ΣτΕ 696/2016 [Παράνομη ΑΕΠΟ για ΑΣΠΗΕ στη Λιβαδειά]
Περίληψη
-Λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι το συνολικό μήκος της νέας οδοποιίας ανέρχεται στα 13.387,46 μ., ότι η διάνοιξη της νέας οδού διέρχεται κατά το μεγαλύτερο τμήμα της εντός αναδασωτέας έκτασης (καμένο ελατόδασος), ότι οι ανεμογεννήτριες του αιολικού πάρκου θα εγκατασταθούν σε υψόμετρο κυμαινόμενο από 1000 έως 1450 μ., το Δικαστήριο, κατά την άποψη που επικράτησε, κρίνει ότι στην προκείμενη περίπτωση απητείτο ειδικότερη αιτιολογία της στάθμισης στην οποία προέβη η Διοίκηση, ιδίως ως προς τη χάραξη εντός δασικής και αναδασωτέας έκτασης της νέας οδού τόσο μεγάλου μήκους, όσο και για την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών σε ύψος άνω των 800 μ., ενόψει των επιλογών του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος, κατά το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, οι ορεινές περιοχές της Περιφέρειας που χωροθετούνται σε υψόμετρο άνω των 800 μ., αντιμετωπίζονται γενικά ως κατ’εξοχή περιοχές φυσικού αποθέματος.
Πρόεδρος: Χρ. Ράμμος
Εισηγητής: Αντ. Ντέμσιας
Δικηγόροι: Αντ. Σηφάκης, Γιολ. Παπαρούνη, Βασ. – Μελ. Παυλόπουλος
Βασικές Σκέψεις
- Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της 41873/5779/21.8.2011 απόφασης της Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας, με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού σταθµού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΣΠΗΕ), ισχύος 24 MW, της εταιρείας «C.N.I. ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Α.Ε. – ΑΙΟΛΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΜΕΓΑΛΗ ΛΟΥΤΣΑ & ΣΙΑ Ο.Ε.», στη θέση «Μεγάλη Λούτσα» του ∆ήµου Λεβαδέων στο Ν. Βοιωτίας.
- Επειδή, κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο παραστάθηκαν από τους αιτούντες με το δικηγόρο Αντώνιο Σηφάκη οι: 1) Στάμου Βασιλική (1η), 2) Παπαθανασίου Χρήστος του Ιωάννου (11ος), 3) Παπαθανασίου Χάιδω (12η), 4) Αποστόλου Ιωάννης (13ος), 5) Δήμου Κωνσταντίνος (14ος), 6) Παντίσκας Γεώργιος (15ος), 7) Κόλλια Ιωάννα (16η), 8) Κόλλια Ανθή (17η), 9) Πούλος Κωνσταντίνος (19ος), 10) Πούλου Ελένη (22η), 11) Πούλος Ιωάννης (25ος), 12) Στάμος Στάμος (27ος), 13) Στάμου Αικατερίνη (28η), 14) Μακρής Κωνσταντίνος (30ος), 15) Παπαθανασίου Άγγελος (31ος), 16) Τόλιας Δημήτριος (46ος), 17) Δήμου Νικολίτσα (47η), 18) Λιάκου Ελένη (52η), 19) Στάμος Αναστάσιος (55ος), 20) Κόλλιας Λουκάς (58ος), 21) Μακρή Σουλτάνα (60η), 22) Δήμου Χάιδω (61η), 23) Καρβούνης Ιωάννης (62ος), 24) Νασιόπουλος Γεώργιος (64ος), 25) Πούλος Χρήστος (67ος), 26) Πούλου Παναγιώτα (77η), 27) Κοτσικώνας Επαμεινώνδας (80ος), 28) Αρκουμάνης Πέτρος (81ος) και 29) Σωματείο με την επωνυμία «ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΙΚΩΝΙΩΝ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΕΙΒΑΔΙΑΣ» (105ο). Αντιθέτως, οι λοιποί αιτούντες δεν παραστάθηκαν με πληρεξούσιο δικηγόρο ούτε νομιμοποίησαν τον δικηγόρο που υπογράφει το δικόγραφο της αίτησης με έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στο άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως ισχύει. Επομένως, σύμφωνα με τις εν λόγω διατάξεις, η αίτηση ως προς αυτούς πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
- Επειδή, οι αιτούντες, φυσικά πρόσωπα, φερόμενοι είτε ως κύριοι οικιών σε περιοχές όμορες της περιοχής εγκατάστασης του ένδικου έργου είτε ως κάτοικοι παρακείμενων πόλεων και οικισμών, ασκούν με έννομο συμφέρον την κρινόμενη αίτηση, προβάλλοντας λόγους που αφορούν την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής. Εξάλλου, το σωματείο με την επωνυμία «Σύλλογος Ελικωνιών Επαρχίας Λεβαδειάς», μετ’ εννόμου συμφέροντος ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, ισχυριζόμενο ότι η εγκατάσταση του επίμαχου σταθμού θα επιφέρει επιβάρυνση του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής.
- Επειδή, με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλόμενης πράξης η εταιρεία με την επωνυμία «C.N.I. ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Α.Ε. – ΑΙΟΛΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΜΕΓΑΛΗ ΛΟΥΤΣΑ & ΣΙΑ Ο.Ε.», που είναι ο φορέας κατασκευής και λειτουργίας του έργου.
- Επειδή, με τις διατάξεις του ν. 3468/2006 (Α΄ 129), μεταφέρθηκε στο ελληνικό δίκαιο η Οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 2001 «για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας» (L 283). Ενόψει της σπουδαιότητας την οποία αποδίδει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (Α.Π.Ε.) για την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφάλεια του ενεργειακού σχεδιασμού, είχε τεθεί ως στόχος μέχρι το 2010, το 22% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Κοινότητα να προέρχεται από Α.Π.Ε., ειδικότερα δε για την Ελλάδα, με βάση, τους ενδεικτικούς εθνικούς στόχους, όπως προσδιορίζονται στην Οδηγία, το ποσοστό συμμετοχής των Α.Π.Ε. στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας της χώρας, αρχικώς ορίστηκε σε 20,1% μέχρι το 2010. Ακολούθως, ενόψει της νεότερης Οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, με το άρθρο 1 του ν. 3851/2010 (Α΄ 85), προστέθηκε στο άρθρο 1 του ανωτέρω ν. 3468/2006 παράγραφος 3, με την περίπτωση β της οποίας [όπως η περίπτωση β΄ αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 8 του άρθρου 30 του ν. 3889/2010 (Α΄ 182)] ορίστηκε ως στόχος το ποσοστό συμμετοχής των Α.Π.Ε. στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας να ανέλθει σε 40% μέχρι το 2020. Επίσης, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο του Κυότο, που κυρώθηκε με το ν. 3017/2002 (Α΄ 117), η Ελλάδα έχει για την περίοδο 2008 – 2012 υποχρέωση συγκράτησης της αύξησης των εκπομπών αερίου που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου με την προώθηση, μεταξύ άλλων, της χρήσης Α.Π.Ε. για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Περαιτέρω, στο άρθρο 2 ορίζεται ότι «Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, οι όροι που χρησιμοποιούνται στις διατάξεις του έχουν την ακόλουθη έννοια: 1. … 2. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.): Οι μη ορυκτές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η αιολική ενέργεια … 12. Ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από Α.Π.Ε: Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από: α) εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση μιας ή περισσότερων μορφών Α.Π.Ε. ή … 29. Συγκρότημα αιολικών πάρκων: σύνολο αιολικών πάρκων ενός ή περισσότερων φορέων, που αναπτύσσονται σε κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους και αξιοποιούν κατά το δυνατόν κοινές υποδομές οδοποιίας και ηλεκτρικής διασύνδεσης, αποτελώντας ουσιαστικά ένα ενιαίο έργο [όπως η παράγραφος 29 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 4 του ν. 3851/2010]. 30. …». Εξάλλου, στο άρθρο 7 ορίζεται ότι «Οι σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α., καθώς και κάθε έργο που συνδέεται με την κατασκευή και τη λειτουργία τους, συμπεριλαμβανομένων των έργων οδοποιίας πρόσβασης και των έργων σύνδεσής τους με το Σύστημα ή το Δίκτυο, επιτρέπεται να εγκαθίστανται και να λειτουργούν: α) Σε γήπεδο ή σε χώρο, επί των οποίων ο αιτών έχει το δικαίωμα νόμιμης χρήσης. β) Σε δάση ή δασικές εκτάσεις, εφόσον έχει επιτραπεί, επ’ αυτών, η εκτέλεση έργων σύμφωνα με τα άρθρα 45 και 58 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α΄), όπως ισχύει, ή το άρθρο 13 του ν. 1734/1987 (ΦΕΚ 189 Α΄), όπως ισχύει. γ) …» και στο άρθρο 8 παρ. 1 και 2 του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι για την εγκατάσταση και επέκταση σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. απαιτείται σχετική άδεια, που χορηγείται, κατά περίπτωση, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας, για όλα τα έργα για τα οποία αρμόδιος για την περιβαλλοντική αδειοδότηση είναι είτε ο Νομάρχης είτε ο Γενικός Γραμματέας Περιφέρειας κατά τις διατάξεις του ν. 1650/1986, ή με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής αν η αρμοδιότητα για την περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου ανήκει στον Υπουργό αυτόν και στους κατά περίπτωση συναρμόδιους Υπουργούς. Στην παρ. 3 του ως άνω άρθρου 8 προβλέπεται ειδικότερα ότι «3. Μετά την έκδοση της άδειας παραγωγής από τη Ρ.Α.Ε., ο ενδιαφερόμενος προκειμένου να του χορηγηθεί άδεια εγκατάστασης, ζητά ταυτόχρονα την έκδοση: α) Προσφοράς Σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή. β) Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (Ε.Π.Ο.), κατά το άρθρο 4 του ν. 1650/1986, όπως ισχύει, και γ) Άδειας Επέμβασης σε δάσος ή δασική έκταση, κατά την παρ. 2 του άρθρου 58 του ν. 998/1979 (ΦΕΚ 289 Α΄), εφόσον απαιτείται, ή γενικά των αναγκαίων αδειών για την απόκτηση του δικαιώματος χρήσης της θέσης εγκατάστασης του έργου…» και στην παρ. 6 του ίδιου άρθρου 8 ορίζεται ότι «6. Για την έκδοση απόφασης Ε.Π.Ο. των έργων από Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 1650/1986, όπως ισχύει, υποβάλλεται πλήρης φάκελος και Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) στην αρμόδια για την περιβαλλοντική αδειοδότηση αρχή. Η αρμόδια αρχή εξετάζει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τα προτεινόμενα μέτρα πρόληψης και αποκατάστασης, μεριμνά για την τήρηση των διαδικασιών δημοσιοποίησης και αποφαίνεται για τη χορήγηση ή μη απόφασης Ε.Π.Ο. μέσα σε τέσσερις (4) μήνες από το χρόνο που ο φάκελος θεωρήθηκε πλήρης. Ο φάκελος θεωρείται πλήρης, εάν μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την υποβολή του δεν ζητηθούν εγγράφως από τον ενδιαφερόμενο συμπληρωματικά στοιχεία. Η αδειοδοτούσα αρχή δεν μπορεί να ζητήσει εκ νέου από τον ενδιαφερόμενο συμπληρωματικά στοιχεία εκτός από διευκρινίσεις επί στοιχείων που είχαν ήδη ζητηθεί εγγράφως. … Οι αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς στους οποίους διαβιβάζεται ο φάκελος από την αρμόδια για την περιβαλλοντική αδειοδότηση αρχή υποχρεούνται να γνωμοδοτούν για τα θέματα αρμοδιότητάς τους και μέσα στα πλαίσια των όρων και προϋποθέσεων χωροθέτησης που προβλέπονται στο Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΦΕΚ 2464 Β΄), όπως ισχύει κατά περίπτωση, μέσα στις προθεσμίες που καθορίζονται από το νόμο ή τάσσονται από την αρμόδια υπηρεσία …». Εξάλλου, στο άρθρο 2 του ν. 2773/1999 «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας – Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές διατάξεις (Α’ 286) ορίζονται τα εξής: «Για την εφαρμογή του νόμου αυτού: … Παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε είναι η ηλεκτρική ενέργεια η προερχόμενη από: 1. Την εκμετάλλευση αιολικής ή ηλιακής ενέργειας ή βιομάζας ή βιοαερίου. 2. …». Ακολούθως, κατά τις παρ. 1α και 2 του άρθρου 4 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002, (Α΄ 91), για την πραγματοποίηση νέων δημόσιων ή ιδιωτικών έργων ή δραστηριοτήτων απαιτείται η έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος, μετά από υποβολή, για τα έργα τα οποία ανήκουν στην Α΄ κατηγορία κατά τη διάκριση που εισάγεται με το προηγούμενο άρθρο 3 του ίδιου ν. 1650/1986, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του αυτού ν. 3010/2002, δηλαδή για τα έργα που είναι πιθανόν να προκαλέσουν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Σύμφωνα δε με το άρθρο 4 και το Παράρτημα 1 της κατ’ εξουσιοδότηση του ανωτέρω άρθρου 3 του ν. 1650/1986 εκδοθείσας κοινής υπουργικής αποφάσεως. Η.Π.: 15393/2332/5.8.2002 (Β΄ 1022), η «ηλεκτροπαραγωγή από αιολική και ηλιακή ενέργεια 40 – 5 MW», που ανήκει στην Ομάδα 10 (ειδικά έργα), κατατάσσεται στη δεύτερη υποκατηγορία της πρώτης κατηγορίας. Κατά τις διατάξεις αυτές, για τη χορήγηση άδειας εγκατάστασης σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας απαιτείται, μεταξύ άλλων, και η εξέταση και εκτίμηση των περιβαλλοντικών και άλλων επιπτώσεων από την εγκατάσταση σταθμού στην πέριξ αυτού περιοχή, η εκτίμηση δε αυτή γίνεται, καταρχήν, κατά το στάδιο της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων εγκατάστασης και λειτουργίας του, που γίνεται σύμφωνα με τους ορισμούς των ανωτέρω διατάξεων του ν. 1650/1986 (βλ. ΣτΕ 3140/2015 επταμ., 3816/2010, 1508/2008, 2569/2004 επταμ.). Κατά την αξιολόγηση αυτή λαμβάνονται υπόψη οι όροι των Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης των Περιφερειών της χώρας (βλ. ΣτΕ 4981/2014, 4891/2013, 2499/2012 Ολομ), καθώς και το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τις Α.Π.Ε. (ΣτΕ 3140/2015 επταμ., 2814/2013, 2474/2011 επταμ.).
- Επειδή, με την 49828/2008 απόφαση της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στο τομέα του χωροταξικού σχεδιασμού της αειφόρου αναπτύξεως, «Έγκριση ειδικού πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της στρατηγικής μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων αυτού» (Β΄ 2464), τίθενται οι βασικές κατευθύνσεις και οι γενικοί κανόνες για τη χωροθέτηση Α.Π.Ε., στο σύνολο του εθνικού χώρου, ο οποίος προκειμένου για τη χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων, διακρίνεται σε κατηγορίες ανάλογα με το εν δυνάμει εκμεταλλεύσιμο αιολικό δυναμικό του. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της απόφασης αυτής, ως Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας (Π.Α.Π.) χαρακτηρίζονται οι περιοχές της ηπειρωτικής χώρας οι οποίες παρουσιάζουν συγκριτικά πλεονεκτήματα για την εγκατάσταση αιολικών σταθμών και προσδιορίζονται σε σχετικό Παράρτημα και Διάγραμμα που συνοδεύουν την ίδια απόφαση και στις οποίες εκτιμάται η μέγιστη δυνατότητα χωροθέτησης αιολικών εγκαταστάσεων κατά τα οριζόμενα ειδικότερα σε σχετικό Παράρτημα, ενώ ως Περιοχές Αιολικής Καταλληλότητας (Π.Α.Κ.) χαρακτηρίζονται οι περιφέρειες όλων των πρωτοβάθμιων Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) της ηπειρωτικής χώρας, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στις Περιοχές Αιολικής Προτεραιότητας, και των οποίων περιοχές ή και μεμονωμένες θέσεις κρίνονται από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, κατά το άρθρο 3 παρ. 1 δ του ν. 3468/2006, ως ενεργειακά αποδοτικές. Ακολούθως, στο άρθρο 6 ορίζονται οι περιοχές αποκλεισμού και ζώνες ασυμβατότητας εγκατάστασης εγκαταστάσεων από Α.Π.Ε.. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «1. Σε όλες τις κατηγορίες περιοχών του προηγούμενου άρθρου, πρέπει να αποκλείεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός: α. … β. Των περιοχών απολύτου προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης που καθορίζονται κατά τις διατάξεις των άρθρων 19 παρ. 1 και 2 και 21 του ν. 1650/1986. γ. … δ. Των πυρήνων των εθνικών δρυμών και των κηρυγμένων μνημείων της φύσης και των αισθητικών δασών που δεν περιλαμβάνονται στις περιοχές της περιπτώσεως β΄ του παρόντος άρθρου. ε. Των οικοτόπων προτεραιότητας περιοχών της Επικράτειας που έχουν ενταχθεί ως τόποι κοινοτικής σημασίας στο δίκτυο ΦΥΣΗ 2000 σύμφωνα με την απόφαση 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 259 της 21.9.2006, σ. 1). … στ. … ια. Άλλων περιοχών ή ζωνών που υπάγονται σήμερα σε ειδικό καθεστώς χρήσεων γης, βάσει του οποίου δεν επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων και για όσο χρόνο ισχύουν. 2. Οι κατευθύνσεις των εδαφίων α, β, γ, δ, ε, θ και ι της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και για τη χωροθέτηση των συνοδευτικών έργων Α.Π.Ε., (δίκτυα πρόσβασης και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας). Η πιθανή παρέκκλιση πρέπει να τεκμηριώνεται περιβαλλοντικά. Επιπρόσθετα δίδονται οι παρακάτω κατευθύνσεις: Ενδείκνυται η αξιοποίηση/ χρήση υφισταµένων οδών για την εξυπηρέτηση των αιολικών πάρκων με τις απαραίτητες βελτιώσεις και επεκτάσεις. Ο σχεδιασμός των έργων αυτών πρέπει να γίνεται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγονται, κατά το δυνατόν, μεγάλου βάθους και εκτεταμένες εκσκαφές το δε πλάτος των δρόμων πρόσβασης πρέπει να περιορίζεται στο αναγκαίο μέτρο. … Η φθορά της βλάστησης πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατόν (η εκχέρσωση θάμνων και δέντρων θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα µε τις υποδείξεις τις τοπικής Δασικής Υπηρεσίας) και να αποκαθίσταται η αισθητική του τοπίου. … 3. Επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός των Ζωνών Ειδικής Προστασίας (Ζ.Ε.Π.) της ορνιθοπανίδας της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ύστερα από τη σύνταξη ειδικής ορνιθολογικής μελέτης και σύμφωνα με τις ειδικότερες προϋποθέσεις και περιορισμούς που θα καθορίζονται στην οικεία πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. 4. Με την επιφύλαξη των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, επιτρέπεται η χωροθέτηση αιολικών εγκαταστάσεων εντός δασών, δασικών και αναδασωτέων εκτάσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 45 και 58 του ν. 998/1979 και άρθρου 13 του ν. 1734/1987 όπως ισχύουν. Στις παραπάνω περιοχές πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για τον περιορισμό της βλάβης της δασικής βλάστησης. …». Κατά το άρθρο 7 της ίδιας απόφασης, το μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό κάλυψης εδαφών από αιολικές εγκαταστάσεις στους πρωτοβάθμιους Ο.Τ.Α. που εμπίπτουν σε Π.Α.Π. της ηπειρωτικής χώρας δεν μπορεί να υπερβαίνει το 8% της έκτασης ανά Ο.Τ.Α. (άλλως 1,05 τυπικές ανεμογεννήτριες /1000 στρέμματα). Εξάλλου, ο, κατά το προγενέστερο του ως άνω ν. 3852/2010 καθεστώς, Δήμος Λεβαδέων αποτελεί, σύμφωνα με τον χωροταξικό σχεδιασμό που έχει εισαχθεί με την προαναφερόμενη απόφαση, Περιοχή Αιολικής Προτεραιότητας, όπως προκύπτει από το Παράρτημα Ι της εν λόγω απόφασης, ενώ, σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙΙ αυτής, για την περιοχή Π.Α.Π. 2 (κεντρική Ελλάδα), η Φέρουσα Ικανότητα εκτιμάται σε 1.619 τυπικές ανεμογεννήτριες (ενδεικτικά 3.238 MWe).
- Επειδή, εξάλλου, με την 26298/1.7.2003 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Β΄ 1469) εγκρίθηκε το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Στο άρθρο 3 παρ. Β.5.2 αυτής με τον τίτλο «Μεγάλες τεχνικές υποδομές υποστήριξης της παραγωγής», αναφέρεται ότι «Ενεργειακά δίκτυα: Τόσο τα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, όσο και του φυσικού αερίου διασχίζουν την περιφέρεια, προμηθεύοντας με την απαραίτητη ενέργεια ικανοποιητικά τις σημαντικότερες παραγωγικές περιοχές της και δημιουργώντας προϋποθέσεις σημαντικών επενδύσεων. Το υψηλό αιολικό δυναμικό της νότιας Εύβοιας σε συνδυασμό με τις εγκαταστάσεις Αλιβερίου (μέρους του Εθνικού Συστήματος Ενέργειας), αποτελούν σημαντική προοπτική για την περιφέρεια ιδίως σε συσχέτιση με τις γενικές της δυνατότητες στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τομέα στον οποίο και το υδροδυναμικό και το γεωθερμικό δυναμικό της (πλην του αιολικού), παρουσιάζει καλή συγκριτική θέση» και στην παρ. Δ.3.3, με τον τίτλο «Χωρική οργάνωση του παραγωγικού χώρου» ορίζεται ότι «Προτείνεται η οργανωμένη χωρική ανάπτυξη του Αιολικού Δυναμικού της Ν. Εύβοιας που θα απαντά και σε θέματα προστασίας τοπίων στις τουριστικές και οικιστικές περιοχές. Απαιτείται εκπόνηση ειδικής σχετικής μελέτης». Εξάλλου, στην υπό τον τίτλο «Διαχείριση ειδικών χώρων υπαίθρου» παρ. Δ.3.6 προβλέπεται ότι «Οι ορεινές περιοχές της Περιφέρειας, που προσδιορίζονται ως οι περιοχές αγροτοδασικής δραστηριότητας και κατά κανόνα χωροθετούνται σε υψόμετρο άνω των 800 μ., ή, ως εκάστοτε ορίζεται από τις συναρμόδιες αρχές σύμφωνα με τη μορφολογία τους αντιμετωπίζονται γενικά ως κατ’ εξοχή περιοχές φυσικού αποθέματος και επιδιώκεται η διατήρηση και προστασία του αποθέματος των παραδοσιακών δραστηριοτήτων και των υπαρχόντων οικισμών και κατοίκησης … Κομβικό σημείο των χωροταξικών ρυθμίσεων πρέπει να είναι η προστασία και η ανάπτυξη των δασικών οικοσυστημάτων με την παράλληλη συγκράτηση του δασόβιου και παραδασόβιου πληθυσμού στις θέσεις του. Αυτό απαιτεί διαχείριση και της «δασοπονίας πολλαπλών σκοπών», ώστε να διασφαλίζεται η ισορροπία των οικοσυστημάτων και παράλληλα η ήπια μορφή ανάπτυξης της περιοχής». Με το περιφερειακό αυτό χωροταξικό πλαίσιο ναι μεν διαπιστώνεται η υπάρχουσα κατάσταση ως προς την ενεργειακή επάρκεια της περιφέρειας, ανεξαρτήτως του τρόπου παραγωγής της και ουδόλως αποκλείεται, κατά την έννοια των ρυθμίσεων του σχεδίου αυτού, όπως έχει ήδη κριθεί, η περαιτέρω ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε όλη την έκταση της περιφέρειας και όχι μόνο στην κατ’ εξοχήν πρόσφορη γι’ αυτούς Νότια Εύβοια, για την οποία, εν όψει ακριβώς της ιδιαίτερης αυτής καταλληλότητάς της, προβλέπεται ειδική οργάνωση (ΣτΕ 3140/2015 επταμ., 3566/2014, 2474/2011, 4448/2010, 3816/2010, 1508/2008), πλην, όμως, δίδεται ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των δασικών οικοσυστημάτων και των ορεινών (άνω του υψομέτρου των 800 μ.) περιοχών.
- Επειδή, όπως έχει παγίως κριθεί, με τις συνταγματικές διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 καθιερώνεται υποχρέωση των κρατικών οργάνων να λαμβάνουν στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας ιδιαίτερα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, το οποίο με τις ίδιες διατάξεις έχει αναχθεί σε αντικείμενο έντονου κρατικού ενδιαφέροντος. Ειδικώς δε για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις, με το άρθρο αυτό και το άρθρο 117 παρ. 3 ο συντακτικός νομοθέτης έλαβε ιδιαίτερη μέριμνα, εισάγοντας στο κείμενο του Συντάγματος ειδικότερες διατάξεις, με τις οποίες τα δασικά οικοσυστήματα υπάγονται σε αυστηρό προστατευτικό καθεστώς, προς το σκοπό της διαφύλαξης της οικολογικής ισορροπίας και της διατήρησης της κατά προορισμό χρήσης τους, η οποία καθορίζεται ευθέως εκ του Συντάγματος. Εντός του πλαισίου αυτού, αφενός μεν ανατίθεται στον κοινό νομοθέτη η υποχρέωση να θεσπίσει τις αναγκαίες ρυθμίσεις για την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων, αφετέρου δε επιβάλλεται απαγόρευση της μεταβολής του προορισμού τους, παρεχομένης, ωστόσο, στο νομοθέτη της δυνατότητας να επιτρέψει κατ’ εξαίρεση και υπό τη συνδρομή επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος επεμβάσεις που μεταβάλλουν ή αλλοιώνουν το δασικό τους χαρακτήρα. Και στην περίπτωση, πάντως, αυτή, η μεταβολή ή η αλλοίωση του δασικού χαρακτήρα επιτρέπεται, μόνον εάν η θυσία της δασικής βλάστησης αποτελεί το μοναδικό πρόσφορο μέσο για την ικανοποίηση των εν λόγω αναγκών και εφόσον οι επεμβάσεις περιορίζονται στο απολύτως αναγκαίο μέτρο (ΣτΕ 2971-2/2010, 2517/2009, 3559/2008, 3588/2007, 2763/2006, 2089/2004, κ.ά.). Η τήρηση των συνταγματικών αυτών επιταγών υπόκειται στον έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, ο οποίος υποχρεούται, βάσει και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, να εξετάζει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση τόσο τη συνδρομή των λόγων δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν την κατ’ εξαίρεση επέμβαση στα δάση και τις δασικές εκτάσεις, όσο και την τήρηση του προσήκοντος μέτρου. Σε εκτέλεση των ανωτέρω συνταγματικών διατάξεων εκδόθηκε ο ν. 998/1979 (Α΄ 289), με τις διατάξεις του οποίου εισήχθησαν ρυθμίσεις προστατευτικές των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας. Συγκεκριμένα, με τις διατάξεις του άρθρου 45 του νόμου αυτού, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, το οποίο εντάσσεται στο έκτο κεφάλαιό του υπό τον τίτλο «Επιτρεπταί επεμβάσεις εις τα δάση και τας δασικάς εκτάσεις» (άρθρα 45 – 61), καθορίζονται οι γενικές ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του επιτρεπτού των επεμβάσεων σε δασικά οικοσυστήματα και με τις λοιπές διατάξεις του κεφαλαίου αυτού καθορίζονται οι κατηγορίες των καταρχήν επιτρεπτών επεμβάσεων σε δάση ή δασικές εκτάσεις που μεταβάλλουν ή αλλοιώνουν το δασικό τους χαρακτήρα, μεταξύ δε αυτών περιλαμβάνεται και η κατ’ άρθρο 58 περίπτωση της εκτέλεσης μεγάλων δημοσίων έργων και έργων υποδομής. Ειδικότερα, στην παράγραφο 2 του τελευταίου αυτού άρθρου, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, μετά, δηλαδή, τη διαδοχική τροποποίησή της με την παράγραφο 3 του δέκατου τρίτου άρθρου του ν. 1822/1988 και τα άρθρα 2 παρ. 3 του ν. 2941/2001 (Α΄ 201), 30 του ν. 3229/2004 (Α΄ 38), 19 παρ. 2 του ν. 3377/2005 (Α΄ 202), 24 παρ. Α.1 του ν. 3468/2006 (Α΄ 129), 29 παρ. 8β του ν. 3734/2009 (Α΄ 8) και 12 παρ. 10 περ. α΄ ν. 3851/2010 (Α΄ 85/4.6.2010), οριζόταν ότι: «Για την εκτέλεση έργων υποδομής, την εγκατάσταση δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, την κατασκευή υποσταθμών και κάθε, εν γένει, τεχνικού έργου που αφορά την υποδομή και εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. με χρήση Α.Π.Ε., περιλαμβανομένων των έργων σύνδεσης με το Σύστημα ή το Δίκτυο, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 2773/1999 και των συνοδών έργων, καθώς και των δικτύων μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων μέσα σε δάση ή δασικές εκτάσεις, απαιτείται έγκριση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας που χορηγείται κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, η οποία συνοδεύεται από συνοπτική περιγραφή της θέσης του έργου και των κύριων χαρακτηριστικών του. Στην απόφαση έγκρισης μπορεί να τίθενται όροι ως προς τον τρόπο και τις θέσεις εκτέλεσης των έργων και εγκατάστασης των δικτύων ή ορισμένων γραμμών ή αγωγών των δικτύων αυτών εντός του εδάφους, καθώς και να επιβάλλεται υποχρέωση συνδυασμού αυτών με υφιστάμενο ή υπό κατασκευή δίκτυο δασικών οδών ή με άλλα τεχνικά έργα. … Με την απόφαση του Υπουργού Γεωργίας μπορεί να τεθούν όροι ως προς τον τρόπο και τους χώρους εκτέλεσης των έργων και εγκατάστασης των δικτύων ή ορισμένων γραμμών ή αγωγών των δικτύων αυτών εντός του εδάφους ή να επιβληθεί υποχρέωση να συνδυαστούν αυτά με το υφιστάμενο ή υπό εκτέλεση δίκτυο δασικών οδών ή με άλλα τεχνικά έργα». Συναφώς, με την παράγραφο 4 του άρθρου 2 του ν. 2244/1994 (Α΄ 168), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 6 του ν. 2941/2001, είχε ορισθεί ότι: «Οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επιτρέπεται να εγκαθίστανται και να λειτουργούν: α) … και β) σε δάση ή δασικές εκτάσεις, εφόσον έχει επιτραπεί σε αυτά η εκτέλεση έργων σύμφωνα με τα άρθρα 45 και 58 του Ν. 998/1979 ή του άρθρου 13 του Ν. 1734/1987 ανάλογα με την περίπτωση». Η διάταξη αυτή καταργήθηκε με το άρθρο 28 του ν. 3468/2006, αλλά ρύθμιση όμοιου περιεχομένου έχει περιληφθεί στο άρθρο 7 του τελευταίου αυτού νόμου.
- Επειδή, με τις ανωτέρω διατάξεις του έκτου κεφαλαίου του ν. 998/1979, οι οποίες πρέπει να ερμηνεύονται στενά ως εισάγουσες εξαίρεση από τον γενικώς ισχύοντα κανόνα περί προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων, καθορίζονται οι καταρχήν επιτρεπόμενες σε δάση και δασικές εκτάσεις επεμβάσεις που συνεπάγονται τη μεταβολή της κατά προορισμό χρήσης τους, καθώς και τα κριτήρια επί τη βάσει των οποίων διαμορφώνεται η εκτίμηση των αρμόδιων διοικητικών αρχών σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Με τις ίδιες διατάξεις καθιερώνεται η αρχή του όλως εξαιρετικού χαρακτήρα των διενεργούμενων σε δάση και δασικές εκτάσεις επεμβάσεων, κατά την οποία οι καταρχήν επιτρεπόμενες επεμβάσεις πρέπει να προβλέπονται ειδικώς στο νόμο, να υλοποιούνται μόνο στο μέτρο που δεν μπορούν να διατεθούν άλλες εκτάσεις για την εξυπηρέτηση των συγκεκριμένων σκοπών δημοσίου συμφέροντος και, σε κάθε περίπτωση, να περιορίζονται στην κατά το δυνατό ελάχιστη θυσία δασικής βλάστησης, η συνδρομή δε των προϋποθέσεων αυτών εξετάζεται και κατά το στάδιο της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων για την εκτέλεση έργου σε περιοχή με δασικό χαρακτήρα, υποκείμενη και στον ακυρωτικό έλεγχο. Κατά ρητή, εξάλλου, πρόβλεψη των διατάξεων που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη, επιτρέπονται επεμβάσεις σε εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα προκειμένου να εγκατασταθούν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η λειτουργία των οποίων εξαρτάται κυρίως από το διαθέσιμο ενεργειακό δυναμικό της περιοχής εγκατάστασής τους, που αναγκαίως αποτελεί, ως εκ τούτου, το βασικό κριτήριο για την επιλογή της κατάλληλης θέσης. Προκειμένου, εξάλλου, να εγκατασταθούν οι μονάδες αυτές και να εκτελεστούν τα απαραίτητα συνοδά έργα σε περιοχές με δασικό χαρακτήρα, με τις διατάξεις αυτές καθιερώθηκε, περαιτέρω, ως ελάχιστη διαδικαστική εγγύηση για τη διαφύλαξη του δασικού οικοσυστήματος, η προηγούμενη έκδοση ειδικώς αιτιολογημένης έγκρισης αρμοδίων προς τούτο οργάνων της διοίκησης. Κατά την έννοια, εξάλλου, των ίδιων διατάξεων, με τις οποίες, επιτρεπτώς κατά το Σύνταγμα, προβλέπεται καταρχήν δυνατότητα εγκατάστασης μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές όχι μόνο σε δάση και δασικές εκτάσεις, αλλά και σε εκτάσεις που έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες, όπως κρίθηκε με την απόφαση 2499/2012 της Ολομελείας του Δικαστηρίου (βλ. και ΣτΕ 3164/2015 επταμ. και 4891/2013), κατ’ εξαίρεση από τον καθιερωμένο με το Σύνταγμα κανόνα της προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων, ο δημόσιος σκοπός που υπηρετείται με τη λειτουργία των μονάδων αυτών πρέπει να ικανοποιείται με τη μικρότερη δυνατή απώλεια δασικού πλούτου και με τον περιορισμό στο ελάχιστο αναγκαίο της αλλοίωσης της δασικής μορφής των σχετικών εκτάσεων (ΣτΕ 4249/2014 επταμ., βλ. ΣτΕ 3140/2015 επταμ., 3050/2015, 2814/2013, 4448/2010, 1508/2008, 2569/2004 επταμ., βλ. και ΣτΕ 453/2014 επταμ.). Επίσης, η κατά το άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 998/1979 διάνοιξη δημοσίων οδών μέσα σε δάσος ή δασική ή αναδασωτέα έκταση είναι επιτρεπτή μόνο ως εξαιρετικό μέτρο το οποίο επιβάλλεται για λόγους σπουδαίου δημοσίου συμφέροντος που θεμελιώνεται και αιτιολογείται επαρκώς, πάντοτε δε ύστερα από περιβαλλοντική μελέτη, με την οποία διασφαλίζεται πλήρως η προστασία του δάσους καθώς και της χλωρίδας και της αγρίας πανίδας που υπάρχει σε αυτό. Η ύπαρξη ή μη του ανωτέρω δημοσίου συμφέροντος υπόκειται στον έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, ο οποίος εκτιμά και τα μέγιστα ανεκτά όρια αλλοίωσης του φυσικού περιβάλλοντος που μπορεί να επιφέρει η διάνοιξη της οδού (βλ. ΣτΕ 453/2014 επταμ., 2770/1998, 772/1992). Τέλος, κατά τις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις (άρθρα 24 παρ. 1 και 117 παρ. 3 του Συντάγματος), σε περίπτωση καταστροφής ή αποψίλωσης του δάσους ή της δασικής έκτασης από πυρκαγιά ή οποιαδήποτε άλλη αιτία, προερχόμενη είτε από ανθρώπινη ενέργεια είτε από φυσικά αίτια, είναι υποχρεωτική η κήρυξη της καταστραφείσης ή αποψιλωθείσας έκτασης ως αναδασωτέας και αποκλείεται η διάθεση αυτής για άλλο σκοπό δημοσίου συμφέροντος που θα δικαιολογούσε κατά νόμο (έκτο κεφάλαιο ν. 998/1979) επέμβαση στο δάσος πριν την καταστροφή του. Τούτου δε έπεται ότι, εάν παρίσταται ανάγκη να πραγματοποιηθεί, όπως προβλέπει η ανωτέρω παρ. 2 του άρθρου 58, έργο υποδομής εντός έκτασης η οποία έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, ελλείψει αντιθέτου ορισμού στο, ν. 998/1979 απαιτείται άρση της αναδάσωσης με πράξη που εκδίδεται, εφόσον συντρέχουν οι κατά νόμο απαιτούμενες προϋποθέσεις. Η πράξη αυτή μπορεί είτε να προηγείται της Ε.Π.Ο. του έργου υποδομής, που αποτελεί ήδη τη μελέτη της παρ. 5 του άρθρου 45 του ν. 998/1979 (ΣτΕ 3393/2001), είτε και να έπεται αυτής. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η έκδοσή της αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε επέμβασης στην έκταση αυτή (ΣτΕ 3050/2015). Οίκοθεν δε νοείται ότι, πριν αρθεί η αναδάσωση και, περαιτέρω, πριν εκδοθεί άδεια επέμβασης, καθορίζουσα και τους σχετικούς όρους, απαγορεύεται οιαδήποτε υλική ενέργεια στην έκταση αυτή (ΣτΕ 3050/2015, 1151/2007 επταμ., 1953/2007 επταμ., 2862/2007 επταμ.).
- Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξης: Με την προσβαλλόμενη 41873/5779/ 21.8.2011 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού σταθµού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΣΠΗΕ), ισχύος 24 MW, της εταιρείας «C.N.I. ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Α.Ε. – ΑΙΟΛΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΜΕΓΑΛΗ ΛΟΥΤΣΑ & ΣΙΑ Ο.Ε.», στη θέση «Μεγάλη Λούτσα» του ∆ήµου Λεβαδέων στο Ν. Βοιωτίας. Όπως προκύπτει δε από την εν λόγω απόφαση και την οικεία Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.), το έργο αφορά στην εγκατάσταση αιολικού σταθμού αποτελούμενου από δώδεκα (12) ανεμογεννήτριες (Α/Γ), ισχύος 2 ΜW η καθεμία, εντός δε του γηπέδου εγκατάστασης του αιολικού πάρκου προβλέπεται τοποθέτηση οικίσκου ελέγχου εμβαδού 77 τ.μ. περίπου. Για την πρόσβαση στο γήπεδο του αιολικού σταθμού και για τη διασύνδεση των Α/Γ μεταξύ τους, θα απαιτηθούν έργα οδοποιίας (πρόσβασης και εσωτερικής) συνολικού μήκους 13.387,46 μέτρων, ενώ η παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια θα συγκεντρώνεται μέσω υπόγειων καλωδίων μέσης τάσης συνολικού μήκους 6.470 μέτρων στο κτίριο ελέγχου και στη συνέχεια μέσω νέων υπόγειων καλωδίων μέσης τάσης συνολικού μήκους 15.360 μέτρων περίπου, θα οδηγείται στον νέο προτεινόμενο Υ/Σ ανύψωσης τάσης (ΚΟΡΩΝΕΙΑ ΙΙ) σύμφωνα με τους όρους σύνδεσης. Εξάλλου, η θέση «Μεγάλη Λούτσα» που τοποθετείται το έργο, με μέσο υψόμετρο 1.450 μέτρα, ευρίσκεται επί των βόρειων κορυφογραμμών του όρους Ελικώνα, ανατολικά του οικισμού Κυριακίου (σε απόσταση 3.200 μέτρων), νότια της πόλης Λιβαδειάς (σε απόσταση 9.700 μέτρων) και Ζερικίου (Ελικώνας – σε απόσταση 1.450 μέτρων) και δυτικά του χωριού Αγίας Άννας (σε απόσταση 5.000 μέτρων). Η έκταση που θα εγκατασταθούν οι ανεμογεννήτριες είναι άγονη δημόσια δασική έκταση, με χαμηλή θαμνώδη βλάστηση αείφυλλων πλατύφυλλων, η συνέχεια της οποίας διακόπτεται από γυμνά χορτολιβαδικά και βραχώδη εδάφη (Μ.Π.Ε. σελ. 141), η δε περιοχή του γηπέδου εγκατάστασης του αιολικού πάρκου δεν έχει κηρυχθεί αναδασωτέα ούτε τελεί υπό καθεστώς Εθνικού Δρυμού, Αισθητικού Δάσους, Διατηρητέου Μνημείου της Φύσης ή προστατευόμενης περιοχής (Μ.Π.Ε. Συμπληρωματικά Στοιχεία σελ. 12-13). Εξάλλου, σύμφωνα με το 3165/9.8.2011 έγγραφο του Δασαρχείου Λιβαδειάς, η διάνοιξη νέας οδού πρόσβασης διέρχεται κατά το μεγαλύτερο τμήμα της εντός αναδασωτέας έκτασης (καμένο ελατοδάσος), με ορισμένα τμήματα να διέρχονται εκτός αυτής, ενώ, κατά την Ε.Π.Ο., η δικαιούχος εταιρεία οφείλει να αναδασώσει εκτός των επιφανειών επέμβασης του αιολικού πάρκου επιπλέον επιφάνεια 100 στρεμμάτων του καμένου ελατοδάσους (με προτεραιότητα τις επιφάνειες από τις οποίες θα διέλθουν οι ελιγμοί), με ιδιαίτερη μέριμνα στην ευρύτερη περιοχή του χώρου αναψυχής της «Αρβανίτσας», καθώς και στο συνδετήριο δρόμο Κυριακίου – Αγ. Άννας. Τέλος, η περιοχή ενδιαφέροντος δεν ανήκει στον εθνικό κατάλογο NATURA 2000, αλλά ούτε και στον κατάλογο «Σημαντικών Περιοχών για τα πουλιά στην Ελλάδα», σύμφωνα με την οδηγία ΕΟΚ 79/409.
- Επειδή, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, καθώς πριν την έκδοσή της δεν γνωμοδότησε το Περιφερειακό Συμβούλιο της οικείας Περιφέρειας, αλλά η Επιτροπή Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Στερεάς Ελλάδος της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος. Και τούτο διότι, κατά τους αιτούντες, η αρμοδιότητα της εν λόγω επιτροπής περιορίζεται, σύμφωνα με τα άρθρα 163 και 164 του ν. 3852/2010, σε θέματα των τομέων περιφερειακής πολιτικής που αφορούν στο περιβάλλον και την ανάπτυξη, χωρίς να δύναται η εν λόγω επιτροπή να υποκαταστήσει το Περιφερειακό Συμβούλιο σε γνωμοδοτικές του αρμοδιότητες που δεν έχουν σχέση με την περιφερειακή πολιτική της Περιφέρειας, όπως είναι τα θέματα χωροθέτησης έργων, η πρωτοβουλία υλοποίησης των οποίων ανήκει σε τρίτους και η αδειοδότησή τους χορηγείται από άλλες υπηρεσίες.
- Επειδή, στο άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 1650/1986, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3010/2002, ορίζεται ότι «2. … Για την έκδοση απόφασης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων γνωμοδοτούν: α) … και β) το οικείο Νομαρχιακό Συμβούλιο». Εξάλλου, στο μεν άρθρο 282 παρ. 1 περ. α΄ του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης – Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α’ 87) ορίζεται ότι «1.α. Για τις αρμοδιότητες των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, που περιέρχονται στις περιφέρειες του παρόντος νόμου και στους δήμους, αντιστοίχως, και για τις οποίες οι διατάξεις νόμων και κανονιστικών πράξεων, που τις οριοθετούν, προβλέπουν, ως αρμόδια όργανα άσκησης τους το Νομάρχη, το Νομαρχιακό Συμβούλιο και τη Νομαρχιακή Επιτροπή, από την έναρξη άσκησης των σχετικών αρμοδιοτήτων, για μεν τις περιφέρειες νοούνται, ως αρμόδια όργανα άσκησης τους, ο περιφερειάρχης, το περιφερειακό συμβούλιο και η οικεία οικονομική επιτροπή της περιφέρειας, για δε τους δήμους ο δήμαρχος, το δημοτικό συμβούλιο και η οικεία επιτροπή» στα δε άρθρα 163 και 164 του ίδιου νόμου ότι «Το περιφερειακό συμβούλιο ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που ανήκουν στην περιφέρεια, εκτός από εκείνες που έχουν ανατεθεί με ρητή διάταξη σε άλλο όργανο της περιφέρειας ή έχουν μεταβιβαστεί από το ίδιο το συμβούλιο σε επιτροπή του. …» (άρθρο 163) και ότι «1. Με απόφαση του περιφερειακού συμβουλίου μπορεί να συστήνονται μέχρι δύο (2) επιτροπές, στις οποίες το συμβούλιο μεταβιβάζει αρμοδιότητες του για συγκεκριμένους τομείς περιφερειακής πολιτικής που ορίζονται από αυτό ανάλογα με τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες της οικείας περιφέρειας. … 2. … 3. Το περιφερειακό συμβούλιο μπορεί, για θέματα ιδιαίτερα σοβαρά, με ειδική αιτιολογία, και με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών του, να αποφασίζει ότι θα ασκήσει το ίδιο αρμοδιότητες που είχε μεταβιβάσει στις περιφερειακές επιτροπές. Οι επιτροπές, με απόφαση, που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των μελών τους, μπορούν να παραπέμπουν συγκεκριμένο θέμα της αρμοδιότητας τους στο περιφερειακό συμβούλιο για τη λήψη απόφασης, εφόσον κρίνουν ότι αυτό επιβάλλεται από την ιδιαίτερη σοβαρότητα του. 4. Για τη σύσταση των επιτροπών του περιφερειακού συμβουλίου, τη σύγκληση, την απαρτία, την πλειοψηφία, τη λήψη απόφασης και κάθε άλλο σχετικό θέμα ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις για την Οικονομική Επιτροπή». Επίσης, στο άρθρο 186 του ίδιου νόμου ορίζονται τα εξής: «Ι. … II. Οι Αρμοδιότητες των περιφερειών, αφορούν τους τομείς: Α. Προγραμματισμού – Ανάπτυξης, … ΣΤ. Έργων – Χωροταξίας – Περιβάλλοντος, στους οποίους περιλαμβάνονται, ιδίως: 1. … 13. Η παροχή γνώμης του περιφερειακού συμβουλίου για τη χωροθέτηση Β.Ε.ΠΕ.. 14. … 19. Η παρακολούθηση της εφαρμογής και η αξιολόγηση των κανονισμών διοίκησης και λειτουργίας, καθώς και των σχεδίων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 15 του ν. 2742/1999 (ΦΕΚ 207 Α), όπως ισχύει. 20. … 23. Η ανάθεση εκπόνησης και η παρακολούθηση εφαρμογής Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων (Γ.Π.Σ.), Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν. 2508/1997. 24. … 25. Η παροχή γνώμης του περιφερειακού συμβουλίου κατά τη διαδικασία κατάρτισης των περιφερειακών χωροταξικών σχεδίων. 26. Η εξειδίκευση των κατευθυντήριων γραμμών περιβαλλοντικής πολιτικής σε επίπεδο περιφέρειας. 27. … 28. Η εισήγηση στο περιφερειακό συμβούλιο, με βάση περιβαλλοντικά κριτήρια, για την εξασφάλιση χρηματοδοτικών πηγών και την κατανομή των σχετικών πιστώσεων, καθώς και για προτάσεις μέτρων προς προστασία του περιβάλλοντος της περιοχής και ιδιαίτερα των ευαίσθητων περιοχών (βιότοπων κ.λπ.). 29. Η κατάρτιση και έγκριση του περιφερειακού σχεδιασμού διαχείρισης των στερεών αποβλήτων, στο πλαίσιο του αντίστοιχου εθνικού σχεδιασμού, ο οποίος αποσκοπεί, κυρίως, στη μελέτη και τον καθορισμό των μεθόδων διαχείρισης, καθώς και στη χωροθέτηση των πάσης φύσεως σχετικών εγκαταστάσεων περιλαμβανόμενης και της έκδοσης των κατά περίπτωση αδειών, που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. Κατά το σχεδιασμό λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές, οικονομικές, τεχνικές, περιβαλλοντικές, καθώς και οι ειδικές συνθήκες της περιοχής. 30. Η παροχή γνωμοδότησης, από το περιφερειακό συμβούλιο, σχετικά με το χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση εκτάσεων ως Π.Ο.Α.Π.Δ. (Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Παραγωγικών Δραστηριοτήτων) από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. 31. Η παροχή γνωμοδότησης, από το περιφερειακό συμβούλιο, σχετικά με το χαρακτηρισμό Περιοχών Ειδικών Χωρικών Παρεμβάσεων προς έκδοση της προβλεπόμενης από την κείμενη νομοθεσία κοινής υπουργικής απόφασης. 32. Η παροχή γνωμοδότησης, από το περιφερειακό συμβούλιο για Σχέδια Ολοκληρωμένων Αστικών Παρεμβάσεων (Σ.Ο.Α.Π.), όταν η διαδικασία κινείται από τον Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, 33. Η σύνταξη, η παρακολούθηση της εφαρμογής και η αξιολόγηση των κανονισμών διοίκησης και λειτουργίας και των σχεδίων διαχείρισης για προστατευόμενες περιοχές. 34. Η παρακολούθηση εφαρμογής Ειδικών Χωροταξικών Μελετών και ΖΟΕ. 35. … Ζ. Υγείας …». Ακολούθως, με την υπ’ αριθ. 2/24.2.2011 απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Στερεάς Ελλάδας εγκρίθηκε η σύσταση Περιφερειακής Επιτροπής Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, ενώ με την υπ’ αριθ. 10/24.2.2011 απόφαση του ίδιου Περιφερειακού Συμβουλίου (Β΄ 1018) μεταβιβάσθηκαν στην εν λόγω Περιφερειακή Επιτροπή οι αρμοδιότητες του Περιφερειακού Συμβουλίου που αναφέρονται στις προπαρατιθέμενες περιπτώσεις 13, 19, 23, 25, 26, 28 – 33 του τομέα Έργων – Χωροταξίας – Περιβάλλοντος του άρθρου 186 του ν. 3852/2010, καθώς και οι αρμοδιότητες περί «Γενικότερων θεμάτων αρμοδιότητας περιβάλλοντος της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, όπως αυτές διατυπώνονται στον ψηφισθέντα κανονισμό λειτουργίας Επιτροπής Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας», στο δε άρθρο 4 παρ. 1 περ. 15 του τελευταίου αυτού κανονισμού (υπ’ αριθ. 3/28.3.2011 απόφαση Περιφερειακού Συμβουλίου Στερεάς Ελλάδας – Β΄ 1451/2012) αναφέρεται ως αρμοδιότητα της Περιφερειακής Επιτροπής Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και η «Γνωμοδότηση επί Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και γενικότερων θεμάτων αρμοδιότητας περιβάλλοντος της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας».
- Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η αρμοδιότητα γνωμοδότησης του οικείου Περιφερειακού Συμβουλίου επί Μ.Π.Ε. σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1650/1986, η οποία εντάσσεται στις αρμοδιότητες του Περιφερειακού Συμβουλίου στον τομέα Έργων – Χωροταξίας – Περιβάλλοντος του άρθρου 186 του ν. 3852/2010, έχει μεταβιβαστεί στην ως άνω Περιφερειακή Επιτροπή Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, καθώς η αρμοδιότητα αυτή αφορά σε γενικότερο ζήτημα αρμοδιότητας περιβάλλοντος της Περιφέρειας. Εξάλλου, η αρμοδιότητα γνωμοδότησης επί Μ.Π.Ε. σύμφωνα με την περιβαλλοντική νομοθεσία προδήλως αφορά στον τομέα της περιφερειακής περιβαλλοντικής πολιτικής, καθώς με αυτήν διατυπώνεται η γνώμη της Περιφέρειας, από περιβαλλοντικής απόψεως, επί των σχεδιαζόμενων έργων που δύναται να έχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον, κυρίως ως προς το ζήτημα της συμφωνίας των έργων αυτών προς τις κατευθύνσεις του οικείου Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Συνεπώς, ο προβαλλόμενος λόγος περί αναρμοδιότητας της Περιφερειακής Επιτροπή Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης Στερεάς Ελλάδος της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος να γνωμοδοτήσει επί της ένδικης Μ.Π.Ε. είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
- Επειδή, στην οικεία Μ.Π.Ε. αναφέρονται τα εξής: «Οι ανεμογεννήτριες του αιολικού πάρκου θα εγκατασταθούν σε απομακρυσμένα δημόσια δασικά ορεινά υψίπεδα με αραιή θαμνώδη βλάστηση και διάσπαρτα άτομα ελάτης σε υψόμετρο κυμαινόμενο από 1000 έως 1450» (σελ. 11), «Ο χώρος του γηπέδου του αιολικού πάρκου είναι δημόσια δασική έκταση, και μετά από τη χορήγηση της άδειας παραγωγής θα ζητηθεί από τη Διεύθυνση Δασών της Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας έγκριση επέμβασης» (σελ. 17), «Η έκταση στην οποία θα εγκατασταθούν οι ανεμογεννήτριες είναι χέρσα και άγονη με θαμνώδη βλάστηση και κατά μικροεπιφάνειες υφίστανται μικρές αραιές συστάδες δέντρων ελάτης (βλ. σχετ. Ορθοφωτοχάρτη, σχέδ. 11.1.7.). Επίσης, η προτεινόμενη θέση εγκατάστασης του αιολικού πάρκου, χρησιμοποιείται κυρίως ως βοσκότοπος και ως τέτοια θα παραμείνει κατά τη λειτουργία του έργου, αφού η λειτουργία του έργου δεν εμποδίζει τη συνέχιση τέτοιου είδους δραστηριοτήτων. Η περιοχή του γηπέδου εγκατάστασης του αιολικού πάρκου δεν έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, ούτε τελεί υπό καθεστώς Εθνικού Δρυμού, Αισθητικού Δάσους, Διατηρητέου Μνημείου της φύσης ή προστατευόμενης περιοχής, ενώ για την περιοχή δεν υπάρχει αναδασωτικό πρόγραμμα» (σελ. 29), «Λόγω του υψομέτρου και του ανεμώδους χαρακτήρα της περιοχής εγκατάστασης η βλάστηση είναι υποτυπώδης και συνίσταται κυρίως από αραιή εποχική βλάστηση. Ανατολικότερα εμφανίζεται βλάστηση, αρχικά ελάτων (abies cephalonica) και ολοένα χαμηλότερα δασικών πεύκων (pinus xalepensis) … Η υφιστάμενη φυσική διάπλαση είναι αυτή των κωνοφόρων και περιλαμβάνει στη δενδρώδη βλάστηση Κεφαλληνιακή Ελάτη και Χαλέπιο Πεύκη στις χαμηλότερες περιοχές με υπόροφο από αείφυλλα πλατύφυλλα. Η πυκνότητα του ελατοδάσους στις πλαγιές του όρους όπου και υπάρχει το δάσος κυμαίνεται κατά θέσεις από 10 – 70%. Ο υπόροφος είναι περιορισμένος, λόγω των ανθρωπογενών επεμβάσεων (βοσκή και πυρκαγιές), με έντονη σε όλη την επιφάνεια της έκτασης την εμφάνιση του μητρικού εδάφους, ασβεστολιθικής προέλευσης. Το ελατοδάσος του Ελικώνα έχει προσεγγίσει τα κατώτερα όρια αντοχής και ύπαρξης του. Είναι ιδιαίτερα υποβαθμισμένο, γηρασμένο, με πολύ μικρό ξυλαπόθεμα, συγκρατούμενο από δένδρα συχνά αποκορυφωμένα, κακής ανάπτυξης, με μικρό βαθμό συγκόμωσης, μηδενικό έως ελάχιστο χούμο και κυριολεκτικά χωρίς ίχνος αναγέννησης, με τάση συνεχούς περιορισμού αντί επέκτασης. … Ο τόπος εγκατάστασης του αιολικού πάρκου είναι βραχώδης κορυφογραμμή, άγονη και χωρίς ιδιαίτερη βλάστηση. Κατά μήκος της κορυφογραμμής όπου βρίσκεται η αιτούμενη έκταση, συναντάει κανείς θαμνώδη και ποώδη βλάστηση εκτός από το ανατολικό τμήμα του χώρου εγκατάστασης όπου συναντάται αραιό δάσος Ελάτης, το οποίο έχει υποβαθμισθεί εξαιτίας της βόσκησης και τυχόν πυρκαγιών του παρελθόντος» (σελ. 80-83), «Επίσης στην πρόθεση της εταιρείας [παρεμβαίνουσας] με δικές της δαπάνες, είναι και η αναδάσωση τμήματος του καμένου ελατοδάσους επιφανείας 100 στρεμμάτων που βρίσκεται Ν-ΝΑ του έργου μετά την σύνταξη της σχετικής μελέτης από την εταιρεία και την έγκρισή της αρμοδίως και πάντοτε μετά από συνεννόηση με το Δασαρχείο Λιβαδειάς. Ως στόχος της ανωτέρου προθέσεως είναι η επαναφορά τμήματος της καμένης έκτασης στην αρχική της κατάσταση προς αναβάθμιση του Δασικού Οικοσυστήματος της περιοχής. … Το σύνολο των εργασιών προστασίας της βλάστησης πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης. Για τον σκοπό αυτό θα γίνουν οι απολύτως αναγκαίες επεμβάσεις στο προτεινόμενο χώρο εγκατάστασης του έργου και όπου χρειαστεί θα γίνουν φυτοτεχνική αποκατάσταση σύμφωνα με τη προμελέτη που έχει συνταχθεί για εκτιμώμενη επιφάνεια 50 στρεμμάτων και φύτευση τουλάχιστον 5000 φυταρίων» (σελ. 167, 169). Επίσης, στο τεύχος των Συμπληρωματικών Στοιχείων (Ιούλιος 2011) της Μ.Π.Ε., το οποίο εκπονήθηκε σε συμμόρφωση προς τις παρατηρήσεις του Δασαρχείου Λιβαδειάς και της Διεύθυνσης Δασών Νομού Βοιωτίας και αφορά στη νέα πρόταση για τη χάραξη των οδών πρόσβασης στο έργο, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Το συνολικό μήκος της νέας οδοποιίας ανέρχεται στα 13.387,46 μ. και αφορά την νέα οδοποιία πρόσβασης – διασύνδεσης. … [Μ]ε την καινούργια πρόταση … έχουμε μικρότερη επιφάνεια επέμβασης, άρα έχουμε μικρότερη φθορά δασικής βλάστησης όπου υπάρχει. Επίσης η νέα προτεινόμενη λύση πρόσβασης θα διευκολύνει και την αναδάσωση της καμένης έκτασης η οποία έχει προταθεί και στην Μ.Π.Ε. … Η κατασκευή του έργου αναμένεται να έχει μικρές αρνητικές επιπτώσεις στην μορφολογία του εδάφους λόγω του ανάγλυφου … Το έργο δεν πρόκειται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην χλωρίδα και πανίδα της άμεσης περιοχής του έργου, δεδομένου ότι η συνολική έκταση των εκχερσώσεων είναι σχετικά μικρή» (σελ. 10-12). Εξάλλου, σύμφωνα με το 3165/9.8.2011 έγγραφο του Δασαρχείου Λιβαδειάς, η διάνοιξη νέας οδού πρόσβασης διέρχεται κατά το μεγαλύτερο τμήμα της εντός αναδασωτέας έκτασης (καμένο ελατοδάσος), με ορισμένα τμήματα να διέρχονται εκτός αυτής, τούτο δε, κατά την άποψη της εν λόγω υπηρεσίας, θα βοηθήσει στη μελλοντική αναδάσωση της περιοχής και την αντιπυρική προστασία της ευρύτερης περιοχής. Τέλος, κατά την Ε.Π.Ο., η δικαιούχος εταιρεία οφείλει να τηρεί τους ακόλουθους όρους: «Η οποιαδήποτε φθορά δασικής βλάστησης θα περιοριστεί στην ελάχιστη δυνατή. Η υλοτομία και απομάκρυνση των δασικών προϊόντων θα προηγηθούν κάθε επέμβασης και θα γίνουν με τις υποδείξεις του αρμόδιου Δασαρχείου. Ιδιαίτερη προσοχή να δοθεί στα μικρά τμήματα της οδοποιίας που διέρχονται από εκτάσεις που καλύπτονται από δασική βλάστηση, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις επ’ αυτής. Η εταιρεία υποχρεούται στη λήψη έγκρισης επέμβασης από την αρμόδια Δασική υπηρεσία για το σύνολο του έργου (συμπεριλαμβανομένων και των συνοδών έργων αυτού) που προβλέπονται να γίνουν σε έκταση δασικού χαρακτήρα» (όρος Β.3), «Οι προτεινόμενες πλατείες εγκατάστασης των Α/Γ, πλατείες ανέγερσης των γερανών, και η θέση κατασκευής του κτιρίου ελέγχου, να γίνουν σε εκτάσεις με την κατά το δυνατόν μικρότερη φθορά της δασικής βλάστησης και με μικρές εγκάρσιες κλίσεις» (όρος Β.5), «Το δασικό περιβάλλον που θα αλλοιωθεί από την όλη επέμβαση και μετά την ολοκλήρωση των εργασιών δεν θα καλύπτεται από έργα υποδομής, πρέπει να αποκατασταθεί και προς τούτο επιβάλλεται να συνταχθεί ειδική δασοτεχνική μελέτη. Επίσης όλα τα πρανή που θα δημιουργηθούν από τη διάνοιξη της οδοποιίας πρόσβασης και της εσωτερικής οδοποιίας, καθώς και όλων των επιφανειών που θα δημιουργηθούν στα πλαίσια του έργου και επιδέχονται βλάστηση (πρανή επιχωμάτων, βαθμίδες ορυγμάτων χώροι απόθεσης, νησίδες κ.λ.π.) να φυτευτούν, κατά προτίμηση με φυτά της αυτοφυούς χλωρίδας της περιοχής, κατόπιν εκπόνησης ειδικής φυτοτεχνικής μελέτης και έγκριση του αρμόδιου Δασαρχείου» (όρος Β.6), «Οι εργασίες φύτευσης να αρχίζουν αμέσως σε κάθε τμήμα πρανούς ή επιφάνειας όπου έχουν περατωθεί οι χωματουργικές εργασίες και έχουν διαμορφωθεί τα τελικά υψόμετρα (με προσθήκη φυτικής γης τουλάχιστον 50 εκ.) και να είναι ανάλογες με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε επιμέρους περιοχής. … • Η δικαιούχος εταιρεία, να αναδασώσει εκτός των επιφανειών επέμβασης του υπόψη αιολικού πάρκου, επιπλέον επιφάνεια 100 στρεμ. του καμένου ελατοδάσους (με προτεραιότητα τις επιφάνειες από τις οποίες θα διέλθουν οι ελιγμοί). Ιδιαίτερη μέριμνα να δοθεί στην ευρύτερη περιοχή του χώρου αναψυχής της «Αρβανίτσας», καθώς και στο συνδετήριο δρόμο Κυριακίου – Αγ. Άννας. • … • Όπου αναμένεται απώλεια βιοτόπων φυσικής βλάστησης, διαίρεση ή κατάτμηση των φυσικών οικοτόπων να εφαρμοστούν επανορθωτικά μέτρα όπως είναι η φύτευση. • Για την αποκατάσταση της δασικής βλάστησης όπου αυτή θιγεί, να συνταχθούν ειδικές δασοτεχνικές μελέτες, σύμφωνα με το αρθ. 16 του Ν.998/79. • Nα χρησιμοποιηθούν αυτόχθονα είδη ώστε να επιτευχθεί η αισθητική και οικολογική ενοποίηση με τον περιβάλλοντα χώρο (την υφιστάμενη δομή και χλωριδική σύνθεση του τύπου βλάστησης της περιοχής» (όρος Β.7).
- Επειδή, με τα ανωτέρω δεδομένα και λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι το συνολικό μήκος της νέας οδοποιίας ανέρχεται στα 13.387,46 μ., ότι η διάνοιξη της νέας οδού διέρχεται κατά το μεγαλύτερο τμήμα της εντός αναδασωτέας έκτασης (καμένο ελατόδασος), ότι οι ανεμογεννήτριες του αιολικού πάρκου θα εγκατασταθούν σε υψόμετρο κυμαινόμενο από 1000 έως 1450 μ., το Δικαστήριο, κατά την άποψη που επικράτησε, κρίνει ότι στην προκείμενη περίπτωση απητείτο ειδικότερη αιτιολογία της στάθμισης στην οποία προέβη η Διοίκηση, αφενός του οφέλους από τη δημιουργία της μονάδας αυτής και του κόστους αφετέρου, που συνεπάγεται αυτή για το περιβάλλον, ιδίως ως προς τη χάραξη εντός δασικής και αναδασωτέας έκτασης της νέας οδού τόσο μεγάλου μήκους, όσο και ως προς την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών σε ύψος άνω των 800 μ., ενόψει των επιταγών του Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος, κατά το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, αφ’ ενός μεν οι ορεινές περιοχές της Περιφέρειας που χωροθετούνται σε υψόμετρο άνω των 800 μ., αντιμετωπίζονται γενικά ως κατ’ εξοχήν περιοχές φυσικού αποθέματος, αφ’ ετέρου δε η προστασία και η ανάπτυξη των δασικών οικοσυστημάτων αποτελεί «κομβικό σημείο των χωροταξικών ρυθμίσεων». Εξάλλου, ως προς την διάνοιξη μεγάλου μήκους οδού (13,5 χιλ. περίπου) εντός δασικής και αναδασωτέας εκτάσεως, η αιτιολογία της προσβαλλομένης δεν είναι νόμιμη κατά το σκέλος που με αυτήν η Διοίκηση ισχυρίζεται ότι η διάνοιξη της οδού θα βοηθήσει την αντιπυρική προστασία της περιοχής, διότι, κατά τον νόμο, η διάνοιξη δασικών δρόμων για την αντιπυρική προστασία γίνεται βάσει ειδικού σχεδιασμού, που δεν υπάρχει εν προκειμένω (πρβλ. ΣΕ 772/92, 3056/01), είναι δε και αόριστη κατά το σκέλος που αφορά, την εξυπηρέτηση «της μελλοντικής αναδάσωσης» της περιοχής. Συνεπώς, είναι βάσιμοι οι σχετικοί λόγοι ακυρώσεως. Κατά τη γνώμη, όμως, του Συμβούλου Αντωνίου Ντέμσια, από τα παραπάνω προκύπτει ότι προηγήθηκε πλήρης έρευνα ως προς την επιλεγείσα θέση του επίμαχου έργου, δεν προκύπτουν δε δυσμενείς επιπτώσεις για το περιβάλλον, ενόψει και του είδους, του μεγέθους αλλά και της σημασίας της επίμαχης δραστηριότητας. Και τούτο διότι η έκταση στην οποία θα εγκατασταθούν οι ανεμογεννήτριες περιγράφεται, κατά τα ήδη εκτεθέντα, ως δασική έκταση χωρίς αξιόλογη βλάστηση (πρβλ. ΣτΕ 3816/2010), καθώς είναι χέρσα και άγονη, με θαμνώδη βλάστηση μικρές αραιές συστάδες δέντρων ελάτης, ενώ, ως προς την οδοποιία πρόσβασης, προβλέπεται μεν η κοπή ορισμένου αριθμού δένδρων (περίπου 60), κατά την άποψη, όμως της αρμόδιας υπηρεσίας (Δασαρχείο Λιβαδειάς) τούτο δεν είναι ικανό να δημιουργήσει μεγάλη περιβαλλοντική επιβάρυνση, ενώ αντίθετα η διέλευση της οδοποιίας πρόσβασης εντός της αναδασωτέας έκτασης (βλ. την 4667/2.10.2007 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με την οποία κηρύχθηκε ως αναδασωτέα έκταση εμβαδού 1.423,227 στρεμμάτων στις θέσεις «Αρβανίτσα − Καλύβα», περιφέρειας Κοινότητας Κυριακίου και Δήμου Λιβαδειάς, του Νομού Βοιωτίας) θα βοηθήσει στη μελλοντική αναδάσωσή της και την αντιπυρική προστασία της ευρύτερης περιοχής. Εξάλλου, ενόψει των αναφερόμενων στην οικεία Μ.Π.Ε. και των τεθέντων όρων με την προσβαλλόμενη πράξη αφενός ως προς μεν την κύρια εγκατάσταση δεν υφίσταται θυσία ιδιαίτερης δασικής βλάστησης, ως προς δε τη διέλευση της οδοποιίας πρόσβασης εξετάσθηκαν εναλλακτικές λύσεις και επελέγη η λύση με την ολιγότερη θυσία δασικής βλάστησης. Τέλος, δεν υφίσταται αντίθεση ως προς το περιφερειακό πλαίσιο, διότι η επίμαχη δραστηριότητα δεν είναι ασύμβατη με την ανάπτυξη ήπιων μορφών τουρισμού ή αγροτοδασικής δραστηριότητας (ΣτΕ 3566/2014), ενώ, αντιθέτως, είναι επιτρεπτή η εγκατάσταση και λειτουργία αιολικού σταθμού και συνοδών έργων σε όλη την έκταση της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, επομένως και στην περιφέρεια του Δήμου Λεβαδέων (ΣτΕ 3565-66/2014, 2474/2011, 3816, 4448/2010, 1508/2008, βλ. και ΣτΕ 3050/2015).
- Επειδή, ενόψει των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή για τον ανωτέρω λόγο η κρινόμενη αίτηση και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, αποβαινούσης αλυσιτελώς της ερεύνης των λοιπών λόγων ακυρώσεως.