ΣτΕ 666/2018 [Νόμιμη ταυτοποίηση ακινήτου, στερούμενου αναγκαίου προσώπου]
Περίληψη
-Πριν από την έκδοση άδειας οικοδομής απαιτείται η διενέργεια, εκ μέρους της Διοίκησης, ειδικής και εμπεριστατωμένης έρευνας ως προς τη δυνατότητα τακτοποίησης, από πλευράς αρτιότητας, σχήματος και γενικά καταλληλότητας για την πληρέστερη δομική εκμετάλλευση, όχι μόνο του οικοπέδου στο οποίο αφορά η υπό έκδοση άδεια, αλλά και όλων των όμορων προς αυτό οικοπέδων (ΣτΕ 1105/2016, 1174/2011). Αν κατά την έρευνα αυτή διαπιστωθεί ότι η ανοικοδόμηση του οικοπέδου, στο οποίο αφορά η άδεια οικοδομής που ζητήθηκε, θα εμποδίσει ή θα δυσχεράνει την τακτοποίηση των ομόρων οικοπέδων, η άδεια δεν μπορεί να χορηγηθεί προτού ικανοποιηθούν, με την ολοκλήρωση της σχετικής διοικητικής διαδικασίας, όλες οι ανάγκες τακτοποιήσεων που διαπιστώθηκαν. Αντιθέτως, η Διοίκηση, αν διαπιστώσει, αιτιολογώντας κατά τρόπο ειδικό και πλήρη την σχετική κρίση της, ότι η ανέγερση οικοδομής στο υπό ανοικοδόμηση οικόπεδο δεν θα εμποδίσει ούτε θα δυσχεράνει την μελλοντική τακτοποίηση των ομόρων οικοπέδων, προβαίνει στην χορήγηση της άδειας οικοδομής, εφόσον, βεβαίως, συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις. Η τακτοποίηση οικοπέδων είναι, καταρχήν, υποχρεωτική όταν σε ένα οικοδομικό τετράγωνο του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως υφίσταται οικόπεδο τυφλό, που δεν έχει, δηλαδή, πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο του σχεδίου, ζητείται δε άδεια για την ανέγερση οικοδομής σε παρακείμενο οικόπεδο.
-Παρέχεται στη Διοίκηση ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο πραγματοποίησης της τακτοποίησης ειδικότερα, συγχωρείται η μεταβολή του σχήματος, της θέσης και του μεγέθους των οικοπέδων που τακτοποιούνται, ώστε να γίνεται εφικτή η πληρέστερη οικοδομική τους εκμετάλλευση, σε συνάρτηση προς τις πολεοδομικές ανάγκες της περιοχής. Η ουσιαστική δε εκτίμηση των αρμοδίων οργάνων ως προς τον πιο πρόσφορο τρόπο τακτοποίησης δεν μπορεί να ελεγχθεί από τον ακυρωτικό δικαστή, ως κρίση τεχνικής φύσεως. Πρέπει όμως η κρίση αυτή να αιτιολογείται προσήκοντος, με την αναφορά των πραγματικών δεδομένων και των λόγων, ενόψει των οποίων κατέστη αναγκαίος ο προκριθείς τρόπος πραγματοποίησης της τακτοποίησης, όταν μάλιστα κατά την προηγηθείσα διοικητική διαδικασία είχαν προβληθεί συγκεκριμένοι ισχυρισμοί από τους θιγομένους ιδιοκτήτες. Κατά συνέπεια, πρέπει η Διοίκηση να επιδιώκει κατά την τακτοποίηση, καταρχήν, την ανταλλαγή τμημάτων οικοπέδων ίσου μεγέθους και αξίας, εκτός εάν, με βάση την ειδικώς αιτιολογημένη κρίση της Δτοάκηπιης, τεχνικοί λόγοι που συνδέονται προς την ανάγκη να αποκτήσουν τα υπό τακτοποίηση οικόπεδα το πιο κατάλληλο σχήμα ή τις ελάχιστες, κατά το νόμο, πλευρικές διαστάσεις ή προς τις γενικότερες συνθήκες της τακτοποίησης, επιβάλλουν άνιση μεταξύ τους μεταχείριση. &σί$ϊάντως η διακριτική εξουσία της Διοίκησης δεν μπορεί να φθάσει μέχρι του σημείου να επιβαρύνει υπέρμετρα μια ιδιοκτησία σε όφελος άλλης, χωρίς αποχρώντα λόγο.
-Με τις διατάξεις των παρ. 3 και 5 του άρθρου 301 του Κ.Β.Π.Ν. επιδιώκεται να αποτραπεί η επιβάρυνση γειτονικών ιδιοκτησιών για την τακτοποίηση οικοπέδων που στερούνται το απαιτούμενο πρόσωπο ή βάθος λόγω υπαίτιας κατάτμησης ευρύτερης έκτασης μετά την έναρξη ισχύος του ν.δ. 690/1948 και για το σκοπό αυτό θεσπίζεται απαγόρευση τακτοποίησης των παραπάνω οικοπέδων που αποβλέπει να προσδώσει σε αυτό το απαιτούμενο πρόσωπο ή βάθος. Επιτρέπεται κατ’αρχήν η τακτοποίηση οικοπέδων, που είναι μεν άρτια ως προς το εμβαδόν, αλλά στερούνται του απαραίτητου προσώπου, προκειμένου να αποκτήσουν τούτο, ακόμα κι αν η έλλειψή τους αυτή οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση που έγινε πριν την έναρξη ισχύος του ν. 651/1977.
-Η εκκαλουμένη έκρινε για τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης τακτοποίησης, ελέγχοντας τη συνδρομή των προβλεπόμενων στο άρθρο 300 του Κ.Β.Π.Ν. προϋποθέσεων, στη συνέχεια δε έκρινε, ορθώς, ότι δεν μπορεί να ελεγχθεί, παρεμπιπτόντως κατά την έκδοσή της, η νομιμότητα οικοδομικής άδειας για την ανέγερση ακινήτου όμορου του τακτοποιούμενου, διότι, η τελευταία, ως ατομική διοικητική πράξη καλύπτεται από το τεκμήριο νομιμότητας. Συντρέχοντος, εν προκειμένω, νόμιμου λόγου τακτοποίησης του τυφλού οικοπέδου και λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι η εν λόγω τακτοποίηση εχώρησε με την ανταλλαγή του ως άνω οικοπέδου με τμήμα του οικοπέδου της εκκαλούσας ίδιου εμβαδού, ύστερα δε από αυτήν, το οικόπεδο της τελευταίας εξακολουθεί να διατηρεί ικανό πρόσωπο, που επιτρέπει την πλήρη οικοδομική του αξιοποίηση, η τακτοποίηση, φέρει επαρκή και νόμιμη αιτιολογία.
-Η εν λόγω τακτοποίηση, υπαγορευόμενη από λόγους δημοσίου συμφέροντος και λόγους προστασίας της ακίνητης ιδιοκτησίας και πραγματοποιηθείσα με την ανταλλαγή δύο οικοπέδων που είχαν το ίδιο εμβαδόν, δεν αντιβαίνει στα άρθρα 4 (παρ. 1 και 5), 17 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Μ. Γκορτζολίδου
Βασικές Σκέψεις
2. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση ζητείται η εξαφάνιση της 1216/2009 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση της ήδη εκκαλούσας για την ακύρωση α) της Δ.Π. 2717/Φ.25 υποφ. 1/2007/10.7.2007 πράξης του Νομάρχη Σάμου, με την οποία, ύστερα από απόρριψη ένστασης της εκκαλούσας, κυρώθηκε η 1/Δ.Π. 1178/Φ.25/6.3.2007 πράξη τακτοποίησης οικοπέδου, του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Κανόνων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου και β) της 39535/9093/30.10.2007 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή που άσκησε η εκκαλούσα κατά της ανωτέρω νομαρχιακής πράξης.
3. Επειδή, μετά την κατάργηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σάμου, κατά της οποίας στρέφεται η υπό κρίση έφεση, η παρούσα δίκη νομίμως συνεχίζεται κατά της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, στην οποία έχει περιέλθει η αρμοδιότητα κύρωσης πράξεων τακτοποίησης κατά τις διατάξεις του ν.δ. 17.7.1923 και η κρίση των υποβαλλόμενων κατά αυτών ενστάσεων [βλ. άρθρο 3 παρ.1 και 3 περ. ια του ν. 3852/2010 (Α΄ 87), άρθρο 186 κεφάλαιο ΣΤ΄ περ. 40 του ίδιου νόμου, όπως η περ. αυτή αντικαταστάθηκε και αναριθμήθηκε με το άρθρο 44 παρ. 10 περ. δ του
ν. 3979/2011 (Α΄ 138), και άρθρο 283 παρ. 2 εδ. γ του ως άνω
ν. 3852/2010, όπως το εδάφιο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 13 του ν. 4071/2012 (Α΄ 85)] (βλ. ΣτΕ 98/2016, 3068/2015).
4. Επειδή, η υπό κρίση έφεση, κατατεθείσα στις 28.6.2010 στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιά, ασκείται εμπροθέσμως εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 58 παρ. 3 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) ετήσιας προθεσμίας από τη δημοσίευση της πρωτόδικης απόφασης στις 30.6.2009, δεδομένου ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στην εκκαλούσα.
5. Επειδή, στην παρ. 2 του άρθρου 303 του κυρωθέντος με το άρθρο μόνο του από 14/27.7.1999 π.δ/τος (Δ΄ 580) Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (Κ.Β.Π.Ν.), με το οποίο αποδίδεται το άρθρο 24 του ν. 1577/1985 «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός» (Α΄ 210), ορίζεται ότι δεν επιτρέπεται η δόμηση, ακόμη και σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, αν για οποιοδήποτε λόγο απαιτείται τακτοποίηση των γειτονικών του οικοπέδων και, κατά την κρίση της πολεοδομικής υπηρεσίας, η δόμηση θα παρεμποδίσει ή θα δυσχεράνει με οποιονδήποτε τρόπο την τακτοποίηση. Περαιτέρω, στο άρθρο 300 παρ. 2 του ανωτέρω Κώδικα, στο οποίο αποδίδεται το άρθρο 42 του ν.δ/τος της 17.7/16.8.1923 «περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών» (Α΄ 228), προβλέπεται ότι «Η τακτοποίηση των οικοπέδων ενεργείται μεταβαλλομένων εν ανάγκη αυτών κατά τη θέση, το σχήμα και το μέγεθος, έτσι ώστε κάθε ένα από αυτά να αποκτήσει διάταξη που να ανταποκρίνεται πληρέστερα στις ανάγκες και το σκοπό της χρησιμοποίησης αυτού και του συνόλου των οικοδομήσιμων οικοπέδων που βρίσκονται στην ίδια πόλη, κώμη κλπ ή απλώς αυτών που βρίσκονται στην ίδια περιοχή και διέπονται από κοινές διατάξεις. Κατά την τακτοποίηση αυτή αποκλείεται οποιαδήποτε μεταβολή των τμημάτων των τακτοποιητέων οικοπέδων που καταλαμβάνονται από οικοδομές… 3. Με π. δ/τα ρυθμίζονται ο τρόπος, η φύση και η έκταση της τακτοποίησης σε κάθε περίπτωση. Πάντως αρμόδια να κρίνει για την ανάγκη και για τη δυνατότητα της τακτοποίησης, καθώς και για την έννοια των οικοδομών που την αποκλείουν, είναι η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, της οποίας οι σχετικές αποφάσεις υπόκεινται στην έγκριση του οικείου νομάρχη, ο οποίος μπορεί να τις αναθεωρεί».
6. Επειδή, από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι, πριν από την έκδοση άδειας οικοδομής, απαιτείται η διενέργεια, εκ μέρους της Διοίκησης, ειδικής και εμπεριστατωμένης έρευνας ως προς τη δυνατότητα τακτοποίησης, από πλευράς αρτιότητας, σχήματος και γενικά καταλληλότητας για την πληρέστερη δομική εκμετάλλευση, όχι μόνο του οικοπέδου στο οποίο αφορά η υπό έκδοση άδεια, αλλά και όλων των όμορων προς αυτό οικοπέδων (ΣτΕ 1105/2016, 1174/2011). Αν κατά την έρευνα αυτή διαπιστωθεί ότι η ανοικοδόμηση του οικοπέδου, στο οποίο αφορά η άδεια οικοδομής που ζητήθηκε, θα εμποδίσει ή θα δυσχεράνει την τακτοποίηση των ομόρων οικοπέδων, η άδεια δεν μπορεί να χορηγηθεί προτού ικανοποιηθούν, με την ολοκλήρωση της σχετικής διοικητικής διαδικασίας, όλες οι ανάγκες τακτοποιήσεων που διαπιστώθηκαν. Αντιθέτως, η Διοίκηση, αν διαπιστώσει, αιτιολογώντας κατά τρόπο ειδικό και πλήρη την σχετική κρίση της, ότι η ανέγερση οικοδομής στο υπό ανοικοδόμηση οικόπεδο δεν θα εμποδίσει ούτε θα δυσχεράνει την μελλοντική τακτοποίηση των ομόρων οικοπέδων, προβαίνει στην χορήγηση της άδειας οικοδομής, εφόσον, βεβαίως, συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις (ΣτΕ 1105/2016, 2723/2001, 4328/1998, 2173/1993). Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 300 έως 304 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας ενεργουμένη τακτοποίηση οικοπέδων είναι, καταρχήν, υποχρεωτική όταν σε ένα οικοδομικό τετράγωνο του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως υφίσταται οικόπεδο τυφλό, που δεν έχει, δηλαδή, πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο του σχεδίου, ζητείται δε άδεια για την ανέγερση οικοδομής σε παρακείμενο οικόπεδο (ΣτΕ 1174/2011, 2221/2003).
7. Επειδή, περαιτέρω, με τις αναφερόμενες στη σκέψη 5 διατάξεις, παρέχεται στη Διοίκηση ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο πραγματοποίησής της τακτοποίησης. Ειδικότερα, συγχωρείται η μεταβολή του σχήματος, της θέσης και του μεγέθους των οικοπέδων που τακτοποιούνται, ώστε να γίνεται εφικτή η πληρέστερη οικοδομική τους εκμετάλλευση, σε συνάρτηση προς τις πολεοδομικές ανάγκες της περιοχής. Η ουσιαστική δε εκτίμηση των αρμοδίων οργάνων ως προς τον πιο πρόσφορο τρόπο τακτοποίησης δεν μπορεί να ελεγχθεί από τον ακυρωτικό δικαστή, ως κρίση τεχνικής φύσεως. Πρέπει όμως η κρίση αυτή να αιτιολογείται προσηκόντως, με την αναφορά των πραγματικών δεδομένων και των λόγων, ενόψει των οποίων κατέστη αναγκαίος ο προκριθείς τρόπος πραγματοποίησης της τακτοποίησης, όταν μάλιστα κατά την προηγηθείσα διοικητική διαδικασία είχαν προβληθεί συγκεκριμένοι ισχυρισμοί από τους θιγομένους ιδιοκτήτες. Εξ άλλου, πρέπει η Διοίκηση να επιδιώκει κατά την τακτοποίηση, καταρχήν, την ανταλλαγή τμημάτων οικοπέδων ίσου μεγέθους και αξίας, εκτός εάν, με βάση την ειδικώς αιτιολογημένη κρίση της, τεχνικοί λόγοι που συνδέονται προς την ανάγκη να αποκτήσουν τα υπό τακτοποίηση οικόπεδα το πιο κατάλληλο σχήμα ή τις ελάχιστες, κατά το νόμο, πλευρικές διαστάσεις ή προς τις γενικότερες συνθήκες της τακτοποίησης, επιβάλλουν άνιση μεταξύ τους μεταχείριση. Πάντως η διακριτική εξουσία της Διοίκησης δεν μπορεί να φθάσει μέχρι του σημείου να επιβαρύνει υπέρμετρα μια ιδιοκτησία σε όφελος άλλης, χωρίς αποχρώντα λόγο (ΣτΕ 3068, 4289, 4290/2015, 4086/2014, 2045/2012, 2876/2006, κ.ά.).
8. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 2 του ν.δ. 690/1948 (Α΄ 133), του οποίου το περιεχόμενο αποδίδεται στο άρθρο 417 του Κ.Β.Π.Ν., ορίζεται ότι “1. Απαγορεύεται η μεταβίβασις της κυριότητος οικοπέδων, επαγομένη την δημιουργίαν οικοπέδων μη αρτίων, είτε κατά το ελάχιστον εμβαδόν, είτε κατά το ελάχιστον πρόσωπον ή το βάθος. 2. … 3. Πάσα δικαιοπραξία εν ζωή η αιτία θανάτου έχουσα αντικείμενον απαγορευομένην κατά τας προηγουμένας παραγράφους μεταβίβασιν κυριότητος είναι αυτοδικαίως και εξ υπαρχής απολύτως άκυρος. 4. Αποκλειστικώς αρμοδία
ν’ αποφαίνηται εις τας περιπτώσεις της παρ. 2 εάν πρόκειται περί απαγορευομένης μεταβιβάσεως εν εκάστη περιπτώσει, είναι η πολεοδομική υπηρεσία, εν περιπτώσει δ’ ενστάσεων κατά της αποφάσεως αυτής, ο Υπουργός των Δημοσίων Έργων”. Με το άρθρο 3 παρ. 1 του α.ν. 625/1968 (Α΄ 266) η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του ν.δ. 690/1948 καταργήθηκε, επαναφέρθηκε, ωστόσο, σε ισχύ με το άρθρο 6 του
ν. 651/1977 (Α΄ 207). Εξάλλου, στις παρ. 3 και 5 του άρθρου 301 του Κ.Β.Π.Ν., στις οποίες αποδίδεται το περιεχόμενο των παρ. 2 και 4 του άρθρου 6 του ν. 651/1977, προβλέπονται τα εξής: “3. Δεν επιτρέπεται η τακτοποίηση οικοπέδων για απόκτηση προσώπων ή βάθους, εάν η έλλειψη αυτών οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση που έγινε μετά την 8.5.1948 (ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν.δ. 690/1948) από τους ιδιοκτήτες ή τους δικαιοπαρόχους τους με δικαιοπραξία εν ζωή ή αιτία θανάτου, με τεμαχισμό μεγαλύτερης έκτασης που έχει το απαιτούμενο ελάχιστο πρόσωπο ή βάθος. 4. … 5. Οι απαγορεύσεις του παρόντος άρθρου δεν ισχύουν εάν η τακτοποίηση γίνεται επ’ ωφελεία των ομόρων ιδιοκτησιών”. Με τις παραπάνω διατάξεις των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 301 του Κ.Β.Π.Ν., επιδιώκεται να αποτραπεί η επιβάρυνση των γειτονικών ιδιοκτησιών για την τακτοποίηση οικοπέδων που στερούνται το απαιτούμενο πρόσωπο ή βάθος λόγω υπαίτιας κατάτμησης ευρύτερης έκτασης μετά την έναρξη ισχύος του ν.δ. 690/1948 και για το σκοπό αυτό θεσπίζεται απαγόρευση τακτοποίησης των παραπάνω οικοπέδων που αποβλέπει να προσδώσει σε αυτά το απαιτούμενο πρόσωπο ή βάθος (ΣτΕ 3872, 3879/1989, πρβλ. ΣτΕ 1669/2014, 841-2/2016, 1602/2014 ). Τέλος, με παρ. 5 του ανωτέρω άρθρου 303 του Κ.Β.Π.Ν., στο οποίο αποδίδεται το άρθρο 24 παρ. 5 του ν. 1577/1985, όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 2831/2000 (Α΄ 140 ), επιτρέπεται καταρχήν, υπό τους όρους των διατάξεων που έχουν ήδη παρατεθεί, η τακτοποίηση οικοπέδων, που είναι μεν άρτια ως προς το εμβαδόν, αλλά στερούνται του απαραίτητου προσώπου, προκειμένου να αποκτήσουν τούτο, ακόμα και αν η έλλειψή τους αυτή οφείλεται σε υπαίτια κατάτμηση που έγινε πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 651/1977.
9. Επειδή, από την εκκαλουμένη απόφαση και τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής: Mε την 84/9.3.2005 οικοδομική άδεια του Τμήματος Έκδοσης Οικοδομικών Αδειών της Διεύθυνσης Πολεοδομίας-Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σάμου επετράπη στους Κυριάκο Σκουνδριάνο και τη σύζυγό του η ανέγερση νέου ισόγειου καταστήματος με υπόγειο γκαράζ και αποθήκη σε οικόπεδο στο Ο.Τ. 43 του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου στο Καρλόβασι Σάμου. Με το Δ.Π. 4824/05/17.1.2006 έγγραφο του Τμήματος Έκδοσης Οικοδομικών Αδειών της Διεύθυνσης Πολεοδομίας-Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου διατάχθηκε η διακοπή των οικοδομικών εργασιών βάσει της επίμαχης άδειας, διότι διαπιστώθηκε ότι το γειτονικό οικόπεδο ιδιοκτησίας Καριώτογλου που δεν έχει πρόσωπο σε κοινόχρηστο χώρο, και κλήθηκε ο Κ. Σκουνδριάνος να προσκομίσει τοπογραφικό διάγραμμα για την αναθεώρηση της ως άνω οικοδομικής άδειας. Στη συνέχεια, με την 4064/4.10.2006 αίτησή του προς τη Διεύθυνση Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου, Σκουνδριάνος ζήτησε να χορηγηθούν όροι δόμησης τυφλού οικοπέδου στο ακίνητο ιδιοκτησίας Καριώτογλου, όμορο της ιδιοκτησίας του, εντός σχεδίου πόλεως Καρλοβάσιου (Ο.Τ. 43) «λόγω μη δυνατότητας τακτοποίησης ακινήτου». Ακολούθησε η έκδοση της 1/Δ.Π. 1178/Φ.25/6.3.2007 πράξης του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Κανόνων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου, με την οποία τακτοποιήθηκε η ως άνω ιδιοκτησία της Καριώτογλου, η οποία δεν ήταν οικοδομήσιμη διότι είχε μεν το κατά κανόνα εμβαδόν, αλλά δεν είχε πρόσωπο σε δρόμο του εγκεκριμένου σχεδίου πόλης. Ειδικότερα, με την ως άνω πράξη, η εν λόγω ιδιοκτησία, εμβαδού 725,59 μ², η οποία εμφαίνεται στο από Φεβρουαρίου 2006 τοπογραφικό διάγραμμα Πολιτικού Μηχανικού με τα στοιχεία ΧΦΓ΄ Β΄ Χ, τακτοποιήθηκε με τη μεταφορά της στο βόρειο τμήμα του οικοπέδου της εκκαλούσας που έχει την ίδια έκταση και φέρει στο ίδιο διάγραμμα τα στοιχεία ΤΟαβΤ, το τελευταίο δε αυτό τμήμα του οικοπέδου της εκκαλούσας αποσπάστηκε και μεταφέρθηκε στη θέση του τακτοποιούμενου οικοπέδου Καριώτογλου. Η τακτοποίηση δηλαδή έγινε με την ανταλλαγή του τυφλού οικοπέδου της Φλώρας Καριώτογλου με ίσου μεγέθους τμήμα του οικοπέδου της εκκαλούσας, ύστερα δε από την εν λόγω τακτοποίηση το τακτοποιούμενο οικόπεδο της Φλώρας Καριώτογλου απέκτησε πρόσωπο 15,52 μ. Ως αιτιολογία για την επιλογή αυτού του τρόπου τακτοποίησης στην ως άνω πράξη αναφέρονται τα εξής: “Η ιδιοκτησία Κυριάκου Σκουνδριάνου … έχει το κατά κανόνα εμβαδόν και το κατά κανόνα απαιτούμενο πρόσωπο και εντός αυτής υπάρχει οικοδομή. Η ιδιοκτησία Σαμιώτη Γεωργίου …έχει το κατά κανόνα εμβαδόν και το κατά κανόνα απαιτούμενο πρόσωπο. Η ιδιοκτησία Κωνσταντίνου Σκόρμπου … έχει το κατά κανόνα εμβαδόν και το κατά κανόνα απαιτούμενο πρόσωπο και υπάρχει κτίσμα εντός αυτής. Η ιδιοκτησία Δημοτικού Σχολείου Καρλοβάσου … έχει το κατά κανόνα εμβαδόν και το κατά κανόνα απαιτούμενο πρόσωπο και υπάρχει κτίσμα εντός αυτής. Η ιδιοκτησία Μαριγώς Ιγγλέση … έχει το κατά κανόνα εμβαδόν και το κατά κανόνα απαιτούμενο πρόσωπο. Η ιδιοκτησία Φλώρας Καριώτογλου εμβαδού 725,59 μ² δεν είναι οικοδομήσιμη διότι ενώ έχει το απαιτούμενο εμβαδόν δεν έχει το ελάχιστο απαιτούμενο πρόσωπο. Επίσης δεν μπορεί να αποκτήσει το ελάχιστο απαιτούμενο πρόσωπο προσαρτώντας τμήμα από την όμορη ιδιοκτησία Κυριάκου Σκουνδριάνου διότι υπάρχει κτίσμα εντός αυτής, ούτε από την όμορη ιδιοκτησία Σαμιώτη Γεωργίου διότι αυτή έχει πρόσωπο 13,00 μ. (επομένως θα απομείνει πρόσωπο λιγότερο του κανόνα [απαιτούμενου] που είναι 10,00 μ.), ούτε από την όμορη ιδιοκτησία του Δημοτικού Σχολείου Καρλοβάσου διότι υπάρχει κτίσμα εντός αυτού. Η ιδιοκτησία Μαριγώς Ιγγλέση έχει εμβαδόν 1828,62 μ² και πρόσωπο σε δημοτικό δρόμο 41,20 μ., δηλαδή έχει εμβαδόν πολλαπλάσιο του κατά κανόνα που είναι 200,00 μ² και πρόσωπο πολλαπλάσιο του κατά κανόνα που είναι 10,00 μ.”. Κατά της ως άνω πράξης η εκκαλούσα άσκησε την από 21.3.2007 (αρ. πρωτ. 1626/3.4.2007) ένσταση προς το Νομάρχη Σάμου. Η ένσταση αυτή απερρίφθη με την Δ.Π. 2717/Φ.25/υποφ. 1/2007/10.7.2007 απόφαση του Νομάρχη Σάμου, με την οποία κυρώθηκε η ως άνω 1/Δ.Π.1178/Φ.25/6.3.2007 πράξη τακτοποίησης του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Κανόνων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου. Ειδικότερα, με την ως άνω πράξη του, ο Νομάρχης Σάμου, αφού ανέφερε ότι η ιδιοκτησία της Καριώτογλου “δεν μπορεί να αποκτήσει το ελάχιστο απαιτούμενο πρόσωπο προσαρτώντας τμήμα από την όμορη ιδιοκτησία Κυριάκου Σκουνδριάνου” και κατά τα λοιπά επανέλαβε την αιτιολογία της προαναφερθείσης πράξης τακτοποίησης του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Κανόνων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου, απέρριψε την ασκηθείσα ένσταση και κύρωσε την ως άνω πράξη τακτοποίησης με την ακόλουθη αιτιολογία:
“- Η … τροποποίηση στα Ο.Τ. 39-40-41-42 και 43 για την οποία έχει γνωμοδοτήσει το Δημοτικό Συμβούλιο Καρλοβασίων [με την 344/1.12.2006 πράξη του (πρακτικό 10/2006) και αφορά τη μετατόπιση του δρόμου που βρίσκεται ανατολικά των Ο.Τ. 39-40-41-42 και 43 προς το Κερκήτιο ρέμα και η επιβολή πρασιάς πλάτους 2,50 μ] δεν έχει θεσμοθετηθεί μέχρι σήμερα και επομένως λαμβάνεται υπόψη το ήδη ισχύον σχέδιο πόλης Καρλοβάσου. – Για το οικόπεδο της κ. Φλώρας συζ. Νικ. Καριώτογλου …, το οποίο αποκτήθηκε με την αριθμ. 25536/1/4-8-1984 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Καρλοβασίων Α. Παπακωνσταντίνου και για το οικόπεδο … των κ.κ. Σκουνδριάνου Κυριάκου και Δέσποινας Πολυζωίδου συζ. Σκουνδριάνου, το οποίο αποκτήθηκε με το αριθμό 1676/24-1-2003 συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Σάμου κ. Παπαργυρού, έστω και εάν είναι τμήματα μεγαλύτερης έκτασης δεν υφίσταται θέμα μη σύννομης κατάτμησης διότι τούτη συνετελέσθη κατά το έτος 1976 (χρονολογία θανάτου της διαθέτου) χρονολογία κατά την οποία ίσχυε η παρ. 1 του άρθρου 3 του Α.Ν. 625/1968 με την οποία καταργήθηκε το άρθρο 2 του Ν.Δ. 690//7-5-1948 (ΦΕΚ 135-Α΄/8-5-1948). – Για την τακτοποίηση οικοπέδου που βρίσκεται εντός σχεδίου πόλης που έχει εγκριθεί πριν το ΓΟΚ/85 νοείται η απόκτηση είτε του ελάχιστου προσώπου, είτε του ελάχιστου εμβαδού. Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 42 του Ν.Δ. 17-7-1923 η τακτοποίηση των οικοπέδων γίνεται με μεταβολή αυτών κατά την θέση, το σχήμα, το μέγεθος έτσι ώστε καθένα από αυτά να αποκτήσει διάταξη που να ανταποκρίνεται πληρέστερα στις ανάγκες και τον σκοπό της χρησιμοποιήσεώς του. – Η ύπαρξη ή μη οικοδομής εντός της ιδιοκτησίας Σκουνδριάνου δεν επηρέασε το σκεπτικό της σύνταξης της 1/2007 πράξης τακτοποίησης-προσκύρωσης. – Το σκεπτικό της σύνταξης της 1/2007 πράξης … είναι ότι η ανταλλαγή της ιδιοκτησίας Φλώρας Καριώτογλου μπορούσε να γίνει μόνο με τμήμα της ιδιοκτησίας της Μαρίας Ιγγλέση που είχε το κατάλληλο μέγεθος εμβαδού (1828,62 μ²) και το κατάλληλο μέγεθος προσώπου (41,20 μ.). Διότι μόνο μεταξύ των δύο αυτών ιδιοκτησιών τακτοποίηση θα δημιουργούσε δύο νέα οικόπεδα που θα είχαν το απαιτούμενο εμβαδόν, το απαιτούμενο πρόσωπο και το κατάλληλο σχήμα ώστε να ανταποκρίνονταν στις πληρέστερες ανάγκες ανοικοδόμησης βάσει κτιριοδομικού κανονισμού”. Στη συνέχεια, στις 14.8.2007 το Τμήμα Έκδοσης Οικοδομικών Αδειών της Διεύθυνσης Πολεοδομίας-Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Σάμου αναθεώρησε την 84/2005 οικοδομική άδεια ως προς το τοπογραφικό διάγραμμα. Κατά της Δ.Π. 2717/Φ.25/υποφ. 1/2007/10.7.2007 απόφασης του Νομάρχη Σάμου, που κύρωσε, όπως προεκτέθηκε, την επίμαχη τακτοποίηση, η εκκαλούσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, η οποία απερρίφθη με την 39535/9093/30.10.2007 πράξη του τελευταίου. Με την ως άνω πράξη έγινε δεκτό ότι “η 1/Δ.Π. 1178/Φ.25/6.3.2007 πράξη τακτοποίησης -προσκύρωσης ιδιοκτησιών στο Ο.Τ. 43 συντάχθηκε ορθά, σύμφωνα με την υπόδειξη των ορίων από τους εμπλεκόμενους ιδιοκτήτες, σύμφωνα με το τοπογραφικό διάγραμμα που υποβλήθηκε και το οποίο διορθώνεται μόνο όταν υπάρξουν αμφισβητήσεις, ως προς τα διαστατικά στοιχεία των ιδιοκτησιών που τυχόν επηρεάζουν την σύνταξη της πράξης…στην προκειμένη περίπτωση ουδεμία αμφισβήτηση τέθηκε”. Η αίτηση ακυρώσεως της ήδη εκκαλούσας κατά των δύο τελευταίων αυτών αποφάσεων απορρίφθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, η οποία έκρινε ότι τόσο η Δ.Π. 2717/Φ.25/υποφ. 1/2007/10.7.2007 νομαρχιακή απόφαση του Νομάρχη Σάμου, όσο και η 39535/9093/30.10.2007, απορριπτική της κατ’ αυτής προσφυγής, απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, έχουν νόμιμη και επαρκή αιτιολογία.
10. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι τα ακίνητα Σκουνδριάνου και Καριώτογλου ανήκαν στην ενιαία ακίνητη περιουσία της Αθηνάς χήρας Πυθαγόρα Μαυροειδή, η οποία κατατμήθηκε υπαιτίως στα εν λόγω ακίνητα κατά τα έτη 1983 και 1984, με τη μεταγραφή, δηλαδή, των δηλώσεων αποδοχής κληρονομιάς των θυγατέρων της, και, ότι, ως εκ τούτου, η επίδικη πράξη τακτοποίησης του προερχόμενου από την εν λόγω κατάτμηση τυφλού ακινήτου είναι παράνομη, το εφετείο δε, απορρίπτοντας το σχετικό λόγο ακυρώσεως ως στηριζόμενο επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, εκτίμησε πεπλανημένα τα αποδεικτικά μέσα.
11. Επειδή, με την εκκαλουμένη έγινε δεκτό ότι από τις 25536/14.8.1984 και 23962/15.3.1983 δηλώσεις αποδοχής κληρονομιάς των εν λόγω θυγατέρων ενώπιον Συμβολαιογράφου Καρλοβασίου και το 13924/26.9.1942 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο προκύπτει ότι το τακτοποιηθέν οικόπεδο της πρώτης είχε αποκτηθεί από αυτήν, μέσω του ενασκούντος τότε την πατρική εξουσία πατρός της, με αγορά βάσει του ως άνω συμβολαίου, ενώ οι ανωτέρω δηλώσεις αποδοχής κληρονομιάς και των δύο αδελφών, λόγω θανάτου της μητέρας τους, αφορούσαν άλλο ακίνητο, του οποίου περιγράφεται λεπτομερώς ο τρόπος κτήσεως και τα όρια, και συγκεκριμένα το όμορο προς το τακτοποιούμενο ακίνητο Σκουνδριάνου το οποίο, στη συνέχεια, αγοράστηκε από αυτόν. Συνεπώς, τα προβαλλόμενα περί παράνομης κατάτμησης ακινήτου μείζονος εκτάσεως, λόγω της οποίας η επίδικη τακτοποίηση είναι παράνομη, ήταν απορριπτέα ως στηριζόμενα επί εσφαλμένης προϋπόθεσης. Εν όψει των ανωτέρω διαλαμβανομένων, είναι νομίμως αιτιολογημένη η σχετική κρίση του Εφετείου, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου προβαλλόμενου λόγου εφέσεως ως αβάσιμου.
12. Επειδή, είναι απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελής ο λόγος εφέσεως στρέφεται κατά της επικουρικής αιτιολογίας της εκκαλουμένης, δεδομένου ότι η κύρια αιτιολογία ήταν, κατά τα προεκτεθέντα, νόμιμη.
13. Επειδή, προβάλλεται ότι η εκκαλουμένη εσφαλμένα απέρριψε τους λόγους ακυρώσεως ότι κατά παράβαση των συνταγματικών αρχών της νομιμότητας, του κράτους δικαίου, της ισότητας των πολιτών, της απαγόρευσης κατάχρησης δικαιώματος και της γενικής αρχής του δικαίου ότι κανένας δεν μπορεί να ωφελείται από τις δικές του παράνομες πράξεις και παραλείψεις σε βάρος άλλων, ο Κ. Σκουνδριάνος ανήγειρε κτίσμα στο ακίνητό του, χωρίς προηγουμένως να μεριμνήσει για την τακτοποίηση του όμορου ακινήτου Καριώτογλου, μεταθέτοντας τη δική του υποχρέωση σε βάρος της εκκαλούσας, η ιδιοκτησία της οποίας επιβαρύνθηκε υπέρμετρα, δεχόμενη ότι οι λόγοι αυτοί προβάλλονται απαραδέκτως ως αφορώντες την εκδοθείσα στο όνομα του ως άνω οικοδομική άδεια, η οποία αν και ήταν εν γνώσει της εκκαλούσας ήδη από τις 21.3.2007, όταν άσκησε την 1626/2007 ένσταση κατά της 1/Δ.Π. 1178/Φ.25/6.3.2007 πράξης τακτοποίησης οικοπέδου του Τμήματος Πολεοδομικών Σχεδίων και Κανόνων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος της Ν.Α. Σάμου, δεν προσεβλήθη με αίτηση ακυρώσεως και ως εκ τούτου διέφυγε τον ακυρωτικό έλεγχο. Ειδικότερα, κατά την εκκαλούσα, η εκκαλουμένη πάσχει στο σημείο που δέχεται ότι το τεκμήριο νομιμότητας της ως άνω οικοδομικής άδειας καλύπτει την μη τήρηση των απαιτούμενων από το νόμο προϋποθέσεων για την επίμαχη τακτοποίηση, διότι η συνδρομή των τελευταίων ερευνάται αυτοτελώς στο πλαίσιο της παρούσας δίκης.
16. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό της, η εκκαλουμένη έκρινε για τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης τακτοποίησης, ελέγχοντας τη συνδρομή των προβλεπόμενων στο άρθρο 300 του Κ.Β.Π.Ν. προϋποθέσεων, στη συνέχεια δε έκρινε, ορθώς, ότι δεν μπορεί να ελεγχθεί, παρεμπιπτόντως κατά την έκδοσή της, η νομιμότητα οικοδομικής άδειας για την ανέγερση ακινήτου όμορου του τακτοποιούμενου, διότι, η τελευταία, ως ατομική διοικητική πράξη καλύπτεται κατά πάντα από το τεκμήριο νομιμότητας (πρβλ. ΣτΕ 949/2016, 4516/2014). Ο δε συναφής ισχυρισμός ότι το κύρος της επίδικης πράξης τακτοποίησης επηρεάζεται από το γεγονός ότι αυτή εκδόθηκε μετά την έκδοση της οικοδομικής άδειας για την ανέγερση κτίσματος στο οικόπεδο του Κ. Σκουνδριάνου, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η Διοίκηση δεν κωλυόταν, κατά νόμο, να προβεί στην τακτοποίηση οικοπέδων μετά την έκδοση της οικοδομικής άδειας Εξάλλου, όπως ορθώς έκρινε η Διοίκηση η τροποποίηση στα Ο.Τ. 39-40-41-42 και 43, στην οποία αναφέρθηκε η εκκαλούσα στην ένστασή της, δεν ήταν ληπτέα υπόψη, δεδομένου ότι επρόκειτο για απλή γνωμοδότηση για τροποποίηση σχεδίου πόλεως εκ μέρους του Δήμου και όχι για πράξη τροποποίησης του αρμόδιου προς τούτο οργάνου δημοσιευμένη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ως εκ τούτου και ο σχετικός, προβληθείς με την αίτηση ακυρώσεως, ισχυρισμός της εκκαλούσας, που επαναλαμβάνεται και με την υπό κρίση έφεση, ορθώς απερρίφθη σιωπηρώς από το εφετείο.
14. Επειδή, σύμφωνα με τα ανωτέρω, και ειδικότερα κατά τα, στη σκέψη 9, διαλαμβανόμενα, όπου γίνεται αναφορά των πραγματικών δεδομένων και των λόγων, ενόψει των οποίων κατέστη αναγκαίος ο προκριθείς από τη Διοίκηση τρόπος πραγματοποίησης της επίμαχης τακτοποίησης, με την τελευταία σκοπήθηκε πρωτίστως η υποχρεωτική εν προκειμένω, κατά τα αναφερόμενα στη σκέψη 6 τακτοποίηση του επίμαχου τυφλού ακινήτου, ώστε να είναι εφικτή η πληρέστερη οικοδομική εκμετάλλευση αυτού ως νέου και αυτοτελούς οικοπέδου. Η επίδικη τακτοποίηση δεν επηρεάσθηκε από την ύπαρξη οικοδομής στο οικόπεδο Σκουνδριάνου, αλλά κρίθηκε προσφορότερη κυρίως διότι η ιδιοκτησία της εκκαλούσας είχε το κατάλληλο μέγεθος εμβαδού και προσώπου, ώστε με την ανταλλαγή τμήματος αυτής με την ιδιοκτησία Καριώτογλου να καταστεί δυνατή η δημιουργία δύο νέων οικοπέδων άρτιων και οικοδομήσιμων με το κατάλληλο σχήμα, τα οποία θα μπορούσαν να ανταποκριθούν πληρέστερα στις ανάγκες ανοικοδόμησής τους. Κατά συνέπεια, συντρέχοντος, εν προκειμένω, νόμιμου λόγου τακτοποίησης του τυφλού οικοπέδου Καριώτογλου και λαμβανομένου, μάλιστα, υπόψη ότι η εν λόγω τακτοποίηση εχώρησε με την ανταλλαγή του ως άνω οικοπέδου με τμήμα του οικοπέδου της εκκαλούσας ίδιου εμβαδού, και ότι, ύστερα από αυτήν, το οικόπεδο της τελευταίας εξακολουθεί να διατηρεί ικανό πρόσωπο, που επιτρέπει την πλήρη οικοδομική του αξιοποίηση, η τακτοποίηση, φέρει επαρκή και νόμιμη αιτιολογία, όπως ορθώς έκρινε και η εκκαλουμένη, ενώ εξάλλου, κατά τα αναφερόμενα στη σκέψη 7, η ουσιαστική εκτίμηση των αρμοδίων οργάνων ως προς τον πιο πρόσφορο τρόπο τακτοποίησης δεν μπορεί να ελεγχθεί από τον ακυρωτικό δικαστή, ως κρίση τεχνικής φύσεως.
15. Επειδή, ενόψει των αναφερομένων στην προηγούμενη σκέψη, αβασίμως προβάλλεται ότι η εκκαλουμένη, με εσφαλμένη και αντιφατική αιτιολογία, δέχθηκε ότι η επίδικη τακτοποίηση δεν επηρεάσθηκε από την ύπαρξη οικοδομής στο οικόπεδο Σκουνδριάνου. Εξάλλου, η εν λόγω τακτοποίηση, υπαγορευόμενη από λόγους δημοσίου συμφέροντος και λόγους προστασίας της ακίνητης ιδιοκτησίας και πραγματοποιηθείσα με την ανταλλαγή δύο οικοπέδων που είχαν το ίδιο εμβαδόν, δεν αντιβαίνει στα άρθρα 4 (παρ. 1 και 5), 17 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. (πρβλ. ΣτΕ 2045/2012, 3394/1992• πρβλ. και ΣτΕ 3895/1986), ορθώς δέχθηκε και το δικάσαν εφετείο, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων.
16. Επειδή, τέλος, προβάλλεται ότι η εκκαλούμενη απόφαση, δεχόμενη ότι η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, στηριζόμενη στην πρώτη προσβαλλόμενη πράξη του Νομάρχη Σάμου, περιέχει νόμιμη και επαρκή αιτιολογία, όχι ορθά απέρριψε το λόγο ότι, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 69 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (π.δ. 30/1996) και του άρθρου 25 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999), ο ως άνω Γενικός Γραμματέας δεν απάντησε στους λόγους, που η εκκαλούσα είχε προβάλει με την προσφυγή της ενώπιόν του, αλλά τους απέρριψε με αιτιολογία που δεν συνδέεται ούτε με το περιεχόμενο των λόγων αυτών, ούτε με την αιτιολογία της προσβληθείσης με την προσφυγή αυτή νομαρχιακής απόφασης. Όμως, εφόσον νομίμως κριθηκε, κατά τα ήδη εκτεθέντα, απορριπτέα η αίτηση ακυρώσεως καθ’ ο μέρος στρεφόταν κατά της ως άνω κυρωτικής της πράξης τακτοποίησης,νομαρχιακής απόφασης, η ως άνω αίτηση ακυρώσεως ήταν επίσης απορριπτέα και κατά το μέρος αυτής το στρεφόμενο κατά της απόφασης του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, η οποία ορθώς, αν και με άλλη αιτιολογία, απέρριψε την ασκηθείσα από την εκκαλούσα προσφυγή του άρθρου 69 του Κώδικα Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης (ΣτΕ 565, 2994/1998• πρβλ. και ΣτΕ 378/2008, 2566-7/2005 7μ. ). Συνεπώς, ορθώς η εκκαλουμένη, χωρίς ειδικότερη αιτιολογία, απέρριψε τον σχετικό λόγο ακυρώσεως.
17. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω και μη προβαλλομένου άλλου λόγου εφέσεως, η κρινόμενη έφεση είναι απορριπτέα στο σύνολό της.