ΣτΕ 644/2016 [Οριογραμμές αιγιαλού-παραλίας στις «Καταβόθρες» Αργοστολίου]
Περίληψη
-Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν επανειλημμένων αυτοψιών των μελών της επιτροπής και μελέτης των στοιχείων του φακέλου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία που επικαλέστηκε ο αιτών, μεταξύ των οποίων είναι τόσο η ύπαρξη τεχνικών έργων στην επίμαχη θέση όσο και η υφιστάμενη βλάστηση. Εξάλλου, η αρμόδια Επιτροπή κατέληξε στη σύνταξη της τελικής έκθεσης που υιοθετήθηκε από την προσβαλλόμενη πράξη αφού συνεκτίμησε τις από το έτος 2003 προσφυγές του αιτούντος, την από το έτος 2008 αυτοπρόσωπη ενώπιόν της παρουσία του μαζί με το συνοδευτικό υποβληθέν εκ μέρους του υλικό έγγραφο του ΓΕΝ και τα υπ’αυτού τεθέντα ζητήματα τη νέα προσφυγή του αιτούντος και την έκθεση του ιδιώτη γεωπόνου-γεωτεχνικού που αφορούσε την βλάστηση στην εν λόγω θέση.
-Η Επιτροπή αξιολόγησε όλα τα υποβληθέντα από τον αιτούντα στοιχεία, σε διαφορετικά μάλιστα στάδια της διοικητικής διαδικασίας και συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη παρίσταται πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη ως προς τη χάραξη της οριογραμμής του αιγιαλού, οι δε περί του αντιθέτου ανωτέρω ισχυρισμοί του αιτούντος είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, κατά το μέρος δε που πλήττουν την ανέλεγκτη τεχικά κρίση της Διοίκησης είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
-Από τα στοιχεία του φακέλου αλλά και την ίδια την προσβαλλόμενη πράξη αιτιολογείται η ανάγκη δημιουργίας παραλίας στην επίμαχη θέση, και, συνεπώς, ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά το μέρος δε που πλήττει την ανέλεγκτη τεχνικά κρίση της Διοίκησης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
Πρόεδρος: Χρ. Ράμμος
Εισηγητής: Χρ. Λιάκουρας
Δικηγόροι: Διον. Πρωτοπαπάς, Αν. Μπάνος
Βασικές Σκέψεις
- Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της 103061/ 18844/23.11.2012 πράξης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου (700 Δ΄), με την οποία καθορίσθηκαν τα όρια αιγιαλού και παραλίας στη θέση «Καταβόθρες» της Δημοτικής Ενότητας Αργοστολίου Νομού Κεφαλληνίας.
- Επειδή, στο άρθρο 1 του ν. 2971/2001 «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» (Α΄ 285) ορίζεται ότι «1. “Αιγιαλός” είναι η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. 2. “Παραλία” είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού, προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα. 3. “Παλαιός αιγιαλός” είναι η ζώνη της ξηράς, που προέκυψε από τη μετακίνηση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικές προσχώσεις ή τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού […].». Με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ως άνω νόμου προβλέπονται τα της επιτροπής καθορισμού των ορίων αιγιαλού και παραλίας και με αυτές του άρθρου 4 καθορίζονται ο τρόπος χάραξης και οι προδιαγραφές των σχετικών διαγραμμάτων για τον καθορισμό των οριογραμμών αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού. Εξάλλου, στο άρθρο 5 του ίδιου ν. 2971/2001 ορίζονται τα εξής: «1. Εκτός της δυνατότητας της αυτεπάγγελτης κίνησης της διαδικασίας, όποιος ενδιαφέρεται για τον καθορισμό αιγιαλού και παραλίας, απευθύνεται στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία, η οποία μέσα σε πέντε (5) ημέρες από την υποβολή σχετικής αίτησης ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο αν έχει ήδη γίνει καθορισμός. Σε περίπτωση, που δεν έχει γίνει ο καθορισμός αιγιαλού και παραλίας, ο ενδιαφερόμενος δύναται να υποβάλει στην Κτηματική Υπηρεσία αίτηση καθορισμού και τοπογραφικό διάγραμμα σύμφωνα με τις προδιαγραφές του άρθρου 4. 2. Αν το διάγραμμα έχει συνταχθεί από ιδιώτη μηχανικό, η Κτηματική Υπηρεσία μεριμνά για τον έλεγχο και τη θεώρησή του εντός μηνός από την υποβολή του και στη συνέχεια το θέμα εισάγεται ενώπιον της Επιτροπής στην πρώτη τακτική συνεδρίασή της. 3. Η Επιτροπή καθορίζει τις οριογραμμές του αιγιαλού, της παραλίας και του παλαιού αιγιαλού εντός μηνός από την εισαγωγή της υπόθεσης σε αυτήν και συντάσσει σχετική έκθεση. Η Επιτροπή καθορίζει την παλαιά θέση του αιγιαλού, που υπήρχε μέχρι το έτος 1884 αν υφίστανται κατοχές ιδιωτών, αλλά και προγενέστερα εάν δεν υφίστανται τέτοιες κατοχές, εφόσον η θέση του παλαιού αιγιαλού προκύπτει από ενδείξεις επί του εδάφους ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία εξαιρουμένων των μαρτυρικών καταθέσεων. 4. Δεν μπορούν να περιληφθούν οικίες ή κτίσματα εντός της ζώνης του αιγιαλού, του οποίου για πρώτη φορά χαράσσεται η οριογραμμή, εφόσον έχει γίνει διάβρωση της ακτής πριν από τη χάραξη και τα κτίσματα είχαν ανεγερθεί πριν από τη διάβρωση και εκτός του τμήματος μέχρι του οποίου έφθανε άλλοτε η θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες αλλά συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Τα κτίσματα αυτά δύνανται να απαλλοτριώνονται σύμφωνα με το άρθρο 7 του νόμου αυτού. 5. Η έκθεση και το διάγραμμα επικυρώνονται, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Γ.Ε.Ν.), με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών [ήδη δε, κατ’ άρθρο 46 παρ. 21 του ν. 3220/2004, Α΄ 15, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας] και δημοσιεύονται μαζί με την επικυρωτική αυτή απόφαση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η παραπάνω σύμφωνη γνώμη του Γ.Ε.Ν. διατυπώνεται το αργότερο εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών. Η έκθεση και το διάγραμμα αναρτώνται στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα του αρμόδιου κατά τόπο δήμου ή κοινότητας για τρεις (3) τουλάχιστον μήνες. Η ανάρτηση αποδεικνύεται από έκθεση του δημάρχου ή προέδρου της κοινότητας, η οποία αποστέλλεται εντός μηνός στην αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία. 6. […] 9. Σε περίπτωση εσφαλμένου καθορισμού της οριογραμμής του αιγιαλού ή του παλαιού αιγιαλού ή της παραλίας επιτρέπεται ο επανακαθορισμός κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου. Η διαδικασία για τον επανακαθορισμό κινείται είτε αυτεπαγγέλτως από την Κτηματική Υπηρεσία είτε ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου και προσκόμιση στοιχείων που να αποδεικνύουν το σφάλμα του πρώτου καθορισμού. […]». Περαιτέρω, στο μεν άρθρο 6 του αυτού νόμου ορίζεται ότι «Η Επιτροπή αναζητά και συνεκτιμά όλα τα απαιτούμενα για την ακριβή οριοθέτηση του παλαιού αιγιαλού στοιχεία, τα οποία και παραθέτει στην έκθεσή της, ιδίως φυσικές ενδείξεις (όπως το αμμώδες, ελώδες ή βαλτώδες εκτάσεων συνεχομένων του αιγιαλού), αεροφωτογραφίες, χάρτες και διαγράμματα διαφόρων ετών, γεωλογικές μελέτες» στο δε άρθρο 7 ορίζεται ότι «1. Η Επιτροπή του άρθρου 3 ταυτόχρονα με τον προσδιορισμό και τη χάραξη του αιγιαλού προσδιορίζει και την παραλία, εφόσον κρίνεται απαραίτητο για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της παραγράφου 2 του άρθρου 1. Η παραλία χαράσσεται στο ίδιο διάγραμμα για τον αιγιαλό με κίτρινη πολυγωνική γραμμή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4. 2. Εμπράγματα δικαιώματα ιδιωτών, επί ακινήτων της παραλίας, απαλλοτριώνονται λόγω δημόσιας ωφέλειας με και από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, που επικυρώνει την έκθεση και το διάγραμμα του αιγιαλού και παραλίας κατά την παράγραφο 5 του άρθρου 5, χωρίς να απαιτείται άλλη πρόσθετη διαδικασία για την κήρυξη της απαλλοτρίωσης […] 3. Για την παραλία εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απαλλοτριώσεων λόγω ρυμοτομίας […] 5. Όπου υφίσταται σχέδιο πόλεως, η οριογραμμή της παραλίας δεν μπορεί να υπερβεί την εγκεκριμένη γραμμή δόμησης. Σε παραδοσιακούς οικισμούς η οριογραμμή της παραλίας δεν μπορεί να υπερβεί τη γραμμή δόμησης, όπως αυτή νομίμως έχει διαμορφωθεί. Σε πόλεις και οικισμούς που δημιουργήθηκαν πριν από το έτος 1923 ή έχουν πληθυσμό κάτω από 2.000 κατοίκους και στους οποίους δεν υπάρχει εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο, η οριογραμμή της παραλίας δεν μπορεί να υπερβεί τη διαμορφωμένη γραμμή δόμησης, όπως αυτή νομίμως έχει διαμορφωθεί. Στα δύο προηγούμενα εδάφια η γραμμή δόμησης προσδιορίζεται από τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος – Χωροταξίας (ΔΙΠΕΧΩ) της Γενικής Γραμματείας Περιφέρειας. Κατά την έγκριση ή επέκταση σχεδίων πόλεων η γραμμή δόμησης σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει την οριογραμμή της παραλίας με την επιφύλαξη των περιπτώσεων, που αφορούν παραδοσιακούς οικισμούς ή διατηρητέα κτίσματα και κατασκευές. Σε περιοχές εκτός σχεδίου εξαιρούνται από τη ζώνη παραλίας τα χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα κτίσματα ή κατασκευές […]». Τέλος, στο άρθρο 9 του αυτού νόμου ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Η Επιτροπή για τη χάραξη της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας λαμβάνει υπόψη της ύστερα από αυτοψία τις φυσικές και λοιπές ενδείξεις, που επηρεάζουν το πλάτος του αιγιαλού και της παραλίας και ενδεικτικά: α) τη γεωμορφολογία του εδάφους, αναφορικά με κατηγορίες υψηλών και χαμηλών ακτών, τη σύστασή του, καθώς και το φυσικό όριο βλάστησης, β) την ύπαρξη, τα όρια και το είδος των παράκτιων φυσικών πόρων, γ) τα πορίσματα από την εκτίμηση των μετεωρολογικών στοιχείων της περιοχής, δ) τη μορφολογία του πυθμένα, ε) τον τομέα ανάπτυξης κυματισμού σε σχέση με το μέτωπο της ακτής, στ) την ύπαρξη τεχνικών έργων στην περιοχή, που νομίμως υφίστανται, ζ) τις τυχόν εγκεκριμένες χωροταξικές κατευθύνσεις και χρήσεις γης που επηρεάζουν την παράκτια ζώνη, η) την ύπαρξη δημόσιων κτημάτων κάθε κατηγορίας που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με την παράκτια ζώνη, θ) τυχόν υφιστάμενο Κτηματολόγιο και ι) την ύπαρξη ευπαθών οικοσυστημάτων και προστατευόμενων περιοχών. 2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων καθορίζονται οι προδιαγραφές και λοιπές λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου». Κατ’ επίκληση της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διάταξης εκδόθηκε η 1089532 π.ε./8205 π.ε./Β0010/2005 (Β΄ 595/4.5.2005) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, με την οποία ορίστηκαν τα ακόλουθα: «Τα στοιχεία που λαμβάνει υπόψη της η Επιτροπή προκειμένου να προβεί στη χάραξη των οριογραμμών αιγιαλού και παραλίας εξειδικεύονται στα επόμενα άρθρα ως εξής: Άρθρο 1 Η γεωμορφολογία του εδάφους. 1. Στην έννοια της γεωμορφολογίας του εδάφους εντάσσονται οι κατηγορίες υψηλών και χαμηλών ακτών, η εδαφική σύσταση της ακτής, η αποσάθρωσή της από την επίδραση του κυματισμού και το φυσικό όριο βλάστησης δενδρωδών, θαμνωδών και ποωδών παράκτιων φυτών. 2. Ακτές υψηλές (βραχώδη πρανή με μεγάλες κλίσεις μεγάλες υψομετρικές διαφορές) έχουν κατά κανόνα περιορισμένο εύρος αιγιαλού, αφού τα πρανή αυτά περιορίζουν τη δράση του κυματισμού. Η οριογραμμή του αιγιαλού στις περιπτώσεις αυτές χαράσσεται σε θέση με υψόμετρο ανάλογο του ύψους κύματος στη συγκεκριμένη περιοχή, λαμβανομένης υπόψη και της θραύσης του κυματισμού στην βραχώδη ακτή. Σε κατακόρυφα πρανή η οριογραμμή του αιγιαλού χαράσσεται στη στέψη του πρανούς προκειμένου να καθίσταται υλοποιήσιμη. 3. Ακτές χαμηλές (εδάφη με μικρές κλίσεις μικρές υψομετρικές διαφορές) έχουν κατά κανόνα μεγάλο εύρος αιγιαλού, αφού για να εκτονωθεί η ενέργεια του κυματισμού το κύμα διανύει αρκετή απόσταση στην ξηρά. 4. Το φυσικό όριο βλάστησης κατά κανόνα αποτελεί σαφή ένδειξη του ορίου μέχρι του οποίου φθάνουν οι μέγιστες συνήθεις αναβάσεις του κυματισμού και αποτελεί κατά τεκμήριο την φυσική θέση της οριογραμμής του αιγιαλού. Τούτο γιατί η συνήθης φυσική βλάστηση δεν αναπτύσσεται σε περιοχές που επηρεάζονται άμεσα από το νερό της θάλασσας […] Άρθρο 4 Η ύπαρξη τεχνικών έργων που νομίμως υφίστανται 1. Ένα τεχνικό έργο επηρεάζει κατά κανόνα το κυματικό πεδίο και κατ’ επέκταση την ανάβαση του κυματισμού. Επίσης διαμορφώνει άμεσα ή έμμεσα την ακτή και περαιτέρω τη ζώνη του αιγιαλού. 2. Για να ληφθεί υπόψη το τεχνικό έργο από την επιτροπή του άρθρου 3 του Ν. 2971/2001, θα πρέπει αυτό να είναι νόμιμο. Στην περίπτωση αυτή ο αιγιαλός χαράσσεται στη νέα διαμορφωμένη κατάσταση της ακτής …».
- Επειδή, με τις μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη διατάξεις του ν. 2971/2001 θεσπίζεται διοικητική διαδικασία για τον καθορισμό, κατά δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης, της οριογραμμής του αιγιαλού ως φυσικού φαινομένου, δηλαδή της μέγιστης και συνήθους ανάβασης των κυμάτων σε δεδομένη χερσαία ζώνη, με την έκδοση σχετικής πράξης, διαπιστωτικής της υφιστάμενης πραγματικής κατάστασης. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε πρόσφορο, κατά τα δεδομένα της κοινής ή της επιστημονικής πείρας, μέσο, όπως είναι και η αυτοψία των μελών του οικείου διοικητικού οργάνου (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4913/2013, 2402/2009, 3898/2006, 931/2002 κ.ά.). Εξάλλου, η ανάγκη δημιουργίας παραλίας, με διοικητική πράξη, πρέπει να διαπιστώνεται από την Διοίκηση κατά τρόπο σαφή και αιτιολογημένο, εν όψει της φύσης της συνεχόμενης προς τον αιγιαλό ξηράς και της αδυναμίας να εξυπηρετηθούν από τον αιγιαλό οι κατά τον νόμο σκοποί για τη δημιουργία της παραλίας. Η ανάγκη δε της δημιουργίας παραλίας μπορεί να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, όπως είναι το οικείο διάγραμμα και η μορφολογία της περιοχής που εμφαίνεται σ’ αυτό, στα οποία είναι δυνατόν να στηριχθεί ευθέως το δικαστήριο κατά τον ακυρωτικό έλεγχο της σχετικής διοικητικής πράξης (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4523/2014, 2402/2009 κ.ά.).
- Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με το 13549/6.12.2000 έγγραφό του ο Δήμος Αργοστολίου ζήτησε από την Κτηματική Υπηρεσία Κεφαλληνίας τον καθορισμό οριογραμμών αιγιαλού και παραλίας στη θέση από «Καταβόθρες» μέχρι «Φανάρι» Αργοστολίου προσκομίζοντας και σχετικά διαγράμματα. Λόγω της ιδιαιτερότητας του γεωλογικού φαινομένου των Καταβοθρών η Κτηματική Υπηρεσία ζήτησε με το 173/16.2.2001 έγγραφό της από το ΓΕΝ/Υδρογραφική Υπηρεσία την από κοινού αυτοψία κατά τη χάραξη αιγιαλού – παραλίας στην εν λόγω θέση. Κατόπιν τούτου, διενεργήθηκε αυτοψία της Επιτροπής αιγιαλού-παραλίας και εκπροσώπων του ΓΕΝ, οι οποίοι στην από 19.6.2001 αναφορά τους εκθέτουν, μεταξύ άλλων, τα εξής: «2. Μεταβήκαμε από κοινού στην περιοχή του θέματος και αφού πραγματοποιήσαμε λεπτομερή αυτοψία και παρατηρήσαμε τις ιδιαιτερότητες που εμφανίζει το συγκεκριμένο τοπικό φαινόμενο της εισροής της θάλασσας μέσω τεχνητού διαύλου και της απορρόφησής της από διάφορες καταβόθρες χαράξαμε ομόφωνα τον αιγιαλό επί τοπογραφικού διαγράμματος εις τρόπον ώστε: α. Να λαμβάνεται υπόψη η προ των τεχνητών διαμορφώσεων και έργων υπάρχουσα φυσική κατάσταση της ακτής, σε εφαρμογή της εγκυκλίου 66/1968 του Υπουργείου Οικονομικών, β. Η οριογραμμή του αιγιαλού να περιβάλλει το σύνολο των καταβοθρών θεωρώντας ότι αυτές επικοινωνούν μεταξύ τους υπέργεια είτε υπόγεια, είτε επικοινωνούν μόνο υπέργεια μεταξύ τους επικοινωνία με την κατασκευή διαδρόμων». Επίσης, στην ίδια αναφορά διαπιστώνεται και η ανάγκη επανακαθορισμού του αιγιαλού στην παρακείμενη περιοχή στη θέση «Βινάριες» όπου είχαν καθορισθεί οι οριογραμμές αιγιαλού και παραλίας με την 4629/14.8.1984 απόφαση του Νομάρχη Κεφαλληνίας για τον ίδιο λόγο, δηλαδή λόγω του φαινόμενου των καταβοθρών. Τελικά, η Επιτροπή αιγιαλού διενέργησε αυτοψία στις 17.7.2001 στην ανωτέρω θέση «Καταβόθρες» προκειμένου να προβεί στην οριοθέτηση αιγιαλού και παραλίας και κατέληξε ότι πρέπει να ζητηθούν από το Υπουργείο Οικονομικών διευκρινήσεις σχετικά με το νομικό καθεστώς της περιοχής δεδομένου ότι η χάραξη του αιγιαλού και της παραλίας προβλέπεται σε περιοχή που έχει προκαθορισθεί ως χερσαία ζώνη λιμένος με την 38193/31.7.1934 απόφαση του Υπουργού Συγκοινωνιών, εντός δε της οποίας φέρεται να βρίσκονται και ιδιοκτησίες τρίτων. Τον ίδιο προβληματισμό έθεσε και με ξεχωριστή εισηγητική έκθεση και ένα εκ των μελών της Επιτροπής. Ακολούθως, η ανωτέρω Επιτροπή διενέργησε εκ νέου αυτοψία στην περιοχή στις 14.5.2002 και με πρακτικό της καθόρισε την οριογραμμή του αιγιαλού και της παραλίας συντάσσοντας και το σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα. Τα ανωτέρω εστάλησαν στο ΓΕΝ για γνωμοδότηση και το ΓΕΝ με το 544.5/710/02/ 1404/20.11.2002 έγγραφό του εισηγήθηκε αλλαγές στον καθορισμό του παλαιού αιγιαλού και τροποποίηση του αιγιαλού στο τμήμα μεταξύ των κορυφών 30-37, οι εισηγήσεις δε αυτές υιοθετήθηκαν από το από 10.1.2003 νεώτερο πρακτικό της Επιτροπής αιγιαλού. Η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών προκειμένου να εκδοθεί η σχετική απόφαση και το Υπουργείο Οικονομικών με το 1073454/6629/ Β0010/14.11.2003 έγγραφό του επέστρεψε τον φάκελο στην αρμόδια κτηματική υπηρεσία καθώς διαφώνησε με τον μη καθορισμό παλαιού αιγιαλού και την ένταξη του ίδιου τμήματος στον αιγιαλό (στη θέση της χάραξης που διαμορφώθηκε κατόπιν της εισήγησης του ΓΕΝ), ενώ, ζήτησε παράλληλα και την εξέταση των από 26.9.2003 και 8.10.2003 προσφυγών του ήδη αιτούντος, ο οποίος ως ιδιοκτήτης τουριστικού περιπτέρου στην περιοχή ζήτησε να μην εγκριθεί η προτεινόμενη χάραξη. Ακολούθως, το ΓΕΝ διαφώνησε με το ζήτημα που έθεσε το Υπουργείο Οικονομικών ως προς τον παλαιό αιγιαλό, ζητήθηκε δε να εξεταστούν από την Επιτροπή οι προσφυγές του ήδη αιτούντος πριν τύχουν εξέτασης από το ΓΕΝ. Κατόπιν αυτού, η Επιτροπή στις 3.8.2004 συνέταξε νέο πρακτικό, σύμφωνα με το οποίο αποφασίσθηκε η κατάργηση της γραμμής Α30-Α37 του παλαιού αιγιαλού, η τροποποίηση της γραμμής αιγιαλού στα σημεία Α30-Α31-Α32-Α33-Α34-Α35-Α36-Α37 και η χάραξή της στην προ των έργων κατάσταση, η τροποποίηση της γραμμής του αιγιαλού και στα σημεία Α1Α2 και τέλος, η διατήρηση της γραμμής της παραλίας. Το όλο ζήτημα επανεξετάσθηκε από το ΓΕΝ, το οποίο ζήτησε και την ανάγκη πρόκλησης από το Υπουργείο Οικονομικών ερωτήματος προς το ΝΣΚ αναφορικά με τη νομική ερμηνεία του φαινόμενου των καταβοθρών. Δεδομένου, όμως, ότι το ζήτημα δεν ήταν νομικής φύσης, όπως αποφάνθηκε το Υπουργείο Οικονομικών, η Επιτροπή αιγιαλού συνέταξε το από 3.12.2008 νέο πρακτικό της, με το οποίο, ύστερα από συνεκτίμηση όλων των προηγούμενων στοιχείων της υπόθεσης και την αυτοπρόσωπη παρουσία του ήδη αιτούντος, ο οποίος ανέπτυξε ενώπιον της τις απόψεις του, προέβη σε νέα χάραξη των οριογραμμών. Η υπόθεση διαβιβάσθηκε εκ νέου στο ΓΕΝ, το οποίο με το 544.5/805/09/8163/29.10.2009 έγγραφό του επέστρεψε την υπόθεση προκειμένου η επιτροπή να συντάξει έκθεση με «1. Λεπτομερή αναφορά και διευκρινίσεις σχετικά με το φαινόμενο των καταβοθρών σε ό,τι αφορά το ιστορικό, τη γεωμορφολογική του υπόσταση και το πώς αυτό σχετίζεται με την έννοια του αιγιαλού, όπως αυτή προκύπτει από τις κείμενες διατάξεις …2. Αναφορά στα υφιστάμενα στη ζώνη του αιγιαλού τεχνικά έργα, στη νομιμότητά τους και στον κατά πόσο αυτά λαμβάνονται ή υπόψη στον καθορισμό του αιγιαλού. 3. Μνεία στο σκεπτικό της εκθέσεως της επιτροπής της απόψεως της μειοψηφίας ή εναλλακτικά διαβίβαση στο ΓΕΝ των πρακτικών των συνεδριάσεων της επιτροπής, δεδομένου ότι, το όλο ζήτημα είναι ιδιάζον απαιτεί πλήρη γνώση κάθε λεπτομέρειας που δυνατόν να συμβάλει στον ορθό χειρισμό της υποθέσεως. 4. Σχολιασμό και τοποθέτηση της Επιτροπής επί των θέσεων που αναπτύσσει ο ενδιαφερόμενος…». Η εν λόγω Επιτροπή με το από 12.3.2010 πρακτικό της απάντησε επί των ανωτέρω ζητημάτων, το πρακτικό διαβιβάσθηκε στο ΓΕΝ, το ΓΕΝ απέστειλε τον φάκελο στο ΓΕΕΘΑ δυνάμει της διάταξης του άρθρου 5 του ν. 2971/2001 και ύστερα από τη θετική γνωμοδότηση του ΓΕΕΘΑ, η Επιτροπή συνεδρίασε εκ νέου και συνέταξε το από 15.5.2012 επικαιροποιημένο πρακτικό της χάραξης της οριογραμμής αιγιακού και παραλίας. Μετά δε τη σύνταξη του πρακτικού αυτού εξέδωσε και την προβλεπόμενη από τις ισχύουσες διατάξεις έκθεση δυνάμει της οποίας εκδόθηκε τελικά η προσβαλλόμενη πράξη. Εξάλλου, πριν από την έκδοση της πράξης αυτής ο αιτών κατέθεσε νέες έγγραφες ενστάσεις αμφισβητώντας την ορθότητα της χάραξης, οι οποίες αντιμετωπίσθηκαν με τα 1444/5.10.2012 και 1647/30.10.2012 έγγραφα της Κτηματικής Υπηρεσίας Κεφαλληνίας.
- Επειδή, στο προαναφερόμενο από 12.3.2010 πρακτικό της αρμόδιας Επιτροπής καθορισμού αιγιαλού και παραλίας, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Οι «Καταβόθρες» είναι ένα γεωλογικό φαινόμενο. Θαλάσσιο νερό εισχωρεί σε κοιλότητες δίπλα στη θάλασσα και μέσω υπογείων διαύλων, όπως διαπίστωσαν επιστήμονες καταλήγει στην ανατολική πλευρά του νησιού στον Καραβόμυλο. Πηγές αναφέρουν ότι ήδη από τα τέλη του 19oυ αιώνα κατασκευάστηκε κανάλι διοχέτευσης του νερού για τη λειτουργία αλευρόμυλου και αργότερα ηλεκτροπαραγωγικής μονάδας και εργοστασίου παραγωγής πάγου. Σήμερα το κανάλι συνεχίζει να υφίσταται όπως επίσης και οι υπόλοιπες διαμορφώσεις (βραχίονας, κρηπίδωμα). Κατά τις επιτόπιες αυτοψίες της η Επιτροπή διαπίστωσε ότι όλες αυτές οι κατασκευές καθώς και οι κοιλότητες (Καταβόθρες) βρίσκονται σε βραχώδη ακτή και το μέγιστο χειμέριο κύμα τις διαβρέχει και φτάνει ως τη γραμμή που έχει καθορίσει η Επιτροπή και όχι μόνο μέσω του διανοιχθέντος διαύλου. Επισημαίνουμε ότι το χειμέριο κύμα φτάνει μέχρι την προτεινόμενη από την Επιτροπή γραμμή αιγιαλού παρά την ύπαρξη των προαναφερόμενων τεχνικών έργων. Όσον αφορά το επιχείρημα του ενδιαφερομένου για τον γειτονικό καθορισμό αιγιαλού στη θέση «Βινάριες» (ΦΕΚ 5Ο7Δ/1-1Ο-84) με το οποίο ζητά «να εφαρμοστούν οι ίδιες συντεταγμένες για τη χάραξη αιγιαλού και παραλίας..», επισημαίνουμε ότι το ΓΕΝ με το υπ’ αριθμ 544.5/644/01/29-8-01 έγγραφο και τη συνημμένη από κοινού αυτοψία του με την Επιτροπή αιγιαλού, ζητά το μερικό επανακαθορισμό του αιγιαλού καθώς διαπιστώθηκε ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας του θαλάσσιου νερού με τις Καταβόθρες δεν έχουν περιληφθεί ολόκληρο στη ζώνη αιγιαλού. Όσον αφορά τη ζώνη παραλίας, η Επιτροπή με το από 3-12-08 πρακτικό της έχει εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους την καθόρισε στο συγκεκριμένο εύρος, θεωρώντας την απαραίτητη για την πρόσβαση στη θάλασσα (άρθρο 1παρ. 2 Ν. 2971/2001), πολύ περισσότερο δε για την πρόσβαση, προστασία και ανάδειξη του φαινομένου των Καταβοθρών, δηλαδή για περιβαλλοντικούς και πολιτιστικούς σκοπούς (άρθρο 2 παρ. 3 Ν. 2971/2001). Επισυνάπτουμε αντίγραφο του τοπογραφικού που κατέθεσε στην Επιτροπή ο κ. Μηλιαρέσης με την πρότασή του για μηδενική ζώνη παραλίας. Ο λιμενάρχης Κεφαλληνίας, ο οποίος μειοψήφησε όσον αφορά τη ζώνη παραλίας, συμπληρώνοντας την άποψή του η οποία εκφράστηκε στο από 3-12-08 Πρακτικό θεωρεί ότι υπάρχουσας της χερσαίας ζώνης λιμένα σε ισχύ, η οποία φτάνει ως το όριο του δρόμου, εξασφαλίζεται η απροσκώλυτη πρόσβαση του κοινού από το δρόμο στο φαινόμενο… Όσον αφορά τα καταγγελλόμενα του κ. Μηλιαρέση επισημαίνουμε ότι όπως προκύπτει και από το 3-12-08 πρακτικό μας, ο κ. Μηλιαρέσης έγινε δεκτός στη συνεδρίαση της Επιτροπής. εμφανίστηκε και εξέθεσε τις απόψεις του προφορικά χωρίς περιορισμό χρόνου και επέδειξε υλικό. Επίσης οι κατά καιρούς προσφυγές του, οι οποίες αναλυτικά αναφέρονται στο ίδιο πρακτικό έχουν τεθεί υπόψη της Επιτροπής και εξετάστηκαν απ’ αυτήν. Αξίζει να σημειωθεί ότι επί των αναφερομένων του κ. Μηλιαρέση για το κτίριο, δηλαδή ότι το τουριστικά περίπτερο που κατασκευάστηκε από τον ΕΟΤ και λειτουργεί έκτοτε ως «δημόσιο κατάστημα με ελεύθερη πρόσβαση τουριστών κ.λπ.», ότι δεν υφίσταται πλέον ως δημόσιο κατάστημα αλλά λειτουργεί ως ιδιωτική επιχείρηση καφέ – εστιατορίου μισθωμένη από τον κ. Μηλιαρέση σε ιδιώτη». Εξάλλου, στο επίσης προαναφερόμενο από 15.5.2012 πρακτικό της ίδιας ως άνω Επιτροπής εκτίθενται, μεταξύ άλλων, τα εξής: « 2. Όριο της ζώνης παραλίας τίθεται μεταξύ των σημείων Π6-Π8 και Π27-Π30 το κατάντι όριο του δρόμου, ώστε να συμπίπτει με το όριο της χερσαίας ζώνης λιμένα Αργοστολίου και επιπλέον επειδή μεταξύ των σημείων Π6-Π8 κρίνεται επιτακτική η ανάγκη προστασίας και αξιοποίησης του γεωλογικού φαινομένου των Καταβοθρών για τους σκοπούς των αρθρ. 1 παρ.2 και 2 παρ. 3 του ίδιου νόμου. αφού στη θέση αυτή παρουσιάζεται το μοναδικά αυτό φαινόμενο και θεωρούμε ότι χρήζει ιδιαίτερης προστασίας και αξιοποίησης περιβαλλοντικά και πολιτιστικά. Πλην όμως εξαιρεί από τη ζώνη παραλίας το κτίριο που υπάρχει πίσω από τις κορυφές Α2 ως Α4 του αιγιαλού, αφού για το κτίριο θεωρείται ότι έχει νόμιμη πολεοδομική υπόσταση σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 703/2002 γνωμοδότηση ΝΣΚ που έγινε δεκτή από την Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ. Η εξαίρεσή του από τη ζώνη παραλίας δεν εμποδίζει την πρόσβαση στο χώρο του αιγιαλού αφού αυτή εξυπηρετείται από όλη τη ζώνη που καθόρισε η Επιτροπή και το χώρο γύρω του κτιρίου. Μεταξύ των κορυφών Π9-Π26 το πλάτος της παραλίας ορίζεται 12μ. όπως και στο από 03-08-2004 πρακτικό είχε καθορίσει η Επιτροπή (αντίστοιχα ήταν οι κορυφές Π6-Π27). Στο Τμήμα αυτά ο αιγιαλός βρίσκεται περίπου στο κατάντι όριο του δρόμου. Η ζώνη παραλίας κρίνεται αναγκαία αφού η Επιτροπή θεωρεί ότι το υπάρχον πλάτος της οδού δεν επαρκεί για την εξυπηρέτηση των αναγκών επικοινωνίας με τον αιγιαλό, αφού όλη η περιοχή παρουσιάζει αυξημένη τουριστική κίνηση και επισκεψιμότητα». Τέλος, στο μνημονευόμενο στο προοίμιο της προσβαλλόμενης απόφασης (στοιχείο 25) 1647/30.10.2012 έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας Κεφαλληνίας, το οποίο εκδόθηκε προς απάντηση σε υποβληθείσα προσφυγή – ένσταση του αιτούντος, η οποία συνοδευόταν και από την από 12.10.2012 έκθεση του ιδιώτη γεωπόνου – γεωτεχνικού Σ. Ευριβιάδη που αφορούσε την βλάστηση και την καταγραφή της στην επίμαχη θέση, σημειώνεται ότι «Σε απάντηση της ανωτέρω αίτησης αναφέρουμε ότι η Επιτροπή αιγιαλού έχει λάβει υπόψη της το φυσικό όριο βλάστησης που υπάρχει στην περιοχή και αυτό αναφέρεται στην έκθεση που έχει συντάξει. Σαν φυσικό όριο βλάστησης καταγράφεται η αυτοφυής βλάστηση που σχηματίζει μια μομφή οριογραμμής προς την πλευρά του αιγιαλού και δεν αναφέρονται μεμονωμένα είδη που υπάρχουν διάσπαρτα χωρίς να εμφανίζονται σε κάποιας μορφής συνεχόμενη διάταξη. Στην έκθεση του γεωπόνου γεωτεχνικού που προσκομίστηκε με την ανωτέρω σχετική αίτηση αναφέρεται ο αθάνατος και ο φοίνικας σαν δύο είδη που έχουν ενταχθεί στη ζώνη αιγιαλού. Επισημαίνουμε λοιπόν ότι οι θέσεις στις οποίες αυτά υπάρχουν κοντά στη φερόμενη ιδιοκτησία κ. Μηλιαρέση είναι εντός των Καταβοθρών, (οι θέσεις των φοινίκων είναι αποτυπωμένες και στο τοπογραφικό διάγραμμα καθορισμού) οι οποίες εξ ορισμού κατακλύζονται περιοδικά από το θαλασσινά νερό το οποίο εισχωρεί στη συνέχεια σ’ αυτές και ακολουθεί τη γνωστή πορεία. Αυταπόδεικτα δηλαδή αυτά τα είδη σ αυτή τη θέση επιβιώνουν με την περιοδική συνύπαρξή τους με το θαλασσινά νερό. Υπενθυμίζουμε ότι ο αιγιαλός ορίζεται ως το όριο των μεγίστων πλην συνήθων αναβάσεων του κυματισμού, κάτι που σημαίνει ότι το θαλασσινά νερό δεν υπάρχει στο συγκεκριμένο όριο συνεχώς και ολοχρονικά. Επιπλέον για να αναφερθούμε και στα υπόλοιπα που περιλαμβάνονται στην έκθεση του γεωπόνου, αναφέρεται για το φοίνικα ότι είναι ιδιαίτερα ανθεκτικός στα σταγονίδια της θάλασσας και για τον αθάνατο ότι είναι κατάλληλος για παραθαλάσσιες φυτεύσεις και γενικά ότι όλα τα είδη που αναφέρονται είναι εξόχως ανθεκτικά στη γειτνίαση με τη θάλασσα και ότι οι πληροφορίες που βρέθηκαν αναφέρονται σε περιγραφές για την ανθεκτικότητά τους στη έκθεση τους ακόμα και σε υδροσταγονίδια θαλασσίου νερού και πουθενά δεν αναφέρεται ότι θα ήταν αδύνατη η παρουσία τους υπό τις συνθήκες που αναφέρουμε παραπάνω. Αναφέρεται επίσης ότι οι αθάνατοι είναι προϊόν ανθρώπινης παρέμβασης όχι αυτοφυείς. Όσον αφορά τους φοίνικες, αναφέρεται ότι είναι αυτοφυείς στη δυτική λεκάνη της μεσογείου, στην οποία δεν ανήκει η περιοχή μας. Το γεγονός ότι πιθανότατα και στη θέση αυτή οι φοίνικες δεν είναι αυτοφυείς ενισχύεται από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν άλλοι στην ευρύτερη περιοχή του καθορισμού».
- Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη ως προς τη χάραξη της οριογραμμής του αιγιαλού διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, εντός της γραμμής του αιγιαλού υφίστανται τεχνικές κατασκευές που εμποδίζουν την ανάβαση του κύματος και μειώνουν το εύρος του αιγιαλού, καθώς και βλάστηση που δεν είναι συμβατή προς την ιδιότητα της περιοχής, ως βρεχόμενης από τις συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων και συνεπώς, ενόψει αυτών, απαιτείτο ιδιαίτερη αιτιολόγηση. Όπως προκύπτει από τα προεκτεθέντα στοιχεία του φακέλου, η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν επανειλημμένων αυτοψιών των μελών της επιτροπής και μελέτης των στοιχείων του φακέλου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα στοιχεία που επικαλέστηκε ο αιτών, μεταξύ των οποίων είναι τόσο η ύπαρξη τεχνικών έργων στην επίμαχη θέση όσο και η υφιστάμενη βλάστηση. Εξάλλου, η αρμόδια Επιτροπή κατέληξε στη σύνταξη της τελικής έκθεσης που υιοθετήθηκε από την προσβαλλόμενη πράξη αφού συνεκτίμησε τις από το έτος 2003 προσφυγές του αιτούντος, την από το έτος 2008 αυτοπρόσωπη ενώπιόν της παρουσία του μαζί με το συνοδευτικό υποβληθέν εκ μέρους του υλικό, το 544.5/805/09/8163/ 29.10.2009 έγγραφο του ΓΕΝ και τα υπ’ αυτού τεθέντα ζητήματα, την από 17.2.2012 νέα προσφυγή του αιτούντος και την προαναφερόμενη έκθεση του ιδιώτη γεωπόνου – γεωτεχνικού Σ. Ευριβιάδη που αφορούσε την βλάστηση στην εν λόγω θέση. Ενόψει των ανωτέρω, η Επιτροπή αξιολόγησε όλα τα υποβληθέντα από τον αιτούντα στοιχεία, σε διαφορετικά μάλιστα στάδια της διοικητικής διαδικασίας και συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη παρίσταται πλήρως και επαρκώς αιτιολογημένη ως προς την χάραξη της οριογραμμής του αιγιαλού, οι δε περί του αντιθέτου ανωτέρω ισχυρισμοί του αιτούντος είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, κατά το μέρος δε που πλήττουν την ανέλεγκτη τεχνικά κρίση της Διοίκησης είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι.
- Επειδή, προβάλλεται, περαιτέρω, ότι λόγω της πραγματικής κατάστασης της επίμαχης περιοχής η προσβαλλόμενη πράξη είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη και ως προς τη χάραξη της παραλίας. Στον όρο 2 της προσβαλλόμενης πράξης γίνεται ρητή και εκτεταμένη αναφορά στους λόγους χάραξης της παραλίας καθώς και στον τρόπο καθορισμού της οριογραμμής της. Ειδικότερα, η προσβαλλόμενη πράξη, επαναλαμβάνοντας τις σχετικές διαπιστώσεις του γνωμοδοτικού οργάνου καταλήγει ότι «Η ζώνη παραλίας κρίνεται αναγκαία αφού η Επιτροπή θεωρεί ότι το υπάρχον πλάτος της οδού δεν επαρκεί για την εξυπηρέτηση των αναγκών επικοινωνίας με τον αιγιαλό, αφού όλη η περιοχή παρουσιάζει αυξημένη τουριστική κίνηση και επισκεψιμότητα». Υπό τα δεδομένα αυτά, από τα στοιχεία του φακέλου αλλά και την ίδια την προσβαλλόμενη πράξη αιτιολογείται η ανάγκη δημιουργίας παραλίας στην επίμαχη θέση, και, συνεπώς, ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά το μέρος δε που πλήττει την ανέλεγκτη τεχνικά κρίση της Διοίκησης είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος.
- Επειδή, μη προβαλλομένου άλλου λόγου ακυρώσεως η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί.