ΣτΕ 1944/2023 [Νόμιμες πράξεις αδειοδότησης μονάδας υδατοκαλλιέργειας στην ν. Εύβοια]
Περίληψη
– Ενόψει του ότι η διαδικασία διαβούλευσης πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ έλαβε χώρα στην έδρα της Περιφέρειας Λαμίας, κατόπιν δημοσίευσης σχετικής πρόσκλησης σε εφημερίδα της Χαλκίδας, και όχι στον Δήμο Καρύστου, όπου βρίσκεται ο τόπος υλοποίησης του επίδικου έργου, δεν υπήρξε επαρκής πληροφόρηση για την έναρξη της διαδικασίας συμμετοχής του κοινού, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ουσιαστική τήρηση των δικαιωμάτων του, όπως προκύπτει και από το γεγονός ότι ουδεμία άποψη κατατέθηκε στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας. Για τον λόγο αυτό, εν προκειμένω, δεν μπορεί να αντιταχθεί στον αιτούντα Σύλλογο η ανάρτηση της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ στο διαδίκτυο για τον υπολογισμό της προθεσμίας προσβολής της. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι η κρινόμενη αίτηση ασκήθηκε εντός ευλόγου χρόνου από την εν λόγω δημοσίευση και αμέσως μόλις ο αιτών Σύλλογος έλαβε γνώση της προσβαλλόμενης πράξης λόγω των εργασιών υλοποίησης αυτής, πρέπει να γίνει δεκτή ως εμπρόθεσμη η κρινόμενη αίτηση.
Οι μονάδες υδατοκαλλιέργειας που είχαν αδειοδοτηθεί και λειτουργούσαν κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του Ειδικού Πλαισίου εμπίπτουν στις “υφιστάμενες μονάδες”, οι οποίες επιτρεπτώς διατηρούνται και εκτός ΠΑΥ με δυνατότητα επέκτασης μέχρι 40 στρέμματα. Συνακόλουθα, δε, εφόσον δεν ορίζεται το αντίθετο, επιτρέπεται αντίστοιχα η αύξηση της δυναμικότητας των εν λόγω μονάδων ανάλογα με την έκτασή τους και τις λοιπές παραμέτρους που λαμβάνονται υπόψη (όπως απόσταση από την ακτή, βάθος, μορφολογία περιοχής, ταχύτητα ρευμάτων).
Η μετακίνηση των πλωτών εγκαταστάσεων μονάδας υδατοκαλλιέργειας σε απόσταση έως διακόσια πενήντα (250) μέτρα από τα όρια της αρχικά μισθωμένης υδάτινης έκτασης, θεωρείται απλή μετατόπιση, εφόσον αδειοδοτηθεί στη νέα θέση. Συνεπώς, πρόκειται για διαφορετική περίπτωση από τη μετεγκατάσταση.
Η ρύθμιση για τη διατήρηση υφιστάμενων μονάδων εκτός ΠΑΥ χωρίς να συντρέχει ειδικός περί τούτου λόγος, ως κατ’ ουσίαν μεταβατική, δεν μπορεί να εφαρμόζεται για αόριστο χρόνο ανατρέποντας τον χωροταξικό σχεδιασμό για τη μεμονωμένη χωροθέτηση μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας κατά τα οριζόμενα στις πάγιες διατάξεις του Ειδικού Πλαισίου. Ως εκ τούτου, η Διοίκηση υποχρεούται να υλοποιήσει τα προβλεπόμενα στο Ειδικό Πλαίσιο περί χωροθέτησης κατ’ αρχήν εντός ΠΑΥ, ανάλογα με την κατηγορία κάθε περιοχής, εντός ευλόγου χρόνου, ο οποίος δεν έχει ακόμη παρέλθει. Ταυτόχρονα δε οι ενδιαφερόμενοι φορείς οφείλουν εντός του ίδιου ευλόγου χρόνου να λαμβάνουν μέριμνα για τη μετεγκατάσταση των υφιστάμενων μονάδων που βρίσκονται εκτός ΠΑΥ σε θέσεις εντός των εν λόγω περιοχών, είτε σε ΠΑΣΜ είτε σε ΠΟΑΥ, τις οποίες (ΠΟΑΥ) η Διοίκηση οφείλει να θεσμοθετήσει σε συνεργασία με τους εν λόγω φορείς.
Η επίδικη μονάδα βρίσκεται σε περιοχή όπου η ταχύτητα των θαλάσσιων ρευμάτων, σύμφωνα με μετρήσεις που έγιναν, ανέρχεται σε 5,32 cm/ sec, ταχύτητα η οποία αντιστοιχεί σε “πολύ εκτεθειμένο κόλπο”. H επίδικη μονάδα δεν βρίσκεται σε κλειστό κόλπο, σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 3 του Ειδικού Πλαισίου, όπου η ταχύτητα των θαλασσίων ρευμάτων δεν ξεπερνά τα 3 cm. Η απόσταση της εν λόγω μονάδας από την περιοχή του αιτούντος συλλόγου, για την οποία έχει εγκριθεί πολεοδομική μελέτη και αποτελεί περιοχή Β’ κατοικίας, κατά τα προβλεπόμενα στη μελέτη του υπό αναθεώρηση ΓΠΣ Καρύστου, υπερβαίνει τα 1000 μ.. Επιπλέον, η απόστασή της από την Κάρυστο είναι μεγαλύτερη από 2,5 χλμ. και των χερσαίων εγκαταστάσεων στα 3 χλμ.. Με αυτά τα δεδομένα, τηρείται η προβλεπόμενη ελάχιστη απόσταση που προ βλέπεται στο Ειδικό Πλαίσιο σε σχέση με οικισμούς για μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας που δεν βρίσκεται σε κλειστό κόλπο και πρέπει ν’ απορριφθούν ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα.
Όπως αναφέρεται στην οικεία ΜΠΕ, οι χερσαίες εγκαταστάσεις της μονάδας βρίσκονται εκτός των οικοτόπων της περιοχής, ενώ δεν προκύπτει ότι στη θαλάσσια περιοχή υπάρχει περιοχή Natura. Πρέπει δε ν’ απορριφθεί ως αόριστος και αναπόδεικτος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος. Όπως προκύπτει από την οικεία ΜΠΕ, η οποία έχει λάβει υπόψη της και την από του έτους 2019 μελέτη του Τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, στη θαλάσσια περιοχή εγκατάστασης της επίδικης μονάδας δεν υπάρχουν λιβάδια Ποσειδωνίας. Συνεπώς, ο περί του αντιθέτου λόγος πρέπει ν’ απορριφθεί ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης πραγματικής βάσης.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ έχει εκδοθεί κατά παράβαση της αρχαιολογικής νομοθεσίας, διότι πουθενά στη ΜΠΕ δεν γίνεται αναφορά στον κηρυχθέντα αρχαιολογικό χώρο του Κτήματος Κατσούλη, όπου βρίσκονται οι χερσαίες εγκαταστάσεις της επίδικης μονάδας. Ωστόσο, σχετικά με την ύπαρξη θέσεων αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, από τα στοιχεία του φακέλου, προκύπτει ότι στην ευρύτερη περιοχή των χερσαίων εγκαταστάσεων και συγκεκριμένα στη θέση “Παξιμάδι” υφίσταται αρχαιολογικός χώρος, σύμφωνα με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, όμως η θέση των εν λόγω εγκαταστάσεων βρίσκεται εκτός των ορίων του χώρου αυτού, με εξαίρεση ένα μικρό τμήμα επιφάνειας της ήδη υφιστάμενης προβλήτας. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη μελέτη, στο τμήμα της δημόσιας δασικής έκτασης που θα ζητηθεί προς παραχώρηση και το οποίο βρίσκεται εντός του αρχαιολογικού χώρου, δεν θα πραγματοποιηθεί καμία ενέργεια-παρέμβαση από την παρεμβαίνουσα. Εξάλλου, για την αδειοδότηση των χερσαίων εγκαταστάσεων γνωμοδότησαν θετικά το Τμήμα Προστασίας Νεωτέρων Μνημείων και Κινητών Πολιτιστικών Αγαθών του ΥΠΠΟΑ με πράξη του, σύμφωνα με την οποία στην περιοχή του έργου δεν υπάρχουν ιστορικοί τόποι ή νεότερα μνημεία αρμοδιότητας της εν λόγω Υπηρεσίας, καθώς και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Εύβοιας με την γνωμοδότησή της υπό όρους. Με αυτά τα δεδομένα, πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος.
Στις διατάξεις του Ειδικού Πλαισίου δεν προβλέπεται δυνατότητα μετεγκατάστασης υφιστάμενων μονάδων εκτός ΠΑΥ, ωστόσο δεν αποκλείεται η μικρή μετατόπιση, δηλαδή μετακίνηση έως 250 μ. από τα όρια της αρχικής θαλάσσιας έκτασης, που δεν θεωρείται μετεγκατάσταση, όπως στην επίδικη περίπτωση.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η επίδικη μονάδα δεν είναι νέα αλλά υφιστάμενη στην περιοχή, αβασίμως προβάλλεται ότι η αδειοδότησή της παραβιάζει τα προβλεπόμενα στο Ειδικό Πλαίσιο για τις υδατοκαλλιέργειες και τούτο, ανεξαρτήτως εάν οι ανωτέρω προβλέψεις του οικείου Περιφερειακού Πλαισίου σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Ειδικού Πλαισίου θα αρκούσαν για την απόλυτη απαγόρευση εγκατάστασης νέας μονάδας υδατοκαλλιέργειας στη θαλάσσια περιοχή της Καρύστου, εν όψει της κατηγοριοποίησής της ως “αναπτυσσόμενης” περιοχής από την άποψη της τουριστικής δραστηριότητας και χωρίς να προκύπτει σε σχέση με αυτήν “μεγάλο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού”. Ο προβαλλόμενος λόγος πρέπει ν’ απορριφθεί προεχόντως ως νομικά αβάσιμος καθ’ ο μέρος αφορά στην παραβίαση διατάξεων του Ειδικού Πλαισίου για τον Τουρισμού του έτους 2009 και έχει παύσει να ισχύει, ενώ και το μεταγενέστερο Ειδικό Πλαίσιο του έτους 2013 ακυρώθηκε με την απόφαση 3632/2015 της Ολομέλειας του Δικαστηρίου. Εξάλλου, κατά την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων ελήφθη υπόψη και η παράμετρος της προστασίας της τουριστικής δραστηριότητας στην περιοχή, καθ’ όσον για την εγκατάσταση της επίδικης μονάδας γνωμοδότησε θετικά το Υπουργείο Τουρισμού υπό τον όρο τήρησης των ελάχιστων αποστάσεων που προβλέπονται στο Ειδικό Πλαίσιο για τις υδατοκαλλιέργειες.
Ενόψει των στοιχείων του φακέλου, με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ λαμβάνονται μέτρα για την ελαχιστοποίηση των δυνητικών αρνητικών επιπτώσεων από τη λειτουργία της επίδικης μονάδας στο θαλάσσιο περιβάλλον της περιοχής, με σκοπό την αποφυγή της υποβάθμισής του καθ’ υπέρβαση των ορίων που τίθενται στη σχετική νομοθεσία ως προς τη συγκέντρωση ρυπαντικών φορτίων στη θάλασσα. Πρέπει δε ν’ απορριφθούν ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Ζ. Θεοδωρικάκου