ΣΤΕ 2151/2019 [ΝΟΜΙΜΗ ΥΑ ΓΙΑ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΤΩΝ ΌΡΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ NATURA]
Περίληψη
– Προβάλλεται ότι μη νομίμως με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 21 παρ. 9 του ν. 1650/1986, επιβάλλεται απαγόρευση εγκατάστασης ανεμογεννητριών και αιολικών πάρκων στην προαναφερόμενη περιοχή για δύο επιπλέον έτη, σε συνέχεια αποφάσεων του Υπουργού και του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με τις οποίες είχε προηγηθεί αναστολή έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών στην ίδια περιοχή για χρονικό διάστημα επίσης δύο ετών, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 2242/1994. Και τούτο διότι, κατά τα προβαλλόμενα, η απαγόρευση αυτή κατατείνει στο ίδιο ακριβώς με τις ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις αποτέλεσμα, με συνέπεια να επιφέρει ανεπιτρέπτως κατ’ ουσίαν παράταση του προβλεπόμενου από τις οικείες διατάξεις ανώτατου ορίου επιβολής της αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος στην εσφαλμένη νομική εκδοχή ότι δεν είναι κατά νόμον επιτρεπτή η διαδοχική επιβολή των μέτρων που ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 3 του ν. 2242/1994 και 21 παρ. 9 του ν. 1650/1986, ενώ με τις διατάξεις αυτές ρυθμίζονται διαφορετικές περιπτώσεις και θεσπίζονται αυτοτελείς διαδικασίες. Κατά συνέπεια, η νομιμότητα της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης, αν και δημοσιεύθηκε σε χρονικό σημείο, κατά το οποίο μόλις είχε παύσει να ισχύει η τελευταία υπουργική απόφαση επιβολής της αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών, οπότε και είχε εξαντληθεί χρονικώς το ανώτατο όριο αυτής και δεν θα μπορούσε κατά νόμο να παραταθεί εκ νέου, δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι είχαν προηγηθεί οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις, κατ΄ επίκληση του άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 2242/1994, με τις οποίες είχε ανασταλεί η έκδοση οικοδομικών αδειών και η εκτέλεση οικοδομικών εργασιών στην ίδια περιοχή. Δεν μπορεί δε στην παρούσα δίκη να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως αν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου 6 παρ. 3 του ν. 2242/1994 για την επιβολή με τις δύο προηγούμενες αποφάσεις του αντίστοιχου μέτρου.
Προβάλλεται, επίσης, ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση είναι αναιτιολόγητη, δεδομένου ότι δεν μνημονεύονται σε αυτήν, έστω και συνοπτικά, τα πραγματικά περιστατικά και οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επέβαλαν την έκδοσή της, ενώ εξάλλου το γεγονός ότι η επίμαχη περιοχή εμπίπτει στο δίκτυο Natura 2000 δεν αρκεί για να αναπληρώσει την ελλείπουσα αιτιολογία της. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως ως αβάσιμος. Και τούτο διότι η προσβαλλόμενη πράξη, ως κανονιστική, δεν απαιτείται να φέρει αιτιολογία, καθόσον ελέγχεται ακυρωτικώς μόνον από την άποψη της συνδρομής των όρων της εξουσιοδότησης, με βάση την οποία έχει εκδοθεί, καθώς και της τυχόν υπέρβασης των ορίων της, η αξιολόγηση δε των κριτηρίων που θέτει η εξουσιοδοτική διάταξη μπορεί να προκύπτει από προπαρασκευαστικές πράξεις ή άλλα στοιχεία του φακέλου. Από τα δε προπαρασκευαστικά στοιχεία των οποίων γίνεται επίκληση στο προοίμιο της προσβαλλόμενης υπουργικής απόφασης προκύπτει ότι, στο πλαίσιο της εκπόνησης του επίμαχου π.δ., που αποβλέπει στη διατήρηση και διαχείριση των σπανίων οικοτόπων και των ειδών χλωρίδας και κυρίως της ορνιθοπανίδας στοχεύοντας στη διαφύλαξη της εθνικής κληρονομιάς και της οικολογικής ισορροπίας της ευρύτερης περιοχής, τα στοιχεία που έλαβε υπόψη της η Διοίκηση για την πρόκριση των συγκεκριμένων κανονιστικών ρυθμίσεων πληρούν τους όρους που θέτει η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 21 παρ. 9 του ν. 1650/1986, η οποία παρέχει στη Διοίκηση τη δυνανότητα να θέτει απαγορεύσεις, όρους και περιορισμούς σε δραστηριότητες, όπως οι επίδικες, ασκούμενες στις επίμαχες περιοχές που χρήζουν προστασίας και αποσκοπώντας στην παραμονή των περιοχών αυτών υπό καθεστώς προστασίας έως την επικείμενη ολοκλήρωση του σχεδίου προεδρικού διατάγματος για το χαρακτηρισμό της ευρύτερης περιοχής ως Εθνικού Πάρκου. Άλλωστε, η σκοπιμότητα εισαγωγής της σχετικής ρύθμισης αναφορικά με την εκτίμηση της Διοίκησης ως προς την επιλογή των συγκεκριμένων μέτρων καθώς και η ουσιαστική εκτίμηση των δεδομένων στα οποία στηρίχθηκε η Διοίκηση, δεν αποτελούν, κατ’ αρχήν, αντικείμενο ακυρωτικού ελέγχου.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση της αρχής της νομιμότητας της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, της χρηστής διοίκησης και της καλής λειτουργίας της διοίκησης, δεδομένου ότι, αν και δεν προηγήθηκε η έκδοση του απαιτούμενου π.δ. για τον χαρακτηρισμό της περιοχής ως Εθνικού Πάρκου, αντ’ αυτού και για την επίτευξη του ίδιου σκοπού, προβαίνει η Διοίκηση σε αναστολή έγκρισης εργασιών δόμησης, αγνοώντας τη νομολογία και την πρακτική αναφορικά με τη χωροθέτηση έργων ΑΠΕ εντός περιοχών Natura 2000, με συνέπεια να καθίσταται ανέφικτη η υλοποίηση του έργου της αιτούσας, για το οποίο διαθέτει όλες τις εκ του νόμου απαιτούμενες άδειες σε ισχύ. Και ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί προεχόντως ως αβάσιμος, διότι η προσβαλλόμενη κανονιστική πράξη ευρίσκεται εντός των ορίων της εξουσιοδοτικής της διάταξης και πέραν τούτου δεν ελέγχεται σε σχέση με το περιεχόμενό της.
Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό χρονικό διάστημα για το οποίο είχε επιβληθεί αρχικά αναστολή έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών και εν συνεχεία απαγόρευση εγκατάστασης ανεμογεννητριών και αιολικών πάρκων στην οποία εμπεριέχεται και η αναστολή έγκρισης εργασιών δόμησης που είναι αναγκαία προς τούτο, κείται εντός του συνταγματικώς ανεκτού πλαισίου, ενόψει της ανάγκης προστασίας της συγκεκριμένης περιοχής σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχει ολοκληρωθεί η διαβούλευση για το ήδη εκπονηθέν σχέδιο προεδρικού διατάγματος και απομένει πλέον η θεσμοθέτησή του. Επισημαίνεται πάντως στη Διοίκηση ότι, ενόψει της υπερβολικής χρονικής επιμήκυνσης των σχετικών διαδικασιών, το χρονικό όριο ισχύος των δεσμεύσεων της ιδιοκτησίας και της οικονομικής ελευθερίας της αιτούσας δεν μπορεί να εκταθεί πέραν της 3.8.2020, χρονικό σημείο μέχρι το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να έχει ρυθμιστεί κατά τρόπο ειδικό και συγκεκριμένο η τύχη της συγκεκριμένης δραστηριότητας, η αρχική αδειοδότηση της οποίας ανατρέχει στο έτος 2008.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Αγγ. Μίντζια
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.






