ΣτΕ 377/2024 [Νόμιμη απόφαση ΥΠΠΟΑ για την έγκριση αντικατάστασης στεγών σε κτίσμα εντός του αρχαιολογικού χώρου Μονεμβασιας]
Περίληψη
– Όπως έχει κριθεί, ενόψει της ειδικής προστασίας που χρήζουν οι μνημειακού χαρακτήρα ενεργοί οικισμοί, για οποιαδήποτε επέμβαση σε κτίσμα που βρίσκεται σε χώρο, ο οποίος φέρει τον ανωτέρω χαρακτηρισμό, απαιτείται άδεια του Υπουργού Πολιτισμού κατόπιν γνώμης του οικείου γνωμοδοτικού οργάνου. Η εν λόγω άδεια πρέπει να είναι αιτιολογημένη ως προς τις επιτρεπόμενες εργασίες και τις επιπτώσεις αυτών στο χαρακτήρα του οικισμού ως αρχαιολογικού χώρου, που χρήζει ειδικής κρατικής προστασίας. Εφόσον δε πρόκειται για αποκατάσταση ή επισκευή κτίσματος πρέπει να τεκμηριώνεται η αρχική μορφή αυτού. Εξάλλου, όταν ένας οικισμός εμπίπτει σε καθεστώς πολλαπλής προστασίας, δεσπόζων, κατά το άρθρο 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, είναι ο μνημειακός χαρακτήρας, ο οποίος συνεπάγεται αυξημένο καθεστώς προστασίας. Συνεπώς, στην περίπτωση της Μονεμβασίας, η οποία αποτελεί ταυτόχρονα συγκρότημα μνημειακού χαρακτήρα και παραδοσιακό οικισμό, υπερέχει ο χαρακτηρισμός της ως μνημειακού συγκροτήματος. Περαιτέρω, το ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας του μνημειακού χαρακτήρα οικισμού της Μονεμβασίας, δεν μεταβλήθηκε μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3082/2002 και εξακολουθεί να ισχύει στο σύνολό του.
Η άδεια ανέγερσης (όπως και η άδεια ανακατασκευής) των ακινήτων, για τα οποία ζητήθηκε από τον παρεμβαίνοντα η επίδικη «επισκευή-αποκατάσταση-αντικατάσταση», καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας, εφόσον δεν έχει ανακληθεί διοικητικώς ή ακυρωθεί δικαστικώς και επομένως, δεν δύναται, ως ατομική διοικητική πράξη, να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο της παρούσας δίκης. Συνεπώς, ο διαλαμβανόμενος λόγος ακυρώσεως, ερειδόμενος σε ισχυρισμούς περί παρανόμου ανεγέρσεως της οικίας του παρεμβαίνοντος είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος. Ο λόγος ότι τα επίμαχα κτίρια παραβιάζουν την αισθητική της περιοχής και υποβαθμίζουν το περιβάλλον λόγω της καταπάτησης κοινόχρηστης οδού, είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, δεδομένου ότι πλήττει τη νομιμότητα των αδειών ανέγερσης και ανακατασκευής των κτιρίων αυτών, οι οποίες έχουν διαφύγει τον ακυρωτικό έλεγχο. Τέλος, τα προβαλλόμενα ότι οι στέγες υποβαθμίζουν το οικιστικό περιβάλλον είναι επίσης απορριπτέα, δεδομένου ότι πλήττουν αναποδείκτως την ανέλεγκτη εκτίμηση της Διοικήσεως ως προς την υπάρχουσα στην περιοχή πραγματική κατάσταση.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία εγκρίθηκαν οι παρεμβάσεις είναι ακυρωτέα, διότι δεν έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο από την παρ. 6 του άρθρου 14 του ν. 3028/2002, π.δ. περί καθορισμού χρήσεων γης και όρων δόμησης για την περιοχή. Ο λόγος αυτός, όπως προβάλλεται, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελής, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το πραγματικό της υποθέσεως, το οποίο δεν αμφισβητούν οι αιτούντες, η μελέτη που υποβλήθηκε από τον παρεμβαίνοντα για την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως δεν αφορούσε στην αλλαγή της χρήσης των επίμαχων κτισμάτων ούτε σε τυχόν νομιμοποίηση αυθαίρετης κατασκευής.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Θ. Κανελλοπούλου