ΣΤΕ 2881/2017 [ΝΟΜΙΜΗ ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΑΕΠΟ ΣΤΑΘΜΟΥ ΒΑΣΗΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΤΗΛΕΦΩΝΙΑΣ]
Περίληψη
-Κατά τον χρόνο έκδοσης της ανακληθείσας ΑΕΠΟ δεν είχε τεθεί υπόψη της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας, για τη διατύπωση της κατά νόμον γνώμης της ή και της έγκρισής της κατά το άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 3028/2002, αλλά και του οργάνου που εξέδωσε την ΑΕΠΟ ότι ο επίμαχος σταθμός βάσης κεραίας κινητής τηλεφωνίας βρίσκεται σε θέση που έχει οπτική επαφή με μεταβυζαντινές εκκλησίες που προστατεύονται από τις διατάξεις του ν. 3028/2002, με αποτέλεσμα η μεν αρμόδια ΕΒΑ να διατυπώσει, κατά πλάνη περί τα πράγματα, θετική γνώμη και να εγκρίνει την εγκατάσταση και λειτουργία της κεραίας στη συγκεκριμένη θέση, ο δε Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, στηριζόμενος και στη γνώμη αυτή, να εκδώσει την ΑΕΠΟ.
-Κατόπιν σχετικής καταγγελίας, η αρχαιολογική υπηρεσία ανακάλεσε την προηγηθείσα θετική γνώμη της, επειδή η εγκατάσταση της κεραίας στη συγκεκριμένη θέση βλάπτει τα μνημεία καθώς βρίσκεται σε οπτική επαφή με αυτά. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, νομίμως με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου ανακλήθηκε η απόφασή του περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, σε συμμόρφωση άλλωστε και προς τον σχετικό όρο Ζ΄ της ΑΕΠΟ είχε εκδοθεί με βάση στοιχεία τα οποία δεν ανταποκρινόταν στην υφιστάμενη πραγματική κατάσταση, όλοι δε οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί, με τους οποίους πλήττονται οι αιτιολογίες της ανακλητικής απόφασης του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
-Ανεξαρτήτως του ζητήματος αν στην προκειμένη περίπτωση δεν αρκούσε η γνώμη, αλλά απαιτείτο έγκριση της αρχαιολογικής υπηρεσίας σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο λόγο της γειτνίασης του σταθμού με τα μνημεία (άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 3028/2002), ο ειδικότερος ισχυρισμός της αιτούσας, με τον οποίο προβάλλεται ότι η γνώμη της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας δεν είναι δεσμευτική για τον όργανο που εκδίδει την ΑΕΠΟ, είναι απορριπτέος, διότι στην παρ. Ζ΄ της ΑΕΠΟ είχε επιπροσθέτως τεθεί, ως όρος για την έκδοση και τη συνέχιση της ισχύος της, η ανεπιφύλακτη αποδοχή της λειτουργίας της κεραίας από τις συναρμόδιες υπηρεσίες.
Πρόεδρος: Αγγ. Θεοφιλοπούλου
Εισηγητής: Δ. Βασιλειάδης
Δικηγόροι: Δ. Συκαρά, Ελ. Μπάλλας, Γιολ. Παπαρούνη
Βασικές Σκέψεις
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση α) της 8547/582/30.1.2013 απόφασης του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου, που υπογράφεται κατ’ εντολή του, με την οποία ανακλήθηκε η 60447/5431/14.9.2011 απόφασή του περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) για την κατασκευή και λειτουργία υφιστάμενου σταθμού βάσης κινητής τηλεφωνίας της αιτούσας επί δώματος κτιρίου της ΟΤΕ Α.Ε., εντός του οικισμού «Απολλωνίας» του Δήμου Σίφνου και β) της 22686/5809/5.6.2013 απόφασης της Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, με την οποία απορρίφθηκε η από 3.4.2013 προσφυγή της αιτούσας κατά της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης.
3. Επειδή, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου παρέστη με τον δικηγόρο Ελ. Μπάλλα, ο οποίος κατέθεσε α) την 1980/15.9.2005 απόφαση του Νομάρχη Κυκλάδων (ΦΕΚ ΝΠΔΔ 245), με την οποία ο εν λόγω δικηγόρος προσελήφθη στη Ν.Α. Κυκλάδων σε θέση νομικού συμβούλου – δικηγόρου με πάγια αντιμισθία και β) την 30587/ 10636/29.12.2010 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου περί αυτοδίκαιης μεταφοράς, πλην άλλων, της θέσης δικηγόρου με έμμισθη εντολή της Ν. Α. Κυκλάδων στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου. Εξάλλου, η Πρόεδρος του Δικαστηρίου χορήγησε, μετά από αίτημα των πληρεξουσίων των διαδίκων, προθεσμία έως 19.2.2015 για την κατάθεση υπομνήματος και τη νομιμοποίησή τους. Εντός της χορηγηθείσας προθεσμίας ο ως άνω δικηγόρος δεν προσκόμισε νομιμοποιητικά στοιχεία. Η προαναφερθείσα όμως διαπιστωτική απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου δεν περιέχει πληρεξουσιότητα για παράσταση ενώπιον δικαστηρίων και ως εκ τούτου δεν αρκεί για τη νομιμοποίηση του εν λόγω δικηγόρου (ΣτΕ 2676/2011). Εξάλλου, δεν προσκομίσθηκε πράξη περί παροχής πληρεξουσιότητας στον ίδιο δικηγόρο από τον Περιφερειάρχη ή απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής της ανωτέρω Περιφέρειας ή άλλο προβλεπόμενο στο νόμο νομιμοποιητικό έγγραφο (πρβλ. ΣτΕ 58/2015 7μ.). Κατά συνέπεια, το από 6.2.2015 υπόμνημα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, που υπογράφεται από τον ανωτέρω δικηγόρο, δεν λαμβάνεται υπόψη, η δε παράστασή του πρέπει να κηρυχθεί άκυρη (πρβλ. ΣτΕ 58/2015 7μ, 3701/1992 κ.ά.).
4. Επειδή, η αίτηση ασκείται με πρόδηλο έννομο συμφέρον από την αιτούσα εταιρεία.
5. Επειδή, στο 2193/25.4.2013 έγγραφο της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου προς την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αιγαίου εκτίθεται ότι η 8547/582/30.1.2013 απόφαση του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου
(α΄ προσβαλλόμενη) κοινοποιήθηκε στην αιτούσα με συστημένη επιστολή στις 30.1.2013, χωρίς όμως στον φάκελο να περιέχονται στοιχεία για την κοινοποίηση αυτή ή στοιχεία για την ημερομηνία κατά την οποία η αιτούσα έλαβε γνώση της απόφασης. Εξάλλου, με τη β΄ προσβαλλόμενη απόφαση η από 3.4.2013 διοικητική προσφυγή της αιτούσας κατά της παραπάνω απόφασης θεωρήθηκε ως παραδεκτώς ασκηθείσα και απορρίφθηκαν οι λόγοι της προσφυγής. Με τα δεδομένα αυτά, και σύμφωνα με τα άρθρα 46 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, 227 παρ. 2 και 238 παρ. 1 και 4 του
ν. 3852/2010 (Α΄ 87), η άσκηση της διοικητικής προσφυγής διέκοψε επί δύο μήνες την προθεσμία της αίτησης ακυρώσεως κατά της απόφασης του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου. Ως εκ τούτου, η αίτηση ακυρώσεως, που κατατέθηκε στις 24.7.2013, εμπροθέσμως ασκείται κατ’ αμφοτέρων των προσβαλλόμενων πράξεων.
6. Επειδή, το νομοθετικό πλαίσιο εγκατάστασης κεραιών κινητής τηλεφωνίας ρυθμίστηκε αρχικά με τον ν. 2075/1992 (Α΄ 129) και ειδικότερα με το άρθρο 24α, που προστέθηκε με το άρθρο 41 παρ. 2 του ν. 2145/1993 (Α΄ 88) και διατηρήθηκε σε ισχύ με τα άρθρα πέμπτο παρ. 3 περ. Β και έκτο του ν. 2246/1994 (Α΄ 172), κατ’ εξουσιοδότηση δε της παραγράφου 5 του ανωτέρω άρθρου 24α εκδόθηκε η 53571/3839/ 1.9.2000 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., Υγείας και Πρόνοιας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, με τίτλο «Μέτρα προφύλαξης του κοινού από τη λειτουργία κεραιών εγκατεστημένων στην ξηρά» (Β΄ 1105). Στη συνέχεια, με τον ν. 2801/2000 (Α΄ 46) ρυθμίστηκε εκ νέου το καθεστώς των κεραιών κινητής τηλεφωνίας (βλ. και ν. 2867/2000, Α΄ 273), ενώ με την Η.Π. 15393/2332/5.8.2002 κ.υ.α. (Β΄ 1022), οι σταθμοί βάσης και οι αναμεταδότες κινητής τηλεφωνίας, οι οποίοι δεν είχαν περιληφθεί στους πίνακες της προγενέστερης σχετικής κ.υ.α. 69269/ 5387/24.10.1990 (Β΄ 678) κατατάχθηκαν ως ειδικά έργα στα έργα της δεύτερης κατηγορίας, για τα οποία απαιτείται εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων και έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Ακολούθως, με τον
ν. 3431/2006 (Α΄ 13), που καταργήθηκε μεν με την παράγραφο 2α΄ του άρθρου 80 του ν. 4070/2012, Α΄ 82 (με εξαίρεση την παράγραφο 2 του άρθρου 70, το άρθρο 73 και τις διατάξεις που αφορούν τον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών), ίσχυε όμως κατά τον χρόνο έκδοσης της ανακληθείσας 60447/5431/14.9.2011 ΑΕΠΟ, ρυθμίστηκαν εξ υπαρχής τα ζητήματα χορήγησης αδειών εγκατάστασης κεραιών κινητής τηλεφωνίας. Ειδικότερα, στο άρθρο 31 του νόμου αυτού ορίστηκαν τα ακόλουθα: «1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στις κατασκευές κεραιών για τις οποίες απαιτείται άδεια σύμφωνα με το στοιχείο Α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2801/2000 (ΦΕΚ 46 Α΄). 2. Η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας (Ε.Ε.Α.Ε.), είτε διά των οργάνων της ή με συνεργεία που έχουν ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτηθεί από αυτήν, υποχρεούται να ελέγχει την τήρηση των ορίων ασφαλούς έκθεσης του κοινού σε ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία από κάθε κεραία: […] 9. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου απαγορεύεται η εγκατάσταση κατασκευής κεραίας, για την οποία δεν έχει υποβληθεί και εγκριθεί από την Ε.Ε.Α.Ε. μελέτη, που αποδεικνύει ότι δεν υπάρχουν χώροι γύρω από την κεραία ελεύθερα προσπελάσιμοι από το γενικό πληθυσμό, στους οποίους τα όρια έκθεσης υπερβαίνουν το 70% των τιμών, που καθορίζονται στα άρθρα 2 – 4 της υπ’ αριθμ. 53571/3839/6.9.2000 κοινής υπουργικής απόφασης ή στην εκάστοτε ισχύουσα αντίστοιχη κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών […] 13. Για την τοποθέτηση εγκαταστάσεων κεραιών και συναφών κατασκευών δεν απαιτείται η έκδοση οικοδομικής άδειας, αλλά έγκριση, που χορηγείται από την αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία, ύστερα από έλεγχο των δικαιολογητικών, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, σύμφωνα με την παρ. 2Η του άρθρου 1 του ν. 2801/2000 και κοινοποιείται στην Ε.Ε.Τ.Τ. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24Α του ν. 2075/1992 (ΦΕΚ 129 Α΄) […] 15. Στις δημιουργούμενες ως άνω εγκαταστάσεις λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης του κοινού, που καθορίζονται εκάστοτε με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, και μέχρι της καθ’ οιονδήποτε τρόπο τροποποιήσεως ή ανακλήσεώς της, εφαρμόζεται η υπ’ αριθ. 53571/3839/6.9.2000 κοινή απόφαση «Μέτρα προφύλαξης του κοινού από τη λειτουργία κεραιών εγκατεστημένων στην ξηρά», η οποία ισχύει ως έχει με την επιφύλαξη των διατάξεων, όπως τροποποιείται με το άρθρο αυτό […] 17. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση προηγείται της χορήγησης άδειας εγκατάστασης κατασκευών κεραιών από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων. Η Περιβαλλοντική Μελέτη κατατίθεται από τον Κάτοχο του Σταθμού ή τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του, που μπορεί να είναι και νομικό πρόσωπο, στην οικεία Γενική Γραμματεία Περιφέρειας, σύμφωνα με το ν. 1650/1986 (ΦΕΚ 160 Α΄), η οποία, εντός προθεσμίας δέκα ημερών από της καταθέσεώς της, την αποστέλλει για γνωμοδότηση στην Ε.Ε.Α.Ε. Η οικεία Γενική Γραμματεία Περιφέρειας αποφαίνεται περί της υποβληθείσης Μελέτης, μετά τη σύμφωνη γνώμη της Ε.Ε.Α.Ε. και η σχετική απόφαση κοινοποιείται και στον αιτούντα.
18. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, η οποία πρέπει να εκδοθεί εντός έξι μηνών από της δημοσίευσης του παρόντος, καθορίζεται το περιεχόμενο και εξειδικεύεται η ως άνω διαδικασία των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (Μ.Π.Ε.) για τις εγκαταστάσεις κεραιών σταθμών στην ξηρά. Μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής, οι αρμόδιες αρχές υποχρεούνται να εκδίδουν τις σχετικές εγκρίσεις σύμφωνα με τις διατάξεις για το περιεχόμενο των Μ.Π.Ε., ακολουθώντας τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου.
19. Για τους προϋφιστάμενους της ισχύος του παρόντος σταθμούς, οι οποίοι στερούνται Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων, απαιτείται η υποβολή Περιβαλλοντικής Μελέτης ή Έκθεσης, κατά περίπτωση, στην Αρχή, που είναι η αρμόδια για την έκδοση της σχετικής έγκρισης, εντός δώδεκα μηνών από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων της παραγράφου 18, εφαρμοζομένης κατά τα λοιπά της παραγράφου 17. Η ως άνω προθεσμία δύναται να παραταθεί με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Μεταφορών και Επικοινωνιών. Για τους σταθμούς αυτούς, διατηρούνται σε ισχύ οι χορηγηθείσες πολεοδομικές εγκρίσεις» [η ανωτέρω προθεσμία έχει παραταθεί με Υπουργικές αποφάσεις]. Εξάλλου, με την κ.υ.α. ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/ οικ.126880/2.3.2007 (Β΄ 435), αντικαταστάθηκαν οι δραστηριότητες 13, 14 και 15 του Πίνακα 10 (Ομάδα «Ειδικά Έργα») της κ.υ.α. του έτους 2002 που διέπει την κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων. Επίσης, με την απόφαση ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ.126884/2007 του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (Β΄ 435) ρυθμίσθηκε η διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης των σταθμών κεραιών κινητής τηλεφωνίας στην ξηρά, ανάλογα με την κατηγορία και υποκατηγορία έργων και δραστηριοτήτων στην οποία υπάγεται ο συγκεκριμένος σταθμός. Στο άρθρο 9 της τελευταίας αυτής απόφασης ορίζεται ότι για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων σταθμού κεραίας στην ξηρά της υποκατηγορίας 4 της δεύτερης (Β΄) κατηγορίας απαιτείται η υποβολή, μεταξύ άλλων, Περιβαλλοντικής Έκθεσης, το περιεχόμενο της οποίας καθορίζεται στο Παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω απόφασης και ότι για την διαδικασία έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων τηρείται η διαδικασία του άρθρου 11 της Η.Π.1104/703/Φ104/2003 κ.υ.α. (Β΄ 332). Στο Παράρτημα ΙΙΙ της ανωτέρω απόφασης ορίζεται, πλην άλλων, ως προς το περιεχόμενο της Περιβαλλοντικής Έκθεσης για την υφιστάμενη κατάσταση του περιβάλλοντος, ότι «Περιγράφονται συνοπτικά το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον με ειδική αναφορά σε περιοχές που διέπονται από ιδιαίτερο καθεστώς προστασίας στην άμεση γειτονία του έργου…» (παρ. 5) και ότι κατά την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον περιγράφονται οι σημαντικότερες περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις από την πραγματοποίηση του έργου στο σύνολο των περιβαλλοντικών μέσων και παραμέτρων, δηλαδή στη μορφολογία και το τοπίο, το έδαφος, τη φύση και τις προστατευόμενες περιοχές, τις χρήσεις γης, το δομημένο περιβάλλον, το ιστορικό και πολιτιστικό περιβάλλον κ.ά. (παρ. 6). Τέλος, στο άρθρο 10 παρ. 3 του
ν. 3028/2002 (Α΄ 153) ορίζεται ότι «Η εγκατάσταση ή η λειτουργία βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή εμπορικής επιχείρησης, η τοποθέτηση τηλεπικοινωνιακών ή άλλων εγκαταστάσεων, η επιχείρηση οποιουδήποτε τεχνικού ή άλλου έργου ή εργασίας, καθώς και η οικοδομική δραστηριότητα πλησίον αρχαίου επιτρέπεται μόνο μετά από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου. Η έγκριση χορηγείται εάν η απόσταση από ακίνητο μνημείο ή η σχέση με αυτό είναι τέτοια ώστε να μην κινδυνεύει να επέλθει άμεση ή έμμεση βλάβη αυτού λόγω του χαρακτήρα του έργου ή της επιχείρησης ή της εργασίας […]».
7. Επειδή, η αρχή της νομιμότητας επιβάλλει στη Διοίκηση την ανάκληση κάθε παράνομης διοικητικής πράξης, ενώ η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης απαιτεί τη διατήρηση της ισχύος των ευμενών για τον καλόπιστο διοικούμενο πράξεων. Σύνθεση των αρχών αυτών συνιστούν οι γενικές αρχές ανάκλησης των διοικητικών πράξεων, σύμφωνα με τις οποίες και οι ευμενείς διοικητικές πράξεις ανακαλούνται εάν είναι παράνομες, μέσα σε εύλογο χρόνο από την έκδοσή τους, ενώ επιτρέπεται η ανάκλησή τους και μετά την παρέλευση ευλόγου χρόνου, για λόγους δημοσίου συμφέροντος (ΣτΕ 4069/2012, 3906/2008, 2403/1997 Ολομ.). Εξάλλου, με το άρθρο μόνον παρ. 1 του α.ν. 261/1968 (Α΄ 12) ορίσθηκε ότι «Ατομικαί διοικητικαί πράξεις, εκδοθείσαι κατά παράβασιν νόμου, ανακαλούνται υπό της Διοικήσεως ελευθέρως και άνευ οιασδήποτε διά το Δημόσιον συνεπείας, εντός ευλόγου από της εκδόσεως αυτών χρόνου. Επιφυλασσομένων των ειδικώς, άλλως οριζουσών, διατάξεων της κειμένης νομοθεσίας, χρόνος ήσσων της 5ετίας τουλάχιστον από της εκδόσεως των κατά τα άνω ανακλητέων πράξεων, εν ουδεμιά περιπτώσει δύναται να θεωρηθή ως μη εύλογος προς ανάκλησιν, ανεξαρτήτως τυχόν κτήσεως υπό τρίτων βάσει αυτών οιουδήποτε δικαιώματος». Η διάταξη αυτή προβλέπει ότι ανάκληση διοικητικής πράξης σε χρόνο μικρότερο της πενταετίας από την έκδοσή της θεωρείται ότι γίνεται εντός ευλόγου χρόνου, χωρίς να ορίζει, πάντως, ότι με τη συμπλήρωση της πενταετίας εξαντλούνται τα όρια του ευλόγου χρόνου, πέραν των οποίων η ανάκληση απαγορεύεται. Αν η πάροδος ορισμένου χρόνου, από την έκδοση της ανακαλούμενης πράξης, υπερβαίνει τον εύλογο για την ανάκληση χρόνο, είναι ζήτημα που κρίνεται από το Δικαστήριο, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που διέπουν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων, κατά περίπτωση, βάσει των δεδομένων που συντρέχουν στη συγκεκριμένη υπόθεση (ΣτΕ 4069/2012, 3906/2008, πρβλ. ΣτΕ 1501/2008, 227/2006 κ.ά.).
8. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Μετά την από 20.3.2008 αίτηση, συνοδευόμενη από περιβαλλοντική έκθεση, της αιτούσας εταιρείας εκδόθηκε η 60447/5431/14.9.2011 απόφαση του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου με την οποία, κατ’ επίκληση, πλην άλλων, της θετικής γνωμοδότησης της 2ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (ΕΒΑ) του Υπουργείου Πολιτισμού που διατυπώθηκε στο 958/3.7.2008 έγγραφό της, εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για την κατασκευή και λειτουργία υφισταμένου σταθμού βάσης κινητής τηλεφωνίας της αιτούσας επί δώματος κτιρίου της ΟΤΕ Α.Ε., κειμένου εντός του οικισμού «Απολλωνίας» του Δήμου Σίφνου (κωδικός «ΣΙΦΝΟΣ Τ/Κ 1406186»). Στην παρ. Ζ΄ της ανωτέρω ΑΕΠΟ προβλέπεται ότι η διάρκεια ισχύος της ορίζεται για δέκα (10) έτη, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν επιφυλάξεις για την υλοποίηση και λειτουργία του έργου από τις συναρμόδιες Υπηρεσίες. Μεταγενεστέρως, ύστερα από καταγγελία της
Μ. Κορακή, εκδόθηκε το 5365/29.11.2012 έγγραφο της 2ης ΕΒΑ προς την αιτούσα, την καταγγέλουσα και τις συναρμόδιες υπηρεσίες στο οποίο εκτίθενται τα ακόλουθα: «[…διαπιστώθηκαν τα εξής: α. οι κεραίες προϋπήρχαν του 2008 που κατατέθηκε το αίτημα από την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου με συνημμένη περιβαλλοντική μελέτη. β. Η ΜΠΕ που μας διαβιβάσθηκε από την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου περιλαμβάνει συνημμένα τοπογραφικό διάγραμμα […] στο οποίο σημειώνεται η θέση του κτιρίου ΟΤΕ σε λανθασμένη θέση, 150 μ. ανατολικότερα. γ. Η κεραία έχει οπτική επαφή με τους ναούς της Παναγίας Μπαρού και Αγίου Αρτεμίου, μεταβυζαντινές εκκλησίες που προστατεύονται από τις διατάξεις του ν. 3028/2002. Ύστερα από τα παραπάνω είμαστε υποχρεωμένοι να ανακαλέσουμε το […] 958/3.7.2008/2η ΕΒΑ έγγραφο, το οποίο εκδόθηκε βάσει εσφαλμένων στοιχείων που υποβλήθηκαν στην Υπηρεσία και για το λόγο ότι οι κεραίες COSMOTE βρίσκονται σε οπτική επαφή με τα προστατευόμενα μνημεία και παρακαλούμε για την απομάκρυνσή τους». Κατ’ επίκληση του ανωτέρω εγγράφου της 2ης ΕΒΑ εκδόθηκε η πρώτη προσβαλλομένη απόφαση, 8547/582/30.1.2013, του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου, με την οποία ανακλήθηκε η 60447/5431/14.9.2011 απόφαση του, που είχε εγκρίνει τους περιβαλλοντικούς όρους εγκατάστασης και λειτουργίας του σταθμού, προσφυγή δε της αιτούσας απορρίφθηκε με την 2η προσβαλλομένη απόφαση της Γενικής Γραμματέως της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, με την αιτιολογία ότι δεν προκύπτει παράβαση νόμου, δοθέντος και ότι η αιτούσα δεν «αντέκρουσε» το έγγραφο της 2ης ΕΒΑ και, ως εκ τούτου, νομίμως εχώρησε η ανάκληση στην προκειμένη περίπτωση. Εξάλλου, στον φάκελο που διαβιβάσθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας περιλαμβάνεται και το 20166/Φ386/2.5.2013 έγγραφο της ΕΕΤΤ προς την ανωτέρω καταγγέλουσα, στο οποίο εκτίθεται ότι από έρευνα στο αρχείο της υπηρεσίας δεν προκύπτει ότι χορηγήθηκε άδεια για την κατασκευή κεραίας με κωδικό αριθμό 1406186, δηλαδή για τη θέση που αναφέρεται στην ανακληθείσα ΑΕΠΟ της κεραίας.
9. Επειδή, κατά της πρώτης προσβαλλομένης προβάλλονται οι ακόλουθοι λόγοι ακυρώσεως: α) η απόφαση αυτή εκδόθηκε κατά παράβαση του δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης της αιτούσας που κατοχυρώνεται στα άρθρα 20 παρ. 2 του Συντάγματος και 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, διότι η αιτούσα δεν κλήθηκε σε ακρόαση πριν από την έκδοσή της, β) η ανακλητική απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των γενικών αρχών που διέπουν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων, και ιδίως, διότι εκτιμήθηκαν εκ νέου τα αυτά πραγματικά περιστατικά και γ) η πράξη αυτή εκδόθηκε χωρίς νόμιμη αιτιολογία. Για τη θεμελίωση των ανωτέρω λόγων ακυρώσεως η αιτούσα ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι ο επίμαχος σταθμός ήταν υφιστάμενος κατά τον χρόνο υποβολής των δικαιολογητικών για την έκδοση ΕΠΟ, ότι ο σταθμός απέχει περί τα 110 μ. από τις εκκλησίες, ότι όλα τα ανωτέρω ήταν γνωστά στην 2η ΕΒΑ και προκύπτουν από τις συντεταγμένες, ότι ο φάκελος του έργου υποβλήθηκε εντός της προθεσμίας που τάσσει το άρθρο 34 (παρ. 19) του ν. 3431/2006, ότι η αιτούσα ζήτησε την επανεξέταση του θέματος από την 2η ΕΒΑ και, τέλος, ότι επέλεξε να τοποθετήσει τον ιστό στο υφιστάμενο κτίριο του ΟΤΕ στο οποίο υπάρχουν ήδη κεραίες και για τις οποίες ουδέποτε δημιουργήθηκε πρόβλημα στο παρελθόν.
10. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 6, του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Α΄ 45), θεσπίζονται ειδικότερες ρυθμίσεις για την άσκηση του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος της προηγούμενης ακρόασης του διοικουμένου, ώστε να εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις αποτελεσματικής εφαρμογής της σχετικής διάταξης του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, χωρίς, όμως, να αποσκοπείται η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της διάταξης αυτής. Κατά την έννοια δε της εν λόγω συνταγματικής διάταξης, και, συνεπώς, και κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου 6, η τήρηση του τύπου της προηγουμένης κλήσης σε ακρόαση δεν απαιτείται στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες η προηγούμενη ακρόαση δεν μπορεί να επιδράσει στην διαμόρφωση της κρίσης της Διοίκησης. Τέτοια περίπτωση συντρέχει, μεταξύ άλλων, όταν εκδίδεται δυσμενής για τον διοικούμενο διοικητική πράξη βάσει αντικειμενικών δεδομένων, που δεν συνδέονται προς υποκειμενική συμπεριφορά του (πρβλ. ΣτΕ 4069/2012, 1501/2008 κ.ά.). Εξάλλου, σε περίπτωση ανάκλησης παράνομης διοικητικής πράξης εντός ευλόγου χρόνου από την έκδοσή της, για τον λόγο ότι δεν συνέτρεχαν οι απαιτούμενες για την έκδοση της πράξης νόμιμες προϋποθέσεις, δεν απαιτείται, κατ’ αρχήν, προηγούμενη κλήση για ακρόαση του διοικουμένου υπέρ του οποίου έχει εκδοθεί, διότι στην περίπτωση αυτή η ακρόαση του διοικουμένου, δεν μπορεί να επιδράσει στην διαμόρφωση της κρίσης της Διοίκησης (πρβλ. ΣτΕ 4069/2012, 1501/2008). Κατά συνέπεια, και δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν παρατίθενται οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί τους οποίους θα προέβαλε η αιτούσα, η οποία μάλιστα αναφέρεται και ως αποδέκτης στο 5365/29.11.2012 έγγραφο της 2ης ΕΒΑ, ενώπιον του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου, και οι οποίοι, αν είχαν προβληθεί, θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση του οργάνου αυτού για την ανάκληση ή μη της προαναφερθείσας ΑΕΠΟ, αλυσιτελώς με τον προαναφερθέντα λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ΣτΕ 1299/2013, 4447/2012 Ολομ. κ.ά.). Επομένως, ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.
11. Επειδή, όπως προκύπτει από τα προαναφερθέντα στοιχεία του φακέλου, κατά τον χρόνο έκδοσης της ανακληθείσας ΑΕΠΟ οι αρμόδιες γνωμοδοτικές υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων και η 2η ΕΒΑ, αλλά και ο Περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου που εξέδωσε την ΑΕΠΟ, δεν είχαν υπόψη τους την οπτική επαφή και τη γειτνίαση της επίδικης εγκατάστασης με τα προστατευόμενα μνημεία, στοιχείο το οποίο, δυνάμει των προαναφερομένων διατάξεων, ήταν ουσιώδες, τόσο για τη γνωμοδότηση της αρμόδιας ΕΒΑ όσο και για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, για την οποία άλλωστε είχε εκφράσει την αντίθεσή του και ο Δήμος Σίφνου (βλ. στοιχεία 32 και 33 του προοιμίου της ΑΕΠΟ). Ειδικότερα, κατά τον χρόνο έκδοσης της ανακληθείσας ΑΕΠΟ δεν είχε τεθεί υπόψη της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας, για τη διατύπωση της κατά νόμον γνώμης της ή και της έγκρισής της κατά το άρθρο 10 παρ. 3 του
ν. 3028/2002, αλλά και του οργάνου που εξέδωσε την ΑΕΠΟ, ότι ο επίμαχος σταθμός βάσης κεραίας κινητής τηλεφωνίας βρίσκεται σε θέση που έχει οπτική επαφή με τους ναούς της Παναγίας Μπαρού και Αγίου Αρτεμίου, μεταβυζαντινές εκκλησίες που προστατεύονται από τις διατάξεις του ν. 3028/2002, με αποτέλεσμα η μεν αρμόδια 2η ΕΒΑ να διατυπώσει, κατά πλάνη περί τα πράγματα, θετική γνώμη και να εγκρίνει την εγκατάσταση και λειτουργία της κεραίας στη συγκεκριμένη θέση, ο δε Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, στηριζόμενος και στη γνώμη αυτή, να εκδώσει την ΑΕΠΟ. Εξάλλου, μετά τη διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης από την 2η ΕΒΑ, κατόπιν σχετικής καταγγελίας, η αρχαιολογική υπηρεσία ανακάλεσε την προηγηθείσα θετική γνώμη της, για τους λόγους που εκτίθενται στο προαναφερθέν έγγραφό της, ότι δηλαδή η εγκατάσταση της κεραίας στη συγκεκριμένη θέση βλάπτει τα μνημεία καθώς βρίσκεται σε οπτική επαφή με αυτά. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, νομίμως με την πρώτη προσβαλλόμενη πράξη του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου ανακλήθηκε η 60447/5431/14.9.2011 απόφασή του περί έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, σε συμμόρφωση άλλωστε και προς τον σχετικό όρο της παρ. Ζ΄ της ΑΕΠΟ, αφού η ΑΕΠΟ είχε εκδοθεί με βάση στοιχεία τα οποία δεν ανταποκρινόταν στην υφιστάμενη πραγματική κατάσταση, όλοι δε οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί, με τους οποίους πλήττονται οι αιτιολογίες της ανακλητικής απόφασης του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι (πρβλ. ΣτΕ 3178/2012). Εξάλλου, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν στην προκειμένη περίπτωση δεν αρκούσε η γνώμη, αλλά απαιτείτο έγκριση της αρχαιολογικής υπηρεσίας σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο λόγω της γειτνίασης του σταθμού με τα μνημεία (άρθρο 10 παρ. 3 του ν. 3028/2002), ο ειδικότερος ισχυρισμός της αιτούσας, με τον οποίο προβάλλεται ότι η γνώμη της αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας δεν είναι δεσμευτική για το όργανο που εκδίδει την ΑΕΠΟ, είναι απορριπτέος, διότι στην παρ. Ζ΄ της ΑΕΠΟ είχε επιπροσθέτως τεθεί, ως όρος για την έκδοση και τη συνέχιση της ισχύος της, η ανεπιφύλακτη αποδοχή της λειτουργίας της κεραίας από τις συναρμόδιες υπηρεσίες.
12. Επειδή, ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι η ανακλητική απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση των γενικών αρχών που διέπουν την ανάκληση των διοικητικών πράξεων, διότι εκτιμήθηκαν εκ νέου τα αυτά πραγματικά περιστατικά, είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος σε ανακριβή προϋπόθεση, αφού, κατά τα προαναφερθέντα, η αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία και ο Περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου δεν εκτίμησαν με διαφορετικό τρόπο τα αυτά πραγματικά περιστατικά, αλλά κατά τον χρόνο έκδοσης της ΑΕΠΟ είχαν υπόψη τους, εσφαλμένως, ότι η κεραία βρίσκεται σε απόσταση 150 περίπου μέτρων από τα μνημεία και δεν υπάρχει οπτική επαφή της κεραίας από αυτά (πρβλ. ΣτΕ 3178/2012). Ο ειδικότερος ισχυρισμός της αιτούσας κατά τον οποίο τα μνημεία είναι σε μεγάλη απόσταση από τη θέση εγκατάστασης του σταθμού (110 μ. περίπου), δεν ασκεί επιρροή, δεδομένου ότι η κρίση της 2ης ΕΒΑ, διατυπώθηκε κατ’ εκτίμηση της επίπτωσης, ιδίως οπτικής, που ασκεί η εγκατάσταση της κεραίας στα παρακείμενα, ενόψει και της σημασίας τους, μνημεία. Επομένως, ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.
13. Επειδή, προβάλλεται ότι η δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα, διότι εκδόθηκε με μη νόμιμη και αντιφατική αιτιολογία. Σύμφωνα, όμως, με όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες σκέψεις, νομίμως και αιτιολογημένα με την πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου ανακλήθηκε η ΑΕΠΟ εγκατάστασης της κεραίας στη συγκεκριμένη θέση, κατ’ ακολουθίαν δε νομίμως απορρίφθηκε στη συνέχεια με τη δεύτερη προσβαλλομένη η διοικητική προσφυγή της αιτούσας κατά της ανακλητικής απόφασης. Επομένως, ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της αιτούσας, με τον οποίο προβάλλεται ότι έχει καταθέσει ενώπιον της 2ης ΕΒΑ αίτηση επανεξέτασης του θέματος (αρ. πρωτ. 1771/16.5.2013) και ότι τα αναφερόμενα στη β΄ προσβαλλόμενη δεν είναι αληθή, προβάλλεται αλυσιτελώς και πρέπει να απορριφθεί, αφού ούτε η αιτούσα ισχυρίζεται ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η 2η ΕΒΑ ανακάλεσε το 5365/29.11.2012 έγγραφό της, κατ’ επίκληση του οποίου ανακλήθηκε η χορηγηθείσα ΑΕΠΟ για την εγκατάσταση και λειτουργία του επίμαχου σταθμού.
14. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί.