ΣΤΡΟΦΗ ΠΡΟΣ ΜΙΑ «ΠΡΑΣΙΝΗ» ΠΟΛΙΤΙΚΗ (Ιούνιος 2007)
-
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΥΛΟΠΟΥΛΟΣ, Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Τρίτη 5 Ιουνίου 2007
Όπου κι αν κοιτάξεις, η Ελλάδα σήμερα αργοπεθαίνει. Οι πόλεις πνίγονται στο καυσαέριο. Το τσιμέντο και η άσφαλτος έχουν αντικαταστήσει και τις τελευταίες ανάσες πρασίνου. Τα ρέματα χτίστηκαν και τα ποτάμια έγιναν «πλακοσκεπείς οχετοί». Η πρόσβαση στην παραλία είναι πια σχεδόν παντού απαγορευμένη. Η ύδρευση του πολεοδομικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας χρειάστηκε την εκτροπή δύο ποταμών, εκατοντάδες χιλιόμετρα δυτικά της Αττικής. Τα σκουπίδια πνίγουν τις πιο φτωχές κι υποβαθμισμένες περιοχές και η διαχείρισή τους διχάζει τις τοπικές κοινωνίες. Οι διοξίνες από τις χιλιάδες ανοιχτές χωματερές δηλητηριάζουν ανθρώπους, ζώα κι αγροτικά προϊόντα, απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας.
Η ελληνική ύπαιθρος εγκαταλείπεται. Τα νερά έχουν εξαντληθεί και ρυπανθεί, τα εδάφη τείνουν να ερημοποιηθούν, οι υγρότοποι και τα φυσικά οικοσυστήματα έχουν υποβαθμιστεί και όσα από τα δάση έχουν γλυτώσει μέχρι τώρα, αναμένεται να οικοπεδοποιηθούν με την προτεινόμενη από την κυβέρνηση αναθεώρηση του άρθρου 24. Οι άλλοτε καθαρές θάλασσες, δέχονται επί χρόνια τα απόβλητα όχι μόνον της χώρας, αλλά και των βορείων γειτόνων από τη FYROM και τη Βουλγαρία. Τεράστιες ξενοδοχειακές μονάδες και πολυτελείς επαύλεις έχουν καταλάβει τις ωραιότερες ακτές. Τα νησιά κι οι παραλίες βουλιάζουν από τις επιπτώσεις απίστευτων κυκλοφοριακών φόρτων και αφόρητης ατμοσφαιρικής, οπτικής και ακουστικής ρύπανσης, που έλκουν τις αιτίες τους στην καλοκαιρινή «παρά θιν αλός» μετανάστευση.
Οι Έλληνες αγρότες, στην καλύτερή τους ηλικία, ζουν στα καφενεία και συντηρούνται από τις επιδοτήσεις. Ευτυχώς, δεν χρειάζεται πια να παράγουν. Η αγροτική μας παραγωγή δεν είναι ανταγωνιστική στις διεθνείς αγορές και το 2012 αργεί ακόμη… Οι βιομηχανίες κλείνουν η μια μετά την άλλη, αφήνοντας χιλιάδες ανέργους. Αφού αυτό που παράγουν εδώ, μπορούν να το παράγουν και αλλού και μάλιστα σε πολύ μικρότερο κόστος…
Όπου κι αν κοιτάξεις, βλέπεις μια Ελλάδα να υφίσταται ήδη τις συνέπειες μιας οικονομικής ανάπτυξης που υλοποιήθηκε ερήμην των δυνατοτήτων της χώρας. Μιας ανάπτυξης που ούτε στηρίχθηκε στα συγκριτικά της πλεονεκτήματα ούτε όμως και υπήρξε ποτέ συμβατή με τη φέρουσα ικανότητα των περιβαλλοντικών συστημάτων. Τα οποία κάτω από την πίεση μιας ανάπτυξης που δεν ήταν βιώσιμη υποβαθμίστηκαν και σήμερα καταρρέουν. Με αποτέλεσμα η ελληνική γη να μη μπορεί να γεννήσει πλέον πλούτο. Η Ελλάδα, κάθε μέρα που περνά φτωχαίνει…
Εντωμεταξύ, οι ειδήσεις που μας έρχονται από τη διεθνή κοινότητα για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την κλιματική αλλαγή είναι ιδιαίτερα δυσοίωνες. Οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της γης, που το κλίμα αλλάζει με ευθύνη του ανθρώπου. Αν συνεχίσουμε, λένε, να ζούμε με τον ίδιο τρόπο, σε λίγα χρόνια τίποτε δεν θα είναι όπως το ξέραμε. Τα σενάρια που ακούγονται είναι εφιαλτικά.
Για τη δική μας ειδικά περιοχή της Μεσογείου, η κλιματική αλλαγή τα επόμενα χρόνια θα φέρει αύξηση της μέσης θερμοκρασίας και συχνότερες εναλλαγές ακραίων φαινομένων. Που σημαίνει ότι στο εξής θα δεχόμαστε συχνότερα τις επιπτώσεις της ξηρασίας και της λειψυδρίας και θα υφιστάμεθα εντονότερα τους κινδύνους των πλημμυρών και των καλοκαιρινών πυρκαγιών. Η κατάσταση αυτή για μια χώρα σαν τη δική μας, η οποία δεν περίμενε την κλιματική αλλαγή για υποβαθμιστεί περιβαλλοντικά, θα επιδεινώσει τα πράγματα ακόμη περισσότερο. Κληρονομήσαμε από τους γονείς μας μια όμορφη και πλούσια Ελλάδα και κινδυνεύουμε να κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας μια… έρημο Σαχάρα!
Στο ερώτημα τι πρέπει να κάνουμε για να αποφύγουμε τον εφιάλτη, οι απαντήσεις κινούνται σε δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη αφορά στην υποχρέωσή μας να συμβάλουμε από κοινού με τη διεθνή κοινότητα στην αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου. Η μείωση της εξάρτησης της χώρας από το πετρέλαιο, το λιγνίτη και το φυσικό αέριο (εποχή κι αυτή που βρήκαμε να υπογράψουμε τη συμφωνία με τους Ρώσους…) και η στροφή αντίστοιχα προς στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, που υπάρχουν ούτως ή άλλως σε αφθονία σε μια χώρα με πολύ ήλιο, ανέμους, κύματα και γεωθερμικά πεδία, καθώς και η εφαρμογή πολιτικών για την εξοικονόμηση της ενέργειας είναι οι πρώτες προτεραιότητες μιας τέτοιας προσπάθειας. Η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου του Κιότο, ακόμη και χωρίς τον Πρόεδρο Μπους, αποτελεί την τελευταία ελπίδα για την αναστροφή της απειλής.
Παράλληλα όμως με την αυτονόητη συμμόρφωση προς τις διεθνείς μας υποχρεώσεις, υπάρχουν μια σειρά από πρωτοβουλίες που εμείς εδώ στην Ελλάδα θα πρέπει επιπλέον να αναλάβουμε, για να αντιμετωπίσουμε όσο είναι ακόμη καιρός την περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση της χώρας.
Πρέπει να αλλάξουμε πορεία και να σχεδιάσουμε μια ανάπτυξη στην κατεύθυνση των αρχών της αειφορίας. Μια ανάπτυξη δηλαδή που θα είναι βιώσιμη, γιατί θα στηρίζεται πιο στέρεα στα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα και στις δυνατότητες της ελληνικής γης. Να κάνουμε δηλαδή τη μεγάλη στροφή προς μια «πράσινη» οικονομία, προκειμένου η υπόθεση της προστασίας και της αναβάθμισης του περιβάλλοντος να μη σημαίνει πια μόνο κόστος, αλλά αντίθετα, να μπορεί να φέρνει κέρδη, καθώς και νέες θέσεις απασχόλησης.
Πρέπει επιτέλους να στραφούμε λοιπόν προς μια «πράσινη» πολιτική, η οποία θα μας οδηγήσει με ασφάλεια στο μεγάλο στόχο για μια δίκαιη κοινωνία. Αίροντας τη μεγάλη κοινωνική αδικία που ακολουθεί κάθε φαινόμενο περιβαλλοντικής υποβάθμισης: Κάποιοι, συνήθως λίγοι, να υπονομεύουν το δικαίωμα των πολλών στη ζωή και να στερούν τις δυνατότητες του συνόλου για ανάπτυξη και ευημερία.
Η μεγάλη δυσκολία με την υπόθεση του περιβάλλοντος είναι ότι η λύση της βρίσκεται στην ανάπτυξη και την οικονομία. Γι’ αυτό η αειφορία επιβάλλει τον σχεδιασμό ολοκληρωμένων πολιτικών. Και η μεγάλη ιδιαιτερότητα της προσπάθειας για την επίτευξη περιβαλλοντικής ισορροπίας είναι ότι απαιτεί συγκρούσεις με συμφέροντα. Γι’ αυτό και αφορά τον αγώνα για μια δίκαιη κοινωνία.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» στις 5 Ιουνίου 2007, σ. Α13.