ΣτΕ 2601/2016 [Πρόστιμο λόγω παράνομης εκχέρσωσης αναδασωτέας έκτασης]
Περίληψη
-Η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση στήριξε την κρίση της ότι η επίμαχη έκταση δεν εμπίπτει στην αναδάσωση που, κατά τα προαναφερόμενα, κηρύχθηκε με απόφαση του του Νομάρχη Ανατ. Αττικής και εξαιρεί τις νομίμως υφιστάμενες γεωργικές εκτάσεις, στο γεγονός ότι η έκταση αυτή είχε παραχωρηθεί σε απώτερο δικαιοπάροχο της αναιρεσίβλητης με οριστικό τίτλο κυριότητας, εκδοθέντα για γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια, ο τίτλος δε αυτός ουδέποτε ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε. Η κρίση, όμως, αυτή δεν είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, δεδομένου ότι το διοικητικό εφετείο δεν εξέτασε αν πράγματι η γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια συνεχιζόταν κατά τον χρόνο καταστροφής της έκτασης και έκδοσης της πράξης αναδάσωσης, παραλείποντας, μάλιστα, να αξιολογήσει τα παρατιθέμενα στην ίδια την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στοιχεία του φακέλου, σύμφωνα με τα οποία η γεωργική χρήση είχε εγκαταλειφθεί και είχε αντικατασταθεί από τουριστική και οικιστική χρήση, τα οποία ήταν κρίσιμα, για την εφαρμογή επί της εκτάσεως αυτής της δασικής νομοθεσίας, δηλαδή των διατάξεων περί αναδασώσεως και επιβολής προστίμου για εκχέρσωση αναδασωτέας έκτασης.
Πρόεδρος: Αγγ. Θεοφιλοπούλου
Εισηγητής: Χρ. Ντουχάνης
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την αίτηση αυτή, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται, κατά το νόμο, η κατάθεση παραβόλου, ζητείται η αναίρεση της 2364/2007 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 8731/2005 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή είχε γίνει δεκτή προσφυγή της αναιρεσίβλητης και είχε ακυρωθεί η 335/28.1.2000 απόφαση του Δασάρχη Λαυρίου, με την οποία είχε επιβληθεί στην αναιρεσίβλητη πρόστιμο 2.514.488 δρχ. λόγω παράνομης εκχέρσωσης αναδασωτέας έκτασης στη θέση «Τζώρα ή Μάλια Στέκα ή Σπίτια Στέκα» του Δήμου Κερατέας του Νομού Αττικής.
- Επειδή, η παρούσα αίτηση συνοδεύεται από την 150/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εκδοθείσα βάσει των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 12 του ν. 2298/1995 (Α΄ 62), όπως αυτές αντικαταστάθηκαν, αντιστοίχως, με την παράγραφο 3 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998 (Α΄ 31) και το άρθρο 42 του ν. 2721/1999 (Α΄ 112) και ίσχυαν κατά την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως προτού καταργηθούν με το άρθρο 13 παρ. 9 του ν. 3790/2009 (Α΄ 143). Η γνωμοδότηση αυτή είναι θετική ως προς το παραδεκτό της αιτήσεως αναιρέσεως και το βάσιμο των προβαλλομένων λόγων. Επομένως, η παρούσα αίτηση, ασκουμένη και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα.
- Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 70 παρ. 1 του ν. 998/1979 (Α΄ 289), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του ν. 2081/1992 (Α΄ 154, διόρθωση σφαλμάτων Α΄ 177/1992): «Όποιος εκχερσώνει, υλοτομεί αποψιλωτικά ή καλλιεργεί έκταση δημόσια ή ιδιωτική, που κηρύχθηκε αναδασωτέα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους… Επίσης επιβάλλεται διοικητική ποινή προστίμου με πράξη καταλογισμού του δασάρχη, αμέσως μετά τη βεβαίωση της παράβασης, το οποίο ισούται με το γινόμενο που προκύπτει από τον αριθμό 500.000 επί τον συντελεστή Μ της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του π.δ. 437/1981, όπως κάθε φορά ισχύει, επί την έκταση που καταστρέφεται σε στρέμματα… Το πρόστιμο εισπράττεται … ως δαπάνη της δασικής βλάστησης που καταστράφηκε». Η διάταξη αυτή αποβλέπει στην τήρηση της συνταγματικής επιταγής (άρθρο 117 παρ. 3 Συντάγματος) για την προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων που αποψιλώνονται με οποιονδήποτε τρόπο και κηρύσσονται, για τον λόγο αυτόν, υποχρεωτικώς αναδασωτέες, και έχει το αυτό με την ανωτέρω συνταγματική διάταξη εύρος εφαρμογής. Συνεπώς, κατά την έννοιά της, η προβλεπόμενη από αυτήν διοικητική κύρωση επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση μερικής ή ολικής καταστροφής ή αποψίλωσης δασικής βλάστησης σε αναδασωτέα δημόσια ή ιδιωτική έκταση με οποιονδήποτε τρόπο, ή επεμβάσεων με τις οποίες καταστρέφεται ή αλλοιώνεται η φυσική μορφή της έκτασης αυτής (ΣτΕ 4528/2011, 3910/2007, 3917/2006 κ.ά.). Εξ άλλου, η πράξη καταλογισμού του προστίμου σ’ αυτόν, ο οποίος εκχερσώνει κηρυγμένη αναδασωτέα έκταση, προσβάλλεται με προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, η δε απόφαση περί αναδασώσεως, η οποία προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου, φέρει, ως ατομική διοικητική πράξη, το τεκμήριο της νομιμότητας, η αμφισβήτηση της οποίας δεν επιτρέπεται στη δίκη που εγείρεται με την προσφυγή κατά της καταλογιστικής πράξης επιβολής του προστίμου (ΣτΕ 3910/2007, 3314/2003 κ.ά.).
- Επειδή, εξάλλου, ο α.ν. 857/1937 (Α΄ 367), όπως είχε τροποποιηθεί με το ν.δ. 2501/1953 (200 Α΄) και ίσχυε προτού καταργηθεί με το άρθρο 317 παρ. 19 και 48 του Δασικού κώδικα (ν.δ. 86/1969, Α΄ 7), όριζε στο άρθρο 1 ότι: «1. Δημόσιαι δασικαί εκτάσεις, είτε δασών είτε μερικώς δασοσκεπείς είτε και χορτολιβαδίων πληρούσαι τους κατά την επομένην παράγραφον όρους δύνανται να παραχωρηθώσι κατά κυριότητα εις φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου δι’ αποφάσεως της οικείας αρχής. … Αι παραχωρούμεναι εκτάσεις περιέρχονται εκ νέου και άνευ άλλης τινός διατυπώσεως υπό την διαχείρισιν του Υπουργείου Γεωργίας, άμα ως ήθελεν εκλείψει ο σκοπός δι’ όν παρεχωρήθησαν. 2. Δημόσιαι εκτάσεις δυνάμεναι να παραχωρηθώσι κατά την προηγουμένην παράγραφον του άρθρου τούτου είναι αι μη προστατευτέαι και μη έχουσαι σπουδαίαν σημασίαν από δασοπονικής απόψεως, ειδικώτερον δε α) αι κατάλληλοι δια μόνιμον γεωργικήν ή δενδροκομικήν εκμετάλλευσιν…». Περαιτέρω, το άρθρο 10, στη μεν παράγραφο 1 προβλέπει ότι «Εάν η παραχώρησις γίνεται προς τον σκοπόν γεωργικής ή δενδροκομικής εκμεταλλεύσεως δεν εκδίδεται υπέρ του άνευ δημοπρασίας αγοραστού …οριστικός τίτλος, αλλά μόνον προσωρινός τοιούτος, έστω και αν κατεβλήθη παρ’ αυτού ολόκληρον το τίμημα…» στη δε παράγραφο 2 ότι «Ο οριστικός τίτλος εκδίδεται ου μόνον μετά την ολοσχερή εξόφλησιν του χρέους του αγοραστού, αλλά και αφού προηγουμένως βεβαιωθή δι’ εκθέσεως του αρμοδίου δασάρχου, ότι επραγματοποιήθη η εκχέρσωσις και γεωργική καλλιέργεια…». Εξ άλλου, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11, «Ο εις ον παρεχωρήθη δημοσία δασική έκτασις προς τον σκοπόν της γεωργικής ή δενδροκομικής αυτής εκμεταλλεύσεως υποχρεούται, όπως ενεργήση την εκχέρσωσιν και γεωργικήν καλλιέργειαν … εντός τριών ετών αφ’ ής εκδοθή υπέρ αυτού ο προσωρινός τίτλος…», κατά δε την παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, «Εάν, παρελθούσης της ανωτέρω προθεσμίας πιστοποιηθή δι’ εκθέσεως του αρμοδίου δασάρχου, ότι ο εις όν εγένετο η παραχώρησις δεν ενήργησε την εκχέρσωσιν και την γεωργικήν καλλιέργειαν … κηρύσσεται δι’ αποφάσεως του Υπουργού Γεωργίας … έκπτωτος παντός δικαιώματος επί της παραχωρηθείσης αυτώ εκτάσεως και αποβάλλεται διοικητικώς της νομής αυτής, μη δικαιούμενος εις αποζημίωσιν…». Τέλος, στην παράγραφο 2 του άρθρου 13 ορίζονται τα εξής: «Δύναται ο εις όν παρεχωρήθη δασική έκτασις κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου να μεταβιβάση τα δικαιώματά του εις άλλον. Εν τοιαύτη, όμως, περιπτώσει ευθύνεται αλληλεγγύως μετ’ αυτού δια την εκπλήρωσιν των υποχρεώσεών του». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, δημόσιες δασικές εκτάσεις, των οποίων η αξία δεν ήταν σπουδαία από δασοπονική άποψη, επιτρεπόταν να παραχωρηθούν κατά κυριότητα σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, εφ’ όσον ήταν κατάλληλες για μόνιμη καλλιέργεια ή δενδροκομική εκμετάλλευση. Η εν λόγω παραχώρηση απέβλεπε στην παραγωγικότερη εκμετάλλευση των ανωτέρω εκτάσεων επ’ ωφελεία της εθνικής οικονομίας και τελεί πάντοτε, άσχετα, δηλαδή, από την έκδοση οριστικού παραχωρητηρίου ή την παρέλευση μακρού χρόνου, υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται η γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια. Κατά συνέπεια, οι παραχωρηθείσες δασικές εκτάσεις δεν χάνουν το δασικό τους χαρακτήρα οριστικώς, αλλά μόνον εφ’ όσον καλλιεργούνται γεωργικώς και, επομένως, η παράλειψη του παραχωρησιούχου ή του προσώπου, στο οποίο επετράπη η εκχέρσωση με σκοπό τη γεωργική καλλιέργεια, να προβεί πράγματι στην καλλιέργεια αυτή, η οποία αποτέλεσε το σκοπό της παραχώρησης της δασικής έκτασης για την οποία πρόκειται, η εγκατάλειψη της καλλιέργειας αυτής ή η παράβαση της αποκλειστικώς επιτρεπόμενης από το νόμο χρήσεως της εκχερσωθείσης δασικής εκτάσεως, εκτός από τη δυνατότητα ανάκλησης της αδείας εκχέρσωσης ή του τυχόν εκδοθέντος για το σκοπό αυτό παραχωρητηρίου με ρητή πράξη της Διοίκησης, συνεπάγονται την εφαρμογή των διατάξεων της δασικής νομοθεσίας (ΣτΕ 2923/2012 κ.ά. πρβλ. 2476/2009 κ.ά.).
- Επειδή, όπως εν προκειμένω προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, με την 2500/16.10.1985 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 696) κηρύχθηκε αναδασωτέα ευρεία έκταση 38.500 στρ. στην περιοχή της Κοινότητας Παλαιάς Φωκαίας και των Δήμων Κερατέας και Λαυρίου του Νομού Αττικής, η οποία ορίζεται στο συνοδευτικό της απόφασης διάγραμμα και προσδιορίζεται περαιτέρω κατά θέσεις, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η θέση «Συντερίνες» του Δήμου Κερατέας. Από την κήρυξη ως αναδασωτέων εξαιρέθηκαν οι εκτάσεις, οι οποίες, αν και περιλαμβάνονται εντός της οριογραμμής της ευρείας, κατά τα ανωτέρω, κηρυσσόμενης ως αναδασωτέας έκτασης, είχαν το χαρακτήρα νομίμως υφιστάμενης αγροτικής έκτασης. Με την 335/28.1.2000 πράξη του Δασάρχη Λαυρίου επιβλήθηκε στην αναιρεσίβλητη, κατ’ επίκληση των ως άνω διατάξεων, πρόστιμο 2.514.488 δρχ. για το λόγο ότι είχε εκχερσώσει με κοπή δένδρων έκταση 411,20 τ.μ., εντός της οποίας είχε ανεγείρει στη συνέχεια αυθαίρετες κατασκευές. Η εν λόγω εκχερσωθείσα έκταση ευρισκόταν στη θέση «Τζώρα ή Μάλια Στέκα ή Σπίτια Στέκα» του Δήμου Κερατέας και ενέπιπτε, κατά τη δασική αρχή, στην ευρύτερη έκταση που είχε κηρυχθεί ως αναδασωτέα με την προαναφερόμενη 2500/16.10.1985 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής. Κατά της ως άνω πράξης του Δασάρχη Λαυρίου η αναιρεσίβλητη άσκησε προσφυγή, με την οποία, όπως αυτή συμπληρώθηκε με δικόγραφο προσθέτων λόγων, αμφισβήτησε το γεγονός ότι η επίμαχη έκταση ενέπιπτε στην κηρυχθείσα ως αναδασωτέα με την 2500/16.10.1985 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής. Προέβαλε, ειδικότερα, δύο, κατά βάση, ισχυρισμούς: αφενός, μεν, ότι η θέση «Τζώρα ή Μάλια Στέκα ή Σπίτια Στέκα» δεν συμπεριλαμβανόταν μεταξύ των τοπωνυμίων των θέσεων, στις οποίες αναφερόταν η αναδασωτική πράξη του Νομάρχη, η δε θέση «Συντερίνες», που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των θέσεων των αναδασωτέων εκτάσεων, δεν συμπίπτει με τη θέση «Τζώρα …», αλλά απέχει από αυτήν απόσταση πέντε χιλιομέτρων σε ευθεία γραμμή, αφετέρου δε, ότι, ακόμη και αν η επίμαχη γεωγραφική θέση εμπίπτει, καταρχήν, στην οριογραμμή των αναδασωτέων εκτάσεων, η συγκεκριμένη, πάντως, έκταση εξαιρείται της αναδάσωσης, κατά τους ρητούς ορισμούς της ίδιας της αναδασωτικής απόφασης, ως νομίμως υφιστάμενη αγροτική έκταση, διότι εμπίπτει στην έκταση που είχε παραχωρηθεί με τον 2/6.2.1959 οριστικό τίτλο, εκδοθέντα από το Δασάρχη Λαυρίου υπέρ του απωτέρου δικαιοπαρόχου της, Ηλία Παπακωνσταντίνου, για μόνιμη γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια. Όπως, εξάλλου, προκύπτει από τα παραδεκτώς ληπτέα υπόψη κατ’ αναίρεση διαδικαστικά έγγραφα, το εν λόγω παραχωρητήριο εκδόθηκε βάσει των διατάξεων του α.ν. 857/1937, όπως είχε τροποποιηθεί με το ν.δ. 2501/1953, οι οποίες επέτρεπαν, υπό τους οριζόμενους σ’ αυτές όρους, την παραχώρηση σε ιδιώτες δασικών εκτάσεων, που δεν είχαν σπουδαία δασοπονική σημασία, με σκοπό τη μόνιμη γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια. Ενώπιον του διοικητικού πρωτοδικείου εξάλλου, η αναιρεσίβλητη προσκόμισε με σκοπό την απόδειξη των ισχυρισμών της, εκτός από τον προαναφερόμενο 2/6.2.1959 οριστικό τίτλο του δικαιοπαρόχου της, και την 108/2000 απόφαση του Ειρηνοδικείου Λαυρίου, η οποία εκδόθηκε επί ανακοπής της ίδιας και του συζύγου της, Εμμανουήλ Γραβαρία, επί πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής που είχε εκδοθεί εναντίον τους από το Δασάρχη Λαυρίου και αφορούσε, κατά τους ισχυρισμούς τους, την επίμαχη έκταση. Με την εν λόγω απόφαση του ειρηνοδικείου, όπως το περιεχόμενό της παρατίθεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, είχε γίνει δεκτό ότι, μετά το χρόνο έκδοσης του ως άνω πρωτοκόλλου η χρήση του παραχωρηθέντος με τον ως άνω τίτλο ακινήτου είχε μεταβληθεί από γεωργική σε τουριστική – οικιστική, ο τίτλος, όμως αυτός δεν είχε ανακληθεί, ενώ, κατά τα λοιπά, το Δασαρχείο Λαυρίου δεν είχε σαφώς προσδιορίσει το όριο της αναδασωτέας με την προαναφερόμενη νομαρχιακή απόφαση εκτάσεως, προδήλως ενόψει της διαλαμβανόμενης στην αναδασωτική πράξη ρήτρας εξαιρέσεως από την αναδάσωση των νομίμως υφισταμένων γεωργικών εκτάσεων. Κατόπιν τούτου, το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε την 6043/2002 προδικαστική απόφασή του, με την οποία υποχρέωσε τη Διοίκηση να προσκομίσει τα απαραίτητα στοιχεία (διαγράμματα κ.λπ.), από τα οποία να προκύπτει αν η επίμαχη έκταση εμπίπτει στη μνημονευόμενη στην ως άνω αναδασωτική πράξη θέση «Συντερίνες» του Δήμου Κερατέας, και, περαιτέρω, τόσο τη Διοίκηση όσο και την αναιρεσίβλητη να προσκομίσουν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει αν η επίμαχη έκταση είχε κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης αναδάσωσης το χαρακτήρα νομίμως υφιστάμενης αγροτικής καλλιέργειας, τούτο δε σε συσχέτιση με το ως άνω 2/6.2.1959 παραχωρητήριο. Περαιτέρω, σε συμμόρφωση με την ως άνω προδικαστική απόφαση, προσκομίστηκαν στο διοικητικό πρωτοδικείο μεγεθυμένο αντίγραφο του συνοδευτικού της πράξης αναδάσωσης διαγράμματος, από το οποίο, κατά τα γενόμενα δεκτά, προέκυπτε ότι η επίμαχη έκταση, που σημειώθηκε με κόκκινη κουκίδα στο αντίγραφο αυτό, ευρίσκεται εντός της οριογραμμής της όλης έκτασης των 38.500 στρ., που είχε κηρυχθεί αναδασωτέα με την ως άνω 2500/16.10.1985 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, καθώς και η 3834/14.10.1999 πράξη χαρακτηρισμού του Δασάρχη Λαυρίου, με την οποία έκταση στη θέση «Μάλια Στέκα» του Δήμου Κερατέας θεωρήθηκε ότι είχε χαρακτήρα αναδασωτέας έκτασης, ακριβώς διότι ενέπιπτε στην ίδια 2500/16.19.1985 αναδασωτική πράξη. Περαιτέρω, μετά την έκδοση της ως άνω 6043/2002 προδικαστικής απόφασης, υποβλήθηκε στο διοικητικό πρωτοδικείο το 5036/19.11.2002 έγγραφο απόψεων του Δασαρχείου Λαυρίου, το οποίο, ως διαδικαστικό έγγραφο, είναι παραδεκτώς ληπτέο υπόψη κατ’ αναίρεση. Στο εν λόγω έγγραφο εκτίθεται ότι η θέση «Τζώρα ή Μάλια Στέκα ή Σπίτια Στέκα» του Δήμου Κερατέας αποτελεί μικροθέση της δασικής θέσης «Συντερίνες», η οποία μνημονεύεται ρητώς στη νομαρχιακή απόφαση αναδάσωσης, εκφράζεται δε η θέση ότι στην απόφαση αυτή δεν θα ήταν δυνατόν να μνημονεύονται όλα τα τοπωνύμια των μικροθέσεων της αναδασωτέας έκτασης, η οποία, μάλιστα, είναι ευρύτατη και έχει επιφάνεια 38.500 στρ. Ενόψει των ανωτέρω στοιχείων, το διοικητικό πρωτοδικείο έκρινε ως αποδεδειγμένο το γεγονός ότι η επίμαχη έκταση, ανεξάρτητα από το τοπωνύμιο της περιοχής «Τζώρα …» και του κατά πόσον αυτή αποτελεί μικροθέση της μνημονευόμενης ως αναδασωτέας θέσης «Συντερίνες», εμπίπτει πράγματι στο περίγραμμα της ευρείας αναδασωτέας περιοχής της 2500/16.10.1985 νομαρχιακής απόφασης. Περαιτέρω, όμως, λαμβάνοντας υπόψη ότι η επίμαχη έκταση ενέπιπτε στην παραχωρηθείσα στον απώτερο δικαιοπάροχο της αναιρεσίβλητης με τον προαναφερόμενο 2/6.2.1959 οριστικό τίτλο, ο οποίος δεν είχε ανακληθεί και εξακολουθούσε να ισχύει κατά το χρόνο που εξερράγη η πυρκαγιά λόγω της οποίας κηρύχθηκε η προαναφερόμενη αναδάσωση (14.7.1985), αλλά και κατά το χρόνο κήρυξης της τελευταίας, το δικαστήριο θεώρησε αποδεδειγμένο ότι η έκταση αυτή συνιστούσε νομίμως υφιστάμενη αγροτική έκταση και ότι, ως εκ τούτου, είχε εξαιρεθεί από την αναδάσωση. Κατόπιν τούτου, με την 8731/2005 οριστική του απόφαση, το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο δέχθηκε την προσφυγή της αναιρεσίβλητης και ακύρωσε την 335/28.1.2000 απόφαση του Δασάρχη Λαυρίου. Έφεση, τέλος, του αναιρεσείοντος Δημοσίου απορρίφθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η οποία επικύρωσε την ως άνω κρίση του διοικητικού πρωτοδικείου.
- Επειδή, η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση στήριξε την κρίση της ότι η επίμαχη έκταση δεν εμπίπτει στην αναδάσωση που, κατά τα προαναφερόμενα, κηρύχθηκε με την ως άνω 2500/16.10.1985 απόφαση του Νομάρχη Ανατ. Αττικής και εξαιρεί τις νομίμως υφιστάμενες γεωργικές εκτάσεις, στο γεγονός ότι η έκταση αυτή είχε παραχωρηθεί σε απώτερο δικαιοπάροχο της αναιρεσίβλητης με τον 2/6.2.1959 οριστικό τίτλο κυριότητας, εκδοθέντα, σύμφωνα με τα παραπάνω, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του α.ν. 857/1937, για γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια, ο τίτλος δε αυτός ουδέποτε ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε. Η κρίση, όμως, αυτή δεν είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, δεδομένου ότι το διοικητικό εφετείο δεν εξέτασε αν πράγματι η γεωργοδενδροκομική καλλιέργεια συνεχιζόταν κατά τον χρόνο καταστροφής της έκτασης και έκδοσης της πράξης αναδάσωσης, παραλείποντας, μάλιστα, να αξιολογήσει τα παρατιθέμενα στην ίδια την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στοιχεία του φακέλου (108/2000 απόφαση του Ειρηνοδικείου Λαυρίου), σύμφωνα με τα οποία η γεωργική χρήση είχε εγκαταλειφθεί και είχε αντικατασταθεί από τουριστική και οικιστική χρήση, τα οποία ήταν κρίσιμα, για την εφαρμογή επί της εκτάσεως αυτής της δασικής νομοθεσίας, δηλαδή των διατάξεων περί αναδασώσεως και επιβολής προστίμου για εκχέρσωση αναδασωτέας έκτασης (βλ. ΣτΕ 1499/2012, αναφερόμενη σε τμήμα της επίμαχης έκτασης, γνωστή στο Δικαστήριο από προηγούμενη ενέργειά του). Για το λόγο αυτό, ο οποίος προβάλλεται βασίμως, πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η δε υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στο δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση αυτή για νόμιμη κρίση.