ΣτΕ 157/2024 [Νόμιμη διακοπή λειτουργίας ως βυρσοδεψείου]
Περίληψη
– Η κατ’ εξαίρεση δυνατότητα συνέχισης λειτουργίας επιχείρησης κατηγορίας Β που υπάγεται σε ΠΠΔ κατά τις διατάξεις των άρθρων 22 και 75 του ν. 3922/2011 προϋποθέτει την ύπαρξη περιβαλλοντικών όρων σε ισχύ αλλά και την τήρηση αυτών, καθόσον η διαπίστωση μη τήρησής τους καθιστά τη συνέχιση λειτουργία αυτής μη νόμιμη, λόγω μη συνδρομής προϋποθέσεως του νόμου. Προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι ακυρωτέες διότι, κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, δεν κλήθηκε η εταιρεία να εκθέσει τις απόψεις της και να προσκομίσει σχετικά στοιχεία πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης του Αντιπεριφερειάρχη Πειραιά περί διακοπής λειτουργίας της, ενώ ουδέποτε έλαβε γνώση του περιεχομένου της σχετικής εισηγήσεως της Υπηρεσίας. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου η λειτουργία της αιτήσας επιχείρησης τελούσε υπό την επιφύλαξη της τήρησης των σχετικών ΠΠΔ, στις οποίες περιλαμβάνεται και ο επίμαχος όρος για την ύπαρξη άδειας διάθεσης υγρών αποβλήτων, μετά δε από την διαπίστωση της μη τήρησης του όρου αυτού κατά την επιθεώρηση της 16.11.2018 και πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης του Αντιπεριφερειάρχη Πειραιά ενημερώθηκε σχετικώς η αιτούσα, ενώ δόθηκε στην αιτούσα η δυνατότητα με τις απαντήσεις της επί των εγγράφων αυτών, να εκθέσει τις επί του θέματος απόψεις της, όπως έπραξε με επιστολή της προς την αδειοδοτούσα αρχή. Επίσης όπως προκύπτει από το προοίμιο της προσβαλλόμενης αποφάσεως του Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Πειραιά, για την έκδοσή της λήφθηκαν υπόψη όλα τα υποβληθέντα από την αιτούσα έγγραφα και στοιχεία. Συνεπώς ο υπό κρίση λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι η αιτούσα δεν αναφέρει ως όφειλε για το λυσιτελές προβολής του, τους ισχυρισμούς που θα είχε προβάλει κατά την προηγούμενη ακρόασή της.
Προβάλλεται ότι χωρίς νόμιμη και επαρκή αιτιολογία και κατά παράβαση των αρχών της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοίκησης, με τις προσβαλλόμενες πράξεις αποφασίσθηκε με αδικαιολόγητη σπουδή η διακοπή λειτουργίας της επιχείρησης της αιτούσας, χωρίς να προκύπτει, εκ του συνόλου των συνθηκών, η αναποτελεσματικότητα άλλων, ηπιότερων μέτρων και παρά το γεγονός ότι εκκρεμούσε η έκδοση σχετικής άδειας. Ο λόγος, όμως, αυτός είναι, επίσης, απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η επιβληθείσα με τις προσβαλλόμενες πράξεις διακοπή λειτουργίας της επίμαχης δραστηριότητας έλαβε χώρα δυνάμει των εφαρμοστέων διατάξεων και αφού είχαν προηγηθεί εκ μέρους της Διοικήσεως διαδοχικές επισημάνσεις σχετικά με την μη τήρηση του επίμαχου όρου των ΠΠΔ, προς τις οποίες η εταιρεία δεν συμμορφώθηκε, παρά την προηγούμενη επιβολή σχετικού προστίμου και την παρέλευση ενός έτους και τριών μηνών από την αρχική διαπίστωση της εν λόγω πλημμέλειας, ενώ οι ως άνω γενικές αρχές σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλουν την διατήρηση δραστηριότητας που λειτουργεί κατά παράβαση όρου των ΠΠΔ ως προς τον τρόπο διάθεσης των αποβλήτων της.
Εν προκειμένω, η διακοπή λειτουργίας της επίμαχης δραστηριότητας δεν αποφασίσθηκε κατ’ επίκληση των διατάξεων περί επιβολής κυρώσεων, ώστε να τίθεται ζήτημα επιβολής ηπιότερου μέτρου, αλλά λόγω μη πλήρωσης όρου/προϋποθέσεως για την προστασία του περιβάλλοντος, σχετικά με την κατ’ εξαίρεση δυνατότητα συνέχισης λειτουργίας της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 3982/2011, και συγκεκριμένα, λόγω ελλείψεως σχετικής άδειας από την ΕΥΔΑΠ περί διάθεσης των υγρών αποβλήτων της. Συνεπώς, ο σχετικός λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως. Εξάλλου, πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως περί διακοπής λειτουργίας της επιχείρησης, είχαν γίνει στην εταιρεία διαδοχικές επισημάνσεις σχετικά με την μη τήρηση του επίμαχου όρου, ο οποίος, μάλιστα, δεδομένου ότι πρόκειται για βυρσοδεψείο, έχει καταλυτική σημασία για τη λειτουργία του, παρά δε τις σχετικές χορηγηθείσες προθεσμίες και την παρέλευση ικανού διαστήματος από την αρχική διαπίστωσή της (ένα έτος και τρεις μήνες), η πλημμέλεια δεν διορθώθηκε. Τόσο η απόφαση περί διακοπής λειτουργίας της επίμαχης επιχείρησης όσο και η απόφαση περί απορρίψεως της σχετικής προσφυγής της αιτούσας κατά της ως άνω αποφάσεως είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένες, απορριπτομένου ως αβασίμου του περί του αντίθετου υπό κρίση λόγου, ενώ οι διαφορές μεταξύ της αιτούσας και της ΕΥΔΑΠ από τυχόν ολιγωρία της τελευταίας στην έκδοση της σχετικής άδειας διάθεσης αποβλήτων, όπως επίσης υποστηρίζει η αιτούσα, δεν αποτελούν αντικείμενο της κρινόμενης αιτήσεως.
Πρόεδρος: Π. Καρλή
Εισηγητής: Μ. Μπαμπίλη