ΣτΕ 1286/2023 [Εν μέρει παράνομη ΑΕΠΟ πλωτής μονάδας υδατοκαλλιέργειας στον Πόρο]*
Περίληψη
– Ο αιτών Δήμος παραπονείται για την επέκταση βάσει της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ κατά δέκα στρέμματα, της επίδικης μονάδας, η οποία είναι ήδη εγκατεστημένη σε θαλάσσια έκταση του Πόρου, στη θέση Καλάμι και ζητεί την ακύρωσή της. Λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του ως άνω Ειδικού Πλαισίου για τις ιχθυοκαλλιέργειες, επέκταση υφιστάμενων μονάδων επιτρέπεται τόσο εντός ΠΑΥ Α’ (άρθρο 5 παρ. 1 περ. I υποπερ. Α), όσο και εντός ΠΑΥ Δ’ (βλ. άρθρο 5 παρ. 1 περ. I υποπερ. Δ), και μάλιστα στην πρώτη περίπτωση με αυστηρότερους όρους-συγκεκριμένα όρια ο εξεταζόμενος λόγος ακυρώσεως πρέπει ν’ απορριφθεί προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, διότι ακόμη και εάν γίνει δεκτός ως βάσιμος δεν έχει καμία επιρροή στη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης. Σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 5 του προσβαλλόμενου Ειδικού Πλαισίου και τη σχετική υποστηρικτική μελέτη, βασικό στοιχείο που διακρίνει τις περιοχές Α, όπως η επίδικη ΠΑΥ Πόρου (υπ’ αρ. Α8 του Πίνακα 1 του Παραρτήματος του Ειδικού Πλαισίου), έναντι των λοιπών κατηγοριών, είναι ότι σε αυτές υπάρχει ήδη ανάπτυξη της υδατοκαλλιεργητικής δραστηριότητας, με σχετικά σημαντική συγκέντρωση μονάδων και δυναμικότητα παραγωγής και ως εκ τούτου, απαιτείται η θέσπιση ορίων στην περαιτέρω ανάπτυξη των μονάδων εντός αυτών.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στη διάταξη της παρ. I του εν λόγω άρθρου 5, που αφορά στον καθορισμό Περιοχών Ανάπτυξης Υδατοκαλλιέργειας (Π.Α.Υ), μεταξύ των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη για την κατάταξη περιοχών σε ΠΑΥ αναφέρεται η παρουσία περιοχών αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Εξάλλου, στο κεφάλαιο 3 της Υποστηρικτικής Μελέτης του Ειδικού Πλαισίου (Φάση Α’, σελ. 146 επ.) προσδιορίζονται αναλυτικά τα χαρακτηριστικά καταλληλότητας των περιοχών για την κατάταξή τους σε ΠΑΥ, μεταξύ των οποίων τα περιβαλλοντικά, και η κλίμακα αξιολόγησής τους (από – 3 έως +3), ακολούθως δε κατηγοριοποιούνται και αξιολογούνται οι ΠΑΥ. Επιπλέον, από τους Πίνακες που βρίσκονται στο τέλος της Υποστηρικτικής Μελέτης – Β’ φάση, προκύπτει αναλυτικά η αξιολόγηση κάθε ΠΑΥ ξεχωριστά, μεταξύ των οποίων η ΠΑΥ Πόρου, με χωροταξικά, περιβαλλοντικά και αναπτυξιακά κριτήρια, που αφορούν συγκεκριμένα και στην ύπαρξη ή μη αρχαιολογικών χώρων στην περιοχή. Με αυτά τα δεδομένα, αφενός μεν, όπως ήδη έχει κριθεί, για τον καθορισμό και την κατηγοριοποίηση των ΠΑΥ εν γένει ελήφθησαν υπόψη κριτήρια, τα οποία, κατά την επιστημονική – τεχνική κρίση των μελετητών, ήταν κατάλληλα για το επίπεδο του σχεδιασμού που επιχειρείται με το προσβαλλόμενο Ειδικό Πλαίσιο στο σύνολο του ελληνικού χώρου (βλ. ΣτΕ 4985/2014, σκ. 22), αφετέρου δε η ένταξη της θαλάσσιας περιοχής του Πόρου στην κατηγορία ΠΑΥ Α τεκμηριώνεται από το γεγονός ότι ήδη στην περιοχή είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένη η υδατοκαλλιέργεια και ως εκ τούτου, απαιτείται η θέσπιση ορίων στην περαιτέρω ανάπτυξη των μονάδων, ενώ ελήφθησαν υπόψη και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής. Ως εκ τούτου, ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος πρέπει ν’ απορριφθεί και ως αβάσιμος.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν αιτιολογείται νομίμως, διότι, ειδικότερα, κατά την έκδοσή της δεν ελήφθησαν υπόψη τα ίδια ως άνω χαρακτηριστικά του Πόρου, μαζί με το νησάκι Μόδι, ότι δηλαδή είναι τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και αρχαιολογικός χώρος. Εκτός από τα ήδη προαναφερθέντα σε σχέση με τον χαρακτηρισμό περιοχών ως ΠΑΥ, το Ειδικό Πλαίσιο στις διατάξεις των άρθρων 6 (σελ. 36569 ΦΕΚ) και 7 (σελ. 36573 και 36575 ΦΕΚ), που αφορούν στις προϋποθέσεις εγκατάστασης και τα κριτήρια χωροθέτησης μονάδων, αναφέρεται αφενός μεν στους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους, αφετέρου δε στη δυνατότητα συνύπαρξης, προκειμένου περί προστατευόμενων περιοχών, σύμφωνα με τους όρους που ισχύουν ανάλογα με την κατηγορία και τα χαρακτηριστικά της περιοχής, όπως, μεταξύ άλλων, για τους αρχαιολογικούς χώρους και τους τόπους ιδιαίτερου φυσικού κάλλους καθώς και στη συμβατότητα των χρήσεων εν γένει. Περαιτέρω, ο οικισμός Πόρου με το από 3.9.1993 π.δ. χαρακτηρίστηκε ως παραδοσιακός και με το 10977/1967 π.δ. ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και τόπος που παρουσιάζει ιδιαίτερο φυσικό κάλλος. Επιπλέον, με την απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού και Επιστημών ο Πόρος και το Μόδι χαρακτηρίστηκαν βάσει των διατάξεων της αρχαιολογικής νομοθεσίας ως τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, δεδομένου ότι: α) στον Πόρο, εκτός από τον μοναδικό οικισμό που υπάρχει και που έχει ήδη χαρακτηρισθεί ως παραδοσιακός, το υπόλοιπο νησί είναι ακατοίκητο και το μεγαλύτερο τμήμα του καλύπτεται από πευκόφυτα δάση, τα οποία διατρέχουν τον κίνδυνο να καταστραφούν εξαιτίας εκποιήσεων και οικοπεδοποιήσεώς τους, καθώς και εγκαταστάσεων λατομείων, που επιπλέον θα βλάψουν και το περιβάλλον των μνημείων (ιερό Ποσειδώνος, Βυζαντινή Μονή Ζωοδόχου Πηγής κ.λπ.) που βρίσκονται σ’ αυτό και β) σε ό,τι αφορά το νησάκι Μόδι, ο χαρακτηρισμός αποβλέπει στην προστασία του από την εγκατάσταση των εκεί λατομείων, που κυριολεκτικά θα το εξαφανίσουν.
Εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν ως προς το εξεταστέο ζήτημα τα εξής: α) Στη ΜΠΕ που ελήφθη υπόψη για την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης περιλαμβάνεται παράγραφος με τον τίτλο “Πολιτιστική κληρονομιά” (παρ. 8.6.3, σελ. 88 επ.), όπου αναφέρονται όλα τα στοιχεία του πολιτιστικού περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής εγκατάστασης της επίδικης μονάδας, ενώ σε ξεχωριστή παράγραφο με τον τίτλο “Προστατευόμενες περιοχές” (παρ. 9.5.2, σελ. 130) αναφέρεται ότι ο Πόρος έχει χαρακτηριστεί ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με την ανωτέρω υπουργική απόφαση, β) Στην ίδια μελέτη στην παρ. με τίτλο “Επιπτώσεις στην πολιτιστική κληρονομιά” (παρ. 9.6.3, σελ. 130) αναφέρεται επίσης ότι για την επέκταση της επίδικης μονάδας θαλάσσιας έκτασης κατά 10 επιπλέον στρέμματα δεν απαιτούνται εργασίες κατασκευής ή/και μεταφοράς εξοπλισμού, οπότε δεν αναμένονται επιπτώσεις στην πολιτιστική κληρονομιά, επιπλέον δε η μονάδα δεν βρίσκεται πλησίον κηρυγμένων ενάλιων αρχαιολογικών χώρων και η λειτουργία της δεν θα επιφέρει καμία επίπτωση στην πολιτιστική κληρονομιά, γ) Περαιτέρω, για την επέκταση της επίδικης μονάδας γνωμοδότησε θετικά υπό όρους η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων λαμβάνοντας υπόψη ότι στη θέση “Καλάμι” δεν έχουν εντοπιστεί ενάλιες αρχαιότητες, δ) Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην θετική γνωμοδότηση της Διεύθυνσης Υδάτων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής για την επίδικη μονάδα, ο Πόρος έχει χαρακτηρισθεί ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με την προαναφερθείσα υπουργική απόφαση, η οποία αφορά στη χερσαία έκταση του νησιού. Επιπλέον, όπως προκύπτει και από τη ΜΠΕ, από την εν λόγω απόφαση δεν απαγορεύεται η ιχθυοκαλλιέργεια, ενώ το μέγεθος και η ένταση της δραστηριότητας δεν είναι τέτοια που να μπορούν να αλλοιώσουν τα χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιοχής, οι όποιες δε επιπτώσεις από τη λειτουργία της μονάδας είναι πολύ μικρές και περιορίζονται στη θέση εγκατάστασης της. Εξάλλου, για την υποστήριξη της μονάδας, η οποία βρίσκεται σε απόσταση 273 μέτρων από την ακτή και καταλαμβάνει αποκλειστικά θαλάσσια έκταση, χρησιμοποιούνται οι ήδη υφιστάμενες χερσαίες εγκαταστάσεις της παρεμβαίνουσας εταιρείας στη θέση “Όρμος Μπίστι” και δεν απαιτείται η κατασκευή νέων συνοδών εγκαταστάσεων, όπως προκύπτει και από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης ΑΕΠΟ. Με τα ανωτέρω δεδομένα, κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης ελήφθησαν υπόψη πολιτιστικά στοιχεία και τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους της ευρύτερης περιοχής εγκατάστασης και οι επιπτώσεις από τη λειτουργία της επίδικης μονάδας, που όπως προεκτέθηκε δεν περιλαμβάνει χερσαίες εγκαταστάσεις, σε αυτά. Το συμπέρασμα τούτο, δεν αναιρείται από το με ημερομηνία 30.6.2015 έγγραφο του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων, που επικαλείται και προσκομίζει ο αιτών Δήμος, σύμφωνα με το οποίο η αρμόδια Υπηρεσία κινεί τη διαδικασία κήρυξης-οριοθέτησης χερσαίου και ενάλιου αρχαιολογικού χώρου στον Πόρο, χωρίς, εξάλλου, να προκύπτει ότι περιλαμβάνει την επίδικη θέση ούτε ότι έχει ολοκληρωθεί. Ως εκ τούτου, πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα, διότι, κατά παράβαση της οικείας ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας, έχει εκδοθεί χωρίς να διασφαλίζεται η προστασία των λειμώνων Ποσειδωνίας, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι ελλείπει ακριβής χαρτογράφηση των λειμώνων Ποσειδωνίας εντός της ΠΑΥ Πόρου. Στην επίδικη θέση δεν υπάρχουν λιβάδια Ποσειδωνίας, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και στοιχεία που προσκομίσθηκαν από την παρεμβαίνουσα. Επιπλέον, με υπουργικές αποφάσεις έχουν καθοριστεί θαλάσσιες περιοχές με λιβάδια Ποσειδωνίας εκτός δικτύου NATURA στις οποίες απαγορεύεται η αλιεία με συρόμενα εργαλεία στις οποίες δεν περιλαμβάνεται η θαλάσσια περιοχή του Πόρου. Με αυτά τα δεδομένα, ο «περί του αντιθέτου προβαλλόμενος λόγος πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμος.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι παράνομη και ακυρωτέα, διότι εκδόθηκε κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 5 παρ. 1 α και ΙΙΙ.α του Ειδικού Πλαισίου για τις ιχθυοκαλλιέργειες, σύμφωνα με την οποία η άτυπη συγκέντρωση μονάδων-ΠΑΣΜ, εντός Π.Α.Υ., για το σύνολο των εκτρεφόμενων ειδών, μπορεί να καλύπτει έκταση επιφάνειας μέχρι 100 στρεμμάτων. Ειδικότερα, προβάλλεται ότι, εν προκειμένω, η επέκταση κατά δέκα (10) στρέμματα της υφιστάμενης μονάδας άγει σε παράνομη υπέρβαση του εν λόγω ανώτατου ορίου, κατά 5 στρέμματα, λαμβανομένων υπόψιν και των λοιπών υφισταμένων μονάδων στην εν λόγω περιοχή, ήδη συνολικής επιφάνειας 95 στρεμμάτων.
Στο άρθρο 3 του Ειδικού Πλαισίου για τις ιχθυοκαλλιέργειες για τις ΠΟΑΥ προβλέπονται τα εξής: “Περιοχές Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (Π.Ο.Α.Υ.): θαλάσσιες εκτάσεις εντός Π.Α.Υ., οργανωμένες κατά την έννοια του άρθρου 10 του Ν. 2742/1999, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, εντός των οποίων η συνολική έκταση μίσθωσης των μονάδων υδατοκαλλιέργειας της ΠΟΑΥ, ανεξαρτήτως εκτρεφόμενου είδους, είναι μεγαλύτερη των 100 στρεμμάτων”. Αντίστοιχα, οι ΠΑΣΜ ορίζονται ως εξής: «Περιοχές Άτυπης Συγκέντρωσης Μονάδων (Π.Α.Σ.Μ.): θαλάσσιες εκτάσεις εντός Π.Α.Υ., στις οποίες αναπτύσσονται μέχρι πέντε μονάδες υδατοκαλλιέργειας. Η συνολική μισθωμένη έκταση των μονάδων για το σύνολο των εκτρεφόμενων ειδών είναι κατ’ ανώτατο 100 στρέμματα, ενώ η απόσταση μεταξύ των μονάδων είναι από 500μ. έως δύο (2) χιλιόμετρα κατ’ ανώτατο όριο, μετρούμενο σε ευθεία. Οι Π.Α.Σ.Μ. αποτελούν μεταβατική κατάσταση πριν τη θεσμοθέτηση Π.Ο.Α.Υ.». Περαιτέρω, στο άρθρο 5 του Ειδικού Πλαισίου προβλέπεται η χωροθέτηση μονάδων υδατοκαλλιέργειας εντός ΠΑΥ είτε σε ΠΑΣΜ είτε σε ΠΟΑΥ. Ειδικότερα, για τις ΠΑΣΜ ορίζονται τα εξής: «Η συνολική μισθωμένη έκταση των μονάδων για το σύνολο των εκτρεφόμενων ειδών είναι κατ’ ανώτατο όριο I00 στρέμματα, ο μέγιστος αριθμός των μονάδων είναι πέντε και απέχουν μεταξύ τους από 500 μ. έως δύο χιλιόμετρα μετρούμενο σε ευθεία. Οι ΠΑΣΜ αποτελούν μεταβατική κατάσταση πριν τη θεσμοθέτηση ΓΤΟΑΥ, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ενότητα III του παρόντος άρθρου. …». Εξάλλου, στο άρθρο 12 παρ. 3 του Ειδικού Πλαισίου ορίζεται ότι «Οι μονάδες που ανήκουν σε ΠΑΣΜ σύμφωνα με την παρ. Ια του άρθρου 5, σε διάστημα τριών (3) ετών από την ισχύ του παρόντος και εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις για δημιουργία ΠΟΑΥ, οφείλουν να καταθέσουν αίτημα καθορισμού ΠΟΑΥ». Η εν λόγω προθεσμία παρατάθηκε διαδοχικά με διατάξεις νόμων μέχρι και τον μήνα Νοέμβριο του έτους 2024. Τα ίδια προκύπτουν και από τη ΣΜΠΕ του Ειδικού Πλαισίου, σύμφωνα με την οποία το Εθνικό Πρότυπο οργάνωσης της Υδατοκαλλιέργειας, το οποίο τελικά επελέγη ως σενάριο χωροταξικής οργάνωσης, προβλέπει τις ΠΑΣΜ ως μεταβατικό στάδιο προς την κατεύθυνση οργάνωσης ΠΟΑΥ, καθορίζει οροφή στην παρουσία μονάδων που συνιστούν ΠΑΣΜ και θέτει χρονοδιάγραμμα μετατροπής τους σε ΠΟΑΥ ή ενσωμάτωσής τους σε υφιστάμενη ΠΟΑΥ ως ζώνη της. Επιπλέον, στο άρθρο 6 του Ειδικού Πλαισίου ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: “… Α. … Β. Διαδικασία ίδρυσης ΠΟΑΥ. Οι ΠΟΑΥ στο θαλάσσιο χώρο δημιουργούνται αποκλειστικά και μόνο εντός των ΠΑΥ των κατηγοριών Α – Δ της παραγράφου I του άρθρου 5 και οριοθετούνται από τις συντεταγμένες των ορίων των ζωνών που τις αποτελούν. …”. Ειδικότερα, δε σε ό,τι αφορά τις ΠΑΥ Α’, όπως η επίδικη περιοχή του Πόρου, όπως προκύπτει από το άρθρο 5 παρ. 1 περ. I υποπερ. Α του Ειδικού Πλαισίου, δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση νέων μονάδων (που δεν προέρχονται από συγχώνευση ή διάσπαση υφιστάμενων και με την προϋπόθεση να μην μεταβάλλονται η έκταση μίσθωσης και η δυναμικότητα των αρχικών μονάδων) παρά μόνο μετά από έλεγχο της ποιότητας των νερών και των περιβαλλοντικών συνθηκών, που θα πραγματοποιηθεί κατά τη διαδικασία θεσμοθέτησης ΠΟΑΥ. Στις εν λόγω περιοχές επιτρέπεται μόνο ο εκσυγχρονισμός και η μετεγκατάσταση υφιστάμενων μονάδων εντός της ίδιας ΠΑΥ, καθώς και η επέκταση, για λόγους βιωσιμότητας, υφιστάμενης μονάδας με μισθωμένη έκταση μικρότερη των 20 στρ. μέχρι το όριο αυτό, ενώ δεν επιτρέπεται η αύξηση της δυναμικότητάς τους (κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 15 παρ. 2 της από 30.12.2015 ΠΝΠ, που κυρώθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4366/2016). Προβλέπεται επίσης ότι στις εν λόγω ΠΑΥ Α’ προωθείται κατά προτεραιότητα η ίδρυση ΠΟΑΥ.
Από το σύνολο των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι δεν επιτρέπεται η υπέρβαση του ορίου των 100 στρεμμάτων της συνολικής έκτασης ΠΑΣΜ, όπως αυτή προκύπτει από το άθροισμα των εκτάσεων των αδειοδοτημένων μονάδων που την αποτελούν, μέχρι τη θεσμοθέτηση ΙΙΟΑΥ στην ίδια περιοχή. Πρέπει δε ν’ απορριφθούν ως αβάσιμα τα όσα υποστηρίζονται από την παρεμβαίνουσα και τη Διοίκηση περί του αντιθέτου και συγκεκριμένα ότι για τη δημιουργία ΠΟΑΥ απαιτείται κατά νόμο η υπέρβαση του εν λόγω ορίου, ως προϋπόθεση για την ίδρυσή της, σε συνδυασμό την πρόβλεψη του Ειδικού Πλαισίου για την κατά προτεραιότητα θεσμοθέτηση ΠΟΑΥ στις ΠΑΥ Α’. Πράγματι, προκειμένου να ιδρυθεί ΠΟΑΥ απαιτείται έκταση μεγαλύτερη των 100 στρεμμάτων, ωστόσο, η προϋπόθεση αυτή δεν συνεπάγεται τη δυνατότητα απεριόριστης επέκτασης των ΠΑΣΜ κατά το μεταβατικό διάστημα μέχρι τη δημιουργία ΠΟΑΥ (διάστημα που έχει ήδη υπερβεί κατά πολύ την αρχικά προβλεπόμενη από το Ειδικό Πλαίσιο 5ετία, κατόπιν των ανωτέρω διαδοχικών παρατάσεων της προθεσμίας). Αντίθετη ερμηνεία θα είχε ως αποτέλεσμα οι ΠΑΣΜ, υπερβαίνοντας το προαναφερθέν ανώτατο όριο, να αποκτήσουν μόνιμο χαρακτήρα, σε αντίθεση με τα προβλεπόμενα στο Ειδικό Πλαίσιο, καθ’ όσον δεν θα υπάρχει κανένας λόγος για τη δημιουργία ΠΟΑΥ στην ίδια περιοχή. Περαιτέρω, κατά την έννοια του νόμου, η υπέρβαση της συνολικής έκτασης των 100 στρ. για την ανάπτυξη υδατοκαλλιεργειών, είναι επιτρεπτή μόνο εφόσον, στην περιοχή όπου ήδη υφίστανται οι μονάδες αποτελούσες ΠΑΣΜ, έχουν θεσμοθετηθεί προηγουμένως ΠΟΑΥ, σύμφωνα με τη διαδικασία και τις λοιπές προϋποθέσεις που ορίζονται στις σχετικές διατάξεις, με προβλεπόμενη έκταση μεγαλύτερη των 100 στρεμμάτων. Αβασίμως δε προβάλλεται από την παρεμβαίνουσα ότι η υπέρβαση είναι δυνατή, εν προκειμένω, για τον λόγο ότι η επίδικη μονάδα τελεί υπό ένταξη στην υπό ίδρυση ΠΟΑΥ της νήσου Πόρου, η οποία, ωστόσο, δεν έχει ακόμη θεσμοθετηθεί. Εξάλλου, η ερμηνεία αυτή δεν αντίκειται στα προβλεπόμενα στην προαναφερθείσα διάταξη του Ειδικού Πλαισίου για τη δυνατότητα επέκτασης μέχρι του ορίου των 20 στρεμμάτων μεμονωμένης μονάδας ιχθυοκαλλιέργειας εντός ΠΑΥ Α’, καθ’ όσον αυτή η δυνατότητα ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι δεν παραβιάζονται και οι λοιπές διατάξεις του ίδιου Ειδικού Πλαισίου, όπως εν προκειμένω το όριο των 100 στρεμμάτων για τις ΠΑΣΜ.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου εν προκειμένω ήδη υφίστανται στην ΠΑΣΜ της επίδικης περιοχής αδειοδοτηθείσες μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας συνολικής έκτασης 95 στρεμμάτων, η επέκταση της επίδικης μονάδας με την προσβαλλόμενη ΑΕΠΟ κατά 10 στρέμματα, έχει ως αποτέλεσμα την υπέρβαση του ως άνω νόμιμου ορίου κατά 5 στρέμματα. Πρέπει δε κατά τούτο να γίνει δεκτός ο εξεταζόμενος λόγος ακυρώσεως και να ακυρωθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη πράξη, καθ’ ο μέρος αφορά την περιβαλλοντική αδειοδότηση της επίδικης μονάδας καθ’ υπέρβαση των 100 στρεμμάτων, δηλαδή σε ό,τι αφορά τα 5 επιπλέον στρέμματα.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Ζ. Θεοδωρικάκου
* Με την επόμενη απόφαση ΣτΕ 1287/2023 ακυρώθηκε εν μέρει και η σχετική έγκριση μίσθωσης θαλάσσιας έκτασης.