ΣτΕ 982/2023 [Αναιρετέα απόφαση ΔΕΑ σε υπόθεση επιβολής περιβαλλοντικού προστίμου]
Περίληψη
– Η διοικητική κύρωση του προστίμου λόγω παραβίασης των διατάξεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των όρων που προβλέπονται στις διοικητικές πράξεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων επιβάλλεται σε βάρος του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας τόσο σε περίπτωση επέλευσης ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος, η οποία οφείλεται στη συγκεκριμένη παραβατική συμπεριφορά, όσο και ανεξαρτήτως της επέλευσης ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος, εφόσον η παραβίαση περιβαλλοντικών διατάξεων ή περιβαλλοντικών όρων ενέχει τον κίνδυνο να επέλθει στο περιβάλλον βλάβη συγκεκριμένου είδους, για την αποτροπή της οποίας οι διατάξεις και οι όροι που παραβιάστηκαν είχαν τεθεί. Η επέλευση ή η διακινδύνευση επέλευσης της περιβαλλοντικής βλάβης είναι, συνεπώς, στοιχείο, το οποίο ανήκει στην αντικειμενική υπόσταση της παράβασης. Εξάλλου, δεν αποκλείεται η επιμέτρηση ενιαίου προστίμου για περισσότερες παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, εφόσον κατά την επιμέτρηση του ενιαίου αυτού προστίμου εφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας, με την συνεκτίμηση των προσδιοριστικών και περιοριστικών του ύψους του προστίμου στοιχείων της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 1650/1986 (σοβαρότητα της παράβασης, συχνότητα, υποτροπή, ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων.
Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 30 του ν. 1650/1986, δεν αποκλείεται η επιμέτρηση ενιαίου προστίμου για περισσότερες παραβάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, εφόσον κατά την επιμέτρηση του ενιαίου αυτού προστίμου εφαρμόζεται η αρχή της αναλογικότητας, με την συνεκτίμηση των προσδιοριστικών και περιοριστικών του ύψους του προστίμου στοιχείων της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 1650/1986 (σοβαρότητα της παράβασης, συχνότητα, υποτροπή, ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων). Κατά συνέπεια, η εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας επί της διαφοράς επιτρέπει υπό τους ως τους αυτούς όρους και εντός των ορίων της προσφυγής τη μεταρρύθμιση της διοικητικής πράξης του προστίμου.
Η επάλληλη κρίση του δικάσαντος εφετείου περί μη νόμιμης επιβολής της διοικητικής κύρωσης επί παραβάσεως που ανάγεται σε πλημμέλειες της ΜΠΕ και της εγκριθείσας ΑΕΠΟ του έργου παρίσταται ορθή, εφόσον η εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 21 του ν. 4014/2011 σε τέτοια περίπτωση θα οδηγούσε σε παρεμπίπτουσα κρίση της νομιμότητας της ΑΕΠΟ, ήτοι της ατομικής διοικητικής πράξης και των όρων που αυτή έθεσε για την κατασκευή και λειτουργία του έργου. Συνεπώς, ο συγκεκριμένος λόγος αναιρέσεως πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να απορριφθεί.
Προβάλλεται ότι οι κρίσεις του δικάσαντος εφετείου ως προς τη δεύτερη (μη λειτουργία του συστήματος πλύσης των τροχών των οχημάτων στην πλατεία τελμάτων του εργοστασίου), τέταρτη (ελλιπής παρακολούθηση των ποιοτικών παραμέτρων των υγρών αποβλήτων), πέμπτη (μη σύννομη διάθεση ιλύος σε υδαρή μορφή ανεπεξέργαστων υγρών αποβλήτων και επιβαρυμένων όμβριων, σκέλη α’ και β’), έκτη, έβδομη και όγδοη (αποθήκευση στερεών αποβλήτων και χημικών σε ακατάλληλους χώρους, παραλείψεις ως προς τη διαχείριση στερεών αποβλήτων και ελλιπής χαρακτηρισμός επικινδυνότητας των παραγομένων αποβλήτων αντίστοιχα), δέκατη (παραλείψεις ως προς την κατασκευή Χώρου Υγειονομικής Ταφής Επικίνδυνων Αποβλήτων Κοκκινόλακκα) και δωδέκατη παράβαση (μη σύννομη θαλάσσια διακίνηση των προϊόντων της), σύμφωνα με τις οποίες μη νομίμως επιβλήθηκε σε βάρος της αναιρεσίβλητης το επίμαχο διοικητικό πρόστιμο, με το σκεπτικό ότι δεν προέκυψε ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος από τις συγκεκριμένες παραβάσεις, έρχονται σε αντίθεση με τα προβλεπόμενα στη διάταξη του άρθρου 21 του ν. 4014/2011, κατά το ρητό γράμμα της οποίας οι διοικητικές κυρώσεις σε βάρος του φορέα του έργου ή της δραστηριότητας επιβάλλονται είτε σε περίπτωση επέλευσης ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος, είτε σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των όρων που προβλέπονται στις διοικητικές πράξεις έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, ανεξαρτήτως της επέλευσης ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος.
Οι λόγοι αυτοί αναιρέσεως, οι οποίοι προβάλλονται παραδεκτώς εφόσον δεν υπάρχει νομολογία επί του ζητήματος, είναι βάσιμοι κατά τα εκτιθέμενα περί της εννοίας των διατάξεων του άρθρου 21 του ν. 4014/2011. Συνεπώς, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει γίνει δεκτή και η υπόθεση να αναπεμφθεί στο δικάσαν εφετείο για νέα κρίση.
Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου
Εισηγητής: Χρ. Ντουχάνης