ΣτΕ 2082/2022 [Νόμιμος ο καθορισμός ορίων της όχθης, παλαιάς όχθης και παρόχθιας ζώνης στη λίμνη Παμβώτιδα]
Περίληψη
– Με τις διατάξεις του ν. 2971/2001 θεσπίζεται διοικητική διαδικασία . για τον, κατά δέσμια αρμοδιότητα, καθορισμό της οριογραμμής του αιγιαλού ή της όχθης μεγάλων λιμνών ως φυσικού φαινομένου, δηλαδή της μέγιστης αλλά συνήθους αναβάσεως των χειμερίων κυμάτων σε δεδομένη χερσαία ζώνη. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε πρόσφορο, κατά τα δεδομένα της κοινής ή της επιστημονικής πείρας, μέσο, όπως είναι και η αυτοψία των μελών της οικείας επιτροπής καθορισμού ορίων.
Η ανάγκη δημιουργίας, με διοικητική πράξη, ζώνης παραλίας ή παρόχθιας ζώνης μεγάλης λίμνης πρέπει να διαπιστώνεται από την Διοίκηση κατά τρόπο σαφή και αιτιολογημένο, ενόψει της φύσεως της συνεχόμενης προς τον αιγιαλό ή την όχθη ξηράς και της αδυναμίας να εξυπηρετηθεί από τον αιγιαλό ή την όχθη ο σκοπός του νόμου, δηλαδή η επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα ή την λίμνη και αντίστροφα. Η ανάγκη, εξάλλου, για τη δημιουργία παραλίας ή παρόχθιας ζώνης μπορεί να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, όπως είναι το προς τούτο συνταχθέν διάγραμμα και η μορφολογία της περιοχής που εμφαίνεται σ’ αυτό, στα οποία είναι δυνατόν να στηριχθεί ευθέως ο δικαστής κατά τον έλεγχο νομιμότητας της οικείας διοικητικής πράξεως.
Κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2971/2001 καθιερώνεται διοικητική διαδικασία οριοθετήσεως της δημόσιας κτήσης, που προκύπτει από τη μετατόπιση της ακτογραμμής προς την θάλασσα ή την μετακίνηση της οριογραμμής της όχθης των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών. Έτσι, όταν κατά τον καθορισμό των ορίων του σημερινού αιγιαλού ή της όχθης είναι φανερή, λόγω γεωφυσικών φαινομένων ή διεργασιών, όπως είναι οι προσχώσεις, ή άλλων αιτίων, η δημιουργία νέας χερσαίας ζώνης με παράλληλη βαθμιαία υποχώρηση της θάλασσας ή μετακίνηση της όχθης, η οικεία επιτροπή προβαίνει στον καθορισμό της οριογραμμής του παλαιού αιγιαλού ή, αντιστοίχως, της παλαιάς όχθης, επί τη βάσει φυσικών ενδείξεων, αεροφωτογραφιών, χαρτών, διαγραμμάτων διαφόρων ετών και γεωλογικών μελετών, δηλαδή στηριζόμενη σε ενδείξεις επιστημονικά τεκμηριωμένες ή σε άλλα αποδεικτικά στοιχεία, εξαιρουμένων, σε αντίθεση με όσα ίσχυαν υπό το καθεστώς του α.ν. 2344/1940, των μαρτυρικών καταθέσεων. Ενόψει της φύσεως του τμήματος αυτού της ξηράς, ως ανεπίδεκτου κτήσεως ιδιωτικών δικαιωμάτων όταν καταλαμβανόταν από τις κατά τα ανωτέρω αναβάσεις των χειμέριων κυμάτων, μετά την επέκταση των ορίων της ακτογραμμής προς τη θάλασσα ή την μετακίνηση της οριογραμμής της όχθης τούτο καθίσταται τμήμα της δημόσιας κτήσης.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 παρ. 21 του ν. 3220/2004 οι αρμοδιότητες της Κτηματικής Υπηρεσίας ως νομαρχιακής – κρατικής – υπηρεσίας και του Νομάρχη ως περιφερειακού κρατικού οργάνου για τον καθορισμό των οριογραμμών αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού, όπως ασκούντο μέχρι την έναρξη της λειτουργίας των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, περιήλθαν στην οικεία Περιφέρεια και, συνεπώς, η αρμοδιότητα για την έκδοση πράξεων επικύρωσης του καθορισμού ορίων αιγιαλού, παραλίας, όχθης, παρόχθιας ζώνης κ.λπ., περιήλθε στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας. Επομένως, η προσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση πράξη αρμοδίους εκδόθηκε από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Ηπείρου, ο περί του αντιθέτου δε λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Συναφώς δε, αρμοδίους εκδόθηκε από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας και η απόφαση, με την οποία συγκροτήθηκε η Επιτροπή, η οποία συνέταξε την επικυρωθείσα με την προσβαλλόμενη πράξη έκθεση περί καθορισμού των ορίων της όχθης, της παλαιός όχθης και της παρόχθιας ζώνης στην επίμαχη περιοχή, και ο περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος ως αβάσιμος, ανεξαρτήτως του ότι η νομιμότητα της πράξεως συγκροτήσεως της εν λόγω Επιτροπής δεν δύναται να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο της παρούσας δίκης.
Η μηνιαία προθεσμία που τάσσεται για τον καθορισμό των οριογραμμών του αιγιαλού, της παραλίας και του παλαιού αιγιαλού, καθώς και της όχθης, της παρόχθιας ζώνης και της παλαιός όχθης από την αρμόδια Επιτροπή έχει ενδεικτικό χαρακτήρα, περιέχουσα έντονη υπόδειξη για την ταχύτερη κατά το δυνατόν περαίωση της διαδικασίας καθορισμού των εν Λόγω οριογραμμών προς προστασία του περιβάλλοντος και, ως εκ τούτου, νομίμως η Επιτροπή προβαίνει στον καθορισμό των οριογραμμών και συντάσσει την σχετική έκθεσή της μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής. Συνεπώς, νομίμως στην προκειμένη περίπτωση η Επιτροπή προέβη στον καθορισμό των ορίων της όχθης, της παλαιός όχθης και της παρόχθιας ζώνης στην επίμαχη περιοχή με την έκθεσή της, στην οποία στηρίζεται η προσβαλλόμενη πράξη και ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η τηρηθείσα εν προκειμένω για τον καθορισμό των ορίων αυτών διαδικασία είναι πλημμελής, διότι παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του μηνός από την εισαγωγή της υποθέσεως στην Επιτροπή (2.8.2006) έως την σύνταξη της εκθέσεώς της (28.3.2007), είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι στηρίζεται στην εσφαλμένη εκδοχή ότι η ως άνω μηνιαία προθεσμία είναι αποκλειστική, εκδοχή η υιοθέτηση της οποίας θα οδηγούσε, σε περίπτωση παρόδου άπρακτης της ως άνω μηνιαίας προθεσμίας, είτε σε αδυναμία καθορισμού των ορίων όχθης, παλαιός όχθης και παρόχθιας ζώνης, είτε στην επανάληψη της διαδικασίας και περαιτέρω καθυστέρηση ως προς τον καθορισμό αυτών χωρίς να συντρέχει προς τούτο κανένας νόμιμος λόγος. Και τούτο ανεξαρτήτως του ότι εν προκειμένω η Επιτροπή προχώρησε σε εύλογο χρόνο στη σύνταξη της σχετικής εκθέσεως από την περιέλευση σε αυτήν της υποθέσεως.
Ο καθορισμός των ορίων του αιγιαλού, της ζώνης παραλίας, του παλαιού αιγιαλού, καθώς και ο καθορισμός της όχθης, της παρόχθιας ζώνης και της παλαιός όχθης μεγάλων Λιμνών και πλεύσιμων ποταμών χωρεί, σύμφωνα με τον νόμο, με βάση αντικειμενικά κριτήρια και δεν συνδέεται, με οποιονδήποτε τρόπο, με υποκειμενική συμπεριφορά των τυχόν θιγομένων από την σχετική πράξη. Κατά συνέπεια, δεν συντρέχει κατά το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος και περαιτέρω κατά το άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας υποχρέωση της Διοικήσεως να καλεί τους ενδιαφερομένους ιδιοκτήτες να εκθέσουν τις απόψεις τους πριν εκδοθεί η πράξη αυτή. Επομένως, ανεξαρτήτως αν οι αιτούντες έχουν πράγματι ιδιοκτησία εντός της επίμαχης περιοχής, είναι εν πάση περιπτώσει απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα, διότι δεν κλήθηκαν προηγουμένως οι αιτούντες να διατυπώσουν τις απόψεις τους. Δεν προκύπτει ότι η χάραξη της επίδικης οριογραμμής της όχθης με την προσβαλλόμενη πράξη πάσχει, το δε αντίστοιχο παράπονο των αιτούντων, το οποίο πάντως δεν προβάλλεται ειδικώς και ορισμένως, είναι απορριπτέο ως αβάσιμο.
Ο καθορισμός της οριογραμμής της όχθης της επίμαχης περιοχής δεν προσβάλλεται επιτυχώς από τους αιτούντες. Οι αιτούντες, οι οποίοι στηρίζουν το έννομο συμφέρον τους για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως στην προσβολή των εμπραγμάτων δικαιωμάτων που φέρεται ότι έχουν (και) επί ακινήτων που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν προσδιορίζουν ποιά συγκεκριμένη βλάβη υφίστανται από την ταύτιση της οριογραμμής της όχθης με εκείνη της παλαιός όχθης, δοθέντος ότι χάραξη παλαιός όχθης με διαφορετικά όρια από την όχθη (ως αποτέλεσμα βαθμιαίας υποχωρήσεως της λίμνης ή μετακινήσεως της όχθης) θα είχε ως συνέπεια ότι μεγαλύτερο τμήμα ξηρός, το οποίο θα θεωρείτο ότι καταλαμβανόταν στο παρελθόν από τις μέγιστες αλλά συνήθεις αναβάσεις των χειμερίων κυμάτων, θα περιλαμβανόταν στη δημόσια κτήση.
Οι αιτούντες παραπονούνται ότι ο επίδικος καθορισμός της οριογραμμής της παρόχθιας ζώνης στα 50 μέτρα (μέγιστο κατά το άρθρο 1 παρ. 5 του ν. 2971/2001 πλάτος από το προς την ξηρά όριο της όχθης) είναι όλως αναιτιολόγητος. Κατά τους αιτούντες, εν προκειμένω εξομοιώνεται η παρόχθια ζώνη με παραλία τουριστικής περιοχής θαλάσσης, χωρίς να προκύπτει ποιά ανάγκη εξυπηρετείται ενόψει της φύσεως της παρόχθιας ζώνης ως συνεχόμενης προς την όχθη ξηρός, η οποία (ανάγκη) δεν θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί με ζώνη πλάτους 10 μέτρων.
Ενόψει των στοιχείων του φακέλου ο λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, ως απαράδεκτος δε κατά το μέρος που με αυτόν αμφισβητείται η ορθότητα της τεχνικής κρίσεως της Διοικήσεως ως προς το πλάτος της παρόχθιας ζώνης. Απορριπτέοι δε είναι και οι συναφείς λόγοι ακυρώσεως ότι κατά τον καθορισμό των παραλίμνιων ζωνών παραβιάσθηκαν οι αρχές της χρηστής διοικήσεως, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη στο Κράτος και του κράτους δικαίου.
Ο μεν καθορισμός του αιγιαλού ή της όχθης μεγάλης λίμνης επιβάλλεται, κατά τον νόμο, για την ικανοποίηση δημόσιας ανάγκης, την προστασία δηλαδή του φυσικού περιβάλλοντος και των ευπαθών οικοσυστημάτων σε συμμόρφωση και προς το άρθρο 24 του Συντάγματος, ο δε καθορισμός της ζώνης παραλίας ή της παρόχθιας ζώνης και κατ’ ακολουθίαν η απαλλοτρίωση των ακινήτων που περιλαμβάνονται στις ζώνες αυτές χωρεί λόγω δημόσιας ωφέλειας, η οποία προβλέπεται και αναγνωρίζεται στον ίδιο τον νόμο.
Συνεπώς, και ανεξαρτήτως εάν πράγματι οι αιτούντες έχουν ιδιοκτησία κείμενη εντός της επίδικης περιοχής ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη καθορισμού παραβιάζει το προστατευόμενο κατά το άρθρο 17 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος δικαίωμα στην ιδιοκτησία και το κατά το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ δικαίωμα στην περιουσία κατά παράβαση και της αρχής της αναλογικότητας, χωρίς μάλιστα να συντρέχει σχετικός λόγος δημοσίου συμφέροντος, είναι απορριπτέος εν πάση περιπτώσει ως αβάσιμος.
Όπως προκύπτει από την επικυρωθείσα με την προσβαλλόμενη πράξη έκθεση της Επιτροπής Καθορισμού ορίων για την αποτύπωση των ιδιοκτησιών ελήφθη υπόψη το Εθνικό Κτηματολόγιο για την πόλη των Ιωαννίνων, με βάση το οποίο έχουν δοθεί Κ.Α.Ε.Κ. στις ιδιοκτησίες στην επίμαχη περιοχή. Σύμφωνα δε με τα εν λόγω στοιχεία, ως ιδιοκτήτης της επίδικης περιοχής αναγράφεται η ένδειξη “άγνωστος”, ενώ, όπως προκύπτει από τα στοιχεία που προσκομίζονται από την Κτηματική Υπηρεσία Ιωαννίνων, αίτηση διορθώσεως προδήλου σφάλματος ως προς την οικεία εγγραφή στο Κτηματολόγιο απερρίφθη. Σε κάθε περίπτωση, ο παρατιθέμενος στην προηγούμενη σκέψη λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος, διότι για τον καθορισμό των οριογραμμών της όχθης, της παλαιός όχθης και της παρόχθιας ζώνης λίμνης δεν αποτελεί νόμιμο στοιχείο κρίσεως ο προσδιορισμός των τυχόν εχόντων εμπράγματα δικαιώματα επί εκτάσεων που εμπίπτουν εντός των οριογραμμών αυτών. Εξάλλου, δεν τάσσεται επί ποινή ακυρότητας του καθορισμού των ως άνω οριογραμμών η μνεία στο σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα των εικαζομένων ιδιοκτητών των ακινήτων που εμπίπτουν εντός αυτών, εφόσον μάλιστα ως προς το ζήτημα αυτό δεν προκύπτει πλάνη της Διοικήσεως, η οποία επηρεάζει τον καθορισμό.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Π. Ευστρατίου
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.






