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 14. 3. Αρμόδιες αρχές για τη διεξαγωγή περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων είναι: α) η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (Ε.Υ.Ε.Π.) …, β) η αδειοδοτούσα αρχή για τις προληπτικές επιθεωρήσεις …”. Τέλος, κατά το άρθρο 5 παρ. 1 του νόμου αυτού, “οι φορείς έργων και δραστηριοτήτων πριν από τη λήξη ισχύος της Α.Ε.Π.Ο. υποχρεούνται να υποβάλλουν προς έγκριση στην αρμόδια περιβαλλοντική αρχή Φάκελο Ανανέωσης Α.Ε.Π.Ο., όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 11 του παρόντος”.
7. Επειδή, η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη υπ’ αριθμ. 44465/396/14.4.2015 του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδος και Ιονίου εξεδόθη κατ’ επίκληση του άρθρου 2 παρ. 9 του ν. 4014/2011 και της παρ. 3 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ της υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο., λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα των Επιθεωρητών της ΕΥΕΠ από τη διενέργεια των επιτόπιων ελέγχων στο επίμαχο έργο και, ειδικότερα, την υπ’ αριθμ. 610/4.3.2014 έκθεση ελέγχου και την υπ’ αριθμ. 1663/30.6.2014 Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης, καθώς επίσης, και το γεγονός της μη ανταπόκρισης των κυρίου του έργου (ΑΣΔΣΑ) και φορέα υλοποίησης (Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας) στις κλήσεις της Αποκεντρωμένης Διοίκησης για υποβολή μελέτης τροποποίησης της ισχυούσης υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. Η προσβαλλόμενη πράξη αυτή έχει ως θέμα την “προσωρινή αναστολή ισχύος” της Α.Ε.Π.Ο. του 2003, όπως, όμως, αναφέρεται στο κείμενό της, με αυτήν αποφασίζεται η “προσωρινή ανάκληση” της ισχύος της από 2003 Α.Ε.Π.Ο. “μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που προβλέπονται από την εφαρμογή της παραγράφου 9 του άρθρου 2 του Ν. 4014/2011 …”. Όπως συνάγεται από τα ανωτέρω εκτεθέντα, ο σκοπός για τον οποίο εξεδόθη η εν λόγω πράξη δεν ήταν η “ανάκληση της ισχύος” της Α.Ε.Π.Ο., όπως αναφέρεται στο κείμενό της, αλλά η κατασκευή του έργου σε συμφωνία με τις παρατηρήσεις της ΕΥΕΠ. Δεδομένου δε ότι η προσωρινότητα (ήτοι μέχρι την υποβολή φακέλου τροποποίησης της ισχυούσης Α.Ε.Π.Ο. σε συμφωνία με τις παρατηρήσεις των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος) προσιδιάζει στην αναστολή της εκτελέσεως – και όχι της ισχύος – της πράξεως, με την δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, κατά την έννοια της, αναστέλλεται η εκτέλεση της Α.Ε.Π.Ο. του 2003, η οποία, πάντως, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως. Η ερμηνεία αυτή ευρίσκει νόμιμο έρεισμα στην προβλεπομένη, στο άρθρο 2 παρ. 9 του ν. 4014/2011 αλλά και στην παρ. 3 του Κεφαλαίου ΣΤ΄ της υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο., δυνατότητα τροποποιήσεως των εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων στην περίπτωση που εκ των υστέρων, κατά την φάση της κατασκευής του έργου, ανακύψουν σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης του περιβάλλοντος ή υπάρξουν επιπτώσεις που δεν είχαν προβλεφθεί από την μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, καθόσον η εν λόγω τροποποίηση μπορεί, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, να επιβάλλει ή να δικαιολογεί και την αναστολή εκτελέσεως της υπό τροποποίηση Α.Ε.Π.Ο. Ενόψει των ανωτέρω, ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα διότι συνιστά ανεπίτρεπτη ανάκληση νόμιμης και ευμενούς διοικητικής πράξεως, δεδομένου ότι η ανακαλουμένη υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. είναι νόμιμη, (όπως έχει κριθεί με τις 4537/2011 και 1943/2012 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας) και ευμενής για την ίδια την αιτούσα και το κοινωνικό σύνολο, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλεται παραβίαση του δεδικασμένου που απορρέει από τις ανωτέρω αποφάσεις 4537/2011 και 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας διότι το εκ των απορριπτικών αποφάσεων προκύπτον δεδικασμένο είναι σχετικό, ήτοι ισχύει μόνον μεταξύ των μετασχόντων της δίκης κατά την οποίαν τούτο προέκυψε, εν προκειμένω δε η ήδη αιτούσα “ΤΕΜΕΚ ΑΤΕ” δεν είχε διατελέσει διάδικος στις ανωτέρω δίκες.
8. Επειδή, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, κύριο αιτιολογικό έρεισμα της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξεως είναι η μη υποβολή μελέτης τροποποίησης της Α.Ε.Π.Ο. του έργου εκ μέρους του κυρίου και του φορέα υλοποίησής του, μνημονεύονται δε σ’ αυτήν, μεταξύ άλλων, η υπ’ αριθμ. 610/4.3.2014 έκθεση ελέγχου (σχ. 9 του προοιμίου) και η υπ’ αριθμ. 1663/30.6.2014 Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης της ΕΥΕΠ (σχετ. 14 του προοιμίου). Η αιτούσα προβάλλει ότι με τις εν λόγω πράξεις στις οποίες βασίζεται η προσβαλλόμενη διαπιστώνονται παραβάσεις της κείμενης νομοθεσίας, που υποτίθεται ότι καθιστούν επιβεβλημένη την τροποποίηση της Α.Ε.Π.Ο., οι οποίες όμως όχι μόνον δεν συντρέχουν στην πραγματικότητα, αλλά και δεν δύνανται, αληθείς υποτιθέμενες, να αιτιολογήσουν νομίμως την πράξη. Περαιτέρω δε, βάλλει επί του βασίμου εκάστης διαπιστωθείσης από την ΕΥΕΠ παραβιάσεως. Οι παρεμβαίνοντες, αντιθέτως, προβάλλουν ότι οι ανωτέρω “διοικητικές πράξεις” της ΕΥΕΠ δεν έχουν προσβληθεί, ούτε έχουν τροποποιηθεί ή ανακληθεί, συνεπώς, διαθέτουν τεκμήριο νομιμότητας και δεν μπορούν να αμφισβητηθούν παρεμπιπτόντως στο παρόν στάδιο μέσω της προσβολής της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξης.
9. Επειδή, στο άρθρο 9 του ν. 2947/2001 (Α΄ 228), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, μετά την τροποποίησή του από τον ανωτέρω ν. 4014/2011, ορίζονται τα εξής: “Α.1. Συνιστάται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων «Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος» (Ε.Υ.Ε.Π.), η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. 2. Αρμοδιότητες της Ε.Υ.Ε.Π. είναι: α. Ο έλεγχος και η παρακολούθηση της εφαρμογής των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται για την πραγματοποίηση έργων και δραστηριοτήτων του Δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα και της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και η εισήγηση για την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παραβίασης αυτών. β. Η συλλογή και η επεξεργασία στοιχείων που αφορούν την τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, καθώς και των περιβαλλοντικών όρων που επιβάλλονται κατά την κείμενη νομοθεσία για την εκτέλεση και λειτουργία έργων και δραστηριοτήτων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. γ. … 3. … . 4. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος της Ε.Υ.Ε.Π. μπορούν να διενεργούν αυτοψίες σε κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό έργο ή δραστηριότητα που υπάγεται στις διατάξεις περί προστασίας περιβάλλοντος ή επιβάλλεται για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων της παρ. 2 του παρόντος και να προβαίνουν σε ελέγχους και μετρήσεις, καθώς και στη συλλογή κάθε χρήσιμου κατά την κρίση τους στοιχείου για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ε.Υ.Ε.Π.. Τούτο ισχύει ανεξάρτητα από την τυχόν αρμοδιότητα άλλης αρχής να προβαίνει σε ανάλογο έλεγχο. Μετά από κάθε έλεγχο συντάσσεται έκθεση αυτοψίας από τον Επιθεωρητή ή το κλιμάκιο Επιθεωρητών που ενήργησαν τον έλεγχο. Εφόσον διαπιστωθεί παράβαση της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος ή των περιβαλλοντικών όρων που έχουν επιβληθεί, συντάσσεται σχετική έκθεση ελέγχου η οποία επιδίδεται στον παραβάτη, ο οποίος ταυτόχρονα καλείται σε απολογία. Για την απολογία αυτή τάσσεται προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης. Ύστερα από την υποβολή της απολογίας ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας που τάχθηκε για την υποβολή της, ο Επιθεωρητής Περιβάλλοντος συντάσσει αιτιολογημένη πράξη βεβαίωσης ή μη της παράβασης. Αντίγραφο της πράξης βεβαίωσης της παράβασης αποστέλλεται στην αρχή που χορήγησε στον παραβάτη την άδεια κατασκευής ή λειτουργίας του έργου ή έναρξης της δραστηριότητας ή, κατά περίπτωση, την ανανέωση αυτών. Αντίγραφο της ίδιας πράξης διαβιβάζεται επίσης και στον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών για τυχόν αξιόποινες πράξεις. 5. [όπως η παράγραφος αυτή έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 21 του ν. 4014/2011]. Σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προκαλούν οποιαδήποτε ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος ή των κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή της Περιφέρειας, ανεξάρτητα από την αστική ή ποινική ευθύνη, επιβάλλεται ως διοικητική κύρωση πρόστιμο από πεντακόσια (500) μέχρι δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ”.
10. Επειδή, από τις ανωτέρω εκτεθείσες διατάξεις συνάγεται ότι η έκθεση ελέγχου, στην οποία αποτυπώνονται τα ευρήματα της αυτοψίας των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, προκειμένου να δοθεί στη συνέχεια η δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους να τοποθετηθούν/απολογηθούν, και η οποία ενδέχεται να καταλήξει είτε σε βεβαίωση παράβασης, είτε σε βεβαίωση μη παράβασης, δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη. Ούτε εξάλλου συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη η ενδεχομένως εκδιδομένη βάσει της έκθεσης αυτοψίας πράξη βεβαίωσης παράβασης των Επιθεωρητών. Και τούτο διότι, κατά τα ήδη εκτεθέντα, οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος είναι επιφορτισμένοι με αμιγώς ελεγκτικές αρμοδιότητες, οι δε πράξεις τους περιορίζονται στην παράθεση των διαπιστώσεων του κατά τα ανωτέρω ελέγχου, κατόπιν συνεκτιμήσεως της απολογίας των ενδιαφερομένων και δεν επάγονται αυτοτελώς έννομες συνέπειες. Διάφορο είναι το ζήτημα ότι οι τυχόν διαπιστωθείσες παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενδέχεται να επισύρουν κυρώσεις σε βάρος των υποχρέων ή να δρομολογήσουν έτερες διοικητικές διαδικασίες με πράξη της εκάστοτε αρμόδιας Αρχής (πρβλ. ΣτΕ 4565/2013, βλ. και ΣτΕ 1784/2015). Συνεπώς, τα κατά τα ως άνω προβαλλόμενα από τους παρεμβαίνοντες σχετικά με το τεκμήριο νομιμότητας των ανωτέρω “πράξεων”, της ΕΥΕΠ πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα.
11. Επειδή, η αιτούσα προβάλλει ότι πάσχει η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξεως καθ’ ό μέρος ερείδεται στην (όπως οι παραβάσεις αριθμούνται στην πράξη βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ) “παράβαση 1η” περί της κατασκευής του έργου επί γηπέδου που διασχίζεται από υδατόρεμα χωρίς προηγούμενη οριοθέτησή του και θέσπιση όρων για την προστασία του, διότι οι διαπιστώσεις των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος έρχονται σε αντίθεση με την κρίση της αποφάσεως 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς τα ρέοντα επιφανειακώς ύδατα εντός του χώρου κατασκευής του ΧΥΤΑ ελήφθησαν υπόψη κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, αλλά και τα ύδατα αυτά δεν πληρούν, επ’ ουδενί, τις προϋποθέσεις προκειμένου να χαρακτηριστούν ως υδατόρεμα. Συνακόλουθα, η αιτούσα παραπονείται, επίσης ότι οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος αναφέρουν ότι απαιτείται η οριοθέτηση των εντοπισθέντων υδάτων σύμφωνα με το ν. 3010/2002, μολονότι αυτός έχει ήδη αντικατασταθεί από το ν. 4258/2014.
12. Επειδή, κατά τα παγίως κριθέντα, το άρθρο 24 του Συντάγματος επιβάλλει στο κράτος την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, ουσιώδες στοιχείο του οποίου αποτελούν τα υπό διάφορες ονομασίες “ρεύματα”, δηλαδή οι πτυχώσεις της επιφάνειας της γης, μέσω των οποίων συντελείται κυρίως η προς την θάλασσα απορροή των πλεοναζόντων υδάτων της ξηράς, και τα οποία αποτελούν φυσικούς αεραγωγούς και οικοσυστήματα (με την χλωρίδα και την πανίδα τους) με ιδιαίτερο μικροκλίμα. Εξάλλου, όπως γίνεται παγίως δεκτό, το κράτος υποχρεούται να διατηρεί τα πάσης φύσεως υδρορεύματα στην φυσική τους κατάσταση προς διασφάλιση της ελεύθερης ροής των υδάτων, αποκλείεται δε κάθε αλλοίωση της φυσικής τους κατάστασης, επίχωση ή κάλυψη της κοίτης τους ή τεχνητή επέμβαση στα σημεία διακλαδώσεώς τους. Συνεπώς, η εκτέλεση τεχνικών έργων πλησίον του ρέματος επιτρέπεται μόνον εφόσον διασφαλίζεται η ανεμπόδιστη επιτέλεση της εν λόγω φυσικής τους λειτουργίας. Για να εξασφαλιστεί ο σκοπός αυτός απαιτείται, πριν από την εκτέλεση των τεχνικών έργων πλησίον ρέματος, ο καθορισμός της οριογραμμής τους σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 του ν. 880/1979 (ΦΕΚ Α΄ 58), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3010/2002 (ΦΕΚ Α΄ 91), ώστε η μελετώμενη επέμβαση να γίνεται ενόψει της υπάρξεως του ρέματος. Κατ’ ακολουθίαν, ο καθορισμός των οριογραμμών του ρέματος αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεση για την έκδοση πράξεων χωροθετήσεων και εγκρίσεων περιβαλλοντικών όρων έργου ή δραστηριότητας που βρίσκεται πλησίον ρέματος (βλ. ΣτΕ 2752/2013, 4531/2009 κ.ά.).
13. Επειδή, με τον ν. 4258/2014 «Διαδικασία Οριοθέτησης και ρυθμίσεις θεμάτων για τα υδατορέματα – ρυθμίσεις Πολεοδομικής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 94/14.4.2014), προβλέφθηκαν τα ακόλουθα: “Άρθρο 1. Ορισμοί. Για την εφαρμογή του παρόντος, οι ακόλουθοι ορισμοί έχουν την εξής έννοια: 1. Υδατορέματα ή υδατορεύματα ή ρέματα (μη πλεύσιμοι ποταμοί, χείμαρροι, ρέματα και ρυάκια): οι φυσικές ή διευθετημένες διαμορφώσεις της επιφάνειας του εδάφους που είναι κύριοι αποδέκτες των υδάτων της επιφανειακής απορροής και διασφαλίζουν τη διοχέτευσή τους προς άλλους αποδέκτες σε χαμηλότερες στάθμες. Στην έννοια του υδατορέματος δεν περιλαμβάνονται τα εγγειοβελτιωτικά έργα, όπως αρδευτικές και αποστραγγιστικές τάφροι. 2. Μικρά υδατορέματα (επιφανειακές πτυχώσεις απορροής): οι επιφανειακές πτυχώσεις του εδάφους που είναι αποδέκτες των υδάτων της επιφανειακής απορροής, με έκταση λεκάνης απορροής μικρότερης ή ίσης του 1,0 τ.χ., όταν βρίσκονται εκτός ορίων οικισμών ή σχεδίων πόλεως ή μικρότερης ή ίσης των 0,50 τ.χ. όταν βρίσκονται εντός ορίων οικισμών ή σχεδίων πόλεως. Ως σημείο έναρξης της μέτρησης της λεκάνης απορροής ορίζεται κάθε σημείο της βαθιάς γραμμής της επιφανειακής πτύχωσης. 3. Κοίτη: η φυσική ή διευθετημένη διαμόρφωση του εδάφους στην οποία ρέει μόνιμα ή περιοδικά το νερό του υδατορέματος. … 13. Διευθέτηση υδατορέματος: η επέμβαση στο υδατόρεμα, με την εκτέλεση των αναγκαίων έργων με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών ροής, τη μείωση των κινδύνων από πλημμύρες και τον έλεγχο των διαβρώσεων και τον αποθέσεων φερτών υλικών. Στα έργα περιλαμβάνεται και η εκτροπή του υδατορέματος, καθώς και η υποκατάστασή του με κλειστό ή ανοιχτό τεχνικό έργο στην ίδια ή διαφορετική θέση … Άρθρο 3. Διαδικασία οριοθέτησης … Άρθρο 4 Εξαιρέσεις από την Οριοθέτηση 1. Δεν απαιτείται οριοθέτηση των υδατορεμάτων: … 1.5 Για την κατασκευή έργων υποδομής που δεν επηρεάζουν την υφιστάμενη φυσική ή διαμορφωμένη κοίτη του υδατορέματος και γενικά την παροχετευτικότητά του, όπως σίφωνες και υπόγειοι αγωγοί, καθώς και αγωγοί υδροληψίας και διάθεσης αποβλήτων … 2. Για μικρά υδατορέματα, όπως αυτά ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 1 του παρόντος, δεν απαιτείται η οριοθέτησή τους, Κατ’ εξαίρεση και εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας αυτών, είναι δυνατή η οριοθέτησή τους με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση της Διεύθυνσης Υδάτων και της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 2 και 3 του παρόντος. … . Άρθρο 9 Μεταβατικές διατάξεις 1. … 2. Επικυρώσεις του καθορισμού των οριογραμμών υδατορεμάτων, οι οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εκκρεμούν στις αρμόδιες Υπηρεσίες και δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση της παρ. 4 του άρθρου 3 του παρόντος [υδατόρεμα σε αρχαιολογικό χώρο ή παραδοσιακό οικισμό], δύνανται να ολοκληρώνονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας καθορισμού ή με τις διατάξεις του παρόντος … . Άρθρο 37 Έναρξη ισχύος Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως …».
14. Επειδή, εν προκειμένω στην παράγραφο 4.5 (σελ. 62) της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, μετά την υποβολή της οποίας εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι του έργου με την υπ’ αριθ. 6701/17.10.2003 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, αναφέρονται, ως προς τις συνθήκες του γηπέδου έδρασης του επίμαχου ΧΥΤΑ, μεταξύ άλλων, τα εξής: “… Από υδρολογική άποψη παρατηρείται ότι η έκταση της υδρολογικής λεκάνης που επηρεάζει το γήπεδο του ΧΥΤΑ δεν ξεπερνά τα 0.4 km2 δηλαδή μέγεθος ιδιαίτερα ικανοποιητικό για το σχεδιασμό των έργων εκτροπής των εξωτερικών ομβρίων. Ακόμη, στη συμβολή της περιοχής των λεπτομερών ιζημάτων και της περιοχής των κρητιδικών ασβεστολίθων, δηλαδή στη συμβολή της επιφάνειας των έντονων κλίσεων με την επιφάνεια των εξομαλυμένων κλίσεων παρατηρήθηκε επιφανειακή εμφάνιση υδάτων που πιθανότατα αποτελούν εκτόνωση του υδροφορέα που αναπτύσσεται στους υδροπερατούς ασβεστολιθικούς σχηματισμούς στη θέση που απαντά τους υδατοστεγείς σχηματισμούς. Παρά το γεγονός ότι η ποσότητα των υδάτων δεν είναι αξιοποιήσιμη, εν τούτοις για λόγους ασφαλείας των έργων και αντιμετώπισης των ανώσεων επί του τεχνητού φραγμού πριν από την ολοκλήρωσή του και πριν από την έναρξη διάθεσης των απορριμμάτων προτείνεται η κατασκευή ειδικού στραγγιστηρίου έργου για την παροχέτευση των υδάτων αυτών κατάντη της περιοχής του σχεδιαζόμενου απορριμματικού ανάγλυφου προς το ποταμοχείμαρρο Φοίνικα …”. Με την προαναφερομένη απόφαση 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατόπιν προβολής λόγου ακυρώσεως ότι η θέση «Παπανικολού» έχει ιδιαίτερα πλούσιο υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα και ευαίσθητο οικοσύστημα πηγών και ότι δεν γίνεται στις μελέτες αναφορά στα πλούσια επιφανειακά – ρέοντα και υπόγεια ύδατα της περιοχής, τις γεωτρήσεις, τον υδροφόρο ορίζοντα, την ύπαρξη ποταμοχειμάρρου – καταρράχτη στην περιοχή, έγινε δεκτό, κατ’ επάλληλη αιτιολογία, ότι: “.… από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει η ύπαρξη στην περιοχή προστατευτέου οικοσυστήματος (πηγών, παραποτάμιου) …”, αφού δε ελήφθησαν υπόψη τα ανωτέρω αναφερόμενα στην Μ.Π.Ε. και τα λοιπά σχετικά στοιχεία κρίθηκε ότι: “σε όλα τα στάδια του σχεδιασμού ελήφθη υπόψη η υπάρχουσα στον επίμαχο χώρο κατάσταση από απόψεως επιφανειακών και υπογείων υδατίνων όγκων, … Περαιτέρω, με την Μ.Π.Ε., αντιμετωπίζονται τα θέματα της υπόγειας υδροφορίας, … και της επιφανειακής εμφάνισης υδάτων στο σημείο συνάντησης υδροπερατών σχηματισμών, η ποσότητα των οποίων χαρακτηρίζεται «μη αξιοποιήσιμη», ενώ προτείνεται ειδικό στραγγιστήριο έργο για την παροχέτευσή τους, γίνεται δε αναφορά και στις γεωτρήσεις στην κοίτη του Φοίνικα. …”. Συναφώς, συνεκτιμήθηκαν από το Δικαστήριο μεταγενέστερες – εγκριθείσες το 2004 – Μελέτες, Γεωτεχνική και Γεωλογική, με τις οποίες “τα ως άνω στοιχεία επιβεβαιώθηκαν ως προς τις διαπιστώσεις και εκτιμήσεις τις οποίες περιείχαν”. Εξάλλου, στην 27/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου κρίθηκε σχετικώς ότι: “δεν πιθανολογήθηκε στην προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ότι το γήπεδο εγκατάστασης του επίδικου ΧΥΤΑ διασχίζεται από μόνιμο ενεργό μονίμως ρέμα με αέναη ροή υδάτων … Πιθανολογήθηκε, αντιθέτως, ότι κατά τους χειμερινούς μήνες σχηματίζεται χείμαρρος από τα όμβρια ύδατα που κατακλύζουν την περιοχή και τα οποία ρέουν παροδικά … . Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είτε δηλαδή πρόκειται για μόνιμο ρέμα είτε για παροδικό χείμαρρο, η ακριβής θέση του δεν πιθανολογήθηκε από τα προσκομιζόμενα… αποδεικτικά μέσα. …”. Επί του εν λόγω ζητήματος του υδατορέματος, στην υπ’ αριθμ. 610/4.3.2014 έκθεση μερικού ελέγχου της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος αναφέρεται ότι στη Μ.Π.Ε.: “δεν αναφέρεται η ύπαρξη του (καταράκτη) χειμάρου (φωτ. 1) και του υδατορέματος (φωτ. 2 έως 6) που διατρέχει το χώρο του ΧΥΤΑ με διεύθυνση ΔΒΔ – ΑΝΑ. Αποτύπωμά του ήταν εμφανές κατά την πρώτη αυτοψία, όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες που ακολουθούν. Κατά τη δεύτερη αυτοψία, της οποίας προηγήθηκαν έντονες βροχοπτώσεις στην περιοχή του έργου, το νερό του υδατορέματος είχε σταθερή ροή και παρέσυρε το εδαφικό υπόστρωμα από το σημείο που πηγάζει (το βουνό) δημιουργώντας λεκάνη απορροής εντός του χώρου του ΧΥΤΑ. Επισημαίνεται ότι η ύπαρξη του καταρράκτη χειμάρου και του υδατορέματος που διατρέχει το χώρο του ΧΥΤΑ διαπιστώνεται και περιγράφεται ρητά στα ως άνω (25) και (44) σχετικά. Ειδικότερα, η ύπαρξη υδατορέματος διαπιστώνεται, τεκμαίρεται και περιγράφεται κατά κόρον στην (25) σχετική Υδρολεωλογική Μελέτη Περιοχής “Παπανικολού”, συνταχθείσα από το Τμήμα Γεωγραφίας Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην σελίδα 13 της (44) σχετικής Γεωλογικής Έρευνας της Διεύθυνσης Δημοσίων Έργων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας (Ιούλιος 2013), αναφέρεται ότι: … Νοτιοανατολικά της περιοχής του ΧΥΤΑ υπάρχει καταρράκτης και ρέμα (φωτ. 10) στο οποίο πρέπει να γίνουν κατάλληλα υδραυλικά έργα για τη συλλογή των υδάτων και την απομάκρυνσή τους από την περιοχή του ΧΥΤΑ. Ο καταρράκτης και το ρέμα αναφέρονται επίσης στο γεωλογικό χάρτη της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος (Ιούνιος 2013) …”. Ακολούθως, στην υπ’ αριθμ. 1663/30.6.2014 Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης της ίδιας Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος αναφέρεται κατ’ αρχάς ότι κατά την αυτοψία των αρμοδίων Επιθεωρητών, διαπιστώθηκε ότι υδατόρεμα, που υποδέχεται και παροχετεύει τα πλεονάζοντα όμβρια της ανάντη και νοτιοανατολικά του έργου λεκάνης απορροής, καταλήγει σε καταρράκτη περίπου 20 μέτρων ΝΑ του ορίου του γηπέδου του έργου και εισέρχεται σε αυτό διασχίζοντάς το σχεδόν εγκάρσια με κατεύθυνση από Νότιο – Ανατολικά (ΝΑ) προς Δυτικά – Βόρειο – Δυτικά (Δ – ΒΔ), εξέρχεται εγκάρσια στον παραποτάμιο δρόμο πρόσβασης στο έργο και εκβάλλει στον ποταμό Φοίνικα κατάντη του έργου. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι: “Επί της σχηματισμένης κοίτης του υδατορέματος, όπως αυτή αποτυπώνεται στους Χάρτες ΓΥΣ έχει γίνει επέμβαση και επιχωματώσεις καθ’ όλο το μήκος του, περίπου από την απόληξη του καταρράκτη μέχρι την εκβολή του στον ποταμό Φοίνικα, χωρίς να προηγηθεί οριοθέτηση … κατά παράβαση της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 3010/2002 …, χωρίς να εξετασθούν οι απαγορεύσεις και περιορισμοί και να τεθούν τα όρια … για την δόμηση κοντά στις οριογραμμές του υδατορέματος και χωρίς να μελετηθούν και αξιολογηθούν κατά τη φάση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης οι ενδεχόμενες επιπτώσεις στο περιβάλλον και – εάν και εφόσον ακολούθως κρίνονταν επιτρεπτή κατά νόμο η χωροθέτηση του έργου στη θέση αυτή – να θεσπισθούν μέτρα για τη διευθέτηση του ρέματος, την υδραυλική απομόνωση του έργου και την προστασία του εδάφους, των επιφανειακών και των υπογείων υδάτων της ευρύτερης του έργου περιοχής”. Συναφώς, όπως καταγράφεται στο ίδιο έγγραφο, η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος και η ανάδοχος του Έργου απάντησαν ότι: “… Στην έκθεση της ΕΥΕΠ γίνεται προσπάθεια διαπίστωσης/τεκμηρίωσης της ύπαρξης ρέματος στον ΧΥΤΑ μέσω της γεωλογικής μελέτης [της ΔΤΕ/ΠΔΕ, Ιούλιος 2013]. Η γεωλογική μελέτη συντάχθηκε … με κύριο σκοπό να καθορισθούν τα όρια της γεωλογικής εμφάνισης των ασβεστολίθων … Η ύπαρξη ρέματος εκτός του χώρου του ΧΥΤΑ και ο καταρράκτης περιγράφονται επαρκώς για τον σκοπό της εν λόγω μελέτης ως γενικοτέρου γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά … Άλλωστε η ύπαρξη χειμάρρου – ρυακιού περιοδικής ή περιστασιακής (μετά από βροχοπτώσεις) ροής νερού στο χώρο του ΧΥΤΑ αναφέρεται στα (13) και (14) σχετικά [Μελέτες, Γεωτεχνική (υπ’ αριθμ. 849/30.4.2014) και Γεωλογική (υπ’ αριθμ. 857/30.4.2014) της Ν.Α. Αχαΐας] σε συνδυασμό με τα αναφερόμενα στη Μ.Π.Ε. του έργου (σελ. 62), όπου αναφέρεται ότι η έκταση της υδρολογικής λεκάνης που επηρεάζει το γήπεδο του ΧΥΤΑ δεν ξεπερνά τα 0,4 Km², δηλαδή μέγεθος ιδιαίτερα ικανοποιητικό για το σχεδιασμό των έργων εκτροπής των εξωτερικών ομβρίων, έχουν ληφθεί υπόψη στην υπ’ αριθμ. 1943/2012 απορριπτική απόφαση του ΣτΕ, όπως και στην απόφαση 27/2013 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου”. Επί των απόψεων αυτών η ΕΥΕΠ αναφέρει με την Πράξη Βεβαίωσης Παράβασης ότι: “το υδατόρεμα που εισέρχεται στο γήπεδο του έργου και το διασχίζει εκβάλλοντας στον ποταμό Φοίνικα αποτυπώνεται καθαρά στον υπό Κλίμακα 1:5000 Χάρτη της ΓΥΣ και η ύπαρξή του διαπιστώθηκε επιτόπου κατά τις αυτοψίες”. Στο εν λόγω έγγραφο καταγράφεται ακολούθως ότι: “κατά τις εκδηλωθείσες έντονες βροχοπτώσεις τον Οκτώβριο του 2013, τα παροχετευόμενα από το ανάντη υδατόρεμα ύδατα εισήλθαν στο γήπεδο του Έργου ακολουθώντας τη φυσική γραμμή ροής τους παρέσυραν μέρος των φερτών υλικών και “αποκάλυψαν” την επιχωματωμένη κοίτη του υδατορέματος προκαλώντας σημαντικές ζημιές στον ανάντη του κυττάρου αγροτικό δρόμο, και στα έργα διευθέτησής του όπως αποτυπώνεται στις φωτογραφίες 11-12 και 3-4 της … σχετικής έκθεσης ελέγχου. … Ο δε Ανάδοχος του Έργου αναφέρεται σε Απόφαση του ΣτΕ το οποίο βεβαίως έκρινε αρμοδίως την νομιμότητα των πράξεων της Διοίκησης βασιζόμενο στα στοιχεία που ετέθησαν υπόψη του και σε καμία περίπτωση δεν αποφαίνεται επί της ουσίας για την ύπαρξη ή μη υδατορέματος στην επίδικη περιοχή δεδομένης της παντελούς απουσίας αναφοράς σε ύπαρξη υδατορέματος στην υποβληθείσα και εγκριθείσα από τη Διοίκηση Μ.Π.Ε. Από την αξιολόγηση των τεθέντων στην κρίση της Διοίκησης στοιχείων κατά τη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης του Έργου συνάγεται ότι από το σύνολο των γεωμορφολογικών, γεωλογικών και υδρολογικών στοιχείων – πληροφοριών που τέθηκαν υπόψη των αρμοδίων Αρχών με την Προμελέτη και Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, δεν ανεφέρθη και δεν ετέθη θέμα ύπαρξης και οριοθέτησης υδατορεμάτων στο γήπεδο κατασκευής του Έργου και συνεπώς δεν προδιαγράφηκε από τη Διοίκηση σχετική απαίτηση στους Περιβαλλοντικούς Όρους του Έργου. Όμως, από τις αναφορές, τις καταγγελίες, τη μελέτη του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, τη Γεωλογική Έρευνα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και τις διαπιστώσεις των αυτοψιών τεκμαίρεται ύπαρξη υδατορέματος, το οποίο εισέρχεται στο γήπεδο εγκατάστασης του ΧΥΤΑ, το διασχίζει και εξέρχεται κατάντη και προς τον ποταμό Φοίνικα …”.Τέλος, σχετικά με το ζήτημα του υδατορέματος στην απόφαση 134/2014 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αιγίου εκτίθεται ότι: “δεν πιθανολογείται ως ακριβής η εκτίμηση των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος ότι στην Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που αφορά στο επίδικο έργο δεν αναφέρθηκε θέμα ύπαρξης και οριοθέτησης υδατορεμάτων εντός του χώρου κατασκευής του έργου”.
15. Επειδή, από τα παρατιθέμενα ανωτέρω προκύπτει ότι κατά τον αρχικό σχεδιασμό του έργου μελετήθηκαν από την Μ.Π.Ε. οι υδρογεωλογικές συνθήκες της περιοχής εγκατάστασης του ΧΥΤΑ, ελήφθησαν δε, ειδικώς, υπόψη τα ρέοντα επιφανειακώς ύδατα, η ποσότητα των οποίων χαρακτηρίζεται μη αξιοποιήσιμη, ενώ με την απόφαση 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι οι εγκριθείσες το 2004 Γεωτεχνική Μελέτη ευρύτερης περιοχής ΧΥΤΑ Δυτικής Αιγιαλείας και Γεωλογική Μελέτη, επιβεβαιώνουν τις διαπιστώσεις και εκτιμήσεις τις Μ.Π.Ε.. Από το περιεχόμενο δε των προμνημονευομένων εγγράφων των Επιθεωρητών Περιβάλλοντος και των στοιχείων, στα οποία αυτά παραπέμπουν, προς τεκμηρίωση των διαπιστώσεών τους, δεν αποδεικνύεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πλάνη περί τα πράγματα κατά την αρχική έγκριση των περιβαλλοντικών όρων ως προς την ύπαρξη ρέματος εντός του χώρου εγκατάστασης του ΧΥΤΑ, το οποίο έπρεπε, πριν την έναρξη κατασκευής να οριοθετηθεί, ενόψει, μάλιστα, του νεότερου ν. 4258/2014, ο οποίος ίσχυε κατά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 1663/30-6-2014 πράξης βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ και ο οποίος δεν επιβάλλει την οριοθέτηση προκειμένου για μικρά υδατορέματα με έκταση λεκάνης απορροής μικρότερης ή ίσης του 1,0 τ.χ. Συνεπώς, εφόσον δεν ανατρέπονται, ως προς το ζήτημα των επιφανειακώς ρεόντων υδάτων, τα πραγματικά δεδομένα επί των οποίων στηρίχθηκε ο αρχικός σχεδιασμός, δεν δικαιολογείται, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την αιτούσα, η ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Δοίκηση τροποποίηση της αδειοδότησης του έργου με την θέσπιση επιπλέον όρων προστασίας – ή, ενδεχομένως, και η επανεξέταση του αρχικού σχεδιασμού του – και, στο πλαίσιο της τροποποίησης αυτής, η αναστολή εκτελέσεως της υπ’ αριθμ. 6701/17-10-2003 απόφασης του Γ.Γ. της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της.
16 Επειδή η αιτούσα προβάλλει ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης πράξεως είναι πλημμελής καθ’ ό μέρος ερείδεται στην “παράβαση 3η” περί ενάρξεως κατασκευής του ΧΥΤΑ χωρίς προηγούμενη εκπόνηση ειδικής υδρολογικής μελέτης για την περιοχή εγκατάστασής του. Και τούτο διότι τέτοια μελέτη, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις της Μ.Π.Ε., έχει εκπονηθεί. Εν προκειμένω, σύμφωνα με τη Μ.Π.Ε. του επίμαχου έργου (σελ. 46) “Ο υδρολογικός χαρακτήρας του ευρύτερου φυσικού συστήματος της θέσης που τελικώς θα επιλεγεί ως ΧΥΤΑ, θα πρέπει να μελετηθεί αναλυτικά και εμπεριστατωμένα από ειδική υδρολογική μελέτη πριν την κατασκευή του έργου. Από τη μελέτη αυτή θα προκύψουν τα αναγκαία έργα για την απορροή των ομβρίων του ΧΥΤΑ και τη μη ανάμιξή τους με τα στραγγίδια”. Σύμφωνα με τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε η έναρξη κατασκευής του κυττάρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων και άλλων έργων υποδομής του ΧΥΤΑ, χωρίς προηγουμένως να έχει εκπονηθεί ειδική υδρολογική μελέτη, η οποία ήταν υποχρεωτική για τον Κύριο του Έργου, καθόσον τέτοια μελέτη εκπονήθηκε τον Ιούνιο του 2013 και εγκρίθηκε στις 13.8.2013, δηλαδή μετά την επίσημη έναρξη των εργασιών κατασκευής του έργου στις 16.4.2013. Τούτο δε, είχε ως συνέπεια, κατά τους Επιθεωρητές, να μην αποτυπωθεί εγκαίρως (προ της έναρξης κατασκευής) η παρουσία υδατορέματος στο γήπεδο του έργου και η παρουσία πηγών εκφόρτισης υπογείων υδάτων και, συνακόλουθα, να μην θεσπισθούν μέτρα και περιορισμοί για την προστασία τους. Επ’ αυτού η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας ανέφερε ότι δόθηκε εντολή στην ανάδοχο για την εκτέλεση πέντε γεωτρήσεων πέραν της συμβατικής του υποχρέωσης και την εκτέλεση γεωλογικής – γεωτεχνικής έρευνας και μελέτης, με την οποία αναδείχθηκαν τα πιθανά σημεία που χρήζουν τεχνικών μικροεπεμβάσεων ενώ ανέφερε ότι έχει εκπονηθεί υδραυλική μελέτη (Τεύχος 7 της Μελέτης Εφαρμογής, η οποία έχει ήδη εγκριθεί την 28.1.2011). Η ανάδοχος προέβαλε ότι ναι μεν ο έλεγχος και η έγκριση της γεωλογικής – γεωτεχνικής μελέτης έγινε την 13.8.2013 ενώ η εγκατάσταση στο χώρο του ΧΥΤΑ είχε λάβει χώρα την 16.4.2013, η ειδική, όμως, υδρολογική μελέτη είχε εκπονηθεί πριν η ανάδοχος προβεί σε οποιαδήποτε εργασία εντός της επίμαχης θέσης. Η ΕΥΕΠ εκτίμησε, ωστόσο, ότι, εφόσον δεν προηγήθηκε μελέτη, η οποία να αποτυπώνει την ύπαρξη υδατορεμάτων και πηγών στο χώρο κατασκευής του ΧΥΤΑ, δεν καλύφθηκε η υποχρέωση της Μ.Π.Ε., και η σχετική παράβαση παραμένει και δεν αναιρείται. Η ανωτέρω αιτιολογία δεν παρέχει, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την αιτούσα, νόμιμο και επαρκές έρεισμα στην προσβαλλόμενη πράξη. Και τούτο διότι η παράλειψη εκπόνησης της ειδικής υδρολογικής μελέτης πριν από την έναρξη των εργασιών κατασκευής, αναγόμενη σε παράλειψη υποχρέωσης μεταγενέστερης της Α.Ε.Π.Ο., από τυπικής μεν απόψεως δικαιολογεί την επιβολή διοικητικής κύρωσης, όχι όμως και την ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίηση της Α.Ε.Π.Ο. και, εντεύθεν, την αναστολή της εκτέλεσής της, λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της. Τούτο δε, ενόψει και του άρθρου 50 παρ. 3α του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), όπως έχει τροποποιηθεί από το άρθρο 22 του ν. 4274/2015, το οποίο επιτρέπει στο Δικαστήριο, μετά συνεκτίμηση του πρωτεύοντος δημοσίου σκοπού που εξυπηρετείται με το έργο, αντί ακυρώσεως, να αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης και να ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία, με προδικαστική απόφαση, την μεταγενέστερη τήρηση του τύπου που παραλείφθηκε, προκειμένου να εξασφαλισθεί η τήρηση της νομιμότητας, ζήτημα, όμως, το οποίο δεν τίθεται εν προκειμένω, εφόσον, όπως αναφέρει και η ίδια η ΕΥΕΠ, τέτοια μελέτη (και, μάλιστα, εγκριθείσα) υπήρξε μεταγενεστέρως, δεν προκύπτει δε ότι από την μελέτη αυτή ανατρέπονται τα πορίσματα στα οποία είχε καταλήξει η Μ.Π.Ε. σχετικά με το ζήτημα των επιφανειακών υδάτων στο χώρο κατασκευής του ΧΥΤΑ.
17. Επειδή, όσον αφορά την “Παράβαση 6η”, κατά την οποία διαπιστώθηκε εκχέρσωση δάσους και κατασκευή έργων ΧΥΤΑ σε έκταση εφαπτόμενη δάσους, καθώς και απουσία αντιπυρικής προστασίας, η αιτούσα προβάλλει ότι το νόμιμο της χωροθέτησης του επίμαχου έργου έχει ήδη κριθεί με την απόφαση 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας, ότι ουδεμία εκχέρσωση δασικής βλάστησης έλαβε χώρα εντός του τόπου εκτέλεσης του έργου, αλλά στα πλαίσια εργασιών αποψίλωσης- πυροπροστασίας εκχερσώθηκαν εκ παραδρομής ορισμένα ελαιόδενδρα σε όμορες εκτάσεις και, τέλος, ότι η Α.Ε.Π.Ο. προβλέπει συγκεκριμένα μέτρα αντιπυρικής προστασίας, τα οποία ήδη λαμβάνονται, θα πρέπει, όμως, να έχουν ολοκληρωθεί κατά το στάδιο ενάρξεως λειτουργίας του ΧΥΤΑ και όχι κατά το στάδιο κατασκευής του έργου.
18. Επειδή, με την απόφαση 1943/2012 του Συμβουλίου της Επικρατείας κρίθηκε ότι κατά τις ισχύουσες, κατά τον χρόνο εκδόσεως της Α.Ε.Π.Ο. διατάξεις [μεταξύ άλλων, Κ.Υ.Α. υπ’ αριθ. 114218/31.10.1997 (Β΄ 1016/17.11.1997) και υπ’ αριθ. 113944/27.10.1997 (Β΄ 1016/ 17.11.1997), όπως η τελευταία αυτή συμπληρώθηκε και εξειδικεύθηκε με την Κ.Υ.Α. υπ’ αριθ. 14312/1302/2000 (Β΄ 723/9.6.2000) περί των σχεδίων διαχείρισης των οικιακών στερεών αποβλήτων] επιβάλλεται μεν ως τύπος για να αδειοδοτηθεί η λειτουργία μονάδας διαχείρισης αποβλήτων η υποβολή βεβαιώσεως του Δασάρχη για τον χαρακτήρα της περιοχής δεν θεσπίζεται, όμως, κατά την έννοια των εν λόγω διατάξεων, απαγόρευση εγκατάστασης ΧΥΤΑ σε έκταση που έχει δασικό χαρακτήρα. Κατά συνέπεια, αν από τη βεβαίωση του Δασάρχη προκύπτει ότι η περιοχή κατασκευής του έργου προστατεύεται από τη νομοθεσία περί δασών, δεν κωλύεται η αδειοδότηση, εναπόκειται δε στο όργανο, το οποίο θα εγκρίνει τους περιβαλλοντικούς όρους του έργου, να αποφασίσει, με αιτιολογημένη κρίση του, ελεγχόμενη από τον ακυρωτικό δικαστή, αν λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν τη μεταβολή της χρήσεως, διότι η δημιουργία ΧΥΤΑ, επιβαλλόμενη για την προστασία της δημόσιας υγείας, η οποία αποτελεί αντικείμενο κρατικής μέριμνας κατά το άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος, αλλά τελικώς και του ίδιου του περιβάλλοντος, αφενός μεν αποτελεί λόγο δημοσίου συμφέροντος, για τον οποίο είναι κατ’ αρχήν επιτρεπτή κατά το άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος, η μεταβολή χρήσεως δάσους ή δασικής εκτάσεως, αφετέρου δε, αποτελεί δημόσιο έργο, για το οποίο, κατά την έννοια της νομοθεσίας για την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας, επιτρέπεται η επέμβαση σε δάσος ή δασική έκταση (βλ. άρθρ. 58 παρ. 1 και 45 παρ. 1 ν. 998/1979 – Α΄ 289). Κρίθηκε, περαιτέρω, με την ίδια απόφαση ότι εφόσον εν προκειμένω η βεβαίωση του δασάρχη είχε εκδοθεί ο απαιτούμενος τύπος είχε καλυφθεί. Εξάλλου, από τα στοιχεία του φακέλου προέκυπτε ότι το πρόβλημα διαχείρισης των απορριμμάτων της περιοχής έχει αποκτήσει «τραγική» διάσταση, διότι δεν υπάρχει έστω και κάποιος στοιχειωδώς ελεγχόμενος σκουπιδότοπος, με αποτέλεσμα τη «διάθεση» των απορριμμάτων στους ποταμοχειμάρρους και τα υδατορεύματα, ακόμη και εντός της υδροπερατής κοίτης του ποταμού Φοίνικα. Με τα δεδομένα αυτά, κρίθηκε στην συνέχεια, ότι η χωροθέτηση του ΧΥΤΑ στην επίμαχη θέση, μέρος της οποίας είναι δημόσια δασική γη, παρίσταται νόμιμη. Περαιτέρω, στην πράξη βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ καταγράφεται ότι έλαβε χώρα εκχέρσωση δημοσίου δάσους και κατασκευή έργων ΧΥΤΑ σε περιοχή που εφάπτεται δάσους κατά παρέκκλιση των οικείων διατάξεων [μνημονεύονται η ΚΥΑ 114218/1997 (Β΄ 1016), και το άρθρο 2 παρ. 4 της υπ’ αρ. 9/2000 Πυροσβεστικής Διάταξης (Β΄ 1459), όπως αυτή τροποποιήθηκε από την 9Α/2005 Πυροσβεστική Διάταξη (Β΄ 1554), καθώς επίσης, το από 2005 Περιφερειακό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΠΕ.Σ.Δ.Α.) Δυτικής Ελλάδας και η οικεία Μελέτη του ΠΕ.Σ.Δ.Α. Εξάλλου, διαπιστώνεται παράβαση των όρων πυροπροστασίας, τους οποίους θέτει η Α.Ε.Π.Ο. του επίμαχου έργου, σύμφωνα με τους οποίους: “Δ.1.1.7. Κατά τη διάρκεια διαμόρφωσης του χώρου και της κατασκευής του ΧΥΤΑ, να τηρούνται αυστηρά οι κανόνες ασφαλείας και υγιεινής, που ορίζει η σχετική νομοθεσία. Σε όλους τους εργοταξιακούς χώρους να αναρτηθεί πρόγραμμα οδηγίας πυρόσβεσης … Δ.2.12) Αντιπυρική προστασία Θα πρέπει να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα πυρασφάλειας. Σε αυτά περιλαμβάνονται οπωσδήποτε: α. Η δημιουργία αντιπυρικής ζώνης περιμετρικά παράλληλα στην περίφραξη, πλάτους 10 m μέσα στα όρια του χώρου διάθεσης β. Δίκτυο πυρόσβεσης γ. Δεξαμενή πυρόσβεσης χωρητικότητας τουλάχιστον 50 m³. δ. Η αποθήκευση γαιών για κάλυψη εστιών πυρκαγιάς δ. Συσκευές πυρόσβεσης, τοποθετημένες σε επίμαχα σημεία του ΧΥΤΑ ε. Απομάκρυνσης ξηρής βιομάζας από φυτοκάλυψη των πρανών”.
19. Επειδή, από τα παρατιθέμενα ανωτέρω προκύπτει ότι η νομιμότητα της χωροθέτησης του ΧΥΤΑ στην επίμαχη θέση, σε συνάρτηση προς τον εν μέρει δασικό χαρακτήρα αυτής, έχει ήδη κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας με την προαναφερθείσα απόφαση. Δεν προκύπτει δε ότι οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος εντοπίζουν νεώτερο δεδομένο, ως προς τον χαρακτήρα της περιοχής εγκατάστασης του ΧΥΤΑ, ώστε να μπορεί η εν λόγω διοικητική αρχή να αποστεί, με βάση τα αυτά νομικά και πραγματικά δεδομένα, από τα ήδη κριθέντα, και τούτο ενόψει της υποχρεώσεως της Διοικήσεως προς συμμόρφωση στις δικαστικές αποφάσεις. Συνεπώς, με την ανωτέρω αιτιολογία, κατά το σκέλος της κατασκευής ΧΥΤΑ σε επαφή με δάσος, δεν ανατρέπονται τα δεδομένα του αρχικού σχεδιασμού και δεν δικαιολογείται η τροποποίηση της αδειοδότησης του έργου με την θέσπιση επιπλέον όρων προστασίας – ή, ενδεχομένως, και ο ανασχεδιασμός του έργου- και, εντεύθεν, η αναστολή εκτελέσεως της Α.Ε.Π.Ο. λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της. Περαιτέρω, η ίδια αιτιολογία κατά το σκέλος της εκχέρσωσης δημοσίου δάσους και της μη λήψης μέτρων αντιπυρικής προστασίας αφορά παραβάσεις κατά την κατασκευή του έργου και μη τήρηση ήδη εγκεκριμένων όρων της Α.Ε.Π.Ο. Συνεπώς, οι παραβάσεις αυτές, αληθείς υποτιθέμενες, θα δικαιολογούσαν την επιβολή διοικητικών κυρώσεων, όχι όμως και την ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίηση της Α.Ε.Π.Ο. και εντεύθεν, την αναστολή εκτελέσεως αυτής λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της.
20. Επειδή, η αιτούσα προβάλλει ότι συνέταξε, τον Ιανουάριο του 2013 Μελέτη Επεξεργασίας και Διάθεσης Υγρών Αποβλήτων μετά την από 21.1.2011 έγκριση της μελέτης εφαρμογής και προ της ενάρξεως των κατασκευαστικών εργασιών του Έργου η υποχρέωση, όμως, υποβολής προς έγκριση τέτοιας μελέτης είχε εκλείψει μετά την έκδοση της ΚΥΑ οικ.145116/2.2.2011 (Β΄ 354/8.3.2011). Συνεπώς, κατά την αιτούσα, μη νομίμως της αποδόθηκε η “παράβαση 2η”. Εν προκειμένω, στο Κεφάλαιο Δ΄ της υπ’ αριθμ. 6701/17-10-2003 απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων προβλέπεται ότι πριν από την οριστική μελέτη του έργου πρέπει να υποβληθεί προς έγκριση στην αρμόδια Διεύθυνση Υγείας Μελέτη Επεξεργασίας και Διάθεσης Υγρών Αποβλήτων (παρ. 1.12 και 4.8 της ανωτέρω ΑΕΠΟ). Όπως προκύπτει δε από την πράξη βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ, κατά τις αυτοψίες διαπιστώθηκε η έναρξη κατασκευής του κυττάρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων και άλλων έργων υποδομής του ΧΥΤΑ, χωρίς προηγουμένως να συνταχθεί και υποβληθεί προς έγκριση, κατά παράβαση του σχετικού περιβαλλοντικού όρου, τέτοια μελέτη, προβλεπόμενη από τα άρθρα 2 και 14 της Υπουργικής Αποφάσεως – Υγειονομικής Διάταξης υπ’ αριθ. Ειβ 221/22.1.1965 (Β΄ 138/24.2.1965), όπως αυτή τροποποιήθηκε από την Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθ. Γ1/17831/7.12.1971 (Β΄ 986/10.12.1971). Στην εν λόγω πράξη επισημαίνεται ότι «μολονότι δεν διαπιστώθηκε ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος ως αποτέλεσμα της ως άνω παράβασης, η παράλειψη σύνταξης και υποβολή προς έγκριση της Μελέτης Επεξεργασίας και Διάθεσης Υγρών Αποβλήτων συνεπάγεται κίνδυνο ρύπανσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος λόγω πλημμελούς σχεδιασμού της διαχείρισης των υγρών αποβλήτων η παραγωγή των οποίων είναι σύμφυτη με τη λειτουργία κάθε ΧΥΤΑ». Τόσο ο φορέας υλοποίησης, όσο και η ανάδοχος προέβαλαν ότι δεν απαιτείτο η σχετική μελέτη, ως εκ της ενάρξεως των εργασιών κατασκευής την 16.4.2013 και του γεγονότος ότι η σχετική διάταξη που καθιστούσε υποχρεωτική την ύπαρξη άδειας επεξεργασίας και διάθεσης υγρών αποβλήτων καταργήθηκε με το ν. 4014/2011 που προηγήθηκε της εκκίνησης των εργασιών. Επί των απόψεων αυτών η ΕΥΕΠ απάντησε ότι η απαίτηση υποβολής και έγκρισης της ανωτέρω μελέτης τέθηκε ως περιβαλλοντικός όρος κατά την έκδοση της Α.Ε.Π.Ο., η οποία τελούσε σε ισχύ κατά τον χρόνο διενέργειας του ελέγχου από την ΕΥΕΠ και τελεί σε ισχύ μέχρι 31.12.2015, η δε άδεια επεξεργασίας και διάθεσης υγρών αποβλήτων καταργήθηκε μεν με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 4014/2011 αντικατασταθείσα, όμως, από την Α.Ε.Π.Ο. ή τις πρότυπες περιβαλλοντικές δεσμεύσεις (Π.Π.Δ.) αντίστοιχα. Ενόψει των ανωτέρω, η διαπιστωθείσα από την ΕΥΕΠ “παράβαση 2η”, ανεξαρτήτως αν υφίσταται, αφορά μη τήρηση των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων, θα δικαιολογούσε, ενδεχομένως, την επιβολή διοικητικής κυρώσεως και όχι την ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίηση της Α.Ε.Π.Ο και, εντεύθεν, την αναστολή εκτελέσεως αυτής λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της. Συνεπώς, σε κάθε περίπτωση με την επίκληση της εν λόγω παράβασης δεν αιτιολογείται νομίμως η προσβαλλόμενη πράξη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την αιτούσα.
21. Επειδή, η αιτούσα προβάλλει ότι κατά πλάνη περί τα πράγματα μια παλαιά οδός και μερικές παρεμβάσεις στο σημείο εισόδου του εργοταξίου εξελήφθησαν από τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος ως κατασκευή νέου δρόμου χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση. Συνεπώς, κατά την αιτούσα, δεν ευσταθεί η “Παράβαση 4η” της υπ’ αριθμ. 1663/30.6.2014 πράξεως της ΕΥΕΠ. Εν προκειμένω, στον όρο Δ.2.11.3 της υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. αναφέρεται: “Οδός πρόσβασης στο ΧΥΤΑ. Ως προς την οδό πρόσβασης, να μελετηθούν πληρέστερα οι προτεινόμενες εναλλακτικές λύσεις (βελτίωση του υφιστάμενου χωματόδρομου κτλ) και να ακολουθηθεί ιδιαίτερη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Να προηγηθεί ο καθορισμός των ορίων του ποταμού Φοίνικα” [βλ. και όρο Δ.9.4, όπου προβλέπεται ότι η περιβαλλοντική αδειοδότηση και η κατασκευή των συνοδών έργων (οδός πρόσβασης κ.λ.π.) θα ολοκληρωθούν πριν την έναρξη λειτουργίας του ΧΥΤΑ]. Στην πράξη βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ αναφέρεται ότι κατά τις αυτοψίες διαπιστώθηκε κατασκευή οδού πρόσβασης στο επίμαχο έργο και κοπή δένδρων (πλατάνων), χωρίς προηγούμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση, κατά παράβαση του άρθρου 2 παρ. 10 του ν. 4014/2011 και περιβαλλοντικού όρου της 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. Ο Κύριος του Έργου και η ανάδοχος αντέτειναν ότι δεν πρόκειται για το συνοδό έργο της οδού πρόσβασης στον ΧΥΤΑ που περιγράφεται στην Μ.Π.Ε. και Α.Ε.Π.Ο., το οποίο δεν έχει γίνει, αλλά για πρόχειρη εργοταξιακή διάβαση που έχει διαμορφωθεί με βελτίωση (καθαρισμό) προϋπάρχοντος αγροτικού δρόμου από την παρόχθια οδό του Φοίνικα ποταμού έως το χώρο του εργοταξίου, προκειμένου να υπάρχει πρόσβαση στον χώρο του ΧΥΤΑ του προσωπικού και των μηχανημάτων του αναδόχου κατά το παρόν στάδιο, για την οποία επέμβαση δεν απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση. Ενόψει των ανωτέρω, ανεξαρτήτως του ότι δεν προκύπτει ότι η εντοπισθείσα από τους Επιθεωρητές Περιβάλλοντος επέμβαση συνιστά πράγματι την προβλεπόμενη από την Α.Ε.Π.Ο., ως συνοδό έργο διαμόρφωσης εισόδου και εξυπηρέτησης του ΧΥΤΑ, οδό, η διαδικασία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση της οποίας, όπως αναφέρεται και στην πράξη βεβαίωσης παράβασης, εκκρεμεί, η εν λόγω παράβαση, και αληθής υποτιθέμενη, δεν δικαιολογεί την ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίηση της Α.Ε.Π.Ο. και εντεύθεν, την αναστολή εκτελέσεως αυτής λόγω μη τροποποιήσεώς της, αφού η Διοίκηση με την παράβαση αυτή επικαλείται ακριβώς την μη τήρηση όρου της εγκεκριμένης Α.Ε.Π.Ο. Συνεπώς, η αιτούσα βασίμως παραπονείται κατά τούτο.
22. Επειδή, στην υπ’ αριθμ. 6701/17.10.2003 Α.Ε.Π.Ο. προβλέπεται ότι: “εντός των ορίων του ΧΥΤΑ απαγορεύεται: Η κατασκευή υπογείων χώρων, εκτός και αν αερίζονται επαρκώς” (όρος Δ.1.1.3 στοιχείο πρώτο). Στα έγγραφα της ΕΥΕΠ αναφέρεται ως “Παράβαση 5η” ότι εντός του χώρου κατασκευής του επίδικου ΧΥΤΑ έλαβε χώρα μη εγκεκριμένος εγκιβωτισμός πηγής τρεχούμενου νερού σε υπόγεια μη αεριζόμενη σκυρόδετη κατασκευή κατά παράβαση περιβαλλοντικού όρου της σχετικής Α.Ε.Π.Ο. Τόσο ο κύριος του έργου ΑΣΔΣΑ, όσο και ο φορέας υλοποίησης και η ανάδοχος προβάλλουν ότι η εν λόγω κατασκευή έλαβε χώρα εκτός του χώρου του ΧΥΤΑ. Η ΕΥΕΠ, με αναφορά στις μετρήσεις που έκαναν οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος κατά την αυτοψία με φορητό όργανο εντοπισμού θέσης GPS, αλλά και απαντώντας στα προβληθέντα από τους ανωτέρω φορείς εκτέλεσης του έργου, καταλήγει ότι η επίδικη κατασκευή έγινε εντός των ορίων του ΧΥΤΑ και σε απόσταση 33,5 έως 35 μέτρα από τα όρια του οικοπέδου του ΧΥΤΑ. Ήδη η αιτούσα, με την υπό κρίση αίτηση επαναφέρει τον ισχυρισμό ότι ο εν λόγω εγκιβωτισμός έλαβε χώρα εκτός του χώρου κατασκευής του ΧΥΤΑ και παραπέμπει στις απόψεις της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, όπως αυτές διατυπώθηκαν ενώπιον της ΕΥΕΠ με το υπ’ αριθμ. 125881/4155/8.5.2014 απαντητικό επί της εκθέσεως μερικού ελέγχου έγγραφο της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, καταλήγοντας ότι τα διαλαμβανόμενα στα έγγραφα της ΕΥΕΠ είναι εσφαλμένα και, συνεπώς, εσφαλμένη και ακυρωτέα τυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη. Τα ανωτέρω όμως, ανεξαρτήτως αν υφίστανται, αποτελούν παραβάσεις κατά την κατασκευή του έργου, δεν ανατρέπουν το έργο και δεν δικαιολογούν την προσβαλλόμενη αναστολή εκτελέσεως.
23. Επειδή, η “Παράβαση 7η”, κατά την οποία ο Κύριος του Έργου δεν συγκρότησε επιτροπή παρακολούθησης της πορείας των εργασιών κατά τη διάρκεια κατασκευής του ΧΥΤΑ, καθώς και η “Παράβαση 8η”, κατά την οποία η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και η Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων δεν ήταν κατά τις αυτοψίες διαθέσιμες στο χώρο του Έργου, κατά παράβαση των όρων Δ.1.16 και Ζ, αντιστοίχως, της σχετικής Α.Ε.Π.Ο. δεν αμφισβητούνται ειδικώς από την αιτούσα. Εν πάση, όμως, περιπτώσει, οι εν λόγω παραβάσεις αφορούν μη τήρηση εγκεκριμένων όρων της Α.Ε.Π.Ο. και δεν δικαιολογούν την ζητηθείσα από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση τροποποίησή της και, εντεύθεν, την αναστολή εκτελέσεως αυτής λόγω μη υποβολής μελέτης τροποποίησής της. Περαιτέρω, η αιτούσα αλυσιτελώς βάλλει κατά φερόμενων πλημμελειών, (όπως κατασκευή του ΧΥΤΑ σε σεισμογενή περιοχή και επικίνδυνη γειτνίαση του ΧΥΤΑ με μνημεία), οι οποίες είχαν συμπεριληφθεί στην προηγηθείσα υπ’ αριθμ. 610/4.3.2014 έκθεση μερικού ελέγχου της ΕΥΕΠ, εφόσον οι πλημμέλειες, αυτές δεν αποτυπώθηκαν τελικώς ως παραβάσεις στην πράξη βεβαίωσης παράβασης της ΕΥΕΠ και δεν δύναται, συνεπώς, να συναχθεί ότι αποτελούν και αυτές μέρος της αιτιολογίας της δεύτερης προσβαλλόμενης απόφασης.
24. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον το κύριο αιτιολογικό έρεισμα της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξεως περί αναστολής εκτελέσεως της Α.Ε.Π.Ο. του ΧΥΤΑ Δυτικής Αιγιαλείας στη θέση ‘Παπανικολού” είναι η μη υποβολή μελέτης τροποποίησής της, η επίκληση των οκτώ, αναφερομένων στην υπ’ αριθμ. 1663/30.6.2014 πράξη της ΕΥΕΠ, παραβάσεων δεν στηρίζει νομίμως και επαρκώς και δεν δικαιολογεί, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα στις σκέψεις 11-23, την τροποποίηση της εν λόγω Α.Ε.Π.Ο. που είχε ζητήσει η Αποκεντρωμένη Διοίκηση, λαμβανομένου υπόψη και του ότι είχαν επανειλημμένως ζητηθεί από την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας (Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών) και από την ανάδοχο διευκρινήσεις/υποδείξεις ως προς τις ενδεικνυόμενες τροποποιήσεις των αρχικώς εγκριθέντων περιβαλλοντικών όρων του έργου. Συνεπώς, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από την αιτούσα, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. 44365/396/14.4.2015 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου, καθώς και η σιωπηρή απόρριψη της κατ’ αυτής προσφυγής από τον Υπουργό Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και να απορριφθεί η παρέμβαση.