ΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ (Φεβρουάριος 2006)
-
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2006
Το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατατρώγει τα σπλάχνα του πλανήτη και αποτελεί, κατά γενική παραδοχή, το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό κίνδυνο της εποχής μας. Οι προσπάθειες που έχουν ώς τώρα αναληφθεί δεν είναι σε θέση να τον περιορίσουν και, πολύ περισσότερο, να τον αντιμετωπίσουν. Η Σύμβαση-πλαίσιο του Ρίο για τις κλιματικές αλλαγές (1992) και το Πρωτόκολλο του Κιότο (1997) δίνουν μια πρώτη απάντηση για τον έλεγχο του φαινομένου. Στο σύστημα του Κιότο, που άργησε να συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό κρατών για την ισχύ του, αρνούνται δυστυχώς να συμμετάσχουν μεγάλες και ανερχόμενες οικονομικές δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, η Κίνα και η Ινδία.
Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτούργησε από την αρχή ως καταλύτης στην προώθηση κάθε σχετικής πρωτοβουλίας. Σε αυτήν την πολιτική εμμένει απαρασάλευτα, άνκαι άλλες μεγάλες οικονομικές δυνάμεις την υποσκάπτουν, νοθεύοντας σε παγκόσμιο επίπεδο τους όρους του ανταγωνισμού. Τη στάση της Ένωσης ακολουθεί, εκούσα άκουσα, και η χώρα μας. Παρά τις δεσμεύσεις όμως που έχει αναλάβει απέναντί της, δεν μπόρεσε ακόμη να διαμορφώσει πολιτική για την προσαρμογή του βηματισμού μας στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
Είναι λοιπόν καιρός να επεξεργασθούμε πρόσφορα μέτρα και αποτελεσματικές δράσεις για την εναρμόνιση με το κοινοτικό κεκτημένο και τη δημιουργική συμμετοχή μας στα Προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να γίνει ακόμη πολλή δουλειά, αφού η νομοθεσία που κατά καιρούς ίσχυε και οι διοικητικές πρακτικές που ακολουθούνται διακρίνονται από γραφειοκρατικές αντιλήψεις, αδιέξοδους μικροϋπολογισμούς και νωχελικότητα. Η συγκομιδή από την εφαρμογή της ειδικής νομοθεσίας παραμένει ακόμη ισχνή, παρά τις μεγάλες δυνατότητες που προσφέρει η γεωμορφολογία της χώρας.
Με σύγχρονες και ευρηματικές επιλογές πρέπει να δώσουμε νέα πνοή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διαμορφώνοντας μια αξιόπιστη και συνεκτική πολιτική σε όλες τις διαστάσεις της. Αξίζει να σημειωθεί ότι και η καλύτερη νομοθεσία δεν θα μπορούσε να προσφέρει ικανοποιητικά αποτελέσματα, αν δεν συνοδεύεται από διοικητικές πρακτικές που εγγυώνται την εφαρμογή της. Βαρύγδουπες εξαγγελίες και προγραμματισμοί χωρίς αντίκρισμα αποδεικνύονται γρήγορα ατελέσφοροι. Την πραγματικότητα αυτή παραγνωρίζουμε δυστυχώς συχνά στη χώρα μας.
Απαραίτητη είναι επίσης η δημιουργία συνείδησης στους πολίτες για τη σημασία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η συνειδητοποίηση της σημασίας για τη βελτίωση του ενεργειακού και του περιβαλλοντικού ισοζυγίου μας και η ωρίμανση της κοινωνίας διευκολύνουν τη δημιουργική διαβούλευση της Διοίκησης με τις τοπικές κοινωνίες, τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και τους πολίτες. Η διαβούλευση αποτελεί άλλωστε ευπρόσδεκτη έκφραση της συμμετοχικής δημοκρατίας, συμβάλλει δε στην πραγμάτωση του σύγχρονου κράτους δικαίου και του περιβαλλοντικού Συντάγματος. Με δύο λόγια, πρέπει να υπερβούμε χρονίζουσες αγκυλώσεις και να διαμορφώσουμε τις απαραίτητες συνθήκες για την ταχύρυθμη προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Άλλωστε μόνο έτσι θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε με αίσθημα ευθύνης στις υποχρεώσεις που έχουμε αναλάβει απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη διεθνή κοινότητα.
Με τα προβλήματα αυτά ασχολήθηκε η Διημερίδα που διοργάνωσε η Greenpeace και η εταιρεία Νόμος+Φύση στις 8 Φεβρουαρίου 2006. Επιστήμονες από διάφορες περιοχές παρουσίασαν τις κυριότερες πτυχές που συνέχονται με τις κλιματικές αλλαγές και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κοινή ήταν η διαπίστωση ότι είναι επιβεβλημένη η εκπόνηση χωρίς άλλες καθυστερήσεις μιας σύγχρονης πολιτικής. Μιας πολιτικής, που θα αποτελέσει επιτέλους την απαρχή για την προγραμματισμένη διάδοση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την εμπέδωσή τους ως βασικής συνιστώσας του ενεργειακού ισοζυγίου της χώρας μας, με τις επακόλουθες ευεργετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.






