ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ (Μάρτιος 2006)
-
Στ. Δήμας, Αποδελτίωση Αρθρων
Πέμπτη 30 Μαρτίου 2006
1. Περιβάλλον και οικονομία
Το περιβάλλον αντιμετωπίζει σήμερα πολλές απειλές, καθεμιά από τις οποίες αποτελεί απειλή και για την οικονομία. Για παράδειγμα, τα καταστροφικά ακραία καιρικά φαινόμενα αποτελούν μία από τις επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος. Πέρυσι εκδηλώθηκαν στον Ατλαντικό 15 τυφώνες. Ήταν περισσότεροι παρά ποτέ κατά τη διάρκεια ενός έτους και τρεις περισσότεροι από το προηγούμενο έτος ρεκόρ, το 1969. Ο τυφώνας Katrina προκάλεσε οικονομικές καταστροφές που εκτιμώνται μέχρι στιγμής σε 80 δις δολάρια. Είναι φανερό ότι χρειάζεται να προστατεύσουμε το περιβάλλον για να διαφυλάξουμε τις οικονομίες και τα μέσα διαβίωσής μας.
Σε μια μελέτη ορόσημο, που δημοσίευσε πέρυσι ο ΟΗΕ, αναφέρεται ότι 15 από τα 24 οικοσυστήματα που είναι ουσιαστικής σημασίας για την ευμάρειά μας υποβαθμίζονται ή χρησιμοποιούνται κατά μη διατηρήσιμο τρόπο. Τα οικοσυστήματα αυτά προσφέρουν στις οικονομίες μας απαραίτητα αγαθά και υπηρεσίες, όπως γλυκό νερό, ξυλεία, τρόφιμα, ίνες και φάρμακα που έχουν τεράστια οικονομική αξία. Η απώλεια της βιοποικιλότητας σημαίνει ότι διακινδυνεύουμε όλα τα παραπάνω.
2. Η αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος
Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής συγκαταλέγεται στις κορυφαίες προτεραιότητες της Επιτροπής. Δεν υπερβάλλω όταν δηλώνω ότι η αλλαγή του κλίματος είναι μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Συνιστά ζωτική απειλή για τη μελλοντική σταθερότητα και ευμάρεια των κοινωνιών μας. Σχεδόν κάθε εβδομάδα ανακύπτουν νέες επιστημονικές αποδείξεις για την εμβέλεια των συνεπειών της. Δεν τίθεται πλέον το ερώτημα κατά πόσο συμβαίνει η κλιματική αλλαγή, αλλά τι μπορούμε να πράξουμε για να την περιορίσουμε.
Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να πω ότι η Ελλάδα χρειάζεται να εντείνει τις προσπάθειές της. Με βάση τη συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τον εσωτερικό επιμερισμό της επιβάρυνσης για την εκπλήρωση του στόχου του πρωτοκόλλου του Κυότο, επιτρέπεται να αυξήσει μέχρι το 2012 τις εκπομπές αερίων που επιδεινώνουν το φαινόμενο θερμοκηπίου κατά 25% πάνω από τα επίπεδα του 1990. Από τους πλέον πρόσφατους υπολογισμούς προκύπτει ότι η χώρα μας θα μπορέσει να επιτύχει το στόχο αυτό, μόνον εάν εφαρμόσει επιπρόσθετες πολιτικές και λάβει συμπληρωματικά μέτρα για τον περιορισμό των εκπομπών. Αξίζει να υπογραμμισθεί ότι δεν επαρκούν τα ήδη ληφθέντα μέτρα και ότι, αν περιορισθούμε σ’ αυτά, οι εκπομπές αναμένεται να αυξηθούν περίπου κατά 35%. Επομένως χρειάζονται επειγόντως περαιτέρω ενέργειες.
Μαζί με την Κύπρο, η χώρα μας προηγείται ήδη μεταξύ των χωρών της Ένωσης στη χρήση ηλιακών συστημάτων θέρμανσης νερού, ενώ καλές είναι και οι συνθήκες για την αιολική ενέργεια. Ελπίζω ότι πολύ σύντομα θα αρχίσουμε να αξιοποιούμε περισσότερο τον πόρο αυτό και να πλησιάζουμε το στόχο της Ένωσης ως προς την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές.
Η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση έχει αναπτύξει ένα από τα ευρύτερα ανά την υφήλιο προγράμματα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Με βάση το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την κλιματική αλλαγή, η Επιτροπή και οι ενδιαφερόμενοι για το πρόγραμμα συνεργάζονται για να αναπτύξουν αποτελεσματικά και οικονομικώς συμφέροντα μέτρα για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Ήδη εφαρμόζονται πάνω από 30 μέτρα, ενώ άρχισε νέο στάδιο του προγράμματος για την ανάπτυξη και άλλων μέτρων στο μέλλον.
3. Περιβαλλοντικές πολιτικές και οικονομία
Έρχομαι τώρα σε ένα ευρύτερο ζήτημα. Οι περιβαλλοντικές πολιτικές δεν εκπονούνται σε καθεστώς απομόνωσης. Πολλά προβλήματα δημιουργούνται σε άλλους τομείς άσκησης πολιτικής, όπως η ενέργεια και οι μεταφορές. Οι περιβαλλοντικές πολιτικές πρέπει επομένως να τα συνεκτιμήσουν, υπερβαίνοντας τα σύνορα που παραδοσιακά διαχωρίζουν τις επιμέρους πολιτικές. Οφείλουμε επίσης να αναγνωρίσουμε την οικονομική πραγματικότητα. Να αναζητήσουμε τις πλέον συμφέρουσες οικονομικά λύσεις καθώς και λύσεις επωφελείς για όλους που να συμβάλλουν τόσο στην προστασία του περιβάλλοντος όσο και στην ανταγωνιστικότητά μας. Έχει σημασία για τις περιβαλλοντικές πολιτικές να χρησιμοποιούν τις δυνάμεις της αγοράς, επειδή αυτό συνεπάγεται αποτελεσματικότερη μείωση του κόστους και δημιουργικότητα. Η Επιτροπή έχει αναγνωρίσει το γεγονός αυτό, και διανύουμε φάση εκσυγχρονισμού του τρόπου με τον οποίο χαράσσουμε τις εκάστοτε πολιτικές.
Σχετικό παράδειγμα αποτελεί το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας των εκπομπών. Το εν λόγω σύστημα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του προγράμματός μας για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, η δε έναρξή του υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχής. Ήδη κατά το πρώτο έτος της λειτουργίας του, η αξία των δικαιωμάτων εκπομπής που αποτέλεσαν αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών στο πλαίσιό του ανήλθε σε περίπου 5 δις €. Με το νέο σύστημα απομακρυνόμαστε τελείως από τις παραδοσιακές περιβαλλοντικές κανονιστικές ρυθμίσεις εντολής και ελέγχου. Οι κυβερνήσεις θέτουν συγκεκριμένους περιβαλλοντικούς στόχους, ορίζοντας ανώτατα όρια για τις εκπομπές από τις εγκαταστάσεις, αλλά έπειτα αφήνουν στις επιχειρήσεις να αποφασίσουν το πού και το πώς θα περιορίσουν τις εκπομπές. Έτσι εξασφαλίζεται η εξεύρεση των οικονομικότερων μεθόδων.
Στόχος για την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση των 15 στα πλαίσια του Κυότο είναι η μείωση των εκπομπών κατά 8% μέχρι το 2012, συγκριτικά προς τα αντίστοιχα επίπεδα του 1990. Εκτιμούμε ότι η εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής θα μειώσει το κόστος κατά περίπου ένα τρίτο. Επίσης, παρέχει στα διοικητικά και τεχνικά στελέχη κίνητρο για βελτίωση του βαθμού ενεργειακής απόδοσης και για επενδύσεις σε μη ρυπογόνες τεχνολογίες. Έτσι δίνεται ώθηση στην περαιτέρω ανάπτυξη ανάλογων τεχνολογιών, οι οποίες καθίστανται φθηνότερες και αποδοτικότερες, προσφέροντας συχνά στους παραγωγούς τους ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Το δεύτερο παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο εκσυγχρονίζουμε τις ασκούμενες πολιτικές αφορά τις νέες στρατηγικές μας για την αντιμετώπιση επτά περιβαλλοντικών θεμάτων μείζονος σημασίας. Έχουμε ήδη δρομολογήσει πέντε θεματικές στρατηγικές για την ατμοσφαιρική ρύπανση, το αστικό περιβάλλον, τη διαχείριση των αποβλήτων, τη χρήση των φυσικών πόρων και το θαλάσσιο περιβάλλον. Κατά τους προσεχείς μήνες θα παρουσιάσουμε τις δύο τελευταίες θεματικές στρατηγικές μας σχετικά με το έδαφος και τα φυτοφάρμακα.
Οι θεματικές στρατηγικές αποτελούν απτά δείγματα της βελτίωσης της νομοθεσίας. Για την ανάπτυξή τους χρειάστηκαν πολλά χρόνια και βασίζονται σε γνώσεις αιχμής, σε υπερσύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, σε στενή συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων και σε ενδελεχή ανάλυση της κείμενης νομοθεσίας. Οι στρατηγικές αυτές θέτουν βραχυπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους στόχους για την επόμενη 20ετία. Προβλέπουν δράσεις που καλύπτουν ευρύ φάσμα τομέων των ασκούμενων πολιτικών και απλούστευση της ισχύουσας νομοθεσίας. Για παράδειγμα, με τη στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση θα συγχωνευθούν και θα απλουστευθούν έξι ισχύουσες νομοθετικές πράξεις και θα απαιτηθεί δράση σε όλους τους σχετικούς οικονομικούς κλάδους, όπως της βιομηχανίας, των μεταφορών και της γεωργίας.
Τη στιγμή αυτή, η ατμοσφαιρική ρύπανση στην Ένωση σκοτώνει πρόωρα περίπου 370.000 άτομα ετησίως και προκαλεί απώλεια 200 εκατομμυρίων ημερών εργασίας. Τα οφέλη για την υγεία και μόνο από την υλοποίηση της στρατηγικής θα αντισταθμίσουν με το παραπάνω το κόστος εφαρμογής, με συντελεστή τουλάχιστον 6 προς 1.
4. Η στρατηγική της Λισσαβώνας και το περιβάλλον στα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα
Η περιβαλλοντική πολιτική αποτελεί καθοριστικό στοιχείο για τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Πέρυσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε τις αποκαλούμενες «ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές», με τις οποίες καλούνται τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν την αειφόρο χρήση των πόρων και να ενισχύσουν τις συνέργειες μεταξύ της προστασίας του περιβάλλοντος και της οικονομικής ανάπτυξης. Θα πρέπει η ανάπτυξη να αποσυνδεθεί από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, η δε περιβαλλοντική πολιτική θα πρέπει να σχεδιάζεται με τρόπους που στηρίζουν την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Οι αντιλήψεις αυτές υιοθετήθηκαν από την πλειονότητα των κρατών μελών στα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα (NRP), τα οποία συνέταξαν με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές. Στα προγράμματα αναγνωρίζεται ότι οι περιβαλλοντικές επενδύσεις μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, να μειώσουν την εξάρτηση από τους πόρους και επίσης να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα, υπό τον όρο να είναι οικονομικώς συμφέρουσες.
Η Ελλάδα έχει την πρόθεση να αυξήσει το βαθμό ενεργειακής απόδοσης, να εντείνει τη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, να αποσυνδέσει την οικονομική ανάπτυξη από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, να ανακόψει την απώλεια της βιοποικιλότητας και να καταπολεμήσει την αλλαγή του κλίματος. Ορισμένα κράτη μέλη επιδιώκουν να επιτύχουν τους στόχους της Λισσαβώνας, μετατοπίζοντας τη φορολογική επιβάρυνση από την εργασία στη χρήση των πόρων και στη ρύπανση. Όλα αυτά είναι ενθαρρυντικά! Ας εξετάσουμε όμως προσεκτικότερα την τρόπο με τον οποίο οι περιβαλλοντικές πολιτικές συμβάλλουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
5. Τα περιβαλλοντικά πρότυπα ευνοούν την καινοτομία και τη μη ρυπογόνο παραγωγή
Ο πρώτος τρόπος είναι με την προώθηση της καινοτομίας και την υψηλότερη παραγωγικότητα. Ορθώς μελετημένα περιβαλλοντικά πρότυπα μπορούν πράγματι να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα, για δύο διαφορετικούς λόγους.
Κατά πρώτο, η ανάγκη για βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενεργοποιεί την καινοτομία, η οποία μπορεί να αντισταθμίσει το κόστος της συμμόρφωσης στα πρότυπα. Η καινοτομία είναι αντίστοιχη με «πλεονέκτημα του παίκτη που κάνει την πρώτη κίνηση». Εύστοχο παράδειγμα αποτελεί η αιολική ενέργεια, όπου χάρη σε έγκαιρους μηχανισμούς στήριξης σε ορισμένα κράτη μέλη, οι ευρωπαϊκές εταιρείες αποτελούν σήμερα τον προμηθευτή του 90% της ταχέως αναπτυσσόμενης παγκόσμιας αγοράς τεχνικού εξοπλισμού αιολικής ενέργειας.
Κατά δεύτερο, η μείωση της ρύπανσης συνήθως συνεπάγεται αποδοτικότερες βιομηχανικές διαδικασίες παραγωγής και ορθολογικότερη χρήση των πόρων. Η μη ρυπογόνος παραγωγή είναι η οικονομικά αποδοτική παραγωγή, η δε αυξημένη απόδοση μας αποζημιώνει με χαμηλότερο κόστος ενέργειας, διάθεσης αποβλήτων και πόρων.
Τα παραπάνω επιχειρήματα στηρίζονται σε έγκυρες αποδείξεις. Πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ, που κάλυψε περισσότερες από 4.000 μεταποιητικές επιχειρήσεις, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εταιρείες που βελτιώνουν τις περιβαλλοντικές τους επιδόσεις έχουν αυξημένες πιθανότητες κερδοφορίας. ¶λλη μελέτη του ΟΟΣΑ διαπίστωσε ότι η περιβαλλοντική νομοθεσία, αντί για αρνητικές, έχει ελαφρώς θετικές συνέπειες στην απασχόληση.
6. Η οικολογική καινοτομία προσφέρει οικονομικές ευκαιρίες
Ο δεύτερος τρόπος με τον οποίο η εστίαση στο περιβάλλον μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην οικονομική ανάπτυξη είναι μέσω των περιβαλλοντικών τεχνολογιών, που αποτελούν τομέα σε άνθηση. Η κινητήρια δύναμη πίσω από την ανάπτυξη των τεχνολογιών αυτών είναι συνήθως οι κανονιστικές ρυθμίσεις, οι οποίες δημιουργούν την ανάγκη για καλύτερες περιβαλλοντικές επιδόσεις.
Οι οικολογικοί κλάδοι έχουν καταστεί σημαντικός τομέας της ευρωπαϊκής οικονομίας και είναι πλέον συγκρίσιμου μεγέθους με την αεροδιαστημική ή τη φαρμακοβιομηχανία. Ο τομέας οικολογικών βιομηχανιών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο της παγκόσμιας αγοράς, απασχολεί άμεσα περισσότερο από δύο εκατομμύρια άτομα και αυξάνει κατά 5% ετησίως από τα μέσα του 1990. Υπάρχουν προοπτικές η εν λόγω αύξηση να συνεχισθεί με τον ίδιο ή ακόμη υψηλότερο ρυθμό. Η Επιτροπή ενθαρρύνει την ανάπτυξη αυτού του τομέα με το πρόγραμμα δράσης για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες. Το πρόγραμμα αυτό επιζητεί να άρει τους διοικητικούς, χρηματοδοτικούς και τεχνικούς φραγμούς που παρεμποδίζουν την ανάπτυξη και την αφομοίωση των ως άνω τεχνολογιών.
7. Βελτίωση της νομοθεσίας για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα: το παράδειγμα του ΟΠΕΡ
Ωστόσο, παρά τα όσα ανέφερα, ουδείς αρνείται ότι οι κανόνες για την προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να πλήξουν ορισμένες εταιρείες. Όπως συμβαίνει και με οποιεσδήποτε άλλες νομοθεσίες, εάν δεν έχουν προηγουμένως αποτελέσει αντικείμενο προσεκτικής σχεδίασης μπορούν να έχουν κακές συνέπειες για την οικονομία. Ως εκ τούτου υποστηρίζω πλήρως την προσπάθεια για τη βελτίωση της σχετικής νομοθεσίας. Στόχος του προγράμματος για τη βελτίωση της νομοθεσίας δεν είναι η κατάργηση των ρυθμίσεων ή ο περιορισμός του πεδίου εφαρμογής δράσης, αλλά η θέσπιση καλύτερων κανονιστικών ρυθμίσεων. Ήδη σας έδωσα το παράδειγμα των θεματικών στρατηγικών ως χαρακτηριστικών δειγμάτων βελτίωσης της νομοθεσίας. Επιθυμώ επίσης να αναφέρω σε συντομία μια ισχύουσα νομοθετική πράξη, που μπορεί να επηρεάσει πολλούς από εσάς. Αναφέρομαι στην οδηγία για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης, την αποκαλούμενη οδηγία ΟΠΕΡ.
Η ανωτέρω οδηγία, που εκδόθηκε το 1996, αφορά γύρω στις 55.000 μεγάλης κλίμακας βιομηχανικές εγκαταστάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, από τις οποίες οι 400 ευρίσκονται στην Ελλάδα. Οι κυριότεροι κλάδοι που επηρεάζονται στη χώρα μας είναι η ηλεκτροπαραγωγή, η μεταλλοβιομηχανία, η χημική βιομηχανία και τα ορυχεία. Με χαρά αναφέρω ότι μελέτη που εκπονήθηκε από την Επιτροπή δεν βρήκε ενδείξεις ότι οι εταιρείες που εφαρμόζουν την οδηγία ΟΠΕΡ είναι λιγότερο ανταγωνιστικές σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο.
Η Επιτροπή άρχισε πρόσφατα τη διαδικασία επανεξέτασης της οδηγίας, στα πλαίσια της προσπάθειάς μας για βελτίωση της νομοθεσίας. Έχοντας κατά νουν τη στρατηγική της Λισσαβώνας, επιζητούμε τρόπους βελτίωσης του κανονιστικού μας πλαισίου για τις βιομηχανικές εκπομπές, διατηρώντας παράλληλα το αναγκαίο υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος. Η εργασία αυτή θα εστιαστεί στην εξέταση της αποτελεσματικότητας της χρήσης, στο χώρο αυτό, μέσων βασιζόμενων στην αγορά.
Επιτρέψτε μου όμως να προσθέσω ότι η διαδικασία επανεξέτασης της οδηγίας δεν θα πρέπει να αποσπάσει την προσοχή μας από την προθεσμία για την πλήρη εφαρμογή της, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής στις παλαιότερες εγκαταστάσεις, δεν απέχει πλέον παρά μόνο 1,5 έτος, δεδομένου ότι η σχετική προθεσμία λήγει τον Οκτώβριο του 2007. Τα κράτη μέλη χρειάζεται να αφιερώσουν τους αναγκαίους πόρους για να επιτύχουν την εφαρμογή, ιδιαίτερα μέσω της αφομοίωσης των καλύτερων διαθέσιμων τεχνικών, οι οποίες με τη σειρά τους δίνουν ώθηση στην καινοτομία και ενισχύουν την ανταγωνιστικότητά μας. Γνωρίζω ότι η τήρηση της προθεσμία αυτής αποτελεί πρόκληση για ορισμένα κράτη μέλη και τη βιομηχανία, όπως είναι και η περίπτωση της Ελλάδας. Για να στηρίξει τις προσπάθειές σας, η Επιτροπή κατάρτισε πρόγραμμα δράσης, ώστε να παρακολουθεί και να υποστηρίζει καλύτερα την υλοποίηση της οδηγίας.
8. Συμπέρασμα
Καταλήγοντας, οι περιβαλλοντικές πολιτικές όταν είναι επιμελώς σχεδιασμένες, μπορούν να τονώσουν την οικονομική ανάπτυξη, ευνοώντας την καινοτομία, ενθαρρύνοντας τη μη ρυπογόνο παραγωγή, εμπνέοντας τον τομέα των οικολογικών τεχνολογιών και στηρίζοντας την ενιαία αγορά. Επιπλέον, μπορούν να απαλλάξουν τόσο τη βιομηχανία όσο και τις χώρες από το τεράστιο κόστος αντιμετώπισης των απώτερων συνεπειών της ρύπανσης.
Η έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για την ανταγωνιστικότητα το 2005, η οποία δημοσιεύθηκε πριν από λίγους μήνες, κατατάσσει τη Φινλανδία, τη Σουηδία και τη Δανία μεταξύ των τεσσάρων ανταγωνιστικότερων χωρών στον κόσμο. Οι ίδιες χώρες ευρίσκονται επικεφαλής του πίνακα βαθμολογίας της ευρωπαϊκής καινοτομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι χώρες αυτές εμφανίζουν τα υψηλότερα πρότυπα προστασίας του περιβάλλοντος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και μάλιστα παγκοσμίως.
Δεν υφίσταται επομένως το δίλημμα: ανάπτυξη ή περιβάλλον. Οι παράμετροι αυτές αλληλοσυμπληρώνονται. Έχει σημασία να γίνει αντιληπτό ότι οι περιβαλλοντικές δαπάνες αποτελούν κρίσιμες επενδύσεις όχι μόνο για το μέλλον, το δικό μας και των παιδιών μας, αλλά επίσης και για την οικονομία του σήμερα.
Το κείμενο αποτελεί ομιλία που πραγματοποιήθηκε στον ΣΕΒ, στις 24 Φεβρουαρίου 2006.