ΣτΕ 541/2015 [Ακύρωση αναθεώρησης οικοδομικής άδειας]
Περίληψη
– Ανεξαρτήτως εάν οι εργασίες του φέροντος οργανισμού του ισογείου και του πρώτου ορόφου οικοδομής εκτελέσθηκαν πριν ή μετά τη λήξη της ισχύος της οικοδομικής άδειας, η πράξη αναθεώρησης εκδόθηκε μη νομίμως εκπροθέσμως, πολλά χρόνια μετά τη λήξη ισχύος της οικοδομικής άδειας και, συνεπώς, νομίμως ακυρώθηκε με την απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας.
Πρόεδρος: Ν. Ρόζος
Εισηγητής: Χρ. Λιάκουρας
Δικηγόροι: Γ. Βούλγαρη, Κ. Χριστοπούλου
Βασικές σκέψεις
- Επειδή, με την έφεση αυτή ζητείται από την ήδη εκκαλούσα η εξαφάνιση της 211/2008 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως της ίδιας κατά της 16898/14.10.2004 απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Με την τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε η από 05.05.2004 πράξη του Προϊσταμένου της Πολεοδομίας του Δήμου Ναυπάκτου, με την οποία αναθεωρήθηκε η 82/84 οικοδομική άδεια, ύστερα από προσφυγή που άσκησε κατά της πράξης αυτής ο Κ. Π. Η εν λόγω άδεια αφορούσε στη συνέχιση από την ήδη εκκαλούσα των οικοδομικών εργασιών ανέγερσης διωρόφου κτίσματος με υπόγειο, σε οικόπεδο ευρισκόμενο στο 124 ΟΤ του Δήμου Ναυπάκτου.
- Επειδή, ο Κωνσταντίνος Πυργέρης, παρεμβαίνων ενώπιον του δικάσαντος διοικητικού εφετείου, ζητά με υπόμνημά του την απόρριψη της εφέσεως.
- Επειδή, ο τρόπος έκδοσης οικοδομικών αδειών και ο έλεγχος των ανεγειρομένων οικοδομών ρυθμιζόταν κατά τον χρόνο που εκδόθηκε η αρχική 82/1984 οικοδομική άδεια από το π.δ/μα της 03.09.1983 (Δ΄ 394/08.09.1983), στο άρθρο 6 του οποίου ορίζονται τα εξής: «1. Οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τα προηγούμενα ισχύουν για 3 χρόνια εφ`όσον δεν ανακληθούν ή ακυρωθούν. 2. Μετά την παρέλευση της 3τίας η άδεια αναθεωρείται υποχρεωτικά, μετά από αυτοψία, στην περίπτωση που έχουν αρχίσει οι οικοδομικές εργασίες και κάτω από τις επόμενες προϋποθέσεις: α) Αν έχει περατωθεί ο οικοδομικός σκελετός η άδεια αναθεωρείται για αόριστο χρόνο. β) Αν δεν έχει περατωθεί ο φέρων οργανισμός της κατασκευής η άδεια αναθεωρείται για 3 χρόνια ακόμα, για το τμήμα της οικοδομής που δεν έχει ακόμα κατασκευαστεί ο αντίστοιχος φέρων οργανισμός. γ) Μετά τη λήξη του χρόνου της πιο πάνω αναθεώρησης μπορεί η άδεια να αναθεωρηθεί πάλι κατά την περίπτωση β της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. 3. Αναθεώρηση μέσα στο χρονικό διάστημα που ισχύει η άδεια απαιτείται και επιβάλλεται στις πιο κάτω α,β,γ, περιπτώσεις και γίνεται για το υπολειπόμενο από την τριετία χρονικό διάστημα: α) Αλλαγής ή παραιτήσεως του προβλέποντος Μηχανικού του έργου. Στην περίπτωση το στάδιο εργασιών κατά το χρόνο της ανάληψης της επιβλέψεως απ’ αυτόν και φωτογραφίες της οικοδομής. β) Γενικής ή μερικής τροποποίησης της αρχιτεκτονικής ή στατικής μελέτης που με αυτή αλλάζει το περιτύπωμα της οικοδομής ή η χρήση αυτού, χωρίς αύξηση του συντελεστή δόμησης του όγκου του κτιρίου, της καλυπτομένης επιφάνειας, ή του αριθμού ορόφων. γ) Αύξησης του συντελεστού δόμησης επί πλέον εκείνου που είχε χορηγηθεί με την άδεια (νέα προσθήκη ) ή αύξηση καλυπτομένης επιφάνειας και αριθμού ορόφων χωρίς αύξηση συντελεστού δόμησης. 4. Δεν απαιτείται αναθεώρηση της άδειας στις πιο κάτω περιπτώσεις: α) Για εσωτερικές τροποποιήσεις που δεν αλλάζουν τη χρήση του κτιρίου. β) Για τοπικής σημασίας μεταβολές του φέροντος οργανισμού του κτιρίου. γ) Για μεταβολή του μήκους των διαστάσεων του οικοπέδου μέχρι 5%. δ) Αναθεώρηση δεν απαιτείται για μεταβολή των διαστάσεων του κτιρίου 2% και μέχρι 0,10 μ. κατ’ ανώτατο. Στις περιπτώσεις αυτές υποχρεούται ο ενδιαφερόμενος πριν από την εκτέλεση των σχετικών εργασιών να ενημερώνει την υπηρεσία. …».
- Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, στην περίπτωση που λήξει η τριετής ισχύς μιας οικοδομικής άδειας, ο δικαιούχος αυτής θα πρέπει μέσα σε εύλογο χρονικό διαστημα από τη λήξη της να υποβάλει στην αρμόδια πολεοδομική αρχή αίτημα αναθεώρησής της, η δε αρχή οφείλει, ύστερα από τη διενέργεια αυτοψίας και υπό τις προϋποθέσεις που τίθενται από τις εν λόγω διατάξεις, να προβεί στην αναθεώρηση ή όχι της ληχθείσας άδειας. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο δικαιούχος ζητήσει, δυνάμει των διατάξεων των εδαφ. β και γ του άρθρου 6 του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος, νέες αναθεωρήσεις της αρχικής οικοδομικής άδειας, με απώτερο, όμως, χρονικό όριο έκδοσης της τελευταίας αναθεώρησης τα εννέα έτη από την έκδοση της αρχικής άδειας. Ο χρονικός αυτός περιορισμός της ισχύος των οικοδομικών αδειών, αλλά και της εντός ευλόγου χρόνου από τη λήξη τους, υποβολής αίτησης για την αναθεώρησή τους, οφείλεται στο ότι εντός των ανωτέρω χρονικών ορίων δεν έχει κατά τεκμήριο διαφοροποιηθεί ή μόνο κατ’ ολίγον το φυσικό και οικιστικό περιβάλλον της περιοχής, το οποίο υφίστατο κατά το χρόνο έκδοσης της αρχικής οικοδομικής άδειας και προς το οποίο ελέγχθηκε η νομιμότητά της από τις αρμόδιες αρχές.
- Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Η μητέρα της εκκαλούσας, Α. Κ., με το 7451/25.02.1983 συμβόλαιο σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών του συμβολαιογράφου Ναυπάκτου Χ. Δ., υπήγαγε στις διατάξεις περί οριζοντίων και καθέτων ιδιοκτησιών (ν. 3741/1929, ν.δ/μα 1024/1971 και 1002 και 1117 του Αστικού Κώδικα) ένα οικόπεδο ιδιοκτησίας της, εμβαδού 761,21 τ.μ., ευρισκόμενο στο Ο.Τ. 124 στη συνοικία Τζαμί, τομέας Α, της πόλης της Ναυπάκτου, χωρίζοντας αυτό σε δύο τμήματα εμβαδού 247,32τμ και 513,89 τμ. αντίστοιχα. Ακολούθως εκδόθηκε, ύστερα από αίτησή της 30.06.1983 και μετά από σχετική έγκριση της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (βλ. σχετ. έγγραφο 236/04.04.1984), η 82/31.07.1984 οικοδομική άδεια, η οποία προέβλεπε την ανέγερση διώροφης οικοδομής με υπόγειο με συντελεστή δόμησης 0,8, χρονικής ισχύος τριών ετών. Εν συνεχεία, με το 8334/09.08.1984 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Ναυπάκτου Χ. Δ., αφενός μεν τροποποιήθηκε ως προς την έκταση η οριζόντια ιδιοκτησία με εμβαδό 513,89 τ.μ. μετατρεπόμενη σε ιδιοκτησία με εμβαδό 425,08 τ.μ., αφετέρου δε μεταβιβάσθηκε με γονική παροχή στη θυγατέρα της Α. Κ. (ήδη εκκαλούσα) η επί του τμήματος αυτού του ακινήτου ανεγερθησόμενη, με ευθύνη και δαπάνες της τελευταίας, οικοδομή. Ακολούθως, μετά το από 2474/29.08.1996 έγγραφο της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, εκδόθηκε από το Δήμο Ναυπάκτου το 5978/30.08.1996 σήμα διακοπής των οικοδομικών εργασιών με βάση την ανωτέρω οικοδομική άδεια, με την αιτιολογία ότι δεν εφαρμοζόταν η μελέτη και απαιτείτο αναθεώρηση της άδειας. Εν συνεχεία διενεργήθηκε αυτοψία στην επίμαχη οικοδομή από υπαλλήλους του Γραφείου Πολεοδομίας του Δήμου Ναυπάκτου, όπου και διαπιστώθηκαν αυθαιρεσίες, οι οποίες αφορούσαν την κατασκευή ράμπας, την επένδυση με πέτρα του ισογείου και του φέροντα οργανισμού του α΄ ορόφου, συντάχθηκε δε η 174/03.04.2000 σχετική έκθεση αυτοψίας αυθαιρέτου κατασκευής. Μετά δε την άσκηση ένστασης από την εκκαλούσα εκδόθηκε η από 09.05.2001 απόφαση της Επιτροπής Εκδικάσεως Ενστάσεων του Δήμου Ναυπάκτου, με την οποία χαρακτηρίσθηκαν ως αυθαίρετα η κατασκευή ράμπας, η επένδυση πέτρας στο ισόγειο και όλος ο φέρων οργανισμός του α΄ ορόφου, ο οποίος ήταν στο στάδιο της αποπεράτωσης. Η εκκαλούσα υπέβαλε αίτηση θεραπείας και εκδόθηκε σχετικώς το από 01.04.2004 πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 4 παρ 4 του π.δ. 267/1998, του Τμήματος Πολεοδομικών Εφαρμογών του Δήμου Ναυπάκτου, στο οποίο, κατ’ αποδοχή της, αναφέρεται ότι «οι εργασίες που αναφέρονται στην 174/03.04.2000 έκθεση, έγιναν εντός του χρόνου ισχύς της 82/84 οικοδομικής άδειας, η οποία μέχρι σήμερα ουδέποτε ανακλήθηκε» και ακυρώθηκε η ανωτέρω από 09.05.2001 απόφαση. Κατά την απόφασης αυτής ο Δήμος Ναυπάκτου άσκησε αίτηση ακυρώσεως, η οποία όμως απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη, αφενός με την 213/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών και, εν συνεχεία, με την 2892/2012 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, εκδοθείσα επί εφέσεως κατά της ανωτέρω απόφασης. Παράλληλα με την ανωτέρω διαδικασία, με το 1244/04.03.2000 έγγραφο της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων δόθηκε εκ νέου εντολή διακοπής των εργασιών στην επίμαχη οικοδομή, καθόσον διαπιστώθηκε η εκτέλεση εργασιών κατά παράβαση του κ.ν. 5351/1932 «περί αρχαιοτήτων», του 2474/29.08.1996 σήματος διακοπής οικοδομικών εργασιών. Κατά τον νέο έλεγχο των οικοδομικών εργασιών από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία διαπιστώθηκαν αυθαίρετες κατασκευές στην επίδικη οικοδομή, για τις οποίες συντάχθηκαν οι 206/14.05.2001 και 210/2.10.2001 εκθέσεις αυτοψίας και επιβολής προστίμου. Μετά την υποβολή ενστάσεων κατά των εκθέσεων αυτών από την εκκαλούσα, εκδόθηκε το από 06.11.2003 πρακτικό της Επιτροπής του άρθρου 4 παρ. 4 του π.δ/τος 267/1998, του Τμήματος Πολεοδομικών Εφαρμογών του Δήμου Ναυπάκτου, στο οποίο, κατ’ αποδοχή αυτών, αναφέρεται ότι «Ο φέρων οργανισμός όλης της οικοδομής (υπόγειο, ισόγειο, Α΄ όροφος) έχουν αποπερατωθεί κατά τη διάρκεια ισχύος της 82/84 άδειας, όπως αυτή αναθεωρήθηκε στις 17.07.1995. Ομοίως στο χρόνο ισχύος της άδειας έχουν περατωθεί και τα κτίσματα του ισογείου, εσωτερικά και εξωτερικά. Ως προς το μικρό τμήμα τοιχοποιίας που έχει κατασκευασθεί στον όροφο φαίνεται ότι αυτό κατασκευάσθηκε σε συνέχεια του αριθμ. 4207/29-9-2000 εγγράφου της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων που ουσιαστικά αίρει τη διακοπή εργασιών …». Σε συνέχεια των ανωτέρω από 06.11.2003 και 01.04.2004 αποφάσεων της Επιτροπής του άρθρου 4 παρ. 4 του του π.δ/τος 267/1998, του Τμήματος Πολεοδομικών Εφαρμογών του Δήμου Ναυπάκτου, το τμήμα Πολεοδομίας του Δήμου Ναυπάκτου, λαμβάνοντας υπόψη την από το Σεπτέμβριο του 2000 ενημέρωση του φακέλου και την από 04.05.2004 αίτηση της εκκαλούσας, με το 5228/05.05.2004 έγγραφό του, επέτρεψε την εκτέλεση των εργασιών στην οικοδομή της εκκαλούσας με την αιτιολογία ότι «εκλείπουν οι λόγοι διακοπής των εργασιών». Παράλληλα, βάσει του 4207/29.09.2000 έγγραφου της 9ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, εκδόθηκε από τον Προϊστάμενο του Πολεοδομικού Γραφείου του Δήμου Ναυπάκτου η από 05.05.2004 πράξη αναθεώρησης της οικοδομικής άδειας για συνέχιση των οικοδομικών εργασιών και για ενημέρωση του φακέλου λόγω μετατροπής των όψεων για αόριστο χρόνο. Την πράξη αυτή αναθεωρήσεως προσέβαλε ο Κ. Π., ιδιοκτήτης όμορου οικοπέδου, παρεμβαίνων διάδικος ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου, με την από 02.08.2004 προσφυγή του ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. Ο Γενικός Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος με την προσβαλλόμενη ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου 16898/14.10.2004 απόφασή του, δέχθηκε την προσφυγή και προέβη σε ακύρωση της προαναφερόμενης πράξης κρίνοντας αυτή μη νόμιμη για τις ακόλουθες αιτιολογίες: α) διότι η 82/31.07.1984 οικοδομική άδεια έχει λήξει και δεν ήταν σε ισχύ κατά το χρόνο της αναθεώρησης, ενώ αυτή δεν αναθεωρήθηκε μετά τη λήξη της εντός των προθεσμιών που ορίζει το άρθρο 6 παρ. 2 του π.δ/τος 03.08.09.1983, επικαλούμενος προς τούτο το 13180/12.11.2003 έγγραφο του Δήμου Ναύπακτου, β) διότι ακόμη και αν νομίμως μπορούσε να αναθεωρηθεί κατά τον κρίσιμο χρόνο για συνέχιση οικοδομικών εργασιών, ήτοι για παράταση του χρόνου ισχύος της, θα έπρεπε, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 6 του π.δ/τος 08./13.07.1993, πριν την έκδοση πράξεως αναθεωρήσεως να έχει προηγηθεί η διενέργεια αυτοψίας, γ) διότι σε κάθε περίπτωση, η έκταση που αφορά η υπό κρίση οικοδομική άδεια ρυμοτομείται, όπως τούτο προκύπτει από το 442/19.02.2002 έγγραφο του Δήμου, από τα 772/05.03.2001 και 5821/23.11.2001 έγγραφα της Διεύθυνσης ΠΕΧΩΔΕ της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, καθώς και από το 68020/15298/25.01.1984 έγγραφο του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, σύμφωνα με τα οποία στην επίδικη περιοχή που ευρίσκεται η ιδιοκτησία της εκκαλούσας κατά τον χρόνο εκδόσεως της επίμαχης οικοδομικής άδειας δεν υπήρχε διαμόρφωση ή εν τοις πράγμασι οικοδομική γραμμή, και συνεπώς δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί το άρθρο 2 παρ. 7 του π.δ/τος της 20.07.1976 (Δ 235/14.8.76) και δ) διότι σύμφωνα με το 9877/26.06.2002 έγγραφο του ΥΠΕΧΩΔΕ, «η παραβίαση των ισχυόντων ρυμοτομικών γραμμών, δηλαδή η επέκταση της οικοδομής σε κοινόχρηστο χώρο (εγκεκριμένο Δρόμο) δεν είναι νόμιμη και αποτελεί θέμα δημοσίου συμφέροντος, διότι έτσι αλλοιώνεται ο πολεοδομικός και ρυμοτομικός ιστός της Ναυπάκτου, που αποτελεί στο μεγαλύτερο μέρος της παραδοσιακό οικισμό».
- Επειδή, κατά της προαναφερόμενης απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, άσκησε η ήδη εκκαλούσα αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πατρών. Με την εν λόγω αίτηση προέβαλε ενώπιον του δικάσαντος διοικητικού εφετείου ότι η 82/31.07.1984 οικοδομική άδεια αναθεωρήθηκε μετά την παρέλευση της τριετούς ισχύος της το έτος 1987, την 17.07.1995, για την αποπεράτωση του φέροντος οργανισμού της ανεγειρόμενης οικοδομής, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2 β του άρθρου 6 του π.δ/τος 3/8.09.1983 και περαιτέρω, αναθεωρήθηκε με την από 05.05.2004 πράξη για αόριστο χρόνο, σύμφωνα με την ισχύουσα κατά το χρονικό εκείνο σημείο διάταξη της παρ. 2 α του άρθρου 6 του π.δ/τος 08/13.07.1993, εφόσον πλέον είχε αποπερατωθεί ο φέρων οργανισμός της οικοδομής, ύστερα από ενημέρωση του φακέλου και την έγκριση αιτήματος της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, ως προς τη μετατροπή των όψεων της οικοδομής. Ενόψει αυτών, ισχυρίσθηκε η εκκαλούσα ότι εντός του χρόνου της ανωτέρω οικοδομικής άδειας είχε κατασκευασθεί ο φέρων οργανισμός της επίδικης οικοδομής, δηλαδή το υπόγειο, οι κολώνες, η πλάκα και οι εξωτερικοί τοίχοι του ισογείου, καθώς και οι κολώνες του πρώτου ορόφου, και συνεπώς η εκκαλούσα είχε δικαίωμα ολοκλήρωσης των οικοδομικών εργασιών με αναθεώρηση της οικοδομικής άδειας μετά τη λήξη του χρόνου ισχύος της, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 του π.δ/τος 08/13.07.1993 (Δ 795), το οποίο ήταν και το ισχύον κατά το κρίσιμο εκείνο χρόνο .
- Επειδή, το Διοικητικό Εφετείο Πατρών, αφού συνεκτίμησε τα στοιχεία του φακέλου, και ειδικότερα α) το 2574/19.06.2002 έγγραφο του Υποκαταστήματος ΙΚΑ Ναυπάκτου, β) την 16543/26.03.1996 έκθεση ελέγχου οικοδομής – τεχνικού έργου του ίδιου Υποκαταστήματος ΙΚΑ, γ) το 2857/17.04.2000 έγγραφο της Πολεοδομίας του Δήμου Ναυπάκτου, και δ) το 13180/12.11.2003 έγγραφο του Δήμου Ναυπάκτου, με την εκκαλούμενη απόφασή του απέρριψε την ασκηθείσα αίτηση ακυρώσεως κρίνοντας ότι «αφού η ένδικη οικοδομική άδεια είχε λήξει την 31.07.1987, οι δε εργασίες του φέροντος οργανισμού του ισογείου και του πρώτου ορόφου εκτελέσθηκαν μετά τη λήξη της ισχύος αυτής, χωρίς αυτή να έχει αναθεωρηθεί με αυτοψία, εντός των προβλεπόμενων χρονικών ορίων του π.δ/τος 03.08.1983, βάσει του οποίου είχε εκδοθεί η από 05.05.2004 πράξη του Προϊσταμένου της Πολεοδομίας του Δήμου Ναυπάκτου περί αναθεώρησης της προαναφερόμενης οικοδομικής άδειας, είναι μη νόμιμη, όπως κρίθηκε και με την προσβαλλόμενη απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος».
- Επειδή, από τα προαναφερόμενα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η ήδη εκκαλούσα είχε υποβάλει αίτημα να αναθεωρηθεί η αρχική 82/1984 οικοδομική άδεια μέσα σε εύλογο χρόνο από τη λήξη της τριετούς ισχύος της. Εξάλλου, στερείται σημασίας εάν η εν λόγω άδεια αναθεωρήθηκε ή όχι την 17.07.1995, διότι σε κάθε περίπτωση είχαν ήδη παρέλθει 11 έτη από την έκδοσή της, η δε από 05.05.2004 αναθεώρηση του Προϊσταμένου της Πολεοδομίας του Δήμου Ναυπάκτου, όχι μόνο εκδόθηκε πολύ μετά από την 82/1984 οικοδομική άδεια, αλλά δεν προηγήθηκε αυτής η και κατά το ισχύον τότε από 08/13.07.1993 π.δ. αυτοψία από το αρμόδιο όργανο χορήγησης οικοδομικών αδειών (άρθρο 6 παρ.3 αυτού). Ενόψει των ανωτέρω και , ανεξαρτήτως εάν οι εργασίες του φέροντος οργανισμού του ισογείου και του πρώτου ορόφου της επίμαχης οικοδομής εκτελέσθηκαν πριν ή μετά τη λήξη της ισχύος της προαναφερόμενης οικοδομικής άδειας, η από 5.5.2004 πράξη αναθεώρησης εκδόθηκε μη νομίμως, νομίμως δε ακυρώθηκε με την 16898/14.10.2004 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Συνεπώς, η εκκαλούμενη απόφαση ορθώς, αν και με άλλη αιτιολογία απέρριψε την αίτηση ακυρώσεως της ήδη εκκαλούσας κατά της εν λόγω πράξης, οι δε περί του αντιθέτου λόγοι εφέσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
- Επειδή, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί.