ΣτΕ 645*/2016 [Ανάκληση χαρακτηρισμού τμήματος δάσους ως προστατευτικού]
Περίληψη
-Η ανάκληση του χαρακτηρισμού του ένδικου δάσους ως προστατευτικού αιτιολογείται επαρκώς ως προς την έλλειψη συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων κατά τον χαρακτηρισμό του, ενόψει, ιδίως, των ήπιων κλίσεων, του ιστορικού της περιοχής σε κατολισθήσεις και πλημμυρικά φαινόμενα και της θέσης του δάσους σε σχέση με τον οικισμό Σφηκιάς, όπως αυτά προκύπτουν από την 2.10.2014 εισήγηση-αναφορά του Γενικού Διευθυντή Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης και την αιτιολογία της προσβαλλόμενης ανακλητικής απόφασης. Περαιτέρω και η επιλογή της διαχείρισης του δάσους κατά κύριο λόγο πρεμνοφυώς με παρακράτηση στις καλύτερες θέσεις και μικροπεριβάλλοντα και, ειδικότερα, για μεν την δρυ με αποψιλωτική υλοτομία με παρακράτηση για δε την οξιά με εξυγιαντική-καλλιεργητική υλοτομία, αιτιολογείται επαρκώς ως προς τους λόγους δημόσιου συμφέροντος που την επιβάλλουν και, συγκεκριμένα, την αναγέννηση και ανόρθωση του δάσους, που φέρει εμφανή τα ίχνη της υποβάθμισης και οπισθοδρόμησης. Συνεπώς τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την αίτηση ακυρώσεως, με την οποία άλλωστε, δεν αμφισβητούνται ειδικώς οι κρίσεις της Διοικήσεως επί των ανωτέρω ζητημάτων, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
– Επειδή το Δικαστήριο κρίνει ότι για την αποκατάσταση της νομιμότητας δεν είναι αναγκαία η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, πριν παρασχεθεί στη Διοίκηση προθεσμία για τη δημοσίευση στην ΕτΚ της απόφασης, συνοδευόμενης από χάρτη της ένδικης έκτασης. Η προθεσμία δε αυτή ορίζεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου (πρβλ. Ολομ. 4003/2014) σε έξι μήνες από την κοινοποίηση της παρούσας στη Διοίκηση.
*Συναφής η ΣτΕ 646/2016
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Χρ. Παπανικολάου
Δικηγόροι: Ιω. Μαριώρας, Β. Κορκίζογλου, Ελ. Κιουσοπούλου, Γ. Μπιλέκας
Βασικές Σκέψεις
- Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκείται κατά τον νόμο ατελώς, ζητείται η ακύρωση α) της 73751/21.11.2014 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης, με την οποία ανακλήθηκε η 9323/26.11.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας περί χαρακτηρισμού ως προστατευτικού (τμήματος) του συνιδιόκτητου δάσους Σφηκιάς Νομού Ημαθίας, και β) της 26144/6.4.2015 απόφασης του Διευθυντή Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της ίδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, με την οποία εγκρίθηκε η διαχειριστική μελέτη (ολόκληρου) του εν λόγω συνιδιόκτητου δάσους, περιοχής αρμοδιότητας του Δασαρχείου Βέροιας, για την περίοδο 2015-2024.
- Επειδή, η κρινόμενη αίτηση, με την οποία ζητείται η ακύρωση της ανάκλησης από τη Διοίκηση πράξης χαρακτηρισμού δάσους ως προστατευτικού, εκδοθείσα κατά τις διατάξεις των άρθρων 69 έως 72 του Δασικού Κώδικα (ν.δ. 86/1969, Α΄7), αρμοδίως ασκείται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Ε΄ Τμήματος αυτού, στην ακυρωτική αρμοδιότητα του οποίου υπάγονται, μεταξύ άλλων, και οι διαφορές που ανακύπτουν από την αμφισβήτηση της νομιμότητας πράξεων που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογήν της νομοθεσίας για την «προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, των δασών και δασικών εκτάσεων, των υδάτων, της αυτοφυούς χλωρίδας και της άγριας πανίδας» (άρθρο 5 παρ. 1 περ. α΄ του π.δ. 361/2001, Α΄ 244) (βλ. ΣτΕ 2342/2014).
- Επειδή, με έννομο συμφέρον ζητεί την ακύρωση των προσβαλλόμενων πράξεων ο Δήμος Βέροιας, δεδομένου ότι το επίδικο δάσος ευρίσκεται στην περιφέρειά του.
- Επειδή, με έννομο συμφέρον παρεμβαίνουν υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πράξεων η συνιδιοκτήτρια του εν λόγω δάσους και η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης η οποία μίσθωσε τμήμα του για τη διενέργεια των προβλεπόμενων στη διαχειριστική μελέτη υλοτομιών.
- Επειδή, η αίτηση ακυρώσεως ασκείται εμπροθέσμως κατά της πρώτης πράξης, εφόσον δεν προκύπτει κοινοποίησή της στον αιτούντα ή πλήρης γνώση αυτής σε χρόνο απέχοντα πέραν των εξήντα ημερών από την κατάθεση, στις 28.5.2015, της αιτήσεως ακυρώσεως.
- Επειδή, με τις διατάξεις του κεφαλαίου Β΄ του Δασικού Κώδικα (άρθρα 69 – 72 του ν.δ/τος 86/1969, Α΄ 7) επιχειρείται η ρύθμιση των ζητημάτων που συνδέονται με το χαρακτηρισμό, την προστασία και τη διαχείριση των προστατευτικών δασών. Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 69 του Δασικού Κώδικα εξειδικεύεται η κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 περ. β΄ του ν. 998/1979 έννοια του προστατευτικού δάσους. Κατά τις ειδικότερες προβλέψεις των διατάξεων αυτών, προστατευτικά δάση, των οποίων η διαχείριση υπόκειται σε ειδικούς περιορισμούς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, είναι «τα επί των κατωφερειών φυόμενα δάση, δασικαί εκτάσεις, βοσκότοποι, οίτινες προστατεύουν το ίδιον αυτών έδαφος» (περ. α΄), «τα χρησιμεύοντα προς προστασίαν του εδάφους των υποκειμένων αυτών τόπων κατά των καταπτώσεων χιόνος, χωμάτων ή λίθων ή κατά της παρασύρσεως του χώματος επί των ορέων και των κλιτύων, ως και τα αποτελούντα την ανωτέραν ζώνην της δασικής βλαστήσεως επί των ορέων» (περ. β΄), «τα χρησιμεύοντα δια την συγκράτησιν του εδάφους κατά πλημμυρών ή κατά χειμάρρων και ποταμών, επίσης δε τα χρησιμεύοντα δια την προστασίαν των παραλίων εκ των υποθαλασσίων διαβρώσεων και αμμοχωσιών» (περ. γ΄), «τα προστατευτικά πηγών, ρευμάτων, οδών, σιδηροδρόμων ή κατωκημένων τόπων ως και τα παρακείμενα τοπίων ιστορικής αξίας, ιδρυμάτων ή μνημείων της αρχαίας ή συγχρόνου τέχνης και λουτροπόλεων ή ασκληπιείων» (περ. δ΄), καθώς και «τα περιαστικά δάση, τμήματα δασών και δασικές εκτάσεις που μπορεί δασοπονικά να αναδασωθούν» (περ. ε΄ που προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 3208/2003, Α΄ 303). Με τις διατάξεις, εξάλλου, της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 4 παρ. 4 του ν. 3208/2003, εισάγεται η διάκριση μεταξύ απολύτως προστατευτικών δασών, κατηγορία στην οποία υπάγονται τα δάση που προστατεύουν πηγές, ρέματα, δίκτυα υποδομής, κατοικημένες περιοχές και αρχαιολογικούς ή ιστορικούς τόπους και μνημεία, και απλώς προστατευτικών, κατηγορία στην οποία εμπίπτουν οι υπόλοιπες περιπτώσεις προστατευτικών δασών. Περαιτέρω, με τις διατάξεις του άρθρου 70 του Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 4 παρ. 6 του ν. 3208/2003, ορίζεται ότι, για την εφαρμογή των ειδικών μέτρων διαχείρισης των προστατευτικών δασών και δασικών εκτάσεων, απαιτείται ο προηγούμενος χαρακτηρισμός τους ως προστατευτικών, ο οποίος, όπως και η κατάταξή τους σε μία εκ των προαναφερομένων κατηγοριών (απολύτως και απλώς προστατευτικών), γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας. Η απόφαση χαρακτηρισμού δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μαζί με το χάρτη που τη συνοδεύει, σε αντίθεση με ό,τι προβλεπόταν πριν από την ως άνω αντικατάσταση του άρθρου 70 του Δασικού Κώδικα με το άρθρο 4 παρ. 6 του ν. 3208/2003. Ειδικότερες προβλέψεις για τη διαχείριση των προστατευτικών δασών διαλαμβάνει το άρθρο 71, το οποίο, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 4 παρ. 7 του ν. 3208/2003, ορίζει ότι «η διαχείριση των προστατευτικών δασών και δασικών εκτάσεων των περιπτώσεων α ΄ έως δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 69 γίνεται κατά τρόπο που αποκλείει την υποβάθμιση της βλάστησης και τη διάβρωση των εδαφών…(παρ. 1)», καθώς και ότι «στα ως άνω προστατευτικά δάση απαγορεύονται υλοτομίες που διασπούν τη συνοχή των συστάδων και απογυμνώνουν το έδαφος. Στα δάση αυτά, αν είναι σπερμοφυή, επιτρέπεται να πραγματοποιούνται καλλιεργητικές και αναγεννητικές κατά κέντρα αναγέννησης υλοτομίας, ενώ στα πρεμνοφυή, οι δασοκομικοί χειρισμοί κατατείνουν στην αναγωγή τους σε σπερμοφυή με ταυτόχρονη εισαγωγή των ενδεδειγμένων δασοπονικών ειδών … (παρ. 2)». Τέλος, στο άρθρο 72 προβλέπεται ότι εάν για την προστασία προστατευτικού ιδιωτικού δάσους είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων δασοπονικού και δασοπολιτικού χαρακτήρα και οι ιδιοκτήτες αυτού δεν συγκατατίθενται να εκτελέσουν τα μέτρα, το Υπουργείο Γεωργίας δικαιούται να προβεί στην απαλλοτρίωση του προστατευτικού δάσους (παρ. 2).
- Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Το ένδικο δάσος Σφηκιάς ή Βόσοβας – Σφηκιάς, ευρισκόμενο στις βορειοδυτικές κλιτύες των Πιερίων, ανήκει κατά ποσοστό εξ αδιαιρέτου 66,66% στην κυριότητα της παρεμβαίνουσας, κατά ποσοστό 20% στο Ελληνικό Δημόσιο και κατά το απομένον ποσοστό 13,34% σε άγνωστο ή αγνώστους και αποτελείται από 3.024 στρέμματα συνολικά οξιάς και δρυός, με δύο ζώνες βλάστησης, την παραμεσογειακή ζώνη, με κύρια δασικά είδη στο κατώτερο υψομετρικά τμήμα την πλατύφυλλο δρυ και στα ανώτερα υψόμετρα την άμισχο δρυ, και τη ζώνη δασών Οξιάς – Ελάτης με κύριο δασικό είδος την μοϊζιακή οξιά. Από το έτος 1933 μέχρι και το 1974, η διαχείριση του δάσους γινόταν βάσει διαχειριστικών μελετών. Από δε το έτος 1974 έως και σήμερα, και παρά την έγκριση από το Δασαρχείο Βέροιας διαχειριστικών μελετών, η διαχείριση του δάσους βάσει των μελετών αυτών συνάντησε την αντίδραση των κατοίκων της κοινότητας Σφηκιάς, υπέρ των οποίων έχει αναγνωρισθεί δικαστικά δουλεία ξυλεύσεως και βοσκήσεως. Το έτος 1998, η Διοίκηση κίνησε διαδικασίες για τον χαρακτηρισμό του δάσους ως προστατευτικού. Προς τούτο συγκροτήθηκε με την 5389/10.7.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Μακεδονίας τετραμελής επιτροπή, αποτελούμενη από τον Επιθεωρητή Δασών Κεντρικής Μακεδονίας, έναν Γεωλόγο, υπάλληλο ΔΙΠΕΧΩ, έναν τεχνικό υπάλληλο και μία διοικητική υπάλληλο της Ν.Α. Ημαθίας. Η επιτροπή αυτή συνέταξε το από 21.7.1998 πόρισμα, στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι τα γεωτεχνικά χαρακτηριστικά των γεωλογικών σχηματισμών που εντοπίζονται κυρίως στην περιοχή ενδιαφέροντος σε συνδυασμό με το πλούσιο υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής (μεγάλος αριθμός ρεμάτων), τις κλίσεις 15% περίπου, τα ρήγματα και τις εναλλαγές στρώσεων υδροπερατών και αδιαπέρατων σχηματισμών εκδηλώνουν «προδιάθεση» και εκδήλωση κατολισθητικών φαινομένων, ερπυσμών, σε ηπιότερες κλίσεις, αποκολλήσεως εδαφικών όγκων, ότι η περιοχή ως επί το πλείστον είναι δασοκαλυμμένη (δρυς και οξιά), ότι το δάσος μπορεί να θεωρηθεί ως «κεφαλάρι» και απέχει από το χωριό (ευθεία απόσταση) 1.300 μ. Αναφέρεται ακόμη ότι μέχρι τώρα το δάσος υλοτομήθηκε με επιλογικές υλοτομίες το 1962, καθώς και ότι το δάσος υπέστη κακομεταχείριση, ολόκληρες οι συστάδες του υλοτομήθηκαν κλαδονομήθηκαν, υπερβοσκήθηκαν και έγιναν εκτεταμένες αποψιλώσεις. Ως εκ τούτου, κατά το ως άνω πόρισμα, προκύπτει βάσιμος κίνδυνος να υπάρξουν δυσμενείς επιπτώσεις σε περίπτωση αποψιλωτικής υλοτόμησης στην προστασία του εδάφους του οικισμού της Σφηκιάς και του επαρχιακού δρόμου Βέροιας – Ριζωμάτων. Με την 9323/26.11.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, το συνιδιόκτητο δάσος Σφηκιάς χαρακτηρίστηκε ως προστατευτικό (πλην του τμήματος 1 Οξιάς), με την αιτιολογία ότι το δάσος «φύεται επί κατωφερειών (κλίσεις 15-70%) και προστατεύει το ίδιον αυτού έδαφος … υπέρκειται της κοινότητας Σφηκιάς και λειτουργεί ως προστατευτικό αυτής …, από τις παρυφές του δάσους διέρχεται ο επαρχιακός δρόμος Βέροιας – Ριζωμάτων – Δασκίου ο οποίος παρουσιάζει φαινόμενα κατολισθήσεων τα οποία με την υλοτόμηση του δάσους θα επιδεινωθούν … (καθώς και ότι) αποτελεί ζωτικό στοιχείο για την ευστάθεια των πρανών της περιοχής». Με την 102235/2417/0010/1.10.1999 κ.υ.α. των υφυπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση για λόγους δημόσιας ωφέλειας του ιδανικού μεριδίου της παρεμβαίνουσας επί του ως άνω δάσους, η οποία ήρθη αυτοδικαίως με την 1116521/7854/Δ0010/4.12.2008 κ.υ.α. των υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, λόγω μη εμπρόθεσμης συντέλεσης της απαλλοτρίωσης. Στη συνέχεια, η παρεμβαίνουσα συνιδιοκτήτρια του δάσους υπέβαλε προς την Γενική Διεύθυνση Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης την από 24.3.2014 αίτηση (αρ. πρωτ. 3112/27.3.2014 Δασαρχείου Βέροιας), με την οποία ζήτησε τον αποχαρακτηρισμό του δάσους, ως προστατευτικού, συνυπέβαλε δε με την αίτησή της αυτή και έκθεση γνωμοδότησης του Ιουλίου 2014 δασολόγου – περιβαλλοντολόγου, στην οποία εκτίθεται, μεταξύ άλλων, ότι: «…Τα κύρια δασοπονικά είδη, τα οποία συναντάμε στο δάσος Σφηκιάς και συνθέτουν σε διάφορες δασοπονικές μορφές το ξυλώδες κεφάλαιο, είναι η πλατύφυλλος δρυς (…), σποραδικά η ευθύφλοιος δρυς (…), η απόδισκος δρυς (…) και η δασική οξιά (…). … Η δρυς είναι το κυριότερο συνθετικό του δάσους. … Με βάση το επικρατέστερο είδος οι συστάδες κατατάσσονται σε δύο διαχειριστικές κλάσεις: στην I διαχειριστική κλάση της υπό αναγωγή οξιάς και στη II διαχειριστική κλάση της πρεμνοφυούς δρυός. ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ: ΕΚΘΕΣΗ ΑΠΟΨΕΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΙΚΟΥ … 1) Όσον αφορά στ[η] … γεωμορφολογία … το υψόμετρο από δυτικά προς ανατολικά του δάσους κυμαίνεται από 750 μ. ως 1.000 μ. αλλά αυτό το δεδομένο δε σημαίνει έντονη ανάγλυφη μορφή … με δεδομένο ότι η απόσταση από τα 750 μ. μέχρι τα 1.000 μ. είναι 2.800 μ. περίπου. Επίσης ως προς τη … γεωλογία της περιοχής … την ίδια γεωμορφολογική σύσταση παρουσιάζουν και τα όμορα συνιδιόκτητα δάση Πολυδενδρίου και Ριζωμάτων, τα οποία διαχειρίζονται κανονικά χωρίς να τίθεται θέμα χαρακτηρισμού αυτών ως «προστατευτικών» 3)]… οι … ισχυρισμοί [ότι οι σχηματισμοί που δομούν την εν λόγω περιοχή χαρακτηρίζονται από έντονη αποσάθρωση που έχει δράση σε βάθος και … η διάβρωση είναι σε ενέργεια] δεν ισχύουν… 4) … …από επιτόπιες παρατηρήσεις όσο και από έρευνα … στις κατά τόπους Υπηρεσίες και από μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής ουδέποτε παρατηρήθηκαν τέτοιου είδους ακραία φαινόμενα (κατολισθήσεις, χειμαρρικά φαινόμενα κλπ.). 5) … [Τ]ο δάσος Σφηκιάς δεν είναι «κεφαλάρι», διότι δεν υπέρκειται του χωριού Σφηκιά. αλλά βρίσκεται νοτιοανατολικά αυτού. … Στο σημείο που αναφέρει η Επιτροπή πως «κατά μήκος του επαρχιακού δρόμου Βέροιας – Ριζωμάτων – Δασκίου διαπίστωσε κατολισθητικά φαινόμενα και ερπυσμούς σε θέσεις που χαρακτηριστικά δεν είχαν φυτοκάλυψη και οι κλίσεις ήταν σχετικά ήπιες», μετά την αυτοψία … διαπιστώ[θηκε] πως η ανθρωπογενής επέμβαση δημιούργησε σε δύο σημεία κατά μήκος της επαρχιακής οδού …. στις υφιστάμενες χωμάτινες υδατοδεξαμενές φαινόμενα ερπυσμού και όχι κατολισθήσεων, μικρής όμως κλίμακας, λόγω της υψηλότερης θέσης των υδατοδεξαμενών από το οδόστρωμα. … Το δάσος έχει να διαχειριστεί [sic] πάνω από 40 χρόνια (περισσότερο από δύο περίτροπους χρόνους για τη δρυ) και σε συνδυασμό με παλαιότερες και νεότερες λαθροϋλοτομίες το αποτέλεσμα είναι να παρατηρούμε σήμερα α) στην I διαχειριστική κλάση της υπό αναγωγή οξιάς μια ακανόνιστη υποκηπευτή δασοπονική μορφή, [ό]που πλεονάζουν υπέργηρα, ογκώδη, κακόμορφα, κουφαλερά και διχαλωτά άτομα, πολλά από τα οποία πιέζουν την αναγέννηση και τα άτομα της κατώτατης κλάσης διαμέτρου, ενώ β) στη II διαχειριστική κλάση της πρεμνοφυούς δρυός οι συστάδες είναι υπερώριμες, με αποτέλεσμα πολλά άτομα δρυός να αποξηραίνονται. … Το δάσος Σφηκιάς οπισθοδρόμησε και υποβαθμίστηκε η φυσική υγεία του. Είναι επιτακτική ανάγκη λοιπόν να υλοτομηθεί και να αναγεννηθεί με αυτόν τον τρόπο μέσα από μία οργανωμένη διαχείριση με ανάλογους δασοκομικούς χειρισμούς στα πλαίσια της αειφορίας των καρπώσεων…». Ο Γενικός Διευθυντής Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, ύστερα από επιτόπια αυτοψία και έλεγχο στα αρχεία του Δασαρχείου Βέροιας, συνέταξε την από 2.10.2014 αναφορά, σύμφωνα με την οποία οι επικρατούσες κλίσεις χαρακτηρίζονται μέτριες ως ισχυρές επί το πλείστον, κυμαινόμενες από 20% – 50% και κατά θέσεις μόνον φθάνουν να είναι 51% – 75%, εύρος δηλαδή κλίσεων «σύνηθες» στην ελληνική δασοπονία, φαινόμενα καταπτώσεως χιονιού, χωμάτων ή λίθων, διολισθήσεων εδαφών δεν έχουν παρατηρηθεί ούτε καταγραφεί στο αρχείο του δάσους που τηρείται στο Δασαρχείο Βέροιας, το εν λόγω δάσος δεν αποτελεί μέρος της ανωτέρας ζώνης της δασικής βλάστησης των Πιερίων, δεν το διατρέχουν χείμαρροι ούτε έχουν παρατηρηθεί πλημμυρικά φαινόμενα, τα δε γειτονικά και όμορα δάση Πολυδενδρίου, Ριζωμάτων και Δασκίου, αν και έχουν εντονότερο ανάγλυφο, ισχυρότερες κλίσεις, διαρρέονται από υδροφόρα ρέματα και βρίσκονται πλησιέστερα οικισμών, έχουν δε και ιστορικό καταστροφών από πλημμύρες, δεν έχουν εντούτοις χαρακτηρισθεί ως προστατευτικά. Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται επίσης ότι σύμφωνα με το άρθρο 71 παρ. 2 του ν.δ. 86/1969 στη διαχειριστική κλάση της πρεμνοφυούς δρυός επιτρέπεται μόνο η διεξαγωγή αναγωγικών υλοτομιών, οι οποίες όμως, ως διαχειριστικό μέτρο συνιστώνται μόνο στις καλύτερες ποιότητες τόπου και όχι σε υποβαθμισμένα δάση, όπως το δάσος της Σφηκιάς, το οποίο έχει εμφανή τα ίχνη της υποβάθμισης και οπισθοδρόμησης, που καθιστούν τις αναγωγικές – καλλιεργητικές υλοτομίες ανεφάρμοστες, χωρίς μακροπρόθεσμα ωφέλιμα αποτελέσματα στη διατήρηση της αειφορίας του. Με τις παρατηρήσεις αυτές ο Γενικός Διευθυντής Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων πρότεινε την άρση του χαρακτηρισμού του δάσους και την διαχείριση αυτού πρεμνοφυώς με παρακράτηση στις καλύτερες θέσεις και μικροπεριβάλλοντα για την αναγέννηση και ανόρθωσή του, κατόπιν δε τούτου εκδόθηκε η 73751/21.11.2014 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, με την οποία ανακλήθηκε η 9323/26.11.1998 απόφαση με την οποία είχε χαρακτηρισθεί το δάσος ως προστατευτικό. Στην απόφαση αυτή ενσωματώνονται οι ως άνω παρατηρήσεις της από 2.10.2014 αναφοράς και αναφέρεται περαιτέρω, ότι το επίμαχο δάσος δεν υπέρκειται του οικισμού Σφηκιάς, αλλά βρίσκεται ανατολικά αυτού και σε απόσταση 1,5 έως 2 χιλιομέτρων, καθώς και ότι τα παρατηρηθέντα κατολισθητικά φαινόμενα κατά μήκος του επαρχιακού δρόμου Βέροιας- Ριζωμάτων – Δασκίου είναι ήπια και οφείλονται σε ανθρωπογενείς επεμβάσεις. Στην συνέχεια, η παρεμβαίνουσα συνιδιοκτήτρια του δάσους υπέβαλε τη διαχειριστική μελέτη του Ιανουαρίου 2015 δασολόγου. Ειδικότερα, όπως προβλέπεται στη διαχειριστική μελέτη, οι συστάδες του δάσους θα υλοτομηθούν εντός της 10ετίας 2015-2024, «ξεκινώντας από την συστάδα 3α και ολοκληρώνοντας με την συστάδα 1α», σύμφωνα με τον πίνακα υλοτομιών που περιλαμβάνεται στην μελέτη, με είδος υλοτομίας για μεν την δρυ αποψιλωτική με παρακράτηση για δε την οξιά εξυγιαντική – καλλιεργητική. Παράλληλα, με την μελέτη υπολογίσθηκε η βοσκοϊκανότητα της περιοχής και προτάθηκε στις συστάδες που θα υλοτομούνται να απαγορεύεται η βοσκή ως εξής: Για τα πρόβατα 5 χρόνια, για τις αίγες 10 χρόνια και για τα μεγάλα ζώα 7 χρόνια. Τέλος, για την κάλυψη των ατομικών αναγκών των κατοίκων της κοινότητας Σφηκιάς, υπέρ των οποίων έχει αναγνωρισθεί δικαστικά δουλεία ξυλεύσεως, η μελέτη προτείνει να αποδίδεται από τα ετήσια λήμματα της δρυός ένα ποσοστό ξυλείας καυσοξύλων, ώστε να καλύπτουν τις ατομικές τους ανάγκες σε ξυλεία, αποδίδοντας τα αναλογούντα έξοδα παραγωγής. Η μελέτη εγκρίθηκε με την 26144/6.4.2015 απόφαση του Διευθυντή Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης. Ακολούθησε η έκδοση της από 4.5.2015 άδειας απολήψεως δασικών προϊόντων, της 82/18.5.2015 άδειας υλοτομίας και του 4067/18.5.2015 πρωτοκόλλου εγκατάστασης της δεύτερης αιτούσας ως εργολάβου υλοτομίας στη συστάδα 3α του δάσους. Ακολούθως, ο Δήμος Βέροιας άσκησε κατά των 26144/6.4.2015 και 73751/21.11.2014 πράξεων την από 26.5.2015 αίτηση ακυρώσεως, προβάλλοντας ότι οι εν λόγω αποφάσεις ήταν καταστροφικές για το δάσος και το συνδεόμενο με αυτό οικοσύστημα, παράνομες, διότι μετέβαλαν τον προορισμό του δάσους, και αναιτιολόγητες.
- Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα η ανάκληση του χαρακτηρισμού του ένδικου δάσους ως προστατευτικού αιτιολογείται επαρκώς ως προς την έλλειψη συνδρομής των νομίμων προϋποθέσεων κατά τον χαρακτηρισμό του, ενόψει, ιδίως, των ήπιων κλίσεων, του ιστορικού της περιοχής σε κατολισθήσεις και πλημμυρικά φαινόμενα και της θέσης του δάσους σε σχέση με τον οικισμό Σφηκιάς, όπως αυτά προκύπτουν από την 2.10.2014 εισήγηση – αναφορά του Γενικού Διευθυντή Δασών και Αγροτικών Υποθέσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης και την αιτιολογία της προσβαλλόμενης ανακλητικής απόφασης. Περαιτέρω και η επιλογή της διαχείρισης του δάσους κατά κύριο λόγο πρεμνοφυώς με παρακράτηση στις καλύτερες θέσεις και μικροπεριβάλλοντα και, ειδικότερα, για μεν την δρυ με αποψιλωτική υλοτομία με παρακράτηση για δε την οξιά με εξυγιαντική – καλλιεργητική υλοτομία, αιτιολογείται επαρκώς ως προς τους λόγους δημοσίου συμφέροντος που την επιβάλλουν και, συγκεκριμένα, την αναγέννηση και ανόρθωση του δάσους, που φέρει εμφανή τα ίχνη της υποβάθμισης και οπισθοδρόμησης. Συνεπώς τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την αίτηση ακυρώσεως, με την οποία άλλωστε, δεν αμφισβητούνται ειδικώς οι κρίσεις της Διοικήσεως επί των ανωτέρω ζητημάτων, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
- Επειδή, εξάλλου, με το άρθρο 22 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147) προστέθηκε στο άρθρο 50 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) παράγραφος 3α, η οποία ορίζει τα εξής: «Το δικαστήριο, αν άγεται σε ακύρωση της διοικητικής πράξης που προσβλήθηκε με αίτηση ακυρώσεως λόγω πλημμέλειας που μπορεί να καλυφθεί εκ των υστέρων και εφόσον κρίνει, ενόψει της φύσης της πλημμέλειας, και της επίδρασής της στο περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης, ότι η ακύρωση της πράξης δεν είναι αναγκαία για την αποκατάσταση της νομιμότητας και για τη διασφάλιση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας … μπορεί, κατ’ εκτίμηση και των εννόμων συμφερόντων των διαδίκων, να εκδώσει προδικαστική απόφαση, η οποία κοινοποιείται σε όλους τους διαδίκους, και να ζητήσει από την αρμόδια υπηρεσία είτε να προβεί σε συγκεκριμένη ενέργεια ώστε να αρθεί η πλημμέλεια … τάσσοντας προς τούτο αποκλειστική εύλογη προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα μήνα ούτε μεγαλύτερη από τρεις μήνες. Κανένα στοιχείο δεν λαμβάνεται υπόψη αν προσκομισθεί μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτής. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας και εντός δεκαπενθημέρου, οι λοιποί διάδικοι δύνανται να καταθέσουν υπόμνημα με τους ισχυρισμούς τους επί των ενεργειών της Διοίκησης και των στοιχείων που αυτή προσκόμισε. Σε περίπτωση εφαρμογής των οριζόμενων στα προηγούμενα εδάφια, η δημοσίευση της προδικαστικής απόφασης συνεπάγεται την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, κατά το μέρος που δεν έχει εκτελεστεί έως τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης».
- Επειδή, κατά τα ήδη εκτεθέντα στη σκέψη 6, μετά την αντικατάσταση του άρθρου 70 του Δασικού Κώδικα με το άρθρο 4 παρ. 4 του ν. 3208/2003, η απόφαση, με την οποία με την οποία χαρακτηρίζεται δάσος ως προστατευτικό δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μαζί με το χάρτη που τη συνοδεύει. Συνεπώς, για την ταυτότητα του λόγου, και η απόφαση με την οποία ανακαλείται πράξη χαρακτηρισμού δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μαζί με χάρτη στον οποίο σημειώνεται επακριβώς η έκταση που αποχαρακτηρίζεται. Τούτο δε ισχύει ακόμη και αν η ανακαλούμενη πράξη, ως εκ του νομοθετικού καθεστώτος που ίσχυε κατά τον χρόνο έκδοσής της, δεν είχε δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στην προκείμενη περίπτωση η προσβαλλόμενη απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης, με την οποία ανακλήθηκε η 9323/26.11.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας για τον χαρακτηρισμό ως προστατευτικού του συνιδιόκτητου δάσους Σφηκιάς Νομού Ημαθίας, δεν δημοσιεύθηκε στην ΕτΚ.
- Επειδή, το Δικαστήριο κρίνει ότι για την αποκατάσταση της νομιμότητας δεν είναι αναγκαία η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, πριν παρασχεθεί στη Διοίκηση προθεσμία για τη δημοσίευση στην ΕτΚ της απόφασης, συνοδευόμενης από χάρτη της ένδικης έκτασης. Η προθεσμία δε αυτή ορίζεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου (πρβλ. Ολομ. 4003/2014 ) σε έξι μήνες από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης στη Διοίκηση.
- Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να αναβληθεί η οριστική κρίση επί του ζητήματος που εκτίθεται στην δέκατη σκέψη της παρούσας απόφασης, και να ορισθεί νέα δικάσιμος της υποθέσεως η 26.10.2016. Το Δικαστήριο δε επιφυλάσσεται να κρίνει περί της δικαστικής δαπάνης με την οριστική απόφασή του.